Δελτίο Τύπου
Αθήνα, 17.05.2018
Σημεία τοποθέτησης στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων κατά την ακρόαση του Εκπροσώπου της Ελλάδας στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, κ. Μιχάλη Ψαλιδόπουλου
1ο: Η επόμενη ημέρα της λήξεως του προγράμματος.
Η χρηματοδότηση της χώρας, μέσω των προγραμμάτων, φαίνεται να ολοκληρώνεται το καλοκαίρι.
Όμως, η επόμενη ημέρα δεν θα βρει τη χώρα στη ίδια κατάσταση που βρέθηκαν οι άλλες χώρες που εφάρμοσαν προγράμματα προσαρμογής.
Και αυτό γιατί:
1ον. Η Κυβέρνηση έχει ψηφίσει νέα μέτρα λιτότητας για μετά τη λήξη του προγράμματος.
2ον. Η Κυβέρνηση έχει δεσμευτεί στην επίτευξη υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων για πολλά χρόνια μετά το 2018.
3ον. Η Κυβέρνηση έχει δεσμεύσει τη δημόσια περιουσία της χώρας για χρονικό διάστημα περίπου ενός αιώνα.
4ον. Η Κυβέρνηση έχει συμφωνήσει η υλοποίηση των αναγκαίων παρεμβάσεων για τη ρύθμιση του χρέους να μετατεθεί για μετά το καλοκαίρι, ένα αυτό κριθεί τότε αναγκαίο.
5ον. Η Κυβέρνηση έχει αποδεχθεί τον μηχανισμό ενισχυμένης και όχι μετα-προγραμματικής εποπτείας (Κανονισμός ΕΕ 472/2013).
2ο: Η δημιουργία ταμειακού αποθέματος.
Η Κυβέρνηση επιλέγει να μην ζητήσει προληπτική γραμμή στήριξης, προσπαθώντας να φτιάξει ένα ταμειακό απόθεμα.
Αυτό όμως το κάνει χρησιμοποιώντας εις βάρος της ρευστότητας τις «κουτσουρεμένες δόσεις» του δανείου, επιβάλλοντας εσωτερική στάση πληρωμών, υπερφορολογώντας νοικοκυριά και επιχειρήσεις, προχωρώντας σε σχετικά ακριβές εκδόσεις χρέους, όταν οι διαθέσιμοι από το πρόγραμμα πόροι, οι οποίοι – με ευθύνη της – δεν αντλούνται, προσφέρονται με πολύ χαμηλότερο επιτόκιο.
Συνεπώς «χτίζει» ταμειακό απόθεμα, «στραγγαλίζοντας» την πραγματική οικονομία.
3ο: Βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους.
Στην ανάλυση βιωσιμότητας χρέους, τον Ιούνιο του 2015, το ΔΝΤ υποστήριζε ότι το χρέος είχε μπει σε «μονοπάτι βιωσιμότητας» από τον Μάιο του 2014.
Εκτιμούσε ότι αυτό θα διαμορφωνόταν κοντά στο 60% του ΑΕΠ το 2060, ενώ οι χρηματοδοτικές ανάγκες κοντά στο 13% του ΑΕΠ.
Στην τελευταία ανάλυση βιωσιμότητας χρέους, τον Ιούλιο του 2017, το ΔΝΤ εκτιμά ότι το δημόσιο χρέος θα εκτοξευθεί στο 195% του ΑΕΠ το 2060, ενώ οι χρηματοδοτικές ανάγκες στο 45% του ΑΕΠ!
Και χαρακτηρίζει το χρέος ως «εξαιρετικά μη βιώσιμο».
Είναι προφανές ότι η βιωσιμότητά του επιβαρύνθηκε την τελευταία τριετία, ιδιαίτερα το 1ο εξάμηνο του 2015.
Ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος εκτιμά το κόστος εκείνης της περιόδου στα 86 δισ. ευρώ.
Ο Επικεφαλής του ESΜ στα 100 δισ. ευρώ.
Και ο πρώην επικεφαλής του Euro Working Group στα 200 δισ. ευρώ.
Θεωρούμε ότι η αναγκαία σήμερα ρύθμιση του χρέους, θα πρέπει να είναι καθαρή, ποσοτικοποιημένη και αυτόματη.
Τέλος, εκτιμούμε ότι η ρήτρα ανάπτυξης αποτελεί «αντικίνητρο ανάπτυξης».
Κι αυτό γιατί όσο περισσότερο θα αυξάνεται το εθνικό εισόδημα, τόσο περισσότερο το μέρισμα της ανάπτυξης δεν θα πηγαίνει στους πολίτες, αλλά θα κατευθύνεται για την εξυπηρέτηση του χρέους.
4ο: Ανάπτυξη.
Η χώρα επέστρεψε στην ύφεση την περίοδο 2015-2016, μετά την ανάκαμψη του 2014.
Το 2017, ο ρυθμός μεγέθυνσης διαμορφώνεται στο 50% των στόχων.
Και το 2018 προβλέπεται ότι θα υπάρξει νέα υστέρηση.
Με βάση τις εκτιμήσεις του ΔΝΤ, η απώλεια δυνητικού ΑΕΠ την περίοδο 2015-2017 ανέρχεται στα 29 δισ. ευρώ (από πρόβλεψη για ονομαστικό ΑΕΠ στα 207 δισ. ευρώ το 2017, διαμόρφωση τελικά στα 178 δισ. ευρώ το 2017).
Ενώ με βάση την προχθεσινή έκθεση του Ταμείου για την Ευρώπη, η Ελλάδα είναι η χώρα με τη μεγαλύτερη επιδείνωση των προσδοκιών για άνοδο του ΑΕΠ φέτος και το 2019 και ένα από τα δύο μόνο κράτη-μέλη που θα τα πάνε χειρότερα στο πεδίο της ανάπτυξης από ότι αρχικά προβλεπόταν.
5ο: Ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου.
Αυτές έχουν διαμορφωθεί περίπου στο ύψος του 2014, παρά το γεγονός ότι έχουν εκταμιευθεί περισσότερα από 5 δισ. ευρώ από δόσεις της δανειακής σύμβασης για την αποπληρωμή τους.
Η Κυβέρνηση ισχυρίζεται ότι αυτές θα μηδενιστούν τον Αύγουστο.
Κάθε μήνα όμως αυξάνουν.
Παράλληλα, από τη σκούπισμα των ταμειακών διαθεσίμων φορέων της Γενικής Κυβέρνησης, η Κυβέρνηση έχει προχωρήσει στην έκδοση repos, ύψους άνω των 22 δισ. ευρώ, από 8,5 δισ. ευρώ στο τέλος του 2014, στερώντας ρευστότητα από την οικονομία.
6ο: Ιδιωτικό χρέος.
Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των πολιτών προς τις εφορίες και τα ασφαλιστικά ταμεία διαρκώς αυξάνονται, υπερβαίνοντας πλέον τα 130 δισ. ευρώ.
Παρουσιάζουν έτσι μία αύξηση της τάξεως του 55% από το τέλος του 2014.
Αυτό το πρόβλημα της οικονομικής πολιτικής της Κυβέρνησης, με την υπερφορολόγηση των πολιτών και την αύξηση ασφαλιστικών εισφορών νοικοκυριών και επιχειρήσεων.
2018.5.17 ΔT – Σημεία τοποθέτησης στην Επιτροπή Οικ.Υπ. – Ακρόαση Εκπροσώπου ΔΝΤ κ. Ψαλιδόπουλου