Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Η τρέχουσα κατάσταση στη χώρα, συνέπεια της παγκόσμιας κρίσης, της λανθασμένης και αναποτελεσματικής κυβερνητικής πολιτικής, εγχώριων ανισορροπιών και χρόνιων διαρθρωτικών προβλημάτων, έχει επιβαρύνει την πραγματική Οικονομία.
Έχει επηρεάσει κλάδους και τομείς, όπως είναι ο αγροτικός τομέας.
Τομέας ο οποίος, παρά τη φθίνουσα, διαχρονικά, συμμετοχή του στο εθνικό εισόδημα, συμβάλλει καθοριστικά στην αειφόρο ανάπτυξη και στην απασχόληση.
Είναι γεγονός ότι ο αγροτικός τομέας αντιμετωπίζει πολλά, μεγάλα, ανοικτά και διαχρονικά, λειτουργικά, δομικά και θεσμικά προβλήματα.
Προβλήματα που εξαιτίας και της ασκούμενης Κυβερνητικής πολιτικής, έχουν συρρικνώσει το αγροτικό εισόδημα.
Σύμφωνα με πρόσφατες εκτιμήσεις της Eurostat, τη στιγμή κατά την οποία το μέσο αγροτικό εισόδημα στην ΕΕ-27 κατέγραψε αύξηση της τάξης του 12,3%, ο αντίστοιχος δείκτης στην Ελλάδα κινήθηκε πτωτικά κατά 4,3% το 2010.
Επιπλέον, βαίνει σταθερά μειούμενο το μερίδιο της προστιθέμενης αξίας που λαμβάνουν οι αγρότες στο πλαίσιο της αλυσίδας εφοδιασμού τροφίμων.
Παράλληλα, το κόστος παραγωγής των αγροτικών προϊόντων επηρεάζεται από τις εγχώριες αυξήσεις στα καύσιμα λόγω της φορολογικής πολιτικής της Κυβέρνησης, ενώ οι ελλείψεις και οι δυσλειτουργίες στο σύστημα διακίνησης και εμπορίας των προϊόντων καθιστούν τους αγρότες ευάλωτους απέναντι στο χονδρικό και λιανικό εμπόριο.
Παράλληλα, μεγάλα αγροτικά έργα ματαιώνονται, οι αποζημιώσεις μειώνονται, οι ασφαλιστικές εισφορές αυξάνονται, οι γεωργικές αγορές παραμένουν ασταθείς.
Και όλα αυτά τη στιγμή που ο αριθμός των απασχολουμένων στον αγροτικό τομέα, είτε από ανάγκη είτε από επιλογή, αυξήθηκε κατά περίπου 6,0% το 2010, ενώ επίκεινται και σημαντικές αποφάσεις λόγω του προσδιορισμού της νέας Κοινής Αγροτικής Πολιτικής.
Ο συνδυασμός αυτών των παραγόντων, δηλαδή η αύξηση του αριθμού των αγροτών, η μείωση του αγροτικού εισοδήματος, η αύξηση του κόστους παραγωγής και οι διεργασίες για τη νέα ΚΑΠ, κάνει επιτακτική την ανάγκη να σκύψουμε με μεγαλύτερη προσοχή πάνω από το αγροτικό πρόβλημα και να διαμορφώσουμε, έγκαιρα, το εθνικό διαπραγματευτικό πλαίσιο και τις ελληνικές προτεραιότητες.
Όχι βασιζόμενοι, ως χώρα, σε μια επιδοματική γεωργία με χρονικό ορίζοντα την εκάστοτε τρέχουσα καλλιεργητική περίοδο.
Αλλά με τη λήψη μέτρων, βραχυπρόθεσμα, για τη στήριξη του κλάδου, και με την προώθηση συγκροτημένων πρωτοβουλιών, μακροπρόθεσμα, για την ποιοτική ενίσχυση και αναβάθμιση της ελληνικής αγροτικής παραγωγής.
Πολιτικών που θα στοχεύουν στη διασφάλιση του αγροτικού εισοδήματος, στη σταθερότητα των αγορών και στη διαφάνεια στην αγροδιατροφική αλυσίδα, προς όφελος τόσο των παραγωγών όσο και των καταναλωτών.
Πολιτικών που θα αντιμετωπίζουν το υψηλό κόστος παραγωγής και εισροών, που θα στοχεύουν στη μείωση της ψαλίδας τιμών παραγωγού και καταναλωτή, καθώς και στην πλήρη και στοχευμένη αξιοποίηση των ευρωπαϊκών ενισχύσεων και των μέτρων του πυλώνα της ανάπτυξης της υπαίθρου.
Θέλω να πιστεύω ότι προς αυτή την κατεύθυνση κινείται και η υπό συζήτηση νομοθετική πρωτοβουλία της Κυβέρνησης.
Άλλωστε, σύμφωνα και με την Αιτιολογική Έκθεση που τη συνοδεύει, επιχειρείται η εμπέδωση της αξιοπιστίας και της ασφάλειας των σχετικών με τα αγροτικά προϊόντα συναλλαγών.
Ενώ καθορίζεται η ρυθμιστική παρέμβαση του κράτους στον τομέα της εμπορίας αγροτικών προϊόντων.
Είναι γεγονός ότι η δημιουργία ενός ενιαίου μητρώου εμπόρων αγροτικών προϊόντων ήταν πάγιο αίτημα τόσο των παραγωγών όσο και των ίδιων των εμπόρων με σκοπό την προστασία του αγροτικού εισοδήματος από παραβατικές συμπεριφορές που πλήττουν τη βιωσιμότητα των αγροτικών νοικοκυριών.
Κανείς δεν θα μπορούσε να είναι αντίθετος με τη δημιουργία ενός λειτουργικού, ενιαίου μητρώου εμπόρων αγροτικών προϊόντων, εφοδίων και εισροών που θα δίνει τη δυνατότητα συνολικής καταγραφής των επαγγελματιών του κλάδου.
Άλλωστε, τα πολλά και διαφορετικά μητρώα δικαιούχων αδείας εμπορίας αγροτικών προϊόντων και εφοδίων που τηρούνται σε δημόσιους φορείς ή άλλες αναγνωρισμένες οργανώσεις από το κράτος, μπορούν και πρέπει να ενοποιηθούν για λόγους τόσο λειτουργικούς όσο και αποτελεσματικότητας των δημοσίων υπηρεσιών.
Όμως, η θέσπιση ενός ακόμα μητρώου, χωρίς τον έλεγχο και την αξιολόγηση της λειτουργικότητας και των αδυναμιών των ήδη υπαρχόντων, είναι άσκοπη.
Και αυτό διότι αντί να διευκολύνουμε και να απλοποιούμε τις καταστάσεις της παραγωγής, μεταποίησης και εμπορίας των αγροτικών προϊόντων και να διορθώνουμε τυχόν παρεκκλίσεις και σφάλματα, χωρίς την ύπαρξη ουσιαστικών και αυστηρών ελέγχων, ουσιαστικά δυσκολεύουμε και περιπλέκουμε την κατάσταση για τους παραγωγούς, τους καταναλωτές αλλά και τους εντίμους εμπόρους.
Στην παρούσα φάση αυτό που προέχει, όσον αφορά την αγορά αγροτικών προϊόντων και εφοδίων, είναι:
1ον. Η βελτίωση των δομών διοχέτευσης των προϊόντων.
2ον. Η αναλογικότητα των εγγυητικών επιστολών.
3ον. Οι έλεγχοι.
Έλεγχοι που πρέπει να γίνονται και δεν γίνονται, αφού η Κυβέρνηση έχει απαξιώσει, και ουσιαστικά, ακυρώσει τους ελεγκτικούς μηχανισμούς.
Η δημιουργία συνεπώς του ενιαίου μητρώου εμπόρων αγροτικών προϊόντων θα πρέπει να είναι άρρηκτα συνδεμένη με αυστηρούς ελέγχους, χωρίς τους οποίους και το νέο μητρώο θα αποτελέσει ένα, ακόμη, μέσο αύξησης της γραφειοκρατίας και της παραβατικότητας.
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Ο καθοριστικός ρόλος του αγροτικού τομέα στη βιώσιμη ανάπτυξη της χώρας είναι καθολικά αναγνωρισμένος.
Βιώσιμη ανάπτυξη η οποία θα πρέπει να εδράζεται στην παραγωγή ποιοτικών προϊόντων και στην εμπορική τους αξιοποίηση.
Η ευκαιρία για τον ελληνικό αγροτικό τομέα είναι η αυξανόμενη παγκόσμια ζήτηση για προϊόντα υψηλής ασφάλειας, διατροφικής αξίας και ποιότητας, όπου και εδράζεται το ανταγωνιστικό μας πλεονέκτημα.
Προς αυτή την κατεύθυνση απαιτείται εντατικοποίηση της προσπάθειας.
Προς αυτή την κατεύθυνση, δυστυχώς, το προτεινόμενο νομοσχέδιο δεν διακρίνεται για την ολιστική του προσέγγιση.