Πρωτολογία
Κύριε Υπουργέ,
Σήμερα, η Κυβέρνηση «πελαγοδρομεί», με αποτέλεσμα η χώρα να «παραπαίει», με όλα τα μέτωπα, εσωτερικά και εξωτερικά, ανοικτά.
Οι αβεβαιότητες, ενδογενείς και εξωγενείς, διευρύνονται.
Οι προκλήσεις και οι κίνδυνοι αυξάνονται.
Οι αντοχές της κοινωνίας εξασθενούν.
Τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις «αγκομαχούν».
Η οικονομία της χώρας βρίσκεται σε κατάσταση μετεωρισμού, αναζητώντας σημείο ισορροπίας, χαμηλότερο από αυτό που είχε επιτευχθεί στο τέλος του 2014.
Έχει καταστεί ευκρινές, αφού υποστηρίζεται πλέον από ποσοτικούς και ποιοτικούς δείκτες, ότι η χώρα, τον πρώτο χρόνο διακυβέρνησης της Αριστεράς, «περιπλανήθηκε» βυθιζόμενη.
Η Νέα Δημοκρατία, με ευθύνη, όπως πάντα, θα αναζητήσει, θα διερευνήσει και θα αναδείξει τις μεγάλες ευθύνες της σημερινής Κυβέρνησης για αυτή την καθοδική πορεία.
Σήμερα, με την Επίκαιρη Επερώτηση, το σύνολο της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Νέας Δημοκρατίας, επικεντρώνει σε ένα κρίσιμο ζήτημα, αυτό της τελευταίας ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών που διαχειρίστηκε η Kυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.
Ζήτημα που έχει επιφέρει μεγάλο κόστος στους φορολογούμενους, αβεβαιότητα στους εργαζόμενους στις τράπεζες και τεράστια ζημία στους μετόχους των πιστωτικών ιδρυμάτων, μικρούς και μεγάλους, ιδιώτες και Δημόσιο, Κράτος και ασφαλιστικά ταμεία.
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Τα τελευταία χρόνια, τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας, βρέθηκαν, εξαιτίας της δημοσιονομικής κρίσης αλλά – σημειώνω – και με δική τους ευθύνη, αντιμέτωπα με μεγάλες προκλήσεις.
Αυτές οι προκλήσεις κατέστησαν αναγκαία τη διαμόρφωση πλαισίου στήριξής τους, προκειμένου να διαφυλαχθούν η πραγματική οικονομία, από πλήρη κατάρρευση, και οι καταθέσεις των πολιτών.
Το πλαίσιο ξεκίνησε να δημιουργείται έγκαιρα, από το 2008, από την τότε Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, όταν το «τσουνάμι» της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης χτύπησε την Ευρώπη.
Και τούτο έγινε παρά τη λυσσαλέα αντίδραση των Κομμάτων της τότε Αντιπολίτευσης, που διατείνονταν ότι δεν υπήρχε παγκόσμια κρίση και ότι η Kυβέρνηση τότε, λανθασμένα, στήριζε τις τράπεζες.
Η κριτική αυτή επαναλήφθηκε, μόνο από την Αριστερά, και στις επόμενες στηρίξεις των τραπεζών.
Το αποτέλεσμα είναι, όπως επιβεβαιώνει και η Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής της Τράπεζας της Ελλάδος που δημοσιεύθηκε τον Ιούνιο του 2015, ακόμη και το 1ο τρίμηνο του 2015, «η κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών να παραμένει σε ικανοποιητικά επίπεδα».
Ενδεικτικά, εξαιτίας αυτών των επιλογών, τα τραπεζικά ιδρύματα:
- Επανέκτησαν μέρος των καταθέσεων.
- Πραγματοποίησαν επιτυχείς αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου, αντλώντας 8,3 δισ. ευρώ από τις αγορές.
- Εξέδωσαν τίτλους αξίας περίπου 2,5 δισ. ευρώ.
- Μηδένισαν την εξάρτησή τους από το μηχανισμό παροχής έκτακτης ρευστότητας της ΕΚΤ.
- Μειώθηκε δραστικά η ροή των νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων.
- Ενώ τα συνολικά έσοδα στον Κρατικό Προϋπολογισμό από την αξιοποίηση του πακέτου ρευστότητας του 2008, από μερίσματα και προμήθειες, υπερέβησαν τα 4 δισ. ευρώ την περίοδο 2009-2014. Επ’ ωφελεία των Ελλήνων φορολογουμένων.
Συνεπώς, 1ο Συμπέρασμα:
Η κατάσταση στο Ελληνικό τραπεζικό σύστημα σταθεροποιήθηκε σταδιακά και, μέχρι το 2014, αποκαταστάθηκε η εμπιστοσύνη σε αυτό.
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Δυστυχώς, η κατάσταση αυτή άλλαξε το 2015.
Η Κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ, εξαιτίας λανθασμένων και ανερμάτιστων χειρισμών, έφερε το τραπεζικό σύστημα αντιμέτωπο με μεγάλους κινδύνους.
Κίνδυνοι που διογκώθηκαν μετά την τραπεζική αργία και τους κεφαλαιακούς περιορισμούς.
Και αυτό γιατί, μεταξύ άλλων, το 1ο εξάμηνο του 2015:
- Οι συνολικές καταθέσεις και τα repos των πιστωτικών ιδρυμάτων μειώθηκαν κατά περίπου 50 δισ. ευρώ, η μεγαλύτερη εκροή από την αρχή της κρίσης.
- Η ποιότητα του ενεργητικού των τραπεζών επιδεινώθηκε, καθώς αυξήθηκαν ραγδαία τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
- Η αξία των τραπεζικών μετοχών που κατείχε το Ελληνικό Δημόσιο «κατέρρευσε», αφού, αυτή μειώθηκε κατά 80%.
- Επεστράφησαν, με ευθύνη της Κυβέρνησης, τα 11 δισ. ευρώ του ΤΧΣ στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.
- Και τέλος, η χρηματοδότηση του τραπεζικού συστήματος γινόταν σχεδόν αποκλειστικά από τον μηχανισμό παροχής έκτακτης ρευστότητας.
Τα ανωτέρω επιβεβαιώνει και η τελευταία Ενδιάμεση Έκθεση για τη Νομισματική Πολιτική της Τράπεζας της Ελλάδος, το Δεκέμβριο του 2015, η οποία αναφέρει ότι:
«οι παρατεταμένες διαπραγματεύσεις, η εκροή καταθέσεων και το συνεχώς αυξανόμενο ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων, λόγω της χειροτέρευσης του οικονομικού κλίματος, κατέστησαν αναγκαία την εκ νέου ανακεφαλαιοποίηση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, παρά την ανακεφαλαιοποίηση του 2014».
Συνεπώς, 2ο Συμπέρασμα:
Η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ φέρει την αποκλειστική ευθύνη για τη διαμόρφωση της ανάγκης νέας ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών.
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Η ανάγκη μιας νέας ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών ήταν γνωστή από το καλοκαίρι του 2015.
Συμπεριελήφθη άλλωστε και στο 3ο Μνημόνιο, τον περασμένο Αύγουστο.
Η Κυβέρνηση όμως, όπως το συνηθίζει άλλωστε, για να θολώσει το περιβάλλον, καθυστέρησε να καταθέσει το αναγκαίο θεσμικό πλαίσιο για την υλοποίηση της ανακεφαλαιοποίησης.
Το πλαίσιο συζητήθηκε στη Βουλή στο τέλος Οκτωβρίου, και ενώ η Κυβέρνηση γνώριζε ότι όσο αργούσε, με δεδομένο ότι θα έπρεπε η ανακεφαλαιοποίηση να ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος της χρονιάς, τόσο αυτή θα γινόταν με δυσμενέστερους όρους.
Όπως και έγινε τελικά.
Συνεπώς, 3ο Συμπέρασμα:
Η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ φέρει τεράστια ευθύνη για την καθυστέρηση θεσμοθέτησης του πλαισίου υλοποίησης της ανακεφαλαιοποίησης.
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Ποιό είναι όμως το αποτέλεσμα αυτή της ανακεφαλαιοποίησης;
1ον. Η ανακεφαλαιοποίηση προσέθεσε νέο κόστος στο Δημόσιο και αύξησε το δημόσιο χρέος.
Βέβαια, η Κυβέρνηση θα ισχυριστεί ότι η τελική δημοσιονομική επιβάρυνση είναι μικρότερη σε σχέση με τις αρχικές εκτιμήσεις.
Δεν παύει όμως να υφίσταται επιπλέον επιβάρυνση για τους Έλληνες φορολογούμενους, που πριν από λίγους μήνες δεν υπήρχε καν ως ενδεχόμενο.
2ον. Η ανακεφαλαιοποίηση απαξίωσε τις προηγούμενες αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου.
Ενδεικτικά, για την Εθνική Τράπεζα, η πρώτη ανακεφαλαιοποίηση, το 2013, έγινε με τιμή ανά μετοχή στα 4,29 ευρώ.
Η δεύτερη ανακεφαλαιοποίηση, το 2014, στα 2,2 ευρώ.
Και η τρίτη, η «αριστερή» ανακεφαλαιοποίηση, το 2015, στα 0,02 ευρώ.
Συνεπώς, το κόστος για τους παλαιούς επενδυτές και μετόχους, μικρούς και μεγάλους, Έλληνες και ξένους, είναι τεράστιο.
3ον. Η ανακεφαλαιοποίηση άλλαξε την ιδιοκτησιακή δομή των τραπεζών και συρρίκνωσε την Ελληνική ιδιωτική συμμετοχή.
Οι νέοι ιδιοκτήτες των τραπεζών, κυρίως ξένοι ιδιώτες επενδυτές και hedge funds, απέκτησαν το μεγαλύτερο μέρος του Ελληνικού τραπεζικού συστήματος, και φυσικά τον έλεγχό του, καταβάλλοντας, συνολικά, μόλις περίπου 5,3 δισ. ευρώ.
4ον. Η ανακεφαλαιοποίηση σχεδόν εκμηδένισε την αξία του χαρτοφυλακίου του ΤΧΣ, δηλαδή των μετοχών που κατείχαν ουσιαστικά οι Έλληνες φορολογούμενοι μέσω του Δημοσίου.
Και αυτό εξαιτίας τόσο της δραματικής μείωσης των ποσοστών συμμετοχής του στις τράπεζες όσο και της «εξαέρωσης» των τραπεζικών μετοχών.
Συγκεκριμένα, η αξία της συμμετοχής του ΤΧΣ μόλις που υπερέβη τα 2 δισ. ευρώ, από 12 δισ. ευρώ στο τέλος του 2014.
Σήμερα δε έχει «κατρακυλήσει» ακόμη χαμηλότερα, στα 1,2 δισ. ευρώ.
Συνεπώς, το πραγματικό κόστος για τους Έλληνες φορολογούμενους είναι τεράστιο.
Και το δυνητικό κόστος ακόμη μεγαλύτερο, αφού έχει ουσιαστικά χαθεί η δυνατότητα ανάκτησης του αρχικού ποσού της επένδυσης.
5ον. Η ανακεφαλαιοποίηση τροποποίησε, επί το δυσμενέστερο, τα σχέδια αναδιάρθρωσης των πιστωτικών ιδρυμάτων.
Το αποτέλεσμα είναι να προβλέπεται συρρίκνωση του δικτύου των τραπεζών και σημαντικές μειώσεις προσωπικού, που θα ξεπεράσουν τα 4.000 άτομα.
Αλλά και να «χαθούν» αξιόλογα περιουσιακά στοιχεία των τραπεζών, όπως είναι η Finansbank στην περίπτωση της Εθνικής Τράπεζας.
Επένδυση στην Τουρκία, που έγινε το 2006, επί Νέας Δημοκρατίας, και η οποία, εκτός του υψηλού συμβολισμού της, κάλυπτε το μεγαλύτερο ποσοστό των εργασιών του Ομίλου στο εξωτερικό, συμμετείχε σημαντικά στα μεγέθη του και συνέβαλε, καθοριστικά, στην κερδοφορία του.
6ον. Η ανακεφαλαιοποίηση είχε κόστος για τους φορολογούμενους και μέσω της μετατροπής των προνομιούχων μετοχών που κατείχε το Δημόσιο στην Εθνική Τράπεζα σε κοινές.
Αυτή η μετατροπή έχει γίνει με «κούρεμα» 71% επί της ονομαστικής αξίας.
Ενώ καταγράφηκαν και σημαντικές απώλειες από την εισαγωγή και διαπραγμάτευση των νέων αυτών κοινών μετοχών στο Χρηματιστήριο Αθηνών.
Συνεπώς, 4ο Συμπέρασμα:
Το αποτέλεσμα της «αριστερής» ανακεφαλαιοποίησης των συστημικών τραπεζών είναι εξαιρετικά δυσμενές για τη χώρα, τους φορολογούμενους, τους μετόχους και τους εργαζόμενους.
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Εκτός όμως από την ανακεφαλαιοποίηση των συστημικών τραπεζών, είναι σε εξέλιξη η ανακεφαλαιοποίηση της Τράπεζας Αττικής, ενώ ολοκληρώθηκε η ανακεφαλαιοποίηση συνεταιριστικών τραπεζών.
Και εδώ όμως εγείρονται μία σειρά από σοβαρά ερωτήματα.
Ερωτήματα που θα αναδείξουν και οι Συνάδελφοί μου.
Ερωτήματα που έχουν να κάνουν, κυρίως, με την τιμή στην οποία πραγματοποιήθηκε η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της Τράπεζας Αττικής, με τη συμμετοχή ΔΕΚΟ, ασφαλιστικών ταμείων και φορέων του Δημοσίου στην ανακεφαλαιοποίηση, με τη διαδικασία που ακολουθήθηκε προκειμένου να αποφασίσουν οι φορείς τη συμμετοχή τους, με το τεράστιο κόστος που έχουν επωμιστεί σήμερα αυτοί οι φορείς από τη συγκεκριμένη επένδυση.
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Από τα ανωτέρω, είναι απόλυτα ευκρινές το οδυνηρό «αποτύπωμα» για την Ελληνική οικονομία της Κυβέρνησης της Αριστεράς, στη δομή και λειτουργία του τραπεζικού τομέα της.
Αποδείχθηκε ότι η Κυβέρνηση αδυνατεί να προβλέψει τις ευρύτερες εξελίξεις, να σχεδιάσει έγκαιρα και να υλοποιήσει αποτελεσματικά πολιτικές χρήσιμες για τη λειτουργία της οικονομίας.
Γι’ αυτό σήμερα ελέγχουμε την Κυβέρνηση.