Ευχαριστώ τους διοργανωτές της Οικονομικής Διάσκεψης για την πρόσκληση που μου απηύθυναν να συμμετάσχω στις εργασίες της.
Τους συγχαίρω για τη δημιουργική πρωτοβουλία που ανέλαβαν, η οποία όμως, δυστυχώς, πραγματοποιείται σε ένα περιβάλλον γενικευμένης αμηχανίας, ανασφάλειας και αβεβαιότητας.
Κυρίες και Κύριοι,
Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός, το οποίο υποστηρίζεται πλέον και από ποσοτικούς δείκτες, ότι η χώρα, μετά τα δείγματα σταθεροποίησης το 2014, «λιμνάζει» βυθιζόμενη από τις αρχές του 2015, αναλώνοντας χρόνο και πόρους, σε έναν ευρύτερο περίγυρο υψηλών κινδύνων.
Οι ιδεοληψίες, η αβελτηρία και οι παλινωδίες επέφεραν τεράστιο κόστος στη χώρα και στην οικονομία.
- Η οικονομία επέστρεψε στην ύφεση, όπου και παραμένει.
- Η τάση αποκλιμάκωσης της ανεργίας συρρικνώθηκε.
- Το οικονομικό κλίμα κατέρρευσε, οι επιχειρηματικές προσδοκίες επιδεινώθηκαν, η καταναλωτική εμπιστοσύνη υποχώρησε.
- Οι ληξιπρόθεσμες φορολογικές οφειλές των ιδιωτών προς το Κράτος διογκώθηκαν.
- Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του Κράτους προς τον ιδιωτικό τομέα «εκτοξεύθηκαν». Συγκεκριμένα, αυτές αυξήθηκαν κατά 76% από τις αρχές του 2015!!!
- Ο ακαθάριστος σχηματισμός κεφαλαίου, οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών, ο δείκτης κύκλου εργασιών στη βιομηχανία, στις κατασκευές, στο χονδρικό και λιανικό εμπόριο, στις υπηρεσίες, συρρικνώθηκαν περαιτέρω.
- Τα «λουκέτα» στην αγορά πολλαπλασιάστηκαν. Συγκεκριμένα, οι διαγραφές επιχειρήσεων αυξήθηκαν κατά 70% το 1ο τρίμηνο του 2016 σε σχέση με το αντίστοιχο του 2015.
- Οι τραπεζικές καταθέσεις παρουσίασαν τη μεγαλύτερη εκροή από την αρχή της κρίσης.
- Η ποιότητα χαρτοφυλακίου των τραπεζών επιδεινώθηκε, αφού τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια διογκώθηκαν.
- Η πιστωτική συρρίκνωση συνεχίστηκε.
- Οι διαρθρωτικές αλλαγές «κόλλησαν» ενώ κάποιες, λίγες αποκρατικοποιήσεις, μετά από πολλά εμπόδια και «πόνο ψυχής», τελικά πραγματοποιήθηκαν.
Έτσι, σήμερα, η Ελλάδα βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σημείο, σε ένα σημείο καμπής.
Σημείο κατά το οποίο προσπαθεί να βρει ένα νέο επίπεδο ισορροπίας, δυστυχώς πολύ χαμηλότερο από αυτό στο οποίο βρισκόταν στο τέλος του 2014.
Το ερώτημα συνεπώς, που τίθεται, είναι: τι πρέπει να γίνει από εδώ και μπρος για να σταθεροποιηθεί και πάλι η κατάσταση και να μπει η χώρα σε τροχιά βιώσιμης ανάπτυξης;
Τι πρέπει να γίνει ώστε να προσελκύσουμε ιδιωτικές επενδύσεις και να ενισχύσουμε την υγιή επιχειρηματικότητα;
Τι πρέπει να γίνει ώστε η χώρα να αναπτυχθεί με δικαιοσύνη και συνοχή και να πορευθεί με εθνική αξιοπρέπεια και δυναμισμό στο ανταγωνιστικό ευρωπαϊκό και διεθνές περιβάλλον;
Τι πρέπει να γίνει ώστε να πάμε κόντρα στη «δικτατορία των μετριοτήτων», στο «συμβιβασμό με το τέλμα» και στη «λογική της μικρής Ελλάδας», που κυρίως σήμερα οι κυβερνήτες καλλιεργούν;
Κατά τη γνώμη μου απαιτείται στιβαρή και αποφασιστική πολιτική ηγεσία, η οποία να διαθέτει σχέδιο και βούληση, να είναι διατεθειμένη να δουλέψει σκληρά και η οποία να κινηθεί γρήγορα, συνεκτικά, συμπληρωματικά και αποτελεσματικά, σε παράλληλους άξονες, με βραχυπρόθεσμο και μακροπρόθεσμο χρονικά ορίζοντα.
Αυτοί οι άξονες είναι:
1ος. Η αποκατάσταση της σταθερότητας και η εμπέδωση κλίματος εμπιστοσύνης.
Σταθερότητα και εμπιστοσύνη που προϋποθέτουν, βέβαια, Κυβερνητική αξιοπιστία και σοβαρότητα.
Οι οποίες, δυστυχώς σήμερα, αποτελούν «αγαθό σε ανεπάρκεια».
2ος. Η ταχεία ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης του Προγράμματος.
Θυμίζω, αξιολόγηση που θα έπρεπε να είχε ήδη «κλείσει» από τον περυσινό Νοέμβριο.
Σημαντικό μέρος της εκταμίευσης πόρων, που θα συνοδεύσει την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, θα πρέπει να κατευθυνθεί στην αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου, ώστε να ενισχυθεί η ρευστότητα στην πραγματική οικονομία.
3ος. Η αξιολόγηση, αν και με μεγαλύτερο κόστος εξαιτίας της Κυβερνητικής αβελτηρίας, θα πρέπει τουλάχιστον να «κλείσει» με τον καλύτερο για τα ελληνικά συμφέροντα τρόπο.
Η αριστερή ιδεοληπτική εμμονή στην αύξηση της φορολογίας έχει αποδειχθεί οικονομικά αναποτελεσματική και κοινωνικά άδικη.
Αντίθετα, θα πρέπει να περάσουμε στη σταδιακή μείωση της φορολογίας.
Με την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων, όπως έγινε με τις πρώτες φορολογικές ελαφρύνσεις του 2014.
Με την μεγαλύτερη περιστολή των δημοσίων δαπανών. Υπάρχουν περιθώρια, δεν είναι πολύ μεγάλα.
Με τη συνεχή θεσμική, διοικητική και τεχνολογική ενδυνάμωση του φορολογικού συστήματος, με στόχο την ένταξη του «αφανούς» τμήματος της οικονομίας στο «εμφανές» πεδίο της.
4ος. Η πραγματοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στις αγορές αγαθών και υπηρεσιών.
Μεταρρυθμίσεις που θα βοηθήσουν στη διατήρηση ή/και στη δημιουργία νέων εξωστρεφών και ανταγωνιστικών εγχώριων επιχειρήσεων και στην προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων.
5ος. Η υλοποίηση αποκρατικοποιήσεων και η αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας.
Ιδιωτικοποιήσεις οι οποίες μπορούν να συμβάλουν στον εκσυγχρονισμό και στην αύξηση της αποτελεσματικότητας των επιχειρήσεων, στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας και στην ενίσχυση της εξωστρέφειας της οικονομίας, αλλά και στον περιορισμό των δανειακών αναγκών του Ελληνικού Δημοσίου.
6ος. Η ενίσχυση της μακροχρόνιας βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους.
Βιωσιμότητα που επιβαρύνθηκε από τους ανερμάτιστους χειρισμούς των τελευταίων μηνών.
Αυτό που χρειάζεται πλέον είναι η Κυβέρνηση να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις που θα συντελέσουν στην έναρξη της συζήτησης για τη νέα αναδιάρθρωση του χρέους, μετά την διπλή αναδιάρθρωση που έγινε το 2012.
Και οι δανειστές, από τη μεριά τους, να τηρήσουν τις μακροχρόνιες δεσμεύσεις τους.
7ος. Η σταδιακή εξομάλυνση της πιστωτικής επέκτασης.
Προϋπόθεση, μεταξύ άλλων, στο σκέλος του ενεργητικού, αποτελεί η αντιμετώπιση του υψηλού συσσωρευμένου αποθέματος μη-εξυπηρετούμενων δανείων.
Προς την κατεύθυνση αυτή απαιτείται καλύτερος συντονισμός των εμπλεκόμενων φορέων σε επίπεδο στρατηγικής και τεχνικής υλοποίησης των αποφάσεων, προώθηση της αποσυμφόρησης των δικαστηρίων, επίσπευση των διαδικασιών.
8ος. Η ταχύτερη υλοποίηση επενδυτικών σχεδίων μέσω της ορθολογικής αξιοποίησης των διαθέσιμων Ευρωπαϊκών κονδυλίων και των νέων χρηματοδοτικών εργαλείων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων. Με ταχεία αξιοποίηση των πόρων του νέου ΕΣΠΑ (Εταιρικό Σύμφωνο για το Πλαίσιο Ανάπτυξης) για το 2014-2020 και επιτάχυνση ολοκλήρωσης των σχετικών δράσεων ενίσχυσης της επιχειρηματικότητας, που αναιτίως και αδίκως, για τις επιχειρήσεις και τους άνεργους νέους, καθυστέρησαν περισσότερο από 14 μήνες να προκηρυχθούν.
Καθώς και η προώθηση επενδυτικών σχεδίων που θα αξιοποιούν αποτελεσματικά το Ευρωπαϊκό Ταμείο Στρατηγικών Επενδύσεων, το «Πρόγραμμα Γιούνκερ». Αλλά και η ψήφιση του νέου Αναπτυξιακού Νόμου για την ενίσχυση νέων επενδύσεων.
9ος. Η δομική βελτίωση των παρεχόμενων κοινωνικών δαπανών, με την εφαρμογή σύγχρονων πολιτικών πρόνοιας και κοινωνικής αλληλεγγύης, όπως είναι ο θεσμός του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος, που θα επιτρέψουν τη μείωση της φτώχειας και της ανισότητας, μετά τις κοινωνικές μεταβιβάσεις.
10ος. Η υιοθέτηση ενός εθνικού στρατηγικού σχεδίου παραγωγικής ανασυγκρότησης της οικονομίας.
Σχέδιο που θα έπρεπε, με βάση και τις δεσμεύσεις του Μνημονίου, να ολοκληρωθεί από την Ελληνική Κυβέρνηση το Μάρτιο του 2016.
Και το οποίο σήμερα, προφανώς, δεν υφίσταται.
Ούτε καν γίνεται συζήτηση γι’ αυτό.
Σχέδιο που θα πρέπει να στοχεύει στη σταδιακή αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της οικονομίας, από μια οικονομία βασισμένη στην κατανάλωση εισαγόμενων προϊόντων σε μια ανταγωνιστική και εξωστρεφή οικονομία, προσανατολισμένη στις επενδύσεις, τις εξαγωγές, την αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων κάθε κλάδου και την ανάδειξη της σημασίας της γεωστρατηγικής θέσης της χώρας.
Προς αυτή την κατεύθυνση απαιτείται η διαμόρφωση ενός σταθερού φορολογικού συστήματος, η εναρμόνιση των ρυθμών λειτουργίας της δικαιοσύνης με τις ανάγκες της παραγωγικής, επιχειρηματικής και επενδυτικής δραστηριότητας, η βελτίωση της «ποιότητας» των δημόσιων οικονομικών, με την ανάδειξη παραγόντων όπως είναι η εκπαίδευση, η έρευνα και η καινοτομία.
Κατά την εκτίμησή μου, αυτές οι προτεραιότητες θα απελευθερώσουν μη παραγωγικά δεσμευμένους ή αδρανείς πόρους της οικονομίας μας και θα βελτιώσουν το κλίμα, με πολλαπλασιαστικές θετικές επιδράσεις σε νέες επιχειρηματικές πρωτοβουλίες και στην προσέλκυση νέων εγχώριων και ξένων επενδύσεων.
Αυτές όμως οι προϋποθέσεις απαιτούν σχέδιο και βούληση, σοβαρότητα και αξιοπιστία.
Και η παρούσα Κυβέρνηση αυτά δεν τα διαθέτει και δεν δείχνει ικανή να τα διαμορφώσει.