Συνέντευξη Χρήστου Σταϊκούρα στο περιοδικό “ProNews” | 22.1.2017

“Η Κυβέρνηση δεν έχει ηθικές και ιδεολογικές αναστολές να δώσει τα πάντα για να παραμείνει στην εξουσία”

 

Κύριε Βουλευτά, το 2017 μπήκε με μια σειρά νέων φόρων οι οποίοι επιδεινώνουν την οικονομική κατάσταση των μικρομεσαίων εισοδημάτων και αφανίζουν την επιχειρηματικότητα. Ποια είναι η θέση του κόμματός σας όσον αφορά την οικονομική πολιτική της Κυβέρνησης;

Ότι αυτή κινείται σε λάθος κατεύθυνση και δεν θα έχει τα προσδοκώμενα αποτελέσματα.

Και αυτό γιατί η εμπειρία των τελευταίων ετών, εντός και εκτός Ελλάδας, έχει αποδείξει ότι η δημοσιονομική προσαρμογή που στηρίζεται κυρίως στην αύξηση των φόρων είναι οικονομικά αναποτελεσματική και κοινωνικά άδικη.

Και αυτή εφαρμόζει η Κυβέρνηση, λόγω ιδεοληπτικής εμμονής.

Συνεπώς απαιτείται αλλαγή της οικονομικής πολιτικής.

Με λιγότερους φόρους, λιγότερες δαπάνες και αποτελεσματικότερο κράτος.

Με ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της εξωστρέφειας, με περισσότερες επενδύσεις και περισσότερες δουλειές για να «ανασάνει» η κοινωνία και να πάρει ξανά μπρος η οικονομία.

Άκουσα τον Πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας, κ. Κ. Μητσοτάκη, να δηλώνει ότι το κόμμα σας ως αυριανή Κυβέρνηση θα μειώσει δραστικά τους φόρους. Ποιο είναι το σχέδιο σας γιατί και η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ περίπου το ίδιο ως αντιπολίτευση υπόσχονταν και υπόσχεται για μετά το 2018.

Η διαφορά είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ υπόσχεται, ενώ δεν πιστεύει στην αναγκαιότητα μείωσης των φόρων. Και πράττει ακριβώς το αντίθετο.

Εμείς, και ιδεολογικά, πιστεύουμε σ’ αυτή την αναγκαιότητα και ξεκινήσαμε να την κάνουμε πράξη το 2014. Σας θυμίζω ότι τότε, ενδεικτικά, μειώθηκαν κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες ο ΦΠΑ στην εστίαση, κατά 30% ο Ειδικός Φόρος Κατανάλωσης στο πετρέλαιο θέρμανσης, κατά 30% η έκτακτη εισφορά αλληλεγγύης και κατά 5% οι ασφαλιστικές εισφορές.

Και είμαστε αποφασισμένοι προς την ίδια κατεύθυνση μείωσης της φορολογίας νοικοκυριών και επιχειρήσεων να κινηθούμε.

Ο Πρόεδρος της ΝΔ κ. Μητσοτάκης, στη ΔΕΘ, δεσμεύθηκε για τη μεσοσταθμική μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 30% εντός διετίας, για τη μείωση του φορολογικού συντελεστή στα επιχειρηματικά κέρδη από το 29% στο 20% και της φορολόγησης στα μερίσματα από το 15% στο 5%, αμφότερα εντός διετίας και για την επαναφορά του ΦΠΑ στα αγροτικά εφόδια από το 24% στο 13% και την κατάργηση του ειδικού φόρου κατανάλωσης στο κρασί.

Και αυτό μπορεί να γίνει με ισοδύναμα από το σκέλος των δαπανών. Ενδεικτικά αναφέρω τον περαιτέρω περιορισμό των λειτουργικών δαπανών του Κράτους, την εκτέλεση των προϋπολογισμών των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης, τη διαμόρφωση ενός ενιαίου συστήματος προμηθειών, τον αυστηρότερο έλεγχο των επιχορηγήσεων κ.α.

Επιπρόσθετα, με προϋπόθεση την ανάκαμψη της οικονομίας και τη μείωση των στόχων του πρωτογενούς πλεονάσματος σκοπεύουμε να προχωρήσουμε στη μείωση των φορολογικών συντελεστών στα φυσικά πρόσωπα με εισαγωγικό συντελεστή 9%, στη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών των εργαζομένων και στη μείωση του ΦΠΑ, με καθιέρωση δύο συντελεστών 11% και 22%. Προφανώς λαμβάνοντας υπόψη εξαιρέσεις και μετατάξεις αγαθών.

Η χώρα μας έχει δεσμευτεί για το 2017 για πλεόνασμα 1,75% του ΑΕΠ και για τον επόμενο χρόνο το 2018 για 3,5% του ΑΕΠ. Συνεπώς χρειάζεται έσοδα. Πως θα επιτευχθούν αυτοί οι ακραίοι στόχοι; Δεν θα χρειαστούν κι άλλα μέτρα;

Καταρχήν να υπενθυμίσω ότι η ίδια η Κυβέρνηση, δια της προσυπογραφής του Υπουργού Οικονομικών της στο τελευταίο Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου, έχει αποδεχθεί την ύπαρξη δημοσιονομικού κενού για το 2018, και έχει συμφωνήσει στην ανάγκη λήψης νέων μέτρων λιτότητας.

Συνεπώς νέα μέτρα θα υπάρξουν, τόσο μέσα στο τρέχον Πρόγραμμα όσο και μεταγενέστερα, με την αποδοχή υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων για πολλά χρόνια.

Το βασικό ζητούμενο συνεπώς είναι πως η οικονομία θα ανακάμψει και θα επιτύχει βιώσιμους ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης, ώστε να ενισχυθούν τα δημόσια έσοδα, να μειωθεί η ανεργία, να βελτιωθεί η εισπραξιμότητα στα ασφαλιστικά ταμεία και να μη χρειαστούν πρόσθετα μέτρα.

Μπορεί η σημερινή Κυβέρνηση αυτό να το επιτύχει; Για παράδειγμα, μπορεί να επιτύχει ανάπτυξη 2,7% το 2017; Αν και το εύχομαι, αυτό δεν το θεωρώ ρεαλιστικό.

Γιατί πόσο ρεαλιστικό είναι να προσδοκάς αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης όταν το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών θα είναι ακόμη λιγότερο εφέτος, λόγω των πρόσθετων φόρων;

Γιατί πόσο ρεαλιστικό είναι να προσδοκάς μεγάλη αύξηση των επενδύσεων όταν συνεχίζεται η υπερφορολόγηση, εξακολουθεί η εσωτερική στάση πληρωμών η οποία θα διευρυνθεί λόγω της μη έγκαιρης ολοκλήρωσης της 2ης αξιολόγησης και επιδεικνύεται κυβερνητική αβελτηρία στην υλοποίηση αναπτυξιακών πολιτικών;

Κύριε Σταϊκούρα, η αγορά έχει στεγνώσει από ρευστότητα, η ανεργία παραμένει σε πολύ υψηλά επίπεδα, η μικρομεσαία επιχείρηση αφανίζεται, ο αγροτικός πληθυσμός χειμάζεται, η ύπαιθρος χώρα ερημώνεται. Μέσα σε αυτό το τραγικό οικονομικό και κοινωνικό περιβάλλον, τι μπορεί πραγματικά να αλλάξει η Νέα Δημοκρατία;

Είναι αλήθεια ότι η Ελλάδα, μετά τα δείγματα σταθεροποίησης του 2014, «λιμνάζει» βυθιζόμενη, σε ένα ευρύτερο περίγυρο μεγάλης αβεβαιότητας και υψηλών κινδύνων.

Τα τελευταία δύο χρόνια, δυνητικός πλούτος εξανεμίσθηκε, το επενδυτικό περιβάλλον υπονομεύθηκε, νέα δημοσιονομικά μέτρα επιβλήθηκαν, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές ιδιωτών και Δημοσίου διογκώθηκαν, το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών συρρικνώθηκε.

Και όμως, η Κυβέρνηση συνεχίζει να «βαδίζει» στον ίδιο δρόμο: να ξοδεύει πολύτιμο χρόνο, να εστιάζει – εμμονικά – στην υπερφορολόγηση της εμφανούς οικονομίας και να παλινδρομεί – αμήχανα – ως προς τις μεταρρυθμίσεις.

Απαντώντας στον πυρήνα του ερωτήματός σας, σημειώνω ότι η ΝΔ, φέροντας το κεφάλαιο από την ιστορική της διαδρομή και την αξιοπιστία που κέρδισε από τη σταθεροποίηση της οικονομίας το 2014, μπορεί να διεκδικήσει αλλαγή του μίγματος της ακολουθούμενης δημοσιονομικής πολιτικής στην κατεύθυνση σταδιακής μείωσης της φορολογίας.

Μπορεί να δημιουργήσει πληρέστερα τις συνθήκες βιώσιμης ανάπτυξης της οικονομίας, να αξιοποιήσει καλύτερα τους διαθέσιμους ευρωπαϊκούς πόρους, να προχωρήσει – όπως με επιτυχία έκανε – στην αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα, να υλοποιήσει ταχύτερα τις διαρθρωτικές αλλαγές και το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων.

Μπορεί να ενισχύσει τη σταδιακή εξομάλυνση της πιστωτικής επέκτασης. Με την εμπέδωση κλίματος εμπιστοσύνης που θα επαναφέρει καταθέσεις στο τραπεζικό σύστημα και με την ορθολογική αντιμετώπιση του υψηλού συσσωρευμένου αποθέματος μη εξυπηρετούμενων δανείων, ώστε να γίνει καλύτερη διαχείριση του ενεργητικού των πιστωτικών ιδρυμάτων.

Έτσι μπορούν να δημιουργηθούν ταχύτερα οι συνθήκες για διατηρήσιμη μεγέθυνση της ελληνικής οικονομίας.

Μιλάτε συνεχώς για ιδιωτικοποιήσεις και επενδύσεις. Κι ορθώς γιατί είναι βασική προϋπόθεση για την ανάπτυξη της χώρας. Τίθεται όμως το ερώτημα: Πως θα γίνουν ιδιωτικοποιήσεις και θα έρθουν επενδύσεις όταν η λερναία ύδρα της γραφειοκρατίας δεν έχει παταχθεί και δεν υπάρχει ένα σταθερό φορολογικό σύστημα;

Πράγματι, η Νέα Δημοκρατία θεωρεί σημαντική την προώθηση των αποκρατικοποιήσεων και την αξιοποίηση της περιουσίας του Δημοσίου.

Και αυτό γιατί αυτές μπορούν να συμβάλουν στην υλοποίηση των αναγκαίων επενδύσεων, στην ενίσχυση της αποτελεσματικότητας των φορέων, στη δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης, στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας και στον περιορισμό των δανειακών αναγκών της χώρας.

Η Κυβέρνηση όμως έχει αποτύχει και σε αυτό το πεδίο. Ελάχιστες αποκρατικοποιήσεις προχωρούν. Άλλες ακυρώνονται, άλλες καθυστερούν, άλλες καρκινοβατούν, άλλες αναβάλλονται. Ενώ και οι ξένες άμεσες επενδύσεις έχουν συρρικνωθεί.

Η Κυβέρνηση, εγκλωβισμένη στις ιδεοληψίες της, παρά τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει, παλινωδεί και κωλυσιεργεί. Ενώ δεν δημιουργεί και τις προϋποθέσεις για την προσέλκυση και υλοποίηση επενδύσεων, εγχώριων και μη.

Προϋποθέσεις όπως είναι, ενδεικτικά, η υλοποίηση διαρθρωτικών αλλαγών, με την αναμόρφωση του ρόλου και τη βελτίωση της λειτουργίας του Κράτους (π.χ. με την καθολική καθιέρωση ψηφιακών διαδικασιών, την συρρίκνωση της γραφειοκρατίας και την εναρμόνιση των δομών του Κράτους με τις σύγχρονες ανάγκες της οικονομίας και της κοινωνίας), και με τη διαμόρφωση ενός σταθερού, δίκαιου και αποτελεσματικού φορολογικού συστήματος.

Ως ΝΔ, τέτοιου είδους παρεμβάσεις, σταδιακά, ξετυλίγουμε και παρουσιάζουμε στην κοινωνία.

Κύριε Βουλευτά, στο Δημόσιο θα υπάρξουν απολύσεις γιατί οι πολίτες φοβούνται ένα τέτοιο ενδεχόμενο και γι’ αυτό δεν δείχνουν να στηρίζουν τον κ. Μητσοτάκη; Τον αντιμετωπίζουν με σκεπτικισμό για να μην πω με φόβο.

Όχι, απολύσεις στο Δημόσιο δεν θα γίνουν.

Το μείζον ζήτημα είναι τι θα γίνει με τη  αξιολόγηση. Οι θεσμοί έχουν αποχωρήσει από τις διαπραγματεύσεις κι όλα θα κριθούν στις 26 Ιανουαρίου στο Eurogroup. Ποιά είναι η εκτίμησή σας; Θα βρεθεί λύση; Κι αν βρεθεί μήπως αυτό σημαίνει νέα επώδυνα μέτρα;

Καταρχήν η αξιολόγηση θα έπρεπε, προ μηνών, να είχε κλείσει. Και αυτό δεν έγινε, με ευθύνη, κυρίως, της Κυβέρνησης.

Κυβέρνηση η οποία κάθε φορά που δήθεν διαπραγματεύεται, χάνει πολύτιμο χρόνο, με αποτέλεσμα να προσθέτει βάρη στην κοινωνία και ταπεινωτικές δεσμεύσεις στη χώρα.

Αυτό συνέβη με την “ηρωική διαπραγμάτευση” του πρώτου εξαμήνου του 2015, η οποία κατέληξε στους κεφαλαιακούς περιορισμούς και στο τρίτο, αχρείαστο Μνημόνιο.

Αυτό επιβεβαιώθηκε με την πολύμηνη καθυστέρηση της πρώτης αξιολόγησης, η οποία κατέληξε σε νέα μέτρα λιτότητας, ανεβάζοντας το συνολικό λογαριασμό στα 9 δις ευρώ, στο αιώνιο υπερταμείο αποκρατικοποιήσεων και στον οριζόντιο και αυτόματο “κόφτη” δαπανών.

Αυτό αποδεικνύεται και σήμερα, με την καθυστέρηση ολοκλήρωσης της δεύτερης αξιολόγησης.

Καθυστέρηση η οποία, όπως ήδη ανέφερα, προσέθεσε νέα μέτρα για το 2018 προκειμένου να κλείσει η αξιολόγηση, σύμφωνα και με την απόφαση του Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου.

Καθυστέρηση η οποία στερεί ρευστότητα από την πραγματική οικονομία, αναβάλλει την ένταξη της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης που θα έπρεπε να είχε γίνει από τον Μάρτιο του 2015, και μεταθέτει τη συζήτηση για τα ουσιαστικά μέτρα ενίσχυσης της βιωσιμότητας του χρέους.

Η Κυβέρνηση παραμένει εγκλωβισμένη στα αδιέξοδα που η ίδια δημιούργησε.

Το ζήτημα είναι να μην συνεχίσει να εγκλωβίζει τη χώρα.

Η αξιολόγηση πρέπει να κλείσει το συντομότερο, με τον καλύτερο όμως, για τα ελληνικά συμφέροντα, τρόπο.

Και η αναγκαία πολιτική αλλαγή να οδηγήσει τη χώρα στην έξοδο από την κρίση

Εκτιμάτε ότι μια τυχόν αποτυχία της Κυβέρνησης στις διαπραγματεύσεις θα οδηγήσει σε πρόωρες εκλογές;

Εκτιμώ ότι ο πολιτικός στόχος του κ. Πρωθυπουργού και της Κυβέρνησής του, δεν είναι άλλος από την παραμονή τους στην διακυβέρνηση για όσο περισσότερο χρόνο μπορούν, ψηφίζοντας τα πάντα χωρίς ηθικές αναστολές και ιδεολογικές συντεταγμένες, ή η δημιουργία εκείνων των προϋποθέσεων, που όπως οι ίδιοι νομίζουν, θα τους συντηρήσουν ως ισχυρούς παίκτες στο πολιτικό σύστημα μετά την αποδρομή τους.

Το ΔΝΤ το θέλετε στο πρόγραμμα ή μόνο σε ρόλο τεχνικού συμβούλου;

Θα επαναλάβω αυτό που έχω πολλές φορές υποστηρίξει κατά το παρελθόν: το ερώτημα δεν τίθεται σε σωστή βάση.

Ενδεικτικά ερωτώ: γιατί και σήμερα που το ΔΝΤ δεν είναι στο πρόγραμμα, οι πολιτικές της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ είναι εξαιρετικά σκληρές και πιο επώδυνες από προηγούμενα Προγράμματα;

Θυμίζω μάλιστα ότι σύμφωνα με το 3ο Μνημόνιο, που φέρει την υπογραφή του κ. Τσίπρα, προβλέπεται η συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα, μάλιστα και χρηματοδοτικά. Κάτι που επιβεβαίωσε και η τελευταία απόφαση του Eurogroup.

Συνεπώς καλό θα ήταν η Κυβέρνηση να σταματήσει τη διγλωσσία.

Αυτό που προέχει είναι, με βάση τον στρατηγικό προσανατολισμό της χώρας, τα διαχρονικά εθνικά και λαϊκά συμφέροντα, χωρίς δημαγωγίες, η εκάστοτε Κυβέρνηση να διαπραγματεύεται και να τοποθετείται με αξιοπιστία και συνέπεια στις σχέσεις της με τους θεσμούς και τις άλλες χώρες.

Η ΝΔ αυτό πράττει.

Ο κ. Τσακαλώτος και η Κυβέρνηση εμφανίζονται εξαιρετικά αισιόδοξοι για την έκβαση της δεύτερης αξιολόγησης αν και ζητάνε πολιτική απόφαση. Μάλιστα σας κατηγόρησε για εμμονές κι ότι με τη στάση σας δεν βοηθάτε την προσπάθεια της Κυβέρνησης αντιθέτως την υπονομεύετε. Τι απαντάτε;

Όπως απάντησα και τότε, ο κ. Τσακαλώτος αστόχησε στην αναφορά του.

Καταρχήν γιατί αντίστοιχες ιδεοληπτικές εμμονές, όπως αυτές που ο κ. Υπουργός έχει με την αύξηση των φόρων, εμείς δεν έχουμε.

Αλλά και γιατί θα πρέπει να γνωρίζει ότι τα γραπτά μένουν, “ομιλούν” και όταν είναι σε λάθος κατεύθυνση τον “κυνηγούν”.

Οι νέοι φόροι, ο αυτόματος και οριζόντιος “κόφτης”, το Υπερταμείο αποκρατικοποιήσεων, η “μόνιμη και διαρκής αφοσίωση στο Μνημόνιο”, φέρουν υπογραφές. Προφανώς και δεν φταίνε όσοι τα θυμίζουν.

 

2017-01-22 ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ_PRONEWS

Share

Εκτύπωση άρθρου Εκτύπωση άρθρου
TwitterInstagramYoutube