Κυρίες και κύριοι Συνάδελφοι,
Σήμερα, η χώρα βρίσκεται στα πρόθυρα οικονομικής και συνακόλουθα κοινωνικής κατάρρευσης.
Η εξέλιξη αυτή οφείλεται στις επί μακρόν προϋπάρχουσες εγγενείς και ευρωπαϊκές αδυναμίες, αλλά κυρίως στις εσφαλμένες επιλογές της Κυβέρνησης και στη λανθασμένη «θεραπευτική αγωγή» για την αντιμετώπιση των προβλημάτων.
Η Κυβέρνηση όμως συνεχώς αποδεικνύει ότι έχει έλλειμμα πολιτικού θάρρους, ενώ διαθέτει πλεόνασμα αμετροέπειας, αλαζονείας και πολιτικού θράσους.
Αντί να αναλάβει τις ευθύνες της, τις επιρρίπτει στα πολιτικά κόμματα, στους δημοσιογράφους, ακαδημαϊκούς, επιχειρηματίες και εν γένει στους πολίτες, οι οποίοι διατυπώνουν διαφορετική άποψη από την Κυβέρνηση.
Η κατ’ εξοχήν, διαχρονικά, θορυβοποιός πολιτική παράταξη της χώρας θέλει να επιβάλλει τη σιωπή.
Επιβολή σιωπής η οποία θυμίζει άλλες εποχές και άλλα καθεστώτα.
Συγκεκριμένα παραδείγματα;
Οι πρακτικές της σε σχέση με την Ελληνική Στατιστική Αρχή και το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής.
Η Κυβέρνηση θεωρεί ως «έγκλημα» το γεγονός ότι μέλη τους καταγγείλουν εσκεμμένη διόγκωση του ελλείμματος του έτους 2009 και αναδεικνύουν το σημερινό δημοσιονομικό εκτροχιασμό της χώρας.
Και τα καρατομεί.
Όμως η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, θα πρέπει να κατανοήσει ότι η «σιωπή των αμνών» δεν βοηθά τη χώρα.
Και η προσπάθεια να την επιβάλλει επί μακρόν είναι ατελέσφορη.
Τα θέματα είναι εξαιρετικά σοβαρά αφού καθορίζουν την διαδρομή της χώρας και πρέπει ολόπλευρα να διερευνηθούν.
Η αλήθεια εν τέλει θα αποκαλυφθεί.
Εμείς, από τα τέλη του 2009 επισημαίναμε ότι ηγετικοί κύκλοι της Κυβέρνησης, υλοποιοώντας τον κρυφό σχεδιασμό τους.
Μεταξύ άλλων:
1ον. Ματαίωσαν «ώριμες» δημόσιες εισπράξεις του 2009, μετέφεραν εισπράξεις του 2009 στο 2010 και μετέθεσαν πληρωμές του 2010 στο 2009.
2ον. Έχασαν κάθε έλεγχο στα έσοδα. Είναι χαρακτηριστικό πως ενώ η υστέρηση εσόδων στο 9μηνο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου του 2009 ήταν 1,1 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2008, κατά το τελευταίο τρίμηνο του 2009 αυτή ξεπέρασε τα επιπλέον 2 δισ. ευρώ.
3ον. Άργησαν να πάρουν μέτρα. Τον περασμένο Οκτώβριο, το Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, κ. Σμάγκι, υπογράμμισε ότι «εάν η Ελληνική Κυβέρνηση είχε αποφασίσει να προχωρήσει σε διορθωτικές δράσεις από το φθινόπωρο του 2009, θα μπορούσε να αποφύγει την κρίση χρέους και το δραστικό πρόγραμμα προσαρμογής» (14.10.2010).
4ον. Ενσωμάτωσαν στα ελλείμματα και στα χρέη εγγυήσεις των ΔΕΚΟ. Σύμφωνα όμως και με τον πρώην Υπουργό Οικονομικών του ΠΑΣΟΚ κ. Χριστοδουλάκη «η Ελλάδα [η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ] δεν έπρεπε να έχει αποδεχθεί πρωτοβουλίες που οδήγησαν σε απρόσμενη διόγκωση του ελληνικού χρέους…κανένα από αυτά δεν ήταν κρυφό, άγνωστο ή μη εξυπηρετούμενο χρέος…άλλες χώρες δεν περιλαμβάνουν τις εγγυήσεις των ΔΕΚΟ στο κρατικό χρέος.» («Σώζεται ο Τιτανικός;», 2011).
[Συνημμένο 1]
Και σήμερα υπάρχουν αντίστοιχες, σχετικές, καταγγελίες από Μέλη της ΕΛΣΤΑΤ τα οποία και καρατομούνται…
Η Κυβέρνηση όμως, Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
φέρει μεγάλη ευθύνη και για τη σημερινή κατάσταση της Οικονομίας.
Τα αρνητικά αποτελέσματα των χειρισμών της είναι μετρήσιμα.
- Η ύφεση είναι μεγάλη, πολύ βαθύτερη από τις αρχικές και πρόσφατες εκτιμήσεις, και παρατεταμένη.
- Το «εσωτερικό χρέος» δημιουργεί ασφυξία στην αγορά.
- Η ανεργία αυξάνεται δραματικά.
- Η ανταγωνιστικότητα της Οικονομίας επιδεινώνεται.
- Το κόστος δανεισμού έχει εκτοξευθεί στα ύψη.
- Οι δημοσιονομικοί στόχοι δεν επιτυγχάνονται.
Τα έσοδα καταρρέουν, οι πρωτογενείς δαπάνες αυξάνονται, το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων βουλιάζει, το έλλειμμα παραμένει σημαντικά υψηλότερο από πέρυσι.
Ενδεικτικά, το έλλειμμα της Κεντρικής Κυβέρνησης είναι αυξημένο κατά 22,2% το πρώτο οκτάμηνο του 2011 σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο, έναντι ετήσιας πρόβλεψης για μείωση κατά 3,9%!!!
Πρόκειται συνεπώς για πραγματικό δημοσιονομικό εκτροχιασμό.
Χρειάστηκαν μάλιστα απανωτές συνεδριάσεις των κυβερνητικών οργάνων για να επιβεβαιωθεί η αποτυχία και τα αδιέξοδα της ακολουθούμενης οικονομικής πολιτικής.
Τόσο στην έμπνευση όσο και στην εκτέλεσή της.
Τόσο στη επίτευξη της αναγκαίας δημοσιονομικής προσαρμογής όσο και στην υλοποίηση των διαρθρωτικών αλλαγών.
Και έτσι η Κυβέρνηση αναγκάζεται σήμερα να αναλάβει νέες δεσμεύσεις, να προσθέσει νέους κεφαλικούς φόρους, να επιβάλλει ειδικό τέλος στα ακίνητα.
Ο νέος όμως, 6ος φόρος στα ακίνητα:
1ον. Αναδεικνύει την αναξιοπιστία της Κυβέρνησης, αφού για τον ίδιο Υπουργό Οικονομικών, πριν από 2 μήνες, «το ακίνητο είναι ήδη πολύ επιβαρυμένο» και «οι λογαριασμοί της ΔΕΗ δεν είναι ο μοχλός για να εισπράττεις τέλη ή φόρους».
2ον. Θα «αφυδατώσει» πλήρως την ήδη στεγνή αγορά και θα βαθύνει και άλλο την ύφεση.
3ον. Θα αποδειχθεί οικονομικά αναποτελεσματικός, αφού, σύμφωνα και με την Τράπεζα της Ελλάδος, η «περαιτέρω αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης των ήδη φορολογουμένων θα οδηγήσει σε μείωση αντί για αύξηση των εσόδων».
4ον. Καταδεικνύει την αδυναμία της Κυβέρνησης να αντλήσει ισοδύναμα ποσά, τόσο από το σκέλος των δαπανών, όπου αυτές είναι σημαντικά αυξημένες σε σχέση με τον Προϋπολογισμό, όσο και από το σκέλος των εσόδων, όπου αδυνατεί να εισπράξει το ΕΤΑΚ του 2009 και το φόρο ακίνητης περιουσίας του 2010 και 2011.
5ον. Επιβεβαιώνει τον πανικό της Κυβέρνησης αφού περιλαμβάνει πολύ υψηλότερους από τις αρχικές ανακοινώσεις συντελεστές, ενώ ακόμη και ο μειωτικός συντελεστής παλαιότητας εφαρμόζεται αντίστροφα, ως «αυξητικός συντελεστής νεότητας», ώστε να επιβαρύνονται όσοι κατέχουν νεώτερα ακίνητα και όχι να ελαφρύνονται εκείνοι που διαθέτουν τα παλαιότερα.
Και γιατί, Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι, λαμβάνεται αυτό το μέτρο;
Για να επιτευχθούν, όπως ισχυρίζεται η Κυβέρνηση οι δημοσιονομικοί στόχοι του 2011 και για να μπορέσουμε να έχουμε ένα μικρό πρωτογενές πλεόνασμα το 2012.
Η Κυβέρνηση όμως:
1ον. Αποκρύπτει ότι, σήμερα, το πρωτογενές έλλειμμα είναι αυξημένο έναντι της αντίστοιχης περυσινής περιόδου και σημαντικά υψηλότερο από το προϋπολογισθέν για όλο το 2011.
2ον. Αγνοεί ότι η οποία μείωσή του θα οφείλεται σε μέτρα «μιας χρήσης» (one-off), όπως είναι το τέλος των ακινήτων και οι έκτακτες εισφορές, επιλογές που δεν εξασφαλίζουν βιώσιμη δημοσιονομική προσαρμογή.
3ον. Λησμονεί τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις της Κυβέρνησης, ύψους 6,5 δισ. ευρώ, που έχουν συσσωρευθεί την τελευταία διετία, δηλαδή επί διακυβέρνησης ΠΑΣΟΚ, η εξόφληση των οποίων θα επιδράσει ανοδικά στις πρωτογενείς δαπάνες. Κρύβει συνεπώς έλλειμμα «κάτω από το χαλί»…
4ον. Αγνοεί, ότι σε μία χώρα όπως είναι η Ελλάδα, χώρα με υψηλούς τόκους, τεράστιο χρέος και βαθιά ύφεση, δεν αρκούν τα μικρά πρωτογενή πλεονάσματα για να αντιμετωπίσουμε το ύψος και τη δυναμική του δημοσίου χρέους, αλλά οι τουλάχιστον ισοσκελισμένοι προϋπολογισμοί.
Το ζητούμενο συνεπώς σήμερα για τη χώρα μας είναι εγχώριες πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις, με συνέπεια, συντεταγμένα και αποφασιστικά, να εντείνουμε τις προσπάθειες για δημοσιονομική εξυγίανση, πειθαρχία και ανάταξη της Οικονομίας, σταθεροί στους στόχους αλλά προσανατολισμένοι στην άμεση επανεκκίνησή της.
Και οι εταίροι μας να εφαρμόσουν πρακτικές κοινοτικής αλληλεγγύης.
Μόνο έτσι το παίγνιο θα καταστεί θετικού αθροίσματος.
Προς αυτή την κατεύθυνση κινείται η Σύμβαση – Πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF), την οποία κυρώνουμε σήμερα.
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Είναι γεγονός ότι όλο αυτό το χρονικό διάστημα, από το πρώτο Πλαίσιο μέχρι και την τελευταία τροποποίησή του, η Ευρώπη αντιμετώπισε την κρίση χρέους στους κόλπους της διστακτικά, συμβιβαστικά, με ημίμετρα, επιδεικνύοντας αργά αντανακλαστικά.
Σήμερα, συνειδητοποιεί ότι αυτή η κρίση είναι «συστημική» και απειλεί την ίδια τη βιωσιμότητα του κοινού νομίσματος.
Αναγκάστηκε συνεπώς, αν και καθυστερημένα, έστω και συμβιβαστικά, να προβεί στις διορθωτικές αποφάσεις της 21ης Ιουλίου.
Να βελτιώσει τους όρους δανεισμού, να διευρύνει την ευελιξία του EFSF.
Αποφάσεις σημαντικές και για την Ελλάδα και για την Ευρώπη.
Και τις οποίες υποστηρίζουμε.
Παρά το γεγονός ότι θεωρούμε αναγκαία και τη χρηματική ενίσχυση του Ταμείου, ώστε αυτό να καταστεί αξιόπιστο από τις αγορές.
Διότι, με την αναγκαία ευελιξία που του προσέδωσαν οι πρόσφατες Ευρωπαϊκές αποφάσεις, το Ταμείο πλησιάζει στα χρηματοδοτικά του όρια.
Όρια που «τεστάρονται» στην περίπτωση αρκετών, μεγαλύτερων, Ευρωπαϊκών χωρών.
Διαφωνούμε όμως και με την ενσωμάτωση στο κείμενο της 21ης Ιουλίου της πρόβλεψης για παροχή εγγυήσεων.
Εγγυήσεις οι οποίες, σύμφωνα με Τροπολογία που έχει κατατεθεί στο υπό Συζήτηση Σχέδιο Νόμου, θα παρέχονται από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους.
Τα μεταγενέστερα της Ευρωπαϊκής απόφασης γεγονότα και η ατυχής διμερής συμφωνία Ελλάδας και Φινλανδίας επιβεβαιώνουν τις ενστάσεις που έχουμε διατυπώσει.
Ο Υπουργός Οικονομικών άνοιξε ο ίδιος το «κουτί της Πανδώρας».
Δημιουργήθηκε έτσι προηγούμενο και για μια σειρά από χώρες που θέλουν ίση μεταχείριση αλλά όχι εγγυήσεις.
Και έτσι αναγκάστηκε να ζητήσει από τα Κοινοτικά Όργανα να το «κλείσουν».
Δημιουργώντας ουσιαστικό πρόβλημα στην πορεία υλοποίησης των Ευρωπαϊκών αποφάσεων.
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Στο υπό συζήτηση Σχέδιο Νόμου επιχειρείται επίσης η ενδυνάμωση του πλαισίου εποπτείας, ελέγχου και εξυγίανσης των πιστωτικών ιδρυμάτων.
Είναι γεγονός ότι η εύρυθμη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος αποτελεί προϋπόθεση για τη βιώσιμη ανάπτυξη και την αποτελεσματική κατανομή των οικονομικών πόρων.
Σήμερα όμως, το Ελληνικό τραπεζικό σύστημα, εξαιτίας, κυρίως, της κυβερνητικής ανεπάρκειας, βρίσκεται αντιμέτωπο με πολλές, μεγάλες και διευρυνόμενες προκλήσεις.
Προκλήσεις που απορρέουν:
- Από την επιβράδυνση του ρυθμού οικονομικής μεγέθυνσης.
- Από τις συνεχείς υποβαθμίσεις της πιστοληπτικής αξιολόγησης των τραπεζών, αποτέλεσμα των αντίστοιχων υποβαθμίσεων της χώρας.
- Από τον αποκλεισμό των πιστωτικών ιδρυμάτων από τις διεθνείς αγορές άντλησης κεφαλαίων.
- Από τη συρρίκνωση του ρυθμού πιστωτικής επέκτασης, με τον περιορισμό τόσο της ζήτησης όσο και της προσφοράς τραπεζικών πιστώσεων.
- Από τη χειροτέρευση της ποιότητας του δανειακού χαρτοφυλακίου των πιστωτικών ιδρυμάτων εξαιτίας της βίαιας και μεγάλης επιδείνωσης της χρηματοοικονομικής κατάστασης επιχειρήσεων και νοικοκυριών.
- Από την έντονη και συνεχή εκροή των καταθέσεων, λόγω της οικονομικής αβεβαιότητας και των Κυβερνητικών παλινωδιών.
Όλες αυτές οι προκλήσεις έχουν ορατές και δυσμενείς επιπτώσεις στη ρευστότητα, στην αποδοτικότητα, στην αποτελεσματικότητα και στην ποιότητα του χαρτοφυλακίου των Ελληνικών πιστωτικών ιδρυμάτων.
Και αυτές, εν αναμονή της αποτίμησης των ζημιών που θα υποστούν οι τράπεζες από τη συμμετοχή τους στην αναδιάρθρωση του Ελληνικού χρέους, αλλά και του διαγνωστικού ελέγχου που πραγματοποιείται στα δανειακά χαρτοφυλάκιά τους από την εταιρεία BlackRock.
Έλεγχος, τη χρονική στιγμή που νοικοκυριά και επιχειρήσεις, εξαιτίας της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής, «πνίγονται» από ρευστότητα και αδυνατούν να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους.
Αυτή η εικόνα, επιτάσσει την ανάγκη συνετής και διορατικής διαχείρισης της κατάστασης, τόσο από τα πιστωτικά ιδρύματα, όσο και από την Πολιτεία.
Πιστωτικά ιδρύματα τα οποία οφείλουν να διαχειρισθούν αποτελεσματικά τη φύση και το ύψος των κινδύνων που αναλαμβάνουν, να ενισχύσουν, ποιοτικά και ποσοτικά, την κεφαλαιακή τους επάρκεια, και να συγκρατήσουν τα λειτουργικά τους έξοδα ώστε να αποφύγουν την προσφυγή τους στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.
Και Πολιτεία η οποία οφείλει να λαμβάνει πρωτοβουλίες για την ενίσχυση της ρευστότητας της Οικονομίας και για την επαρκέστερη μακρο- και μικρο-προληπτική εποπτεία και εξυγίανση των πιστωτικών ιδρυμάτων.
Άλλωστε, η πρόσφατη παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση, ανέδειξε τα κενά εποπτείας του τραπεζικού συστήματος, τόσο σε εγχώριο όσο και σε διασυνοριακό επίπεδο.
Είναι αναγκαία συνεπώς η ενίσχυση της προληπτικής εποπτείας και των μέτρων εξυγίανσης των πιστωτικών ιδρυμάτων με την απονομή επιπρόσθετων αρμοδιότητων στις εποπτικές αρχές και τη διασφάλιση ότι οι αρχές αυτές, σε όλα τα κράτη-μέλη, θα έχουν διαθέσιμα μια σειρά από ομογενοποιημένα εποπτικά εργαλεία για τον έλεγχο της φερεγγυότητας των χρηματοοικονομικών οργανισμών, τη διατήρηση της σταθερότητας του οικονομικού συστήματος και την προστασία των καταναλωτών.
Αυτό φαίνεται να επιδιώκει να επιτύχει η Κυβέρνηση με το υπό συζήτηση Σχέδιο Νόμου, δίνοντας, στην Τράπεζα της Ελλάδος, ευρύτατη διακριτική ευχέρεια καθοριστικής και ουσιώδους παρέμβασης στη λειτουργία των πιστωτικών ιδρυμάτων.
Όμως σε ορισμένες περιπτώσεις προβλέπονται υπερβολικές ρυθμίσεις, υπάρχουν ασάφειες, ενώ ορισμένες διατάξεις έρχονται σε αντίθεση με το Ευρωπαϊκό Εταιρικό Δίκαιο, όπως είναι αυτή για την κατάργηση των δικαιωμάτων προτίμησης των παλαιών μετόχων.
Η πρωτοβουλία όμως αυτή θέλει ιδιαίτερη προσοχή και για 2 πρόσθετους λόγους, που τεκμηριώνονται από τη διεθνή σχετική βιβλιογραφία και πρακτική:
Ο πρώτος είναι ότι η ανάθεση και της μικροπροληπτικής εποπτείας και των εξουσιών εξυγίανσης, σε τέτοια έκταση, στην Κεντρική Τράπεζα οδηγεί σε υπερβολική συγκέντρωση εξουσιών, γεγονός που καθιστά πιο δύσκολο τον έλεγχό της.
Η οργάνωση και λειτουργία αποτελεσματικών μηχανισμών λογοδοσίας μπορεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα αυτό.
Και ο δεύτερος λόγος είναι ότι τέτοιες υπερεξουσίες στην Κεντρική Τράπεζα ενέχουν τον κίνδυνο σε περίπτωση αποτυχίας στην άσκησή τους να υπονομευθεί το κύρος και η αξιοπιστία της Κεντρικής Τράπεζας, στοιχεία που είναι θεμελιωδώς απαραίτητα για την αποτελεσματικότητα της εποπτείας.
Συμπερασματικά, η Νέα Δημοκρατία διαχρονικά έχει αποδείξει ότι δεν είναι ΠΑΣΟΚ.
Ένα ΠΑΣΟΚ που αντιδρούσε καταστροφικά όταν ήταν στην Αντιπολίτευση.
Ένα ΠΑΣΟΚ που θυσίαζε τα πάντα για να καταλαμβάνει και να κατέχει, την εξουσία προκειμένου να μας πάει, πότε από «τον τρίτο» και πότε από «τον τέταρτο δρόμο», προς το «σοσιαλισμό».
Εμείς με ευθύνη, παρά τις επιφυλάξεις που διατηρούμε για Ρυθμίσεις του Νομοσχεδίου και τις αντιρρήσεις που έχουμε σε Τροπολογίες, ψηφίζουμε θετικά επί της Αρχής το Νομοσχέδιο κυρίως λόγω της Κύρωσης της Σύμβασης-Πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.