Μήνας: Φεβρουάριος 2011

Δήλωση σχετικά με την πορεία μείωσης των δαπανών στον Κρατικό Προϋπολογισμό

«Η πολιτική της Κυβέρνησης δεν αντιμετωπίζει με βιώσιμο τρόπο τα προβλήματα ελλείμματος και χρέους της Ελληνικής Οικονομίας.

Το δημόσιο χρέος διογκώνεται και διατηρεί τη δυναμική του, ενώ η όποια μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος οφείλεται στις απανωτές φορολογικές επιβαρύνσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων, στις οριζόντιες περικοπές μισθών και συντάξεων, στις διαδοχικές μειώσεις του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, και στη δημιουργία ενός εσωτερικού χρέους με τη “στάση πληρωμών” του κράτους απέναντι στους πιστωτές του.

Αυτό επιβεβαιώνεται και από την πορεία εκτέλεσης του Προϋπολογισμού από τον πρώτο μήνα του έτους. Συγκεκριμένα:

  • Τα καθαρά έσοδα είναι μειωμένα κατά 9%, έναντι ετήσιου στόχου για αύξηση κατά 8,5%.
  • Οι δαπάνες του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων είναι μειωμένες κατά 14,7%, έναντι ετήσιου στόχου για οριακή αύξηση κατά 0,6%.
  • Η τακτοποίηση υποχρεώσεων στους προμηθευτές των νοσοκομείων με εκδόσεις ομολόγων ανέρχεται ήδη στα 3,4 δισ. ευρώ και αναμένεται να ενταθεί τους επόμενους μήνες, όταν ο Προϋπολογισμός ήταν μόλις 420 εκατ. ευρώ για όλο το 2011.Πολλά Ασφαλιστικά Ταμεία έχουν ήδη χρησιμοποιήσει μεγάλο μέρος των επιχορηγήσεών τους (π.χ. ο ΟΑΕΕ και το ΙΚΑ έχουν ήδη απορροφήσει, από τον πρώτο μήνα, το 35% και το 22,5% αντίστοιχα των πόρων του 2011 και αν δεν υπάρξει νέα χρηματοδότηση θα προκύψει σοβαρό πρόβλημα μέσα στο έτος).

Τα ανωτέρω επιβεβαιώνουν, όπως είχε άλλωστε προβλέψει η Νέα Δημοκρατία κατά τη συζήτηση του Προϋπολογισμού στη Βουλή, ότι ο Προϋπολογισμός του 2011 είναι ένας Προϋπολογισμός “εικονικής πραγματικότητας”».

Ομιλία στο Αναπτυξιακό Συνέδριο Κιλκίς – “Η συμβολή εκπαίδευσης, έρευνας & καινοτομίας στην οικονομική ανάπτυξη”

Κυρίες και Κύριοι Σύνεδροι,

Θα ήθελα να συγχαρώ το Επιμελητήριο Κιλκίς για τη σημαντική και χρήσιμη πρωτοβουλία που ανέλαβε να διοργανώσει αυτό το Αναπτυξιακό Συνέδριο.

Θα ήθελα, επίσης, να ευχαριστήσω τους συντελεστές του Συνεδρίου για την ιδιαίτερα τιμητική πρόσκληση που μου έκαναν να συμμετάσχω στις εργασίες του και να καταθέσω, κωδικοποιημένα, κάποιους προβληματισμούς, σκέψεις και απόψεις για το ρόλο της εκπαίδευσης στην επίτευξη υψηλής και διατηρήσιμης οικονομικής ανάπτυξης.

Κυρίες και Κύριοι,

Διαχρονικά, βασικό ζητούμενο είναι ο προσδιορισμός των παραγόντων που συμβάλουν στην επίτευξη υψηλής και διατηρήσιμης οικονομικής ανάπτυξης.

Σύμφωνα με τις σύγχρονες οικονομικές θεωρίες, η οικονομική ανάπτυξη εξαρτάται εξίσου από το μακροοικονομικό και το μικροοικονομικό περιβάλλον.

Η σταθερότητα των τιμών και τα υγιή δημόσια οικονομικά αποτελούν απαραίτητη προϋπόθεση για βιώσιμη ανάπτυξη, δεν είναι όμως και επαρκή για τη διασφάλιση υψηλού ρυθμού οικονομικής ανάπτυξης.

Έτσι, η αποκατάσταση της δημοσιονομικής ισορροπίας και η εξασφάλιση της μακροχρόνιας βιωσιμότητας των δημοσίων οικονομικών με την προώθηση των απαραίτητων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων αποτελούν προϋπόθεση για την οικονομική ανάπτυξη.

Δεν αρκεί όμως η εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών, ακόμη και αν γίνεται με μη κατάλληλο «θεραπευτικό σχήμα» όπως στην Ελλάδα, για την αναπτυξιακή επανεκκίνηση της Οικονομίας.

Αυτό που χρειάζεται σήμερα είναι η άμεση συγκρότηση σχεδίου και η ανάληψη δράσεων για τη διαμόρφωση ενός νέου οικονομικού προτύπου.

Προτύπου που θα στοχεύει, επί της ουσίας, στην επίτευξη της διατηρήσιμης ανάπτυξης, στην ενίσχυση της απασχόλησης και της κοινωνικής συνοχής.

Η επένδυση στη γνώση, η ενίσχυση της έρευνας και της καινοτομίας, η τόνωση της επιχειρηματικότητας, η πραγματοποίηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, και η δημιουργία ενός αποτελεσματικού, σύγχρονου και δίκαιου κράτους έχει αποδειχθεί ότι επιταχύνουν τους ρυθμούς ανάπτυξης, βελτιώνουν την ανταγωνιστικότητα, αμβλύνουν τις περιφερειακές ανισότητες, αντιμετωπίζουν την ανεργία, προωθούν την κοινωνική συνοχή.

Με λίγα λόγια, καθορίζουν τόσο την κατεύθυνση όσο και τον βηματισμό της εξέλιξης των σύγχρονων κοινωνιών.

Θα μου επιτρέψετε λοιπόν, συνεπής και ως προς τον τίτλο της Εισήγησής μου, να αναπτύξω λίγο εκτενέστερα τη συμβολή τριών εκ των νέων πηγών ανάπτυξης, της εκπαίδευσης, της έρευνας και της καινοτομίας, στην οικονομική ανάπτυξη.

Κυρίες και Κύριοι,

Τις τέσσερις τελευταίες δεκαετίες, θεωρητικές προσεγγίσεις και εμπειρικές μελέτες κατατείνουν στη διαπίστωση ότι η εκπαίδευση αποτελεί το βασικό μηχανισμό παραγωγής, συσσώρευσης και διάχυσης ανθρώπινου κεφαλαίου, και συνακόλουθα παράγοντα «κλειδί» της οικονομικής ανάπτυξης.

Η συμβολή της εκπαίδευσης στην οικονομική μεγέθυνση είχε υποστηριχθεί αρχικά από τους κλασικούς, αργότερα, συστηματικά, από τους νεοκλασικούς, και πρόσφατα από τους οικονομολόγους των νέων θεωριών της ενδογενούς ανάπτυξης.

Νέες θεωρίες οι οποίες υποστηρίζουν ότι η εκπαίδευση δημιουργεί θετικές εξωτερικές οικονομίες και συμβάλλει με δύο τρόπους στην οικονομική μεγέθυνση:

Καταρχήν ως ένας κοινός, επιπρόσθετος, συντελεστής παραγωγής, και κατά δεύτερον ως πολλαπλασιαστικός παράγων με την έννοια ότι επηρεάζει όλους τους άλλους συντελεστές παραγωγής, τους οποίους και καθιστά πιο παραγωγικούς.

Η δευτεροβάθμια εκπαίδευση διευκολύνει την ανάπτυξη των δεξιοτήτων και των ικανοτήτων, η τριτοβάθμια εκπαίδευση υποστηρίζει την ανάπτυξη της βασικής επιστήμης και την κατάλληλη επιλογή και ανάπτυξη νέων τεχνολογιών και, τέλος, η δια βίου εκπαίδευση και κατάρτιση αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για την αναβάθμιση της προσφερόμενης εργασίας και για τη δυνατότητα ευελιξίας και προσαρμογής στις μεταβαλλόμενες συνθήκες της αγοράς.

Σημαντική όμως είναι και η αναπτυξιακή διάσταση που απορρέει από την επένδυση στην έρευνα και στην καινοτομία.

Καινοτομία η οποία μπορεί να πάρει διάφορες μορφές, όπως είναι η εισαγωγή στην αγορά ενός νέου ή καλύτερου ποιοτικά αγαθού, η αξιοποίηση μιας νέας παραγωγικής διαδικασίας, η απόκτηση μιας νέας εισροής, η επέκταση σε μια νέα αγορά ή η υιοθέτηση μιας νέας δομής στην οργάνωση της επιχείρησης.

Με άλλα λόγια, η έννοια της καινοτομίας προϋποθέτει την αντικατάσταση «παλαιών» μεθόδων παραγωγής με «νέες» καινοτόμους δράσεις και αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της οικονομίας της γνώσης.

Δεν είναι άλλωστε τυχαίο πως η καινοτομία ορίζεται από πολλούς οικονομολόγους ως «γνώση στην πράξη».

Κυρίες και Κύριοι,

Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι η Ελλάδα υστερεί στους περισσότερους δείκτες που αποτιμούν και αξιολογούν τις επιδόσεις της χώρας στους τομείς της εκπαίδευσης, της έρευνας και της καινοτομίας.

Τόσο στο επίπεδο των δημοσίων πολιτικών για την έρευνα, την εκπαίδευση και την καινοτομία, όσο και στο επίπεδο των επιχειρηματικών πρωτοβουλιών, δεν φαίνεται να υπάρχει δυνατότητα να μετουσιωθούν οι διακηρύξεις σε χρηματοδότηση και καλύτερη οργάνωση και των τριών πυλώνων του «τριγώνου της γνώσης».

Η δημόσια χρηματοδότηση της έρευνας βρίσκεται ακόμα στα χαμηλότερα επίπεδα σε σχέση με το μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, χωρίς κανέναν προσανατολισμό και προτεραιότητα.

Οι προσπάθειες βελτίωσης της εκπαίδευσης σε όλες τις βαθμίδες καθυστερούν κυρίως από έλλειψη πόρων.

Η υποστήριξη της εφαρμογής καινοτομικών μεθόδων στην παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών πελαγοδρομεί.

Η ίδια και χειρότερη κατάσταση επικρατεί και στον ιδιωτικό τομέα, όπου ελάχιστες είναι οι  επιχειρήσεις που χρηματοδοτούν έρευνα ή που έχουν διάθεση να υποστηρίξουν με χορηγίες την εκπαιδευτική διαδικασία, ενώ ακόμη λιγότερες είναι οι επιχειρήσεις που καινοτομούν στην παραγωγή προϊόντων ή υπηρεσιών.

Πρόσφατες εμπειρικές έρευνες αποτυπώνουν τη χαμηλή ανταπόκριση του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος στις ανάγκες της ανταγωνιστικής οικονομίας, ενώ άλλες καταδεικνύουν τη σχεδόν ανύπαρκτη σύνδεση της αγοράς εργασίας με την εκπαίδευση.

Ενδεικτικά και μόνο θα αναφέρω ότι, στην Ελλάδα οι δημόσιες δαπάνες για την εκπαίδευση ανέρχονται στο 3,4% του ΑΕΠ, όταν στην ΕΕ-27 κυμαίνεται περίπου στο 5% του ΑΕΠ.

Οι δημόσιες δαπάνες για έρευνα και καινοτομία (R&D) ανέρχονται στο 0,6% του ΑΕΠ, όταν στην ΕΕ-27 κυμαίνονται στο 2% του ΑΕΠ.

Επίσης, στην Ελλάδα, οι αιτήσεις για πατέντες ανά 1.000.000 κατοίκους είναι περίπου 10, όταν στην ΕΕ-27 διαμορφώνονται πάνω από 110.

Σύμφωνα δε και με τα στοιχεία που η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δημοσιοποίησε πρόσφατα,  η Ελλάδα για μια ακόμη χρονιά καταλαμβάνει την τελευταία θέση μεταξύ των 27 κρατών-μελών της ΕΕ και στον τομέα της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης.

Αυτό που  κάνει την εικόνα ακόμα δυσμενέστερη για τη χώρα μας, είναι ότι στο διάστημα 2009-2010 διευρύνθηκε το χάσμα που τη χωρίζει από το μέσο όρο της Ευρώπης.

Συγκεκριμένα: το ποσοστό της διαθεσιμότητας on line υπηρεσιών στην Ευρώπη, από 69% του συνόλου των υπηρεσιών το 2009 εκτινάχθηκε στο 82% το 2010. Στην Ελλάδα, το αντίστοιχο ποσοστό από 45% το 2009 έφτασε μόλις στο 48% το 2010.

Συνεπώς, μπορεί κανείς εύκολα να αναλογισθεί τη σημασία που έχει αυτή η διευρυνόμενη απόκλιση της χώρας μας από το μέσο όρο της Ευρώπης: όλο και μεγαλύτερη διαφορά εις βάρος της Ελλάδας στο έλλειμμα ανταγωνιστικότητας της οικονομίας.

Θα μπορούσε βέβαια να ισχυριστεί κανείς ότι η Ελλάδα λόγω του μικρού μεγέθους της χώρας δεν μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην εκπαίδευση, την έρευνα και την καινοτομία.

Όμως, άλλες χώρες έχουν αντιληφθεί πριν από χρόνια τη σημασία που έχει για την ανάπτυξή τους το «τρίγωνο της γνώσης». Οι χώρες αυτές δεν είναι μόνο οι γνωστές παραδοσιακά αναπτυγμένες, αλλά και η Φινλανδία, η Κορέα, η Ταϊβάν κ.ά., καθώς και οι αναδυόμενες χώρες, η Κίνα, η Ινδία, η Βραζιλία κ.ά.

Οι χώρες αυτές έχουν επενδύσει τεράστια ποσά στην έρευνα, στην εκπαίδευση και στην προώθηση της καινοτομίας και έχουν προχωρήσει σε μεγάλο βαθμό στην παραγωγή τεχνολογικά προηγμένων προϊόντων και στην παροχή σύγχρονων υπηρεσιών.

Θα μπορούσε βέβαια να ισχυριστεί κανείς ότι η Ελλάδα λόγω του μικρού μεγέθους της χώρας δεν μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην εκπαίδευση, την έρευνα και την καινοτομία Μερικά συγκεκριμένα παραδείγματα μπορούν να μας πείσουν για το αντίθετο.

Το Ισραήλ, μολονότι είναι μικροσκοπικό σε μέγεθος, κατέχει αξιοζήλευτη θέση σε πάρα πολλές επιστήμες. Θα μπορούσε κανείς να ισχυρισθεί ότι η εξήγηση είναι απλή, και βρίσκεται σε δύο ιδιαιτερότητες. Αφενός το Ισραήλ γνώρισε την προηγούμενη δεκαετία μία πρωτοφανή «εισβολή» επιστημόνων εβραϊκής καταγωγής από την πρώην Σοβιετική Ένωση και τα κράτη του ανατολικού μπλοκ, αφετέρου τα πανεπιστήμιά του έχουν απίστευτα καλές διασυνδέσεις με τα ερευνητικά προγράμματα του Αμερικανικού Υπουργείου Αμύνης (Πεντάγωνο) και της NASA.

Υπάρχει όμως και μία τρίτη εξήγηση: η χώρα έχει εθνική στρατηγική για την έρευνα και την ανάπτυξη, χρηματοδοτεί αφειδώς τη θεμελίωση καινοτόμων επιχειρήσεων και θεωρεί προτεραιότητα για την οικονομία της την εξαγωγή τεχνολογίας.

Ο τομέας της υψηλής τεχνολογίας ανθεί, υποβοηθούμενος από 60 διαφορετικά επενδυτικά κεφάλαια από όλο τον κόσμο, τα οποία δραστηριοποιούνται στο Ισραήλ παρέχοντας άφθονη χρηματοδότηση για την έρευνα και την ανάπτυξη καινοτομικών προϊόντων και υπηρεσιών.

Επίσης, χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της Φινλανδίας, η οποία από την σχεδόν τελευταία οικονομικά θέση σε Ευρωπαϊκό επίπεδο πριν από μία δεκαετία, έχει ανέλθει στην κορυφή, παγκοσμίως, στους τομείς των νέων τεχνολογιών.

Αυτό που χαρακτήρισε τη χώρα ήταν η ενεργητική δημόσια πολιτική καινοτομιών. Αυτή στηρίχθηκε σε υψηλό ρυθμό επενδύσεων σε έρευνα και ανάπτυξη κάτω από την αποφασιστική καθοδήγηση, χωρίς κρατικές παρεμβάσεις, του Συμβουλίου Επιστημονικής και Τεχνολογικής Πολιτικής.

Η χώρα έφτασε να διαθέτει για τους τομείς αυτούς το 3,2% του ΑΕΠ (το υψηλότερο ποσοστό στον κόσμο μαζί με τη Σουηδία) ενώ την ίδια περίοδο περιέκοψε δραστικά τις περισσότερες άλλες δημόσιες δαπάνες.

Παράλληλα, ο ιδιωτικός τομέας έφτασε να επενδύει σε έρευνα και ανάπτυξη το 69% της συνολικής δαπάνης της χώρας. Η πολιτική ήταν πως για κάθε δημόσια ενίσχυση έπρεπε να υπήρχε αντιστοίχου ύψους ιδιωτική συμμετοχή. Κοντά σε αυτά δημιουργήθηκαν πανεπιστημιακά ιδρύματα με υψηλές προδιαγραφές, έμφαση στις θετικές επιστήμες, και αυστηρές προϋποθέσεις εισαγωγής (δωρεάν για παιδιά χαμηλών εισοδημάτων) που δημιούργησαν την ανθρώπινη βάση για καινοτομίες.

Από τα προηγούμενα παραδείγματα, και πολλά άλλα ακόμη, καθίσταται σαφές ότι η διαχείριση της γνώσης αποκτά κεντρική σημασία για τις εθνικές πολιτικές των αναπτυγμένων χωρών.

Η διαχείριση της γνώσης θα πρέπει να συντελείται σε κάθε κομμάτι της αλυσίδας της γνώσης, από τη δημιουργία της μέσω της έρευνας, τη μετάδοσή της μέσω της παιδείας και της κατάρτισης, τη διάδοσή της μέσω των τεχνολογιών πληροφορίας και επικοινωνίας και τη χρήση της σε καινοτομικές δράσεις.

Η Ελλάδα για να έχει προοπτική στο νέο παγκόσμιο περιβάλλον, οφείλει να θέσει ως προτεραιότητα και πρώτη επιλογή την επένδυση στη γνώση με την ανάπτυξη ενός ολοκληρωμένου και ποιοτικού συστήματος εκπαίδευσης – κατάρτισης και δια βίου εκπαίδευσης.

Οι βασικοί άξονες πολιτικής δράσης στην κατεύθυνση της επένδυσης στην εκπαίδευση, την έρευνα και την καινοτομία πρέπει να είναι:

1. Η αύξηση των δημοσίων δαπανών για την εκπαίδευση, έτσι ώστε αυτές να συγκλίνουν, σταδιακά, στο μέσο ευρωπαϊκό όρο, και η απευθείας ιδιωτική χρηματοδότηση ως συμπληρωματικό μέτρο οικονομικής ενίσχυσης στα Πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ.

2. Η αποτελεσματική διαχείριση και κατανομή των περισσότερων οικονομικών πόρων, με στόχο την παροχή καλύτερων υπηρεσιών εκπαίδευσης και κατάρτισης για όλους τους πολίτες.

3. Η υιοθέτηση και υλοποίηση της αρχής του ανταγωνισμού στην προσέλκυση των αναγκαίων οικονομικών πόρων και τη λειτουργία κάθε εκπαιδευτικού οργανισμού. Στην κατεύθυνση αυτή εκτιμάται ότι θα συμβάλλει και η δυνατότητα σύστασης και λειτουργίας, πάντοτε βέβαια υπό την εποπτεία του κράτους, ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης, μη κρατικού, αλλά και μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, τα οποία θα βρίσκονται κάτω από τον αυστηρό έλεγχο του Υπουργείου Παιδείας και θα ελέγχονται εξονυχιστικά όλες οι παράμετροι λειτουργίας τους, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η ποιότητα της εκπαιδευτικής διαδικασίας που θα προσφέρουν στους φοιτητές τους.

4. Η διεθνοποίηση των ελληνικών πανεπιστημίων με σκοπό την ίδρυση παραρτημάτων στο εξωτερικό μέσω της προώθησης διεθνών συνεργασιών με υψηλού επιπέδου ιδρύματα για τη διαμόρφωση και λειτουργία προγραμμάτων σπουδών στις εγκαταστάσεις τους. Να σημειωθεί, ότι μόλις το 2008 προβλέφθηκε η ίδρυση μόνο Προγραμμάτων Μεταπτυχιακών Σπουδών από ΑΕΙ της χώρας μας στο εξωτερικό, σύμφωνα με το άρθρο 10 του Νόμου 3685/08.

5. Η παροχή υψηλής ποιότητας γνώσεων και δεξιοτήτων σε όλες τις βαθμίδες του εκπαιδευτικού συστήματος. Η Πολιτεία πρέπει να εξασφαλίζει στην πράξη διεύρυνση των επιλογών και ίσες ευκαιρίες για όλους τους πολίτες, ανεξάρτητα από την οικονομική και κοινωνική τους κατάσταση.

6. Η υιοθέτηση και υλοποίηση της αρχής της αξιολόγησης του ίδιου του πανεπιστημίου και των στελεχών που το απαρτίζουν. Ο Νόμος 3374/2005 καθορίζει το πλαίσιο για τη συστηματική και περιοδικά επαναλαμβανόμενη αξιολόγηση των ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης. Πρέπει να συνδεθούν τα αποτελέσματα της εξωτερικής αξιολόγησης με τη χρηματοδότηση. Τα ιδρύματα, πέραν της πάγιας χρηματοδότησης που λαμβάνουν για τις λειτουργικές τους ανάγκες, θα μπορούσαν να λαμβάνουν και bonus χρηματοδότησης ανάλογα με την κατάταξή τους.

7. Η χορήγηση κινήτρων για τον επαναπατρισμό Ελλήνων επιστημόνων που ζουν, εργάζονται και διαπρέπουν στο εξωτερικό.

8. Η έμπρακτη απόδειξη ότι η εκπαιδευτική διαδικασία είναι λειτουργία που διαρκεί «δια βίου». Σε θεσμικό επίπεδο, παρά τα πολύ σημαντικά βήματα που έγιναν επί των κυβερνήσεων της ΝΔ (Ν. 3369/2005), όπως είναι η κάλυψη σε σημαντικό βαθμό  του θεσμικού, δομικού, λειτουργικού και χρηματοδοτικού ελλείμματος, η χώρα μας, δυστυχώς υπολείπεται. Σε αυτή την κατεύθυνση της εντατικοποίησης της προσπάθειας, δυστυχώς, ο πρόσφατος Νόμος της Κυβέρνησης δεν διακρίνεται για την ολιστική προσέγγιση του ζητήματος. Κι αυτό διότι, παρά τις προς τη σωστή κατεύθυνση συμπληρώσεις και προεκτάσεις που επιφέρει στο υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο, δεν θίγει επ’ ουδενί το ζήτημα της χρηματοδότησης και τις παραμέτρους του. Το ζήτημα της χρηματοδότησης, το οποίο όπως και σε κάθε σύστημα παροχής υπηρεσιών είναι καίριας σημασίας για την προσέγγιση του ποσοτικού στόχου, την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών την αποδοτικότητα των πραγματοποιούμενων επενδύσεων το μέγεθος της συμβολής στην προώθηση της αειφόρου ανάπτυξης, της απασχόλησης και της κοινωνικής συνοχής.

9. Η σύνδεση της εκπαίδευσης και του περιεχομένου σπουδών με την παραγωγική διαδικασία και την αγορά εργασίας. Θα μπορούσαμε να ενθαρρύνουμε τη δυνατότητα επιχειρήσεων να χρηματοδοτούν τη λειτουργία μεταπτυχιακών σπουδών με απώτερο σκοπό την αμεσότερη σύνδεση των αποφοίτων με την αγορά εργασίας.

10. Η ενίσχυση των δεσμών της βιομηχανίας με τα πανεπιστήμια και τα ερευνητικά κέντρα, και η χρηματοδότηση συνεργασιών μεταξύ ερευνητικών φορέων και επιχειρήσεων για εκτέλεση έργων που θα στοχεύουν στην παραγωγή καινοτόμων προϊόντων / υπηρεσιών.

11. Η γενναία αύξηση της δημόσιας χρηματοδότησης της έρευνας, τόσο της βασικής όσο και της εφαρμοσμένης στα μέσα τουλάχιστον επίπεδα των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

12. Δημιουργία τεχνολογικών θερμοκοιτίδων με δυνατότητες δημιουργίας τεχνολογικών καινοτομιών στα ακαδημαϊκά ιδρύματα σε συνεργασία με εταιρίες ή/ και υπερεθνικές αγορές.

13. Διενέργεια θεσμοθετημένων ενημερωτικών αυτόνομων ημερίδων (networking events) από εταιρείες ή/και διάφορα συναφή Επιμελητήρια με σκοπό την προσέλκυση ενδιαφέροντος από πιθανούς εργοδότες.

14. Ενθάρρυνση της δημιουργίας επιχειρήσεων τύπου τεχνοβλαστών (spin off) μεταξύ ανωτάτων εκπαιδευτικών  ιδρυμάτων και Επιχειρήσεων, με σκοπό την παραγωγή αξιοποιήσιμων αποτελεσμάτων. Οι τεχνοβλαστοί μπορούν να μεταφέρουν την ερευνητική εμπειρία στην παραγωγή, δίνοντας έτσι την ευκαιρία για την εμπορική εκμετάλλευση του ρόλου των ακαδημαϊκών ιδρυμάτων με σκοπό την αύξηση των εσόδων για βελτίωση των υποδομών τους.

15. Η καθιέρωση, επιβράβευση και στήριξη καινοτομικών ιδεών. Υπάρχουν καινοτόμες προσπάθειες, που αν και από την ελληνική περιφέρεια, κατάφεραν να συνδυάσουν καινοτομία και επιχειρηματικότητα, και μπορούν πλέον να στέκονται ανταγωνιστικά σε διεθνές επίπεδο αναπτύσσοντας μια αξιοσημείωτη δυναμική (Καλλυντικά Κορρές, MastihaShop, Doppler Βιομηχανία Ανελκυστήρων κ.ά).

16. Η καθιέρωση κινήτρων για ιδιωτικές επενδύσεις που κατευθύνονται σε έρευνα και καινοτομία.

17. Η καθιέρωση ευνοϊκότερης φορολογικής μεταχείρισης των επιχειρήσεων που καινοτομούν και δαπανούν για έρευνα και ανάπτυξη.

18. Η καλλιέργεια στην ελληνική κοινωνία κουλτούρας και κλίματος που να υποβοηθάει την έρευνα και την καινοτομία. Απαιτείται συστηματική προσπάθεια ώστε η επιστημονική έρευνα να διαχυθεί στο σύνολο του πληθυσμού, μέσω της εξόδου της επιστημονικής γνώσης και των τεχνολογικών καινοτομιών στους ίδιους τους χώρους που ζουν, μορφώνονται και εργάζονται οι πολίτες, και ιδιαίτερα οι νέοι, αλλά και της αξιοποίησης των μέσων μαζικής ενημέρωσης με τη δημιουργία ελκυστικών προγραμμάτων για την προβολή επιστημονικών θεμάτων.

Κυρίες και Κύριοι,

Στη σημερινή εποχή της παγκοσμιοποίησης, η ανταγωνιστικότητα και η ευημερία της κάθε χώρας στηρίζεται στο επίπεδο των γνώσεων και των δεξιοτήτων που κατέχουν οι πολίτες της και στη δυνατότητα άμεσης και αποτελεσματικής εκμετάλλευσης αυτών των γνώσεων για ατομική, επιχειρηματική και κοινωνική πρόοδο και ανάπτυξη.

Στην κοινωνία της γνώσης, η επένδυση στην εκπαίδευση, την έρευνα και την καινοτομία διαδραματίζει πρωτεύοντα ρόλο.

Η Ελλάδα, για να έχει προοπτική σε αυτό το περιβάλλον, οφείλει να θέτει ως προτεραιότητα και πρώτη επιλογή την επένδυση στη γνώση.

Το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα έχει ανάγκη ανασχεδιασμού, αναδιάρθρωσης και προσαρμογής στα νέα δεδομένα.

Μόνο έτσι θα μπορέσει να συμβάλλει αποφασιστικά στη βελτίωση του μορφωτικού επιπέδου της Ελληνικής κοινωνίας, στην ανάπτυξη του ανθρώπινου δυναμικού της, καθώς και στην αύξηση της παραγωγικότητας και της αναπτυξιακής της δυναμικής.

Χαιρετισμός σε συνάντηση με επιχειρηματίες στο Διοικητικό Κέντρο της ΒΙΠΕ Κιλκίς

Κυρίες και Κύριοι,

Είναι ευρύτερα γνωστό ότι η μεγέθυνση – ανάπτυξη της Οικονομίας αποτελεί, από παλαιά, κεντρικό θέμα τόσο της οικονομικής επιστήμης όσο και της πολιτικής.

Ενώ όμως η έννοια της μεγέθυνσης είναι μερική και ποσοτική, η έννοια της ανάπτυξης είναι σύνθετη, ποσοτική, και κυρίως ποιοτική.

Η οικονομική μεγέθυνση ορίζεται ως η συνεχής αύξηση, κατά τη διάρκεια μιας μακράς χρονικής περιόδου, του συνολικού ή κατά κεφαλήν προϊόντος της οικονομίας.

Η οικονομική μεγέθυνση δεν μπορεί από μόνη της να καλύψει όλες τις ανάγκες των πολιτών παρά το γεγονός ότι τα οικονομικά αγαθά αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος αυτών.

Έτσι, ενώ η οικονομική μεγέθυνση είναι αναγκαία συνθήκη για τη βελτίωση της ευημερίας των πολιτών, δεν είναι και ικανή για τη συμμετοχή όλων στην παραγωγική διαδικασία, για τη διανομή και τις ωφέλειες.

Η οικονομική ανάπτυξη είναι ευρύτερη ως έννοια.

Εμπερικλείει τις ποσοτικές συνέπειες της μεγεθυντικής διαδικασίας, αλλά ταυτόχρονα έχει και ποιοτική διάσταση.

Η οικονομική ανάπτυξη σημαίνει και περισσότερο προϊόν, αλλά και μεταβολές του τεχνολογικού και θεσμικού πλαισίου μέσα στο οποίο παράγεται και διανέμεται το προϊόν αυτό.

Περιέχει νέες ιδέες και προτιμήσεις.

Ενσωματώνει δομικές αλλαγές.

Είναι το τελικό αποτέλεσμα της συνέργειας πλήθους παραγόντων, που συγκλίνουν στην αύξηση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας και στη δημιουργία περιβάλλοντος ευνοϊκού για την επειχειρηματική δραστηριότητα.

Υποδηλώνει βελτίωση της υλικής ευημερίας και της κατανομής των παραγόμενων αγαθών.

Σε τελική ανάλυση σημαίνει γενική βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών.

Και η ανάπτυξη είναι τη στιγμή αυτή το κύριο ζητούμενο για την ελληνική οικονομία.

Η έξοδος από την ύφεση, η αποφυγή του «μακροχρόνιου παγετώνα» της Οικονομίας, και η γρήγορη επαναφορά σε θετικούς και επιταχυνόμενους ρυθμούς ανόδου του ΑΕΠ αφενός θα περιορίσουν την ένταση των αρνητικών επιπτώσεων, εξαιτίας της ασκούμενης Κυβερνητικής πολιτικής, στην απασχόληση και στα εισοδήματα και αφετέρου θα διευκολύνουν τη στρατηγική μείωσης του ύψους του χρέους και της δυναμικής του.

Κυρίες και Κύριοι,

Διαχρονικά, βασικό ζητούμενο είναι ο προσδιορισμός των παραγόντων που συμβάλουν στην επίτευξη υψηλής και διατηρήσιμης οικονομικής ανάπτυξης.

Σύμφωνα με τις σύγχρονες οικονομικές θεωρίες, η οικονομική ανάπτυξη εξαρτάται εξίσου από το μακροοικονομικό και το μικροοικονομικό περιβάλλον.

Η σταθερότητα των τιμών και τα υγιή δημόσια οικονομικά αποτελούν απαραίτητη προϋπόθεση για βιώσιμη ανάπτυξη, δεν είναι όμως και επαρκή για τη διασφάλιση υψηλού ρυθμού οικονομικής ανάπτυξης.

Έτσι, η αποκατάσταση της δημοσιονομικής ισορροπίας και η εξασφάλιση της μακροχρόνιας βιωσιμότητας των δημοσίων οικονομικών με την προώθηση των απαραίτητων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων αποτελούν προϋπόθεση για την οικονομική ανάπτυξη.

Δεν αρκεί όμως η εξυγίανση των δημόσιων οικονομικών, ακόμη και αν γίνεται με μη κατάλληλο «θεραπευτικό σχήμα» όπως στην Ελλάδα, για την αναπτυξιακή επανεκκίνηση της Οικονομίας.

Αυτό που χρειάζεται σήμερα είναι η άμεση συγκρότηση σχεδίου και η ανάληψη δράσεων για τη διαμόρφωση ενός νέου οικονομικού προτύπου.

Προτύπου που θα στοχεύει, επί της ουσίας, στην επίτευξη της διατηρήσιμης ανάπτυξης, στην ενίσχυση της απασχόλησης και της κοινωνικής συνοχής.

Η επένδυση στη γνώση, η ενίσχυση της έρευνας και της καινοτομίας, η τόνωση της επιχειρηματικότητας, η πραγματοποίηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, η ενσωμάτωση ενεργητικών πολιτικών για την ενίσχυση των επενδύσεων, και η δημιουργία ενός αποτελεσματικού, σύγχρονου και δίκαιου κράτους έχει αποδειχθεί ότι επιταχύνουν τους ρυθμούς ανάπτυξης, βελτιώνουν την ανταγωνιστικότητα, αμβλύνουν τις περιφερειακές ανισότητες, αντιμετωπίζουν την ανεργία, προωθούν την κοινωνική συνοχή.

Προς την κατεύθυνση αυτή η Νέα Δημοκρατία συνέβαλε και θα συμβάλει με σύνεση, με συνέπεια, με υπευθυνότητα, με αποφασιστικότητα.

Κατέθεσε, έγκαιρα, τη δική της πρόταση.

Ένα ρεαλιστικό σχέδιο.

Σχέδιο που διαρκώς εμπλουτίζεται.

Σχέδιο για να πιάσουν τόπο οι πολλές και διευρυνόμενες θυσίες των Ελλήνων πολιτών.

Δήλωση σχετικά με τη δημοσιοποίηση της Έκθεσης της ΕΕ για την 3η Επικαιροποίηση του ΠΟΠ

Ο Αναπληρωτής Υπεύθυνος του Τομέα Πολιτικής Ευθύνης Οικονομίας της Νέας Δημοκρατίας, βουλευτής Φθιώτιδας, κ. Χρήστος Σταϊκούρας, έκανε την ακόλουθη δήλωση, σχετικά με την 3η Επικαιροποίηση του «Μνημονίου»:

«Η 3η Επικαιροποίηση του «Μνημονίου» αποτυπώνει τα αδιέξοδα της οικονομικής πολιτικής.

Αναδεικνύει τις Κυβερνητικές αδυναμίες, επιβεβαιώνει τις αποκλίσεις στους στόχους για το 2010, ενσωματώνει νέα μέτρα για το 2011, περικλείει περισσότερα «μη-καθορισμένα» μέτρα για το 2012-2014.

Επιβεβαιώνει τις ανησυχίες και τις ενστάσεις της Νέας Δημοκρατίας.

Καθιστά επιβεβλημένη την αλλαγή της Κυβερνητικής πολιτικής, με έμφαση στην ανάπτυξη.

Συγκεκριμένα:

  • Η εφαρμογή του Προγράμματος Οικονομικής Πολιτικής έχει καταστεί δυσχερέστερη.
  • Εντοπίζονται καθυστερήσεις και διαχειριστικές αδυναμίες στην προετοιμασία και υλοποίηση των διαρθρωτικών αλλαγών.
  • Παρατηρούνται αδυναμίες στην είσπραξη εσόδων και στον έλεγχο των δαπανών.
  • Η υστέρηση εσόδων διαμορφώθηκε στα 4,5 δισ. ευρώ (2% του ΑΕΠ) για το 2010 σε σχέση με τις εκτιμήσεις του «Μνημονίου» (ενσωματώνοντας και τα έσοδα από την περαίωση φορολογικών υποθέσεων ύψους 1 δισ. ευρώ για το 2010). Η υστέρηση εσόδων οδήγησε σε περαιτέρω μείωση των δαπανών κατά 4,9 δισ. ευρώ το 2010 σε σχέση με τις εκτιμήσεις του «Μνημονίου». Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εξαιτίας και της αδυναμίας συγκέντρωσης και αξιολόγησης στοιχείων, δεν μπορεί να αποτιμήσει εάν αυτές οι μειώσεις των δαπανών είναι μόνιμες ή απλή μετάθεση πληρωμών.
  • Εξακολουθούν να παρατηρούνται προβλήματα με τις ληξιπρόθεσμες οφειλές.
  • Η ύφεση είναι βαθύτερη και διαμορφώθηκε σε υψηλότερα από τα προσδοκώμενα επίπεδα (στο 4,5% για το 2010 έναντι στόχου για 4%).
  • Ο πληθωρισμός διατηρείται σε υψηλά επίπεδα (διαμορφώθηκε στο 4,7% για το 2010 έναντι στόχου για 1,9%), ενώ αναθεωρήθηκε, προς τα επάνω, και για το 2011 (εκτιμάται στο 2,5%).
  • Η ανεργία θα είναι υψηλότερη από τις προβλέψεις (ήδη στο 13,9% το Νοέμβριο του 2010 έναντι στόχου για 12,1% για όλο το προηγούμενο έτος).
  • Ο στόχος για το δημοσιονομικό έλλειμμα του 2010 δεν επιτεύχθηκε. Το έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης εκτιμάται ότι θα είναι 1,5% του ΑΕΠ υψηλότερο από τους στόχους του «Μνημονίου», κυρίως λόγω της υστέρησης των εσόδων. Υπάρχουν μάλιστα ακόμη αμφιβολίες για το αποτέλεσμα του 2010 λόγω της απουσίας στοιχείων για πλήθος δημοσίων οργανισμών, οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης και νοσοκομείων.
  • Εκτιμάται, με βάση τις τρέχουσες τάσεις, δημοσιονομική υστέρηση της τάξεως του ¾% του ΑΕΠ για το 2011 (1,5 δισ. ευρώ) εξαιτίας χαμηλότερων προβλέψεων για τα έσοδα και αναθεωρημένων εκτιμήσεων για την απόδοση κάποιων δημοσιονομικών μέτρων. Η Κυβέρνηση δεσμεύτηκε να παρουσιάσει συγκεκριμένες πρωτοβουλίες που θα καλύψουν αυτό το κενό μέχρι το τέλος Μαρτίου, ενώ μέχρι τότε θα μειώνει ισόποσα, περαιτέρω, τις δαπάνες – αντίστοιχη στρατηγική που ακολουθήθηκε και το 2010.
  • Απαιτούνται νέα μέτρα ύψους 19,6 δισ. ευρώ (8% του ΑΕΠ) για την περίοδο 2012-2014. Από αυτά, τα 14,5 δισ. ευρώ (6% του ΑΕΠ) είναι «μη-καθορισμένα» μέτρα. Να θυμίσουμε ότι στο Μνημόνιο αυτά ανέρχονταν στα 11 δισ. ευρώ, και πιο πρόσφατα στα 12,8 δισ. ευρώ (περίπου 5% του ΑΕΠ). Συνεπώς υπάρχει περαιτέρω επιβάρυνση ύψους 3,5 δισ. ευρώ (περίπου 1,5% του ΑΕΠ) για την περίοδο 2012-2014, όση ήταν η οριζόντια περικοπή μισθών και συντάξεων για το 2010!!
  • Η Κυβέρνηση προσδοκά να αντλήσει 15 δισ. ευρώ από αποκρατικοποιήσεις και αξιοποίηση της περιουσίας του Δημοσίου την περίοδο 2011-2013. Να θυμίσουμε ότι είναι η ίδια Κυβέρνηση η οποία προσδοκούσε τον περυσινό Ιούνιο να εισπράξει 3 δισ. ευρώ και τον Δεκέμβριο 7 δισ. ευρώ για την ίδια περίοδο 2011-2013. Είναι η ίδια Κυβέρνηση η οποία προσδοκούσε να αντλήσει 2,5 δισ. ευρώ από αποκρατικοποιήσεις μέσα στο 2010, και τελικά δεν πραγματοποίησε καμία!

Έρχεται λοιπόν σήμερα η Κυβέρνηση, και λόγω των αδιεξόδων στην πολιτική της (βαθιά ύφεση, υψηλός πληθωρισμός, διόγκωση της ανεργίας) και στη λειτουργία της (διαχειριστική ανεπάρκεια, προχειρότητα, παλινωδίες, αργά ανακλαστικά, εσωτερικές τριβές) να αναζητήσει «συνενόχους».

Ενώ συνεχίζει να καταφεύγει σε διαδοχικά εκβιαστικά διλήμματα για να επιβάλλει, δήθεν, «μονόδρομους».

Όπως αυτόν της προσφυγής στο ΔΝΤ, που όπως αποδεικνύεται σήμερα ήταν εξαρχής επιλογή της Κυβέρνηση.

Τα ψέματα όμως έχουν κοντά ποδάρια…».

Συνέντευξη στο περιοδικό “Επίκαιρα” – “Σήμερα γίνεται αντιληπτό, ότι το υπάρχον Πρόγραμμα Οικονομικής Πολιτικής δεν αντιμετωπίζει το πρόβλημα του δημοσίου χρέους”

Πρόσφατα φέρατε στη Βουλή το θέμα του «αναγκαστικού» κατοχικού δανείου της Γερμανίας. Τι προσδοκάτε μ’ αυτή σας την πρωτοβουλία;

Όπως έχει παρουσιασθεί σε σειρά άρθρων του Περιοδικού σας, το ζήτημα των οφειλών της Γερμανίας λόγω του «αναγκαστικού» κατοχικού δανείου, είναι διαχρονικά ξεκάθαρο, ανοικτό και διεκδικούμενο από την ελληνική πλευρά.

Το ερώτημα που εγείρεται είναι με ποιόν τρόπο σκέφτεται η παρούσα Κυβέρνηση να θέσει υπό δικαιοδοτική κρίση αυτό το ζήτημα και αν υπάρχουν περιορισμοί στις απαιτήσεις λόγω της σύναψης του «Μνημονίου».

Είναι γνωστό ότι το «Μνημόνιο» επιβάλλει οι πληρωμές της χώρας μας να καταβάλλονται στο ακέραιο, χωρίς μείωση λόγω συμψηφισμού ή ύπαρξης ανταπαίτησης.

Μιας και ο λόγος περί Γερμανίας, γιατί η Ν.Δ. είναι αντίθετη με την πρόταση για τη συνταγματική κατοχύρωση κανόνων ελλείμματος και χρέους;

Η Ν.Δ. συμφωνεί με την αναγκαιότητα ύπαρξης δημοσιονομικού πλαισίου και κανόνων οι οποίοι συμβάλλουν στην ενίσχυση της δημοσιονομικής προσαρμογής και στην επίτευξη μόνιμης πειθαρχίας στα δημόσια οικονομικά.

Τέτοιοι κανόνες άλλωστε ήδη υπάρχουν, σε διάφορες εκδοχές, όπως είναι του προϋπολογισμού, των ορίων στις δημόσιες δαπάνες, του «χρυσού κανόνα».

Χαρακτηριστικό μάλιστα παράδειγμα κανόνα προϋπολογισμού είναι το ίδιο το  «Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης», το οποίο θέτει όρια στο έλλειμμα και στο χρέος, ενώ ορίζει, ως μεσοπρόθεσμο στόχο για τα κράτη-μέλη, την υποχρέωση τήρησης σχεδόν ισοσκελισμένου ή πλεονασματικού προϋπολογισμού.

Το ζητούμενο συνεπώς είναι η εφαρμογή αυτών των κανόνων, με την υποχρέωση λογοδοσίας από τις δημοσιονομικές αρχές, τη διαμόρφωση ενός ορθολογικού πλαισίου κυρώσεων και την πρόβλεψη ρήτρας παρέκκλισης σε εξαιρετικές περιπτώσεις.

Η συνταγματική κατοχύρωση των κανόνων προσδίδει συστημική ακαμψία, εισάγοντας περιορισμούς στη αναγκαία, σε ορισμένες φάσεις του οικονομικού κύκλου, λελογισμένη δημοσιονομική ευελιξία.

Επιμένετε όμως στην αναγκαιότητα πλεονασματικών προϋπολογισμών;

Κε. Κοτταρίδη, σήμερα γίνεται αντιληπτό τόσο από την Κυβέρνηση όσο και από την «Τρόικα», με μεγάλη βέβαια χρονική καθυστέρηση, ότι το υπάρχον Πρόγραμμα Οικονομικής Πολιτικής δεν αντιμετωπίζει το πρόβλημα του δημοσίου χρέους, της δυναμικής και της βιωσιμότητάς του.

Χρέος το οποίο αναμένεται να διευρυνθεί κατά 30 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ την περίοδο 2009-2013.

Χρέος το οποίο, για να μειωθεί στο 60% του ΑΕΠ, σύμφωνα με πρόσφατη Έκθεση του Ινστιτούτου Bruegel, επιβάλλει ετήσια πρωτογενή πλεονάσματα από 8,4% έως 14,5% του ΑΕΠ για τα επόμενα 20 χρόνια, κάτι που καμία χώρα δεν έχει επιτύχει μέχρι σήμερα.

Συνεπώς, η αντιμετώπιση του προβλήματος απαιτεί, εκτός από τη διαμόρφωση μιας συνολικής λύσης σε Ευρωπαϊκό επίπεδο (μεταξύ άλλων με την επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής και τη μείωση του επιτοκίου της δανειακής σύμβασης), τη δημιουργία, όπως σωστά με ρωτήσατε, πλεονασματικών προϋπολογισμών, την υιοθέτηση αναπτυξιακών πρωτοβουλιών και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, και την ορθολογική διαχείριση και διαφανή αξιοποίηση της περιουσίας του Δημοσίου.

Επιλογές που, μέχρι σήμερα, απουσιάζουν από την εφαρμοζόμενη κυβερνητική πολιτική.

Εάν συμφωνείτε με την αξιοποίηση της περιουσίας του Δημοσίου γιατί αντιδράσατε τόσο έντονα στις ανακοινώσεις της Κυβέρνησης;

Κε. Κοτταρίδη, πως να παρακολουθήσεις τις συνεχείς παλινωδίες της Κυβέρνησης;

Πώς να συμφωνήσεις όταν στο Μνημόνιο και σε όλες τις επικαιροποιημένες εκδοχές του δεσμεύεται να προχωρήσει στην «πώληση περιουσιακών στοιχείων», όπως επαναλαμβάνουν και τα μέλη της «Τρόικας», και σήμερα προαναγγέλλει ειδικό νόμο για την απαγόρευση πώλησης γης;

Πως να συμφωνήσεις όταν τον Ιούνιο του 2010, από την αξιοποίηση της περιουσίας του Δημοσίου, προσδοκούσε να εισπράξει 3 δισ. ευρώ την τριετία 2011-2013, τον Δεκέμβριο 7 δισ. ευρώ για την ίδια περίοδο, και σήμερα 15 δισ. ευρώ για τη διετία 2011-2012;

Πως να συμφωνήσεις όταν προσδοκούσε να αντλήσει 2,5 δισ. ευρώ από αποκρατικοποιήσεις μέσα στο 2010, και τελικά δεν πραγματοποίησε καμία;

Η Ν.Δ. δεν μπορεί να συμφωνήσει με μια Κυβέρνηση που παλινωδεί και που δεν διαθέτει ολοκληρωμένο και συνεκτικό σχέδιο αξιοποίησης της περιουσίας του Δημοσίου.

Σε κάθε περίπτωση η ΝΔ, έγκαιρα, αναλυτικά και με συνέπεια παρουσίασε την πρότασή της.

Συνεπώς τι πρέπει να αξιοποιηθεί και πως;

Καταρχήν «αξιοποιώ» σημαίνει δίνω αξία σε κάποιο περιουσιακό στοιχείο που έως τώρα παραμένει ανενεργό ή απαξιώνεται.

Μετατρέπω δηλαδή αδρανείς πόρους σε τμήμα του εθνικού ενεργητικού.

Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να αξιοποιηθούν αυτοί οι πόροι, εμπορικά και επενδυτικά, χωρίς το δημόσιο να χάσει την κυριότητά τους, διασφαλίζοντας τη διαφάνεια, την τήρηση των κανόνων και την αποδοτικότητα.

Με ενοικίαση, με leasing, με μακροχρόνιες μισθώσεις, με ΣΔΙΤ, με συμβάσεις παραχώρησης, με χρήση σύγχρονων και πιο σύνθετων εργαλείων διαχείρισης χαρτοφυλακίου ακινήτων (τιτλοποιήσεις ιδιοχρησιμοποιούμενων ακινήτων, δημιουργία εταιρειών συμμετοχών κ.α.).

Ενώ μπορούν να υλοποιηθούν και «ώριμες» αποκρατικοποιήσεις που είχαν σχεδιαστεί, δρομολογηθεί και ωριμάσει επί διακυβέρνησης Ν.Δ.

Και με τις οποίες το ΠΑΣΟΚ ως Αξιωματική Αντιπολίτευση σφόδρα αντιδρούσε και «ανέβαινε στα κεραμίδια».

Βέβαια  στη συνέχεια, ως Κυβέρνηση, αρχικώς τις «πάγωσε» και σήμερα τις περιλαμβάνει στο Πρόγραμμα Αποκρατικοποιήσεών της.

Και πως θα βρεθούν τα κεφάλαια σήμερα χωρίς την πώληση περιουσιακών στοιχείων;

Μεταξύ άλλων με την μέθοδο της προχρηματοδότησης. Αυτή επιτρέπει να διαχωριστεί ο χρόνος είσπραξης κεφαλαίων, με προείσπραξη εσόδων και υπεραξιών, από το μεταγενέστερο χρόνο αξιοποίησης της περιουσίας.

Για παράδειγμα, στην πιο απλή μορφή, «προεισπράττει» έσοδα το Κράτος από την ενοικίαση ενός ακινήτου του μέσω τραπεζικού δανεισμού, και τα μελλοντικά έσοδα από το ακίνητο αποπληρώνουν το πιστωτικό ίδρυμα.

Σε πιο σύνθετη μορφή, «προεισπράττει» έσοδα το Κράτος μέσω δημιουργίας Αμοιβαίων Κεφαλαίων και σύστασης εταιριών συμμετοχών έναντι μελλοντικών εσόδων από εκμετάλλευση και υπεραξίες.

Και όταν το Κράτος πουλήσει μερίδια ή μετοχές εκχωρεί δικαιώματα εκμετάλλευσης και μελλοντικών υπεραξιών, όχι όμως και την κυριότητα των ακινήτων.

Βέβαια, για να βελτιωθούν οι αξίες και οι υπεραξίες στα ακίνητα, πρέπει να αρθούν, με νομοθετικές παρεμβάσεις, οι πολλαπλοί περιορισμοί σε τίτλους, χρήσεις γης και όρους δόμησης.

Και γιατί δεν συζητάτε με την Κυβέρνηση αυτές τις προτάσεις σας;

Καταρχάς να θυμίσω ότι η Ν.Δ. ως Κυβέρνηση καλούσε την τότε Αντιπολίτευση σε συνεννόηση για την αντιμετώπιση της κρίσης η οποία είχε προσβάλλει και την Ελλάδα. Τότε ο κ. Παπανδρέου αρνήθηκε κάθε συνεννόηση με το επιχείρημα ότι δεν υφίσταται παγκόσμια κρίση.

Η Ν.Δ ως Αξιωματική Αντιπολίτευση, αντιθέτως, κατέθεσε εγκαίρως προτάσεις για την αξιοποίηση της περιουσίας του Δημοσίου. Η Κυβέρνηση, αρχικώς τις αγνόησε και στη συνέχεια τις διαστρέβλωσε.

Έρχεται λοιπόν σήμερα η Κυβέρνηση, και λόγω των αδιεξόδων στην πολιτική της (βαθιά ύφεση, υψηλός πληθωρισμός, διόγκωση της ανεργίας) και στη λειτουργία της (διαχειριστική ανεπάρκεια, προχειρότητα, παλινωδίες, αργά ανακλαστικά, εσωτερικές τριβές) αναζητά «συνενόχους».

Νομίζει ότι με διαδοχικά εκβιαστικά διλήμματα θα επιβάλλει συνεχώς  «μονοδρομήσεις».

Όπως αυτόν της προσφυγής στο ΔΝΤ, που όπως αποδεικνύεται σήμερα, ήταν εξαρχής συνειδητή επιλογή της ηγεσίας της Κυβέρνησης.

Όμως τα ψέματα έχουν «κοντά ποδάρια»…

Τέλος, ποιά είναι η εκτίμησή σας για τις τελευταίες εξελίξεις στον τραπεζικό τομέα και για την αντίδραση της Κυβέρνησης;

Κε. Κοτταρίδη, είναι γεγονός ότι ο τραπεζικός τομέας, σε συνθήκες βαθιάς και παρατεταμένης κρίσης, δέχεται ισχυρές πιέσεις τόσο στο παθητικό του (εκροή καταθέσεων, αδυναμία πρόσβασης στη διατραπεζική αγορά, σταδιακή απεξάρτηση από το Ευρωσύστημα) όσο και στο ενεργητικό του (επιδείνωση της ποιότητας του χαρτοφυλακίου δανείων).

Αυτές τις δυσχέρειες καλείται σήμερα να αντιμετωπίσει μέσα από πρωτοβουλίες αναπροσαρμογής της επιχειρησιακής στρατηγικής (όπως είναι και η πραγματοποίηση εξαγορών και συγχωνεύσεων), αναδιάρθρωσης του ενεργητικού και περιορισμού του λειτουργικού κόστους.

Από την πλευρά της η Κυβέρνηση, σε πλήρη αναντιστοιχία με τη θέση της ως Αντιπολίτευση, έχει προχωρήσει, ορθώς, στην παράταση και επέκταση του προγράμματος ενίσχυσης της ρευστότητάς τους.

Ζητούμενο βέβαια παραμένει να διασφαλιστεί από την Κυβέρνηση ότι μέρος αυτής της ρευστότητας θα διοχετευτεί στην πραγματική οικονομία, κάτι που δυστυχώς δεν έχει γίνει μέχρι σήμερα.

Πρέπει όμως να επισημανθεί ότι ο Υπουργός Οικονομικών, για μια ακόμη φορά, βιάστηκε να θριαμβολογήσει, αντί να αξιολογεί συνεχώς τις εξελίξεις με νηφαλιότητα, υπευθυνότητα και σταθερό κριτήριο το δημόσιο συμφέρον.

Δήλωση με αφορμή την αναθεώρηση του “Μνημονίου”

Ο Αναπληρωτής Υπεύθυνος του Τομέα Πολιτικής Ευθύνης Οικονομίας της Νέας Δημοκρατίας, Βουλευτής Φθιώτιδας, κ. Χρήστος Σταϊκούρας, έκανε την ακόλουθη:

«Η αναθεώρηση του «Μνημονίου» αποτυπώνει τα αδιέξοδα της οικονομικής πολιτικής.

Αναδεικνύει τις Κυβερνητικές αδυναμίες, επιβεβαιώνει τις αποκλίσεις στους στόχους για το 2010, ενσωματώνει νέα μέτρα για το 2011, περικλείει περισσότερα «μη-καθορισμένα» μέτρα για το 2012-2014.

Καθιστά επιβεβλημένη την αλλαγή της Κυβερνητικής πολιτικής, με έμφαση στην ανάπτυξη».

Άρθρο-παρέμβαση στο newscode.gr – “Η Κυβέρνηση προσδοκούσε να αντλήσει 2,5 δισ. ευρώ από αποκρατικοποιήσεις μέσα στο 2010, και τελικά δεν πραγματοποίησε καμία”

Σήμερα γίνεται αντιληπτό τόσο από την Κυβέρνηση όσο και από τους δανειστές μας, με μεγάλη βέβαια χρονική καθυστέρηση, ότι το υπάρχον Πρόγραμμα Οικονομικής Πολιτικής δεν αντιμετωπίζει το πρόβλημα του δημοσίου χρέους, της δυναμικής και της βιωσιμότητάς του.

Χρέος το οποίο:

  • Ανήλθε, σύμφωνα με τη Διεύθυνση Δημοσίου Χρέους, στα 340 δισ. ευρώ το 2010, αυξημένο κατά 42 δισ. ευρώ εναντι του 2009.
  • Προβλέπεται να έχει, σύμφωνα με τον Προϋπολογισμό, μεγαλύτερη μέση ετήσια αύξηση τη διετία 2010-2011, τόσο σε απόλυτα μεγέθη όσο και ως ποσοστό του ΑΕΠ, απ’ ότι την εξαετία 2004-2009.
  • Αναμένεται να διευρυνθεί, σύμφωνα με το «Μνημόνιο», κατά 30 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ την περίοδο 2009-2013.
  • Εκτιμάται ότι θα διαμορφωθεί, σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, το 2020 στα επίπεδα του 2009.
  • Για να μειωθεί στο 60% του ΑΕΠ, σύμφωνα με Έκθεση του Ινστιτούτου Bruegel, απαιτούνται ετήσια πρωτογενή πλεονάσματα από 8,4% έως 14,5% του ΑΕΠ για τα επόμενα 20 χρόνια, κάτι που καμία χώρα δεν έχει επιτύχει μέχρι σήμερα (σχετικές εκτιμήσεις έχει κάνει και το μέλος του ΔΣ της ΕΚΤ κ. Σμάγκι).

Συνεπώς, η αντιμετώπιση του προβλήματος απαιτεί, εκτός από τη διαμόρφωση μιας συνολικής λύσης σε Ευρωπαϊκό επίπεδο (μεταξύ άλλων με την επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής και τη μείωση του επιτοκίου της δανειακής σύμβασης), τη δημιουργία πλεονασματικών προϋπολογισμών, την υιοθέτηση αναπτυξιακών πρωτοβουλιών και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, και την ορθολογική διαχείριση και διαφανή αξιοποίηση της περιουσίας του Δημοσίου.

Η Κυβέρνηση, με την 3η Επικαιροποίηση του «Μνημονίου», φαίνεται να αντιλαμβάνεται την αναγκαιότητα αξιοποίησης της περιουσίας του Δημοσίου.

Πως όμως μπορεί να εμπιστευτεί κανείς μια Κυβέρνηση η οποία συνεχώς παλινωδεί και δεν διαθέτει σχέδιο;

  • Κυβέρνηση η οποία έχει συμφωνήσει και δεσμεύεται στο Μνημόνιο και σε όλες τις επικαιροποιημένες εκδοχές του (6 Αυγούστου και 22 Νοεμβρίου) να προχωρήσει στην «πώληση περιουσιακών στοιχείων», όπως υποστηρίζουν και επαναλαμβάνουν σήμερα και τα μέλη της «Τρόικας»;
  • Κυβέρνηση η οποία σήμερα υπόσχεται ότι θα καταθέσει Σχέδιο Νόμου που θα απαγορεύει εκείνο που η ίδια έχει ρητά και επανειλημμένως δεσμευτεί να πράξει;
  • Κυβέρνηση η οποία προσδοκούσε, τον Ιούνιο του 2010, να εισπράξει, από την αξιοποίηση της περιουσίας του Δημοσίου, 3 δισ. ευρώ την τριετία 2011-2013, τον Δεκέμβριο 7 δισ. ευρώ για την ίδια περίοδο, και σήμερα 15 δισ. ευρώ για τη διετία 2011-2012;
  • Κυβέρνηση η οποία προσδοκούσε να αντλήσει 2,5 δισ. ευρώ από αποκρατικοποιήσεις μέσα στο 2010, και τελικά δεν πραγματοποίησε καμία;

Η Ν.Δ. δεν μπορεί συνεπώς να συμφωνήσει με μια Κυβέρνηση που συνεχώς παλινωδεί και που δεν διαθέτει ολοκληρωμένο και συνεκτικό σχέδιο αξιοποίησης της περιουσίας του Δημοσίου.

Περιουσία του Δημοσίου, η συνολική αξία της οποίας, σύμφωνα με τον κ. Πρωθυπουργό, σε ομιλία του στη Νέα Υόρκη, ξεπερνά τα 270 δισ. ευρώ (η Τράπεζα της Ελλάδος, σύμφωνα με πρόσφατες εκτιμήσεις που είδαν το φως της δημοσιότητας, ανεβάζει την αξία της ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου [Κεντρικής Κυβέρνησης, Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης, άλλων Ν.Π.Δ.Δ., κληροδοτημάτων και δημοσίων επιχειρήσεων] στα 300 δισ. ευρώ).

Η Αξιωματική Αντιπολίτευση όμως, έγκαιρα, αναλυτικά και με συνέπεια, παρουσίασε την πρότασή της για την αξιοποίηση της περιουσίας του Δημοσίου.

Καταρχήν «αξιοποιώ» σημαίνει δίνω αξία σε κάποιο περιουσιακό στοιχείο που έως τώρα παραμένει ανενεργό ή απαξιώνεται.

Μετατρέπω δηλαδή αδρανείς πόρους σε τμήμα του εθνικού ενεργητικού.

Υπάρχουν πολλοί τρόποι για να αξιοποιηθούν αυτοί οι πόροι, εμπορικά και επενδυτικά, χωρίς το δημόσιο να χάσει την κυριότητά τους, διασφαλίζοντας τη διαφάνεια, την τήρηση των κανόνων και την αποδοτικότητα.

Με ενοικίαση, με leasing, με μακροχρόνιες μισθώσεις, με ΣΔΙΤ, με συμβάσεις παραχώρησης, με χρήση σύγχρονων και πιο σύνθετων εργαλείων διαχείρισης χαρτοφυλακίου ακινήτων (τιτλοποιήσεις ιδιοχρησιμοποιούμενων ακινήτων, δημιουργία εταιρειών συμμετοχών κ.α.).

Με την υλοποίηση ενός ολοκληρωμένου προγράμματος αποκρατικοποιήσεων, μέσω πώλησης, συμβάσεων παραχώρησης, εισόδου στρατηγικού επενδυτή, μετοχοποίησης και δημιουργίας εταιρειών συμμετοχών. Εκτιμούμε ότι μπορούν να υλοποιηθούν «ώριμες» αποκρατικοποιήσεις που είχαν σχεδιαστεί και δρομολογηθεί επί της διακυβέρνησης της Ν.Δ. Και με τις οποίες η τότε Αξιωματική Αντιπολίτευση διαφωνούσε και αντιδρούσε, και τις οποίες, στη συνέχεια, ως Κυβέρνηση, αρχικώς «πάγωσε» και σήμερα τις περιλαμβάνει στο Πρόγραμμα Αποκρατικοποιήσεών της.

Με σύναψη συμβάσεων παραχώρησης για τα λιμάνια και τους περιφερειακούς λιμένες (μαρίνες). Πρωτοβουλίες που μπορούν να δώσουν πνοή στο νησιωτικό τουρισμό και ώθηση στην περιφερειακή ανάπτυξη. Πρωτοβουλίες που μπορούν να συμπληρωθούν με τη δημιουργία νέων μαρίνων, ώστε μέσα από τις αναμενόμενες συνέργειες (προσβασιμότητας, κόστους και απόστασης), να αναπτυχθούν πολλαπλοί ελκυστικοί προορισμοί και να καλλιεργηθεί ο «αρχιπελαγικός τουρισμός».

Και όλα αυτά αξιοποιώντας και τη μέθοδο της προχρηματοδότησης η οποία επιτρέπει να διαχωριστεί ο χρόνος είσπραξης κεφαλαίων, με προείσπραξη εσόδων και υπεραξιών, από το μεταγενέστερο χρόνο αξιοποίησης της περιουσίας.

Για παράδειγμα, στην πιο απλή μορφή, «προεισπράττει» έσοδα το Κράτος από την ενοικίαση ενός ακινήτου του μέσω τραπεζικού δανεισμού, και τα μελλοντικά έσοδα από το ακίνητο αποπληρώνουν το πιστωτικό ίδρυμα.

Σε πιο σύνθετη μορφή, «προεισπράττει» έσοδα το Κράτος μέσω δημιουργίας Αμοιβαίων Κεφαλαίων και σύστασης εταιριών συμμετοχών έναντι μελλοντικών εσόδων από εκμετάλλευση και υπεραξίες.

Και όταν το Κράτος πουλήσει μερίδια ή μετοχές εκχωρεί δικαιώματα εκμετάλλευσης και μελλοντικών υπεραξιών, όχι όμως και την κυριότητα των ακινήτων.

Βέβαια, για να βελτιωθούν οι αξίες και οι υπεραξίες στα ακίνητα, πρέπει να αρθούν, με νομοθετικές παρεμβάσεις, οι πολλαπλοί περιορισμοί σε τίτλους, χρήσεις γης και όρους δόμησης. Με τον τρόπο αυτό, όπως σωστά έχει γραφεί «με τον τρόπο αυτό μεγαλώνει η κεφαλαιουχική αξία της δημόσιας ακίνητης περιουσίας και αυξάνεται η εγγυοδοτική ικανότητα, με αποτέλεσμα να διευκολύνεται η χρηματοδότησης πραγματικών αναπτυξιακών έργων» (Αλ. Περετζής, Ημερησία, 19.02.2011).

Σε κάθε περίπτωση, η Ν.Δ. πιστεύει ότι μια ορθολογική διαχείριση και μια στοχευμένη αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας μπορεί να εξασφαλίσει σημαντικά, σταθερά και σε μακροχρόνια βάση έσοδα για το Δημόσιο, να μειώσει το ύψος του χρέους, και να δημιουργήσει πρόσθετα αναπτυξιακά οφέλη.

http://www.newscode.gr/ominfin/story/articles-parembash-toy-boyleyth-ths-nd-ch-staikoyra-gia-thn-axiopoihsh-ths-dh

Δέσμη Ερωτήσεων προς το Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος στο πλαίσιο της Συνεδρίασης της Διαρκούς Επιτροπής Οικονομικών Υποθέσεων

Κύριε Διοικητά, σας ευχαριστούμε πολύ για την ενημέρωση και για την ορθή θέση αρχής που διατυπώσατε περί εξαγορών και συγχωνεύσεων. Μακάρι και η Κυβέρνηση να ήταν το ίδιο προσεκτική και να μην επιδίδεται σε πρόωρες θριαμβολογίες για θέματα που άπτονται του ιδιωτικού τομέα.

1η Ερώτηση: Με δεδομένο ότι το ΑΕΠ μειώθηκε τελικά περισσότερο από το 4% που έλεγε η ‘Εκθεση, το είπατε και εσείς, 4,5%, οι εκτιμήσεις σας για το 3% το 2011, εξακολουθούν να υφίστανται;

2η Ερώτηση: Σύμφωνα με την Έκθεση εκτιμάται ότι η ανεργία θα ξεπερνά το 12,5% το 2010. Το Νοέμβριο ήταν στο 14%. Ισχύει συνεπώς η πρόβλεψή σας για το 2010 και αν έχετε μια ποσοτική πρόβλεψη για το 2011. Λέτε ότι θα είναι χειρότερη η κατάσταση αλλά δεν υπάρχει μια ποσοτική πρόβλεψη;

3η Ερώτηση: Μιλάτε πράγματι για μια σημαντική μείωση του ελλείμματος στο 9,4%, βάσει δημοσιονομικών στοιχείων, λόγω οριζόντιων περικοπών και αύξησης φόρων. Εδώ υπάρχει και η μείωση του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων και η κήρυξη ουσιαστικά μιας στάσης πληρωμών στο εσωτερικό από το κράτος. Συμφωνείτε με την λογική, που διαφωνεί το ΙΟΒΕ, ότι το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων πρέπει να χρησιμοποιείται για να καλύπτει υστερήσεις στα έσοδα; Και δεύτερο, έχετε μια εκτίμηση, τι ύψους είναι αυτή η στάση πληρωμών που έχει κηρύξει το κράτος απέναντι στους ιδιώτες;

4η Ερώτηση: Τα περίφημα μη καθορισμένα μέτρα του μνημονίου ήταν 11 δισ. ευρώ. Είναι αυτά  που εσείς προδιαγράφετε και περιγράφετε μέσα στην Έκθεση ως μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής περίπου 5% του ΑΕΠ. Η επικαιροποίηση όμως του μνημονίου τα 11 δισ. ευρώ τα ανεβάζει στα 12,8 δις ευρώ. Η τελευταία επικαιροποίηση του Υπουργείου Οικονομικών τα ανεβάζει περίπου στα 17 δισ. ευρώ. Τελικά πόσα είναι αυτά τα μη καθορισμένα μέτρα της περιόδους 2012 – 2014;

5η Ερώτηση: Σχετικά με το πακέτο των 25 δισ. ευρώ. Η κυβέρνηση μιλούσε για ένα  σύμφωνο ρευστότητας ώστε ένα κομμάτι αυτών να διοχετευτεί στην πραγματική οικονομία. Τελικά διοχετεύτηκε, με ευθύνη της κυβέρνησης, ένα κομμάτι αυτών;

6η Ερώτηση: Τέλος, στην Έκθεση μιλάτε για υψηλά διατηρήσιμα επαρκή πρωτογενή πλεονάσματα. Πρόσφατη έκθεση ενός πολύ αξιόπιστου οίκου, του οίκου Μπρούζελ,  ανεβάζει τα πρωτογενή πλεονάσματα από το 8,5% μέχρι το 14,5% του ΑΕΠ για 20 χρόνια, προκειμένου να πετύχουμε μείωση του χρέους στο 60% του ΑΕΠ, κάτι που δεν έχει γίνει ποτέ και μόνο η Νορβηγία έφτασε στο 6% και αυτό λόγω του πετρελαίου. Εκτιμάτε ότι αυτές οι εκτιμήσεις είναι ορθές;

Ερώτηση σχετικά με τη διακοπή εργασιών κατασκευής της Σήραγγας Καλλιδρόμου στο Ν. Φθιώτιδας

Σε απάντηση της υπ’ αριθ. πρωτ. 4376/04.10.2010 Ερώτησής μου, σχετικά με τις καθυστερήσεις στην υλοποίηση των δημοσίων έργων στο Ν. Φθιώτιδας, το Υπουργείο Υποδομών, Μεταφορών & Δικτύων με το υπ’ αριθ. πρωτ. Β-240/17.11.2010 έγγραφό του, ανέφερε, για το τμήμα κατασκευής της σήραγγας Καλλιδρόμου ότι «…οι εργασίες κατασκευής των σιδηροδρομικών έργων υποδομής στο Νομό Φθιώτιδας βρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη, σε όλο το μήκος της γραμμής Τιθορέας- Λιανοκλάδι-Δομοκός. Υπάρχουν τμήματα που έχουν ήδη ολοκληρωθεί και μερικά που βρίσκονται εντός του συνολικού χρονοδιαγράμματος, αλλά εξελίσσονται με μικρές καθυστερήσεις. Ειδικότερα, στο τμήμα αυτό συμπεριλαμβάνεται και η Σήραγγα του όρους Καλλίδρομου, η ολοκλήρωση της οποίας προβλέπεται τον Ιούνιο του 2012. Μέχρι σήμερα έχουν διανοιχθεί 15,7 χλμ. σήραγγας από 18,1 χλμ. συνολικά, δηλαδή ποσοστό 87% του συνολικού φυσικού αντικειμένου».

Κατά τη συζήτηση της ως άνω Ερώτησής μου στην Βουλή των Ελλήνων στις 01.02.2011 είχα εγκαίρως επισημάνει πως «Σε ότι αφορά στα έργα της ΕΡΓΟΣΕ, κάποια από αυτά “καρκινοβατούν”, όπως είναι η κατασκευή της σήραγγας Καλλιδρόμου…» και ότι «…αυτή κινδυνεύει με άμεση διακοπή εργασιών λόγω μη έγκρισης του Ανακεφαλαιωτικού Πίνακα Εργασιών (ΑΠΕ) και της συνακόλουθης συμπληρωματικής σύμβασης…».

Τελικά, εδώ και κάποιο χρονικό διάστημα έχουν διακοπεί οι εργασίες κατασκευής της σήραγγας Καλλιδρόμου, πρόβλημα το οποίο έχει αναδειχθεί μέσω δημοσιευμάτων και από τοπικές εφημερίδες (εφημερίδα «Ημέρα», 22.02.2011), οι οποίες κάνουν λόγω για αναγκαιότητα υπογραφής συμπληρωματικής σύμβασης προκειμένου να ξαναρχίσουν οι εργασίες κατασκευής.

Κατόπιν τούτων,

ΕΡΩΤΑΤΑΙ

ο κ. Υπουργός:

1. Σε ποιες ενέργειες προτίθεται να προβεί το Υπουργείο ούτως ώστε να ξαναρχίσουν οι εργασίες κατασκευής στη σήραγγα Καλλιδρόμου;

2. Εξετάζεται η δυνατότητα χρηματοδότησης εξ ολοκλήρου από εθνικούς πόρους μέσω του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων;

Ερώτηση σχετικά με την υπαγωγή της περιοχής εκβολών Σπερχειού Ποταμού – Μαλιακού Κόλπου στο Δίκτυο Natura 2000 | 23.2.2011

Αθήνα, 23 Φεβρουαρίου 2011

 

ΕΡΩΤΗΣΗ

προς τα Υπουργεία:

Περιβάλλοντος, Ενέργειας & Κλιματικής Αλλαγής, Εργασίας & Κοινωνικής Ασφάλισης και Περιφερειακής Ανάπτυξης & Ανταγωνιστικότητας

 

Είναι γνωστό ότι η κοιλάδα και οι εκβολές Σπερχειού Ποταμού – Μαλιακός Κόλπος υπάγονται στο δίκτυο Natura 2000 (κωδ. GR 2440002).

Στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (L259/121.9.2006[EL]) έχει δημοσιευτεί η Απόφαση της Επιτροπής της 19ης Ιουλίου 2006 σχετικά με την έγκριση, σύμφωνα με την οδηγία 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου, του καταλόγου των τόπων κοινοτικής σημασίας για τη μεσογειακή βιογεωγραφική περιοχή. Για την παραπάνω περιοχή έχει συνταχθεί Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη και Σχέδιο Προεδρικού Διατάγματος.

Με δεδομένη την υλοποίηση δημόσιων έργων εθνικής κλίμακας στην εν λόγω περιοχή (ΠΑΘΕ, Ε-65, νέα σιδηροδρομική γραμμή) τα αρχικά δεδομένα αναφοράς έχουν προφανώς μεταβληθεί και χρήζουν επικαιροποίησης με στόχο:

  • την προστασία και διατήρηση της φύσης και του τοπίου,
  • την εκτέλεση έργων και εργασιών που αποσκοπούν στη βελτίωση, διατήρηση και αποκατάσταση των χαρακτηριστικών του οικοσυστήματος,
  • τη διασφάλιση της βιώσιμης ανάπτυξης της ευρύτερης περιοχής με συνεκτίμηση στοιχείων χωροταξικού σχεδιασμού,
  • τη δημιουργία θεσμικού πλαισίου κανόνων, για να είναι εκ των προτέρων γνωστοί οι όροι και οι περιορισμοί για την ίδρυση και λειτουργία έργων, δράσεων και δραστηριοτήτων σχετιζόμενων με τα μεγάλα δημόσια έργα που υλοποιούνται στην εν λόγω περιοχή.

Να σημειωθεί δε, ότι στα συνοδευτικά έργα του αυτοκινητόδρομου Κεντρικής Ελλάδας περιλαμβάνεται και η δημιουργία Σταθμού Εξυπηρέτησης Αυτοκινήτων (ΣΕΑ) έκτασης περίπου 500 στρ. εντός της εν λόγω περιοχής, η κατασκευή του οποίου, με ταυτόχρονη απαγόρευση ίδρυσης και λειτουργίας έργων και δραστηριοτήτων εκτός και σε επαφή με αυτόν, δεν συμβάλει στην κατεύθυνση της ανάπτυξης και ενίσχυσης της απασχόλησης της ευρύτερης περιοχής.

Κατόπιν τούτων,

ΕΡΩΤΩΝΤΑΙ

οι κ.κ. Υπουργοί:

1. Εξετάζεται το ενδεχόμενο να εξαιρεθεί η εν λόγω περιοχή από τις σχεδιαζόμενες ρυθμίσεις;

2. Κρίνεται απαραίτητη η άμεση επικαιροποίηση – συμπλήρωση της Ειδικής Περιβαλλοντικής Μελέτης;

3. Η δημιουργία ΣΕΑ, με ταυτόχρονη απαγόρευση ίδρυσης και λειτουργίας έργων και δραστηριοτήτων εκτός και σε επαφή με αυτόν, δεν θα επηρεάσει αρνητικά τις προοπτικές ανάπτυξης και ενίσχυσης της απασχόλησης της ευρύτερης περιοχής;

 

Ερώτηση

Απάντηση

TwitterInstagramYoutube