Η εφετινή διαδικασία συζήτησης του Προϋπολογισμού αποκτά, εύλογα, ιδιαίτερη σημασία για δύο λόγους:
Ο πρώτος είναι ότι η Ελληνική οικονομία διανύει τη δυσκολότερη φάση της μεταπολιτευτικής περιόδου.
Και ο δεύτερος είναι ότι πρόκειται για τον πρώτο Προϋπολογισμό που καταρτίζει και καλείται να υλοποιήσει η Κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. μετά την προσφυγή της χώρας στο Μηχανισμό Στήριξης και την υπογραφή, χωρίς ίχνος διαπραγμάτευσης από μέρους της, του «Μνημονίου».
Προσφυγή για την οποία φέρει η ίδια το μεγάλο μερίδιο ευθύνης, αφού, ενδεικτικά:
1ον. Συνέβαλε, με πράξεις και παραλείψεις, στη διόγκωση του ελλείμματος του 2009.
2ον. Έστελνε λανθασμένα και αντιφατικά μηνύματα στις αγορές.
3ον. Αναφέρονταν απαξιωτικά για τη χώρα, το κύρος και την αξιοπιστία της, με δυσμενείς επιπτώσεις για την δανειοληπτική της ικανότητα.
4ον. Υπέπεσε σε σωρεία παλινωδιών και παρουσίασε κραυγαλέες διαχειριστικές αδυναμίες.
5ον. Άργησε να πάρει μέτρα.
6ον. Δεν άντλησε έγκαιρα κεφάλαια από τις αγορές.
Η υπογραφή του «Μνημονίου» συνοδεύτηκε από νέα, επώδυνα, μέτρα τόσο για εφέτος όσο και για τα επόμενα χρόνια.
Μέτρα, η υλοποίηση των οποίων καταδεικνύει ότι το «θεραπευτικό σχήμα» που έχει τεθεί σε εφαρμογή στη χώρα μας δεν είναι κατάλληλο.
Αυτό αποδεικνύεται από τις συνεχείς αστοχίες σε προβλέψεις και αποκλίσεις από στόχους.
Αστοχίες σε προβλέψεις για βασικά μεγέθη της Οικονομίας, όπως είναι η ύφεση, ο πληθωρισμός και η ανεργία.
Αποκλίσεις από στόχους για βασικά μεγέθη του Προϋπολογισμού, όπως είναι τα δημόσια έσοδα και οι δαπάνες του ΠΔΕ.
Υστερήσεις που αναγνωρίζονται, πλέον, από την ίδια την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η οποία αναφέρει ότι τα 2/3 της αναθεώρησης και διεύρυνσης του ελλείμματος του 2010 οφείλονται στην υστέρηση των εφετινών εσόδων.
Η αποτυχία, συνεπώς, αυτού του μείγματος οικονομικής πολιτικής μεταφέρεται, αναπόφευκτα, και επιβαρύνει τη δημοσιονομική κατάσταση και του επόμενου έτους.
Έτσι, τα βασικά χαρακτηριστικά του 2011, όπως καταγράφονται στον Προϋπολογισμό του, είναι:
1ον. Η ύφεση παραμένει βαθιά και είναι παρατεταμένη.
2ον. Η δημοσιονομική προσαρμογή είναι οικονομικά αναποτελεσματική.
Λαμβάνονται μέτρα συνολικού ύψους 14,3 δισ. ευρώ προκειμένου να μειωθεί το έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης κατά 5 δισ. ευρώ.
Αυτή η διαφορά μεταξύ επιθυμίας και πραγματικής προσαρμογής οφείλεται στις πολλαπλασιαστικές, δυσμενείς, επιπτώσεις των περιοριστικών μέτρων και στην ύφεση.
3ον. Τα συσταλτικά μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής είναι υπερβολικά σε ένταση και έκταση.
Και προστίθενται συνεχώς, κυρίως λόγω αστοχιών στις εκτιμήσεις, νέα, επώδυνα, μέτρα, εκτός «Μνημονίου», ύψους 6,1 δισ. ευρώ μόνο για το 2011.
Μέτρα, πολλά από τα οποία περιλαμβάνονται στο πρόσφατο «Πολυνομοσχέδιο» της Κυβέρνησης, το οποίο, για άλλη μία φορά, κατατέθηκε και συζητήθηκε με τη διαδικασία του κατεπείγοντος, και το οποίο φέρνει ανατροπές στις εργασιακές σχέσεις.
4ον. Η δημοσιονομική προσαρμογή είναι εξαιρετικά φιλόδοξη και η επίτευξη των στόχων της μη ρεαλιστική.
Η Κυβέρνηση παραμένει αθεράπευτα φιλόδοξη στην είσπραξη εσόδων, παρά τη βαθιά ύφεση, την καθίζηση της κατανάλωσης, τη συρρίκνωση των εισοδημάτων, την εκτίναξη της ανεργίας (14,6% το 2011).
5ον. Δεν υπάρχει αναπτυξιακός προσανατολισμός, καθώς η Κυβέρνηση κρατά το ΠΔΕ στο 3,7% του ΑΕΠ, στο χαμηλότερο επίπεδο της τελευταίας δεκαετίας.
6ον. Το δημόσιο χρέος διογκώνεται και διατηρεί τη δυναμική του.
Το χρέος της Κεντρικής Κυβέρνησης, ως ποσοστό του ΑΕΠ, αναμένεται να διευρυνθεί στο 159% του ΑΕΠ το 2011.
Η πορεία εκτέλεσης του Προϋπολογισμού του 2010, η μεγάλη δημοσιονομική προσαρμογή που απαιτείται για το 2011, οι συνεχείς αστοχίες στις εκτιμήσεις και οι αποκλίσεις από τους στόχους του «Μνημονίου», και οι διευρυνόμενες ενστάσεις παραγωγικών και κοινωνικών φορέων, δικαιώνουν τη στάση της Ν.Δ. και καθιστούν επιβεβλημένη την αλλαγή του μείγματος της ασκούμενης δημοσιονομικής πολιτικής.
Γι αυτό και ο υπό συζήτηση Προϋπολογισμός δύναται να χαρακτηριστεί ως ο πρώτος «προσωρινός» Προϋπολογισμός για το 2011.