Τετάρτη, 30 Ιουνίου 2021
Δελτίο Τύπου
Ομιλία του Υπουργού Οικονομικών κ. Χρήστου Σταϊκούρα στην εκδήλωση που διοργανώνει η Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας, σε συνεργασία με το Γραφείο του Αναπληρωτή Υπουργού Εξωτερικών κ. Μιλτιάδη Βαρβιτσιώτη, για τα 40 χρόνια από την ένταξη της Ελλάδας στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες
Θέλω να συγχαρώ την Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας και το Γραφείο του Συναδέλφου Αναπληρωτή Υπουργού Εξωτερικών κ. Μιλτιάδη Βαρβιτσιώτη για την πρωτοβουλία να διοργανώσουν τη σημερινή εκδήλωση και να τους ευχαριστήσω για την πρόσκληση που μου απηύθυναν να συμμετάσχω, ως ομιλητής.
Η συμπλήρωση 40 χρόνων από την ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ένωση αποτελεί πολύτιμη ευκαιρία για κάθε Ελληνίδα και κάθε Έλληνα.
Όλοι μας έχουμε χρέος να κάνουμε έντιμο απολογισμό, αθόλωτο αναστοχασμό, και να σχεδιάσουμε την περαιτέρω πορεία μας προς το μέλλον με όραμα και λογισμό.
Απολογισμό και αναστοχασμό για τα πολλά και σημαντικά που έγιναν από τη συμμετοχή μας στο ενιαίο ευρωπαϊκό οικοδόμημα.
Αλλά και για τις χαμένες ευκαιρίες, για τα λάθη και τις παραλείψεις, τόσο από τη δική μας πλευρά όσο και από την πλευρά των εταίρων μας, κατά τις τέσσερις δεκαετίες της κοινής πορείας μας.
Κυρίες και Κύριοι,
Από το δεύτερο μισό της δεκαετίας του ’50, ενώ η Ελλάδα «έγλειφε» τις πληγές της από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο και την κατάρα του εμφύλιου σπαραγμού, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, με όραμα, διορατικότητα, ορθολογισμό και αποφασιστικότητα, την προσανατόλισε προς την Ενοποιούμενη Ευρώπη.
Επιλογή στρατηγικής σημασίας.
Τότε, μαζί με το πρωτοφανές έργο της ανασυγκρότησης της χώρας, την οδήγησε ώστε να αρχίσει να σπάει τα δεσμά της εσωστρέφειας.
Το 1967, η πορεία διεκόπη.
Μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής «ξανάπιασε» το νήμα.
Με αμετακίνητο το στρατηγικό στόχο, με σχέδιο, ακεραιότητα, στιβαρότητα και το παγκόσμιο κύρος που τον διέκρινε, κατάφερε να ξεπεράσει τις ενδογενείς και εξωγενείς αντιστάσεις και δυσκολίες, και να εντάξει την Ελλάδα ως 10ο μέλος, πριν από 40 χρόνια, στην, τότε, Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ), λέγοντας ότι:
«Από την 1η Ιανουαρίου του 1981, η Ελλάδα ξαναβρίσκει την θέση της στην Ευρώπη, έχοντας κοινά συμφέροντα και στόχους».
Πράγματι, έχει ισχυρά, κοινά συμφέροντα με τους Ευρωπαίους εταίρους, που εδράζονται σε ιστορικά, γεωγραφικά, γεωπολιτικά, γεωοικονομικά δεδομένα.
Είναι αλήθεια ότι υπήρξαμε πάντοτε, από την εποχή των Θερμοπυλών, και είμαστε οι ακρίτες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.
Έχουμε δώσει από αιώνες αγώνες, αίμα και δάκρυα, για την ειρήνη, την ελευθερία, τη δημοκρατία, τις αξίες, και τον ευρωπαϊκό πολιτισμό.
Αυτά οφείλουν, όλοι, διαρκώς να τα θυμούνται.
Προσδοκούμε και εργαζόμαστε για την εμπέδωση της ειρήνης στην Ευρωπαϊκή Ήπειρο και την ενεργό αλληλεγγύη των εταίρων προς τα κράτη-μέλη έναντι των απειλών εξωγενών παραγόντων.
Κυρίες και Κύριοι,
Σήμερα, οι Έλληνες ισχυροποιούμε τη χώρα μας,πολύπλευρα.
Κερδίζουμε κύρος.
Στις κατατάξεις μεταξύ των εταίρων, κερδίζουμε θέσεις.
Έχουμε όμως, ακόμη, μεγάλες δυνατότητες περαιτέρω ενδυνάμωσης.
Ενδυνάμωσης της χώρας μας, ως κοινωνικά και οικονομικά ανεπτυγμένου κράτους-μέλους, με διευρυμένο κύρος και ισχύ, και με πρωταγωνιστικό ρόλο στη Νοτιοανατολική Ευρώπη.
Ενδυνάμωσης όμως και ολόκληρης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ως πρότυπου, παγκοσμίως, χώρου ελευθερίας, ασφάλειας, δικαιοσύνης, κοινωνικής συνοχής και οικονομικής, πολιτικής και πολιτιστικής προόδου.
Στον διάβα των χρόνων, επιβεβαιώθηκε η κοινή στόχευση Ελλάδας και Ευρωπαϊκής Ένωσης για διατήρηση της ειρήνης και διασφάλιση της σταθερότητας στην περιοχή μας και σε ολόκληρη την Ευρώπη, σε συνδυασμό με την ενίσχυση των κοινωνικών, πολιτικών, οικονομικών, πολιτισμικών δεσμών και της συνοχής στο εσωτερικό της Ένωσης, τη διαμόρφωση κοινών θεσμικών οργάνων, τη δημιουργία της κοινής αγοράς και το καθοριστικής σημασίας επίτευγμα της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης – με το κοινό μας νόμισμα, το ευρώ.
Η ενιαία αγορά και, μετέπειτα, η ένταξη στον «σκληρό πυρήνα» της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην Ευρωζώνη, συνέβαλε καθοριστικά στο άνοιγμα και στον εκσυγχρονισμό της ελληνικής οικονομίας.
Αποτέλεσε, επίσης, «κλειδί» για τη σταθερότητα στις συναλλαγές και την αντιμετώπιση των μεγάλων προκλήσεων της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας.
Ωστόσο, το πιο απτό όφελος στο οικονομικό πεδίο από τη συμμετοχή της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι άλλο από τα πολύ σημαντικά κονδύλια των κοινοτικών ταμείων.
Κονδύλια που ξεπερνούν τα 200 δισ. ευρώ, δηλαδή υπερβαίνουν το ΑΕΠ της χώρας μας.
Είναι ενδεικτικό ότι μόνο οι κοινοτικοί πόροι της Πολιτικής Συνοχής, για την περίοδο 1986-2020, ξεπέρασαν συνολικά τα 91 δισ. ευρώ.
Και εάν προστεθεί η εθνική δημόσια συνεισφορά και η συνεισφορά από ιδιωτικούς πόρους, το συνολικό ποσό που διοχετεύτηκε στην ελληνική οικονομία την παραπάνω περίοδο αγγίζει τα 145 δισ. ευρώ, όπως προκύπτει από στοιχεία που περιλαμβάνονται σε πρόσφατη Έκθεση του ΟΟΣΑ.
Η ίδια Έκθεση αναδεικνύει τα μεσοπρόθεσμα πολλαπλασιαστικά οφέλη των συγχρηματοδοτούμενων – από ευρωπαϊκά κονδύλια – έργων και επενδύσεων.
Ειδικότερα, μόνο από τα συγχρηματοδοτούμενα έργα και τις επενδύσεις της περιόδου 2009-2018, συνολικού ύψους 79δισ. ευρώ, η σωρευτική αύξηση του ΑΕΠ που θα προκύψει, έως το 2023, εκτιμάται ότι θα υπερβεί τα 122 δισ. ευρώ (σε όρους αλυσωτών δεικτών όγκου με έτος αναφοράς το 2008).
Δηλαδή, κάθε 1 ευρώ ευρωπαϊκών κονδυλίων δίνει ώθηση κατά 1,55 ευρώ στο ΑΕΠ από το 2009 μέχρι το 2023.
Τα Μεσογειακά Ολοκληρωμένα Προγράμματα της δεκαετίας του 1980 και των αρχών της δεκαετίας του 1990,η Κοινή Αγροτική Πολιτική, τα πέντε Ευρωπαϊκά Διαρθρωτικά και Επενδυτικά Ταμεία (Ευρωπαϊκό Ταμείο Περιφερειακής Ανάπτυξης, Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο, Ταμείο Συνοχής, Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Αγροτικής Ανάπτυξης, Ευρωπαϊκό Ταμείο Θάλασσας και Αλιείας), και ιδίως τα τρία Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης της περιόδου 1989-2006, και εν συνεχεία τα προγράμματα του ΕΣΠΑ, λειτούργησαν ως ατμομηχανές μετασχηματισμού και μεγέθυνσης της ελληνικής οικονομίας.
Συνέβαλαν σημαντικά στη δημιουργία θέσεων εργασίας, στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων και στη στήριξη των μικρών επιχειρήσεων, στη βιώσιμη ανάπτυξη και στην ανάπτυξη του πρωτογενούς τομέα, στην ψηφιακή σύγκλιση, στην αναζωογόνηση της περιφέρειαςκαι, βεβαίως, στην κατασκευή μεγάλων έργων υποδομών.
Στο πλαίσιο αυτό, χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο Αυτοκινητόδρομος Κεντρικής Ελλάδας Ε65:
Κυρίες και Κύριοι,
Παρά τα μεγάλα οφέλη, η ευρωπαϊκή πορεία της χώρας δεν ήταν πάντα ανοδική και ανέφελη, ούτε η αξιοποίηση των πόρων η βέλτιστη δυνατή.
Σφάλματα και αστοχίες, σε συνδυασμό με χρόνιες δομικές και διαρθρωτικές αδυναμίες, λειτούργησαν ως τροχοπέδη στην υψηλότερη και αποτελεσματικότερη απορρόφηση των κοινοτικών κονδυλίων.
Ενώ οι ισχυρές αναταράξεις που προκάλεσε η παγκόσμια οικονομική κρίση στη χώρα μας, εξαιτίας χρόνιων εγχώριων παθογενειών στο αξιακό, στο θεσμικό, στο πολιτικό, στο κοινωνικό και στο οικονομικό πεδίο, καθώς και η συνακόλουθη εφαρμογή ασφυκτικών και ανελαστικών Προγραμμάτων Οικονομικής Πολιτικής, από το 2010, αποτέλεσαν μια μεγάλη δοκιμασία.
Βεβαίως, στο σημείο αυτό πρέπει να αναφέρω ότι, όπως άλλωστε έχει αναγνωρισθεί εκτεταμένα και εκτός Ελλάδας, η κρίση βρήκε το εγχείρημα της οικονομικής και νομισματικής ενοποίησης δομικά και θεσμικά ημιτελές.
Βρήκε τις οικονομίες της Ευρωζώνης με ένα διακρατικό «χάσμα» ανταγωνιστικότητας.
Βρήκε όμως και τις ηγεσίες της Ευρωζώνης αδυνατούσες να διαχειριστούν τις συνέπειες της κρίσης.
Στους κόλπους της κυριάρχησαν δογματισμοί, πρακτικές επιβολής, γεωγραφικοί διαχωρισμοί.
Έτσι η Ευρώπη άργησε να καταλήξει σε μια συνολική, ρεαλιστική, συνεκτική λύση.
Σήμερα, η Ευρώπη, παρά τις όποιες αδυναμίες και καθυστερήσεις, λειτουργεί καλύτερα, ταχύτερα και πιο αποτελεσματικά.
Είναι γεγονός ότι, σε αντίθεση με τον τρόπο διαχείρισης της οικονομικής κρίσης πριν από μια δεκαετία, στην παρούσα κρίση τα κράτη-μέλη της και οι ευρωπαϊκοί θεσμοί επέδειξαν – μέσα από συμβιβασμούς – γρηγορότερα αντανακλαστικά, μεγαλύτερη ευθύνη και περισσότερη αλληλεγγύη, λαμβάνοντας σημαντικές αποφάσεις.
Πλέον, η μεγάλη πρόκληση για όλα τα ευρωπαϊκά κράτη-μέλη είναι η ταχεία και αποτελεσματική αξιοποίηση των προαναφερθέντων εργαλείων, και ιδίως των πόρων από το Ταμείο Ανάκαμψης.
Πόρων που, στην περίπτωση της Ελλάδας, ανέρχονται συνολικά στα 30,5 δισ. ευρώ.
Στόχος μας είναι να τους αξιοποιήσουμε με όρους οικονομικής αποτελεσματικότητας και κοινωνικής ανταποδοτικότητας, μέσα από το ρεαλιστικά φιλόδοξο Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, που εγκρίθηκε πρόσφατα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Σχέδιο εγχώριας ιδιοκτησίας, με ισχυρό μεταρρυθμιστικό, επενδυτικό και οικονομικό πρόσημο, που θα λειτουργήσει όχι μόνο ως εφαλτήριο ταχύτερης και ισχυρότερης ανάκαμψης μετά την υγειονομική κρίση, αλλά και ως μοχλός αλλαγής του οικονομικού υποδείγματος της χώρας, προς ένα πιο εξωστρεφές, ανταγωνιστικό, καινοτόμο, δίκαιο, έξυπνο και πράσινο παραγωγικό μοντέλο.
Τα 173 έργα – μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις – που περιλαμβάνει το Σχέδιο «Ελλάδα 2.0» προβλέπεται να κινητοποιήσουν σημαντικές δυνάμεις και από τον ιδιωτικό τομέα, ενισχύοντας τις ιδιωτικές επενδύσεις και χρησιμοποιώντας, μεταξύ άλλων, τις Συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα.
Επιπλέον, το Σχέδιο «Ελλάδα 2.0» λειτουργεί σε συνάφεια και συμπληρωματικά με το νέο Εταιρικό Σύμφωνο για το Πλαίσιο Ανάπτυξης για την Προγραμματική Περίοδο 2021–2027, και τα τομεακά και περιφερειακά επιχειρησιακά του προγράμματα.
Εάν αθροίσουμε τα εργαλεία αυτά, η αναλογία απολήψεων (εισροές) – αποδόσεων (εκροές/συνεισφορές) διαμορφώνεται σε 4,6/1.
Με απλά λόγια, για κάθε 1 ευρώ που θα αποδίδουμε στην Ευρώπη, θα εισπράττουμε 4,6 ευρώ μέσω του Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου και του Ταμείου Ανάκαμψης.
Κυρίες και Κύριοι,
Η συμπλήρωση 40 χρόνων από την ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα βρίσκει τη χώρα μας και την Ευρωπαϊκή Ένωση πιο ισχυρές, πιο αλληλέγγυες, πιο πλούσιες σε εμπειρίες από την κοινή πορεία, τις επιτυχίες, τις δοκιμασίες και τα λάθη που έγιναν σε αυτό το διάστημα.
Ο απολογισμός είναι, αναμφίβολα, θετικός, δικαιώνοντας την οραματική, στρατηγική επιλογή του Κωνσταντίνου Καραμανλή να διασφαλίσει την προσχώρηση της χώρας στην ευρωπαϊκή οικογένεια, με την πεποίθηση ότι «το μέλλον της Ευρώπης βρίσκεται στην ενοποίησή της, και το μέλλον της Ελλάδας βρίσκεται στην Ενωμένη Ευρώπη».
Τα οφέλη από τις τέσσερις δεκαετίες βηματισμού εντός του ευρωπαϊκού πλαισίου είναι πολύ μεγαλύτερα από τα κόστη.
Το παίγνιο αποδεικνύεται θετικού αθροίσματος.
Πλέον, χρέος μας είναι να συμμετέχουμε ενεργά και δημιουργικά, στην περαιτέρω εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ενοποίησης, προασπίζοντας βεβαίως πάντα τα συμφέροντα της πατρίδας μας και των πολιτών της.
Αυτό ακριβώς πράττει η σημερινή Κυβέρνηση, έχοντας ενισχύσει το κύρος και την αξιοπιστία της χώρας στα δύο χρόνια της θητείας της.
Και αυτό θα συνεχίσει να πράττει.