Θέλω να ευχαριστήσω το Ελληνικό Κέντρο Ευρωπαϊκών Μελετών και Ερευνών (ΕΚΕΜΕ) και τους διοργανωτές του Συνεδρίου, όπως και τον Ομότιμο Καθηγητή κ. Καζάκο, για την πρόσκληση που μου απηύθυναν να συμμετάσχω στη σημερινή συζήτηση.
Κυρίες και Κύριοι,
Στη νέα πραγματικότητα που βιώνουμε όλοι μας έχει ιδιαίτερη σημασία ο επανακαθορισμός του ρόλου και της ευθύνης όλων μας.
Πολιτών, κοινωνίας, κράτους, πολιτικής και αγοράς, ώστε να καταφέρουμε να ξεπεράσουμε με ελαχιστοποίηση του κόστους τις παθογένειες του εγχώριου υποδείγματος.
Εμφανείς και υποβόσκουσες μακροχρόνιες παθογένειες στο αξιακό, θεσμικό, πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό πεδίο.
Και όσον αφορά, ειδικότερα, το πεδίο της οικονομίας οι χρόνιες, δομικές, κυρίως ενδογενείς, αδυναμίες ήταν και είναι σε όλους μας γνωστές.
Πρόκειται για υστερήσεις, όπως είναι:
- Η αδυναμία βιώσιμης διαχείρισης των δημόσιων οικονομικών, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, κατά περιόδους.
- Η εκτεταμένη φοροδιαφυγή και η περιορισμένη φορολογική βάση.
- Η αδυναμία εξορθολογισμού των δημόσιων, κυρίως των κοινωνικών, δαπανών.
- Το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας.
Έτσι, η Ελλάδα, είναι γεγονός με υστερήσεις, στην αφετηρία, έναντι των σημερινών εταίρων, λειτούργησε επί πολλές δεκαετίες, περισσότερο ή λιγότερο ανά περίοδο, σε συνθήκες ασταθούς ισορροπίας.
Συνθήκες που επιδεινώθηκαν μετά το ξέσπασμα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης και τη διάχυσή της στην Ευρώπη.
Οι εξελίξεις αυτές «πυροδότησαν», τα επί μακρόν υπαρκτά και υψηλά, «δίδυμα» ελλείμματα και χρέη.
Μία κρίση, φυσικά, που βρήκε το εγχείρημα της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ) ημιτελές, και τις ηγεσίες της Ευρωζώνης αδυνατούσες να διαχειριστούν τα προβλήματα που προέκυπταν.
Είναι γεγονός, συνεπώς, ότι η Ευρώπη αντιμετώπισε την παγκόσμια οικονομική κρίση στους κόλπους της με αργά αντανακλαστικά.
Άργησε να συνειδητοποιήσει πως η κρίση ήταν και είναι «συστημική».
Ότι απειλεί την ίδια τη βιωσιμότητα του κοινού νομίσματος και του ενιαίου οικοδομήματος.
Αυτή, βέβαια, η χρονική υστέρηση εντοπίστηκε και στο εσωτερικό της χώρας.
Μερικοί, παραγνώρισαν τις επικείμενες συνέπειες της μεγάλης χρηματοπιστωτικής κρίσης και μιλούσαν αποκλειστικά για «ελληνική κρίση», αδιαφορούσαν για τη συγκρότηση μετώπου για τις δυσκολίες που είχαν χτυπήσει την πόρτα μας και ευαγγελίζονταν πολιτικές δημοσιονομικού επεκτατισμού.
Η εξέλιξη των γεγονότων είναι γνωστή.
Η κρίση δανεισμού, η προσφυγή της χώρας στο Μηχανισμό Στήριξης και η εφαρμογή ενός «ασφυκτικού» Προγράμματος Οικονομικής Πολιτικής από το 2010.
Κυρίες και Κύριοι,
Την ένταξη στο Μηχανισμό Στήριξης ακολούθησε μια τριετία κατά την οποία η Ελληνική οικονομία έχει βρεθεί σε μία επώδυνη δοκιμασία βαθιάς και παρατεταμένης ύφεσης και πρωτοφανούς ανεργίας.
Μια περίοδος κατά την οποία οι πολίτες κατέβαλαν τεράστιες θυσίες τόσο σε όρους δημοσιονομικού εγχειρήματος, όσο και σε όρους βιοτικού επιπέδου.
Μία περίοδος που χαρακτηρίστηκε από δύο φάσεις προσαρμογής.
Και σ’ αυτές εντοπίζεται ο καθοριστικός παράγοντας της πολιτικής.
Ειδικότερα, λοιπόν, το πρώτο Πρόγραμμα Οικονομικής Πολιτικής, το πρώτο «Μνημόνιο» όπως έχουμε συνηθίσει να το αποκαλούμε, δομούσε τη δημοσιονομική προσαρμογή, κυρίως, στο σκέλος των φορολογικών εσόδων και όχι στο σκέλος των δαπανών, παραγκωνίζοντας τη σημασία των δομικών διαρθρωτικών αλλαγών στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, ενώ απουσίαζαν ή δεν εφαρμόζονταν πρωτοβουλίες για την τόνωσης της αγοράς και της πραγματικής οικονομίας.
Το αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής επιλογής;
Μεγαλύτερη ύφεση, απόκλιση από τους στόχους, σημαντικές αστοχίες στην αποτελεσματικότητα των μέτρων και πλήγμα στην αξιοπιστία του εγχειρήματος.
Η συνταγή αυτή τροποποιήθηκε κατά το δεύτερο Πρόγραμμα Οικονομικής Πολιτικής, το δεύτερο «Μνημόνιο», και, ειδικότερα, στη διάρθρωση του δημοσιονομικού εγχειρήματος, όπως αυτό διαμορφώθηκε το Νοέμβριο του 2012.
Έτσι, το δημοσιονομικό εγχείρημα βασίζεται κατά τα 2/3 στο σκέλος των δαπανών, συμβάλλοντας, όπως προκύπτει και από τη διεθνή βιβλιογραφία, στην ενίσχυση της αποτελεσματικότητας και διατηρησιμότητάς του.
Παράλληλα, το δημοσιονομικό εγχείρημα εμπλουτίζεται από τις διαρθρωτικές αλλαγές στη σφαίρα του δημοσίου τομέα, αλλά και του ιδιωτικού τομέα, από τις πρώτες αποκρατικοποιήσεις, από τις στοχευμένες κινήσεις για την τόνωση της δραστηριότητας της πραγματικής οικονομίας.
Προς την κατεύθυνση αυτή θα μπορούσαν να καταγραφούν και οι πρώτες κινήσεις αποκλιμάκωσης της φορολογικής επιβάρυνσης.
Είναι γεγονός ότι φέτος, για πρώτη φορά την τελευταία περίοδο, επήλθαν στοχευμένες ελαφρύνσεις σε φόρους, όπως είναι η μείωση κατά 15% στο Έκτακτο Ειδικό Τέλος Ακινήτων και η μείωση κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες του συντελεστή ΦΠΑ στην εστίαση.
Και προσπαθούμε και για άλλες.
Είναι ξεκάθαρο, συνεπώς, ότι μεταξύ πρώτου και δεύτερου «Μνημονίου» η συνταγή διαφοροποιήθηκε, στο μέτρο πάντα του εφικτού και μέσα στο ασφυκτικό πλαίσιο.
Το αποτέλεσμα αυτής της διαφορετικής πολιτικής ποιο είναι;
Οι δημοσιονομικοί στόχοι που έχουν τεθεί, επιτυγχάνονται.
Σε καμία περίπτωση, φυσικά, δεν παραγνωρίζεται το αποτέλεσμα των προηγούμενων ετών.
Ωστόσο, εκείνο το δημοσιονομικό αποτέλεσμα παρουσίαζε μεγάλη απόκλιση από το εγχείρημα για την επίτευξή του.
Κυρίες και Κύριοι,
Σήμερα, το 2013, οι δημοσιονομικοί στόχοι προσεγγίζονται επιτυχώς, χωρίς τη λήψη πρόσθετων οριζόντιων μέτρων.
Επιτυγχάνονται οι στόχοι της δημοσιονομικής πολιτικής που είχαν τεθεί στο πλαίσιο του Προγράμματος Οικονομικής Πολιτικής για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά.
Εκτιμάται, σύμφωνα και με τα στοιχεία του Προσχεδίου του Προϋπολογισμού του 2014, ότι εφέτος θα υπάρξει ένα μικρό αλλά βιώσιμο πρωτογενές πλεόνασμα, ύψους, τουλάχιστον, 340 εκατ. ευρώ.
Και πρόκειται για συντηρητική εκτίμηση.
Το εν λόγω πλεόνασμα, εάν εξαιρεθεί η επίδραση της ύφεσης και των άλλων συγκυριακών παραγόντων, εκτιμάται ότι θα είναι το υψηλότερο μεταξύ όλων των κρατών-μελών της Ευρωζώνης, καθώς, σύμφωνα τις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, το κυκλικά διορθωμένο πρωτογενές πλεόνασμα της χώρας εκτιμάται ότι θα ανέλθει στο 6,3% του ΑΕΠ έναντι 1,7% του ΑΕΠ στην Ευρωζώνη.
Καθιστώντας μάλιστα τη χώρα, σύμφωνα και με την τελευταία Έκθεση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, την καλύτερη Ευρωπαϊκή χώρα σε όρους κυκλικά διορθωμένου πρωτογενούς αποτελέσματος.
Όρους με τους οποίους θα πρέπει να αξιολογείται η δημοσιονομική προσαρμογή, σύμφωνα με την ίδια Έκθεση, ώστε να μην υπονομεύεται η ανάκαμψη της οικονομίας.
Παράλληλα, βέβαια, με τα δημοσιονομικά δεδομένα, θετικές ενδείξεις προκύπτουν, μεταξύ άλλων, και από τις μακροοικονομικές εξελίξεις, καθώς η ύφεση επιβραδύνεται και διαψεύδει επί τα βελτίω τις αρχικές εκτιμήσεις, ενώ η αυξητική δυναμική της ανεργίας ανακόπτεται.
Κυρίες και Κύριοι,
Πρόκειται, φυσικά, για ενδείξεις μικρού μεγέθους μπροστά στο τεράστιο μέγεθος των θυσιών της κοινωνίας.
Θετικές ενδείξεις, ως αποτέλεσμα της απόφασης της Κυβέρνησης Συνεργασίας το καλοκαίρι του 2012 να επιταχύνει ώστε να βγει η χώρα το ταχύτερο δυνατόν από το ανηφορικό τούνελ, στο οποίο είχε βρεθεί.
Συνιστούν μια ενθαρρυντική βάση για τη συνέχιση μιας πολιτικής, εμπλουτισμένης ακόμα περισσότερο με αναπτυξιακές δράσεις και πρωτοβουλίες που θα συμβάλλουν καθοριστικά στη διατηρήσιμη επαναφορά της πραγματικής οικονομικής δραστηριότητας σε θετικό πρόσημο.
Και αυτό διότι τα χρόνια διαρθρωτικά και δημοσιονομικά προβλήματα της Ελληνικής οικονομίας, που καθήλωναν την μακροχρόνια ανταγωνιστικότητα και δυναμική της, δεν έχουν αντιμετωπιστεί σε όλο τους το εύρος.
Και για να επιτευχθεί αυτό απαιτείται η συνέχιση της υλοποίησης διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και θεσμικών αλλαγών, η περαιτέρω προώθηση του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων, και η επιτάχυνση των δομικών αλλαγών για τη βελτίωση του επιχειρηματικού και επενδυτικού περιβάλλοντος.
Στο πεδίο της δημοσιονομικής πολιτικής, ειδικότερα, η πολιτική επιλογή σ’ αυτή τη νέα πραγματικότητα είναι η διαμόρφωση ή συμπλήρωση του θεσμικού πλαισίου που διασφαλίζει τόσο τη χρηστή δημοσιονομική διαχείριση, όσο και το αποτέλεσμα που έχει επιτευχθεί σε όρους δημοσιονομικής προσαρμογής και εξυγίανσης.
Προς την κατεύθυνση αυτή, έχουμε προωθήσει και υλοποιήσει συγκροτημένες θεσμικές παρεμβάσεις που θα διαμορφώσουν το σταθερό πλαίσιο χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης.
Συγκεκριμένα, ήδη, από το δεύτερο μισό του 2012, μεταξύ άλλων, έχουμε προχωρήσει:
- Στην επικαιροποίηση και βελτίωση του συστήματος δημοσιονομικών ελέγχων.
- Στην ποσοτική και ποιοτική ενίσχυση των ελεγκτικών μηχανισμών για τη διαχείριση των δημόσιων πόρων.
- Στην ενίσχυση του πλαισίου δημοσιονομικών κανόνων και πρακτικών με την παράλληλη ενεργοποίηση μηχανισμών παρακολούθησης των ΔΕΚΟ, των ΝΠΙΔ και των ΟΤΑ.
- Στη θέσπιση τριμηνιαίων ενημερωτικών δελτίων επίτευξης των στόχων των προϋπολογισμών των δομών και των φορέων του ευρύτερου δημοσίου τομέα στο πλαίσιο της παρακολούθησής τους.
- Στην εφαρμογή μιας αυστηρής διαδικασίας αποπληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου και αποτροπής δημιουργίας νέας γενιάς υποχρεώσεων, εστιάζοντας στην τήρηση του μητρώου δεσμεύσεων.
- Στην αναβάθμιση του ρόλου του Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, αρχικά με την επαναλειτουργία του και στη συνέχεια με τη διασφάλιση -με σεβασμό- της θεσμικής του υπόστασης, σε αντίθεση με ότι συνέβαινε στο παρελθόν.
Επίσης, κατά το δεύτερο μισό του 2013 προχωρούμε:
- Στην επικαιροποίηση και αναμόρφωση του πλαισίου δημοσιονομικής διαχείρισης και εποπτείας, προκειμένου να εναρμονιστεί το υφιστάμενο εθνικό νομικό πλαίσιο με τα ισχύοντα στην Ευρωζώνη, και όπου είναι δυνατόν να τα υπερβαίνει.
- Στο σχεδιασμός ενός ανεξάρτητου δημοσιονομικού συμβουλίου, το οποίο θα αποτελείται από έγκριτους και υψηλού επιπέδου πανεπιστημιακούς που θα αξιολογεί, μεταξύ άλλων, το μακροοικονομικό σενάριο επί του οποίου θα δομείται η δημοσιονομική πολιτική, τα συστατικά της δημοσιονομικής πολιτικής, την επίτευξη των στόχων του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου και τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους.
Επίσης, επεξεργαζόμαστε ο νέος αυτός θεσμός, να αξιολογεί και να ποσοτικοποιεί σε όρους δημοσιονομικών και μακροοικονομικών επιπτώσεων τα οικονομικά προγράμματα των πολιτικών κομμάτων κατά την προεκλογική περίοδο, συμβάλλοντας καθοριστικά στην εξάλειψη φαινομένων «λαϊκισμού» και «πλειοδοσίας παροχών» που χαρακτήρισαν τις εκλογικές αναμετρήσεις του παρελθόντος και ταλάνισαν την ελληνική οικονομία και κοινωνία.
Κυρίες και Κύριοι,
Θεωρώ ότι τέτοιες κινήσεις και πρωτοβουλίες της πολιτικής ανταποκρίνονται στην ανάγκη για το χτίσιμο μιας νέας καλύτερης πραγματικότητας για όλους.
Εντός και εκτός χώρας.
Για την Ελλάδα, για την Ευρώπη.
Πρέπει να αγωνιζόμαστε για μία Ευρώπη που θα ανταποκρίνεται στο όραμα των μεγάλων Ευρωπαϊστών, αλλά και στα όσα σημαντικά έχουμε πετύχει μέχρι σήμερα.
Άλλωστε, όπως προκύπτει μέσα από τη μελέτη της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, τα μεγαλύτερα βήματα εμβάθυνσης της Ένωσης ήταν αποτέλεσμα εξίσου μεγάλων κρίσεων και αμφισβητήσεων της ευρωπαϊκής ιδέας.
Σε μία τέτοια κρίσιμη φάση βρισκόμαστε σήμερα, όπου πρέπει να προσπαθήσουμε οι κοινοτικές αποφάσεις να εμπεριέχουν το στοιχείο της εταιρικής αλληλεγγύης και να ενσωματώνουν τις προσδοκίες των Ευρωπαίων πολιτών για την προώθηση της μεγάλης ιδέας της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Προσδοκίες της κοινωνίας των πολιτών για μία Ευρώπη που θα αντιμετωπίζει τα προβλήματα όλων, με γνώμονα την ευημερία όλων.
Βεβαίως υπάρχουν ακόμα πολλά που πρέπει να κάνουμε.
Υπάρχουν σημαντικά βήματα ακόμα να γίνουν για τη βελτίωση των θεσμών, το σχεδιασμό και την εφαρμογή στρατηγικής, πολιτικών και δράσεων, με αυτοδέσμευση των πολιτικών δυνάμεων για την επίτευξη συλλογικά αποδεκτών στόχων.
Και σ’ αυτή την προσπάθεια θεωρώ ότι πρέπει να συμμετέχουμε όλοι.
Σας ευχαριστώ.