Δευτερολογία Αναπλ. Υπουργού Οικονομικών Χρ. Σταϊκούρα στην Ολομέλεια κατά τη συζήτηση Επίκαιρης Επερώτησης σχετικά με τα στοιχεία εκτέλεσης του Κρατικού Προϋπολογισμού

Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, θα ήθελα, κατ’ αρχάς, να ευχαριστήσω τους Κοινοβουλευτικούς Εκπροσώπους των κομμάτων για τις τοποθετήσεις τους και όλους τους ομιλητές για τις δευτερολογίες τους.

Είχαν πράγματι ουσιαστικό περιεχόμενο και δεν είχαν καμμία σχέση με την ερώτηση και αυτό είναι ευχάριστο, γιατί σημαίνει ότι η ερώτηση απαντήθηκε.

Δεν άκουσα τίποτα για την ερώτηση στις δευτερολογίες.

Άκουσα για ανάπτυξη.

Και αυτό πράγματι είναι το ζητούμενο.

Ο κ. Γλέζος αναφέρθηκε στο αυτονόητο.

Δεν ζητάμε συγχαρητήρια για την επιτέλεση του αυτονόητου, απλώς επισημαίνουμε ότι ακριβώς επειδή επιτελούμε το αυτονόητο, δεν υπάρχει χώρος, περιθώριο αμφισβήτησης.

Αν θέλαμε, αν ήθελα συγχαρητήρια, θα σας έλεγα ότι τα μισά από τα ενημερωτικά δελτία που βγαίνουν θεσπίστηκαν το 2013, φέτος, αλλά δεν το έκανα.

Ο κ. Κουράκος μίλησε για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές.

Το Υπουργείο Οικονομικών μέχρι τέλος Αυγούστου έχει ολοκληρώσει τη χρηματοδότηση αιτημάτων ύψους 5,7 δισεκατομμυρίων ευρώ, δηλαδή έχει μεταβιβαστεί προς τους φορείς το 71% των συνολικών πόρων που προβλέπονται για την αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών.

Σε ό,τι αφορά τις τελικές πληρωμές, αυτές ήταν μέχρι τότε, μέχρι το τέλος Αυγούστου, 4,3 δισεκατομμύρια ευρώ, δηλαδή 2,3 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ.

Στο πρώτο ερώτημά σας αν αμφισβητεί η Κυβέρνηση τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, η απάντηση είναι προφανώς όχι, γιατί η Τράπεζα της Ελλάδος επιβεβαιώνει τα στοιχεία της Κυβέρνησης.

Η απάντηση είναι αυτονόητη.

Δεύτερο ερώτημα: Αμφισβητεί η Κυβέρνηση το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους που λειτουργεί στη Βουλή;

Προφανώς όχι, γιατί πολύ απλά το Γραφείο Προϋπολογισμού και η έκθεση που επικαλείστε λέει στη σελίδα 6: «Έχει υπάρξει πρόοδος στη δημοσιονομική πτυχή του προγράμματος προσαρμογής. Η χώρα έχει καταφέρει να μειώσει το έλλειμμα και βρίσκεται πολύ κοντά στην επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος φέτος».

Προφανώς, τι να αμφισβητήσουμε;

Από ό,τι κατάλαβα, δεν έχετε καταλάβει τι γράφει.

Στη σελίδα 42, πιο κάτω λέει: «Η υλοποίηση του Προϋπολογισμού το πρώτο εξάμηνο του 2013 σηματοδοτεί την ομαλή υλοποίηση του Προϋπολογισμού με βάση τα μέτρα που έλαβε η Κυβέρνηση».

Πιο κάτω, στη σελίδα 63 λέει: «Μακροσκοπικά και σε μεγαλύτερο βάθος χρόνου η πορεία των μεταρρυθμίσεων επιτρέπει κάποια αισιοδοξία», «Ενδεικτική είναι η διαπίστωση της Παγκόσμιας Τράπεζας» και συνεχίζει «Πρόσφατη έκθεση διαπιστώνει ότι η Ελλάδα είναι πρώτη μεταξύ των χωρών της Ευρωζώνης σε ό,τι αφορά τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις».

Αυτό θα αμφισβητήσει η Κυβέρνηση;

Προφανώς, συμφωνούμε.

Αυτά τα σημεία, όπως και αρκετά ακόμα από τη συγκεκριμένη έκθεση που δείχνουν κάποιες πρώτες θετικές εξελίξεις και ενδείξεις, φαίνεται ότι δεν τράβηξαν καθόλου την προσοχή σας.

Η προφανής ερμηνεία είναι ότι το πράξατε γιατί αποδομούσαν πλήρως την επιχειρηματολογία σας.

Δεν στήριζαν την επιδίωξή σας.

Όμως, ευτυχώς για τη χώρα, αυτά ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα.

Τουλάχιστον, σε ό,τι αφορά τους Κοινοβουλευτικούς Εκπροσώπους, από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ, του ΚΚΕ και της Δημοκρατικής Αριστεράς δεν αμφισβητήθηκε η προσέγγιση του στόχου επίτευξης του πρωτογενούς πλεονάσματος.

Αμφισβητήθηκε, πράγματι, ο τρόπος επίτευξης και η βιωσιμότητά του.

Αυτό πράγματι, επίσης, πρέπει να αποτελεί συνεχώς, διαρκώς αντικείμενο συζήτησης ώστε το μείγμα της ασκούμενης πολιτικής να είναι όσο το δυνατόν περισσότερο οικονομικά αποτελεσματικό και κοινωνικά δίκαιο.

Έμειναν, συνεπώς, μόνο οι επερωτώντες Βουλευτές και η Χρυσή Αυγή να αμφισβητούν ακόμα και την ύπαρξή του.

Στη δευτερολογία πολλών αξιόλογων συναδέλφων –και το επαναλαμβάνω για δεύτερη φορά– δεν επαναλήφθηκε αυτή η κριτική, αλλά αναφέρθηκαν στην ανάπτυξη και όπως είπα αυτό είναι σωστό.

Κυρία Ξηροτύρη, μίλησα για την αναγκαιότητα εμπλουτισμού του μείγματος οικονομικής πολιτικής με αναπτυξιακές δράσεις.

Συμφωνώ απόλυτα μαζί σας για τον υψηλότατο πολλαπλασιαστή που έχουν οι δαπάνες του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων.

Ερώτημα των αγαπητών συναδέλφων: Τελικά οι κρατικές δαπάνες αυξήθηκαν ή μειώθηκαν;

Καταρχήν, να καταλάβω την κριτική σας.

Άκουσα σήμερα άλλους να λένε ότι δείχνουμε υπερβάλλοντα ζήλο στις περικοπές και να έχουμε και στάση πληρωμών και άλλους να λένε ότι έχουμε άνοδο των δαπανών.

Δεν γίνεται να ισχύει και το μεν και το δε.

Η πραγματικότητα είναι η εξής: Έχει ελεγχθεί η διαχείριση και έχει προωθηθεί η πειθαρχία στο σκέλος των δημόσιων δαπανών, με αποτέλεσμα η απόδοση των παρεμβάσεων δημοσιονομικής πολιτικής να ανταποκρίνεται στις αρχικές εκτιμήσεις.

Άκουσα κάποιους αριθμούς πολύ συγκεκριμένους στο κομμάτι των δαπανών.

Μάλλον δεν παρουσιάζετε όλη την εικόνα.

Θα σας πω ότι αυτό το οκτάμηνο σε σχέση με την περσινή περίοδο –αν θέλαμε να παρουσιάσουμε ακόμα καλύτερη εικόνα ως Κυβέρνηση– δεν θα χορηγούσαμε την έκτακτη παροχή των δικαστικών συν 104 εκατομμύρια δαπάνες, δεν θα ήταν αυξημένες οι δαπάνες περίθαλψης σε σχέση με πέρσι κατά 15 εκατομμύρια, δεν θα ήταν αυξημένες οι δαπάνες κάλυψης ελλειμμάτων των νοσοκομείων κατά 53 εκατομμύρια -σε σχέση με πέρσι πάντα-, δεν θα ήταν αυξημένες οι αποδόσεις προς την Ευρωπαϊκή Ένωση κατά 112 εκατομμύρια, δεν θα ήταν αυξημένες οι επιδοτήσεις για την αγροτική ανάπτυξη κατά 31 εκατομμύρια, δεν θα χορηγούσαμε το επίδομα θέρμανσης, δαπάνη 80 εκατομμυρίων, δεν θα δίναμε δαπάνες στο πλαίσιο της ευρύτερης προσπάθειας αποφυγής δημιουργίας νέας γενιάς ληξιπρόθεσμων οφειλών ύψους 38 εκατομμυρίων, δεν θα ήταν αυξημένες οι επιχορηγήσεις στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης κατά 264 εκατομμύρια.

Τώρα, ως προς το ερώτημα του πώς καταγράφονται τα στοιχεία για τις αποπληρωμές των ληξιπρόθεσμων οφειλών.

Δεσμεύτηκα να σας δώσω ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα.

Είναι ένα λεπτό τεχνικό ζήτημα, αλλά πρέπει να το διευκρινίσουμε.

 Το έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού σε ταμειακή βάση, που προκύπτει μετά τη διόρθωση των ταμειακών στοιχείων συμπεριλαμβάνει ως δαπάνες τις εξοφλήσεις των ληξιπρόθεσμων οφειλών και από δαπάνες και από έσοδα, με χρηματοδότηση από την ειδική πίστωση, από τα 8 δισεκατομμύρια της δανειακής σύμβασης, καθώς και το ύψος των προκαταβολών.

Ωστόσο, σε ετήσια βάση –το τονίζω αυτό- η αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών είναι ουδέτερη για το αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης και αυτό είναι το ζητούμενο.

Εκεί θέλουμε πρωτογενές πλεόνασμα.

Παράδειγμα: Πληρώνει το κράτος ας πούμε 100 εκατομμύρια ευρώ στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης.

Αυτό είναι δαπάνη για το κράτος.

Αυτό παρουσιάζει η Τράπεζα της Ελλάδος.

Αυτό, όμως, είναι έσοδο για τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης 100 εκατομμύρια.

Πληρώνουν οι ΟΤΑ 100 εκατομμύρια στους δικαιούχους.

Αυτό είναι δαπάνη για τους ΟΤΑ και μειώνονται ισόποσα οι απλήρωτες υποχρεώσεις των ΟΤΑ που ήταν καταγεγραμμένες.

Αυτό σημαίνει βελτίωση αποτελέσματος των ΟΤΑ σε δεδουλευμένη βάση.

Έτσι κλείνει ο κύκλος.

Αυτός ο κύκλος των εισροών δεν συμβαίνει σε χρόνο μικρότερο του έτους.

Κλείνει συνεπώς στο τέλος του έτους.

Το δε δελτίο Τύπου της Τραπέζης της Ελλάδος στις 13 Σεπτεμβρίου το επιβεβαιώνει.

Η αποπληρωμή αυτή 4.632.000.000 δεν επηρεάζει βεβαίως το αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης σε δεδουλευμένη λογιστική βάση.

«Όπως είναι γνωστό» –λέει– «οι οφειλές αυτές έχουν ήδη υπολογιστεί στο αποτέλεσμα των ετών που δημιουργήθηκαν».

Είπα ότι θα σας δώσω περισσότερα στοιχεία για την εκτέλεση του προϋπολογισμού στο πρώτο εικοσαήμερο του Σεπτεμβρίου στα έσοδα.

Το γενικό σύνολο εσόδων προ επιστροφών του τακτικού προϋπολογισμού είναι αυξημένο περίπου κατά 14% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2012

Τα φορολογικά έσοδα είναι 15% υψηλότερα έναντι του αντίστοιχου περσινού διαστήματος.

Πού οφείλεται αυτό;

Στη συνέχιση της καλής πορείας των έμμεσων φόρων και στο πρώτο εικοσαήμερο του Σεπτεμβρίου που υπερέβησαν κατά 8,1% τις εισπράξεις του αντίστοιχου διαστήματος του 2012 και δεύτερον, της αύξησης των εσόδων από τους φόρους περιουσίας λόγω της ικανοποιητικής είσπραξης της δεύτερης δόσης του έκτακτου ειδικού τέλους ακινήτων για φέτος, με το ποσοστό εισπραξιμότητας να υπερβαίνει το αντίστοιχο ποσοστό της ίδιας δόσης της περσινής περιόδου.

Οι επιστροφές φόρων, που πράγματι πρέπει να ενισχυθούν, να αυξηθούν, διαμορφώθηκαν στα 201 εκατομμύρια το πρώτο εικοσαήμερο έναντι 94 εκατομμυρίων ευρώ το πρώτο εικοσαήμερο του Σεπτεμβρίου του 2012, αύξηση δηλαδή 114%, ενισχύοντας τη ρευστότητα νοικοκυριών και επιχειρήσεων.

Παρά τις πολύ αυξημένες επιστροφές φόρων, το γενικό σύνολο καθαρών εσόδων μετά επιστροφών είναι 5% υψηλότερο από το αντίστοιχο περσινό διάστημα.

Αυτή είναι η πραγματικότητα για τον Σεπτέμβριο.

Δεν θριαμβολογώ, απλώς αποτυπώνω την πραγματικότητα.

Χρειάζεται συνέχιση και εντατικοποίηση της προσπάθειας.

Και δυο τελευταίες παρατηρήσεις θα ήθελα να κάνω.

Θα μπορούσα να έχω δυο λεπτά παραπάνω να απαντήσω για το χρέος, γιατί έχει τεθεί το θέμα από πολλές πτέρυγες;

Θα προσπαθήσω να ολοκληρώσω όσο μπορώ πιο γρήγορα.

Ο κ. Νικολόπουλος έθεσε ένα ερώτημα το οποίο έχω απαντήσει, όμως οφείλω, να το επαναλάβω για να μη θεωρηθεί ότι το αγνοώ.

Υπάρχει παρανόηση κατ’ αρχήν για το χρέος.

Άλλοι μιλούν για το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης και άλλοι για την Κεντρική Κυβέρνηση, την κεντρική διοίκηση.

Ο στόχος είναι το χρέος της Γενικής Κυβέρνησης που είναι και ο δείκτης από τον οποίον αξιολογούνται όλες οι χώρες.

Πράγματι το ύψος του χρέους της Κεντρικής Κυβέρνησης παρουσίασε αύξηση.

Από τα 306 εκατομμύρια τον Δεκέμβριο του 2012, όπως σωστά είπε ο κ. Νικολόπουλος, έφτασε στα 322 εκατομμύρια τον Ιούνιο του 2013.

Αυτή όμως η αύξηση, όπως έχουμε πει, ούτε αιφνίδια ήταν ούτε μπορεί να αποτελέσει αιτία για την πρόκληση οποιασδήποτε ανησυχίας, αφού είναι παροδική, χρονικά ορισμένη και το σημαντικότερο, αντιρροπείται από την απόκτηση περιουσιακών στοιχείων από το ελληνικό δημόσιο.

Συγκεκριμένα αυτή η φαινομενική αύξηση του χρέους είναι προϊόν της υποχρέωσης απεικόνισης εκταμίευσης των κεφαλαίων από τον EFSF προς το ελληνικό δημόσιο, προκειμένου να επιτευχθεί η χρηματοδότηση της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών.

Ωστόσο, το χρέος που δημιουργείται από την εκταμίευση των κεφαλαίων αντικρίζεται από περιουσιακά στοιχεία που αποτελούν πλέον ιδιοκτησία του ελληνικού δημοσίου με προβλεπόμενη εκποίησή τους και με προσδιορισμένη αξία μεταπώλησης.

Συνεπώς, δεν ευσταθούν οι αναφορές ή οι συγκρίσεις που έγιναν.

Τέλος, συνολικότερα ακούστηκαν διάφορα για το δημόσιο χρέος.

Όπως έχω τονίσει και άλλη φορά εδώ, στο Κοινοβούλιο, το υπαρκτό και μείζον πρόβλημα του δημοσίου χρέους οφείλουμε, όλες οι πτέρυγες της Βουλής, να το προσεγγίσουμε με νηφαλιότητα και ρεαλισμό, να αποφύγουμε θολές εκτιμήσεις, δραματοποιήσεις, κορώνες, να μείνουμε στην πραγματικότητα.

Αυτή η πραγματικότητα διαγώνια είναι η εξής:

Πρώτον, το δημόσιο χρέος εδώ και δεκαετίες έχει πολύ ισχυρή αυξητική δυναμική.

Ξεκίνησε από 22,5% του ΑΕΠ το 1980 και ανήλθε μετά την επεκτατική δημοσιονομική πολιτική που εφαρμόστηκε εκείνη τη δεκαετία, τη δεκαετία του 1980, κοντά στο 100% στις αρχές της δεκαετίας του 1990.

Πέριξ αυτού του επιπέδου, με κατά καιρούς αυξομειώσεις, κινήθηκε μέχρι το τσουνάμι της μεγάλης παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης που κτύπησε την Ευρώπη και την Ελλάδα.

Το 2010 η χώρα αντιμετώπισε κρίση δανεισμού και προς το τέλος του πρώτου εξαμήνου εντάχθηκε στο μηχανισμό στήριξης.

Δεύτερον, το δημόσιο χρέος θα αυξάνει ως απόλυτο μέγεθος όσο η χώρα έχει δημοσιονομικά ελλείμματα, ενώ όσο συνεχίζει και βαθαίνει η ύφεση, τότε και ο δείκτης του δημοσίου χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ θα αυξάνει.

Αυτή είναι η αλήθεια.

Το δημοσιονομικό έλλειμμα δηλαδή ακόμα και αν μειώνεται –όπως πετυχαίνουμε τα τελευταία χρόνια– δεν εξασφαλίζει κατ’ ανάγκη μείωση του δημοσίου χρέους.

Τρίτη παρατήρηση.

Το δημόσιο χρέος –ερωτήθην γι’ αυτό– στο κλείσιμο του 2009, μετά τις επαναταξινομήσεις λογαριασμών και την αναθεώρηση του ΑΕΠ που αφορούσε την περίοδο 2006-2009 και που έγιναν κατά τη διάρκεια του 2010 και του 2011, ανήλθε στο ύψος των 300 δισεκατομμυρίων ευρώ.

Στο κλείσιμο του 2010, 330 δισεκατομμύρια, του 2011, 355 δισεκατομμύρια και του 2012, στα 304 δισεκατομμύρια.

Εκτιμάται ότι στο τέλος του έτους θα φτάσει ή ελάχιστα θα ξεπεράσει τα 320 δισεκατομμύρια ευρώ.

Σε κάθε περίπτωση το ζήτημα της μακροχρόνιας βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους παραμένει ανοικτό.

Η χώρα οφείλει να «φρενάρει» ριζικά την αυξητική δυναμική και να αντιστρέψει την τάση τόσο σε απόλυτο μέγεθος όσο και ως ποσοστό του ΑΕΠ.

Αυτό θα πραγματοποιηθεί με την επίτευξη διατηρήσιμων, βιώσιμων πρωτογενών πλεονασμάτων και με τον εμπλουτισμό του μίγματος της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής με την ισχυροποίηση των αναπτυξιακών εργαλείων: διαρθρωτικές αλλαγές, αποκρατικοποιήσεις και βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, της αποτελεσματικότητας και της ποιότητας παντού, τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό τομέα.

Παράλληλα και εφόσον εμείς είμαστε συνεπείς προς τις δεσμεύσεις μας, να αξιώσουμε σύμφωνα με τις αποφάσεις του Eurogroup του Νοεμβρίου του 2012, την έμπρακτη συμβολή των εταίρων μας στην ελάφρυνση του δημοσίου χρέους.

Θα αναζητήσουμε, μέσα από την διαπραγμάτευση, τους βέλτιστους τρόπους.

Και κλείνω με μία πρόταση.

Συνεπώς από τα έξι σας ερωτήματα απάντησα στα πέντε.

Σε ένα δεν απάντησα, γιατί περιμένω από τη δική σας πλευρά την απάντηση.

Ποιο είναι το ερώτημα;

«Καθώς από τη διάσταση των στοιχείων προκύπτει αναμφισβήτητα», λέει η ερώτηση, «μαγείρεμα των στοιχείων και δημιουργείται τουλάχιστον ηθικό θέμα για την ηγεσία του Υπουργείου Οικονομικών, τι σκοπεύετε να πράξετε»;

Τώρα που απεδείχθη και από το δελτίο τύπου της Τραπέζης της Ελλάδος ότι δεν ισχύει αυτό, τι σκοπεύετε να πράξετε;

Share

Εκτύπωση άρθρου Εκτύπωση άρθρου
TwitterInstagramYoutube