Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Ο χρηματοπιστωτικός τομέας και η σταθερότητα αυτού είναι καθοριστικής σημασίας για την αναπτυξιακή δραστηριότητα της πραγματικής οικονομίας.
Αυτή η δομική σημασία του τραπεζικού και ευρύτερου χρηματοπιστωτικού τομέα καθίσταται ιδιαίτερα κρίσιμη σε περιόδους εμφάνισης μίας παγκόσμιας χρηματοοικονομικής κρίσης, όπως αυτή του 2008, ιδιαίτερα σε τραπεζοκεντρικές χώρες όπως είναι η Ελλάδα.
Η Κυβέρνηση της Ν.Δ., εντοπίζοντας, με υπευθυνότητα, τη σημασία της ευρωστίας και σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος, προχώρησε το φθινόπωρο του 2008, άμεσα και έγκαιρα, στην παροχή ενός σημαντικού πακέτου ρευστότητας.
Προχώρησε σε μία ορθή πολιτική επιλογή για την στήριξη της πιστωτικής και οικονομικής δραστηριότητας.
Προχώρησε σε μία στοχευμένη επιλογή, η οποία εγκρίθηκε άμεσα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η οποία αντιστοιχούσε στο 11% του ΑΕΠ, όταν ο μέσος ευρωπαϊκός όρος έφτανε στο 20%.
Επιλογή που αντιμετώπισε τη σφοδρότατη κριτική της Αντιπολίτευσης, η οποία έφτασε σε ακραίες προσεγγίσεις περί «χαρίσματος των 28 δισ. ευρώ στους τραπεζίτες» και οι οποίες διαψεύσθηκαν από τον όγκο των αδιάθετων – πριν από την κρίση δανεισμού του ΠΑ.ΣΟ.Κ. – πόρων του πακέτου ρευστότητας (περίπου 17 δισ. ευρώ).
Ωστόσο, πρόσφατα, η Κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ., που επέκρινε τότε το σχέδιο ρευστότητας της Κυβέρνησης της Ν.Δ., αποφάσισε να προτείνει την ενεργοποίηση και επέκτασή του κατά επιπλέον 15 εκατ. ευρώ. Και, ορθώς μάλιστα έπραξε, καθώς υπό τις συνθήκες υψηλού κόστους δανεισμού και στενότητας άντλησης κεφαλαίων, εξαιτίας των Κυβερνητικών αστοχιών, η επέκταση του Προγράμματος αποτελούσε αναγκαιότητα.
Το ενισχυμένο, πλέον, πακέτο στήριξης της ρευστότητας του ελληνικού συστήματος, αναμένεται να συνοδευτεί από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), το οποίο περιλαμβάνεται στο Μνημόνιο του Μηχανισμού Στήριξης και για το οποίο συζητάμε σήμερα σε επίπεδο ενημέρωσης.
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Η θέσπιση του Ταμείου, μετά από διαβούλευση με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (Δ.Ν.Τ.), την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (Ε.Κ.Τ.), συνιστά μία από τις βασικές και συγκεκριμένες πολιτικές του Μνημονίου.
Σκοπός του Ταμείου θα είναι η διατήρηση της σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος, ειδικότερα της φερεγγυότητάς του, και όχι η στήριξη των αναγκών ρευστότητας των πιστωτικών ιδρυμάτων.
Η διατύπωση όμως του Μνημονίου, αλλά και του Ενημερωτικού Σημειώματος του Νομοσχεδίου του Υπουργείου Οικονομικών σχετικά με τη σύσταση του Ταμείου δημιουργεί ερωτηματικά και περικλείει ασάφειες. Ερωτηματικά και ασάφειας τις οποίες εξέφρασα στον Υπουργό Οικονομικών με Ερώτηση που υπέβαλλα για το συγκεκριμένο θέμα από τις 11 Ιουνίου 2010. Ειδικότερα:
1ον. Ως προς τη συμμετοχή στο Ταμείο, αυτή θα είναι υποχρεωτική και θα ενεργοποιείται όταν δεν καλύπτονται οι ελάχιστες κεφαλαιακές απαιτήσεις και «όταν δεν μπορεί να βρεθεί άλλη ιδιωτική λύση». Ως προς την τελευταία, δεν διευκρινίζεται ποια μορφή θα έχει και μέχρι ποιου ποσοστού αυτή δύναται να είναι. Επίσης, ασάφεια υπάρχει αναφορικά και με το επίπεδο των ελάχιστων κεφαλαιακών απαιτήσεων και πώς αυτές θα προσδιορίζονται…
2ον. Προβλέπεται «η Τράπεζα της Ελλάδος να εντείνει την εποπτεία του χρηματοπιστωτικού συστήματος αυξάνοντας τη συχνότητα και την ταχύτητα υποβολής στοιχείων και την περαιτέρω ανάπτυξη ενός ολοκληρωμένου πλαισίου για συχνούς ελέγχους ακραίων συνθηκών (stress-tests)». Δεν διευκρινίζονται οι όροι και οι παράμετροι που θα τίθενται σε αυτούς του ελέγχους.
3ον. Προβλέπεται να «εισαχθεί επιπλέον ευελιξία στη διαχείριση ανθρωπίνων πόρων και θα χορηγηθεί σε όλο το προσωπικό της Τράπεζας της Ελλάδος (Τ.τ.Ε.) ισχυρή νομική προστασία για τις ενέργειες που εκτελούνται με καλή πίστη». Δεν καθορίζεται η μορφή και το εύρος της προστασίας, αλλά και της εργασιακής ευελιξίας.
4ον. Για την εκπλήρωση των στόχων του «το Ταμείο θα έχει ορισμένες εξουσίες στα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα που έχει χρηματοδοτήσει, και οι οποίες θα ασκούνται μετά από διαβούλευση με την Τ.τ.Ε.». Οι εξουσίες του Ταμείου περιλαμβάνουν ενδεικτικά τα εξής:
(α) «Να απαιτεί από την Τ.τ.Ε. να του παρέχει για το πιστωτικό ίδρυμα κάθε πληροφορία απαραίτητη για την εκπλήρωση του σκοπού του.» Θα πρέπει όμως να διασφαλιστεί το επαγγελματικό-υπηρεσιακό απόρρητο.
(β) «Να ορίζει ένα μέλος στο Δ.Σ. του χρηματοπιστωτικού ιδρύματος.» Δεν προσδιορίζονται όμως τα προσόντα που θα απαιτείται να διαθέτει ο εκπρόσωπος του Ταμείου που θα ορίζεται ως μέλος του Δ.Σ. του πιστωτικού ιδρύματος.
(γ) «Να απαιτεί από το χρηματοπιστωτικό ίδρυμα την υποβολή σχεδίου αναδιάρθρωσης.» Δεν ορίζονται όμως με σαφήνεια οι προϋποθέσεις που θα ενεργοποιούν το εν λόγω αίτημα του Ταμείου.
(δ) «Να έχει δικαίωμα αρνησικυρίας σε αποφάσεις του πιστωτικού ιδρύματος (επιχειρηματική στρατηγική, απόδοση μερισμάτων, θέματα μισθοδοσίας, ρευστότητας και διαχείρισης ενεργητικού – παθητικού κ.λπ.).» Ιδιαίτερα ευρείες αρμοδιότητες παρέμβασης του εκπροσώπου του Ταμείου που εκτείνονται κατ’ ουσία στο σύνολο της δραστηριότητας του πιστωτικού ιδρύματος. Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με το Άρθρο 1, Παρ. 3 του Ν. 3723/2008 για τα μέτρα ενίσχυσης της ρευστότητας, ο εκπρόσωπος του Ελληνικού Δημοσίου που οριζόταν ως μέλος του Δ.Σ. είχε επίσης δικαίωμα αρνησικυρίας στη λήψη οποιασδήποτε απόφασης σχετικής με τη διανομή μερισμάτων και την πολιτική παροχών προς τον Πρόεδρο, τον Διευθύνοντα Σύμβουλο, ή εφόσον κρίνει ότι η απόφαση αυτή δύναται να θέσει σε κίνδυνο τα συμφέροντα των καταθετών ή να επηρεάσει ουσιωδώς τη φερεγγυότητα και την εύρυθμη λειτουργία της Τράπεζας.
(ε) «Να απαιτεί τη μετατροπή των προνομιούχων μετοχών σε κοινές, όταν το χρηματοπιστωτικό ίδρυμα αδυνατεί να καλύπτει είτε το ελάχιστο ύψος ιδίων κεφαλαίων, είτε ορισμένες οικονομικές απαιτήσεις που θα επιβάλλονται από το σχέδιο αναδιάρθρωσης του χρηματοπιστωτικού ιδρύματος». Δεν προσδιορίζονται όμως οι οικονομικές απαιτήσεις που θα μπορούν να επιβληθούν βάσει του σχεδίου αναδιάρθρωσης.
5ον. Τα κριτήρια για οποιαδήποτε αύξηση μετοχικού κεφαλαίου πιστωτικού ιδρύματος θα πρέπει να είναι συμβατά με την Απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής της 19.11.2008 (Ν. 560/2008 μέτρα στήριξης για τα πιστωτικά ιδρύματα στην Ελλάδα). Σύμφωνα με την εν λόγω Απόφαση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, που αναφερόταν στα μέτρα ενίσχυσης της ρευστότητας που θεσπίστηκαν με τον Ν. 3723/2008, η κατανομή του ποσού των 5 δισ. ευρώ για την αγορά προνομιούχων μετοχών θα έπρεπε να γίνει με απόφαση Υπουργού Οικονομικών κατόπιν σύστασης του Διοικητή της Τ.τ.Ε., η οποία θα έπρεπε να βασίζεται στα ακόλουθα κριτήρια:
- το επίπεδο της απαιτούμενης κεφαλαιακής επάρκειας του πιστωτικού ιδρύματος, όπως καθορίζεται από την Τ.τ.Ε. Πιο συγκεκριμένα, ο δείκτης των βασικών ιδίων κεφαλαίων (Tier 1) θα πρέπει να κυμαίνεται σε ποσοστά μεταξύ 8%-10% (η βαρύτητα του εν λόγω κριτηρίου για τη συνολική αξιολόγηση είναι 0,5),
- το μέγεθος του πιστωτικού ιδρύματος όπως προκύπτει από το μερίδιο αγοράς του στη χρηματοδότηση εν γένει της οικονομίας, καθώς και τη σημαντικότητά του σε ό, τι αφορά τη διατήρηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας (η βαρύτητα του εν λόγω κριτηρίου για τη συνολική αξιολόγηση είναι 0,4), και
- τη συμβολή του πιστωτικού ιδρύματος σε ό, τι αφορά τη χρηματοδότηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και τη χορήγηση στεγαστικών δανείων (η βαρύτητα του εν λόγω κριτηρίου για τη συνολική αξιολόγηση είναι 0,1).
6ον. Προβλέπεται να εφαρμόζεται σχέδιο αναδιάρθρωσης υπό την αιγίδα του Ταμείου «εφόσον τα πιστωτικά ιδρύματα δεν δύνανται να συγκεντρώσουν εγκαίρως επιπρόσθετα κεφάλαια για να αποπληρώσουν το Ταμείο». Η διάταξη φαίνεται απόλυτα ασαφής και απαιτείται περαιτέρω επεξεργασία σε νομοπαρασκευαστικό επίπεδο.
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Από τα παραπάνω, εύκολα συνάγουμε το συμπέρασμα πως η θέσπιση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, πρωτοβουλία την οποία στηρίζουμε, σύμφωνα με τα βασικά σημεία που μας παρουσιάζει σήμερα το οικονομικό επιτελείο της Κυβέρνησης παραμένει μία θολή θεσμική πρωτοβουλία.
Μία ασαφής θεσμική πρωτοβουλία – που παρά την ιδιαίτερη σημασία της – χρήζει σημαντικών διευκρινήσεων, εξειδικεύσεων και προσδιορισμών που απουσιάζουν από τη σημερινή παρουσίαση του κ. Υπουργού.
Ευελπιστώ το αποτέλεσμα της νομοπαρασκευαστικής διαδικασίας να διαψεύσει τη σημερινή μας εντύπωση, αν και τα περιθώρια στενεύουν καθώς – σύμφωνα με το Μνημόνιο – η θέσπιση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας προβλέπεται μέχρι την επόμενη Τετάρτη, 30 Ιουνίου.