H παραγωγικότητα της ελληνικής οικονομίας:
Προκλήσεις και προοπτικές
Χρήστος Σταϊκούρας
Καθηγητής ΟΠΑ, Βουλευτής ΝΔ
Η παραγωγικότητα, δηλαδή η ικανότητα μιας οικονομίας να παράγει περισσότερα αγαθά και υπηρεσίες με δεδομένους συντελεστές παραγωγής, αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για τη διατηρήσιμη οικονομική ανάπτυξη, την ανταγωνιστικότητα και την ευημερία μιας χώρας.
Η παραγωγικότητα μετράται ως συνολική παραγωγικότητα των συντελεστών ή ως παραγωγικότητα της εργασίας (παραγόμενο προϊόν ανά απασχολούμενο ή ανά ώρα εργασίας). Η ολική παραγωγικότητα συνδέεται περισσότερο με την καινοτομία, την τεχνολογική πρόοδο και την αποτελεσματικότητα των θεσμών, ενώ η παραγωγικότητα της εργασίας επηρεάζεται, επίσης, από τη σύνθεση του ανθρώπινου δυναμικού, την ποιότητα του ανθρωπίνου κεφαλαίου (γνώσεις, δεξιότητες, ικανότητες, στάσεις) και την κατανομή της απασχόλησης μεταξύ κλάδων.
Σημειώνεται το χάσμα ανταγωνιστικότητας της Ευρώπης με τις ΗΠΑ, όπως επιβεβαιώνει και η Έκθεση Ντράγκι. Για να περιοριστεί απαιτούνται, μεταξύ άλλων, επενδύσεις σε δεξιότητες, ενέργεια, καινοτομία, ψηφιακή συνδεσιμότητα και μεταφορές, πιο συντονισμένη βιομηχανική πολιτική και δημιουργία μιας πανευρωπαϊκής Ένωσης Κεφαλαιαγορών για τη χρηματοδότηση της οικονομίας.
Η παραγωγικότητα στην Ελλάδα, με όποιο δείκτη μέτρησης, παρά τη βελτίωση των τελευταίων ετών – κυρίως εξαιτίας του κεφαλαίου, υπολείπεται σημαντικά του μέσου ευρωπαϊκού όρου, γεγονός που την κατατάσσει ανάμεσα στις λιγότερο παραγωγικές οικονομίες της ευρωζώνης. Ειδικότερα, η παραγωγικότητα αυξάνεται πιο γρήγορα σε κλάδους που είναι εκτεθειμένοι σε ισχυρό διεθνή και εγχώριο ανταγωνισμό, και είναι υψηλότερη στις μεγαλύτερες και νεότερες επιχειρήσεις.
Προκειμένου να ενισχυθεί η παραγωγικότητα της ελληνικής οικονομίας, εκτός αυτών που πρέπει να γίνουν σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, χρειάζεται:
- Να αυξηθούν περαιτέρω οι παραγωγικές επενδύσεις, ειδικά σε κλάδους καινοτομίας και υψηλής προστιθέμενες αξίας.
- Να αυξηθεί ο ανταγωνισμός στις αγορές αγαθών και – κυρίως – υπηρεσιών, ειδικά σε εκείνες των μη εμπορεύσιμων υπηρεσιών.
- Να ενισχυθούν η εκπαίδευση και η κατάρτιση του εργατικού δυναμικού, με καλύτερη σύνδεση μεταξύ προσφερόμενων δεξιοτήτων και αναγκών της αγοράς, με αναβάθμιση των προγραμμάτων σπουδών και δια βίου μάθησης, με ενίσχυση της τεχνικής και επαγγελματικής εκπαίδευσης.
- Να υπάρξει περαιτέρω ενίσχυση των δαπανών για έρευνα και καινοτομία, δημοσίων αλλά – κυρίως – ιδιωτικών, όπυ υπάρχει μεγάλη υστέρηση από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
- Να υποστηριχθούν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην υιοθέτηση ψηφιακών εργαλείων, στην προώθηση της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης και στη βελτίωση της διαλειτουργικότητας των συστημάτων.
- Να βελτιωθεί η χωρική κατανομή παραγωγικών πόρων και ευκαιριών, ιδίως μεταξύ μεγάλων αστικών κέντρων και περιφέρειας.
- Να υπάρξουν περισσότερα χρηματοδοτικά εργαλεία στοχευμένα στις πιο παραγωγικές επιχειρήσεις.
Γενικότερα, υπάρχουν σημαντικές συνέργειες μεταξύ των επενδύσεων σε υλικό και άυλο κεφάλαιο, οι οποίες θα πρέπει να αξιοποιηθούν πλήρως ώστε να επιτύχουμε τη μέγιστη δυνατή μακροχρόνια αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας.
Η επιτυχία αυτής της μετάβασης σε ένα νέο παραγωγικό μοντέλο θα καθορίσει όχι μόνο τη δυναμική της ανάπτυξης και την οικονομική σύγκλιση με τις οικονομίες των εταίρων, αλλά και τη βιωσιμότητα του κοινωνικού κράτους, τη μείωση των ανισοτήτων και τη συνολική ευημερία των πολιτών.