Δεν είναι θετικό το ότι έκλεισε η τρίτη αξιολόγηση;
Το κλείσιμό της στο τέλος Ιανουαρίου αποτελεί προϋπόθεση για την ολοκλήρωση του τρέχοντος μνημονίου.
Αν όμως αυτό είναι θετικό και για τους πολίτες, θα αξιολογηθεί όταν δημοσιοποιηθεί όλο το περιεχόμενο της επιτευχθείσας τεχνικής συμφωνίας.
Διότι εκτός του ότι πρόκειται για την αξιολόγηση των πλειστηριασμών, φαίνεται να είναι μία ακόμη αξιολόγηση Κυβερνητικών υποχωρήσεων, με κρίσιμα θέματα να μεταφέρονται για το μέλλον, «σπρώχνοντας το τενεκεδάκι λίγο πιο κάτω».
Η αξιολόγηση όμως έκλεισε χωρίς νέα δημοσιονομικά μέτρα για το 2018;
Προφανώς εννοείτε χωρίς ακόμη πιο νέα. Γιατί μόνιμα νέα μέτρα λιτότητας, ύψους 1,9 δισ. ευρώ, θα υπάρξουν. Μέτρα τα οποία ναι μεν έχουν ψηφιστεί, αλλά οι πολίτες δεν τα έχουν ακόμη βιώσει στην καθημερινότητά τους. Μέτρα όπως είναι οι νέες περικοπές στο ενιαίο μισθολόγιο, οι πρόσθετες περικοπές στις συντάξεις και στα οικογενειακά επιδόματα, η κατάργηση φοροαπαλλαγών, η περαιτέρω μείωση του επιδόματος θέρμανσης, η επέκταση της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, ο φόρος διαμονής, οι πρόσθετες επιβαρύνσεις στις ασφαλιστικές εισφορές.
Δυστυχώς, το κατά μέσο όρο διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών θα συρρικνωθεί και το 2018, ενώ θα συνεχιστούν οι κατασχέσεις περιουσιών και οι πλειστηριασμοί ακινήτων.
Η ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης μας οδηγεί σε «καθαρή έξοδο από τα μνημόνια» όπως υποστηρίζει το Μέγαρο Μαξίμου;
«Καθαρή» έξοδος από τα μνημόνια δεν μπορεί να υπάρξει με νέα μέτρα λιτότητας ύψους 5,1 δισ. ευρώ μετά το 2018 και με δέσμευση για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα για μακρά περίοδο.
Ούτε μπορεί να υπάρξει αν η υλοποίηση των αναγκαίων παρεμβάσεων για τη ρύθμιση του χρέους, η οποία έχει μετατεθεί για μετά το καλοκαίρι του 2018, συνοδευτεί από έναν αυστηρό μηχανισμό επιτήρησης και εποπτείας, απλώς με άλλον «τίτλο».
Για τους λόγους αυτούς, ο όρος «καθαρή έξοδος» αποσύρεται σιγά-σιγά από το δημόσιο διάλογο.
Σε κάθε περίπτωση, μετά το τέλος του τρέχοντος προγράμματος η χώρα πρέπει να δανείζεται από τις αγορές με λογικά επιτόκια. Με τα σημερινά δεδομένα, αυτό δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα συμβεί. Με αποτέλεσμα την ανάγκη δημιουργίας σημαντικού ταμειακού αποθέματος, εις βάρος όμως της πραγματικής οικονομίας.
Την πρόβλεψη του προϋπολογισμού για ανάπτυξη 1,6% φέτος πως τη σχολιάζετε;
Ακόμη και αν αυτή η αναιμική ανάπτυξη επιτευχθεί, κάτι για το οποίο εγείρονται αμφιβολίες μετά την πρόσφατη δημοσιοποίηση των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, θα πρόκειται για αποτυχία. Διότι ο στόχος που είχε τεθεί ήταν για ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης ύψους 2,7%.
Που οφείλεται όμως αυτή η μεγάλη απόκλιση, την ίδια περίοδο μάλιστα που οι εκτιμήσεις για τον ευρωπαϊκό ρυθμό ανάπτυξης συνεχώς αναθεωρούνται επί τα βελτίω; Στη συνειδητή επιλογή της Κυβέρνησης να υπερφορολογήσει τους πολίτες, στην αδυναμία υλοποίησης αναπτυξιακών μεταρρυθμίσεων και προσέλκυσης επενδύσεων, και στη συρρίκνωση της ρευστότητας στην πραγματική οικονομία με τη διευρυμένη εσωτερική στάση πληρωμών.
Επιβεβαιώνεται έτσι ότι η Κυβέρνηση, αφού «κατρακύλησε» την οικονομία και πάλι στην ύφεση την περίοδο 2015-2016, αδυνατεί να την οδηγήσει στη βιώσιμη ανάπτυξη.
Με τους πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας τι πρέπει να γίνει;
Η αντιμετώπιση του ζητήματος των πλειστηριασμών πρέπει να συνδυάζει την κοινωνική ευαισθησία με την κοινωνική ευθύνη, στη βάση της ισονομίας και της συντεταγμένης δικαιοσύνης.
Η ΝΔ, στο τέλος του 2014, παρέδωσε θεσμικό πλαίσιο προστασίας της πρώτης κατοικίας από πλειστηριασμούς. Η σημερινή Κυβέρνηση, αφού εξαπάτησε τους πολίτες με προεκλογικές υποσχέσεις για «σεισάχθεια» και για «κανένα σπίτι στα χέρια τραπεζίτη», τροποποίησε τις ρυθμίσεις, με αποτέλεσμα να υφίσταται μεταγενέστερα προστασία για το 60% των περιπτώσεων του προηγούμενου πλαισίου. Ενώ, από 1η Ιανουαρίου 2018, ακολουθώντας την καινούργια Κυβερνητική λογική ότι «οι πλειστηριασμοί είναι ευλογία», δεν υπάρχει κανένα πλαίσιο προστασίας για την πρώτη κατοικία.
Η Νέα Δημοκρατία πιστεύει ότι πρέπει να προχωρήσουν οι πλειστηριασμοί για τους «στρατηγικούς κακοπληρωτές» και για μεγάλες περιουσίες, ακόμη και αν κάποιοι από αυτούς έχουν βρει «καταφύγιο» στο Νόμο Κατσέλη, προστατεύοντας όμως την λαϊκή πρώτη κατοικία. Ειδικά όταν το κατά μέσο όρο διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών, κυρίως των ασθενέστερων οικονομικά στρωμάτων, εξαιτίας της επιλογής της Κυβέρνησης να τους υπερφορολογήσει, συνεχίζει να βαίνει μειούμενο.
Και είναι ευθύνη της Κυβέρνησης αυτό να το διασφαλίσει.
Η Κυβέρνηση κατάφερε, για 2η χρονιά, να μοιράσει κοινωνικό μέρισμα. Αυτό δεν δείχνει ότι έχει κοινωνικό πρόσημο η πολιτική της;
Αυτό δεν δικαιούται να το υποστηρίζει Κυβέρνηση η οποία έχει επιβάλλει 27 νέους – κυρίως έμμεσους – φόρους και έχει προχωρήσει σε 21 περικοπές συντάξεων και κοινωνικών επιδομάτων.
Η οποία, αφού υλοποίησε αυτή την προβληματική συνταγή ισοπέδωσης όλων προς τα κάτω, με μόνιμα μέτρα λιτότητας ύψους 14,5 δισ. ευρώ, έρχεται να παρουσιάσει ένα δήθεν φιλολαϊκό πρόσωπο, αποδίδοντας εφάπαξ υποπολλαπλάσιο κοινωνικό μέρισμα.
Οι πολίτες έχουν αντιληφθεί πλέον την Κυβερνητική υποκρισία και τον τυχοδιωκτισμό. Γιατί τα έχουν βιώσει, με πολύ οδυνηρό τρόπο.
Προϋπόθεση ωστόσο για να αλλάξει το κλίμα, όπως λέτε, είναι οι εκλογές. Βλέπετε κάλπες και πότε; Γιατί εδώ έχουμε τον πρωθυπουργό σφιχταγκαλιασμένο με τον κυβερνητικό εταίρο του κ. Καμμένο…
Πράγματι, με μόνη συγκολλητική ουσία την «αγάπη για την καρέκλα», οι κυβερνητικοί εταίροι, χωρίς ιδεολογικές σταθερές και ηθικές αναστολές, κάνουν τα πάντα προκειμένου να κρατηθούν, όσο μπορούν περισσότερο, στην εξουσία.
Σύντομα όμως θα βρεθούν αντιμέτωποι με τα οικονομικά και κοινωνικά αδιέξοδα που η πολιτική τους δημιουργεί, αφού τα προβλήματα συσσωρεύονται και μεγεθύνονται.
Και τότε η προσφυγή στις κάλπες θα είναι αναπόφευκτη, ώστε να υπάρξει μια νέα, μεταρρυθμιστική, φιλελεύθερη με κοινωνικά χαρακτηριστικά, αξιόπιστη και συνεκτική Κυβέρνηση.