Χαιρετισμός για τη «Μορφολογία του Ελληνικού Τραπεζικού Συστήματος & Διεθνής Χρηματοπιστωτική Κρίση: Οικονομικές & Κοινωνικές Επιπτώσεις»

Κυρίες και Κύριοι,

 

Χαιρετίζω, ως Εκπρόσωπος του Κόμματος της Νέας Δημοκρατίας, τις εργασίες της εξαιρετικά ενδιαφέρουσας και επίκαιρης, λόγω της οικονομικής συγκυρίας που διανύουμε, εκδήλωσης που διοργανώνει σήμερα το Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδος, με σκοπό την παρουσίαση των συμπερασμάτων της Μελέτης-Έρευνας με θέμα «Μορφολογία του Ελληνικού Τραπεζικού Συστήματος & Διεθνής Χρηματοπιστωτική Κρίση: Οικονομικές και Κοινωνικές Επιπτώσεις».

Θέλω να συγχαρώ το Οικονομικό Επιμελητήριο για τη διαχρονική συμβολή του στην προσφορά επιστημονικής έρευνας στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων του, και για τη διάθεσή του να συμβάλλει στη διαμόρφωση προτάσεων για κρίσιμα οικονομικά ζητήματα.

 

Θέλω, δημόσια, να ευχαριστήσω γιατί κάποια στιγμή μου έδωσε κι εμένα τη δυνατότητα να συμμετάσχω σε αντίστοιχη ερευνητική ομάδα στο παρελθόν.

 

Είμαι βέβαιος ότι κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης αυτής, και αυτό ήδη έγινε από τα μέλη της επιστημονικής-συγγραφικής ομάδας, θα κατατεθούν ρεαλιστικοί προβληματισμοί, θα αναπτυχθούν γόνιμες σκέψεις, θα ακουστούν υπεύθυνες θέσεις, θα εξαχθούν χρήσιμα συμπεράσματα.

Κυρίες και Κύριοι,

 

Τις τελευταίες δύο δεκαετίες σημειώθηκαν ραγδαίες αλλαγές στην παγκόσμια οικονομία, προς την κατεύθυνση του εκσυγχρονισμού και της διεθνοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος, πυρήνας του οποίου είναι το τραπεζικό σύστημα. Τόσο η θεωρία όσο και οι εμπειρικές μελέτες συγκλίνουν στη διαπίστωση ότι η εύρυθμη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος, ιδιαίτερα σε τραπεζοκεντρικές χώρες (bank-based countries), όπως είναι η Ελλάδα, αποτελεί προϋπόθεση για την υγιή ανάπτυξη της οικονομίας και την αποτελεσματική κατανομή των οικονομικών πόρων.

 

H πρόσφατη επιδείνωση των επιδόσεων της ελληνικής οικονομίας, εξαιτίας των επιπτώσεων της διεθνούς κρίσης, καθώς και δυσμενών εγχώριων παραγόντων, τόσο συγκυριακών όσο και διαρθρωτικών, βρήκε τα θεμελιώδη μεγέθη του ελληνικού τραπεζικού τομέα, κατά βάση, υγιή.

 

Αξίζει μάλιστα να τονισθεί ότι, σε αντίθεση με ότι συμβαίνει σε πολλές άλλες χώρες, τα αίτια των προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας δεν πηγάζουν από τον τραπεζικό τομέα ή τις διασυνδέσεις του με το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό χώρο (βλέπετε και Τράπεζα της Ελλάδος).

 

Θετικά συνέβαλλε στη διαμορφωθείσα κατάσταση και η αποκλιμάκωση του κόστους άντλησης κεφαλαίων, λόγω των μέτρων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), οι ευνοϊκές συνθήκες που επικρατούσαν μέχρι πρόσφατα στις αγορές κεφαλαίων και η αξιοποίηση των κυβερνητικών  (επί Ν.Δ.) μέτρων ενίσχυσης της ρευστότητας της οικονομίας (Ν. 3723/2008).

 

Ωστόσο, μια σειρά από παράγοντες δημιουργούν ανησυχίες, προκαλούν συνθήκες πιστωτικής ασφυξίας και εγκυμονούν κινδύνους για το Ελληνικό τραπεζικό σύστημα, όπως είναι:

  • Οι αβεβαιότητες του διεθνούς περιβάλλοντος.

 

  • Η σημαντική επιβράδυνση του ρυθμού οικονομικής ανάπτυξης (προβλέψεις διεθνών οργανισμών τον τοποθετούν στο -4%).

 

  • Η συρρίκνωση των ρυθμών πιστωτικής επέκτασης (+2,8% προς τον ιδιωτικό τομέα [επιχειρήσεις και νοικοκυριά] το Μάιο του 2010, από 4,2% το Δεκέμβριο του 2009).

 

  • Η χειροτέρευση της ποιότητας του δανειακού χαρτοφυλακίου των τραπεζών (ο λόγος των δανείων σε καθυστέρηση προς το σύνολο των δανείων ανήλθε στο 7,7% το Δεκέμβριο του 2009 έναντι 5,0% το Δεκέμβριο του 2008).
  • Η αισθητή μείωση του ποσοστού κάλυψης των δανείων σε καθυστέρηση από τις συσσωρευμένες προβλέψεις (41,5% το Δεκέμβριο του 2009 έναντι 48,9% το Δεκέμβριο του 2008).

 

  • Τα χρηματοδοτικά ανοίγματα των ελληνικών τραπεζών στο εξωτερικό.

 

  • Η φυγή καταθέσεων προς το εξωτερικό (ενδεικτικά -18,5 δισ. ευρώ ή -6,6% το διάστημα Δεκ-2009 έως και Απρ-2010) και η μείωση της αποταμίευσης των ελληνικών νοικοκυριών   (-15,8 δισ. ευρώ ή -6,6% το διάστημα Δεκ-2009 έως και Απρ-2010) εν μέσω σεναρίων περί πτώχευσης της χώρας αλλά και λόγω αυξημένων αναγκών νοικοκυριών και επιχειρήσεων για ρευστότητα εξαιτίας της οικονομικής κρίσης.

 

Τα στοιχεία αυτά επιτάσσουν την ανάγκη συνετής διαχείρισης της κατάστασης από την Ελληνική Πολιτεία και τα πιστωτικά ιδρύματα.

 

Σε ένα τέτοιο οικονομικό περιβάλλον, η Πολιτεία οφείλει να λαμβάνει πρωτοβουλίες για την ενίσχυση της ροής των πιστώσεων στην αγορά και την αναθέρμανση της οικονομίας. Έτσι, προς αυτή την κατεύθυνση:

 

1ον. Η Κυβέρνηση της Ν.Δ., εντοπίζοντας, τη σημασία της ευρωστίας και σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος, προχώρησε το φθινόπωρο του 2008, άμεσα και έγκαιρα, στην παροχή ενός σημαντικού πακέτου ρευστότητας. Πακέτου ρευστότητας, που ο 1ος πυλώνας του βοήθησε στην ενίσχυση της κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών.

 

Πρόσφατα, η παρούσα Κυβέρνηση, που επέκρινε τότε το σχέδιο ρευστότητας της Κυβέρνησης της Ν.Δ., αποφάσισε να προτείνει την ενεργοποίηση και επέκτασή του κατά επιπλέον 15 εκατ.  ευρώ. Και, ορθώς μάλιστα έπραξε, καθώς υπό τις συνθήκες υψηλού κόστους δανεισμού και στενότητας άντλησης κεφαλαίων, η επέκταση του Προγράμματος αποτελούσε αναγκαιότητα.

 

2ον. Το Μνημόνιο του Μηχανισμού Στήριξης της Ελληνικής Οικονομίας, περιλαμβάνει τη δημιουργία του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας με 10. δισ. ευρώ για τη διατήρηση της σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος, ειδικότερα της φερεγγυότητάς του, και όχι τη στήριξη των αναγκών ρευστότητας των πιστωτικών ιδρυμάτων.

Η διατύπωση όμως του Μνημονίου, δημιουργεί ερωτηματικά, περικλείει ασάφειες και απαιτεί περαιτέρω επεξεργασία σε νομοπαρασκευαστικό επίπεδο. Ερωτηματικά και ασάφειες τις οποίες έχουμε εκφράσει, παρά τη στήριξή μας στη δημιουργία του Ταμείου, στον Υπουργό Οικονομικών (όροι & προϋποθέσεις, stress-tests κ.λπ.).

 

3ον. Η Κυβέρνηση της Ν.Δ. προχώρησε και σε μια σειρά μέτρων για την προστασία των συναλλασσόμενων με τα πιστωτικά ιδρύματα, όπως είναι η αύξηση της νομικής εγγύησης των καταθετών, η προστασία των δανειοληπτών, η αναβάθμιση και απλοποίηση της λειτουργίας του Ταμείου Εγγυοδοσίας Μικρών και Πολύ Μικρών Επιχειρήσεων (ΤΕΜΠΜΕ).

 

4ον. Η Κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. προχώρησε, και αναμένεται να ολοκληρώσει και για τα νοικοκυριά, τη νομοθετική πρωτοβουλία για τη ρύθμιση χρεών φυσικών και νομικών προσώπων προς τα πιστωτικά ιδρύματα και για τη χαλάρωση των κριτηρίων επεξεργασίας δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς.

Νομοθετική πρωτοβουλία την οποία η Ν.Δ., στήριξε, παρά τις επισημάνσεις που έκανε η Αξιωματική Αντιπολίτευση και τη γνώμη που διατύπωσε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

Και αυτό γιατί η επέκταση της ρύθμισης χρεών, εκτός από τις ληξιπρόθεσμες, και στις ενήμερες οφειλές, θα ενισχύσει τον ηθικό κίνδυνο και δύναται να επιδράσει αρνητικά στη ρευστότητα και στην κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών, στο κόστος του κεφαλαίου και στην πιστωτική επέκταση.  

 

Όμως, και οι τράπεζες επιβάλλεται να αναλάβουν συγκεκριμένες δράσεις ή να ενδυναμώσουν συγκεκριμένες πρωτοβουλίες. Μεταξύ άλλων, απαιτείται, υπό την εποπτεία της Τράπεζας της Ελλάδος, από τις ίδιες:

1ον. Η συστηματική εξέταση, η διαρκής παρακολούθηση και η αποτελεσματική διαχείριση της φύσεως και του ύψους των κινδύνων που αναλαμβάνουν.

2ον. Η ενίσχυση των προβλέψεων για τον πιστωτικό κίνδυνο.

3ον. Η βελτίωση των κανόνων εσωτερικού και εξωτερικού ελέγχου και διαφάνειας.

4ον. Η ενίσχυση, ποσοτική και ποιοτική, της κεφαλαιακής τους επάρκειας.

5ον. Η διαφοροποίηση των πηγών χρηματοδότησης και άντλησης ρευστότητας.

6ον. Η αναθεώρηση των κανόνων εταιρικής διακυβέρνησης. Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, απαιτείται η υιοθέτηση ενός υγιούς πλαισίου για τα στελέχη του χρηματοπιστωτικού τομέα (remuneration policies), το οποίο θα ευθυγραμμίζει τα κίνητρα που τους προσφέρονται προς τις ανάγκες της οικονομίας γενικότερα.

Με αυτές τις σκέψεις, χαιρετίζω τη σημερινή σας εκδήλωση.

Σας ευχαριστώ.

Share

Εκτύπωση άρθρου Εκτύπωση άρθρου
TwitterInstagramYoutube