Κύριε Σταϊκούρα, τι σηματοδοτεί το τρομοκρατικό χτύπημα στον πρώην Πρωθυπουργό και Πρόεδρο της Ακαδημίας Αθηνών Λουκά Παπαδήμο;
Καταρχάς, θέλω να καταδικάσω, με τον πλέον απερίφραστο τρόπο, την άνανδρη τρομοκρατική επίθεση σε βάρος του πρώην Πρωθυπουργού και να ευχηθώ ταχεία και πλήρη ανάρρωση σε όλους τους τραυματίες.
Όμως, η λεκτική καταδίκη όλων μας δεν αρκεί. Η τρομοκρατία αποτελεί απειλή για την ίδια τη δημοκρατία και τη σταθερότητα της χώρας. Η αντιμετώπισή της πρέπει να αποτελέσει πολιτική προτεραιότητα. Είναι χρέος της πολιτείας να αντιδράσει άμεσα, αποφασιστικά και αποτελεσματικά.
Μετά την αισιοδοξία η Κυβέρνηση και η χώρα επέστρεψε στην αγωνία. Ποια είναι η πρόβλεψή σας; Θα εξευρεθεί τελικά λύση έως τις 15 Ιουνίου που συνεδριάζει ξανά το Eurogroup;
Η Κυβέρνηση, η οποία διακατέχεται από αυταπάτες και επιδίδεται σε απάτες, θέτει διαρκώς τον «πήχη ψηλά» και μονίμως περνάει από κάτω. Βάζει δήθεν «κόκκινες γραμμές», τις οποίες πολύ γρήγορα καταπατά. Χωρίς στρατηγική, κινείται διαρκώς με τη λογική του «βλέποντας και κάνοντας».
Εύχομαι και ελπίζω να υπάρξει άμεσα λύση, τόσο με την ολοκλήρωση της αξιολόγησης όσο και με την συγκεκριμενοποίηση των μέτρων για τη ρύθμιση του χρέους. Γιατί κάθε καθυστέρηση έχει αποδειχθεί καταστροφική για την οικονομία και οδυνηρή για τους πολίτες.
Τι θα σημαίνει μία νέα «αποτυχία»;
Αποτυχία ως προς την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, με την έννοια μιας νέας καθυστέρησης στην εκταμίευση της δόσης, θα σημαίνει ακόμη μεγαλύτερη επιβάρυνση για την πραγματική οικονομία. Ήδη, εξαιτίας της πολύμηνης καθυστέρησης, η οικονομία έχει στερηθεί πόρους ύψους 13,3 δισ. ευρώ, με αποτέλεσμα η Κυβέρνηση να έχει προβεί σε εκτεταμένο εσωτερικό δανεισμό και στάση πληρωμών προς τον ιδιωτικό τομέα, «στεγνώνοντας» την οικονομία από ρευστότητα, «σέρνοντας» τη χώρα στην ύφεση και θέτοντας σε κίνδυνο την επίτευξη ακόμη και του αναθεωρημένου προς τα κάτω εφετινού στόχου για την ανάπτυξη.
Αποτυχία ως προς την συγκεκριμενοποίηση των μέτρων για τη ρύθμιση του χρέους, θα σημαίνει, πιθανότατα, αδυναμία ένταξης στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης και πρόσθετες δυσκολίες εξόδου στις διεθνείς αγορές, με ρεαλιστικούς όρους.
Η απόφαση για καταβολή του επόμενου πακέτου δόσης τοποθετείται πλέον οριστικά από τον Ιούλιο και μετά;
Ναι, διότι η αξιολόγηση ακόμη δεν έχει ολοκληρωθεί, αφού η Κυβέρνηση δεν έχει υλοποιήσει μια σειρά από προαπαιτούμενα που εμπεριέχονται στην τελευταία συμφωνία της με τους δανειστές. Συμφωνία, την οποία – στο σύνολό της – ακόμη δεν γνωρίζουμε, παρά μόνο τμήμα αυτής.
Και το οποίο είναι το πρόσφατο πολυνομοσχέδιο, με την ψήφιση νέων μέτρων λιτότητας, ύψους 4,9 δισ. ευρώ, για το 2018 και μετά. Με μέτρα όπως είναι η τεράστια περικοπή του αφορολόγητου και η μεγάλη μείωση των κύριων και επικουρικών συντάξεων.
Μέτρα, που ανεβάζουν το συνολικό λογαριασμό της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ στα 14,2 δισ. ευρώ. Ο πιο βαρύς, κοινωνικά άδικος και αχρείαστος «μνημονιακός λογαριασμός».
Θεωρείτε πιθανή την αποχώρηση του ΔΝΤ από το ελληνικό πρόγραμμα εάν τελικά δεν υπάρξει συμφωνία μεταξύ του Ταμείου και του Γερμανικού Υπουργείου Οικονομικών;
Το ΔΝΤ, μέχρι σήμερα, χρηματοδοτικά, αντίθετα απ’ ότι προβλέπεται και έχει ζητήσει εγγράφως η Ελληνική Κυβέρνηση, δεν συμμετέχει στο πρόγραμμα. Συνεπώς, η μέχρι σήμερα σχέση μπορεί δυνητικά να συνεχίσει να υφίσταται, με κόστος όμως την αξιολόγηση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους και με όλες τις δυσμενείς συνέπειες που κάτι τέτοιο πιθανόν θα έχει για τη χώρα, και τις οποίες ήδη σας ανέπτυξα.
Υπενθυμίζεται ότι το ΔΝΤ, στην ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους, τον Ιούνιο του 2014, εκτιμούσε ότι αυτό θα έμπαινε σε μια τροχιά ταχείας αποκλιμάκωσης με αποτέλεσμα να είναι κοντά στο 60% του ΑΕΠ το 2060. Στην τελευταία του έκθεση, τον Φεβρουάριο του 2017, εκτιμά ότι το δημόσιο χρέος θα εκτοξευθεί στο 275% του ΑΕΠ το 2060! Είναι συνεπώς προφανές το κόστος που έχει συσσωρεύσει στη χώρα η σημερινή διακυβέρνηση.
Τελικά, μετά και το αποτέλεσμα του Eurogroup, μήπως στο θέμα της επίλυσης του χρέους η Κυβέρνηση ανέβασε ψηλά τον πήχη ή μήπως αθέτησαν τις συμφωνίες τους οι δανειστές;
Η Κυβέρνηση διαρκώς υποχωρεί και είναι εγκλωβισμένη στις υπογραφές της.
Αποδέχθηκε, παρά τις δήθεν «ηρωϊκές διαπραγματεύσεις» της, νέα μέτρα λιτότητας, ακόμη και για μετά τη λήξη του 3ου Μνημονίου, συνυπογράφοντας το 4ο Μνημόνιο.
Αποδέχθηκε, παρά τις περί αντιθέτου δεσμεύσεις της, υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, ύψους 3,5% του ΑΕΠ για 5 χρόνια, εγκλωβίζοντας τη χώρα σε πολυετή λιτότητα.
Και παραμένει εγκλωβισμένη στην απόφαση του Eurogroup, του Μαΐου του 2016, την οποία έχει συνυπογράψει, σύμφωνα με την οποία τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος θα ληφθούν μετά τη λήξη του προγράμματος, υπό την προϋπόθεση ότι η χώρα υλοποιεί πλήρως τις δεσμεύσεις της και, το σημαντικότερο, αν αυτό τότε κριθεί αναγκαίο από τους θεσμούς.
Συνεπώς, το αυτονόητο που πέτυχε η χώρα το 2012, και το οποίο με ευθύνη των δανειστών δεν υλοποιήθηκε, σήμερα καθίσταται ζητούμενο. Η μειωμένη αξιοπιστία όμως της σημερινής Κυβέρνησης, δεν πρέπει να αποτελεί άλλοθι για τους δανειστές. Πρέπει και αυτοί να αναλάβουν τις δικές τους ευθύνες και να προχωρήσουν, το συντομότερο δυνατόν, σε ουσιαστικές παρεμβάσεις για την ενίσχυση της βιωσιμότητας του χρέους. Ρεαλιστικές λύσεις και ισοδύναμες τεχνικές υπάρχουν.
Πιστεύετε ότι η Κυβέρνηση θα επιμείνει στην θέση της «χωρίς το χρέος, δεν εφαρμόζονται μέτρα»;
Σε ποια θέση της μέχρι σήμερα έχει παραμείνει σταθερή η Κυβέρνηση για να επιμείνει και σε αυτή;
Το πιο πρόσφατο περιστατικό; Η ίδια πέρασε από το «ούτε 1 ευρώ νέα μέτρα», στην ψήφιση «5 δισ. ευρώ νέων μέτρων, και με τα δύο χέρια, χωρίς πόνο ψυχής».
Και σήμερα, από την «θεαματική επιτυχία», κάνει λόγο, για ακόμη μία φορά, για έναν «έντιμο συμβιβασμό». Αυταπάτες, απάτες και διαπραγματευτικές ήττες συνιστούν το τρίπτυχο της Κυβερνητικής αποτυχίας.
Κυβέρνηση, η οποία προσπαθεί να επαναφέρει την οικονομία σε διαδικασία μεγέθυνσης, κατάσταση στην οποία την παρέλαβε, και όπως έδειξαν τα πρόσφατα στοιχεία για την ύφεση, δεν τα έχει καταφέρει.
Προσπαθεί να πετύχει κάτι ουσιαστικό για το χρέος, στηριζόμενη στις αποφάσεις του 2012, αφού πρώτα επιβάρυνε τη βιωσιμότητά του, και δεν τα έχει καταφέρει.
Προσπαθεί να εντάξει τη χώρα στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, στο οποίο θα έπρεπε να βρίσκεται από το Μάρτιο του 2015, και δεν τα έχει καταφέρει.
Προσπαθεί να βγάλει τη χώρα στις διεθνείς αγορές, κάτι που είχε γίνει το 2014, και δεν τα έχει καταφέρει.
Προσπαθεί να άρει τους κεφαλαιακούς περιορισμούς, τους οποίους η ίδια προκάλεσε, και δεν τα έχει καταφέρει.
2,5 χαμένα χρόνια, στα οποία η χώρα χρεώθηκε δύο αχρείαστα μνημόνια, οι πολίτες φτωχοποιήθηκαν και η οικονομία γονάτισε.
Κύριε Σταϊκούρα, βλέπετε να επανέρχεται το σενάριο των πρόωρων εκλογών;
Καταρχήν, να υπενθυμίσω ότι ο κ. Πρωθυπουργός, στην ομιλία του στη Βουλή, μετά την ολοκλήρωση της 1ης αξιολόγησης, είχε πει ότι «πήραμε εντολή από τον ελληνικό λαό, τον Σεπτέμβριο του 2015, να υλοποιήσουμε μία συμφωνία που προέβλεπε μια ήπια δημοσιονομική προσαρμογή μέχρι το 2018».
Και σήμερα υλοποιεί μία συμφωνία για μετά το 2018. Είναι προφανής η διάσταση μεταξύ των πράξεών του και της εντολής που έλαβε. Είμαστε όμως συνηθισμένοι στις οβιδιακές μεταμορφώσεις του κ. Πρωθυπουργού και της Κυβέρνησής του, στις συνεχείς παλινδρομήσεις μεταξύ ιδεοληψίας και κυνισμού και στα ανερυθρίαστα ρεσιτάλ ψεμάτων και αυτοδιαψεύσεων.
Στόχος; Η παραμονή στην εξουσία, για λίγο ακόμη, με κάθε κόστος, με κάθε τρόπο, με κάθε μέσο. Η πολιτική αλλαγή όμως είναι το ζητούμενο, και αυτή αργά ή γρήγορα θα έρθει.