Εισήγηση στην Ολομέλεια “Ρύθμιση επιχειρηματικών και επαγγελματικών οφειλών” | 13.1.2010

Κυρίες και κύριοι Συνάδελφοι,

Η παγκόσμια οικονομική κρίση, η σοβαρότερη μεταπολεμικά, έπληξε, και συνεχίζει να επιβαρύνει, και την Ελληνική οικονομία. Η οικονομική δραστηριότητα έχει επιβραδυνθεί. Τα πραγματικά εισοδήματα συρρικνώνονται. Η ανεργία έχει αυξηθεί. Νοικυκυριά και επιχειρήσεις συμπιέζονται. Επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν έλλειψη ρευστότητας, ανασφάλεια στις συναλλαγές, υποχώρηση του κύκλου εργασιών, συμπίεση της καθαρής χρηματοοικονομικής θέσης.

Ενδεικτικά αναφέρεται ότι στο τέλος Νοεµβρίου του 2009, σύμφωνα µε τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, ο αριθµός των ακάλυπτων επιταγών ανήλθε σε 19,1 χιλ. τεµάχια. Επίσης, ο λόγος των δανείων σε καθυστέρηση προς το σύνολο των δανείων των πιστωτικών ιδρυμάτων αυξήθηκε σε 6,8% τον Ιούνιο του 2009, από 5% το Δεκέμβριο του 2008, κυρίως λόγω των δανείων προς τις επιχειρήσεις.

Σε ένα τέτοιο οικονομικό περιβάλλον, η Πολιτεία οφείλει να λαμβάνει πρωτοβουλίες για την ενίσχυση της ροής των πιστώσεων στην αγορά και την αναθέρμανση της οικονομίας.

Η προηγούμενη Κυβέρνηση, η Κυβέρνηση της Ν.Δ., είχε προβεί σε σχετικές δράσεις, όπως ήταν η ενίσχυση της εγγύησης των καταθέσεων, η προστασία των δανειοληπτών και η ενίσχυση της ρευστότητας στην οικονομία, κυρίως, μέσω της διοχεύτευσης 28 δισ. ευρώ στο τραπεζικό σύστημα και της ενεργοποίησης του Ταμείου Εγγυοδοσίας Μικρών και Πολύ Μικρών Επιχειρήσεων (ΤΕΜΠΜΕ). Πρωτοβουλίες που εναρμονίζονταν στη φιλοσοφία τους και ευθυγραμμίζονταν στις δράσεις τους με τα αντίστοιχα σχέδια παρέμβασης που είχαν ανακοινώσει και οι λοιπές οικονομίες της ευρωζώνης.

Η παρούσα νομοθετική πρωτοβουλία της Κυβέρνησης, επί της αρχής, κινείται στη ίδια σωστή, επιθυμητή, κατεύθυνση. Διευκολύνει την πρόσβαση φυσικών και νομικών προσώπων στον τραπεζικό δανεισμό. Χαλαρώνει τα κριτήρια επεξεργασίας δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς. Επιζητά την ανταπόκριση του τραπεζικού συστήματος στις ανάγκες της αγοράς, ιδιαίτερη μετά την πρόσφατη «ένεση ρευστότητας» στην οποία προέβη η Πολιτεία προς τα πιστωτικά ιδρύματα.

Οφείλουμε όμως, μετά και τη σημερινή διατύπωση γνώμης επί των νομοθετικών διατάξεων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και πέρα από τις διαδικαστικές ενστάνσεις που η Τράπεζα διατυπώνει, να κάνουμε τις εξής επισημάνσεις:

1η Επισήμανση. Η επέκταση της ρύθμισης χρεών, εκτός από τις ληξιπρόθεσμες, και στις ενήμερες οφειλές, δύναται να επιδράσει αρνητικά στη ρευστότητα και στην κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών, στο κόστος του κεφαλαίου και στην πιστωτική επέκταση, ιδιαίτερα σήμερα που παρατηρείται φυγή κεφαλαίων προς το εξωτερικό, καθιστώντας ανέφικτο το στόχο της Κυβέρνησης για διψήφιο ποσοστό πιστωτικής επέκτασης το 2010. Τέτοιες πρωτοβουλίες αυξάνουν τον ηθικό κίνδυνο, καθώς ευνοούν την ανεύθυνη πιστωτική συµπεριφορά των φυσικών ή νομικών προσώπων και την κατάχρηση των ευεργετικών διατάξεων, καθώς αποδυναµώνει το κίνητρο για συνεπή εκπλήρωση των υποχρεώσεων προς τους πιστωτές. Οι τράπεζες, στο πλαίσιο των κανόνων προληπτικής εποπτείας, θα αυξήσουν τις προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις για κάλυψη έναντι του πιστωτικού κινδύνου. Αυτό θα οδηγήσει σε αυξημένες απαιτήσεις κεφαλαιακής επάρκειας με όποια μεθοδολογία και αν υιοθετείται από τα πιστωτικά ιδρύματα σύμφωνα με τον 1ο Πυλώνα της Βασιλείας ΙΙ. Οι αυξημένες δεσμεύσεις κεφαλαίων με τη σειρά τους θα επηρεάσουν τη ρευστότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων, θα κάνουν πιο «σφιχτές» τις τράπεζες στη χορήγηση νέων δανείων, θα διογκώσουν το κόστος δανεισμού.

2η Επισήμανση. Οι περιορισμοί στην επεξεργασία δεδομένων οικονομικής συμπεριφοράς δεν πρέπει να οδηγήσουν σε ανεπαρκή ή πλημμελή αξιοποίηση αυτής της πληροφόρησης, τιμωρώντας του συνεπείς οφειλέτες με την αύξηση του ασφαλίστρου κινδύνου στις δανειακές συμβάσεις. Είναι άλλωστε γεγονός ότι η πληροφόρηση για τη φερεγγυότητα και την πιστοληπτική ικανότητα των δανειοληπτών βελτιώνει τη διαφάνεια στις συναλλαγές, ενισχύει την ορθολογική κατανομή των κεφαλαίων και περιορίζει σηµαντικά το κόστος δανεισμού.

3η Επισήμανση. Η αναστολή του δικαιώματος υποβολής αιτήσεων υπαγωγής επενδυτικών σχεδίων στις Διατάξεις του Νόμου 3299/2004 και η πρόταση για αναμόρφωση του σχετικού Νόμου δεν συμβάλλει στους αναπτυξιακούς στόχους της Κυβέρνησης. Οι προδιαγραφές ενός νέου Αναπτυξιακού Νόμου είναι ακόμη άγνωστες, ενώ οι διευκρινιστικές κοινές υπουργικές αποφάσεις (ΚΥΑ) αναμένεται να εκδοθούν μετά τον Ιούνιο, στην καλύτερη των περιπτώσεων. Παράλληλα, η διαδικασία διαπραγμάτευσης με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σε περίοδο μάλιστα αξιολόγησης των νέων Επιτρόπων από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, είναι πολύ πιθανόν να καθυστερήσει την εφαρμογή του νέου Αναπτυξιακού Νόμου για μετά το Σεπτέμβριο του 2010, ενώ αν επικρατήσει το χειρότερο σενάριο, η ισχύς του νέου Νόμου μπορεί να ξεκινήσει το 2011, με δυσμενείς συνέπειες για την ανάταξη της οικονομίας.

Και επειδή η Κυβέρνηση συχνά αναφέρεται στην προτεραιότητα που αποδίδει στις αναπτυξιακές πολιτικές, να καταθέσω ορισμένες παρατηρήσεις που καταδεικνύουν την αναντιστοιχία λόγων και έργων, δεσμεύσεων και πράξεων. Πιο συγκεκριμένα:

1ον. Η ολιγωρία της Κυβέρνησης, ήδη από τις πρώτες μέρες, είχε ως αποτέλεσμα την απώλεια κοινοτικών πόρων από το Γ’ ΚΠΣ.

2ον. Η Κυβέρνηση αδυνατεί να διευκρινίσει πώς προτίθεται να πληρώσει τα επιπλέον 5,8 δισ. ευρώ της υπερδέσμευσης του Γ’ ΚΠΣ.

3ον. Κατά τους 3 πρώτους μήνες διακυβέρνησης της χώρας από το ΠΑΣΟΚ το ΕΣΠΑ πάγωσε τελείως. Αυτό το χρονικό διάστημα καταχωρήθηκαν μόνο 129 εκ. ευρώ, φτάνοντας τη συνολική απορρόφησή του στο 3,56% (από 3,07% τον Οκτώβριο του 2009).

4ον. Η Κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι θα προβεί στην αναθεώρηση της δομής και του τρόπου υλοποίησης του ΕΣΠΑ. Πριν λοιπόν «ξεκινήσει» καλά-καλά, η Κυβέρνηση ακολουθεί μια λανθασμένη στρατηγική, η οποία αφ’ ενός θα καθυστερήσει περαιτέρω την εφαρμογή του ΕΣΠΑ και αφ’ ετέρου θα «στεγνώσει» κι άλλο την αγορά.

5ον. Η Κυβέρνηση προχώρησε στη μείωση, κατά το ήμισυ, του προϋπολογισμού των προκηρύξεων για την ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των ελεύθερων επαγγελματιών, από 1,3 δισ. ευρώ σε 590 εκατ. ευρώ. Η μείωση του προϋπολογισμού έρχεται σε μία χρονική συγκυρία κρίσιμη για την αγορά και πλήττει τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που είχαν ήδη προετοιμασθεί να προχωρήσουν στην επέκταση και στον εκσυγχρονισμό του εξοπλισμού τους.

6ον. Τέλος, σημειώνουμε ότι δεν έχει συγκλιθεί εδώ και 3 μήνες η Κεντρική Γνωμοδοτική Επιτροπή του Αναπτυξιακού Νόμου με αποτέλεσμα τη μη έγκριση νέων επενδυτικών σχεδίων που είναι στο στάδιο της αξιολόγησης, τροποποιήσεων υλοποιούμενων σχεδίων και αποφάσεων ολοκλήρωσης των ήδη εγκεκριμένων επενδυτικών έργων.

 Συμπερασματικά, 100 ημέρες από την εκλογική νίκη του ΠΑΣΟΚ και η Κυβέρνηση δείχνει να μην έχει όχι μόνο ολοκληρωμένο, αλλά ούτε καν το παραμικρό, σχέδιο για την δημοσιονομική προσαρμογή και την οικονομική ανάπτυξη. Είναι πλεόν καιρός, αν έχει κάποιο ολοκληρωμένο σχέδιο, να το καταστήσει σαφές τόσο στην Ελλάδα, όσο και στις διεθνείς αγορές. Και σε ένα τέτοιο σχέδιο θα συμβάλλουμε με συνέπεια, υπευθυνότητα και αποφασιστικότητα για την οικονομική αποτελεσματικότητα και την κοινωνική δικαιοσύνη.

Share

Εκτύπωση άρθρου Εκτύπωση άρθρου
TwitterInstagramYoutube