Η σημερινή συνεδρίαση της Επιτροπής είναι η δεύτερη κατά την οποία το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους της Βουλής των Ελλήνων παρουσιάζει τις τριμηνιαίες Εκθέσεις του.
Ενός κοινοβουλευτικού θεσμού που η παρούσα Κυβέρνηση επαναλειτούργησε, αποδεχόμενη και τη διεύρυνση του αριθμού των μελών του Γραφείου.
Ενός θεσμού που οφείλει να καταθέτει την άποψή του χωρίς «καθοδηγήσεις» και «πολιτικές ισορροπίες».
Πρόκειται για χαρακτηριστικά τα οποία η Κυβέρνηση, από την πρώτη στιγμή, σέβεται απολύτως και μεριμνά για τη διασφάλισή τους.
Για αυτό το λόγο και δεν έχει τοποθετηθεί ποτέ επί του περιεχομένου των Εκθέσεων, όταν αυτές «βλέπουν το φως» της δημοσιότητας.
Όπως σπεύδουν, αρκετές φορές, να πράξουν Κόμματα της Αντιπολίτευσης.
Χωρίς καν να έχουν διαβάσει το περιεχόμενο των Εκθέσεων.
Η Κυβέρνηση, με υπευθυνότητα και σοβαρότητα, σεβόμενη το θεσμό, τοποθετείται εντός του Κοινοβουλίου.
Όπως έπραξε και πριν από ορισμένους μήνες, όταν συζητούσαμε την 1η Έκθεση του Γραφείου.
Πρώτη Έκθεση που κατέγραφε προβληματισμούς ως προς τη δυνατότητα της χώρας να επιτύχει, το 2013, νωρίτερα από τις προβλέψεις, πρωτογενές πλεόνασμα.
Έκθεση που υποστήριζε την «αδυναμία επίτευξης πρωτογενών πλεονασμάτων παρά μόνο από το 2014».
Και τελικά διαψεύστηκε.
Όπως και μεταγενέστερες Εκθέσεις του Γραφείου Προϋπολογισμού. Ενδεικτικά:
1ον. Όταν Έκθεση είχε συγχύσει το «δημοσιονομικό» με το «χρηματοδοτικό» κενό.
Με αποτέλεσμα να υποστηρίζει ότι το δημοσιονομικό κενό είναι πολύ υψηλότερο, 4 φορές μεγαλύτερο ακόμη και από τις τότε εκτιμήσεις της Τρόικα.
2ον. Όταν Έκθεση υποστήριζε ότι «η Τρόικα αναμένει διορθωτικά μέτρα για να επιτευχθεί πρωτογενές πλεόνασμα το 2013».
Κάτι που τελικά, ποτέ δεν έγινε.
3ον. Όταν Έκθεση υποστήριζε ότι «οι δημόσιες επενδύσεις συνεχώς περικόπτονται».
Κάτι που επίσης δεν έγινε.
Οι δαπάνες του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων ανήλθαν στα 6,65 δισ. ευρώ, υψηλότερες κατά 540 εκατ. ευρώ έναντι του 2012.
Ενώ οι συνολικές, και παρελθόντων ετών, επιστροφές φόρων ανήλθαν στα 3,7 δισ. ευρώ, αυξημένες κατά 420 εκατ. ευρώ έναντι του 2012.
Δηλαδή, δύο βασικοί πυλώνες ενίσχυσης της ρευστότητας της οικονομίας, διαμορφώθηκαν, τελικά, υψηλότερα από το 2012.
4ον. Όταν Έκθεση υποστήριζε ότι «το Κράτος εξακολουθεί να μην ανταποκρίνεται στις υποχρεώσεις του έναντι των προμηθευτών».
Όταν το Κράτος έχει ήδη μειώσει τις ληξιπρόθεσμες οφειλές του κατά 50% το 2013.
Ληξιπρόθεσμες οφειλές οι οποίες, το Δεκέμβριο του 2013, ανέρχονται, μαζί με τις εκκρεμείς επιστροφές φόρων, στα 4,7 δισ. ευρώ, έναντι 9,2 δισ. ευρώ στο τέλος του 2012.
Είναι όμως γεγονός ότι οι Εκθέσεις του Γραφείου προχωρούν και σε πολλές ορθές εκτιμήσεις για το παρόν και το μέλλον της Ελληνικής οικονομίας.
Ενδεικτικά αναφέρω κάποιες από αυτές:
- Η φορολογική επιβάρυνση νοικοκυριών και επιχειρήσεων είναι μεγάλη, ενώ ταυτόχρονα μειώνονται μισθοί και συντάξεις και η ανεργία ανεβαίνει.
- Το πρόγραμμα προσαρμογής οδήγησε σε πολύ βαθύτερη ύφεση απ’ ότι είχε αρχικά προβλεφθεί.
- Η γενικευμένη πολιτική λιτότητας, όπως εφαρμόστηκε από το 2010, προκαλεί ζητήματα αποδοχής από την κοινωνία, αναθερμαίνει το λαϊκισμό και απειλεί το ευρωπαϊκό οικοδόμημα.
- Η εκτόξευση της ανεργίας και η διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων αποτελούν την πιο σκοτεινή πλευρά της προσαρμογής.
- Η δημοσιονομική σταθεροποίηση έχει συμβάλλει στη μείωση της αβεβαιότητας και τη βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος και έχει εδραιώσει τη θέση της χώρας μας στην ευρωζώνη.
- Η επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων δεν εγγυάται από μόνη της τη διατηρησιμότητα των μακροοικονομικών ισορροπιών.
- Δεν υπάρχουν περιθώρια να καλυφθεί το χρηματοδοτικό κενό με νέα μέτρα λιτότητας.
- Η επιστροφή σε διατηρήσιμη ανάπτυξη θα αποδειχθεί απατηλό όραμα αν δεν εφαρμοστούν κρίσιμες μεταρρυθμίσεις.
- Οι αντιδράσεις σε κάθε μεταρρυθμιστικό μέτρο είναι μεγάλες, καθώς ατομικά και συλλογικά συμφέροντα ανθίστανται.
- Θα πρέπει να εκλογικευθεί ο κρατικός παρεμβατισμός, ώστε να μην εμποδίζεται η επιχειρηματικότητα.
- Η φοροδιαφυγή θα παραμείνει ένα από τα μεγάλα ζητούμενα το 2014 και μετέπειτα και θα απαιτηθεί μία ριζική αλλαγή στο επίπεδο των συνειδήσεων και των νοοτροπιών προκειμένου να περιορισθεί σημαντικά.
- Απαιτούνται ευρύτερες πολιτικές και κοινωνικές συναινέσεις για τη μελλοντική πορεία και τις στρατηγικές επιλογές της χώρας.
- Στο τέλος του 2013 η Ελλάδα κατάφερε να μειώσει αισθητά, να μηδενίσει ή και να μετατρέψει σε πλεονάσματα όλα τα ελλείμματα που είχε πριν την κρίση. Η χώρα δεν δημιουργεί πλέον νέες δανειακές ανάγκες. Η χώρα δεν καταναλώνει πλέον πέρα από τις δυνάμεις της.
- Η πιστοποίηση του πρωτογενούς πλεονάσματος θα ανοίξει το δρόμο για τη μείωση του χρέους με οποιονδήποτε τρόπο.
- Με ή χωρίς «Μνημόνιο» η Ελλάδα θα κινείται στο νέο πλαίσιο που διαμορφώνεται στην Ευρώπη όσον αφορά τα δημοσιονομικά ελλείμματα και τις μακροοικονομικές ανισορροπίες.
- Και αυτό γιατί, για την ενίσχυση της οικονομικής διακυβέρνησης, ήδη έχουν θεσπιστεί:
‒ Το Σύμφωνο Σταθερότητας και Ανάπτυξης, με μία δέσμη οδηγιών και ένα νέα κανονισμό (six pack).
‒ Μηχανισμοί στήριξης των κρατών-μελών (Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας).
‒ Το «δημοσιονομικό σύμφωνο» (fiscal compact).
‒ Η ενδυνάμωση της οικονομικής συνεργασίας σε πεδία ευρύτερης οικονομικής πολιτικής (Euro-Plus-Pact και εποπτεία μακροοικονομικών ανισορροπιών).
‒ Η ενισχυμένη εποπτεία σε κεντρικό επίπεδο των εθνικών προϋπολογισμών (two pack).
Αυτό μεταφράζεται στο ότι κάθε κράτος-μέλος:
- Θεσμοθετεί και τηρεί τον κανόνα του ισοσκελισμένου προϋπολογισμού.
- Αποφασίζει μακροπρόθεσμους στόχους.
- Εφαρμόζει πολιτικές που οδηγούν σε διατηρήσιμα αποτελέσματα.
- Ενσωματώνει στην εθνική νομοθεσία του μηχανισμούς αυτόματης διόρθωσης τυχόν αποκλίσεων από δημοσιονομικούς στόχους.
- Υπόκειται, ο Προϋπολογισμός του, σε ενισχυμένη προληπτική εποπτεία μέσα από την διαδικασία του «ευρωπαϊκού εξαμήνου».
Κυρίες και Κύριοι,
Σήμερα, όπως υποστηρίζουν και οι Εκθέσεις του Γραφείου «εμπεδώνεται η εκτίμηση ότι η οικονομία έχει εισέλθει σε τροχιά σταθεροποίησης και θα ακολουθήσει, ήδη από το 2014, η πολυπόθητη επιστροφή στην ανάπτυξη».
Όλα τα διαθέσιμα στοιχεία καταδεικνύουν ότι, τη χρονιά που πέρασε, πετύχαμε τη σταθεροποίηση της διεθνούς θέσης της χώρας και των δημόσιων οικονομικών της και δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις για λήξη της παρατεταμένης ύφεσης κατά το τρέχον έτος.
Αυτό είναι το αποτέλεσμα των τεράστιων, των πρωτόγνωρων θυσιών της Ελληνικής κοινωνίας.
Τόσο σε όρους δημοσιονομικού εγχειρήματος όσο και σε όρους βιοτικού επιπέδου.
Έτσι, σήμερα:
1ον. Η πρωτοφανής σε έκταση και ένταση ύφεση επιβραδύνεται.
Ο ρυθμός της θα περιορισθεί το 2013 σε σύγκριση τόσο με το 2012 όσο και με την πρόβλεψη στις αρχές του έτους.
Προβλέψεις τις οποίες επικαλούνται οι Εκθέσεις του Γραφείου και οι οποίες ανέβαζαν την ύφεση ακόμη και στο 5%.
Το 2014 εκτιμάται ότι η ύφεση θα τερματιστεί και η οικονομία θα αρχίσει να ανακάμπτει.
2ον. Διαρθρωτικές αλλαγές υλοποιούνται.
Η Ελλάδα είναι, πλέον, η χώρα με τον υψηλότερο, μεταξύ των χωρών-μελών του ΟΟΣΑ, ρυθμό προώθησης των μεταρρυθμίσεων, υλοποιώντας μάλιστα τις δυσκολότερες διαρθρωτικές αλλαγές, ακόμη και σε ευαίσθητους τομείς, όπως είναι οι ρυθμίσεις στην αγορά εργασίας και τα συστήματα κοινωνικής πρόνοιας.
Ενδεικτικά, αλλά χαρακτηριστικά, σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, η Ελλάδα, στον τομέα της ευκολίας ίδρυσης νέων επιχειρήσεων, βελτίωσε τη θέση της στην παγκόσμια κατάταξη κατά 110 βαθμίδες, από την 146η θέση το 2012 στην 36η το 2013.
3ον. Αποκρατικοποιήσεις ξεκίνησαν, μετά από σημαντικές καθυστερήσεις, να πραγματοποιούνται, παρά τα προβλήματα, κυρίως εξωγενή, που παρουσιάζονται.
Μέχρι σήμερα, την τελευταία διετία, υλοποιήθηκαν 12 έργα αποκρατικοποιήσεων, με συνολικά εκτιμώμενα έσοδα ύψους 3,8 δισ. ευρώ.
4ον. Η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας ενισχύεται.
Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών μετατρέπεται σε πλεονασματικό, για πρώτη φορά εδώ και σχεδόν 20 χρόνια.
Βέβαια, κυρίως, λόγω υποχώρησης του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος και των εισαγωγών εξαιτίας του περιορισμού του διαθέσιμου εισοδήματος.
5ον. Οι τιμές ανταποκρίνονται πλέον στον περιορισμό της ζήτησης και του κόστους εργασίας και η εξέλιξη αυτή οδηγεί σε βελτίωση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος.
Εξέλιξη θετική, μη επιθυμητή όμως για μεγάλο χρονικό διάστημα.
6ον. Το Κράτος, με δεδομένη την πιστωτική συρρίκνωση, ενίσχυσε, στο μέτρο του εφικτού, τη ρευστότητα στην οικονομία.
Πλήρωσε περίπου 6,2 δισ. ευρώ ληξιπρόθεσμες οφειλές.
Επέστρεψε περίπου 3,1 δισ. ευρώ φόρους.
Δαπάνησε περίπου 6,7 δισ. ευρώ για δημόσιες επενδύσεις.
Ενώ οι πόροι από τα Διαρθρωτικά Ταμεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης υπολογίζονται σε 4,6 δισ. ευρώ.
Η Ελλάδα έφθασε στο 118% του στόχου που είχε τεθεί στο Πρόγραμμα Οικονομικής Πολιτικής.
Τους τελευταίους 18 μήνες αξιοποιήθηκαν σχεδόν όσα είχαν επενδυθεί τα προηγούμενα 3,5 χρόνια.
Ενώ, και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων συγχρηματοδοτεί δάνεια προς μικρομεσαίες επιχερήσεις, ύψους 1,4 δισ. ευρώ.
7ον. Οι στόχοι της δημοσιονομικής πολιτικής επιτυγχάνονται.
Η χώρα, μετά από πολλά χρόνια, επιτυγχάνει πρωτογενές πλεόνασμα.
Πλεόνασμα το οποίο, σε διαρθρωτικούς όρους, είναι το υψηλότερο στην Ευρώπη.
Πλεόνασμα σημαντικό, υψηλό, βιώσιμο.
Τόσο σε όρους Προγράμματος όσο και σε όρους Ευρωπαϊκού Συστήματος Λογαριασμών.
Σ’ αυτό το σημείο θα μου επιτρέψετε να επαναλάβω βασικές αρχές αποτίμησης της δημοσιονομικής επίδοσης μιας Ευρωπαϊκής χώρας, ιδιαίτερα όταν αυτή είναι σε Πρόγραμμα Προσαρμογής.
1ον. Η υπολογισμός των επιδόσεων μιας χώρας γίνεται σε επίπεδο αποτελέσματος του ισοζυγίου Γενικής Κυβέρνησης σε δημοσιονομική βάση, σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Σύστημα Λογαριασμών (ΕΣΛ-95) από τη Eurostat/ΕΛΣΤΑΤ σύμφωνα με τη Διαδικασία Υπερβολικού Ελλείμματος (ΔΥΕ – EDP).
Ειδικότερα, γίνεται επί του πρωτογενούς αποτελέσματος του ισοζυγίου της Γενικής Κυβέρνησης σε δημοσιονομική βάση, δηλαδή εξαιρουμένων των δαπανών για αποπληρωμή τόκων.
2ον. Η αξιολόγηση της Ελλάδας, επειδή βρίσκεται στο Μηχανισμό Στήριξης, γίνεται με βάση τις συμφωνηθείσες παραμέτρους με την Τρόικα στο πλαίσιο του Προγράμματος Οικονομικής Πολιτικής.
Ειδικότερα, σύμφωνα με το Πρόγραμμα Οικονομικής Πολιτικής, το πρωτογενές αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης δεν περιλαμβάνει:
- Την αναδρομική μείωση του επιτοκίου για δάνεια από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
- Τη μεταφορά των αποδόσεων των Ελληνικών ομολόγων από τις Κεντρικές Τράπεζες του Ευρωσυστήματος (ANFAs και SMPs).
- Την επίπτωση από τη στήριξης των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων (εφάπαξ επίπτωση/one off).
Αυτή η διάκριση γίνεται σε όλες τις μελέτες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Τρόικα και της Eurostat.
Και αυτή παρουσιάζεται και στην Εισηγητική Έκθεση του Προϋπολογισμού του 2014, Πίνακας 3.4, σελ. 80.
3ον. Έτσι:
Σύμφωνα με το Πρόγραμμα Οικονομικής Πολιτικής, που αξιολογεί η Τρόικα, το πρωτογενές έλλειμμα ήταν 2,8 δισ. ευρώ ή 1,5% του ΑΕΠ το 2012.
Η χώρα, για πρώτη φορά, επέτυχε τους δημοσιονομικούς στόχους του Προγράμματος.
Σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Σύστημα Λογαριασμών, που παρουσίασε η Eurostat, το πρωτογενές έλλειμμα ήταν μικρότερο, 2,2 δισ. ευρώ ή 1,1% του ΑΕΠ το 2012.
Με τις επιπτώσεις της στήριξης των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, ανήλθε στο 4% του ΑΕΠ.
4ον. Σε ότι αφορά το 2013:
Σύμφωνα με το Πρόγραμμα Οικονομικής Πολιτικής, που αξιολογεί η Τρόικα, το πρωτογενές πλεόνασμα εκτιμάται ότι θα είναι υψηλότερο από τα 812 εκατ. ευρώ ή το 0,4% του ΑΕΠ.
Η χώρα, για δεύτερη συνεχόμενη φορά, υπερκαλύπτει τους δημοσιονομικούς στόχους του Προγράμματος.
Σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Σύστημα Λογαριασμών, που θα παρουσιάσει η Eurostat, το πρωτογενές πλεόνασμα εκτιμάται υψηλότερο, στα 3,9 δισ. ευρώ ή στο 2,1% του ΑΕΠ.
Δηλαδή, με τη μεθοδολογία του Ευρωπαϊκού Συστήματος Λογαριασμών (ΕΣΛ-95), ενσωματώνονται οι υπόλοιπες παράμετροι που εξαιρούνται με βάση τη μεθοδολογία του Προγράμματος Οικονομικής Πολιτικής και, συνεπώς, το πρωτογενές πλεόνασμα της Γενικής Κυβέρνησης διαμορφώνεται σε υψηλότερο επίπεδο.
Με τις επιπτώσεις της στήριξης των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, προκύπτει πρωτογενές έλλειμμα 8,3% του ΑΕΠ.
Όλα αυτά έχουν παρουσιασθεί από την Ελληνική Κυβέρνηση στους Πίνακες του Προϋπολογισμού.
5ον. Αξίζει να σημειωθεί ότι τα παραπάνω δημοσιονομικά δεδομένα δεν επηρεάζονται από τη διαδικασία αποπληρωμής των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του Ελληνικού Δημοσίου, καθώς η αξιολόγηση των δημοσιονομικών επιπέδων της χώρας γίνεται σε δημοσιονομική, δεδουλευμένη, βάση και όχι σε ταμειακή βάση.
Συγκεκριμένα, το πρωτογενές πλεόνασμα της Γενικής Κυβέρνησης σε δημοσιονομική βάση, το οποίο αποτελεί και το κριτήριο επίτευξης των δημοσιονομικών στόχων του Προγράμματος Οικονομικής Πολιτικής, περιλαμβάνει ούτως ή άλλως και τις επιδράσεις από τις μεταβολές των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων.
Συνεπώς, το πρωτογενές αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης σε ταμειακή βάση, που επηρεάζεται από τις εξοφλήσεις ή μη των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων, διορθώνεται από τις αντίστοιχες μεταβολές του αποθέματος των απλήρωτων υποχρεώσεων, προκειμένου να διαμορφωθεί το πρωτογενές πλεόνασμα της Γενικής Κυβέρνησης σε δημοσιονομική βάση.
Έτσι, το πρόγραμμα αποπληρωμής των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων είναι ουδέτερο, από δημοσιονομική άποψη σε ετήσια βάση, και δεν επηρεάζει το πρωτογενές αποτέλεσμα.
Κυρίες και Κύριοι,
Τα αποτελέσματα των προαναφερθέντων ευνοϊκών εξελίξεων άρχισαν να διαφαίνονται και στην πραγματική οικονομία.
1ον. Η παραγωγή στη μεταποίηση τείνει να σταθεροποιηθεί.
Οι νέες βιομηχανικές παραγγελίες και ο δείκτης προμηθειών, σταδιακά, ανακάμπτουν, τροφοδοτούμενες, κυρίως, από το εξωτερικό.
Η βιομηχανική παραγωγή παρουσίασε βελτίωση.
Επίσης, θετική πορεία, για πέμπτο συνεχόμενο μήνα, ακολουθεί η αγορά αυτοκινήτων.
Ενώ ο όγκος του λιανεμπορίου αυξήθηκε, για πρώτη φορά, την τελευταία 4ετία.
2ον. Η αυξητική δυναμική της ανεργίας ανακόπτεται.
Για παράδειγμα, όπως αναφέρουν και οι Εκθέσεις του Γραφείου, παρατηρείται αύξηση της μισθωτής εργασίας στον ιδιωτικό τομέα.
Ενισχυτικά αναμένεται να λειτουργήσει η υλοποίηση από την Κυβέρνηση ενός ευρέος προγράμματος για την αντιμετώπιση της ανεργίας, το οποίο ανέρχεται στο 1,5 δισ. ευρώ και αφορά περισσότερους από 440.000 άνεργους συμπολίτες μας.
Βέβαια, η ανεργία, ιδιαίτερα η μακροχρόνια, κυρίως των νέων, παραμένει σε υψηλά επίπεδα.
Πρωτόγνωρα.
Γεγονός που καθιστά αναγκαία και απαραίτητη την ένταση των προσπαθειών της Κυβέρνησης σε αυτό το πεδίο.
3ον. Το οικονομικό κλίμα έχει βελτιωθεί.
Ο σχετικός δείκτης έχει φτάσει σε ένα από τα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 40 μηνών.
Συγκεκριμένα, τον προηγούμενο μήνα ανήλθε στις 92,6 μονάδες, ενώ το Μάιο του 2010 ήταν στις 69,8 μονάδες και τον Ιούνιο του 2012 στις 77,3 μονάδες.
4ον. Ο «δείκτης φόβου» του ΚΕΠΕ, ο οποίος παρουσιάστηκε πρόσφατα σε σχετική μελέτη, έχει βελτιωθεί σημαντικά.
Πρόκειται για ένα βαρόμετρο της ψυχολογίας των επενδυτών, το οποίο επιβεβαιώνει την πρόοδο που έχει συντελεστεί στην οικονομία τους τελευταίους 20 μήνες.
5ον. Το επιτόκιο των εντόκων γραμματίων έχει σημαντικά μειωθεί, και διαμορφώνεται σε προ Μνημονίου επίπεδα.
Συγκεκριμένα, το επιτόκιο των εξάμηνων εντόκων γραμματίων του Ελληνικού Δημοσίου διαμορφώθηκε, κατά την τελευταία έκδοσή τους, στο 4,0%.
Είναι στο χαμηλότερο επίπεδο από τον Απρίλιο του 2010, όταν το αντίστοιχο επιτόκιο ανήλθε στο 4,55%, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι το συγκεκριμένο επιτόκιο στα μέσα του Ιουνίου του 2012 είχε ανέλθει στο 4,73%.
Ενώ και τα spreads έχουν σημαντικά συρρικνωθεί.
Το Δεκέμβριο του 2013, ήταν 75% χαμηλότερα έναντι του Ιουνίου του 2012.
Ο βασικός χρηματιστηριακός δείκτης έκλεισε, το 2013, 28% υψηλότερα έναντι του 2012.
Ο μέσος όρος της ημερήσιας αξίας συναλλαγών αυξήθηκε κατά 64% σε σχέση με το 2012.
6ον. Οι καταθέσεις σταδιακά επιστρέφουν στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα.
Συγκεκριμένα, από τον Ιούνιο του 2012, οι καταθέσεις στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα αυξήθηκαν κατά 8,5%.
Βέβαια, οι απώλειες από την αρχή της κρίσης παραμένουν μεγάλες, ύψους άνω των 75 δισ. ευρώ από το ιστορικό υψηλό του Σεπτεμβρίου του 2009.
Κυρίες και Κύριοι,
Όπως έχω και κατά το παρελθόν τονίσει, και το επαναλαμβάνω σήμερα, η παράθεση των θετικών ενδείξεων που σταδιακά αυξάνονται, και οι θετικές διαπιστώσεις εταίρων, δανειστών, ξένων επενδυτών και οίκων αξιολόγησης που όλο και πληθαίνουν, δεν γίνεται με καμία διάθεση «πανηγυρισμού».
Δεν δικαιολογούνται όμως και μεμψιμοιρίες.
Ειδικά όταν η συνεισφορά της κοινωνίας είναι τεράστια και επώδυνη.
Απλώς, τις παραθέτω για να καταστεί ξεκάθαρο ότι σταδιακά αυτή η επώδυνη συνεισφορά αρχίζει να αποδίδει.
Αυτές, όμως, οι ενδείξεις δεν θα πρέπει να αποτελέσουν αφορμή για εφησυχασμό.
Αλλά εφαλτήριο για τη συνέχιση του δημοσιονομικού εγχειρήματος και τον περαιτέρω εμπλουτισμό της δημοσιονομικής προσπάθειας με αναπτυξιακές δράσεις και πολιτικές.
Πολιτικές, που θα εξασφαλίσουν ότι η Ελλάδα, το 2014, μετά από 6 έτη, θα εξέλθει από την παρατεταμένη ύφεση και το δημοσιονομικό έλλειμμα θα διαμορφωθεί κάτω από το 3% του ΑΕΠ.
Πολιτικές, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης στρατηγικής που θα έχει ως στόχο την επίτευξη διατηρήσιμων πρωτογενών πλεονασμάτων, την τόνωση της ανταγωνιστικότητας, την ενίσχυση της απασχόλησης, τη διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής, την ανάκαμψη αλλά και τη βιώσιμη ανάπτυξη.
Η Ελλάδα της Ανάκαμψης, το 2014, θα στηριχθεί:
1ον. Στην επιβράδυνση της πτώσης της κατανάλωσης, καθώς προβλέπεται ότι θα ανακοπεί η μείωση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος.
2ον. Στη θετική συμβολή της εξωτερικής ζήτησης που θα ενισχυθεί από τις εξαγωγές αγαθών και τουριστικών υπηρεσιών.
3ον. Στην ταχύτερη αξιοποίηση και υλοποίηση των επενδυτικών σχεδίων από πόρους του ΕΣΠΑ και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, για τη χρηματοδότηση των επενδύσεων στις υποδομές καθώς και των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων.
4ον. Στην εντατικότερη υλοποίηση του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων και αξιοποίησης της περιουσίας του Δημοσίου, με προβλεπόμενα έσοδα ύψους 3,6 δισ. ευρώ το 2014.
5ον. Στην προσήλωση της οικονομικής πολιτικής στην πραγματοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, κυρίως με την ενδυνάμωση του ανταγωνισμού στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών.
6ον. Στην ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης και αναδιάρθρωσης του τραπεζικού συστήματος, η οποία μεσοπρόθεσμα αναμένεται να συνοδευθεί από την εξομάλυνση της πιστωτικής επέκτασης και την ενισχυμένη δυνατότητα χορήγησης πιστώσεων στην οικονομία.
7ον. Σε ένα ευνοϊκότερο διεθνές περιβάλλον, αφού η ανάπτυξη επιστρέφει σταδιακά – έστω και σε χαμηλά επίπεδα – συνολικά στην Ευρωζώνη.
Η Ελλάδα της Βιώσιμης Ανάπτυξης, από το 2014, θα στηριχθεί, πέρα και πάνω από «Μνημόνια», σε μια συνολική, συνεκτική, ρεαλιστική στρατηγική, συμβατή με τους στόχους της Ευρώπης.
Βασικοί άξονες αυτής της στρατηγικής πρέπει να είναι:
1ον. Η ένταξη του «αφανούς» τμήματος της οικονομίας στο «εμφανές» πεδίο της, επιτυγχάνοντας τη φορολόγησή του.
Όσο περισσότερο προσεγγίζουμε αυτό το στόχο, τόσο διευρύνεται η ευχέρεια για ελάφρυνση των συνεπών φορολογουμένων, οι οποίοι όχι μόνο έχουν επιβαρυνθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια αλλά έχουν υποστεί και μείωση του εισοδήματός τους.
2ον. Η διασφάλιση της πιστής εφαρμογής των κανόνων και πρακτικών χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και πειθαρχίας.
Η προσήλωση σ’ αυτούς τους κανόνες και τις πρακτικές έχει ήδη αποδώσει αποτελέσματα, οδηγώντας σε σημαντική περιστολή των πρωτογενών δαπανών.
3ον. Η δημιουργία ενός δίκαιου, αποτελεσματικού και σύγχρονου κράτους με την επιτάχυνση της διοικητικής μεταρρύθμισης.
4ον. Η βελτίωση της «ποιότητας» των δημόσιων οικονομικών.
Και αυτό θα επιτευχθεί με την αύξηση της αποτελεσματικότητας των πόρων και με την ενίσχυση, σταδιακά, των δαπανών που έχουν υψηλό πολλαπλασιαστή και απόδοση, προάγουν την οικονομική ανάπτυξη και δημιουργούν υψηλή κοινωνική ανταποδοτικότητα.
Αυτός ο προσανατολισμός των δημόσιων δαπανών συνάδει και με τη θεωρία της ενδογενούς ανάπτυξης, σύμφωνα με την οποία παράγοντες όπως η εκπαίδευση, η έρευνα και η καινοτομία δημιουργούν τις προϋποθέσεις για μια ισχυρή αναπτυξιακή δυναμική.
5ον. Η ενίσχυση της αποτελεσματικότητας των κοινωνικών δαπανών, ώστε να περιορισθεί το επίπεδο της φτώχειας που αντιμετωπίζει η χώρα.
Με στοχευμένες παρεμβάσεις κοινωνικής πολιτικής.
6ον. Η αύξηση των επενδύσεων και η ενίσχυση των εξαγωγών, καθώς και η διατήρηση της κατανάλωσης σε υψηλά επίπεδα, έχοντας, όμως, σημαντικά μικρότερο συντελεστή βαρύτητας στη διαμόρφωση του ΑΕΠ.
7ον. Η περαιτέρω ενίσχυση της μακροχρόνιας βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους.
Η αλήθεια είναι ότι το δημόσιο χρέος, εδώ και δεκαετίες, είχε πολύ ισχυρή αυξητική δυναμική.
Αλήθεια, επίσης, είναι ότι ο ρυθμός αύξησής του αρχίζει να περιορίζεται, η μέση υπολειπόμενη φυσική διάρκειά του έχει χρονικά επεκταθεί και οι δαπάνες εξυπηρέτησής του έχουν αισθητά μειωθεί.
Ειδικότερα:
- Το μεγαλύτερο μέρος του δημόσιου χρέους διακρατείται πλέον από τους εταίρους και το Ευρωσύστημα, ενώ η μέση υπολειπόμενη φυσική διάρκειά του διαμορφώνεται στα 16 έτη.
Για τις περισσότερες χώρες της Ευρωζώνης η μέση διάρκεια δεν ξεπερνά τα 7 έτη.
Και οι δύο αυτές παράμετροι έχουν ιδιαίτερη σημασία για τη μείωση του κινδύνου εξόφλησης και αναχρηματοδότησης και για τη βιωσιμότητα του χρέους, ενώ απελευθερώνουν πόρους για την ανάπτυξη και εξοικονομούν χρόνο για την αναδιάταξη της οικονομίας.
- Το μεσοσταθμικό επιτόκιο νέου δανεισμού, το οποίο διαμορφώνεται από τις εκδόσεις εντόκων γραμματίων και τα δάνεια που χορηγήθηκαν από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, διαμορφώθηκε, στο τέλος Δεκεμβρίου, σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα, λίγο πάνω από 2%.
- Οι δαπάνες εξυπηρέτησης του χρέους εκτιμάται ότι θα ανέλθουν στα 19 δισ. ευρώ το 2013, έναντι 36,7 δισ. ευρώ το 2012.
- Οι δαπάνες για τόκους εκτιμάται ότι θα διαμορφωθούν στα 6,1 δισ. ευρώ το 2013, από 12,2 δισ. ευρώ το 2012.
Ωστόσο, παρά τις θετικές αυτές εξελίξεις, το ζήτημα της περαιτέρω ενίσχυσης της μακροχρόνιας βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους παραμένει ανοικτό.
Ρεαλιστικές λύσεις και εφαρμόσιμες τεχνικές υπάρχουν.
Πρέπει να υιοθετηθούν, με καθαρό τρόπο, το συντομότερο δυνατό.
Κυρίες και Κύριοι,
Το κόστος που κατέβαλε η Ελληνική κοινωνία για να επιτευχθεί η σταθεροποίηση της κατάστασης, αναμφίβολα, ήταν και είναι υψηλό.
Η ύφεση βαθιά και παρατεταμένη.
Η ανεργία πρωτόγνωρη.
Η έλλειψη ρευστότητας πασιφανής.
Σήμερα, όμως, υπάρχει η δυνατότητα να ανακοπεί η πτωτική πορεία, καθώς, παρά τις καθυστερήσεις και τις αστοχίες, έχουν πραγματοποιηθεί σημαντικές αλλαγές.
Με πιο ουσιώδη αλλαγή την εξάλειψη των υψηλών «δίδυμων» ελλειμμάτων της χώρας.
Για το λόγο αυτό είναι εθνική ανάγκη να διαφυλαχθούν όλα όσα έχουν επιτευχθεί με τόσο μεγάλο κόστος.
Σήμερα, δεν ωφελεί να φλερτάρουμε με πισωγυρίσματα.
Δεν ωφελεί να αναλώσουμε εθνική ενέργεια σε ομφαλοσκόπηση.
Δεν ωφελεί να ρισκάρουμε με δοκιμές.
Δεν ωφελεί να επιδοθούμε σε ανώριμες, θορυβώδεις τακτικές.
Πιστεύω ότι η ορθή εθνική επιλογή είναι να προχωρήσουμε αταλάντευτα μπροστά, ώστε να βγούμε από την κρίση μια ώρα αρχύτερα.
Έχουμε χγρέος να κρατήσουμε γερά το πηδάλιο και να κάνουμε τις ενδεδειγμένες ενέργειες.
Με πίστη, εθνικό σχέδιο και αποφασιστικότητα πρέπει και μπορούμε, όπως έχει αποδειχθεί, να πετυχαίνουμε τους στόχους και ταυτόχρονα να διεκδικούμε καλύτερους όρους συνεργασίας από τους εταίρους και δανειστές μας.
Μακριά από μαξιμαλιστικές, μη ρεαλιστικές απαιτήσεις.
Ώστε να επιστρέψει η οικονομία και η κοινωνία στον ενάρετο κύκλο της ευημερίας για όλους τους πολίτες, εντός της Ευρωζώνης.
Σας ευχαριστώ.