Μήνας: Φεβρουάριος 2016

Δήλωση σχετικά την κατάθεση Επίκαιρης Επερώτησης για την εξέλιξη του Προγράμματος Αποκρατικοποιήσεων και Αξιοποίησης της Περιουσίας του Δημοσίου

Με θέμα την εξέλιξη του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων και αξιοποίησης της περιουσίας του Δημοσίου, 47 Βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας κατέθεσαν Επίκαιρη Επερώτηση προς τον Υπουργό Οικονομικών.

Με αφορμή την Επίκαιρη Επερώτηση, ο Συντονιστής  Οικονομικών Υποθέσεων της Νέας Δημοκρατίας, βουλευτής Φθιώτιδος, κ. Χρήστος Σταϊκούρας έκανε την ακόλουθη δήλωση:

«Η Νέα Δημοκρατία θεωρεί καθοριστικής σημασίας την επιτάχυνση των αποκρατικοποιήσεων και την αξιοποίηση της περιουσίας του Δημοσίου.

Και αυτό γιατί οι αποκρατικοποιήσεις, μπορούν να συμβάλουν στην εισαγωγή τεχνογνωσίας, στον εκσυγχρονισμό και στην αύξηση της αποτελεσματικότητας των επιχειρήσεων, στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και στην ενίσχυση της εξωστρέφειας της οικονομίας, στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.

Παράλληλα, μπορούν να έχουν και ταμειακά οφέλη, συντελώντας στον περιορισμό των δανειακών αναγκών του Δημοσίου και, τελικά, στη μείωση του δημοσίου χρέους.

Τις αλήθειες αυτές αναγνώρισε, τουλάχιστον λεκτικά, και η Κυβέρνηση, αφού – σε αντίθεση με όσα για χρόνια υποστήριζε ο ΣΥΡΙΖΑ – στον αριστερό προϋπολογισμό της αναφέρεται στα ‘’πολλαπλά οφέλη” των αποκρατικοποιήσεων για την Ελληνική οικονομία, καταγράφοντας μάλιστα πρώτο “την άμεση μείωση του δημοσίου χρέους” (Εισηγητική Έκθεση Προϋπολογισμού 2016, σελ. 141).

Δυστυχώς, όμως, τα πεπραγμένα της Κυβέρνησης, παρά τις όποιες προσπάθειες του ΤΑΙΠΕΔ, είναι φτωχά.

Ταυτόχρονα εγείρονται ερωτήματα από τις συνεχείς, δημόσιες αντιπαραθέσεις και αντεγκλήσεις Υπουργών με το ΤΑΙΠΕΔ, από εμπόδια που θέτουν, από αντιφατικές δηλώσεις Υπουργών, αλλά και από δημόσιες τοποθετήσεις διοικήσεων εταιρειών που εντάσσονται στο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων.

Η Κυβέρνηση οφείλει, επιτέλους, να αφήσει στην άκρη – και σε αυτό το πεδίο – τις ιδεοληψίες, τις αντιφάσεις, τις παλινωδίες, την πολυγλωσσία, την αβελτηρία».

Ομιλία στο Συνέδριο Delphi Economic Forum στην ενότητα «Creating an Efficient Banking System for a Modern Economy»

Κυρίες και Κύριοι,

Θέλω να ευχαριστήσω τους διοργανωτές του Συνεδρίου για την πρόσκληση που μου απηύθυναν να παραστώ και να καταθέσω ορισμένες σκέψεις για τις προκλήσεις και τις προοπτικές του τραπεζικού συστήματος στη χώρα μας.

Κυρίες και Κύριοι,

Η εύρυθμη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος, ιδιαίτερα σε τραπεζοκεντρικές χώρες όπως είναι η Ελλάδα, αποτελεί προϋπόθεση για τη βιώσιμη ανάπτυξη και την αποτελεσματική κατανομή των οικονομικών πόρων.

Τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας, τα τελευταία χρόνια, εξαιτίας της παγκόσμιας κρίσης, της εγχώριας δημοσιονομικής ανισορροπίας αλλά και δικών τους σφαλμάτων, βρέθηκαν αντιμέτωπα με μεγάλες και διευρυνόμενες προκλήσεις.

Προκλήσεις που απέρρεαν:

  • Από την επιβράδυνση του ρυθμού οικονομικής μεγέθυνσης της Ελληνικής οικονομίας.
  • Από τη συρρίκνωση του ρυθμού πιστωτικής επέκτασης, με τον περιορισμό τόσο της ζήτησης όσο και της προσφοράς τραπεζικών πιστώσεων.
  • Από τη χειροτέρευση της ποιότητας του δανειακού χαρτοφυλακίου των πιστωτικών ιδρυμάτων.
  • Από την έντονη και συνεχή εκροή καταθέσεων από το παθητικό τους.
  • Από την αναγκαιότητα οι τράπεζες να προσφέρουν, συστηματικά, «ενέσεις» ρευστότητας στο Ελληνικό Δημόσιο, καλύπτοντας εκδόσεις βραχυπρόθεσμου χρέους.
  • Από τις επιπτώσεις της αναδιάρθρωσης του δημοσίου χρέους, που άσκησε πιέσεις στα μεγέθη των πιστωτικών ιδρυμάτων.
  • Από τις συνεχείς υποβαθμίσεις της πιστοληπτικής αξιολόγησης των τραπεζών, αποτέλεσμα των αντίστοιχων υποβαθμίσεων της χώρας.
  • Από τον αποκλεισμό των πιστωτικών ιδρυμάτων από τις διεθνείς αγορές άντλησης κεφαλαίων.

Προκλήσεις που ήρθαν να προστεθούν σε σοβαρές αδυναμίες της κατεστημένης εγχώριας και διεθνούς αρχιτεκτονικής του χρηματοοικονομικού συστήματος, όπως είναι η υπερβολική μόχλευση, η ασύδοτη πιστωτική επέκταση, οι αδύναμοι μηχανισμοί εταιρικής διακυβέρνησης, τα υπεραισιόδοξα μοντέλα αποτίμησης κινδύνων, η ανεπαρκής διαφάνεια καινοτόμων προϊόντων, οι αναξιόπιστες εκτιμήσεις των οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, η προ-κυκλικότητα των λογιστικών συστημάτων και των μεθόδων υπολογισμού κεφαλαιακής επάρκειας.

Όλες αυτές οι προκλήσεις είχαν ορατές και δυσμενείς επιπτώσεις στη ρευστότητα, στην αποδοτικότητα, στην αποτελεσματικότητα και στην ποιότητα του χαρτοφυλακίου των Ελληνικών πιστωτικών ιδρυμάτων.

Επιπτώσεις που κατέστησαν αναγκαία τη διαμόρφωση πλαισίου στήριξής τους με σκοπό την ενίσχυση της σταθερότητας και εμπιστοσύνης στο τραπεζικό σύστημα.

Πλαίσιο, τόσο για τη θεσμική θωράκιση όσο και για την ενίσχυση της ρευστότητας του τραπεζικού συστήματος, που ξεκίνησε να δημιουργείται έγκαιρα, το 2008, με μεθοδικό, διορατικό και συστηματικό τρόπο, όταν ακόμη η Ευρώπη ήταν «ανοχύρωτη», χωρίς μηχανισμούς αντίδρασης και αντιμετώπισης της κρίσης.

Ενδεικτικά:

  • Θεσπίστηκε, το 2008, ένα «πακέτο» κεφαλαιακής ενίσχυσης και χορήγησης εγγυήσεων του Ελληνικού Δημοσίου προς τα πιστωτικά ιδρύματα, ύψους, αρχικά, 28 δισ. ευρώ. Αυτό το «πακέτο» αποτελεί, ακόμη και σήμερα, σημαντικό εργαλείο στήριξης του τραπεζικού συστήματος. Ενώ «έχει «προσφέρει» στον Κρατικό Προϋπολογισμό, μέσω μερισμάτων και προμηθειών, έσοδα περίπου 4 δισ. ευρώ.
  • Ενισχύθηκε, το 2008, το καθεστώς εγγύησης καταθέσεων, με το ανώτατο όριο να αυξάνεται στις 100.000 ευρώ, από τις 20.000.
  • Καλύφθηκαν οι βραχυχρόνιες ανάγκες ρευστότητας των πιστωτικών ιδρυμάτων μέσω της παροχής έκτακτης ενίσχυσης του τραπεζικού συστήματος.
  • Ενδυναμώθηκε το Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων και Επενδύσεων, συστάθηκε το Συμβούλιο Συστημικής Ευστάθειας και ιδρύθηκε το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.
  • Διαμορφώθηκε θεσμικό πλαίσιο για την εξυγίανση των πιστωτικών ιδρυμάτων.
  • Εξασφαλίστηκαν επαρκείς πόροι για την ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος.

Το αποτέλεσμα τόσο αυτών των πρωτοβουλιών όσο και της δημοσιονομικής ισορροπίας της χώρας ήταν, το 2014, το τραπεζικό σύστημα να σταθεροποιηθεί.

Οι τράπεζες:

  • επανέκτησαν μέρος των καταθέσεων,
  • πραγματοποίησαν επιτυχείς αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου και εξέδωσαν ομολογιακούς τίτλους,
  • μηδένισαν την εξάρτησή τους από το μηχανισμό παροχής έκτακτης ρευστότητας,
  • ενώ μειώθηκε και η ροή των νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Δυστυχώς, η κατάσταση αυτή άλλαξε ριζικά το 2015.

Κατά την εκτίμησή μου, η Κυβέρνηση, εξαιτίας ανερμάτιστων χειρισμών στο πεδίο της οικονομίας, «έφερε» το τραπεζικό σύστημα αντιμέτωπο με νέους κινδύνους.

Κίνδυνοι που διογκώθηκαν μετά την τραπεζική αργία και τους κεφαλαιακούς περιορισμούς.

Και αυτό γιατί, μεταξύ άλλων:

  • Οι καταθέσεις παρουσίασαν τη μεγαλύτερη εκροή από την αρχή της κρίσης.
  • Η ποιότητα του ενεργητικού των τραπεζών επιδεινώθηκε.
  • Η αξία των τραπεζικών μετοχών «κατέρρευσε».
  • Η χρηματοδότηση του τραπεζικού συστήματος στηρίχθηκε, σχεδόν αποκλειστικά, στον μηχανισμό παροχής έκτακτης ρευστότητας.
  • Η οργανική κερδοφορία των τραπεζών παρέμεινε χαμηλή λόγω, κυρίως, του αυξημένου κόστους άντλησης κεφαλαίων.
  • Τα υπόλοιπα κεφάλαια του ΤΧΣ επεστράφησαν στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.

Σε αυτές τις νέες, εγχώριες, προκλήσεις, που επιδιώχθηκε να «απαντηθούν» μέσα από τη νέα ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος και τα καινούργια σχέδια αναδιάρθρωσης των πιστωτικών ιδρυμάτων που οδηγούν σε απώλεια της εξωστρέφειας, σε συρρίκνωση δικτύου και σε απολύσεις, έρχονται να προστεθούν προκλήσεις που αντιμετωπίζει σήμερα, στο σύνολό του, το Ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα.

Όπως είναι:

  • Οι ανησυχίες για επιβράδυνση των ρυθμών ανάπτυξης στην Ευρωπαϊκή και την παγκόσμια οικονομία.
  • Σημαντικά διαρθρωτικά προβλήματα, όπως είναι η ανεπαρκής δαπάνη για επενδύσεις, ο χαμηλός ρυθμός αύξησης της παραγωγικότητας και το υψηλό δημόσιο και ιδιωτικό χρέος.
  • Η έκθεση σε συγκεκριμένες οικονομίες ή κλάδους, όπως είναι, αντίστοιχα, οι αναδυόμενες οικονομίες ή οι πρώτες ύλες.
  • Το υψηλό απόθεμα μη εξυπηρετούμενων δανείων σε αρκετές χώρες, κυρίως, του Ευρωπαϊκού Νότου.
  • Η αναιμική κερδοφορία αρκετών πιστωτικών ιδρυμάτων που οφείλεται, κυρίως, στο χαμηλό επίπεδο των επιτοκίων.
  • Οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι, οι περιφερειακές συγκρούσεις, οι πολιτικές αβεβαιότητες, η ενδεχόμενη έξοδος του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση, η διαρκής απειλή της τρομοκρατίας, τα μεγάλα και διογκούμενα προσφυγικά ρεύματα που συρρέουν στην Ευρώπη.

Κυρίες και Κύριοι,

Ποιές συνεπώς πρέπει να είναι οι απαντήσεις της Πολιτείας και των πιστωτικών ιδρυμάτων σε αυτές τις εγχώριες και Ευρωπαϊκές προκλήσεις;

1η. Η επίτευξη πολιτικής σταθερότητας και η αποκατάσταση κλίματος εμπιστοσύνης.

Σταθερότητα και εμπιστοσύνη που προϋποθέτουν, βέβαια, αξιοπιστία.

2η. Η ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης του Προγράμματος.

Αυτή, μαζί με την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης, εκτιμάται ότι μπορούν να συμβάλλουν στη σταδιακή επάνοδο κάποιων καταθέσεων στο τραπεζικό σύστημα, να οδηγήσουν στην επανένταξη των Ελληνικών τίτλων στις αποδεκτές από το Ευρωσύστημα εξασφαλίσεις και να καταστήσουν δυνατή τη συμμετοχή των Ελληνικών κρατικών ομολόγων στο πρόγραμμα αγοράς τίτλων της ΕΚΤ.

3η. Η επίτευξη – και πάλι – δημοσιονομικής ισορροπίας, η επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων, η υλοποίηση ιδιωτικοποιήσεων και η αξιοποίηση της ακίνητης κρατικής περιουσίας, η ενίσχυση της βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους.

Αυτά θα απελευθερώσουν πόρους και θα βελτιώσουν το κλίμα, με πολλαπλές θετικές επιδράσεις: νέες επενδύσεις, προσέλκυση ξένων επενδύσεων, επιστροφή καταθέσεων στο τραπεζικό σύστημα.

4η. Η αντιμετώπιση του υψηλού συσσωρευμένου αποθέματος μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Αυτή, μαζί με την ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης, εκτιμάται ότι θα συμβάλλει στην άρση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων, θα βελτιώσει τη ρευστότητα και θα εξομαλύνει τις συνθήκες δανεισμού.

Η επίλυση του προβλήματος σχετίζεται άμεσα με την ικανότητα των ίδιων των τραπεζών να διαχειρισθούν αποτελεσματικά τα δάνεια σε καθυστέρηση.

Η επίλυση του προβλήματος σχετίζεται όμως και με τη βελτίωση του μακροοικονομικού περιβάλλοντος.

Φυσικά, η επιτάχυνση των διαδικασιών πτώχευσης, η αναμόρφωση του θεσμικού πλαισίου αφερεγγυότητας και η δυνατότητα εξωδικαστικού συμβιβασμού αναμένεται να έχουν θετικές επιδράσεις στη διαχείριση και το ποσοστό ανάκτησης των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

5η. Η προώθηση της Τραπεζικής Ένωσης, η οποία αναμένεται να ενισχύσει την εμπιστοσύνη των διεθνών αγορών στο Ελληνικό τραπεζικό σύστημα.

Έχουν γίνει σημαντικά βήματα στην κατεύθυνση εποπτείας και εξυγίανσης των πιστωτικών ιδρυμάτων.

Είναι σημαντικό το εγχείρημα να ολοκληρωθεί σύντομα, με την θέσπιση κοινοτικού φορέα για την εγγύηση των καταθέσεων.

Αυτές, κατά την άποψή μου, είναι οι άμεσες προτεραιότητες ώστε το τραπεζικό σύστημα να επιτελέσει, και πάλι, τον κύριο διαμεσολαβητικό του ρόλο, ενισχύοντας την προσπάθεια βιώσιμης ανάπτυξης της Ελληνικής οικονομίας.

Κοινή δήλωση σχετικά με την απόκλιση του στόχου στους προϋπολογισμούς 13 ΔΕΚΟ

Ο Συντονιστής Οικονομικών Υποθέσεων της Νέας Δημοκρατίας, Βουλευτής Φθιώτιδας, κ. Χρήστος Σταϊκούρας και ο Υπεύθυνος του Τομέα Δημοσιονομικής Πολιτικής Γ.Λ.Κ., Βουλευτής Κορινθίας, κ. Χρίστος Δήμας, σχετικά με την απόκλιση του στόχου στους προϋπολογισμούς 13 ΔΕΚΟ, έκαναν την ακόλουθη δήλωση:

«Η Κυβέρνηση, το 2015, επέλεξε να αυξήσει σημαντικά τους φόρους και να προχωρήσει σε εσωτερική στάση πληρωμών προκειμένου να καλύψει τις  “τρύπες” του Προϋπολογισμού.

“Τρύπες” που οφείλονται στις πράξεις, στις παραλείψεις και στην κακοδιαχείριση της Αριστερής διακυβέρνησης.

Ενδεικτικά, το ενιάμηνο του 2015, το συνολικό οικονομικό αποτέλεσμα των 13 ΔΕΚΟ παρουσιάζει αρνητική απόκλιση σε σχέση με τους στόχους σε ποσοστό 77%.

Κάθε μέρα που περνά, η Κυβέρνηση αποδεικνύει ότι αδυνατεί να σχεδιάσει ρεαλιστικά και να υλοποιήσει αποτελεσματικά.

Κάθε μέρα που περνά, η Κυβέρνηση κάνει όλο και μεγαλύτερη ζημιά στον τόπο».

Κοινή δήλωση σχετικά με την αύξηση της φτώχειας το 2015 σύμφωνα με την Έκθεση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος

Ο Συντονιστής Κοινωνικών Υποθέσεων, Βουλευτής Καβάλας, κ. Νίκος Παναγιωτόπουλος και ο Συντονιστής Οικονομικών Υποθέσεων, Βουλευτής Φθιώτιδας, κ. Χρήστος Σταϊκούρας, σχετικά με την αύξηση της φτώχιας το 2015 σύμφωνα με την Έκθεση του Διοικητή της ΤτΕ, έκαναν την ακόλουθη δήλωση:

«Η Έκθεση του Διοικητή της ΤτΕ περιέχει ενδιαφέροντα και κρίσιμα στοιχεία για τις δυσμενείς επιπτώσεις της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ στο εισόδημα των αδυνάτων, που υποτίθεται ότι προστατεύει.

Σύμφωνα με τη σχετική μελέτη, το 2015  η σχετική φτώχεια (δηλαδή το ποσοστό των ατόμων που ζουν σε νοικοκυριά στα οποία το διαθέσιμο εισόδημα είναι χαμηλότερο από το κατώφλι φτώχειας) αυξήθηκε κατά 8%, ενώ είχε μειωθεί κατά 7,1% το 2014.

Για το 2014, αποτυπώνονται, τόσο η βελτίωση στο διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών, λόγω της μικρής, αλλά ορατής μείωσης των φόρων, όσο και η μείωση της φτώχειας, λόγω και της θετικής επίδρασης του κοινωνικού μερίσματος.

Δυστυχώς, τα θετικά αποτελέσματα του 2014 εξανεμίστηκαν μέσα στο 2015.

Είναι τραγική ειρωνεία το γεγονός ότι η Κυβέρνηση της Αριστεράς επιδεινώνει στην πράξη το βιοτικό επίπεδο αυτών που προστατεύει στη θεωρία».

Κοινή δήλωση σχετικά με την εκτέλεση του Κρατικού Προϋπολογισμού τον Ιανουάριο 2016

Σχετικά με τα οριστικά στοιχεία εκτέλεσης του Κρατικού Προϋπολογισμού τον Ιανουάριο 2016, ο Συντονιστής Οικονομικών Υποθέσεων, βουλευτής Φθιώτιδας, κ. Χρήστος Σταϊκούρας, ο Υπεύθυνος του Τομέα Φορολογικής Πολιτικής, βουλευτής Ημαθίας, κ. Απόστολος Βεσυρόπουλος και ο Υπεύθυνος του Τομέα Δημοσιονομικής Πολιτικής Γ.Λ.Κ., βουλευτής Κορινθίας, κ. Χρίστος Δήμας, έκαναν την ακόλουθη δήλωση:

«Η δημοσιοποίηση των οριστικών στοιχείων εκτέλεσης του Κρατικού Προϋπολογισμού επιβεβαιώνει την αδυναμία της Κυβέρνησης της Αριστεράς να σχεδιάσει ρεαλιστικά και να εκτελέσει αποτελεσματικά.

Σε σχέση με τους στόχους, τα φορολογικά έσοδα και οι επιστροφές φόρων είναι μειωμένες, οι πρωτογενείς δαπάνες και οι δαπάνες του Προγράμματος Δημοσίων Δαπανών είναι συρρικνωμένες.

Συγκεκριμένα, ήδη, από τον Ιανουάριο του 2016:

  • Τα φορολογικά έσοδα είναι μειωμένα κατά 183.000.000 ευρώ ή κατά 5% έναντι του στόχου. Ειδικότερα, οι φόροι εισοδήματος, οι φόροι στην περιουσία, οι φόροι συναλλαγών (π.χ. Φ.Π.Α.), οι φόροι κατανάλωσης, είναι όλοι μειωμένοι
  • Οι επιστροφές φόρων είναι μειωμένες κατά 50.000.000 ευρώ ή 14% έναντι του στόχου
  • Οι πρωτογενείς δαπάνες είναι μειωμένες κατά 438.000.000 ευρώ ή κατά 13% έναντι του στόχου
  • Οι δαπάνες του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων είναι μειωμένες κατά 15.000.000 ευρώ ή κατά 10% έναντι του στόχου.

Η Κυβέρνηση, με την ασκούμενη δημοσιονομική πολιτική, έχει εξαντλήσει τη φοροδοτική ικανότητα των συνεπών νοικοκυριών και επιχειρήσεων, έχει προχωρήσει – και πάλι – σε μερική “εσωτερική στάση πληρωμών”, συνεχίζει να στερεί ρευστότητα από την πραγματική οικονομία.

Ενώ παράλληλα, στέκεται με αμηχανία μπροστά στα προβλήματα, εγκλωβίζοντας τη χώρα σε επαναλαμβανόμενους κύκλους αβεβαιότητας και αστάθειας».

Δελτίο Τύπου σχετικά με την Έκθεση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος για το 2015

Ο Συντονιστής  Οικονομικών Υποθέσεων της Νέας Δημοκρατίας, Βουλευτής Φθιώτιδας,  κ. Χρήστος Σταϊκούρας, με αφορμή τη δημοσίευση της  Έκθεσης του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, έκανε την ακόλουθη δήλωση:

«Η Κυβέρνηση, το 2015, σύμφωνα και με την Έκθεση του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, “πέτυχε” την επιστροφή της οικονομίας στην ύφεση και της δημόσιας οικονομίας σε οριακές καταστάσεις, ακολουθώντας ένα αντιαναπτυξιακό μείγμα δημοσιονομικής πολιτικής.

Η Κυβέρνηση οφείλει να αλλάξει αυτό το μείγμα της δημοσιονομικής πολιτικής, να αξιοποιήσει τους διαθέσιμους ευρωπαϊκούς πόρους, να αποπληρώσει ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα, να υλοποιήσει διαρθρωτικές αλλαγές, να ενισχύσει την εγχώρια επιχειρηματικότητα, να προωθήσει το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων και να ενισχύσει την κοινωνική συνοχή.

Ακόμη όμως και εάν αυτά υλοποιηθούν, σε περίπου ένα χρόνο από σήμερα, η οικονομία θα βρεθεί εκεί που ήταν το 2014. Δηλαδή, με καλές προϋποθέσεις, η χώρα θα έχει καταγράψει 2 χαμένα χρόνια και πρόσθετες, μεγάλες θυσίες για τους Έλληνες πολίτες.

Δυστυχώς όμως, αυτές οι προϋποθέσεις, σήμερα, δεν υφίστανται και το χειρότερο είναι ότι η Κυβέρνηση δεν δείχνει ικανή να τις διαμορφώσει».

Πρωτολογία στην Ολομέλεια της Βουλής κατά τη συζήτηση Επίκαιρης Επερώτησης για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών

Πρωτολογία

Κύριε Υπουργέ,

Σήμερα, η Κυβέρνηση «πελαγοδρομεί», με αποτέλεσμα η χώρα να «παραπαίει», με όλα τα μέτωπα, εσωτερικά και εξωτερικά, ανοικτά.

Οι αβεβαιότητες, ενδογενείς και εξωγενείς, διευρύνονται.

Οι προκλήσεις και οι κίνδυνοι αυξάνονται.

Οι αντοχές της κοινωνίας εξασθενούν.

Τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις «αγκομαχούν».

Η οικονομία της χώρας βρίσκεται σε κατάσταση μετεωρισμού, αναζητώντας σημείο ισορροπίας, χαμηλότερο από αυτό που είχε επιτευχθεί στο τέλος του 2014.

Έχει καταστεί ευκρινές, αφού υποστηρίζεται πλέον από ποσοτικούς και ποιοτικούς δείκτες, ότι η χώρα, τον πρώτο χρόνο διακυβέρνησης της Αριστεράς, «περιπλανήθηκε» βυθιζόμενη.

Η Νέα Δημοκρατία, με ευθύνη, όπως πάντα, θα αναζητήσει, θα διερευνήσει και θα αναδείξει τις μεγάλες ευθύνες της σημερινής Κυβέρνησης για αυτή την καθοδική πορεία.

Σήμερα, με την Επίκαιρη Επερώτηση, το σύνολο της Κοινοβουλευτικής Ομάδας της Νέας Δημοκρατίας, επικεντρώνει σε ένα κρίσιμο ζήτημα, αυτό της τελευταίας ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών που διαχειρίστηκε η Kυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ.

Ζήτημα που έχει επιφέρει μεγάλο κόστος στους φορολογούμενους, αβεβαιότητα στους εργαζόμενους στις τράπεζες και τεράστια ζημία στους μετόχους των πιστωτικών ιδρυμάτων, μικρούς και μεγάλους, ιδιώτες και Δημόσιο, Κράτος και ασφαλιστικά ταμεία.

Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,

Τα τελευταία χρόνια, τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας, βρέθηκαν, εξαιτίας της δημοσιονομικής κρίσης αλλά – σημειώνω – και με δική τους ευθύνη, αντιμέτωπα με μεγάλες προκλήσεις.

Αυτές οι προκλήσεις κατέστησαν αναγκαία τη διαμόρφωση πλαισίου στήριξής τους, προκειμένου να διαφυλαχθούν η πραγματική οικονομία, από πλήρη κατάρρευση, και οι καταθέσεις των πολιτών.

Το πλαίσιο ξεκίνησε να δημιουργείται έγκαιρα, από το 2008, από την τότε Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, όταν το «τσουνάμι» της  παγκόσμιας οικονομικής κρίσης χτύπησε την Ευρώπη.

Και τούτο έγινε παρά τη λυσσαλέα αντίδραση των Κομμάτων της τότε Αντιπολίτευσης, που διατείνονταν ότι δεν υπήρχε παγκόσμια κρίση και ότι η Kυβέρνηση τότε, λανθασμένα, στήριζε τις τράπεζες.

Η κριτική αυτή επαναλήφθηκε, μόνο από την Αριστερά, και στις επόμενες στηρίξεις των τραπεζών.

Το αποτέλεσμα είναι, όπως επιβεβαιώνει και η Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής της Τράπεζας της Ελλάδος που δημοσιεύθηκε τον Ιούνιο του 2015, ακόμη και το 1ο τρίμηνο του 2015, «η κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών να παραμένει σε ικανοποιητικά επίπεδα».

Ενδεικτικά, εξαιτίας αυτών των επιλογών, τα τραπεζικά ιδρύματα:

  • Επανέκτησαν μέρος των καταθέσεων.
  • Πραγματοποίησαν επιτυχείς αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου, αντλώντας 8,3 δισ. ευρώ από τις αγορές.
  • Εξέδωσαν τίτλους αξίας περίπου 2,5 δισ. ευρώ.
  • Μηδένισαν την εξάρτησή τους από το μηχανισμό παροχής έκτακτης ρευστότητας της ΕΚΤ.
  • Μειώθηκε δραστικά η ροή των νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων.
  • Ενώ τα συνολικά έσοδα στον Κρατικό Προϋπολογισμό από την αξιοποίηση του πακέτου ρευστότητας του 2008, από μερίσματα και προμήθειες, υπερέβησαν τα 4 δισ. ευρώ την περίοδο 2009-2014. Επ’ ωφελεία των Ελλήνων φορολογουμένων.

Συνεπώς, 1ο Συμπέρασμα:

Η κατάσταση στο Ελληνικό τραπεζικό σύστημα σταθεροποιήθηκε σταδιακά και, μέχρι  το 2014, αποκαταστάθηκε η εμπιστοσύνη σε αυτό.

Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,

Δυστυχώς, η κατάσταση αυτή άλλαξε το 2015.

Η Κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ, εξαιτίας λανθασμένων και ανερμάτιστων χειρισμών, έφερε το τραπεζικό σύστημα αντιμέτωπο με μεγάλους κινδύνους.

Κίνδυνοι που διογκώθηκαν μετά την τραπεζική αργία και τους κεφαλαιακούς περιορισμούς.

Και αυτό γιατί, μεταξύ άλλων, το 1ο εξάμηνο του 2015:

  • Οι συνολικές καταθέσεις και τα repos των πιστωτικών ιδρυμάτων μειώθηκαν κατά περίπου 50 δισ. ευρώ, η μεγαλύτερη εκροή από την αρχή της κρίσης.
  • Η ποιότητα του ενεργητικού των τραπεζών επιδεινώθηκε, καθώς αυξήθηκαν ραγδαία τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
  • Η αξία των τραπεζικών μετοχών που κατείχε το Ελληνικό Δημόσιο «κατέρρευσε», αφού, αυτή μειώθηκε κατά 80%.
  • Επεστράφησαν, με ευθύνη της Κυβέρνησης, τα 11 δισ. ευρώ του ΤΧΣ στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.
  • Και τέλος, η χρηματοδότηση του τραπεζικού συστήματος γινόταν σχεδόν αποκλειστικά από τον μηχανισμό παροχής έκτακτης ρευστότητας.

Τα ανωτέρω επιβεβαιώνει και η τελευταία Ενδιάμεση Έκθεση για τη Νομισματική Πολιτική της Τράπεζας της Ελλάδος, το Δεκέμβριο του 2015, η οποία αναφέρει ότι:

«οι παρατεταμένες διαπραγματεύσεις, η εκροή καταθέσεων και το συνεχώς αυξανόμενο ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων, λόγω της χειροτέρευσης του οικονομικού κλίματος, κατέστησαν αναγκαία την εκ νέου ανακεφαλαιοποίηση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, παρά την ανακεφαλαιοποίηση του 2014».

Συνεπώς, 2ο Συμπέρασμα:

Η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ φέρει την αποκλειστική ευθύνη για τη διαμόρφωση της ανάγκης νέας ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών.

Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,

Η ανάγκη μιας νέας ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών ήταν γνωστή από το καλοκαίρι του 2015.

Συμπεριελήφθη άλλωστε και στο 3ο Μνημόνιο, τον περασμένο Αύγουστο.

Η Κυβέρνηση όμως, όπως το συνηθίζει άλλωστε, για να θολώσει το περιβάλλον, καθυστέρησε να καταθέσει το αναγκαίο θεσμικό πλαίσιο για την υλοποίηση  της ανακεφαλαιοποίησης.

Το πλαίσιο συζητήθηκε στη Βουλή στο τέλος Οκτωβρίου, και ενώ η Κυβέρνηση γνώριζε ότι όσο αργούσε, με δεδομένο ότι θα έπρεπε η ανακεφαλαιοποίηση να ολοκληρωθεί μέχρι το τέλος της χρονιάς, τόσο αυτή θα γινόταν με δυσμενέστερους όρους.

Όπως και έγινε τελικά.

Συνεπώς, 3ο Συμπέρασμα:

Η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ φέρει τεράστια ευθύνη για την καθυστέρηση θεσμοθέτησης του πλαισίου υλοποίησης της ανακεφαλαιοποίησης.

Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,

Ποιό είναι όμως το αποτέλεσμα αυτή της ανακεφαλαιοποίησης;

1ον. Η ανακεφαλαιοποίηση προσέθεσε νέο κόστος στο Δημόσιο και αύξησε το δημόσιο χρέος.

Βέβαια, η Κυβέρνηση θα ισχυριστεί ότι η τελική δημοσιονομική επιβάρυνση είναι μικρότερη σε σχέση με τις αρχικές εκτιμήσεις.

Δεν παύει όμως να υφίσταται επιπλέον επιβάρυνση για τους Έλληνες φορολογούμενους, που πριν από λίγους μήνες δεν υπήρχε καν ως ενδεχόμενο.

2ον. Η ανακεφαλαιοποίηση απαξίωσε τις προηγούμενες αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου.

Ενδεικτικά, για την Εθνική Τράπεζα, η πρώτη ανακεφαλαιοποίηση, το 2013, έγινε με τιμή ανά μετοχή στα 4,29 ευρώ.

Η δεύτερη ανακεφαλαιοποίηση, το 2014, στα 2,2 ευρώ.

Και η τρίτη, η «αριστερή» ανακεφαλαιοποίηση, το 2015, στα 0,02 ευρώ.

Συνεπώς, το κόστος για τους παλαιούς επενδυτές και μετόχους, μικρούς και μεγάλους, Έλληνες και ξένους, είναι τεράστιο.

3ον. Η ανακεφαλαιοποίηση άλλαξε την ιδιοκτησιακή δομή των τραπεζών και συρρίκνωσε την Ελληνική ιδιωτική συμμετοχή.

Οι νέοι ιδιοκτήτες των τραπεζών, κυρίως ξένοι ιδιώτες επενδυτές και hedge funds, απέκτησαν το μεγαλύτερο μέρος του Ελληνικού τραπεζικού συστήματος, και φυσικά τον έλεγχό του, καταβάλλοντας, συνολικά, μόλις περίπου 5,3 δισ. ευρώ.

4ον. Η ανακεφαλαιοποίηση σχεδόν εκμηδένισε την αξία του χαρτοφυλακίου του ΤΧΣ, δηλαδή των μετοχών που κατείχαν ουσιαστικά οι Έλληνες φορολογούμενοι μέσω του Δημοσίου.

Και αυτό εξαιτίας τόσο της δραματικής μείωσης των ποσοστών συμμετοχής του στις τράπεζες όσο και της «εξαέρωσης» των τραπεζικών μετοχών.

Συγκεκριμένα, η αξία της συμμετοχής του ΤΧΣ μόλις που υπερέβη τα 2 δισ. ευρώ, από 12 δισ. ευρώ στο τέλος του 2014.

Σήμερα δε έχει «κατρακυλήσει» ακόμη χαμηλότερα, στα 1,2 δισ. ευρώ.

Συνεπώς, το πραγματικό κόστος για τους Έλληνες φορολογούμενους είναι τεράστιο.

Και το δυνητικό κόστος ακόμη μεγαλύτερο, αφού έχει ουσιαστικά χαθεί η δυνατότητα ανάκτησης του αρχικού ποσού της επένδυσης.

5ον. Η ανακεφαλαιοποίηση τροποποίησε, επί το δυσμενέστερο, τα σχέδια αναδιάρθρωσης των πιστωτικών ιδρυμάτων.

Το αποτέλεσμα είναι να προβλέπεται συρρίκνωση του δικτύου των τραπεζών και σημαντικές μειώσεις προσωπικού, που θα ξεπεράσουν τα 4.000 άτομα.

Αλλά και να «χαθούν» αξιόλογα περιουσιακά στοιχεία των τραπεζών, όπως είναι η Finansbank στην περίπτωση της Εθνικής Τράπεζας.

Επένδυση στην Τουρκία, που έγινε το 2006, επί Νέας Δημοκρατίας, και η οποία, εκτός του υψηλού συμβολισμού της, κάλυπτε το μεγαλύτερο ποσοστό των εργασιών του Ομίλου στο εξωτερικό, συμμετείχε σημαντικά στα μεγέθη του και συνέβαλε, καθοριστικά, στην κερδοφορία του.

6ον. Η ανακεφαλαιοποίηση είχε κόστος για τους φορολογούμενους και μέσω της μετατροπής των προνομιούχων μετοχών που κατείχε το Δημόσιο στην Εθνική Τράπεζα σε κοινές.

Αυτή η μετατροπή έχει γίνει με «κούρεμα» 71% επί της ονομαστικής αξίας.

Ενώ καταγράφηκαν και σημαντικές απώλειες από την εισαγωγή και διαπραγμάτευση των νέων αυτών κοινών μετοχών στο Χρηματιστήριο Αθηνών.

Συνεπώς, 4ο Συμπέρασμα:

Το αποτέλεσμα της «αριστερής» ανακεφαλαιοποίησης των συστημικών τραπεζών είναι εξαιρετικά δυσμενές για τη χώρα, τους φορολογούμενους, τους μετόχους και τους εργαζόμενους.

Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,

Εκτός όμως από την ανακεφαλαιοποίηση των συστημικών τραπεζών, είναι σε εξέλιξη η ανακεφαλαιοποίηση της Τράπεζας Αττικής, ενώ ολοκληρώθηκε η ανακεφαλαιοποίηση συνεταιριστικών τραπεζών.

Και εδώ όμως εγείρονται μία σειρά από σοβαρά ερωτήματα.

Ερωτήματα που θα αναδείξουν και οι Συνάδελφοί μου.

Ερωτήματα που έχουν να κάνουν, κυρίως, με την τιμή στην οποία πραγματοποιήθηκε η αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της Τράπεζας Αττικής, με τη συμμετοχή ΔΕΚΟ, ασφαλιστικών ταμείων και φορέων του Δημοσίου στην ανακεφαλαιοποίηση, με τη διαδικασία που ακολουθήθηκε προκειμένου να αποφασίσουν οι φορείς τη συμμετοχή τους, με το τεράστιο κόστος που έχουν επωμιστεί σήμερα αυτοί οι φορείς από τη συγκεκριμένη επένδυση.

Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,

Από τα ανωτέρω, είναι απόλυτα ευκρινές το οδυνηρό «αποτύπωμα» για την Ελληνική οικονομία της Κυβέρνησης της Αριστεράς, στη δομή και λειτουργία του τραπεζικού τομέα της.

Αποδείχθηκε ότι η Κυβέρνηση αδυνατεί να προβλέψει τις ευρύτερες εξελίξεις, να σχεδιάσει έγκαιρα και να υλοποιήσει αποτελεσματικά πολιτικές χρήσιμες για τη λειτουργία της οικονομίας.

Γι’ αυτό σήμερα ελέγχουμε την Κυβέρνηση.

 

Ομιλία στην Ολομέλεια της Βουλής των Ελλήνων κατά τη συζήτηση του Σχεδίου Νόμου «Μέτρα για την επιτάχυνση του κυβερνητικού έργου και άλλες διατάξεις»

Αθήνα, 19 Φεβρουαρίου 2016

Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,

Σήμερα, η χώρα «παραπαίει».

Οι αβεβαιότητες, ενδογενείς και εξωγενείς, διογκώνονται.

Οι προκλήσεις και οι κίνδυνοι πολλαπλασιάζονται.

Οι αντοχές της κοινωνίας εξασθενούν.

Και η οικονομία της χώρας «παλινδρομεί», αναζητώντας ένα νέο σημείο ισορροπίας, πολύ χαμηλότερο από αυτό που είχε επιτευχθεί πριν από ένα περίπου χρόνο, στο τέλος του 2014.

Έχει καταστεί ευκρινές, και υποστηρίζεται πλέον από ποσοτικούς και ποιοτικούς δείκτες, ότι η χώρα, αυτό τον πρώτο χρόνο διακυβέρνησης της Αριστεράς, «περιπλανήθηκε» βυθιζόμενη.

  • Η οικονομία επέστρεψε στην ύφεση.
  • Η δημόσια οικονομία κινείται σε οριακές καταστάσεις.
  • Η πραγματική οικονομία, λόγω και των κεφαλαιακών περιορισμών, έχει επιβαρυνθεί.
  • Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα, αλλά και του ιδιωτικού τομέα προς το Δημόσιο, διογκώθηκαν.
  • Οι τράπεζες χρειάστηκαν μια νέα ανακεφαλαιοποίηση.
  • Η χώρα χρειάστηκε πρόσθετη χρηματοδότηση από τους εταίρους, που συνοδεύεται από ένα νέο, εξαιρετικά επώδυνο Μνημόνιο.

Μνημόνιο, την «ιδιοκτησία» του οποίου, όπως επί μακρόν πανηγύριζε, έχει η Ελληνική κυβέρνηση.

Μνημόνιο που περικλείει πρόσθετα μέτρα λιτότητας, νέους άμεσους και έμμεσους φόρους και περικοπές στις συντάξεις και στα κοινωνικά επιδόματα.

Αυτό είναι το οδυνηρό «αποτύπωμα» των ιδεοληψιών, της αναποτελεσματικότητας, των παλινωδιών, της ανικανότητας, της αναβλητικότητας της Κυβέρνησης της Αριστεράς.

Κυβέρνηση που εισπράττει σήμερα το αντίτιμο της μακροχρόνιας πλειοδοσίας και πληρώνει το κόστος του λαϊκισμού της.

Κυβέρνηση, όμως, που μετά από περιπλάνηση στο χώρο των ψευδαισθήσεων, στέκεται με αμηχανία μπροστά στα προβλήματα, αυτοεγκλωβίζοντας τη χώρα σε επαναλαμβανόμενους κύκλους αβεβαιότητας και αστάθειας.

Κυβέρνηση η οποία, αντί να αντιμετωπίσει, με αποφασιστικότητα και ρεαλισμό, τα προβλήματα που η ίδια με τις πράξεις και τις παραλείψεις της, εν πολλοίς, δημιούργησε, επανέρχεται στις πομφόλυγες για «παράλληλο πρόγραμμα» και για δήθεν «αριστερά πρόσημα».

Προσπαθεί να «πασπαλίσει» με «αριστερή χρυσόσκονη» τη δυσάρεστη πραγματικότητα, για να την αποκρύψει.

Δεν τα καταφέρνει όμως.

Οι πολίτες αντιλαμβάνονται πλέον την επαναλαμβανόμενη πολιτική εξαπάτηση, αισθάνονται απογοητευμένοι, δυσφορούν και έχουν αρχίσει να οργίζονται.

Και αυτό γιατί η «αριστερή» πολιτική ρητορική και η δήθεν «αριστερή» κοινωνική ευαισθησία έχουν αποδειχθεί απολύτως κενές περιεχομένου.

Ενώ, η όποια «αριστερή ψυχή» έγινε θυσία στο βωμό για λίγη «πολιτική εξουσία», ακόμη και ακραίας νεοφιλελεύθερης κοπής.

Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι της Πλειοψηφίας,

Ενδεικτικά και μόνο, στο προνομιακό κατ’ εσάς πεδίο της κοινωνικής ευαισθησίας, συνέβησαν τα εξής:

1ον. Η Κυβέρνηση είχε, αρχικά, υποσχεθεί, μέσα από πομπώδεις διακηρύξεις, να διαθέσει 2 δισ. ευρώ, κατά τον πρώτο χρόνο διακυβέρνησης, για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης.

Στη συνέχεια, «προσγειώθηκε ανώμαλα» στις εξαγγελίες, στα 200 εκατ. ευρώ.

Και τελικά έδωσε μόλις 108 εκατ. ευρώ, 50% λιγότερα.

Υπενθυμίζεται ότι για το ίδιο λόγο, το 2014, είχε διανεμηθεί, ως «κοινωνικό μέρισμα», πολλαπλάσιο ποσό, ύψους 450 εκατ. ευρώ.

2ον. Ο «εξορθολογισμός» της χορήγησης του επιδόματος θέρμανσης, μεταφράστηκε σε περικοπή του επιδόματος κατά 105 εκατ. ευρώ το 2016.

Έτσι με τα νέα, «αριστερά» κριτήρια κοινωνικής ευαισθησίας, «πετσοκόβεται» κατά το ήμισυ το σχετικό κονδύλι του Προϋπολογισμού, περιορίζεται σημαντικά ο αριθμός των δικαιούχων και μειώνεται το επίδομα σε όσους τελικά χορηγηθεί.

3ον. Η προστασία νοικοκυριών και επιχειρήσεων έναντι των πλειστηριασμών, μέσω εξαγγελιών για «σεισάχθεια» και δηλώσεων περί «κανένα σπίτι στα χέρια τραπεζίτη», απεδείχθη έωλη υπόσχεση.

4ον.  Η διατήρηση της χορήγησης του ΕΚΑΣ, πολύ γρήγορα μεταφράστηκε σε περικοπή του κατά 223 εκατ. ευρώ το 2016 και σε κατάργηση μεταγενέστερα.

Και σήμερα, ήρθε η ώρα να συζητήσουμε και το δήθεν «παράλληλο πρόγραμμα».

Ένα συνονθύλευμα διατάξεων.

Κάποιων ακοστολόγητων.

Ορισμένων που συστήνουν δομές και ομάδες εργασίας και προφανώς έχουν δημοσιονομική επίπτωση.

Κάποιων άλλων που είναι το αποτέλεσμα μικρών κομματικών διευθετήσεων και εξυπηρετήσεων.

Αλλά και άλλων ήδη θεσμοθετημένων από την προηγούμενη Κυβέρνηση, όπως είναι η ρύθμιση που αφορά την παροχή νοσοκομειακής και φαρμακευτικής περίθαλψης σε ανασφάλιστους συμπολίτες μας.

Απώτατος σκοπός; Να «φιλοτεχνηθεί» ένα δήθεν «κοινωνικά ευαίσθητο» πρόσωπο για την Κυβέρνηση.

Κι όλα αυτά, την ίδια στιγμή που, αυτή η Κυβέρνηση, επιβάλλει νέα μέτρα, ύψους περίπου 6 δισ. ευρώ, ενώ ακολουθούν και άλλα, πρόσθετα.

Την ίδια στιγμή που, αυτή η Κυβέρνηση, στοχοποιεί και συγκρούεται με όλες τις παραγωγικές τάξεις της χώρας.

Την ίδια στιγμή που τα εθνικά, πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα οξύνονται και πολλαπλασιάζονται.

Η μακρά περίοδος όμως με τα ανέξοδα αριστερά πολιτικά «παραμύθια» έχει τελειώσει.

Πρέπει να μπει τέλος σ’ αυτήν την ανερμάτιστη διακυβέρνηση.

Δελτίο Τύπου σχετικά με την κυβερνητική πολιτική αύξησης των φόρων

Ο Συντονιστής Οικονομικών Υποθέσεων της Νέας Δημοκρατίας, Βουλευτής Φθιώτιδας, κ. Χρήστος Σταϊκούρας, έκανε την ακόλουθη δήλωση:

«Καθημερινές δηλώσεις και διαρροές δείχνουν ότι η Κυβέρνηση συνεχίζει στον ίδιο οικονομικά αναποτελεσματικό και κοινωνικά άδικο δρόμο της αύξησης των φόρων. Δεν διδάσκεται από τα λάθη της.

Μόλις προχθές τα στοιχεία της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων απέδειξαν ότι η μεγάλη αριστερή αύξηση των φόρων το 2015, δεν ενίσχυσε, αλλά αντίθετα μείωσε τα φορολογικά έσοδα και διόγκωσε τις ληξιπρόθεσμες οφειλές των ιδιωτών.

Η νέα αύξηση των φόρων εισοδήματος, περιουσίας και εισφορών που σχεδιάζει η Κυβέρνηση, θα “γονατίσει” τους συνεπείς φορολογούμενους, θα στραγγαλίσει την πραγματική οικονομία, θα διαλύσει τον ιδιωτικό τομέα, θα βαθύνει την ύφεση, θα ενισχύσει τη φοροδιαφυγή, θα μειώσει τα έσοδα.

Ας σταματήσει, επιτέλους, η Κυβέρνηση αυτή την ιδεοληπτική, αριστερή εμμονή της».

Κοινή δήλωση σχετικά με την Έκθεση της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Εσόδων για τα φορολογικά έσοδα του 2015

Ο Συντονιστής της ΟΔΕ Οικονομικών Υποθέσεων της Νέας Δημοκρατίας, Βουλευτής Φθιώτιδας, κ. Χρήστος Σταϊκούρας και ο Υπεύθυνος του Τομέα Φορολογικής Πολιτικής της Νέας Δημοκρατίας, Βουλευτής Ημαθίας κ. Απόστολος Βεσυρόπουλος, μετά τη δημοσιοποίηση της Έκθεσης της Γενικής Γραμματείας Εσόδων για τα φορολογικά έσοδα του 2015, έκαναν την ακόλουθη κοινή δήλωση:

«Το πέτυχαν και αυτό: Έβαλαν νέους φόρους, μείωσαν τα έσοδα, “στραγγάλισαν” την πραγματική οικονομία, επανέφεραν τη χώρα στην ύφεση. Η Έκθεση της Γενικής Γραμματείας Εσόδων για τα φορολογικά έσοδα του 2015 είναι αποκαλυπτική.

Τα συνολικά φορολογικά έσοδα μειώθηκαν σημαντικά έναντι του 2014.

Ενώ παρουσίασαν και σημαντική υστέρηση, περίπου 3 δισ. ευρώ, έναντι των στόχων που είχαν τεθεί στον Προϋπολογισμό του 2015.

Και όλα αυτά, παρά την επιβολή νέων, πρόσθετων φόρων από την Κυβέρνηση της Αριστεράς, καθαρού ύψους άνω του 1 δισ. ευρώ μόνο για το 2015.

Μέτρα όπως είναι:

  • Η αύξηση των συντελεστών ΦΠΑ
  • Η αύξηση των συντελεστών του φόρου εισοδήματος νομικών προσώπων
  • Η αύξηση των συντελεστών της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης
  • Η αύξηση των συντελεστών του φόρου ασφαλίστρων
  • Η κατάργηση απαλλαγών από τον ΕΝΦΙΑ
  • Η αύξηση της προκαταβολής φόρου εισοδήματος στα νομικά πρόσωπα, στους ελεύθερους επαγγελματίες και στους αγρότες

Μέτρα που οδήγησαν στην περαιτέρω διόγκωση, περίπου κατά 13 δισ. ευρώ, των ληξιπρόθεσμων φορολογικών οφειλών των πολιτών προς το κράτος.

Μέτρα που αποτυπώνουν την ιδεοληπτική, αριστερή εμμονή στην αύξηση των φόρων.

Μέτρα που “στραγγαλίζουν” την πραγματική οικονομία και διαλύουν τον ιδιωτικό τομέα.

Μέτρα που επανέφεραν την οικονομία στην ύφεση».

TwitterInstagramYoutube