Το 2013 αποτελεί έτος καμπής για την Ελληνική οικονομία, καθώς, μετά τη συσταλτική δημοσιονομική πολιτική των τελευταίων χρόνων, και τη λελογισμένη διαχείριση -σε ένα ιδιαίτερο πιεστικό μάλιστα διεθνές περιβάλλον- του δευτέρου εξαμήνου του 2012, εκτιμάται ότι η χώρα θα επιτύχει πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα. Στην επίτευξη αυτού του στόχου, εκτός της δημοσιονομικής διαχείρισης, σημαντικό ρόλο θα διαδραματίσουν και μια σειρά στοχευμένων πρωτοβουλιών της Κυβέρνησης Εθνικής Ευθύνης. Ειδικότερα, το Υπουργείο Οικονομικών, κατά το δεύτερο εξάμηνο του 2012, εστιάζοντας στον πρώτο πυλώνα της στρατηγικής της Κυβέρνησης που αφορά στην εδραίωση της δημοσιονομικής εξυγίανσης, προσαρμογής και πειθαρχίας, προέβη σε μέτρα, δράσεις και θεσμικές παρεμβάσεις που επικεντρώνονται, από τη μία πλευρά στον περιορισμό του εύρους και της παρεμβατικότητας του δημοσίου τομέα και, από την άλλη, στη βελτίωση της αποτελεσματικής λειτουργίας του, ώστε να αυξηθεί η αποδοτικότητα των σχετικών δαπανών και να ενισχυθούν τα δημόσια έσοδα. Συγκεκριμένα, αναφορικά με τις θεσμικές πρωτοβουλίες, προωθήθηκαν:
(α) Η επικαιροποίηση και βελτίωση του συστήματος δημοσιονομικών ελέγχων με την προσαρμογή του τόσο στις τρέχουσες συνθήκες, όσο και στις διεθνείς πρακτικές και τα ελεγκτικά πρότυπα, συμβάλλοντας αποτελεσματικά στην εξυγίανση των δομών και της διαφάνειας της λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης.
(β) Η ενίσχυση του πλαισίου δημοσιονομικών κανόνων και πρακτικών με την παράλληλη ενεργοποίηση μηχανισμών παρακολούθησης των ΔΕΚΟ, των ΝΠΙΔ και των ΟΤΑ. Ειδικότερα, πρόκειται για τη θέσπιση ενός μηχανισμού παρακολούθησης των ετήσιων προϋπολογισμών των εν λόγω φορέων της Γενικής Κυβέρνησης σε μηνιαία βάση με τη θέσπιση τριμηνιαίων στόχων και ανώτατων ορίων δαπανών, ώστε αυτοί να συνάδουν με τους στόχους του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής (ΜΠΔΣ). Σ’ αυτό το πλαίσιο οι διοικήσεις θα πρέπει να διασφαλίζουν ότι δεν θα υπάρχουν αρνητικές αποκλίσεις από τους στόχους και θα προβαίνουν σε προκαθορισμένες διορθωτικές παρεμβάσεις σε περίπτωση εμφάνισής τους. Σε περιπτώσεις αρνητικής απόκλισης στα οικονομικά αποτελέσματα θα προβλέπεται ανάλογος περιορισμός των πιστώσεων για λειτουργικές δαπάνες ή της επιχορήγησης ή της απόδοσης πόρων προς τους φορείς αυτούς.
(γ) Η εκπόνηση ολοκληρωμένου σχεδίου για την αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών του δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα. Πρόκειται για παρέμβαση που στοχεύει στην εδραίωση μιας μεθοδικής διαδικασίας αποπληρωμής, στην δραστική επιτάχυνση των διαδικασιών αποπληρωμής, στη διασφάλιση της αντικειμενικότητας των επιλογών διοχέτευσης των δημοσίων πόρων και στην εδραίωση των πολιτικών που δεν θα επιτρέψουν τη δημιουργία νέων ληξιπρόθεσμων οφειλών. Σ’ αυτό το πλαίσιο αναλήφθηκαν και υλοποιούνται συγκεκριμένες πρωτοβουλίες, όπως, μεταξύ άλλων, η τήρηση Μητρώου Δεσμεύσεων απ’ όλους τους φορείς της Γενικής Κυβέρνησης, η εισαγωγή του θεσμού του Προϊσταμένου Οικονομικών Υπηρεσιών, οι αυστηρές διαδικασίες παρακολούθησης της πορείας εκτέλεσης των δημόσιων προϋπολογισμών και η σύναψη μνημονίων συνεργασίας με τα εμπλεκόμενα Υπουργεία για τη μη σώρευση νέων ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων στο μέλλον.
Πρόκειται για θεσμικές πρωτοβουλίες που επιδιώκουν αφενός να διασφαλίσουν, μεσο-μακροπρόθεσμα, η Ελληνική οικονομία να μην βρεθεί ξανά σε δημοσιονομικό εκτροχιασμό, και αφετέρου να διαμορφώσουν τις προϋποθέσεις για την περαιτέρω προώθηση δημοσιονομικών μεταρρυθμιστικών πρωτοβουλιών που θα έχουν ως στόχο την εδραίωση της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης σε όλο το εύρος της δημόσιας οικονομίας. Έτσι, παράλληλα με τη διασφάλιση της υλοποίησης ισοσκελισμένων προϋπολογισμών σε κάθε διάσταση και επίπεδο του Δημοσίου, το επόμενο βήμα θα πρέπει να είναι η κατάρτιση αυτών με διαδικασίες και πρακτικές που θα διασφαλίζουν τη μεγιστοποίηση της αποτελεσματικότητας των δημοσίων δαπανών.
Προς την κατεύθυνση αυτή, αξίζει να εξεταστεί το ενδεχόμενο θεσμικής αλλαγής του τρέχοντος πλαισίου κατάρτισης και εκτέλεσης του προϋπολογισμού σ’ αυτό του προϋπολογισμού προγραμμάτων. Πρόκειται για τελείως διαφορετική προσέγγιση της δημοσιονομικής διαχείρισης, καθώς ο προϋπολογισμός αρχικά δομείται και σχεδιάζεται και μετέπειτα υλοποιείται με τη μορφή προγραμμάτων που συνοδεύονται από σαφείς στόχους, αλλά και προσδοκώμενα αποτελέσματα. Έτσι παρέχεται η ευχέρεια ακριβούς αξιολόγησης των παραγομένων αποτελεσμάτων σε σχέση με τους πόρους που διατίθενται για την υλοποίηση των αντιστοίχων πολιτικών της Γενικής Κυβέρνησης, καθώς και η δυνατότητα ορθολογικής και διαφανούς διαχείρισης των δημοσίων πόρων.
Οι προαναφερθείσες πρωτοβουλίες, συνεπώς, στο πεδίο της αυστηρής παρακολούθησης, του ελέγχου και της αξιολόγησης των δημοσίων οικονομικών θα επιτρέψουν την εδραίωση της χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης στη χώρα μας, διαμορφώνοντας τις προϋποθέσεις για την αποτελεσματική υλοποίηση δράσεων και πολιτικών του δεύτερου πυλώνα της στρατηγικής της Κυβέρνησης, της επανεκκίνησης της οικονομίας. Και αυτό διότι, η δημοσιονομική προσαρμογή, αν και αναγκαία συνθήκη, δεν είναι από μόνη της ικανή για να επιτύχει η οικονομία και η χώρα την έξοδο από την κρίση. Απαιτείται, όπως άλλωστε προωθείται από την Κυβέρνηση Εθνικής Ευθύνης, η σύζευξη της δημοσιονομικής προσαρμογής και της ανάπτυξης της οικονομίας ώστε να επιτευχθεί η αμφίπλευρη και βιώσιμη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος και το τέλος του καθοδικού κύκλου της οικονομίας.