Ο Υπουργός Οικονομικών στην εκδήλωση των Σαρακατσαναίων για τα 200 χρόνια από την Επανάσταση | 19.12.2021

Λαμία,  19  Δεκεμβρίου 2021

 

 

Ομιλία Υπουργού Οικονομικών στην εκδήλωση του Συνδέσμου Σαρακατσαναίων Φθιώτιδας για τα 200 χρόνια από την έναρξη της Επανάστασης

 

 

Κυρίες και Κύριοι,

Θέλω να ευχαριστήσω το Σύνδεσμο Σαρακατσαναίων Φθιώτιδας «Ο ΚΑΤΣΑΝΤΩΝΗΣ» για την πρόσκληση που μου απηύθυνε να είμαι ομιλητής της σημερινής εκδήλωσης.

Θέλω και να σας συγχαρώ για την πρωτοβουλία να συμμετάσχετε με σχετικές δράσεις στον πανελλήνιο επετειακό εορτασμό των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση του 1821.

Δράσεις, που στόχο έχουν να αναδείξουν την, καθοριστικής σημασίας, συμβολή των Σαρακατσαναίων στον απελευθερωτικό αγώνα, ενάντια στον τουρκικό ζυγό.

Γι’ αυτή, τη μακραίωνη δημιουργική συμμετοχή του «συναφιού» μας στις προσπάθειες του Έθνους μας, αισθάνομαι υπερήφανος.

 

Κυρίες και Κύριοι,

Ο εορτασμός των 200 χρόνων από την Επανάσταση έλαβε χώρα μέσα στη δίνη πανδημίας.

Πανδημία που προκάλεσε μια πρωτόγνωρη υγειονομική κρίση και τη μεγαλύτερη παγκόσμια οικονομική αναταραχή σε περίοδο ειρήνης, στη σύγχρονη ιστορία.

Μια κρίση που μεταβάλλει τα πάντα, που αγγίζει κάθε πτυχή της κοινωνικής και οικονομικής ζωής και που, προφανώς, δημιουργεί νέα δεδομένα και συνθήκες.

Συνθήκες, που καθιστούν την αναδρομή σε κρίσιμες ιστορικές στιγμές του Έθνους και τη διδαχή από αυτές, εξόχως σημαντική.

 

Κυρίες και Κύριοι,

Σ’ εκείνες τις μεγάλες ώρες του Έθνους, πριν από δύο αιώνες, οι Σαρακατσαναίοι, με ρίζες βαθιά ελληνικές, άνθρωποι συνειδητά ανυπότακτοι, στερούμενοι κατ’ επιλογή τις χαρές και τις απολαύσεις της συμβατικής ζωής στον κάμπο, συνέβαλαν αποφασιστικά στους αγώνες της Παλιγγενεσίας.

Οι Σαρακατσαναίοι υπήρξαν μορφές δωρικές, ανθεκτικές στο χώρο και το χρόνο.

Ανθεκτικές γιατί επέλεξαν να ζήσουν στα σκληροτράχηλα βουνά, μακριά από το ζυγό του κατακτητή.

Άντεξαν τα στοιχειά της φύσης.

Ανέπτυξαν φιλοπρόοδο πνεύμα.

Επιβίωσαν στα δύσκολα.

Και έδωσαν βροντερό «παρών» στις μεγάλες στιγμές του Έθνους.

Πανάρχαια Ελληνική νομαδική φυλή, κατά τον Καθηγητή Ανθρωπολογίας Άρη Πουλιανό.

Θιασώτες του αδάμαστου, ασυμβίβαστου και σκληρού βίου, αετοί των σκληροτράχηλων βουνοκορφών της Πίνδου, των Αγράφων, του Βάλτου και της Ρούμελης.

Υπερήφανοι και ανιδιοτελείς, με δίψα για ελευθερία, δεν δέχονται την ντροπή της υποταγής.

Αντιστέκονται σε κάθε τι που αντιβαίνει τη φυσική και ιδεολογική ισορροπία.

Για τον Στέφανο Γρανίτσα, ήταν οι «καταλαγαρότεροι Έλληνες», ενώ για την Αγγελική Χατζημιχάλη είναι οι «προβαταρέοι και περπατάρηδες, βαθιά προσηλωμένοι στα Ελληνοχριστιανικά ιδεώδη».

Για το λόγο αυτό, μετά την Άλωση της Πόλης δεν θέλησαν να συμβιβαστούν με αυτήν την ιδέα.

Θρήνησαν για το χαμό της Βασιλεύουσας, ντύθηκαν στα μαύρα, βούλωσαν τα κουδούνια των προβάτων τους και διατηρούσαν, έκτοτε, μόνο μαύρα ή αλλιώς «λάια» πρόβατα στα κοπάδια τους, ως ελάχιστη ένδειξη διαμαρτυρίας.

Αποσύρθηκαν στα βουνά της κυρίως Ελλάδας, αποκηρύσσοντας τον Οθωμανικό ζυγό και υιοθετώντας τον σκληρό, αλλά αδούλωτο τρόπο ζωής.

Τρόπο που, νομοτελειακά, τους κατέστησε αρωγούς της Ελληνικής Επανάστασης.

Επανάσταση που ήρθε μετά από 400 χρόνια, ως αποτέλεσμα του πνευματικού ξεσηκωμού που μεσολάβησε, αλλά και του Κλεφτ-αρματολισμού, κίνηση που ήταν συνέπεια της αυθαιρεσίας της Οθωμανικής αυτοκρατορίας.

Μπροστά σε αυτά τα νέα δεδομένα, οι Σαρακατσαναίοι δεν θα μπορούσαν να μείνουν αμέτοχοι και αδιάφοροι.

Υπήρξαν οι ανώνυμοι πρωταγωνιστές της Ελληνικής Προεπαναστατικής και Επαναστατικής Περιόδου, συμβάλλοντας καταλυτικά στον αγώνα, ηθικά και υλικά.

 

Είναι ευρέως αποδεκτό ότι η προσφορά τους στον αγώνα της Παλιγγενεσίας ήταν διπλή.

Αφενός, έθρεψαν, στήριξαν και προστάτεψαν τα αρματολίκια.

Αφετέρου, έδωσαν τους πιο ανδρείους και γενναίους Σαρακατσάνους αγωνιστές στον αγώνα για τη λευτεριά του Έθνους.

Καθ’ όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, προεπαναστατικά και κατά τη διάρκεια της Επανάστασης, οι απροσκύνητοι νομάδες έβγαζαν, διαρκώς, από τις τάξεις τους κλέφτες και αρματολούς, καπετάνιους και πρωτοπαλίκαρα, και στελέχωναν τα σώματα των αγωνιστών.

Αυτοί οι ορεσίβιοι, ανεξάρτητοι στο πνεύμα και αδούλωτοι στην ψυχή, με το αδάμαστο φρόνημα και την αγωνιστικότητά τους, ενσάρκωναν, ίσως μη αντιλαμβανόμενοι το μέγεθος της προσφοράς τους, τα όνειρα και τις προσδοκίες ενός πολυβασανισμένου και σκλαβωμένου λαού, ο οποίος διψούσε για ελευθερία.

Με ορμητήριο τη ραχοκοκαλιά της Πίνδου και των Αγράφων, έδωσαν στον κατακτητή να αντιληφθεί τη διαφορετικότητα της ψυχής του Ελληνικού λαού έναντι των λοιπών υποταγμένων Βαλκανικών λαών.

Δεν σταμάτησαν στιγμή να αποτελούν την ελπίδα ότι κάποτε αυτός ο τόπος θα απελευθερωθεί.

Ελπίδα όχι μόνο προς τους υπόλοιπους Έλληνες, αλλά και προς όλους τους υποταγμένους λαούς της – τότε κυρίαρχης – Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Σχεδόν κάθε Σαρακατσάνικη οικογένεια έβγαλε από τα σπλάχνα της, με καμάρι, και έναν αγωνιστή, ο οποίος κράτησε ψηλά τα φλάμπουρα της επανάστασης και έγινε ο δικός τους θρύλος.

Μακρύς ο κατάλογος με τις προεπαναστατικές και επαναστατικές μορφές του αγώνα.

Από τον Κατσαντώνη, τον Δίπλα, τον Χασιώτη, τον Λεπενιώτη, τον Λιακατά, τον Φαρμάκη, τον Τσόγκα, τον Γεροδήμο, τον Κούτσικο, έως την κορυφαία μορφή της Επανάστασης, τον θρυλικό Γεώργιο Καραϊσκάκη, οι Σαρακατσαναίοι έδειξαν, εξ αρχής, ότι είναι ανυπότακτοι και ανθεκτικοί Έλληνες, πεισματάρηδες και γενναίοι αγωνιστές.

Τα τσελιγκάτα μετατρέπονται σε ορεινές εστίες ελεύθερης ζωής, προσφέροντας εθνική υπηρεσία.

Βοηθούν τους σκλαβωμένους πατριώτες να δραπετεύσουν από τη μανία των Τούρκων του Αλή Πασά.

Τα κονάκια γίνονται οχυρά και ορμητήρια απελευθερωτικών αγώνων, καταφύγια για τους κατατρεγμένους επαναστάτες.

Τους τροφοδοτούν με γαλακτοκομικά προϊόντα, φροντίζουν τους τραυματίες και καθοδηγούν τους κλεφταρματολούς στα δύσκολα μονοπάτια της Πίνδου και των Αγράφων.

Σύμφωνα με την Αγγελική Χατζημιχάλη, οι στάνες των Σαρακατσαναίων ήταν το φυσικό καταφύγιο για όποιον ήθελε να ξεφύγει από τον τουρκικό ζυγό, ένα άτυπο στρατόπεδο ανεφοδιασμού, εξασφάλισης τροφής και φιλοξενίας.

Τα τσελιγκάτα, μαζί με τα μοναστήρια και τους μοναχούς, έγιναν το αποκούμπι και οι οδηγοί των Κλεφτών στα λημέρια τους, η οπισθοφυλακή που προάσπιζε τις επιχειρήσεις τους, πυλώνας ασφάλειας, φύλαξης των αρμάτων και προμήθειας υλικών αγαθών.

Δεν ήταν λίγες οι φορές που στις στάνες τους οι Κλεφταρματολοί έκαναν τις μαζώξεις τους για να συντονίσουν τη δράση τους.

Ερευνητές όπως οι Hoeg, Μποτός, Κασομούλης, υποστηρίζοντας την ελληνική καταγωγή των Σαρακατσάνων, επικαλούνται το ότι φιλοξενούσαν αρματολούς και κλέφτες στα κονάκια τους, και πολέμησαν τους Τούρκους μαζί με τους άλλους Έλληνες.

Πυρήνες ανεξαρτησίας τούς αποκαλεί ο Βακαλόπουλος, Καθηγητής Νεότερης Ιστορίας, καθώς συμμετέχουν ενεργά στη συγκρότηση επαναστατικών ομάδων, με αποτέλεσμα αρματολίκια και οπλαρχηγοί να εξουσιάζουν τα βουνά και να μεγαλουργούν.

Φύσει υπερήφανοι άνθρωποι, με ηγετικά χαρακτηριστικά στην προσωπικότητά τους, χαρακτηριστικά που ανέπτυξαν από την ανάγκη για επιβίωση κάτω από δύσκολες συνθήκες, συνεργάστηκαν αρμονικά με τις επαναστατικές ομάδες των κλεφταρματολών για την αποτίναξη του ζυγού.

Μάλιστα, ο Καθηγητής Διονύσιος Μαυρογιάννης αναφέρει ότι οι ποιμένες Σαρακατσάνοι όχι μόνο επάνδρωσαν ένα μεγάλο μέρος του αρματολισμού και της κλεφτουριάς, αλλά και τροφοδότησαν σε σταθερή συνεχή βάση, επί αιώνες, τις ένοπλες ομάδες πριν και κατά τον αγώνα της Παλιγγενεσίας.

Στη διάρκεια της Επανάστασης, είχαν επωμιστεί αυτοβούλως και αφιλοκερδώς την επιμελητεία των ενόπλων ομάδων.

Το τσελιγκάτο εξέθρεψε όλους, άνδρες και γυναίκες, με ένα μίσος για τους Τούρκους, όμοιο με αυτό των κλεφτών, όπως υποστηρίζει και ο Fouriel.

Μίσος που έγινε η αφορμή για καλλιέργεια ισχυρών σχέσεων αδελφοσύνης και φιλίας μεταξύ βοσκών και κλεφτών, γεγονός για το οποίο οι Σαρακατσάνοι κυνηγήθηκαν από τους Τούρκους με μανία, και υποχρεώθηκαν να διασκορπιστούν σε πολλά μέρη της Ελλάδας, αλλά και των Βαλκανίων γενικότερα.

Κορυφαία μορφή του προεπαναστατικού αγώνα, ασυμβίβαστος και γενναίος αναδεικνύεται ο βραχύσωμος και πανούργος Αντώνης Κατσαντώνης, που έμελλε να γίνει μια από τις εμβληματικότερες μορφές της Κλεφτουριάς, με πολεμικές επιτυχίες εναντίον των Τούρκων και πιστός σε ένα συνολικότερο ξεσηκωμό, που δεν άργησε να έρθει λίγο μετά το θάνατό του.

Έγινε θρύλος για το Σαρακατσάνικο συνάφι, αντιστάθηκε με ανδρεία στον Αλή Πασά και αναγνωρίστηκε από τους συναγωνιστές του.

Για όλους ήταν ανίκητος, ακόμη και όταν βασανίστηκε στην αυλή του Αλή Πασά.

Ανακηρύχθηκε αρχηγός όλων των Κλεφτών και των Αρματολών στην κλεφταρματολική σύναξη, η οποία πραγματοποιήθηκε τον Ιούνιο του 1807, στην Αγία Μαύρα της Λευκάδας, με πρωτοβουλία των Καποδίστρια, Κολοκοτρώνη, του Στρατηγού Εμμανουήλ και του Μητροπολίτου Ναυπακτίας Ιγνατίου.

Εκεί, εν μέσω όλων των μεγάλων ονομάτων της Κλεφτουριάς, ο Κατσαντώνης αναγνωρίστηκε ως «Αρχηγός όλων των Κλεφτών», κλείνοντας στο πρόσωπό του όλο τον αγώνα της Προεπαναστατικής Κλεφτουριάς.

Το πραγματικό του όνομα ήταν Αντώνης Μακρυγιάννης.

Λέγεται ότι το όνομα Κατσαντώνης το απέκτησε από τις επικλήσεις της μητέρας του να κάτσει σπίτι και να μη συμμετάσχει ενεργά στον προεπαναστατικό αγώνα.

Ωστόσο, το αγρίμι των Αγράφων έμελλε να γίνει ο φόβος και ο τρόμος του Αλή Πασά και των Οθωμανών του.

Είχε μια ξεχωριστή ομάδα κλεφτών, στον δικό του ταϊφά, οι οποίοι και ονομάστηκαν «Κατσαντωναίοι».

Προσβεβλημένος από ευλογιά σε πολύ μικρή ηλικία, πάλευε με τις πληγές της αρρώστιας του, βασανίστηκε από τους Οθωμανούς διώκτες του μέχρι θανάτου, αντιστεκόμενος σθεναρά στις προσπάθειες για δωροδοκία από τον Αλή Πασά.

Για το λόγο αυτό πέρασε στη σφαίρα του θρύλου, έγινε τραγούδι, έγινε πρότυπο ήρωα και αγωνιστή.

Χιλιο-τραγουδισμένος ήρωας, υμνήθηκε από τη λαϊκή μούσα όσο κανείς άλλος στο Σαρακατσάνικο συνάφι μέχρι σήμερα.

 

Ιδιαίτερο ερευνητικό ενδιαφέρον όμως παρουσιάζουν και οι σχετικοί με τους κλέφτες Σαρακατσάνικοι χοροί, όπως η Λιάκαινα και ο Κλέφτικος.

Ο Κατσαντώνης είναι, ίσως, ο κορυφαίος στο μακρύ κατάλογο των Σαρακατσάνων αγωνιστών.

Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν ο καπετάν Βασίλης Δίπλας, συγγενής και νονός του Κατσαντώνη, ο Γρηγόρης Λιακατάς, που έδρασε σαν οπλαρχηγός σε όλη την Ήπειρο και την Αιτωλοακαρνανία, ο Γερο-Δήμος, ο ξάδερφός του Γιωργάκης Τσιόγκας ή Βλαχοτσιόγκας, ο Καραγιαννάκης, ο Μπαταριάς, ο Σερεπίσιος, οι Ακριδαίοι, τα αδέρφια του Κώστας Λεπενιώτης, Γιώργος Χασιώτης και Χρήστος Κούτσικος, ο Γώγος Μπακόλας, και αναρίθμητοι άλλοι.

Να σημειώσουμε ότι και στους μετέπειτα Μακεδονικούς Αγώνες, ο μακεδονομάχος Παύλος Μελάς συνεργάστηκε στενά με τους Σαρακατσαναίους.

Άλλωστε, Σαρακατσάνος ήταν ο Καπετάν Γαρέφης, ο οποίος πολέμησε στο Μακεδονικό Αγώνα και έγινε και αυτός τραγούδι:

 

«Βαριά στενάζουν τα βουνά κι ο ήλιος σκοτεινιάζει το έρμο το Μυρίχοβο, βαριά αναστενάζει. Λαμποκοπούν χρυσά σπαθιά, πέφτουν ντουφέκια ανάρια. Κάνει ο Γαρέφης πόλεμο με 60 παλικάρια».

 

Θα ήταν παράλειψη, ωστόσο, να μη σταθούμε και να μην αναφέρουμε και τη συμβολή της Σαρακατσάνας γυναίκας στον αγώνα για τη λευτεριά του Έθνους.

Προικισμένη από τη φύση της με δύναμη, θάρρος και περισσή τόλμη, είναι η κινητήρια δύναμη του τσελιγκάτου, άρα και αυτή που επί της ουσίας βοηθάει και τους αγωνιστές της Κλεφτουριάς.

Είναι αυτή που σηκώνει το βάρος της διαχείρισης κάτω από δύσκολες συνθήκες και τροφοδοτεί, υλικά και ηθικά, τον επαναστατικό αγώνα.

Ακόμη και ’δω, όμως, ψάχνοντας σε μαρτυρίες και αναφορές, ξεχωρίζουμε κάποιες πραγματικά γενναίες μορφές, που δεν δίστασαν να πάρουν τ’ άρματα.

Ξεχωρίζουμε τη νεαρή Μαργαρίτα Μπασδέκη, τη Βοσκοπούλα του Πηλίου, η οποία ηγήθηκε 300 επαναστατημένων Ελλήνων στη Μακρυνίτσα.

Αυτό που βγαίνει ως συμπέρασμα από τις έρευνες όσων έχουν ασχοληθεί με το συγκεκριμένο θέμα, είναι ότι, δυστυχώς, λόγω καταστάσεων, όλοι αυτοί οι ήρωες δεν άφησαν ικανό αριθμό γραπτών μαρτυριών για τα συμβάντα, με αποτέλεσμα οι περισσότερες πληροφορίες να μεταφέρονται με τον χρόνο μέσω των τραγουδιών και των θρυλικών διηγήσεων.

 

Κυρίες και Κύριοι,

Η Επανάσταση του 1821 συνιστά, αναμφίβολα, τομή στην ιστορία του Ελληνισμού, καθώς αποτέλεσε την ιδρυτική πράξη του νεότερου Ελληνικού Κράτους.

Είναι εκείνο το κομβικό ιστορικό σημείο που οι πρόγονοί μας έθεσαν σε κίνηση μια διαδικασία, το τέλος της οποίας ούτε και οι ίδιοι μπορούσαν να ονειρευτούν.

Πολέμησαν ηρωικά και κέρδισαν την ελευθερία τους, βάζοντας τα θεμέλια για να μετατραπεί μια επαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας σε ένα ανεξάρτητο, οργανωμένο κράτος.

 

Στην πορεία των 200 ετών που έχουν κυλήσει από τότε μέχρι σήμερα, συγκροτήσαμε τη νέα Ελλάδα.

Ένα κράτος που, σταδιακά, μεγάλωσε σε επικράτεια, σε δημοκρατική λειτουργία, σε οικονομία, σε διεθνή ακτινοβολία.

Ένα κράτος που προόδευσε, περνώντας μέσα από Συμπληγάδες.

Στη διαδρομή αυτή, πολεμήσαμε τόσο γενναία, που ακόμη και όταν χάσαμε πολέμους, αναγνωρισθήκαμε ως νικητές.

Όμως υποπέσαμε και σε λάθη, σε καταστροφικές εμφύλιες διαμάχες.

Διαγράψαμε τροχιά με πολλά πάνω, αλλά και αρκετά κάτω.

Ζήσαμε στιγμές θριάμβου αλλά και καταστροφής.

Πράξαμε σωστά, κάναμε όμως και λάθη.

Προχωρήσαμε μπροστά, κάναμε όμως και βήματα προς τα πίσω.

Το βέβαιο είναι ότι δεν σταματήσαμε ποτέ να αγωνιζόμαστε.

 

Χάρη στην αυταπάρνηση και στις θυσίες του ελληνικού λαού, αλλά μερικές φορές και στην αλληλεγγύη εταίρων και συμμάχων μας, καταφέρναμε να σταθούμε όρθιοι, βγαίνοντας δυνατότεροι μετά από κάθε κρίση.

Η Ελλάδα αποτελεί παράδειγμα χώρας που επιτυγχάνει, μέσω διαδοχικών κύκλων δημιουργίας και καταστροφής, να προχωρεί προς το μεγάλο στόχο της, που είναι η μετεξέλιξή της σε μια σύγχρονη και ευημερούσα Δημοκρατία.

Αποτελεί, παράλληλα, και παράδειγμα χώρας που σε όλες τις μεγάλες δοκιμασίες της ανθρωπότητας στρατεύτηκε, πάντα, στη σωστή όχθη της Ιστορίας.

Σήμερα, η Ελλάδα είναι μια σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα.

Με ισχύ και κύρος σε ολόκληρο τον κόσμο, που ενισχύθηκαν σημαντικά τα τελευταία 2,5 χρόνια.

Με ενωμένη την κοινωνία, ανθεκτική την οικονομία και αποτελεσματικότερο το κράτος.

Και επιπλέον, με δυνατούς δεσμούς εμπιστοσύνης ανάμεσα στην πολιτεία και τους πολίτες.

Ο εορτασμός των 200 χρόνων της Επανάστασης του 1821 είναι μια ευκαιρία, όπως η σημερινή, για εμάς τους σύγχρονους Έλληνες να αναστοχαστούμε και να προσδώσουμε ένα νέο νόημα στις αξίες που θα μας οδηγήσουν στη εθνική αυτογνωσία.

Πρόκειται, με άλλα λόγια, για μία σημαντική ευκαιρία τολμηρού απολογισμού, αλλά και ζωογόνου περίσκεψης του Έθνους μας.

Μετατρέποντας την εμπειρία του χθες, σε «καύσιμο» πορείας προς το αύριο.

 

Συναφίτισσες και Συναφίτες,

Με το «δικαίωμα» που αντλώ από το γεγονός ότι είμαι «γόνος Σαρακατσαναίων» και με δεδομένη την παράδοσή μας, σας καλώ, και σήμερα, να πρωτοστατήσουμε στην προσπάθεια ανάταξης του έθνους και να διαμορφώσουμε, από κοινού, την ταυτότητα της χώρας στο μέλλον.

Σας καλώ να αξιολογήσουμε συνολικά την ιστορική μας διαδρομή και να σκεφτούμε πιο υπερβατικά, πιο τολμηρά.

Σας καλώ οι εορτασμοί των 200 χρόνων να είναι η απαρχή μιας δημιουργικής συνέχειας, το παράθυρό μας στο μέλλον.

Την Ελλάδα που έρχεται από μακριά, έχουμε χρέος, όλοι μας, να την πάμε μακριά, με εθνική αξιοπρέπεια, συνολική ισχύ και ευημερία των πολιτών της.

Με αυτές τις σκέψεις, θέλω να ευχηθώ καλή επιτυχία σε όλες τις δράσεις σας.

Και πάλι σας ευχαριστώ θερμά για την πρόσκληση!

Καλές γιορτές!

Χρόνια πολλά!

 

Δείτε φωτογραφικό υλικό της ιστοσελίδας www.fonografos.net και της Ιεράς Μητρόπολης Φθιώτιδας:

 

Κατεβάστε την Ομιλία του Υπουργού Οικονομικών εδώ:

2021-12-19 ΔΤ – Ομιλία ΥπΟικ Εκδήλωση Σαρακατσαναίων

Share

Εκτύπωση άρθρου Εκτύπωση άρθρου
TwitterInstagramYoutube