Κυρίες και Κύριοι της Οργανωτικής Επιτροπής,
Σας ευχαριστώ για την πρόσκληση που μου απευθύνατε να συμμετάσχω στο συνέδριο του Economist.
Κυρίες και Κύριοι,
Είναι αλήθεια ότι τα τελευταία χρόνια η κατάσταση στην Ελλάδα, αλλά και σε άλλες χώρες της Ευρωζώνης, είναι ιδιαίτερα προβληματική.
Το παγκόσμιο περιβάλλον είναι περίπλοκο και ρευστό.
Η δυναμική των εξελίξεων εμπεριέχει υψηλό βαθμό αβεβαιότητας.
Το θεσμικό έλλειμμα της Ευρωζώνης για την αντιμετώπιση κρίσεων αυτού του εύρους και βάθους επιτείνει την αβεβαιότητα.
Είναι αλήθεια ότι η χώρα μας, λόγω ενδογενών χρόνιων παθογενειών, έχει μεγάλα και σύνθετα προβλήματα.
Την Ελληνική οικονομία ταλανίζουν τέσσερα κυρίως προβλήματα.
1ο Πρόβλημα: Η αδυναμία βιώσιμης διαχείρισης των δημόσιων οικονομικών, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό κατά περιόδους.
Οι ρίζες των παθογενειών, όπως είναι ευρύτερα αποδεκτό, εντοπίζονται στη δεκαετία του ’80.
Από τότε η Ελλάδα, για δεκαετίες, διέγραψε μια πορεία στρεβλής λειτουργίας του δημοσίου τομέα.
Μία πορεία με έντονες δημοσιονομικές ανισορροπίες.
Αποτέλεσμα αυτής, της εκτός οικονομικής λογικής πορείας, ήταν η εκρηκτική διόγκωση του δημοσίου χρέους.
Οι Κυβερνήσεις που ακολούθησαν, δεν κατάφεραν να αντιμετωπίσουν ριζικά το πρόβλημα και να αξιοποιήσουν το ευνοϊκό, για τη δημοσιονομική εξυγίανση, περιβάλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
2ο Πρόβλημα: Η εκτεταμένη φοροδιαφυγή και η περιορισμένη φορολογική βάση.
Πρόκειται για μια πραγματικότητα που διαρκώς υπονομεύει κάθε προσπάθεια δημοσιονομικής προσαρμογής, δημιουργεί συνθήκες μη υγιούς ανταγωνισμού στην οικονομία, υποσκάπτει το ρόλο του κοινωνικού κράτους, «ροκανίζει» την κοινωνική συνοχή.
Είναι ένα φαινόμενο βέβαια που καμία χώρα δεν έχει κατορθώσει να αντιμετωπίσει με απόλυτη επιτυχία.
Στην Ελλάδα, όμως, παρουσιάζεται σε μεγάλη έκταση.
Χαρακτηρίζεται στην αντιμετώπισή του από πολιτική αβουλία και κοινωνική ανθεκτικότητα.
3ο Πρόβλημα: Η αδυναμία εξορθολογισμού των δημοσίων δαπανών.
Παρόλο που ο δημόσιος τομέας αδυνατούσε να συγκεντρώσει έσοδα, διεύρυνε συνεχώς τις ανελαστικές, αλλά και τις ελαστικές, δαπάνες του.
Ακολουθήθηκε, σε μια επικρατούσα Ευρωπαϊκή πρακτική, μια παρατεταμένη επεκτατική δημοσιονομική πολιτική, η οποία, στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, δεν χαρακτηρίστηκε από αναπτυξιακή προσέγγιση.
Αντιθέτως, στόχευε, είτε έμμεσα είτε άμεσα, στην τόνωση της ζήτησης και όχι της προσφοράς.
4ο Πρόβλημα: Το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας της οικονομίας.
Το πρόβλημα αυτό αποτυπώνεται στο διαχρονικά παρατεταμένο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.
Το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας οφείλεται, μεταξύ άλλων, στην έντονη κρατική παρέμβαση, στη γραφειοκρατία, στη στρεβλή ρύθμιση ευρείας κλίμακας αγορών, υπηρεσιών και αγαθών, στη διαφθορά, στην απουσία συνθηκών ενίσχυσης της επιχειρηματικότητας και της εξωστρέφειας, και φυσικά στην έλλειψη συγκλίνουσας στρατηγικής προς αυτό το στόχο όλων των υποσυστημάτων, όπως είναι, για παράδειγμα, η εκπαίδευση.
Κυρίες και Κύριοι,
Συνεπώς, είναι γεγονός, ότι η Ελληνική οικονομία λειτουργούσε, επί μακρόν, περισσότερο ή λιγότερο ανά περίοδο, σε συνθήκες ασταθούς ισορροπίας.
Το ξέσπασμα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης και η διάχυσή της στην Ευρώπη «πυροδότησε» και στη χώρα μας τα υπαρκτά και ήδη υψηλά «δίδυμα» ελλείμματα και χρέη.
Στη συνέχεια, όπως γνωρίζουμε, ακολούθησε η κρίση δανεισμού και η προσφυγή της Ελλάδας στο Μηχανισμό Στήριξης.
Από τη στιγμή εκείνη η άσκηση οικονομικής και δημοσιονομικής πολιτικής πραγματοποιείται σε ένα ασφυκτικό περιβάλλον.
Και αυτό για τέσσερις λόγους:
1ος. Η προσφυγή στο Μηχανισμό Στήριξης εδώ και 2,5 χρόνια περιορίζει εκ των πραγμάτων τους βαθμούς ελευθερίας.
2ος. Οι συνεχείς και μεγάλες αποκλίσεις από τις εκτιμήσεις των Προγραμμάτων οδηγούν στην αλλαγή των μακροοικονομικών και δημοσιονομικών σεναρίων.
3ος. Το έλλειμμα αξιοπιστίας της χώρας λόγω τεράστιων αποκλίσεων μεταξύ προθέσεων, σχεδιασμού και υλοποίησης, κυρίως δε αποτελέσματος, δεν άφησε περιθώρια για «άμεση» αλλαγή του Προγράμματος.
4ος. Η κατάσταση των ταμειακών διαθεσίμων τους Κράτους είναι οριακή. Το γεγονός αυτό δημιουργεί συνθήκες «ασφυξίας» στην οικονομία.
Αυτές οι εγχώριες πιεστικές συνθήκες ενδυναμώνονται από την ξεκάθαρη τάση περιοριστικής – συσταλτικής δημοσιονομικής πολιτικής σε πολλά κράτη-μέλη της Ευρωζώνης, τα οποία και δεν αντιμετωπίζουν δημοσιονομικά προβλήματα στον ίδιο βαθμό με τα δικά μας.
Να επισημανθεί βεβαίως ότι η τάση αυτή συνοδεύεται από τη σταδιακή ενίσχυση της συνειδητοποίησης των συστημικών αδυναμιών της Ευρωζώνης, της αλληλεξάρτησης των προβλημάτων και της ανάγκης διαμόρφωσης ολοκληρωμένων, συνολικών και συνεκτικών Ευρωπαϊκών απαντήσεων.
Στη διαμόρφωση των απαντήσεων είναι αυτονόητο ότι λαμβάνουμε και εμείς μέρος ως εταίροι.
Κυρίες και Κύριοι,
Υπό αυτές τις συνθήκες η Κυβέρνηση Εθνικής Ευθύνης αναπτύσσει τη Στρατηγική της για την αντιμετώπιση των διαχρονικών προβλημάτων της Ελληνικής οικονομίας και τον απεγκλωβισμό από τα αδιέξοδα.
Μία Στρατηγική με άξονα τη σύζευξη της δημοσιονομικής προσαρμογής και της επανεκκίνησης της πραγματικής οικονομίας, ώστε να επιτευχθεί αφενός η αμφίπλευρη και βιώσιμη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος και αφετέρου το τέλος του καθοδικού κύκλου της οικονομίας.
Μία Στρατηγική που εδράζεται σε δύο πυλώνες.
Ο πρώτος πυλώνας είναι η εδραίωση της δημοσιονομικής εξυγίανσης, προσαρμογής και πειθαρχίας.
Με μέτρα και δράσεις που επικεντρώνονται, από τη μία πλευρά στον περιορισμό του εύρους και της παρεμβατικότητας του δημοσίου τομέα και, από την άλλη πλευρά, στη βελτίωση της αποτελεσματικής λειτουργίας του, ώστε να αυξηθεί η αποδοτικότητα των σχετικών δαπανών, αλλά και τα δημόσια έσοδα.
Η ευρύτερη επιδίωξη είναι να επιτύχουμε τη συρρίκνωση του ενός συστατικού του ελλείμματος των δημοσίων οικονομικών, του διαρθρωτικού ελλείμματος.
Σ’ αυτό το πλαίσιο εντάσσονται τόσο ο Προϋπολογισμός για το 2013 που συζητείται αυτές τις ημέρες στο Κοινοβούλιο, όσο και το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής για την περίοδο 2013 – 2016 που πρόσφατα ψηφίστηκε.
Αμφότερα συνιστούν τα δύο πρώτα σημαντικά βήματα για να εισέλθει η χώρα σε μία μακρά περίοδο πρωτογενών πλεονασμάτων, ώστε να μπορεί να πορεύεται με βαθμιαία μειούμενες δανειακές ανάγκες.
Άμεσος στόχος, επισημαίνω εθνικός στόχος, είναι η επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος από του χρόνου και η μετάθεση της επίτευξης υψηλού πρωτογενούς πλεονάσματος, ύψους 4,5% του ΑΕΠ, από το 2016.
Βέβαια, η επίτευξη αυτού του στόχου απαιτεί τη λήψη μέτρων δημοσιονομικής πολιτικής.
Πολλά από τα οποία αποτελούν συμβατικές υποχρεώσεις που έχουμε ήδη αναλάβει.
Μέτρα που περιλαμβάνουν:
- τη μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης,
- την αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης,
- τον εξορθολογισμό της μισθολογικής και συνταξιοδοτικής δαπάνης με τη μείωση των αποδοχών του πολιτικού προσωπικού και την επέκταση του ενιαίου μισθολογίου,
- τον εξορθολογισμό των αμυντικών δαπανών, χωρίς να πλήττονται οι αμυντικές δυνατότητες της χώρας,
- τον εξορθολογισμό της φαρμακευτικής δαπάνης και των υπηρεσιών υγείας,
- την αναδιάρθρωση και τη μείωση του μεγέθους των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης,
- την καλύτερη στόχευση των κοινωνικών δαπανών, διατηρώντας, όμως, το ουσιαστικό επίπεδο κοινωνικής προστασίας.
Για το 2013, ειδικότερα, προβλέπεται να ληφθούν μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής συνολικής εκτιμώμενης καθαρής επίδρασης περίπου 9,4 δισ. ευρώ, δημιουργώντας και ένα δημοσιονομικό απόθεμα ασφαλείας.
Χωρίς καμία αμφιβολία, πρόκειται για μέτρα σκληρά, επώδυνα και δυσβάστακτα.
Μέτρα όμως αναγκαία.
Μέτρα αναπόφευκτα, εάν αναλογιστούμε ότι οι δαπάνες για συντάξεις, μισθούς και κοινωνικά επιδόματα ξεπερνούν πλέον το 75% των πρωτογενών δαπανών της Γενικής Κυβέρνησης.
Έτσι επιτυγχάνεται η συνέχιση του Προγράμματος Οικονομικής Πολιτικής και, κατ’ επέκταση, ο απεγκλωβισμός της οικονομίας και της χώρας από τη χρηματοδοτική «ασφυξία».
Θα τονωθούν τα ταμειακά διαθέσιμα του κράτους, θα προωθηθεί η αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου και θα ολοκληρωθεί η ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος.
Καθίσταται σαφές ότι η διασφάλιση της σταθερότητας του εγχώριου τραπεζικού συστήματος, και κατ’ επέκταση της πραγματικής οικονομίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την επιτυχή συνέχιση του Προγράμματος Οικονομικής Πολιτικής.
Κυρίες και Κύριοι,
Είναι γεγονός ότι η εύρυθμη λειτουργία του τραπεζικού τομέα, ιδιαίτερα σε τραπεζοκεντρικές χώρες όπως είναι η Ελλάδα, αποτελεί προϋπόθεση για τη βιώσιμη ανάπτυξη και την αποτελεσματική κατανομή των οικονομικών πόρων.
Σήμερα, όμως, το Ελληνικό τραπεζικό σύστημα βρίσκεται αντιμέτωπο με πολλές, μεγάλες και διευρυνόμενες προκλήσεις.
Προκλήσεις που απορρέουν:
- Από την επιβράδυνση του ρυθμού οικονομικής μεγέθυνσης.
- Από τον αποκλεισμό των πιστωτικών ιδρυμάτων από τις διεθνείς αγορές άντλησης κεφαλαίων.
- Από τη συρρίκνωση του ρυθμού πιστωτικής επέκτασης, με τον περιορισμό τόσο της ζήτησης όσο και της προσφοράς τραπεζικών πιστώσεων.
- Από τη χειροτέρευση της ποιότητας του δανειακού χαρτοφυλακίου των πιστωτικών ιδρυμάτων εξαιτίας της βίαιης, απότομης και μεγάλης επιδείνωσης της χρηματοοικονομικής κατάστασης επιχειρήσεων και νοικοκυριών.
- Από το χαμηλό ποσοστό κάλυψης των δανείων σε καθυστέρηση από τις συσσωρευμένες προβλέψεις.
- Από τις επιπτώσεις της αναδιάρθρωσης του Ελληνικού χρέους που άσκησε και συνεχίζει να ασκεί πιέσεις στα μεγέθη των Ελληνικών τραπεζών.
- Από την έντονη και συνεχή για μεγάλο χρονικό διάστημα εκροή των καταθέσεων, λόγω της οικονομικής αβεβαιότητας. Τάση, βέβαια, που αναστράφηκε μερικώς μετά τη δημιουργία της Κυβέρνησης Εθνικής Ευθύνης.
Όλες αυτές οι προκλήσεις έχουν ορατές και δυσμενείς επιπτώσεις στη ρευστότητα, στην αποδοτικότητα, στην αποτελεσματικότητα και στην ποιότητα του χαρτοφυλακίου των Ελληνικών πιστωτικών ιδρυμάτων.
Αυτή η εικόνα επιτάσσει την ανάγκη συνετής και διορατικής διαχείρισης της κατάστασης, τόσο από τα πιστωτικά ιδρύματα όσο και από την Πολιτεία, με στόχο τη διατήρηση της σταθερότητας του Ελληνικού τραπεζικού συστήματος.
Πιστωτικά ιδρύματα τα οποία οφείλουν να διαχειρισθούν αποτελεσματικά τη φύση και το ύψος των κινδύνων που αναλαμβάνουν, να ενισχύσουν, ποιοτικά και ποσοτικά, την κεφαλαιακή τους επάρκεια, να συγκρατήσουν τα λειτουργικά τους έξοδα και να συνεχίσουν τη στήριξη, όσο είναι δυνατόν, των διεθνών δραστηριοτήτων τους.
Και Πολιτεία η οποία οφείλει να λαμβάνει πρωτοβουλίες για τη διατήρηση της σταθερότητας του Ελληνικού τραπεζικού συστήματος και για την αυστηρότερη μακρο- και μικρο-προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων.
Σε αυτό το πλαίσιο διασφαλίστηκαν, μέσω του Προγράμματος Στήριξης της Ελληνικής Οικονομίας, επαρκείς, με τα τότε δεδομένα, πόροι για την ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος, καλύφθηκαν οι βραχυχρόνιες ανάγκες ρευστότητας μέσω της παροχής έκτακτης χρηματοδότησης και διαμορφώθηκε, σε συνεργασία με την Πολιτεία, ένα πλαίσιο εξυγίανσης πιστωτικών ιδρυμάτων ικανό να στηρίξει την ανασύνταξη του τραπεζικού τομέα.
Προς την κατεύθυνση αυτή, βασική προτεραιότητα της Κυβέρνησης αποτελεί η ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζικών ιδρυμάτων.
Στόχοι:
- Η βιωσιμότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων.
- Η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των καταθετών.
- Η διατήρηση της σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος.
- Η διαμόρφωση των συνθηκών για την αποτελεσματική εφαρμογή του δεύτερου πυλώνα της Κυβερνητικής πολιτικής.
Κυρίες και Κύριοι,
Ο δεύτερος πυλώνας της Στρατηγικής αφορά την προώθηση και υλοποίηση ενός μεγάλου εύρους πολιτικών και μέτρων για την ανάσχεση των έντονων υφεσιακών πιέσεων και την τόνωση της ρευστότητας στην πραγματική οικονομία.
Βασική επιδίωξη, είναι η αντιμετώπιση της δεύτερης συνιστώσας του δημοσιονομικού ελλείμματος, του κυκλικού ελλείμματος.
Για την επίτευξη αυτής της επιδίωξης οι βασικές προτεραιότητες είναι δύο:
1η. Ο εμπλουτισμός της οικονομικής πολιτικής με μέτρα που στοχεύουν στην άμεση επανεκκίνηση της οικονομίας, όπως είναι, μεταξύ άλλων:
- Η επιτάχυνση της απορρόφησης των προγραμμάτων του ΕΣΠΑ.
- Η αξιοποίηση όλων των χρηματοδοτικών εργαλείων της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων.
- Το καθολικό «ξεπάγωμα» των μεγάλων δημόσιων έργων και, ειδικότερα, των οδικών έργων.
- Η ανάπτυξη μιας Εθνικής Στρατηγικής για τις εξαγωγές.
2η. Η επιτάχυνση της υλοποίησης μιας σειράς διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, που τα τελευταία χρόνια είτε δεν βρίσκονταν σε άμεση προτεραιότητα είτε προωθήθηκαν με ατέλειες.
Διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, ορισμένες από τις οποίες συμπεριλήφθηκαν και στο Πολυνομοσχέδιο που ψηφίστηκε την Τετάρτη.
Διαρθρωτικές αλλαγές που έπρεπε από καιρό να είχαν εφαρμοστεί.
Ειδικότερα, σύμφωνα με την πρόσφατη νομοθετική πρωτοβουλία, μεταξύ άλλων:
- Εισάγονται πιο αυστηροί και αυτόματοι μηχανισμοί ελέγχου των δαπανών των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης.
- Διαμορφώνονται οι συνθήκες για την αποφυγή δημιουργίας νέων ληξιπρόθεσμων οφειλών.
- Καταργείται ο Κώδικας Βιβλίων και Στοιχείων, αίτημα και ζητούμενο ετών, και δημιουργείται απλός, αξιόπιστος, συνεκτικός Κώδικας Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών.
- Συστήνεται θέση μόνιμου Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων.
- Αίρονται υφιστάμενες στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό, που θα οδηγήσουν στην αποκλιμάκωση αμοιβών και τιμών σε παρεχόμενες υπηρεσίες.
- Απλοποιείται η διαδικασία της σύστασης των εταιρειών, μέσω των Υπηρεσιών Μιας Στάσης.
- Εισάγεται στη μεγαλύτερη δυνατή έκτασή του ο θεσμός της υποχρεωτικής μετάταξης ή μεταφοράς προσωπικού.
- Επιταχύνονται οι αποκρατικοποιήσεις, με ενίσχυση της διαφάνειας και της λογοδοσίας.
Κυρίες και Κύριοι,
Αυτές οι δημοσιονομικές, διαρθρωτικές και θεσμικές πρωτοβουλίες αποτελούν τα πρώτα βήματα που κάνει η χώρα ώστε να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για να επιτευχθεί και να διασφαλιστεί η σταθερότητα στα δημόσια οικονομικά και στο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Σταθερότητα, που αποτελεί αναγκαία συνθήκη για να ξεκινήσει και να συνεχιστεί η μεγάλη προσπάθεια για την επανεκκίνηση της πραγματικής οικονομίας και τη δρομολόγησή της σε τροχιά ανάπτυξης και ευημερίας για όλους τους πολίτες.
Κυρίες και Κύριοι,
Η Ελλάδα περνά από τη σφαίρα των λόγων και των προθέσεων στο πεδίο των δύσκολων, αλλά αναγκαίων, αποφάσεων και πράξεων.
Ήδη διαφαίνονται ορισμένες αχνές, πλην όμως θετικές, ενδείξεις για την αποτελεσματικότητα των ενεργειών και της πολιτικής που εφαρμόζεται τους τελευταίους μήνες.
Εμείς θα συνεχίσουμε ακόμα πιο εντατικά, ώστε να βγούμε το ταχύτερο δυνατό από την κρίση.
Και θα το πετύχουμε με ενότητα, σχέδιο, αισιοδοξία και σκληρή δουλειά.
Οι εταίροι μας, από την πλευρά τους, έχουν το λόγο.
Μακριά από μαξιμαλιστικές, μη ρεαλιστικές απαιτήσεις.
Σας ευχαριστώ.