Μήνας: Μάιος 2015

Δελτίο Τύπου σχετικά με τα οριστικά στοιχεία εκτέλεσης του Κρατικού Προϋπολογισμού την περίοδο Ιανουαρίου-Απριλίου 2015 –

xristos-staikouras«Η ανακοίνωση των οριστικών στοιχείων για την πορεία εκτέλεσης του Κρατικού Προϋπολογισμού κατά την περίοδο Ιανουαρίου – Απριλίου 2015 επιβεβαιώνει και ενισχύει τις ανησυχίες που είχαμε διατυπώσει με την δημοσιοποίηση των προσωρινών στοιχείων.

Συγκεκριμένα:

1ον. Τα φορολογικά έσοδα υστερούν έναντι του στόχου.

Η υστέρηση ανήλθε στα 884 εκατ. ευρώ το τετράμηνο του 2015.

Μάλιστα, η υστέρηση διευρύνεται.

Σημειώνεται ότι, μόνο το μήνα Απρίλιο, και παρά την ενεργοποίηση των νέων ρυθμίσεων για τις ληξιπρόθεσμες φορολογικές υποχρεώσεις, η υστέρηση των φορολογικών εσόδων έναντι του στόχου ήταν 136 εκατ. ευρώ.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η υστέρηση ακόμη και για τα έσοδα από φόρους παρελθόντων οικονομικών ετών (ΠΟΕ), όπου καταγράφονται τα έσοδα από τις ρυθμίσεις οφειλών, ανήλθε σε 389 εκατ. ευρώ ή 34% έναντι του στόχου.

Υπενθυμίζεται ότι η βελτίωση που παρουσιάζεται στα συνολικά έσοδα οφείλεται στη μεταφορά 555 εκατ. ευρώ από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας στον Κρατικό Προϋπολογισμό, τον μήνα Απρίλιο, προκειμένου αυτό το ποσό να καλύψει πιεστικές ταμειακές ανάγκες της χώρας.

Συνεπώς, σε επίπεδο Γενικής Κυβέρνησης, το αποτέλεσμα είναι δημοσιονομικά ουδέτερο.

2ον. Συνεχίζεται η εσωτερική στάση πληρωμών του Κράτους προς την πραγματική οικονομία.

Και σε αυτό το πεδίο, η κατάσταση μήνα-μήνα επιδεινώνεται (η απόκλιση από τους στόχους ήταν -16 εκατ. ευρώ τον Ιανουάριο του 2015, -843 εκατ. ευρώ το 1ο δίμηνο, -1.516 εκατ. ευρώ το 1ο τρίμηνο και -2.037 εκατ. ευρώ το 1ο τετράμηνο του 2015).

Συμπερασματικά, η επί 4 μήνες “δημιουργική ασάφεια” και αβεβαιότητα έχουν κόστος για την οικονομία, όπως αυτό αποτυπώνεται και στην εκτέλεση του Κρατικού Προϋπολογισμού.

Συνεπώς, καλούμε, και πάλι, την Κυβέρνηση να εργαστεί με σχέδιο, μεθοδικότητα και αποτελεσματικότητα ώστε να μην διαταραχθεί η ισορροπία που επετεύχθη με μεγάλες θυσίες τα προηγούμενα 2 χρόνια στη δημόσια οικονομία».

Ομιλία στην Ολομέλεια κατά τη συζήτηση Επίκαιρης Ερώτησης για τα προβλήματα λειτουργίας του Γενικού Νοσοκομείου Λαμίας –

nosokomeio_lamiasΠρωτολογία

Κύριε Υπουργέ,

Το Γενικό Νοσοκομείο Λαμίας, όπως μάλλον και όλα τα Νοσοκομεία της χώρας, παρουσιάζουν, χρόνια, μικρότερα ή μεγαλύτερα προβλήματα.

Προβλήματα δομικά και λειτουργικά.

Προβλήματα ύψους χρηματοδότησης και χαμηλής αποτελεσματικότητας των διατιθέμενων δημόσιων πόρων.

Είναι αλήθεια ότι η υλοποίηση της αναγκαίας, για τη σταθεροποίηση των δημόσιων οικονομικών, συσταλτικής δημοσιονομικής πολιτικής των τελευταίων ετών, περιόρισε τα διαθέσιμα κονδύλια, με αποτέλεσμα να επηρεασθεί η λειτουργία του Νοσοκομείου.

Ταυτόχρονα όμως με τον περιορισμό της σπατάλης, βελτιώθηκε η αποτελεσματικότητα των πόρων.

Όμως, τους τελευταίους μήνες, τα προβλήματα στο Νοσοκομείο επιβαρύνθηκαν.

Και αυτό οφείλεται:

1ον. Στην απορρύθμιση του Νοσοκομείου λόγω έλλειψης διοίκησης.

Το Νοσοκομείο, επί μήνες, παραμένει ακέφαλο.

Ουσιαστικά, έχει αφεθεί στην τύχη του.

Χωρίς Διοικητή από 9 Ιανουαρίου, χωρίς Υποδιοικητή και χωρίς δυνατότητα λειτουργίας του Διοικητικού Συμβουλίου, από 9 Απριλίου.

Και με υψηλή πιθανότητα στο ενδεχόμενο, αν όχι βεβαιότητα όπως προκύπτει και από γραπτή απάντησή σας της 15ης Μαΐου σε Κοινοβουλευτική Ερώτησή μου, να διακοπεί η λειτουργία του Γραφείου Υποδιοίκησης της 5ης Υγειονομικής Περιφέρειας Θεσσαλίας & Στερεάς Ελλάδας εντός του Γενικού Νοσοκομείου Λαμίας.

Γραφείο, το οποίο λειτουργεί επί 8 συναπτά έτη, στεγάζεται εντός του Νοσοκομείου οπότε δε δημιουργεί επιπλέον δημοσιονομικό κόστος, και οι αρμοδιότητές του αφορούν στον έλεγχο, στο συντονισμό και στην εποπτεία της λειτουργίας των δομών υγείας της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας, με έδρα τη Λαμία.

2ον. Στην εσωτερική στάση πληρωμών που έχει κηρύξει το Κράτος προς τον ιδιωτικό τομέα, ιδιαίτερα στον τομέα της υγείας.

Ενδεικτικά, αλλά χαρακτηριστικά, οι δαπάνες κάλυψης ελλειμμάτων των νοσοκομείων και εξόφλησης ληξιπρόθεσμων οφειλών τους διαμορφώθηκαν στα 63 εκατ. ευρώ το 1ο τετράμηνο του 2015, από 631 εκατ. ευρώ το 1ο τετράμηνο του 2014.

Η εξέλιξη αυτή προφανώς έχει αρνητικές συνέπειες στη λειτουργία και του  Γενικού Νοσοκομείου Λαμίας.

Έχουν προκύψει σημαντικές ελλείψεις σε υγειονομικό υλικό και φάρμακα, ενώ οι διακομιδές είναι αυξανόμενες.

Η ενίσχυση σε ιατρικό και τεχνολογικό εξοπλισμό – που είχε δρομολογηθεί το 2013 και το 2014 –  «καρκινοβατεί».

Το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό είτε ποσοτικά δεν επαρκεί (χρόνιο πρόβλημα στο οποίο δίνονταν έγκαιρα, μέχρι πρόσφατα, κάποιες εμβαλωματικές λύσεις) είτε έχει φτάσει στα όρια των ανθρώπινων δυνατοτήτων.

Τμήματα, όπως το ακτινολογικό, παρουσιάζουν σοβαρά προβλήματα.

Κατόπιν αυτών, σας ερωτώ κε. Υπουργέ, σε ποιές ενέργειες προτίθεται να προβεί το Υπουργείο Υγείας ώστε να αντιμετωπισθούν τα μεγάλα προβλήματα που εμφανίζει σήμερα το Γενικό Νοσοκομείο Λαμίας;

Δευτερολογία

Κε. Υπουργέ,

Οι διαπιστώσεις στην οποίες αναφέρθηκα στην πρωτολογία μου επιβεβαιώνονται από τις ανακοινώσεις των εργαζόμενων στο Γενικό Νοσοκομείο Λαμίας και την Ένωση Ιατρών Νοσοκομείων & Κέντρων Υγείας Φθιώτιδας, αλλά και από την επιστολή προς το Υπουργείο της πρώην Υποδιοικήτριας της 5ης ΥΠΕ (κατάθεση εγγράφων στα πρακτικά).

Η διακοπή μάλιστα της λειτουργίας του Γραφείου Υποδιοίκησης της Υγειονομικής Περιφέρειας στη Λαμία, θα συνιστά υποβάθμιση και ουσιαστικό πλήγμα στο σύστημα υγείας της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας.

Μοναδική εξαίρεση, στις κοινές διαπιστώσεις που κάναμε για τη σημερινή κατάσταση του Νοσοκομείου, αποτελεί ο εκτελών σήμερα προσωρινά χρέη Διοικητή του Νοσοκομείου.

Ο οποίος διέπραξε το ατόπημα, στο υπηρεσιακό σημείωμά του προς την Υγειονομική Περιφέρεια, το οποίο μάλιστα και έχει αναρτήσει στο site του Νοσοκομείου, να προβαίνει σε αξιολογική κρίση του περιεχομένου της ερώτησης Βουλευτή.

Εκλαμβάνω ότι ο εκτελών τα καθήκοντα του Διοικητή έχει άγνοια της ορθής θεσμικής λειτουργίας και της δεοντολογίας και γι’ αυτό κλείνω το θέμα εδώ.

Κε. Υπουργέ,

Αντιλαμβάνομαι τις δυσκολίες της τρέχουσας κατάστασης.

Και τα προβλήματα που έχετε να αντιμετωπίσετε.

Τα αντιμετωπίσαμε και εμείς, τα προηγούμενα 2,5 χρόνια όταν μάλιστα είχαμε παραλάβει δυσμενέστερη κατάσταση.

Όμως, κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, στο πλαίσιο του εφικτού:

1ον. Στηρίχθηκε – όσο ήταν δυνατό – η στελέχωση του Γενικού Νοσοκομείου Λαμίας με ιατρικό προσωπικό, κυρίως με την προκήρυξη λίγων θέσεων ιατρών και την πρόσληψη ορισμένων επικουρικών ιατρών, προκειμένου να καλυφθούν πιεστικές ανάγκες των Ιατρικών Τμημάτων του Νοσοκομείου.

Τονίζεται, σε αυτό το σημείο, ότι το υπάρχον προσωπικό του Νοσοκομείου είναι ικανό, έμπειρο και εργάζεται με φιλοτιμία.

2ον. Εκσυγχρονίσθηκε και συμπληρώθηκε ο ιατρικός και τεχνολογικός εξοπλισμός.

Στις 20 Δεκεμβρίου 2013, εξασφαλίστηκε επιπλέον – εκτός Προϋπολογισμού – πίστωση ύψους 500.000 ευρώ, προκειμένου να καλυφθούν ανάγκες σε ιατρικό και τεχνολογικό εξοπλισμό για τα Γενικά Νοσοκομεία Λαμίας, Άμφισσας και Καρπενησίου. Το ποσό που αφορούσε στο Γενικό Νοσοκομείο Λαμίας ήταν ύψους 290.000 ευρώ.

Μεταγενέστερα, στις 23 Σεπτεμβρίου 2014, εξασφαλίστηκε επιπλέον – εκτός Προϋπολογισμού – πίστωση ύψους 350.000 ευρώ, για την απόκτηση νέου αξονικού τομογράφου 16 τομών και μετρητή οστικής πυκνότητας.

Παρά την ασφυκτική δημοσιονομική στενότητα, χρηματοδοτήθηκε, όπως και σε άλλα Νοσοκομεία της χώρας, η ενίσχυση του εξοπλισμού του Νοσοκομείου και η αναβάθμιση των υπηρεσιών υγείας.

Έχει ολοκληρωθεί η προμήθεια κάποιων μηχανημάτων.

Ενώ βρίσκονται σε διαδικασία προκήρυξης ή σε εξέλιξη διαγωνισμοί για την προμήθεια επιπλέον εξοπλισμού.

3ον. Θεσμοθετήθηκε ο νέος Οργανισμός του Νοσοκομείου, που προβλέπει την ανάπτυξή του, με σημαντική αύξηση κλινών και ενίσχυση του ανθρώπινου δυναμικού.

Κε. Υπουργέ,

Στόχος όλων μας θα πρέπει να είναι, το Γενικό Νοσοκομείο Λαμίας να αποτελεί ένα σύγχρονο, λειτουργικό, ποιοτικό και αποτελεσματικό Περιφερειακό Νοσοκομείο της χώρας, που μαζί με τις άλλες δομές υγείας της ευρύτερης περιοχής να αναβαθμίζει συνεχώς τις υπηρεσίες υγείας που παρέχει στους πολίτες.

Προς αυτή την κατεύθυνση, οφείλουμε όλοι μας να συμβάλλουμε.

Ομιλία στην 2η Συνεδρίαση της Εξεταστικής Επιτροπής για τα “Για τη διερεύνηση και διελεύκανση των συνθηκών και των ευθυνών που οδήγησαν στην υπαγωγή της Ελλάδας στο καθεστώς των Μνημονίων και της επιτήρησης και για κάθε άλλο ζήτημα που σχετίζεται με την εφαρμογή και υλοποίηση των Μνημονίων” –

small_staikouras1-thumb-largeΚύριε Πρόεδρε,

Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,

Είναι γεγονός ότι η ένταξη της χώρας, τον Μάιο του 2010, στο Mηχανισμό Στήριξης αποτέλεσε κομβικό σημείο για την μετέπειτα πορεία της.

Η υπαγωγή της στο καθεστώς των Μνημονίων είχε και έχει σημαντικές επιπτώσεις στην οικονομική, κοινωνική και πολιτική ζωή.

Ευλόγως λοιπόν, οι λόγοι και οι διαδικασίες της ένταξης στο Μηχανισμό Στήριξης, έχουν προκαλέσει και συνεχίζουν να προκαλούν το έντονο ενδιαφέρον των πολιτών και των πολιτικών δυνάμεων της χώρας.

Η τεκμηριωμένη, αντικειμενική και έγκυρη Εθνική Αυτοαξιολόγηση της κρίσιμης εκείνης περιόδου παραμένει ανοικτό θέμα.

Υποθέτω πως όλοι συμφωνούμε ότι αυτή η σοβαρή και ευαίσθητη διαδικασία, για να προσεγγίσει με επιτυχία το στόχο, θα έπρεπε να πραγματοποιηθεί σε περιβάλλον πολιτικής ομαλότητας, κοινωνικής ηρεμίας και οικονομικής ασφάλειας και σταθερότητας.

Μόνο τότε το πόρισμα που θα προέκυπτε θα γίνονταν ευρύτατα αποδεκτό, θα καθίστατο εθνική ιστορική αλήθεια και θα βοηθούσε στην καλύτερη πορεία της χώρας.

Κατά την εκτίμησή μας, οι προϋποθέσεις που προανέφερα ως αναγκαίες, στην παρούσα φάση, δεν πληρούνται επαρκώς.

Όμως, παρά τις χαμηλές προσδοκίες, η ΝΔ, με καθοριστικό κριτήριο των πολιτικών επιλογών της το μακροχρόνιο συμφέρον της χώρας, θα εργαστεί, στο πλαίσιο της Εξεταστικής Επιτροπής, για την αναζήτηση της αλήθειας.

Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,

Όλες οι μελέτες που έχουν εκπονηθεί συμπίπτουν στη διαπίστωση ότι, την δεκαετία του 1980 ακολουθήθηκε επεκτατική δημοσιονομική πολιτική σε συνθήκες σχεδόν μηδενικής μεγέθυνσης της οικονομίας, με συνέπεια τις έντονες δημοσιονομικές ανισορροπίες, δηλαδή υψηλά ετήσια δημόσια ελλείμματα και εκρηκτικοί ρυθμοί συσσώρευσης του δημοσίου χρέους.

Τα αποτελέσματα εκείνης της περιόδου, από κοινού με τις αξίες και τις αντιλήψεις που έκτοτε κυριάρχησαν, αποτέλεσαν στη συνέχεια, και αποτελούν μέχρι σήμερα, βαρίδι στα πόδια της Ελληνικής οικονομίας.

Ενώ το 1980, η Ελλάδα πληρούσε τα κριτήρια της συνθήκης του Μάαστριχτ και ήταν η λιγότερο χρεωμένη χώρα της σημερινής Ευρωζώνης, στο τέλος της δεκαετίας, μετά από δύο υποτιμήσεις της δραχμής, και αφού η χώρα απορρόφησε τα Κοινοτικά Μεσογειακά Προγράμματα, βρέθηκε με υπερτριπλάσιο χρέος.

Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι, σ’ αυτή τη δεκαετία, το έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης ήταν, κατά μέσο όρο ετησίως, πάνω από 10% του ΑΕΠ, κάτι που ποτέ προηγουμένως, για τόσο μεγάλο διάστημα, δεν είχε συμβεί στην Ελλάδα και που δεν επαναλήφθηκε έκτοτε.

Από το 1990 και μέχρι το φθινόπωρο του 2008 έγιναν, κατά περιόδους, προσπάθειες αντιμετώπισης των ανισορροπιών και των στρεβλώσεων της Ελληνικής οικονομίας, με μικρότερη ή μεγαλύτερη επιτυχία.

Όμως η κονιορτοποίηση του αξιακού συστήματος που είχε συντελεσθεί και οι κομματικές, συνδικαλιστικές και κοινωνικές σκοπιμότητες και αντιδράσεις, σε κάθε προσπάθεια νοικοκυρέματος, δεν επέτρεψαν τη ριζική αντιμετώπιση των προβλημάτων.

Στο μέσον αυτής της περιόδου η χώρα εντάχθηκε στην Ευρωζώνη.

Δεν θα σταθώ στις συνθήκες, στους όρους, στην προετοιμασία της οικονομίας και της κοινωνίας για το σημαντικό αυτό βήμα.

Θα σημειώσω μόνο ότι, στις αρχές του 2002, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο άρχισε να προειδοποιεί ότι η τότε Κυβέρνηση έκρυβε επιβαρύνσεις στον Κρατικό Προϋπολογισμό ενώ την ίδια χρονιά, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέφραζε αμφιβολίες για την ποιότητα των δημοσιονομικών στοιχείων της χώρας μας.

Το 2004, η Eurostat προχώρησε σε εκτεταμένες αναταξινομήσεις και αναθεωρήσεις των δημοσιονομικών στοιχείων, για την περίοδο 1997-2003.

Στα παραπάνω θα προσθέσω μόνο τις εκτεταμένες πρακτικές «δημιουργικής λογιστικής», που ακολουθήθηκαν την περίοδο 2000-2001.

Πρακτικές, όπως είναι οι τιτλοποιήσεις απαιτήσεων και οι συναλλαγές μέσω πράξεων μετατροπής συναλλαγματικού χρέους και ανταλλαγής επιτοκίων.

Παρ’ όλα αυτά η χώρα, σε ένα Ευρωπαϊκό και διεθνές περιβάλλον σχετικής χαλάρωσης, πορευόταν, μέχρι το φθινόπωρο του 2008, ικανοποιητικά, με τα δημοσιονομικά προβλήματα υπό έλεγχο, καλό ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης και χαμηλή ανεργία.

Όμως, η πρωτοφανής χρηματοοικονομική κρίση που ξέσπασε στις ΗΠΑ το 2007 πέρασε στην Ευρώπη το 2008.

Αποσταθεροποίησε όλες τις οικονομίες, και φυσικά και την Ελληνική, η οποία είχε υποβόσκουσες χρόνιες παθογένειες στο αξιακό, στο θεσμικό, στο πολιτικό, στο κοινωνικό και στο οικονομικό πεδίο.

Η κρίση απεδείχθη, παγκοσμίως, ισχυρότερη και βαθύτερη απ’ ότι είχε αρχικά εκτιμηθεί.

Στις αρχές του 2009, η τότε ηγεσία της Κυβέρνησης της ΝΔ, ανέλαβε πρωτοβουλίες για να πετύχει συνεννόηση και συστράτευση όλων των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων της χώρας για την αντιμετώπιση της κρίσης.

Οι άλλες πολιτικές δυνάμεις του τόπου, με πρωταγωνιστή την ηγεσία της τότε Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, αρνήθηκαν την ύπαρξη της παγκόσμιας κρίσης, τορπίλισαν τη συνεννόηση και πολέμησαν λυσσαλέα, εντός και εκτός Βουλής, τις δέσμες ήπιων μέτρων που ελήφθησαν για τη δημοσιονομική σταθεροποίηση.

Αποκορύφωμα της στάσης τους το γεγονός ότι έσυραν τη χώρα σε εκλογές, τις δεύτερες εντός του πρώτου, διεθνώς κρίσιμου, εννεαμήνου του 2009.

Εκλογές στις οποίες μάλιστα, η τότε επερχόμενη πολιτική δύναμη υποσχόταν ότι θα μοιράσει τα «λεφτά» που «υπάρχουν».

Στη συνέχεια, η τότε νέα Κυβέρνηση, το τελευταίο τρίμηνο του 2009 και μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου του 2010 που κλείνει δημοσιονομικά το 2009, με τις πράξεις και παραλείψεις της διόγκωσε το πρόβλημα της χώρας.

Συγκεκριμένα, μεταξύ άλλων:

  • Ματαίωσε «ώριμες» δημόσιες εισπράξεις του 2009, μετέφερε εισπράξεις του 2009 στο 2010 και μετέθεσε πληρωμές του 2010 στο 2009.
  • Προχώρησε στην καταβολή επιδόματος αλληλεγγύης, σε αύξηση των δαπανών για εξοπλιστικά προγράμματα, για οδοιπορικά, λειτουργικές δαπάνες και προμήθειες του Δημοσίου.
  • Κατήργησε τις ρυθμίσεις για τους ημιυπαίθριους, την επιβολή φόρου στα λαχεία, στο «Ξυστό» και στα σκάφη αναψυχής, ρυθμίσεις, βέβαια, που επανέφερε αργότερα.
  • Άφησε στην τύχη τους τα δημόσια έσοδα.

Ενώ αργότερα, η ΕΛΣΤΑΤ προχώρησε στη συμπερίληψη στον τομέα της Γενικής Κυβέρνησης ορισμένων ελλειμματικών δημόσιων επιχειρήσεων, που προηγουμένως εθεωρείτο, βάσει των ορισμών του Ευρωπαϊκού Συστήματος Λογαριασμών, ότι δεν ανήκαν στη «Γενική Κυβέρνηση».

Το αποτέλεσμα είναι, πράγματι, το 2009 να καταγραφεί σημαντική διεύρυνση του δημοσιονομικού ελλείμματος.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις πλέον πρόσφατες αναθεωρήσεις της Eurostat, το έλλειμμα στη χώρα μας διαμορφώθηκε στο 15,3% του ΑΕΠ το 2009, από 6,7% το 2007.

Όμως, όταν το τσουνάμι της οικονομικής κρίσης χτύπησε την Ευρώπη, το έλλειμμά της «σκαρφάλωσε» στο 6,7% του ΑΕΠ το 2009, από μόλις 0,8% το 2007.

Σημειώνω δε ότι κατά τη διάρκεια των καταιγιστικών εξελίξεων του 2009 οι εκτιμήσεις για την πορεία των  δημοσιονομικών μεγεθών αναθεωρήθηκαν αρκετές φορές, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη.

Έτσι, το έλλειμμα της χώρας, από 2% του ΑΕΠ που προβλεπόταν στον Προϋπολογισμό του 2009, διαμορφώθηκε τελικά, μετά από 7 αναθεωρήσεις, 6 εκ των οποίων επί διακυβέρνησης ΠΑΣΟΚ, στο 15,8% για να «καθίσει» στο 15,3% με την πρόσφατη αναθεώρηση.

Ενώ, και σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, το έλλειμμα, από 0,8% του ΑΕΠ που προβλεπόταν αρχικά, μετά επίσης από 7 αναθεωρήσεις, «εκτινάχθηκε» στο 6,4% και στο 6,7% με την πρόσφατη αναθεώρηση.

Το ίδιο συνέβη και για το δημόσιο χρέος.

Μάλιστα, κατά μέσο όρο, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η αύξηση του δημοσίου χρέους, ως ποσοστό του ΑΕΠ, κατά την περίοδο 2007-2009, ήταν μεγαλύτερη απ’ ότι στην Ελλάδα (26% του ΑΕΠ σε σχέση με 23% του ΑΕΠ).

Συνεπώς, η χώρα, λόγω της συστημικής κρίσης, αντιμετώπιζε ένα πρόβλημα ελλείμματος και χρέους, μεγαλύτερο από τις άλλες χώρες της Ευρώπης, λόγω και των αυξημένων υποχρεώσεων εξυπηρέτησης του διαχρονικά υψηλού δημοσίου χρέους.

Όμως, η τότε νέα Κυβέρνηση, που παρέλαβε το κόστος δανεισμού χαμηλά και τα spreads περίπου στις 131 μονάδες βάσης, τα εκτίναξε σε πρωτοφανή ύψη.

Και αυτό γιατί:

  • Επέδειξε αβουλία, αναβλητικότητα και αναποφασιστικότητα.
  • Παρουσίασε έλλειψη σχεδίου για την αντιμετώπιση της κρίσης.
  • Καθυστέρησε να πάρει μέτρα, και όταν πήρε κάποια, το μίγμα αποδεικνύονταν κατάλληλο για το προηγούμενο στάδιο της ασθένειας.
  • Αναφέρονταν απαξιωτικά για τη χώρα, το κύρος και την αξιοπιστία της, υπονομεύοντας τη δανειοληπτική της ικανότητα.
  • Έστελνε λανθασμένα μηνύματα στις αγορές με τις παλινωδίες, τις αντιφατικές δηλώσεις, τις ανεύθυνες διαρροές.
  • Προχώρησε στην κατάθεση Προγράμματος Σταθερότητας και Ανάπτυξης που ήταν κατώτερο των περιστάσεων.

Το αποτέλεσμα αυτών των χειρισμών ήταν η χώρα, την κρίσιμη περίοδο, να τεθεί εκτός αγορών.

Δηλαδή, το διαχρονικό πρόβλημα του υψηλού χρέους να μετατραπεί σε κρίση δανεισμού.

Ο επίλογος γράφτηκε με την αναπόφευκτη προσφυγή στο Μηχανισμό Στήριξης και την εφαρμογή ενός ασφυκτικού και ανελαστικού Προγράμματος Οικονομικής Πολιτικής, από τον Μάιο του 2010 μέχρι και σήμερα.

Πρόγραμμα Οικονομικής Πολιτικής που στηρίχθηκε σε δύο δανειακές συμβάσεις – «Μνημόνια» και σε τρεις τροποποιήσεις της δεύτερης σύμβασης.

Πρόγραμμα το οποίο απαιτούσε, εξ αρχής, «βίαιη» και εμπροσθοβαρή δημοσιονομική προσαρμογή και πλήθος δύσκολων, αλλά σε αρκετές  περιπτώσεις αναγκαίων, διαρθρωτικών παρεμβάσεων.

Το εγχείρημα της δημοσιονομικής προσαρμογής μπορεί να διαχωριστεί σε δύο φάσεις, όπου η κάθε μία ανταποκρίνεται και σε διαφορετική προσέγγιση.

Συγκεκριμένα, η πρώτη δανειακή σύμβαση, το πρώτο «Μνημόνιο», δομούσε τη δημοσιονομική προσαρμογή, κυρίως, στο σκέλος των φορολογικών εσόδων και όχι στο σκέλος των δαπανών, παραγκωνίζοντας τη σημασία των δομικών διαρθρωτικών αλλαγών στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, ενώ απουσίαζαν ή δεν εφαρμόζονταν πρωτοβουλίες για την τόνωση της αγοράς και της πραγματικής οικονομίας.

Τα αποτελέσματα αυτής της προσέγγισης προσαρμογής είναι γνωστά.

Μεγαλύτερη από την αναμενόμενη ύφεση, απόκλιση από τους στόχους, σημαντικές αστοχίες στην αποτελεσματικότητα των μέτρων και πλήγμα στην αξιοπιστία του εγχειρήματος.

Αξίζει να συγκρίνουμε τις αρχικές μακροοικονομικές προβλέψεις του Προγράμματος, το Μάιο του 2010, με την πραγματικότητα.

Ενδεικτικά, ενώ η αρχική πρόβλεψη για την οικονομική δραστηριότητα εκτιμούσε ανάπτυξη 1,1% το 2012, το αποτέλεσμα τελικά ήταν ύφεση 6,6%.

Ενώ η αρχική πρόβλεψη για την ανεργία ήταν για 14,8% το 2012, το αποτέλεσμα ήταν αυτή να διαμορφωθεί στο 24,5%.

Αντίστοιχες είναι και οι αποκλίσεις από τους δημοσιονομικούς στόχους.

Αυτή, η πρώτη προσέγγιση, τροποποιήθηκε με το δεύτερο «Μνημόνιο», το οποίο, μετά την τελευταία αναθεώρηση της σημερινής Κυβέρνησης, έχει επεκταθεί μέχρι το τέλος Ιουνίου του 2015.

Έτσι, το δημοσιονομικό εγχείρημα βασίστηκε κατά τα 2/3 στο σκέλος των δαπανών, συμβάλλοντας, όπως προκύπτει και από τη διεθνή βιβλιογραφία, στην ενίσχυση της αποτελεσματικότητας και διατηρησιμότητάς του.

Παράλληλα, η προσαρμογή εμπλουτίστηκε από τις διαρθρωτικές αλλαγές στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, από τις πρώτες αποκρατικοποιήσεις, από τις στοχευμένες κινήσεις για την τόνωση της δραστηριότητας της πραγματικής οικονομίας (όπως είναι, μεταξύ άλλων, η πληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα κ.α.).

Το αποτέλεσμα είναι, στο τέλος του 2014, να καταγραφούν θετικά και μετρήσιμα αποτελέσματα.

Ενδεικτικά:

  • Σταθεροποιήθηκαν τα δημόσια οικονομικά.
  • Αντιμετωπίστηκαν χρόνιες εσωτερικές και εξωτερικές ανισορροπίες.
  • Ενισχύθηκε η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
  • Δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις για τη λήξη της παρατεταμένης ύφεσης.

Πράγματι, το 2014, μετά από 6 έτη βαθιάς και παρατεταμένης ύφεσης, η χώρα επέστρεψε σε θετικό ρυθμό μεγέθυνσης.

Η πρόοδος που επετεύχθη, σύμφωνα μάλιστα με την Έκθεση της παρούσας Διοίκησης του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων του Υπουργείου Οικονομικών, του προηγούμενου μήνα, σε αντίθεση με ότι υποστηρίζει η Κυβερνητική πρόταση της Εξεταστικής Επιτροπής, «αντικατοπτρίζεται εύγλωττα στα θεμελιώδη μακροοικονομικά μεγέθη και είναι αποτέλεσμα των σημαντικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που έλαβαν χώρα».

Και συνεχίζει η Έκθεση, «η χώρα επέτυχε, το 2013 και το 2014, τη στροφή προς ένα αναπτυξιακό υπόδειγμα με εξωστρεφή προσανατολισμό».

Είναι όμως αλήθεια ότι η κατάσταση της οικονομίας εξακολουθούσε να είναι εύθραυστη.

Το αποτέλεσμα είναι σήμερα, μετά από 4 μήνες διακυβέρνησης της χώρας από τη νέα Κυβέρνηση, μετά και την επέκταση του «Μνημονίου» που αυτή ζήτησε και επέτυχε, εξαιτίας της αβελτηρίας, της πολυγλωσσίας, της «δημιουργικής ασάφειας» και των παλινωδιών της, η κατάσταση στην οικονομία να έχει επιδεινωθεί.

Συγκεκριμένα:

  • Η οικονομία παρουσιάζει σημάδια επιβράδυνσης, μετά την ανάκαμψή της το 2014.
  • Το επιχειρηματικό κλίμα επιδεινώνεται.
  • Οι αποδόσεις των Ελληνικών ομολόγων έχουν «σκαρφαλώσει» σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα.
  • Το κόστος δανεισμού του Δημοσίου, τους τελευταίους μήνες, μέσω των εκδόσεων εντόκων γραμματίων 3μηνης και 6μηνης διάρκειας, αυξάνεται.
  • Οι οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης υποβαθμίζουν, και πάλι, τη χώρα.
  • Ο δείκτης του Χρηματιστηρίου καταγράφει σημαντικές απώλειες.
  • Η δημόσια οικονομία παρουσιάζει τριγμούς αποσταθεροποίησης.
  • Τα προβλήματα ρευστότητας οξύνονται δραματικά. Επιβεβαιώνεται έτσι ότι η Κυβέρνηση έχει προχωρήσει σε εσωτερική στάση πληρωμών, η οποία έχει οδηγήσει σε «ασφυξία» την οικονομία.
  • Οι καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων μειώνονται σταθερά, και τα «κόκκινα δάνεια», διαρκώς, αυξάνονται.
  • Οι εγγυήσεις μέσω του μηχανισμού Έκτακτης Ενίσχυσης Ρευστότητας (ELA) αυξάνονται, μήνα με το μήνα, εντυπωσιακά.

Συμπερασματικά, η ισορροπία που επετεύχθη τα δύο προηγούμενα χρόνια στη δημόσια οικονομία, με μεγάλες θυσίες νοικοκυριών και επιχειρήσεων, έχει διαταραχθεί.

Ενώ και οι αναπτυξιακές προοπτικές της Ελληνικής οικονομίας δεν είναι ευοίωνες.

Κύριε Πρόεδρε,

Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,

Στο πλαίσιο της απόφασης της Βουλής των Ελλήνων για διερεύνηση της περιόδου Οκτώβριος 2009 – Ιανουάριος 2015 εμείς θα συμβάλλουμε ώστε να «χυθεί» φως στα γεγονότα αυτής της περιόδου.

Θα αναζητήσουμε την αλήθεια, προφανώς χωρίς φόβο και με κανένα πάθος εναντίον κανενός.

Προς το σκοπό αυτό προτείνουμε την ακόλουθη λίστα προς εξέταση προσώπων, με βάση τη θεσμική τους ιδιότητα αλλά, όπως αναφέρει και η απόφαση της Βουλής, και με βάση το «ποιοί αποφάσισαν την είσοδο της χώρας στο καθεστώς της μνημονιακής επιτροπείας και υλοποίησαν συγκεκριμένες πολιτικές».

Προφανώς, και το τονίζω, αυτή η λίστα θα επικαιροποιείται και θα εμπλουτίζεται με πρόσωπα εκτός της περιόδου Οκτώβριος 2009 – Ιανουάριος 2015, ανάλογα με τα στοιχεία που θα προκύπτουν από την ακρόαση των προσώπων και την πορεία της Εξεταστικής.

Τα επιπλέον πρόσωπα που θα καλούνται, θα παρεμβαίνουν στη διαδικασία και στη λίστα που θα έχουμε ήδη αποφασίσει.

  • Υπουργοί Οικονομικών

Γεώργιος Παπακωνσταντίνου

Ευάγγελος Βενιζέλος

Φίλιππος Σαχινίδης

Γεώργιος Ζανιάς

Ιωάννης Στουρνάρας

Γκίκας Χαρδούβελης

Γιάνης Βαρουφάκης

Ο τελευταίος, αν και είναι Υπουργός Οικονομικών μετά τον Ιανουάριο του 2015, προτείνεται να κληθεί για 3 λόγους, οι οποίοι και σχετίζονται με το αντικείμενο της εξεταστικής:

1ος λόγος: Διετέλεσε σύμβουλος του πρώην Πρωθυπουργού κ. Παπανδρέου.

2ος λόγος: Υπέγραψε την 3η τροποποίηση της Κύριας Σύμβασης Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης.

Υπενθυμίζουμε ότι η 1η ήταν το Δεκέμβριο του 2012, προκειμένου να περιληφθεί και η θετική Ευρωπαϊκή απόφαση για την ενίσχυση της βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους.

Η 2η ήταν το Δεκέμβριο του 2014, όταν και η προηγούμενη Κυβέρνηση ζήτησε την επέκταση της Σύμβασης για τους 2 πρώτους μήνες του 2015.

Και η 3η ήταν τον εφετινό Φεβρουάριο.

Μάλιστα, το περιεχόμενο των επικαιροποιήσεων των Συμβάσεων είναι το ίδιο.

Διέπονται δε όλες από το αγγλικό δίκαιο.

Εναποθέτουν, σε περίπτωση διαφοράς, την αποκλειστική δικαιοδοσία στα δικαστήρια του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου.

Συνδέονται δε όλες οι επικαιροποιήσεις με την Κύρια Σύμβαση Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης, της 15ης Μαρτίου 2012.

Δηλαδή, με την περίοδο στην οποία αναφέρεται η απόφαση της Βουλής.

3ος λόγος: Η ψηφισθείσα πρόταση για τη σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής αναφέρει ότι «το Πρόγραμμα Οικονομικής Πολιτικής έχει απολύτως αποτύχει».

Την ίδια στιγμή όμως, ο νυν Υπουργός Οικονομικών υποστηρίζει, εγγράφως, στο Eurogroup, ότι τα δημοσιονομικά επιτεύγματα της προηγούμενης Κυβέρνησης αποτελούν «σημείο αφετηρίας» και «σημείο εκκίνησης» για μια επωφελή για τη χώρα συμφωνία.

Πώς συνεπώς το Πρόγραμμα έχει απολύτως αποτύχει;

Παράλληλα, ο Υπουργός Οικονομικών υποστηρίζει την υλοποίηση διαρθρωτικών αλλαγών που είχαν συμφωνηθεί, από την προηγούμενη Κυβέρνηση, με τους εταίρους και δανειστές της χώρας και δεσμεύεται να συνεχίσει τις προσπάθειες που ξεκίνησε και υλοποίησε η προηγούμενη Κυβέρνηση σε αρκετούς τομείς.

Αποδέχεται μάλιστα το 70% των δράσεων που περιλαμβάνουν οι συμφωνίες της προηγούμενης Κυβέρνησης με τους εταίρους και ενσωματώνει και το ρόλο του ΟΟΣΑ, που ήδη υφίσταται.

Πώς συνεπώς το Πρόγραμμα έχει απολύτως αποτύχει;

Τέλος, ο Υπουργός Οικονομικών αποδέχεται τα ευνοϊκά χαρακτηριστικά που έχει το δημόσιο χρέος, λόγω της επέκτασης της λήξεως ομολόγων και της επίτευξης χαμηλότερων επιτοκίων, απόρροια της διαπραγμάτευσης των προηγούμενων Κυβερνήσεων.

Στα κείμενα μάλιστα του Eurogroup, ο Υπουργός Οικονομικών υποστηρίζει ότι η δομή του χρέους είναι τόσο σημαντική όσο και ο δείκτης χρέος / ΑΕΠ, προκειμένου να αξιολογηθεί η βιωσιμότητά του.

Μάλιστα αναφέρεται ότι η επέκταση της λήξης των ομολόγων και τα χαμηλότερα επιτόκια, που επέτυχε η προηγούμενη Κυβέρνηση, έχουν ήδη οδηγήσει το δείκτη χρέος / ΑΕΠ, σε χαμηλότερο επίπεδο, σε όρους καθαρής παρούσας αξίας.

Πως συνεπώς το Πρόγραμμα έχει απολύτως αποτύχει;

  • Διοικητές Τράπεζας της Ελλάδος

Γεώργιος Προβόπουλος

Ιωάννης Στουρνάρας (με την καινούργια ιδιότητα μετά τον Ιούνιο του 2014)

  • Γενικοί Γραμματείς Υπουργείου Οικονομικών

Ηλίας Πλασκοβίτης

Γιώργος Μέργος

Χριστίνα Παπακωνσταντίνου

Τάσος Αναστασάτος

  • Γενικοί Διευθυντές Θησαυροφυλακίου και Προϋπολογισμού ΓΛΚ

Χρήστος Ντζιούνης

Παναγιώτης Καρακούσης

Σταυρούλα Μηλιάκου

  • Επικεφαλής Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας / ΕΛΣΤΑΤ

Εμμανουήλ Κοντοπυράκης

Ανδρέας Γεωργίου

  • Πρόεδροι Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων

Γεώργιος Ζανιάς (με την παλαιότερη ιδιότητά του [Οκτώβριος 2009 – Μάιος 2012])

Παναγιώτης Τσακλόγλου

Χριστόδουλος Στεφανάδης

Τάσος Αναστασάτος

Γεώργιος Χουλιαράκης (ο τελευταίος λόγω και της Έκθεσης του Απριλίου του 2015 για την περίοδο 2013-2014)

  • Γενικοί Διευθυντές ΟΔΔΗΧ

Σπυρίδων Παπανικολάου

Πέτρος Χριστοδούλου

Στυλιανός Παπαδόπουλος

  • Πρόεδροι και Διευθύνοντες Σύμβουλοι Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ)

Παναγιώτης Θωμόπουλος, Πρώην Πρόεδρος

Αναστασία Σακελλαρίου, Πρώην Διευθύνουσα Σύμβουλος

  • Εκπρόσωποι της Ελλάδας στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο

Παναγιώτης Ρουμελιώτης

Θάνος Κατσάμπας

  • ΚΕΠΕ / ΙΟΒΕ / Επιμελητήρια

Παναγιώτης Κορλίρας, Πρώην Πρόεδρος και Επιστημονικός Διευθυντής του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) (Ιανουάριος 2010 – Απρίλιος 2013)

Νικόλαος Φίλιππας, Πρώην Πρόεδρος και Επιστημονικός Διευθυντής του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) (Απρίλιος 2013 – Απρίλιος 2015)

Τάκης Αθανασόπουλος, Πρόεδρος Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ)

Νικόλαος Βέττας, Γενικός Διευθυντής Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ)

Κωνσταντίνος Μίχαλος, Πρόεδρος Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών (ΕΒΕΑ) και Πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων (ΚΕΕ)

Βασίλειος Κορκίδης, Πρόεδρος Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας

Κωνσταντίνος Κόλλιας, Πρόεδρος Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος

  • Λοιπά πρόσωπα

Κωνσταντίνος Μποτόπουλος, Πρόεδρος Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς 

  • Από το εξωτερικό

Dominique StraussKahn, Πρώην Εκτελεστικός Διευθυντής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ).

Christine Lagarde, Εκτελεστική Διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ).

JeanClaude Trichet, Πρώην Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ).

Mario Draghi, Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ).

Joaquin Almunia, Πρώην Επίτροπος Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Olli Rehn, Πρώην Επίτροπος Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Pierre Moscovici, Επίτροπος Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων, Φορολογίας και Τελωνείων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

JeanClaude Juncker, Πρώην Πρόεδρος του Eurogroup, πρώην Πρωθυπουργός και Υπουργός Οικονομικών του Λουξεμβούργου, Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Επικεφαλείς Τρόικα (principals).

Μήνυμα για την Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας των Ποντίων –

genoktonia pontionΗ 19η Μαΐου έχει ανακηρυχθεί, ομόφωνα, από τη Βουλή των Ελλήνων, Ημέρα Μνήμης για τη Γενοκτονία των Ελλήνων του Πόντου.

Τιμούμε την μνήμη, αλλά και τους αγώνες των Ποντίων.

Των Ποντίων, οι οποίοι, παρ’ όλες τις αντιξοότητες, συνέβαλλαν στην ισχυροποίηση του Ελληνισμού.

Η σημερινή ημέρα ας αποτελέσει τη βάση για την υπόμνηση της ανάγκης για ειρηνική συνύπαρξη μεταξύ των λαών.

Συνέντευξη στην εφημερίδα “Ελεύθερος Τύπος της Κυριακής” – “Η σκόνη που επιχειρούν να ρίξουν θύλακες του ΣΥΡΙΖΑ στην πραγματικότητα δεν την μεταβάλλει” –

Site_32841229_5a6698eda243b564207e338741756e64Πως σχολιάζετε την πορεία των διαπραγματεύσεων; Θεωρείτε ότι η Κυβέρνηση έχασε χρόνο ή κινείται βάσει στρατηγικής;

Είναι σαφές ότι η Κυβέρνηση δεν έχει στρατηγικό σχέδιο.

Κινούμενη, επί 4 μήνες, σε ατμόσφαιρα «δημιουργικής ασάφειας», έχασε πολύτιμο χρόνο και διαπραγματευτικό κεφάλαιο, με μετρήσιμες αρνητικές συνέπειες για τη χώρα και υψηλό κόστος για την οικονομία.

 

Βλέπετε συμφωνία στον ορίζοντα;

Εκτιμώ ότι η Κυβέρνηση, μετά τις επί μακρόν παλινδρομήσεις της, μεταξύ «έντιμου συμβιβασμού» και «ρήξης», θα προχωρήσει, υποχωρώντας σημαντικά από τις δεσμεύσεις της, σε συμφωνία.

Προς αυτή την κατεύθυνση εμείς καλούμε να συνδράμουν έμπρακτα και οι εταίροι και δανειστές.

Είναι προφανές όμως ότι η Ελληνική οικονομία δεν μπορεί να περιμένει μέχρι την εξομάλυνση των αντιφάσεων μεταξύ προεκλογικών λόγων και μετεκλογικών έργων και τη διευθέτηση των εσωτερικών αντιθέσεων στα κόμματα της συγκυβέρνησης.

 

Αν τελικά επιτευχθεί συμφωνία με τα μέτρα που διαρρέονται, ποια είναι η εκτίμησή σας για την πορεία της οικονομίας; Υπάρχει περίπτωση να βρεθούμε σε νέο αδιέξοδο;

Σήμερα, η οικονομία παρουσιάζει σημάδια στασιμότητας αν όχι επιβράδυνσης, οι προσδοκίες νοικοκυριών και επιχειρήσεων έχουν καταρρεύσει, το κόστος δανεισμού έχει διογκωθεί, η δημόσια οικονομία παρουσιάζει τριγμούς αποσταθεροποίησης, τα προβλήματα ρευστότητας οξύνονται δραματικά, οι καταθέσεις μειώνονται σταθερά και τα «κόκκινα δάνεια» αυξάνονται διαρκώς.

Η επίτευξη συμφωνίας σίγουρα θα επιδράσει θετικά στην απομάκρυνση ή στον περιορισμό του «πέπλου» ασάφειας, ανασφάλειας και αβεβαιότητας.

Όμως αυτή η εξέλιξη από μόνη της δεν αρκεί.

Η Κυβέρνηση θα πρέπει να εργαστεί με σχέδιο, μεθοδικότητα και αποτελεσματικότητα, κυρίως στο πεδίο της υλοποίησης διαρθρωτικών αλλαγών, ώστε να μην διαταραχθεί η δημοσιονομική ισορροπία που επετεύχθη τα προηγούμενα χρόνια και να επανασυνδεθεί άμεσα με τη διαδικασία της ανάταξης της οικονομίας.

Καλούμε την Κυβέρνηση να προχωρήσει όχι μόνο με όνειρο αλλά και με λογισμό.

Η στάση της ΝΔ απέναντι στα νομοσχέδια που σχεδιάζει να καταθέσει η Κυβέρνηση στη Βουλή ενόψει της συμφωνίας ποια θα πρέπει να είναι;

Η ΝΔ, με συλλογικότητα, θα αξιολογήσει τη συμφωνία και τις πολιτικές που θα την συνοδεύουν.

Και θα τοποθετηθεί, με υπευθυνότητα επί αυτών, έχοντας ως καθοριστικό κριτήριο των πολιτικών επιλογών και των αποφάσεών της το μακροχρόνιο συμφέρον της χώρας.

Πολλά ακούγονται για τα ταμειακά διαθέσιμα που παρέλαβε η νέα Κυβέρνηση. Τι ισχύει τελικά;

Τα πράγματα είναι σαφή.

Μετά τις βουλευτικές εκλογές της 25ης Ιανουαρίου, και παρά την υστέρηση εσόδων λόγω της πολιτικής αβεβαιότητας, η χώρα είχε ταμειακά διαθέσιμα ύψους 1,9 δισ. ευρώ.

Αυτά τα ταμειακά διαθέσιμα παρέλαβε η σημερινή Κυβέρνηση.

Οι εκτιμήσεις, τότε, ήταν ότι η χώρα, αν η σημερινή Κυβέρνηση δεν αναλάμβανε οποιαδήποτε πρωτοβουλία, θα άρχιζε να αντιμετωπίζει ταμειακά προβλήματα μετά τις 24 Φεβρουαρίου, μικρά μέσα στο Φεβρουάριο και μεγαλύτερα το Μάρτιο.

Αυτός ήταν και ο λόγος που η προηγούμενη Κυβέρνηση επιδίωκε να κλείσει εντός διμήνου, με επωφελή για τη χώρα τρόπο, τη συμφωνία για τη λήψη της τελευταίας δόσης του τρέχοντος Προγράμματος

Αντίθετα, η σημερινή Κυβέρνηση, αρχικά, διαβεβαίωνε την Ελληνική κοινωνία, παρά το γεγονός ότι γνώριζε την αλήθεια, ότι η χώρα δεν έχει ανάγκη αυτής της δόσης.

Στη συνέχεια, αναγνώρισε αυτή την ανάγκη, αλλά δεσμεύθηκε η εκταμίευση της δόσης να γίνει με το τέλος της αξιολόγησης.

Σήμερα, τουλάχιστον, από αρκετά Κυβερνητικά στελέχη αναγνωρίζεται η εσφαλμένη διαπραγματευτική προσέγγιση.

Η σκόνη που επιχειρούν να ρίξουν θύλακες του ΣΥΡΙΖΑ στην πραγματικότητα δεν την μεταβάλλει.

Η αλήθεια τελικά επικρατεί.

Υπήρχε τελικά success story;

Η προηγούμενη Κυβέρνηση, το καλοκαίρι του 2012, ανέλαβε την υλοποίηση ενός ασφυκτικού και ανελαστικού Προγράμματος Οικονομικής Πολιτικής, το οποίο ήταν εκτός στόχων.

Στο τέλος του 2014, η χώρα, παρά τα αρχικά λάθη στο περιεχόμενο του Προγράμματος αναφορικά με το μίγμα της δημοσιονομικής πολιτικής, αλλά και την αβελτηρία στην εφαρμογή του στο σκέλος των διαρθρωτικών αλλαγών, κατέγραψε μετρήσιμα θετικά αποτελέσματα.

Αυτά καταγράφεται στην Έκθεση του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων του Υπουργείου Οικονομικών, τον προηγούμενο μήνα, σύμφωνα με την οποία «η πρόοδος που επετεύχθη αντικατοπτρίζεται στα θεμελιώδη μακροοικονομικά μεγέθη και είναι αποτέλεσμα σημαντικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων» και της «στροφής προς ένα αναπτυξιακό υπόδειγμα με εξωστρεφή προσανατολισμό».

Όταν όμως υπάρχει, σήμερα, αυτή η αποδοχή από το Υπουργείο Οικονομικών, τι σχόλιο να κάνω εγώ πλέον;

Είναι όμως αλήθεια ότι, παρά την θετική εξέλιξη, η κατάσταση της οικονομίας εξακολουθούσε να είναι εύθραυστη.

 

Έχει βάση η επίθεση της Κυβέρνησης στο πρόσωπο του κ. Στουρνάρα;

Η Κυβέρνηση επιδεικνύει μια «αντιπάθεια» στην ανεξαρτησία των θεσμών, ίσως και ως κατάλοιπο μιας διαχρονικής ιδεολογικής καχυποψίας προς το «σύστημα».

Τα παραδείγματα είναι πολλά, όχι μόνο η Τράπεζα της Ελλάδος.

Σε αυτήν, πρέπει να προσθέσετε και το Κυβερνητικό εγχείρημα μετακύλισης των ευθυνών στην Αντιπολίτευση, σε θεσμούς και σε πρόσωπα, προκειμένου να ξεπεράσει τις παλινωδίες και τα λάθη που έχουν οδηγήσει τη χώρα σε όξυνση των αδιεξόδων της.

Αυτή η τακτική όμως βλάπτει τη χώρα.

Η ΝΔ ανταποκρίνεται στο ρόλο της ως Αξιωματική Αντιπολίτευση; Ακούγεται στην κοινωνία;

Οι εξελίξεις στη χώρα είναι ρευστές, συνεπώς και οι προτιμήσεις των πολιτών.

Ο θεσμικός ρόλος όμως της εκάστοτε Αξιωματικής Αντιπολίτευσης είναι σημαντικός και πρέπει να ασκείται με υπευθυνότητα.

Αυτό και πράττουμε.

Ασκούμε σκληρή αλλά και δημιουργική αντιπολίτευση στα πεδία που η Κυβέρνηση δεν έχει καλές επιδόσεις (ενδεικτικά, οικονομία, παιδεία, ασφάλεια, λειτουργία του Κράτους και των θεσμών, παράνομη μετανάστευση κ.α.).

Αλλά συναινούμε εκεί που υπάρχουν καλές λύσεις για τη χώρα και τους πολίτες.

Αντίθετα από τις συμπεριφορές άλλων κομμάτων στο παρελθόν.

Άλλωστε η ΝΔ έχει αποδείξει ότι είναι η Παράταξη η οποία, σε στιγμές κρίσιμες για την πατρίδα και τους πολίτες, εστιάζει στο σημαντικό και υπηρετεί το πρωτεύον.

Σχετικά με το αίτημα συναδέλφων σας στην ΚΟ της ΝΔ για έκτακτο Συνέδριο και αλλαγή ηγεσίας ποιά είναι η θέση σας;

Αυτή που διατύπωσα και στην συνεδρίασή της: στην παρούσα φάση, το ζητούμενο για τη ΝΔ, είναι, διδαγμένη από τις επιτυχίες αλλά και τις παραλείψεις και τα λάθη της, να σχεδιάσει δημοκρατικά, με ψυχραιμία και συλλογικότητα, την επόμενη σελίδα για τη χώρα και την παράταξη.

Οι συντεταγμένες ανοικτές δημοκρατικές διαδικασίες που θα οδηγούν σε αποφάσεις οι οποίες θα μας δεσμεύουν όλους πρέπει να προωθηθούν ώστε να αποτελέσουν ακρογωνιαίο λίθο σταθερότητας στην κουλτούρα της ΝΔ.

Μήνυμα προς τους υποψήφιους των Πανελλαδικών Εξετάσεων –

images-stories-2011-Ellada-evb_enarxh_panelladikes_exetaseis_stigmiotypo_3-thumb-large-452x307Αγαπητές υποψήφιες, αγαπητοί υποψήφιοι

Με αφορμή την έναρξη των Πανελλαδικών Εξετάσεων,  εύχομαι, από καρδιάς, καλή δύναμη και καλή επιτυχία σε όλες και σε όλους σας.

Αντίστοιχες ευχές, επίσης, αποστέλλω στις οικογένειές σας και στους καθηγητές σας, των οποίων η αρωγή, η συμβολή και η συμπαράσταση είναι αμέριστη και αναντικατάστατη.

Οι Πανελλαδικές Εξετάσεις είναι, για την μαθητική σας ζωή, μια κορυφαία στιγμή.

Ωστόσο, δεν αποτελούν την μοναδική σας ευκαιρία για την απόκτηση μόρφωσης και επαγγελματικής κατάρτισης.

Οπλιστείτε με πίστη στις δυνάμεις σας, αισιοδοξία και νηφαλιότητα, ώστε να αποδώσετε το μέγιστο των δυνατοτήτων σας.

Καλή επιτυχία σε όλες και σε όλους.

Δελτίο Τύπου σχετικά με την κατάθεση Ερώτησης με θέμα τα έσοδα του Ελληνικού Δημοσίου από αδρανείς καταθετικούς λογαριασμούς –

staikourasΟ Βουλευτής Φθιώτιδας της Νέας Δημοκρατίας, κ. Χρήστος Σταϊκούρας, κατέθεσε, σήμερα, την υπ’ αριθ. πρωτ. 2608/15.05.2015 Ερώτηση με θέμα τα έσοδα του Ελληνικού Δημοσίου από αδρανείς καταθετικούς λογαριασμούς.

Ακολουθεί το κείμενο της Ερώτησης:

Ερώτηση

προς το Υπουργείο Οικονομικών

Θέμα: Έσοδα του Ελληνικού Δημοσίου από αδρανείς καταθετικούς λογαριασμούς.

Με το Ν. 4151/2013 (ΦΕΚ Α’ 103, 29.04.2013) επικαιροποιήθηκε, ουσιαστικά καταρτίστηκε για πρώτη φορά, το νομοθετικό πλαίσιο που διέπει τους αδρανείς καταθετικούς πόρους, επιτρέποντας, με διαφανείς διαδικασίες, τη χρήση των κεφαλαίων για την κάλυψη αναγκών του Δημοσίου, με απώτερο δυνητικό σκοπό τη στήριξη ευάλωτων κοινωνικών ομάδων.

Έτσι, με απλό, αλλά και λεπτομερειακό, τρόπο ρυθμίστηκε όλη η διαδικασία χρήσης και απόδοσης από τις τράπεζες των κεφαλαίων που προέρχονται από τους αδρανείς καταθετικούς λογαριασμούς στο Δημόσιο.

Τα ως άνω ποσά στο σύνολό τους καταγράφονται ως έσοδο στον ετήσιο Κρατικό Προϋπολογισμό.

Σύμφωνα με το Άρθρο 8, που ορίζει τη διαδικασία, κάθε πιστωτικό ίδρυμα, που δραστηριοποιείται στην Ελλάδα, οφείλει, εν μέσω άλλων, αμέσως μετά την παρέλευση εικοσαετίας να αποδίδει στο Δημόσιο συγκεντρωτικά μέχρι το τέλος Απριλίου κάθε έτους τα υπόλοιπα των αδρανών καταθέσεων, πλέον αναλογούντων τόκων, καταθέτοντας στην Τράπεζα της Ελλάδος τα σχετικά ποσά σε ειδικό λογαριασμό, που έχει ανοιχθεί για το σκοπό αυτό, ενημερώνοντας ταυτόχρονα τις αρμόδιες Διευθύνσεις του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους και της Γενικής Διεύθυνσης Δημόσιας Περιουσίας για την εκπλήρωση των υποχρεώσεων που απορρέουν από τον Νόμο.

Επίσης, τα πιστωτικά ιδρύματα υποχρεούνται, μέσα στις προθεσμίες σύνταξης του Κρατικού Προϋπολογισμού, να ενημερώνουν το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους για το κατ’ εκτίμηση ύψος των αδρανών καταθέσεων που θα μεταφέρουν στο Δημόσιο μέχρι τον Απρίλιο του επόμενου έτους, ώστε τα κονδύλια αυτά να συμπεριληφθούν στον Προϋπολογισμό του επόμενου οικονομικού έτους.

Σύμφωνα με πρόσφατα δημοσιεύματα (In.gr, To Βήμα, 15.05.2015) το ποσό από τα υπόλοιπα των αδρανών καταθέσεων που περιήλθαν στο Δημόσιο το έτος 2015, ανέρχεται στα 11 εκατ. ευρώ, ενώ το συνολικό ποσό για την τελευταία διετία από την πηγή αυτή ανέρχεται στα 48 εκατ. ευρώ περίπου.

Κατόπιν των ανωτέρω,

ΕΡΩΤΑΤΑΙ

ο κ. Υπουργός:

1. Ποιο είναι το ακριβές ποσό, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, που έχει περιέλθει στο Ελληνικό Δημόσιο από την ανωτέρω πηγή και πως αυτό έχει αξιοποιηθεί;

2. Πως αναλύεται το ποσό αυτό ανά έτος και ανά πιστωτικό ίδρυμα;

3. Υπάρχει σήμερα εκτίμηση του ύψους των αδρανών καταθέσεων που τα πιστωτικά ιδρύματα θα μεταφέρουν στο Δημόσιο μέχρι τον Απρίλιο του επόμενου έτους, ώστε τα κονδύλια αυτά να συμπεριληφθούν στον Προϋπολογισμό του επόμενου οικονομικού έτους;

Ο Ερωτών Βουλευτής

 

Χρήστος Σταϊκούρας

Ομιλία στο Συνέδριο του Economist – “19th Roundtable with the Government of Greece – Europe: The Comeback? Greece: How Resilient?” –

Site_1Κυρίες και Κύριοι,

Εκπροσωπώ σήμερα τον Πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας, κ. Α. Σαμαρά, ο οποίος δυστυχώς, λόγω ενός μικρού παροδικού προβλήματος υγείας, δεν μπορεί να παραστεί, όπως κάνει κάθε χρόνο, στο Συνέδριο και να απευθύνει την προγραμματισμένη ομιλία του.

Εκφράζω, εκ μέρους του, τη λύπη του γι’ αυτό.

Επιτρέψτε μου, στη δική μου τοποθέτηση, να καταθέσω σκέψεις και προτάσεις για την παρούσα κατάσταση και τις προοπτικές της Ελληνικής οικονομίας.

Κυρίες και Κύριοι,

Είναι γνωστό ότι οι οικονομίες της Ευρώπης «χτυπήθηκαν» έντονα από την παγκόσμια κρίση του 2007-2008.

Η χώρα μας επλήγη περισσότερο.

Κι αυτό γιατί παρουσίαζε, διαχρονικά, υποβόσκουσες ενδογενείς αδυναμίες.

Με αποτέλεσμα να λειτουργεί, περισσότερο ή λιγότερο ανά περίοδο, σε συνθήκες ασταθούς ισορροπίας.

Και το κυριότερο, με ένα αναπτυξιακό υπόδειγμα που χαρακτηριζόταν από εμφανείς, μακροχρόνιες παθογένειες στο αξιακό, στο θεσμικό, στο πολιτικό, στο κοινωνικό και στο οικονομικό πεδίο.

Οι συνθήκες αυτές επιδεινώθηκαν μετά το ξέσπασμα της κρίσης και τη διάχυσή της στην Ευρώπη.

Η μεταγενέστερη εξέλιξη των γεγονότων στη χώρα είναι, σε όλους μας, γνωστή.

Η κρίση δανεισμού από τις αρχές του 2010, η προσφυγή της χώρας, πριν από 5 χρόνια, στο Μηχανισμό Στήριξης, ως αποτέλεσμα και μιας σειράς λανθασμένων πολιτικών επιλογών και χειρισμών εκείνης της περιόδου, και η εφαρμογή ενός ασφυκτικού και ανελαστικού Προγράμματος Οικονομικής Πολιτικής, από το  Μάιο του 2010 μέχρι και σήμερα.

Πρόγραμμα, το οποίο απαιτούσε «βίαιη» και εμπροσθοβαρή δημοσιονομική προσαρμογή και πλήθος δύσκολων, αλλά σε πολλές περιπτώσεις αναγκαίων, διαρθρωτικών παρεμβάσεων.

Πρόγραμμα, το οποίο, παρά τα λάθη στο περιεχόμενό του αναφορικά με το μίγμα της δημοσιονομικής πολιτικής, αλλά και την αβελτηρία στην εφαρμογή του στο σκέλος των διαρθρωτικών αλλαγών, είχε αρχίσει, με την επιτάχυνση της εφαρμογής του μετά το 2012, να καταγράφει, στο τέλος του 2014, μετρήσιμα θετικά αποτελέσματα.

Η πρόοδος που επετεύχθη, σύμφωνα με την Έκθεση της παρούσας διοίκησης του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων του Υπουργείου Οικονομικών, του προηγούμενου μάλιστα μήνα, «αντικατοπτρίζεται εύγλωττα στα θεμελιώδη μακροοικονομικά μεγέθη και είναι αποτέλεσμα των σημαντικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που έλαβαν χώρα».

Και συνεχίζει η Έκθεση, «στο πλαίσιο του προγράμματος οικονομικής προσαρμογής η δημοσιονομική θέση της χώρας βελτιώθηκε σημαντικά, αλλά τέθηκαν και οι βάσεις ώστε η πρόοδος που επετεύχθη στα μακροοικονομικά μεγέθη να μην είναι μόνο κυκλικού χαρακτήρα αλλά να έχει και σημαντικό διαρθρωτικό υπόβαθρο».

Ενδεικτικά:

  • Σταθεροποιήθηκαν τα δημόσια οικονομικά.
  • Επιτεύχθηκαν πρωτογενή πλεονάσματα.
  • Αντιμετωπίστηκαν χρόνιες εσωτερικές και εξωτερικές ανισορροπίες.
  • Ενισχύθηκε η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
  • Δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις για τη λήξη της παρατεταμένης ύφεσης.

Πράγματι, το 2014, μετά από 6 έτη βαθιάς και παρατεταμένης ύφεσης, η χώρα επέστρεψε σε θετικό ρυθμό μεγέθυνσης.

Ενώ, προβλεπόταν, πριν κάποιους μήνες, να είναι ακόμη υψηλότερος το 2015, προσεγγίζοντας το 3%.

Σ’ αυτή την πρόβλεψη συνέκλιναν όλοι: οι εταίροι, οι διεθνείς οργανισμοί, η Τράπεζα της Ελλάδος, τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα, τα ερευνητικά κέντρα, η προηγούμενη Κυβέρνηση.

Η χώρα, συνεπώς, επέστρεφε στην ανάπτυξη.

Όμως είναι αλήθεια ότι η κατάσταση της οικονομίας εξακολουθούσε να είναι εύθραυστη.

Και παρά ταύτα, πολιτικές δυνάμεις της χώρας διαπράττουν, για δεύτερη φορά μετά το 2009, το ίδιο λάθος.

Επιβάλλουν εκλογές.

Από τα τέλη Ιανουαρίου, δυνάμεις της ριζοσπαστικής αριστεράς έχουν τον πρώτο και κύριο ρόλο στη διακυβέρνηση της χώρας.

Τους τέσσερις τελευταίους μήνες η αβελτηρία, η πολυγλωσσία, η ασάφεια και οι παλινωδίες αυτής της Κυβέρνησης αποδεικνύονται, καθημερινά, επιζήμιες για τη χώρα και τους πολίτες της.

Χάσαμε χρόνο, αξιοπιστία και συμμάχους.

Η αβεβαιότητα βαθαίνει και επεκτείνεται.

Και οι προβληματισμοί πολλαπλασιάζονται, όχι μόνο στην οικονομία αλλά σε όλο το φάσμα της δημόσιας ζωής:

  • Στη λειτουργία του Κράτους, που υποσκάπτεται από τις μεθοδεύσεις νεποτισμού στη στελέχωση του κρατικού μηχανισμού και από την ακύρωση τομών στη δημόσια διοίκηση.
  • Στην ασφάλεια των πολιτών, που απειλείται από την επαναφορά ασύλων παρανομίας και ατιμωρησίας.
  • Στην αντιμετώπιση και διαχείριση της παράνομης μετανάστευσης.
  • Στα εθνικά μας θέματα, όπου στρατηγικές συμμαχίες διαταράσσονται.
  • Στη λειτουργία των θεσμών, όπου πρακτικές που άλλοτε ξορκίζονταν ως αντισυνταγματικές τώρα υιοθετούνται ως αναγκαίες, και μάλιστα επαναλαμβάνονται.
  • Στην παιδεία, όπου αποψιλώνεται η αξιολόγηση και αποδομείται η αριστεία, αποκόπτοντας έτσι τη χώρα από τα τεκταινόμενα στον Ευρωπαϊκό χώρο.

Ενώ, το πεδίο της οικονομίας έχει καλυφθεί από την «ομίχλη της ανασφάλειας».

Ποιά όμως, Κυρίες και Κύριοι, είναι σήμερα η κατάσταση της Ελληνικής οικονομίας;

Κωδικοποιημένα:

1ον. Η οικονομία παρουσιάζει σημάδια επιβράδυνσης, μετά την ανάκαμψή της το 2014.

Οι διεθνείς και εγχώριοι θεσμοί και οργανισμοί αναθεωρούν, προς το δυσμενέστερο, τις εκτιμήσεις τους για το ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης του 2015.

Έτσι, ενδεικτικά, ενώ οι αρχικές εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ήταν για οικονομική ανάπτυξη 2,9% το 2015 (προβλέψεις Νοεμβρίου 2014), αναθεωρήθηκαν στο 2,5% (προβλέψεις Φεβρουαρίου 2015) και σήμερα, 3 μήνες αργότερα, αυτές διαμορφώθηκαν στο 0,5%.

Υπάρχουν μάλιστα και προβλέψεις άλλων οργανισμών, σύμφωνα με τις οποίες η χώρα κινδυνεύει να «βουτήξει», και πάλι, στην ύφεση.

Τα στοιχεία που ανακοίνωσε χθες η ΕΛΣΤΑΤ επιτείνουν αυτή την ανησυχία.

Ενώ, και οι εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την ανεργία, οι οποίες ήταν σταθερές μέχρι το Φεβρουάριο του 2015, αναθεωρήθηκαν, το τελευταίο τρίμηνο, προς το δυσμενέστερο.

2ον. Το επιχειρηματικό κλίμα επιδεινώνεται.

Ο δείκτης οικονομικού κλίματος έχει «πέσει» στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 15 μηνών, μειώνεται ραγδαία το τελευταίο τρίμηνο, ενώ διευρύνεται και η απόστασή του από τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο.

Δηλαδή, έχει καταρρεύσει τόσο η ψυχολογία όσο και οι προσδοκίες επενδυτών και καταναλωτών, νοικοκυριών και επιχειρήσεων.

3ον. Οι αποδόσεις των Ελληνικών ομολόγων έχουν «σκαρφαλώσει» σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα.

Όταν, μάλιστα, οι αποδόσεις τίτλων των άλλων Ευρωπαϊκών χωρών παραμένουν κοντά σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα.

Είναι προφανές πως η προεκλογική πρόβλεψη της Κυβέρνησης, ότι οι αγορές θα «χορεύουν» σύμφωνα με τις επιθυμίες, δεν επαληθεύεται.

4ον. Το κόστος δανεισμού του Δημοσίου, τους τελευταίους μήνες, μέσω των εκδόσεων εντόκων γραμματίων 3μηνης και 6μηνης διάρκειας, αυξάνεται.

Αποτέλεσμα αυτής της εξέλιξης είναι, κατά το 1ο τετράμηνο του 2015, οι τόκοι να είναι αυξημένοι περίπου κατά 500 εκατ. ευρώ έναντι της αντίστοιχης περιόδου του 2014.

Επιβαρύνοντας έτσι τον Έλληνα φορολογούμενο.

5ον. Οι οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης υποβαθμίζουν, και πάλι, τη χώρα.

Μάλιστα, οι προοπτικές αναθεώρησης των εκτιμήσεών τους είναι προς το δυσμενέστερο.

6ον. Ο δείκτης του Χρηματιστηρίου καταγράφει σημαντικές απώλειες.

Επενδυτές εγκαταλείπουν ή «παγώνουν» τα επενδυτικά τους σχέδια στη χώρα μας.

Μάλιστα, όπως ορθώς επισημαίνει και το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, η τρέχουσα κατάσταση δεν απειλεί μόνο όσες επιχειρήσεις βρίσκονται σε οριακό σημείο, αλλά και όσες τα χρόνια της κρίσης άντεξαν, επένδυσαν, συγκράτησαν μισθούς, κατέβαλαν φόρους και απέφυγαν απολύσεις.

Απειλεί δηλαδή, την υγιή επιχειρηματικότητα.

7ον. Η δημόσια οικονομία παρουσιάζει τριγμούς αποσταθεροποίησης.

Το πρωτογενές πλεόνασμα της Γενικής Κυβέρνησης διαμορφώνεται σε χαμηλότερο επίπεδο από πέρυσι.

Ενώ, οι Οργανισμοί Κοινωνικής Ασφάλισης εμφανίζουν πρωτογενές έλλειμμα.

Πρωτογενές έλλειμμα το οποίο, μήνα με το μήνα, διευρύνεται.

8ον. Τα προβλήματα ρευστότητας οξύνονται δραματικά.

Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές έχουν αυξηθεί, το 1ο τρίμηνο του έτους, κατά 720 εκατ. ευρώ.

Η αύξηση αυτή είναι και συνεχής και διευρυνόμενη.

Υπενθυμίζεται ότι αυτές οι οφειλές είχαν μειωθεί περίπου κατά 70% την προηγούμενη διετία, από τα 9 δισ. ευρώ στο τέλος του 2012 στα 3 δισ. ευρώ στο τέλος του 2014.

Επιβεβαιώνεται έτσι, και πάλι, ότι η Κυβέρνηση έχει προχωρήσει σε εσωτερική στάση πληρωμών, η οποία έχει οδηγήσει σε «ασφυξία» την οικονομία.

Η κατάσταση δε, μήνα με το μήνα, επιδεινώνεται.

9ον. Η Κυβέρνηση έχει «σκουπίσει» τα ταμειακά διαθέσιμα των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης, προχωρώντας πλέον και σε αναγκαστικό εσωτερικό δανεισμό.

10ον. Οι καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων μειώνονται σταθερά, και τα «κόκκινα δάνεια», διαρκώς, αυξάνονται.

11ον. Οι εγγυήσεις μέσω του μηχανισμού Έκτακτης Ενίσχυσης Ρευστότητας (ELA) αυξάνονται, μήνα με το μήνα, εντυπωσιακά.

Έτσι, ο ELA διαμορφώθηκε στα 75 δισ. ευρώ στο τέλος Απριλίου, από 0 δισ. ευρώ στο τέλος του 2014.

Συνεπώς, το κόστος δανεισμού των τραπεζών έχει διογκωθεί, με δυσμενείς επιπτώσεις για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.

Συμπερασματικά, η Κυβέρνηση, τις πρώτες 100 ημέρες της θητείας της, δεν έχει καλές επιδόσεις στην οικονομία.

Μάλιστα, από εβδομάδα σε εβδομάδα, η κατάσταση χειροτερεύει και τα αδιέξοδα πολλαπλασιάζονται.

Η ισορροπία που επετεύχθη τα δύο προηγούμενα χρόνια στη δημόσια οικονομία, με μεγάλες θυσίες νοικοκυριών και επιχειρήσεων, έχει διαταραχθεί.

Ενώ, και οι αναπτυξιακές προοπτικές της Ελληνικής οικονομίας δεν είναι ευοίωνες.

Την ίδια περίοδο μάλιστα που, σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, οι ρυθμοί οικονομικής μεγέθυνσης βελτιώνονται και το κόστος δανεισμού συρρικνώνεται, εξαιτίας του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης και της εξαιρετικά διευκολυντικής νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ, που επενεργούν προς την κατεύθυνση της βελτίωσης των συνθηκών χρηματοδότησης.

Εξελίξεις στις οποίες δεν μπορεί να συμμετάσχει η χώρα μας.

Επιβάλλεται, συνεπώς, η Κυβέρνηση να επιδείξει σύνεση και ρεαλισμό.

Να αφήσει στην άκρη την «επικοινωνιακή διαχείριση» των προβλημάτων και τον ριζοσπαστικό ακτιβισμό που είχε στη θέση της αντιπολίτευσης.

Να σταματήσει το εγχείρημα μετακύλισης των ευθυνών στην Αντιπολίτευση, σε θεσμούς και σε πρόσωπα, προκειμένου να ξεπεράσει τις παλινωδίες και τα λάθη που έχουν οδηγήσει τη χώρα σε όξυνση των αδιεξόδων της.

Και να κινηθεί γρήγορα.

Να εργαστεί με σχέδιο ώστε να επανασυνδεθεί η χώρα με τη διαδικασία της ανάταξης της οικονομίας.

Άλλωστε, σύμφωνα και με την Έκθεση του σημερινού Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων του Υπουργείου Οικονομικών, οι βάσεις έχουν τεθεί, αφού η χώρα επέτυχε, τα έτη 2013 και 2014, «τη στροφή προς ένα αναπτυξιακό υπόδειγμα με εξωστρεφή προσανατολισμό».

Κατά την πεποίθησή μoυ το σχέδιο αυτό, πρέπει να αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα μιας ολοκληρωμένης και συνεκτικής στρατηγικής, με στόχο την επίτευξη δυναμικής και βιώσιμης ανάπτυξης, με κοινωνική συνοχή.

Βασικοί άξονες αυτής της στρατηγικής πρέπει να είναι:

1ος. Η διασφάλιση της σταθεροποίησης των δημόσιων οικονομικών, μέσω της εφαρμογής αλλά και ενίσχυσης των ήδη θεσπισμένων κανόνων και πρακτικών χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και πειθαρχίας.

Δυστυχώς όμως, όπως ήδη ανέφερα, η δημόσια οικονομία παρουσιάζει σήμερα τριγμούς αποσταθεροποίησης.

Ενώ υπάρχουν και κυβερνητικές φωνές που υποστηρίζουν επικίνδυνες επεκτατικές δημοσιονομικές πολιτικές, και όχι για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης όπου πράγματι αυτές είναι αναγκαίες και έχουν ξεκινήσει από το 2014, με τη διανομή του «κοινωνικού μερίσματος».

2ος. Η πραγματοποίηση, ακόμη περισσότερων, διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στις αγορές αγαθών και υπηρεσιών.

Μεταρρυθμίσεις, που θα βοηθήσουν στη διατήρηση ή/και στη δημιουργία νέων εξωστρεφών και ανταγωνιστικών εγχώριων επιχειρήσεων και στην προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων.

3ος. Η βελτίωση της «ποιότητας» των δημόσιων οικονομικών.

Αυτό θα επιτευχθεί με την αύξηση της αποτελεσματικότητας των πόρων και με την ενίσχυση, σταδιακά, των δαπανών που έχουν υψηλό πολλαπλασιαστή και απόδοση, προάγουν την οικονομική ανάπτυξη και δημιουργούν υψηλή κοινωνική ανταποδοτικότητα.

Αυτός ο προσανατολισμός των δημόσιων δαπανών συνάδει και με τη θεωρία της ενδογενούς ανάπτυξης, σύμφωνα με την οποία η ανάδειξη παραγόντων όπως η εκπαίδευση, η έρευνα και η καινοτομία συνιστούν «ατμομηχανές» για μια ισχυρή και σύγχρονη αναπτυξιακή δυναμική.

Είναι προφανές, ότι η κατάργηση των μεταρρυθμίσεων στο χώρο της εκπαίδευσης που είχαν υιοθετηθεί τα τελευταία δέκα χρόνια, με τη μέγιστη μάλιστα πολιτική και κοινωνική συναίνεση, θα αποτελέσει αναπτυξιακή τροχοπέδη.

Η Κυβέρνηση, αντί να προωθήσει με βελτιωτικές ρυθμίσεις την αξιολόγηση και την αριστεία, ουσιαστικά τις αποδομεί, επαναφέρει τον κομματισμό και τη συναλλαγή και κολακεύει τη μετριότητα.

Λόγω ιδεοληψιών κάνει βήματα προς τα πίσω.

4ος. Η ταχύτερη και εμπροσθοβαρής υλοποίηση επενδυτικών σχεδίων μέσω της ορθολογικής αξιοποίησης των διαθέσιμων πόρων του ΕΣΠΑ και του ΠΔΕ.

Είναι προφανές, ότι η συγκράτηση των δαπανών του ΠΔΕ προκειμένου να καλυφθεί μέρος των ταμειακών αναγκών της χώρας, περιορίζει τις προοπτικές ανάκαμψης της οικονομίας.

5ος. Η αξιοποίηση των ανταγωνιστικών μας πλεονεκτημάτων.

Του τουρισμού, της ναυτιλίας, αλλά και της αγροτικής παραγωγής.

Της γεωργίας, της κτηνοτροφίας, της αλιείας, της μεταποίησης αγροτο-κτηνοτροφικών προϊόντων.

6ος . Η ανάδειξη της σημασίας της γεωστρατηγικής θέσης της χώρας.

7ος. Η εξασφάλιση ομαλής χρηματοδότησης της οικονομίας και η αποτελεσματική διαχείριση των δανείων σε καθυστέρηση.

Δυστυχώς, σήμερα, οι τράπεζες δέχονται ισχυρές πιέσεις, τόσο στο παθητικό τους όσο και στο ενεργητικό τους.

Και η χρηματοδότηση μέσω του έκτακτου μηχανισμού παροχής ρευστότητας, με βάση τους κανόνες του Ευρωσυστήματος, αναγκαστικά συνεπάγεται σημαντικά υψηλότερο κόστος χρηματοδότησης για τα πιστωτικά ιδρύματα.

Ενώ, αυτή η χρηματοδότηση δεν καταλήγει – όπως θα έπρεπε – στον ιδιωτικό τομέα, αλλά κατευθύνεται για την αναπλήρωση των κενών ρευστότητας από την απόσυρση των ταμειακών διαθεσίμων φορέων της Γενικής Κυβέρνησης και από την αγορά εντόκων γραμματίων του Δημοσίου, απορροφώντας, το Δημόσιο, όλη τη ρευστότητα.

8ος. Η εντατικότερη υλοποίηση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων και αξιοποίησης της περιουσίας του Δημοσίου.

Οι ιδιωτικοποιήσεις εκείνες, που συνιστούν ταυτόχρονα παραγωγικές ξένες άμεσες επενδύσεις, μπορούν να συμβάλουν στην εισαγωγή τεχνογνωσίας, στον εκσυγχρονισμό και στην αύξηση της αποτελεσματικότητας των επιχειρήσεων που ιδιωτικοποιούνται, στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και στην ενίσχυση της εξωστρέφειας της οικονομίας, αλλά και στον περιορισμό των δανειακών αναγκών του Ελληνικού Δημοσίου και, τελικά, στη μείωση του δημοσίου χρέους μεσοπρόθεσμα.

Δυστυχώς όμως, οι Κυβερνητικές αμφισημίες και η πολυγλωσσία επί του θέματος, οδηγούν πολλές επενδύσεις είτε στην ακύρωση είτε στην «κατάψυξη».

9ος. Η δημιουργία ενός δίκαιου, αποτελεσματικού και σύγχρονου κράτους.

Αφού επιτεύχθησαν οι αναγκαίοι ποσοτικοί στόχοι για τη μείωση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων και της μισθολογικής δαπάνης, οφείλουμε να περάσουμε στην εκπλήρωση των κρίσιμων ποιοτικών μεταρρυθμίσεων.

Με προτεραιότητα τη λειτουργική αποτελεσματικότητα του δημόσιου τομέα, την ενίσχυση της διαφάνειας, την εξασφάλιση της ισονομίας, την αποτελεσματική αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού και την εδραίωση ενός διαφανούς πλαισίου αξιολόγησης και επιβράβευσης της παραγωγικότητας.

Προς αυτή την κατεύθυνση, η προηγούμενη Κυβέρνηση ξεκίνησε την υλοποίηση μιας ολοκληρωμένης προσπάθειας βελτίωσης της λειτουργίας και αποκατάστασης του κύρους της δημόσιας διοίκησης.

Δυστυχώς, και σε αυτό το πεδίο, μέσα από σχετικές νομοθετικές πρωτοβουλίες, η Κυβέρνηση προωθεί την πλήρη αποδόμηση όσων είχαν τεθεί σε εφαρμογή, οδηγώντας στην οπισθοδρόμηση και στην παράδοση και διολίσθηση της δημόσιας διοίκησης στα «συντεχνιακά συμφέροντα», σε βάρος των πολιτών.

10ος. Η σταδιακή μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης νοικοκυριών και επιχειρήσεων.

Αυτό θα επιτευχθεί με τη διασφάλιση περιβάλλοντος δημοσιονομικής και φορολογικής σταθερότητας και με την ένταξη του «αφανούς» τμήματος της οικονομίας στο «εμφανές» πεδίο της, επιτυγχάνοντας τη φορολόγησή του.

Έχει αποδειχθεί, και στη χώρα μας, ότι η δημοσιονομική προσαρμογή είναι βιώσιμη όταν επιτυγχάνεται, κυρίως, από το σκέλος των δαπανών.

11ος. Η περαιτέρω ενίσχυση της μακροχρόνιας βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους.

Το «προφίλ» του έχει ήδη βελτιωθεί.

Η μέση διάρκειά του έχει χρονικά υπερδιπλασιασθεί, το μέσο επιτόκιό του έχει μειωθεί, οι δαπάνες για τόκους έχουν υποχωρήσει.

Είναι, όμως, επίσης, αλήθεια ότι, εφόσον τηρούμε τις δεσμεύσεις μας, οι εταίροι και δανειστές μας υποχρεούνται να αναλάβουν, σύντομα, συγκεκριμένες πρωτοβουλίες για την περαιτέρω ενίσχυση της βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους, στη βάση της απόφασης του Νοεμβρίου του 2012.

Ρεαλιστικές λύσεις, εφικτές τεχνικές, ισοδύναμοι τρόποι υπάρχουν.

Και σε αυτή την άποψη έχει προσχωρήσει, πλέον, και η σημερινή Κυβέρνηση.

Κυρίες και Κύριοι,

Κατά την εκτίμησή μου, αυτός είναι ο ορθός δρόμος που πρέπει να ακολουθήσουμε.

Για το λόγο αυτό είναι εθνική ανάγκη να διαφυλαχθούν όλα όσα έχουν επιτευχθεί, με τόσο μεγάλο κόπο και κόστος.

Η μέχρι σήμερα πορεία σε συνθήκες «ομίχλης» από ασάφεια, ανασφάλεια και αβεβαιότητα, έχει οδηγήσει σε καθήλωση την οικονομία.

Οι μακρόσυρτες διαπραγματεύσεις, με τους εταίρους και δανειστές, στο θολό περιβάλλον, έχουν κόστος για την οικονομία.

Από την πλευρά μας, πρέπει οι θέσεις μας στις διαπραγματεύσεις να είναι τεκμηριωμένες, για να είναι διεκδικητικές και αποτελεσματικές.

Έχει καταστεί πλέον σαφές ότι η Ελληνική οικονομία δεν μπορεί να περιμένει μέχρι την εξομάλυνση των αντιφάσεων μεταξύ προεκλογικών λόγων και μετεκλογικών έργων και τη διευθέτηση των εσωτερικών αντιθέσεων στα κόμματα της συγκυβέρνησης.

Εύχομαι η Κυβέρνηση, με την τελική συμφωνία, να πετύχει οφέλη για τη χώρα τα οποία θα υπερβούν το κόστος.

Προς αυτή την κατεύθυνση καλούμε να συνδράμουν έμπρακτα και οι εταίροι και δανειστές.

Όλοι μας πρέπει να γνωρίζουμε ότι κανένας δεν έχει συμφέρον από την παράταση μιας «προβληματικής» κατάστασης σε χώρα της Ευρωζώνης.

Σε κάθε περίπτωση, στην πατρίδα μας, μετά τη δοκιμή και της ριζοσπαστικής αριστεράς στη διακυβέρνηση, πιστεύω ότι είναι καιρός να σταματήσουμε τις ιδεοληπτικές σκιαμαχίες και τους υψηλούς τόνους και όλες οι κοινωνικοπολιτικές δυνάμεις, ανεξάρτητα από τις όποιες διαφορές και τον ανά περίοδο ρόλο μας στο πολιτικό σκηνικό, να «βάζουμε διαρκώς πλάτη» ώστε η χώρα να βγει γρήγορα και οριστικά από το τέλμα, να αναπτυχθεί με δικαιοσύνη και συνοχή και να πορευθεί με αξιοπρέπεια και δυναμισμό στο διεθνές σκηνικό.

Πιστεύω ότι αυτό είναι το πρώτο, το κύριο καθήκον κάθε Έλληνα και κάθε Ελληνίδας.

Ελπίζω ότι θα ανταποκριθούμε.

Άρθρο στην εφημερίδα “Η Καθημερινή” – “«Όπισθεν ολοταχώς» στην Εκπαίδευση” –

91898759Θεωρητικές προσεγγίσεις και εμπειρικές μελέτες συγκλίνουν στη διαπίστωση ότι η εκπαίδευση αποτελεί το βασικό μηχανισμό παραγωγής, συσσώρευσης και διάχυσης του ανθρώπινου κεφαλαίου.

Η εκπαίδευση δύναται να βελτιώνει την παραγωγικότητα – ανταγωνιστικότητα, να επιταχύνει τους ρυθμούς της βιώσιμης ανάπτυξης, να ενισχύει την απασχόληση, να μειώνει τις περιφερειακές ανισότητες, να προωθεί την κοινωνική συνοχή.

Ως εκ τούτου πρέπει, ως χώρα, να αποδώσουμε ιδιαίτερη σημασία στην ποσότητα και στην ποιότητα του ανθρωπίνου κεφαλαίου, δηλαδή της εκπαίδευσης. Θα έλεγα ότι μείζον στρατηγικός στόχος είναι η βελτίωση της ποιότητας.

Είναι γεγονός ότι, την τελευταία δεκαετία, έγιναν κάποια σημαντικά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση. Κάποια από αυτά μάλιστα υλοποιήθηκαν σε περιβάλλον ευρύτερης κοινοβουλευτικής και κοινωνικής συναίνεσης. Το αποτέλεσμα είναι, σήμερα, στους κόλπους του εκπαιδευτικού μας συστήματος να έχουν δημιουργηθεί ορισμένες σημαντικές νησίδες ποιότητας, να έχουν διορθωθεί, έστω και ατελώς, κάποιες από τις χρόνιες παθογένειές του, να έχουν αναπτυχθεί κάποιες ισχνές δομές αξιολόγησης και να έχει ενισχυθεί η εξωστρέφειά του. Δημιουργήθηκε έτσι το αναγκαίο υπόβαθρο για την περαιτέρω βελτίωσή του.

Δυστυχώς, όμως, η παρούσα Κυβέρνηση, με τις πρωτοβουλίες που προωθεί όχι μόνο «φρενάρει» τις θετικές εξελίξεις, αλλά θα έλεγα ότι αποψιλώνει ότι άνθησε μέχρι σήμερα. Αντί να προωθήσει με βελτιωτικές ρυθμίσεις την αξιολόγηση και την αριστεία, ουσιαστικά τις αποδομεί, επαναφέρει τον κομματισμό και τη συναλλαγή, κολακεύει τη μετριότητα και αποκόπτει τη χώρα από τα τεκταινόμενα στον ευρωπαϊκό χώρο. Λόγω ιδεοληψιών κάνει βήματα προς τα πίσω.

Αντίθετα, η έμφαση θα πρέπει να δοθεί, στην συνεχή αξιολόγηση των δομών της εκπαίδευσης, στην ενίσχυση της αυτονομίας σχολείων και ιδρυμάτων, στην αξιολόγηση της οικονομικής αποτελεσματικότητας των διαθέσιμων πόρων, στο μέγεθος των μονάδων εκπαίδευσης. Ενώ θα πρέπει να μας απασχολεί, η χαμηλή αποδοτικότητα των κοινωνικών και ιδιωτικών επενδύσεων στην εκπαίδευση και την κατάρτιση, η δυσαρμονία μεταξύ εκπαίδευσης και αγοράς εργασίας, η μεγάλη διαρροή εγκεφάλων στο εξωτερικό.

Και όλα αυτά θα πρέπει να είναι αποτέλεσμα ουσιαστικού διαλόγου, προϊόν συνεννόησης και σύνθεσης, ώστε, τελικά, η εκπαίδευση να διαδραματίσει και στη χώρα μας τον δημιουργικό ρόλο που μπορεί και πρέπει.

Δελτίο Τύπου σχετικά με απάντηση σε δημοσιεύματα στον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο για τα ταμειακά διαθέσιμα –

C2974947D4E3528273B77F3277D4BC81Ο Συντονιστής Οικονομικών Υποθέσεων της Νέας Δημοκρατίας, κ. Χρήστος Σταϊκούρας, έκανε την ακόλουθη δήλωση:

«Επειδή,

1ον. ορισμένα έντυπα και ηλεκτρονικά Μέσα παρουσιάζουν αποσπάσματα από χθεσινή τοποθέτησή μου στην Επιτροπή Ισολογισμού και Απολογισμού της Βουλής και καταλήγουν σε αυθαίρετα συμπεράσματα, και

2ον. τα αδιέξοδα της πολιτικής της Κυβέρνησης δεν αποτελούν επαρκή λόγο για να θολώνουμε κι άλλο την πολιτική ατμόσφαιρα στη χώρα,

παραθέτω αυτούσια την τοποθέτησή μου από τα πρακτικά της Επιτροπής, προς αποκατάσταση της αλήθειας:

«Μετά τις Βουλευτικές Εκλογές του Ιανουαρίου του 2015, η χώρα είχε ταμειακά διαθέσιμα ύψους 1,9 δισ. ευρώ. Η προηγούμενη κυβέρνηση, δηλαδή, παρέδωσε στη σημερινή κυβέρνηση ταμειακό πλεόνασμα ύψους 1,9 δισ. ευρώ. Οι εκτιμήσεις ήταν – και ορθώς αναφέρεται σε αυτό ο κ. Υπουργός (κ. Μάρδας) – ότι αν η σημερινή Κυβέρνηση δεν αναλάμβανε οποιαδήποτε πρωτοβουλία το μήνα Φεβρουάριο, στο τέλος Φεβρουαρίου η χώρα θα είχε ανάγκη από νέο δανεισμό. Πράγματι, δηλαδή – δεν θυμάμαι τώρα αν είναι 450, 470 ή 500 εκατομμύρια ευρώ – το πρόσημο θα ήταν αρνητικό τέλος Φεβρουαρίου. Γι’ αυτό το λόγο και η προηγούμενη Κυβέρνηση ήθελε να κλείσει τη συμφωνία εντός διμήνου, ώστε να εισρεύσουν στα κρατικά ταμεία τμήμα ή το σύνολο της δόσης, για να καλύψει αυτές τις άμεσες πιεστικές ανάγκες.

Ορθώς, συνεπώς, ο κ. Υπουργός μίλησε γι’ αυτό. Με μια διαφορά, όμως. Ότι ενώ τα γνώριζαν αυτά στην Κυβέρνηση από τέλος Ιανουαρίου (τους είχαμε κάνει αναλυτική ενημέρωση), στις 20 Φεβρουαρίου υπέγραψαν μια συμφωνία, στην οποία έλεγαν – αφού ο Υπουργός Οικονομικών είχε πει νωρίτερα ότι δεν έχουμε ανάγκη τα 7,2 δισεκατομμύρια ευρώ – ότι τα 7,2 δισ. ευρώ τελικά τα έχουμε ανάγκη, αλλά στο τέλος της αξιολόγησης. Εδώ υπάρχει τουλάχιστον μια αντίφαση, αν όχι άγνοια της πραγματικότητας».

Και για το θέμα των πρόωρων εκλογών που αναγνώρισε ως λάθος ο κ Μάρδας σημείωσα: «Τώρα για το ποιού επιλογή ήταν οι εκλογές, νομίζω ότι αυτό το ξέρουμε όλοι. Ποιοί τις διεκδικούσαν, ποιός είχε υποσχεθεί και τι προεκλογικά, ποιός έλεγε σε πολίτες να μην πληρώνουν, το αφήνω στην άκρη και κοιτάζω το παρόν.»

Υπενθυμίζεται, ότι την ίδια ακριβώς αναφορά είχα κάνει και στις 24 Απριλίου 2015, και μάλιστα είχα προχωρήσει και στην έκδοση σχετικού Δελτίου Τύπου, κατά τη συζήτηση στην Ολομέλεια της Βουλής Σχεδίου Νόμου για κύρωση Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου. Συγκεκριμένα είχα πει:

«Η πραγματικότητα για τα ταμειακά διαθέσιμα που παρέλαβε η σημερινή Κυβέρνηση είναι:

1ον. Μετά τις βουλευτικές εκλογές της 25ης Ιανουαρίου, και παρά την υστέρηση εσόδων λόγω της πολιτικής αβεβαιότητας, η χώρα είχε ταμειακά διαθέσιμα ύψους 1,9 δισ. ευρώ. Αυτά τα ταμειακά διαθέσιμα παρέλαβε η σημερινή Κυβέρνηση.

Υπενθυμίζεται ότι, με βάση το Δελτίο Δημοσίου Χρέους, που δημοσίευσε η σημερινή Κυβέρνηση, στο τέλος του 2014, τα ταμειακά διαθέσιμα του Ελληνικού Δημοσίου ήταν 2,6 δισ. ευρώ. Η συρρίκνωσή τους τον Ιανουάριο οφείλεται στα μειωμένα έσοδα.

2ον. Οι εκτιμήσεις, τότε, ήταν ότι η χώρα, αν η σημερινή Κυβέρνηση δεν αναλάμβανε οποιαδήποτε πρωτοβουλία, θα άρχιζε να αντιμετωπίζει ταμειακά προβλήματα μετά τις 24 Φεβρουαρίου, μικρά μέσα στο Φεβρουάριο και μεγαλύτερα το Μάρτιο.

Αυτός ήταν και ο λόγος που η προηγούμενη Κυβέρνηση επιδίωκε να κλείσει εντός διμήνου, με επωφελή για τη χώρα τρόπο, τη συμφωνία για τη λήψη της τελευταίας δόσης του τρέχοντος Προγράμματος.

Αντίθετα, η σημερινή Κυβέρνηση διαβεβαίωνε την Ελληνική κοινωνία, παρά το γεγονός ότι γνώριζε την αλήθεια, ότι η χώρα δεν έχει ανάγκη από την τελευταία δόση της δανειακής σύμβασης. Και στη συνέχεια, στις 20 Φεβρουαρίου, προσυπέγραφε ότι αυτή θα εκταμιευθεί, εν συνόλω, στο τέλος της αξιολόγησης. Και έπραξε έτσι, ενώ γνώριζε τις πιεστικές ταμειακές ανάγκες της χώρας.

3ον. Το ταμείο του Κράτους θα έχει πρόβλημα όσο η χώρα βαδίζει χωρίς ρεαλιστικό σχέδιο μέσα σε θολή ατμόσφαιρα.»

Προφανώς με την αποσπασματική πληροφόρηση (παραπληροφόρηση) από θύλακες του ΣΥΡΙΖΑ επιχειρείται να ξεπεραστούν οι ασάφειες, οι παλινωδίες και τα λάθη, που έχουν οδηγήσει την χώρα σε όξυνση των αδιεξόδων της.

Η προσπάθεια να αποσπαστεί η προσοχή των πολιτών από τα αδιέξοδα, δεν λύνει το πρόβλημα της Κυβέρνησης.

Είμαι πάντα διαθέσιμος για διάλογο με στοιχεία και αλήθειες που είναι και οι μόνες που μπορεί να συμβάλλουν στην αναγκαία ομαλή πορεία της χώρας.

TwitterInstagramYoutube