Συνέντευξη Υπουργού Οικονομικών στην εφημερίδα Political | 5.2.2022

Πώς εξετάζετε να αντιδράσετε από τούδε και στο εξής στο σφοδρό κύμα ακρίβειας σε ενέργεια και βασικά είδη πρώτης ανάγκης ελέω της ενεργειακής κρίσης; Μελετάτε μειώσεις ΦΠΑ σε συγκεκριμένα προϊόντα; Πότε εκτιμάτε πως θα δούμε αποκλιμάκωση του φαινομένου;

Η αύξηση του πληθωρισμού, που καταγράφεται πανευρωπαϊκά, οφείλεται κυρίως στην ενεργειακή κρίση και έχει ξεπεράσει, ήδη, σε διάρκεια και ένταση τις αρχικές – παγκοσμίως – προβλέψεις.

Και σε αυτή την κρίση, η Κυβέρνηση αντέδρασε άμεσα και αποφασιστικά, αναλαμβάνοντας πρωτοβουλίες στο εσωτερικό και το εξωτερικό της χώρας, καθώς και πλήθος μέτρων για την προστασία νοικοκυριών, αγροτών και επιχειρήσεων.

Στο πλαίσιο αυτό, μέχρι στιγμής, μόνο για την ενεργειακή κρίση, έχουμε λάβει μέτρα ύψους 1,8 δισ. ευρώ. Στήριξη εφάμιλλη ή και πιο γενναία από αυτή αντίστοιχων ευρωπαϊκών χωρών, την οποία θα διατηρήσουμε για όσο χρειαστεί, επιδιώκοντας μάλιστα τη στοχευμένη ενίσχυση όσων πλήττονται σφοδρότερα. Προς αυτή την κατεύθυνση, ενδεικτικά, η Κυβέρνηση έχει υποβάλει αίτημα στη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, προκειμένου να εγκριθεί η αύξηση της επιχορήγησης προς τις πιο ενεργοβόρες επιχειρήσεις, από το 50% στο 75%.

Ενώ, παράλληλα, βοηθούμε τους πολίτες έναντι των πληθωριστικών, και όχι μόνο, πιέσεων, με μόνιμα μέτρα στήριξης του διαθέσιμου εισοδήματός τους.

Σε ό,τι αφορά τη δυνατότητα μείωσης ΦΠΑ σε ορισμένα προϊόντα, είναι μια επιλογή που έχει εξεταστεί ενδελεχώς από την Κυβέρνηση και, προς το παρόν, δεν έχει υλοποιηθεί, συνεκτιμώντας το υψηλό δημοσιονομικό κόστος και την αμφίβολη αποτελεσματικότητα, διότι δεν είναι βέβαιο ότι το όφελος θα μετακυληθεί – εις ολόκληρο – στον καταναλωτή.

Σε κάθε περίπτωση, παρακολουθούμε στενά τις εξελίξεις στο μέτωπο της ακρίβειας και είμαστε έτοιμοι να λάβουμε νέα μέτρα, στο πλαίσιο του εφικτού, την κατάλληλη στιγμή.

Με ποιον τρόπο σκέφτεστε να διαχειριστείτε την εκτίναξη ελλείμματος και χρέους, απότοκη των υπέρογκων πακέτων στήριξης την περίοδο της πανδημίας; Έχει βάση η ανησυχία που εκφράζουν ορισμένοι για ένα νέο, οδυνηρό δημοσιονομικό εκτροχιασμό;

Η Κυβέρνηση έχει πλήρη επίγνωση της κατάστασης και των προκλήσεων που έχει να διαχειριστεί, μεταξύ των οποίων είναι, πράγματι, το υψηλό – αλλά βιώσιμο – δημόσιο χρέος και το υψηλό πρωτογενές έλλειμμα, απόρροια, κυρίως, της αύξησης των κρατικών δαπανών για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας.

Καλούμαστε συνεπώς, και με δεδομένο μάλιστα ότι, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η νομισματική και δημοσιονομική πολιτική, σταδιακά, θα γίνονται πιο περιοριστικές, να λειτουργήσουμε με υπευθυνότητα και να επαναφέρουμε τη χώρα – σταδιακά και με ασφάλεια – στην αναγκαία δημοσιονομική ισορροπία.

Και αυτό θα πράξουμε, μέσω της σταδιακής απόσυρσης των μέτρων στήριξης όσο η οικονομία επιστρέφει στην κανονικότητα και, κυρίως, μέσω της αύξησης των δημοσίων εσόδων, η οποία θα είναι αποτέλεσμα της ισχυρής οικονομικής ανάπτυξης, με ταυτόχρονες μόνιμες μειώσεις φόρων και ασφαλιστικών εισφορών.

Όπως ήδη πράττουμε.

Επιπρόσθετα, αναλαμβάνουμε πρωτοβουλίες που βελτιώνουν το προφίλ και τη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους, όπως είναι η ολοκλήρωση της αποπληρωμής των υφιστάμενων δανείων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και η αποπληρωμή μέρους των υφιστάμενων διμερών δανείων προς τις χώρες της Ευρωζώνης.

 

Υπάρχουν «εφεδρείες» για νέο πακέτο στήριξης, εφόσον κάτι τέτοιο απαιτηθεί;

Έχουμε αποδείξει ότι βρισκόμαστε δίπλα στη κοινωνία για όσο απαιτείται, εξασφαλίζοντας τους αναγκαίους πόρους για να το πράξουμε.

Απόδειξη αυτού είναι ότι, μέχρι σήμερα, έχουμε καταφέρει να χρηματοδοτήσουμε όλα τα μέτρα στήριξης που έχουμε λάβει, με πόρους που συγκεντρώθηκαν την τελευταία διετία από τις διεθνείς αγορές, με ευνοϊκά επιτόκια.

Ενώ, με διορατικότητα, έχουμε διατηρήσει τα ταμειακά διαθέσιμα της χώρας σε ασφαλές επίπεδο, προκειμένου αυτά να αξιοποιηθούν, ανάλογα με τις εξελίξεις.

Σε κάθε περίπτωση, η χρήση τους θα πρέπει να γίνεται με υπευθυνότητα, σωφροσύνη και διορατικότητα.

 

Στο φόντο του, μάλλον «αλμυρού», επιτοκίου κατά την πρόσφατη έκδοση του 10ετούς ομολόγου, πόσο κοντά βρισκόμαστε στο τέλος της εποχής της ενισχυμένης εποπτείας, αλλά και στην απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας για τα ελληνικά αξιόχρεα;

Πράγματι, το κόστος δανεισμού στην τελευταία έκδοση ήταν αυξημένο, αλλά το μισό της αντίστοιχης έκδοσης του Μαρτίου του 2019.

Επίσης, την ίδια χρονική στιγμή, και άλλες ευρωπαϊκές χώρες δανείστηκαν με αυξημένο κόστος.

Το σημαντικό είναι ότι κινηθήκαμε με την κανονικότητα κλασικού εκδότη-χώρας της ευρωζώνης, «κλειδώνοντας» το κόστος δανεισμού σε χαμηλά επίπεδα.

Και το ότι η Ελλάδα έχει υψηλό ποσοστό του δημοσίου χρέους στον επίσημο τομέα, με σταθερό κόστος δανεισμού και χαμηλές ετήσιες χρηματοδοτικές ανάγκες.

Παράλληλα, έχουμε θέσει ως προτεραιότητες, ανάμεσα σε άλλες, την έξοδο της χώρας από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας και την απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας.

Για τον λόγο αυτόν, έχουμε σχεδιάσει και υλοποιούμε ένα ολοκληρωμένο και συνεκτικό σχέδιο, με επιμέρους στόχους την επίτευξη υψηλών και βιώσιμων ρυθμών οικονομικής μεγέθυνσης, την περαιτέρω μείωση των «κόκκινων» δανείων, την επιστροφή της χώρας σε δημοσιονομική ισορροπία και τη συνέχιση της υλοποίησης διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, στοιχεία που αποτελούν και βασικές προϋποθέσεις για την επίτευξη επενδυτικής βαθμίδας.

Και προς αυτή την κατεύθυνση κινούμαστε μέχρι σήμερα, με επιτυχία.

 

Πόσο αισιόδοξοι θα πρέπει να είμαστε σχετικά με την αναθεώρηση, επί το χαλαρότερο, του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης; Πότε εκτιμάτε πως θα έχουμε σαφή εικόνα του νέου πλαισίου; Πόσο αλληλένδετη με το παραπάνω είναι η διατήρηση των εντυπωσιακών ρυθμών ανάπτυξης, που επιτυγχάνει εσχάτως η Ελληνική Οικονομία;

Αναμφίβολα, η συζήτηση για την αναθεώρηση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης θα είναι μια δύσκολη συζήτηση, καθώς πρόκειται για μια πολυ-παραγοντική άσκηση.

Ένα πολυσύνθετο και πολυδιάστατο ζήτημα, ειδικά όσον αφορά τους δημοσιονομικούς στόχους.

Εντούτοις, θεωρώ ότι υπάρχουν περιθώρια ρεαλιστικής αισιοδοξίας ως προς το τελικό αποτέλεσμα, που εδράζονται στην κοινή πεποίθηση όλων των κρατών-μελών – όπως αυτή αποτυπώθηκε και στην τελευταία συνεδρίαση του Eurogroup – για την ανάγκη αναθεώρησης του Συμφώνου και ενσωμάτωσης στο νέο, υπό διαμόρφωση πλαίσιο, των εμπειριών από τις δύο πρόσφατες κρίσεις που έπληξαν την Ευρώπη: τη χρηματοπιστωτική και την υγειονομική.

Θέση μας είναι ότι η νέα Ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική πρέπει να διασφαλίζει μακροπρόθεσμη ευστάθεια και βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών, ενισχύοντας παράλληλα την ανάκαμψη από το σοκ της πανδημίας, προσφέροντας την απαραίτητη ευελιξία για τη διαχείριση του οικονομικού κύκλου και εξασφαλίζοντας επιτυχή αντιμετώπιση μελλοντικών κρίσεων.

Πρέπει, επίσης, να προστατεύει και να ενθαρρύνει τις δημόσιες επενδύσεις που αυξάνουν την οικονομική μεγέθυνση.

Η αντιπολίτευση σας κατηγορεί πως η μείωση της ανεργίας ή τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης δεν επαρκούν για να βελτιωθεί αισθητά το βιοτικό επίπεδο των πολιτών; Τι απαντάτε;

Είναι προφανές ότι η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών είναι ένα πολύπλευρο ζήτημα, που απαιτεί ουσιαστικές και αποτελεσματικές παρεμβάσεις σε όλα τα πεδία της δημόσιας σφαίρας.

Από την πλευρά μας, ως Υπουργείο Οικονομικών, συμβάλλουμε στην επίτευξη αυτού του στόχου μέσω της αύξησης του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών, υλοποιώντας μόνιμα μέτρα που διακρίνονται σε τρεις κατηγορίες.

Σε μέτρα μειώσεων φορολογικών συντελεστών και ασφαλιστικών εισφορών, προκειμένου ο πολίτης να πληρώνει λιγότερους φόρους, σε παρεμβάσεις αύξησης του κατώτατου μισθού – με την πρώτη ήδη να εφαρμόζεται, και να ακολουθεί και δεύτερη, πιο γενναία σε λίγους μήνες – προκειμένου ο εργαζόμενος να εισπράττει περισσότερα, και τέλος σε πολιτικές αύξησης της απασχόλησης προκειμένου να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας.

Μέσα από αυτό το πλέγμα μέτρων, έχουμε καταφέρει ο αριθμός των ανέργων να κυμαίνεται στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2010, οι καταθέσεις των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων να παρουσιάζουν μεγάλη αύξηση τα τελευταία δύο χρόνια, και το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών – το 9μηνο του 2021 – να είναι αυξημένο κατά 3,5 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2019.

Κατανοούμε, όμως, ότι η άνοδος του πληθωρισμού ροκανίζει αυτή την αύξηση και δημιουργεί σημαντικές πιέσεις στους οικογενειακούς προϋπολογισμούς.

Γι’ αυτό και θα συνεχίσουμε, με συστηματικότητα και ακόμη μεγαλύτερη αποφασιστικότητα, την υλοποίηση των προαναφερθέντων πολιτικών, αξιοποιώντας με τον βέλτιστο τρόπο τους πόρους τόσο του Ταμείου Ανάκαμψης όσο και του ΕΣΠΑ.

Το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0» βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. Έχουν ήδη ενταχθεί 103 έργα, με προϋπολογισμό που υπερβαίνει τα 6 δισ. ευρώ, έχουμε λάβει την υψηλότερη προχρηματοδότηση στην Ευρώπη, έχουμε υποβάλει το πρώτο αίτημα πληρωμής και έχουμε υπογράψει επιχειρησιακές συμφωνίες με πιστωτικά ιδρύματα και διεθνείς τραπεζικούς φορείς, για την αξιοποίηση του δανειακού χαρτοφυλακίου του Ταμείου.

 

Θεωρείτε εφικτή έως τις εκλογές την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης για δημοσίους υπαλλήλους και συνταξιούχους και εάν ναι, πότε την προσδιορίζετε χρονικά;

Όλα αξιολογούνται με βάση τον δημοσιονομικό χώρο.

 

Σε ορισμένους κύκλους, αντιπολιτευόμενους και μη, η αιφνίδια ανακοίνωση περί νέας μόνιμης μείωσης του ΕΝΦΙΑ κατά 13% ξύπνησε συνειρμούς πρόωρων εκλογών. Τι απαντάτε;

Οι μειώσεις φόρων και ασφαλιστικών εισφορών αποτελούν βασικό άξονα του κυβερνητικού μας προγράμματος. Είναι κάτι που εφαρμόζουμε, με συνέπεια και συνέχεια, από την αρχή της θητείας μας, ακόμη και κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες. Συνεπώς, καμία νέα μείωση δεν μπορεί να κριθεί ως αιφνίδια, ούτε να γεννά συνειρμούς. Απλώς, συνιστά πράξη συνέπειας προεκλογικών λόγων και μετεκλογικών έργων.

Σε ό,τι αφορά τη μείωση του ΕΝΦΙΑ, αυτή αποτελεί και προεκλογική μας δέσμευση, την οποία και υπερκαλύψαμε με την περαιτέρω μείωσή του, κατά 13%.

Πλέον, η συνολική μείωση του ΕΝΦΙΑ ανέρχεται στο 34% σε σχέση με το 2018. Δηλαδή, τα φυσικά πρόσωπα θα πληρώνουν, από εφέτος, συνολικά 920 εκατ. ευρώ λιγότερα από το 2018.

Με 8 στους 10 πολίτες – ιδιοκτήτες να βλέπουν μειωμένο ΕΝΦΙΑ.

Με το συντριπτικά μεγαλύτερο κομμάτι της μείωσης να αφορά τα χαμηλότερα και μεσαία εισοδηματικά στρώματα.

Με την επέκταση της έκπτωσης φόρου 30%, τη σημαντική μείωση των συντελεστών βασικού φόρου κτισμάτων, την ακόμα μεγαλύτερη μείωση των συντελεστών του βασικού φόρου οικοπέδων και την ενσωμάτωση, για τα φυσικά πρόσωπα, του συμπληρωματικού φόρου στον βασικό φόρο να καθιστούν τον νέο ΕΝΦΙΑ πιο δίκαιο.

Συνεχίζουμε, με την ίδια μεθοδικότητα, και με ορίζοντα εξάντλησης της κυβερνητικής μας θητείας, την υλοποίηση του σχεδιασμού μας.

 

2022-02-05 POLITICAL-ΤΕΥΧΟΣ-309-10-11

political.gr

Share

Εκτύπωση άρθρου Εκτύπωση άρθρου
TwitterInstagramYoutube