Ακίνητη Περιουσία Δημοσίου

Άρθρο στην εφημερίδα “Καθημερινή” – “Η αναγκαιότητα τόνωσης της αγοράς ακίνητης περιουσίας” | 7.10.2018

Χρήστος Σταϊκούρας1 και Παναγιώτης Μπαλωμένος2

Άρθρο στο Οικονομικό Ένθετο της Καθημερινής της Κυριακής

Τα τελευταία χρόνια, η αγορά ακίνητης περιουσίας δοκιμάστηκε σκληρά, εξαιτίας κυρίως της οικονομικής κρίσης, ενώ ποιοτικοί παράγοντες και νέα δεδομένα της τελευταίας τετραετίας δημιουργούν ανησυχίες για την προοπτική ανάκαμψής της σε στέρεες βάσεις.

Ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα της αγοράς ακίνητης περιουσίας, με έντονο κοινωνικό αντίκτυπο, αποτελούν οι κατασχέσεις ακινήτων ιδιωτών από το δημόσιο, οι πλειστηριασμοί και οι αποποιήσεις κληρονομιών. Αυτά δημιουργούν έναν τεράστιο όγκο ακινήτων, όπου σε μια ρηχή αγορά όπως είναι η ελληνική, καθιστούν το δημόσιο τομέα ρυθμιστή της πορείας και της βιωσιμότητάς της. Ενδεικτικά, μόνο για το 2017, σύμφωνα με πληροφορίες, οι αποποιήσεις κληρονομιών ανήλθαν στις 130.000, σχεδόν τριπλάσιες συγκριτικά με το 2016, ενώ σύμφωνα με εκτιμήσεις, μέσα στην επόμενη τετραετία, μόνο το Ελληνικό Δημόσιο αναμένεται να βγάλει «στο σφυρί» τουλάχιστον 500.000 ακίνητα. Από την άλλη πλευρά, οι τράπεζες προγραμματίζουν περίπου 140.000 πλειστηριασμούς έως το τέλος του 2021.

Η κατάσταση στην ελληνική αγορά ακινήτων περιπλέκεται ακόμη περισσότερο καθώς υπολογίζεται ότι άνω των 150.000 ακινήτων (κυρίως κατοικίες) ιδιωτών στην Αθήνα είναι υψηλής παλαιότητας, τα οποία είναι μη επαρκώς συντηρημένα και έχουν τεθεί ουσιαστικά εκτός διαπραγμάτευσης και αγοράς. Πράγματι, άνω του 60% των κτιρίων του κέντρου της Αθήνας είναι κατασκευασμένα πριν από το 1960, ενώ πλέον του 85% αυτών χρήζουν παρεμβάσεων αποκατάστασης, εκσυγχρονισμού και βελτίωσης της λειτουργικότητας και της ενεργειακής τους απόδοσης. Κενές κατοικίες, κυρίως εγκαταλελειμμένα και σε κακή κατάσταση κτίρια και ανοίκιαστα διαμερίσματα, αποτελούν μια πραγματικότητα. Η πολυιδιοκτησία, η μέτρια ή κακή κατάσταση των κτιρίων, το μεγάλο κόστος αποκατάστασης και συντήρησης για τα διατηρητέα και η διαχρονική γραφειοκρατία σε θέματα αδειοδοτήσεων επιβαρύνουν την κατάσταση.

Επιπρόσθετα, οι νέες κατασκευές είναι ελάχιστες, νέες εντάξεις στα σχέδια πόλεως δεν προγραμματίζονται, ενώ οι χρηματοδοτήσεις τραπεζών για στεγαστικά δάνεια βρίσκονται σε ιστορικά χαμηλά και δεν προβλέπεται σημαντική διαφοροποίηση μεσοπρόθεσμα. Επιπλέον, ένα πολύ σημαντικό τμήμα του οικιστικού αποθέματος μισθώνεται βραχυχρόνια, αποκλειστικά στο πλαίσιο της οικονομίας του διαμοιρασμού, ενώ άγνωστη παράμετρος παραμένει η μεσοπρόθεσμη πολιτική των τραπεζών (και των funds) σχετικά με τα ακίνητα ιδιωτών που έχουν περιέλθει ή θα περιέλθουν στην κατοχή τους, αλλά και η σχετική επίπτωση στην κτηματαγορά.

Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, προκύπτει το συμπέρασμα ότι εάν ο δημόσιος τομέας δεν καταφέρει τάχιστα να προσφέρει προς διάθεση στην αγορά τα ακίνητα που διαχειρίζεται ή θα κληθεί να διαχειριστεί και εάν η πολιτεία δεν δώσει σημαντικά κίνητρα σε ιδιώτες για τη ριζική ανακαίνιση ακινήτων παλαιότητας και την επανείσοδό τους στην αγορά, θα υπάρξει ανισορροπία και αδυναμία ύπαρξης ποιοτικής κατοικίας, κυρίως για τους πολίτες των μικρών και μεσαίων εισοδημάτων.

Με αυτά τα δεδομένα, λαμβάνοντας υπόψη ότι η αγορά ακινήτων στη χώρα μας αποτελεί συνδεδεμένο μέρος της διεθνούς αγοράς, η πολιτεία οφείλει να σχεδιάσει μια νέα εθνική στεγαστική πολιτική η οποία θα βασίζεται, μεταξύ άλλων, σε αναπτυξιακές πρωτοβουλίες που θα αναλάβουν από κοινού ο δημόσιος και ο ιδιωτικός τομέας. Πράγματι, στις ανοικτές οικονομίες, η πολιτεία παρεμβαίνει με τη δημιουργία κρίσιμων δημόσιων έργων και με την αναγκαία προληπτική και κατασταλτική εποπτεία, ενώ διαμορφώνει και ένα στρατηγικό σχέδιο – υποστηριζόμενο από κατάλληλες θεσμικές, πολεοδομικές και φορολογικές παρεμβάσεις – που θα επιτρέψουν στον ιδιωτικό τομέα να ενεργοποιηθεί, δημιουργώντας έτσι προσδοκίες για βιώσιμες επενδύσεις με υψηλή προστιθέμενη αξία και κοινωνική ανταποδοτικότητα.

Στην κατεύθυνση αυτή, αναγκαίες δράσεις που θα μπορούσαν να αναληφθούν είναι η έκπτωση φόρου 40% για εργασίες ενεργειακής και λειτουργικής αναβάθμισης ακινήτων, με ειδική μέριμνα για τα φτωχότερα νοικοκυριά και για όσους αντιμετωπίζουν προβλήματα ρευστότητας, η θεσμική αντιμετώπιση του ζητήματος της πολυιδιοκτησίας και των εγκαταλελειμμένων κτιρίων, η απλοποίηση των μεταβιβάσεων και η μείωση των δικαιολογητικών για τη μεταβίβαση ακινήτων (έχει ήδη ανακοινωθεί αυτό ως δέσμευση από τον Πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας κ. Μητσοτάκη).

Το επόμενο μεγάλο πρόβλημα που βιώνει η αγορά, είναι η υψηλή φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας, πολύ υψηλότερη του μέσου όρου των χωρών του ΟΟΣΑ. Η Νέα Δημοκρατία έχει ήδη προτείνει τη μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 30% μέσα στα δύο πρώτα χρόνια διακυβέρνησής της, καθώς και την αναστολή του ΦΠΑ στις νέες οικοδομικές δραστηριότητες και του φόρου υπεραξίας στις αγοραπωλησίες ακινήτων για τρία χρόνια, προκειμένου να στηριχθεί η αγορά ακινήτων.

Η υπερφορολόγηση όμως βρήκε εφαρμογή και σε επενδυτικά σχήματα, όπως είναι οι ΑΕΕΑΠ (Ανώνυμες Εταιρείες Επενδύσεων Ακίνητης Περιουσίας). Από το 1999, όταν και εισήχθη το σχετικό θεσμικό πλαίσιο, οι εν λόγω εταιρείες απέδειξαν ότι είναι σε θέση να προσελκύσουν θεσμικά κεφάλαια του εξωτερικού, με σκοπό τις επενδύσεις στην ελληνική αγορά ακινήτων. Παρ’ όλα αυτά, τον Ιούνιο του 2016, η Κυβέρνηση επταπλασίασε τον συντελεστή του φόρου που επιβάλλεται στο σύνολο του ενεργητικού τους. Οφείλει συνεπώς να λάβει χώρα ο επανασχεδιασμός του σχετικού φορολογικού πλαισίου, υπό όρους συγκρίσιμους με το αντίστοιχο πλαίσιο των λοιπών ευρωπαϊκών χωρών.

Ο τρίτος και εξίσου σημαντικός πυλώνας παρέμβασης αφορά τη δημόσια ακίνητη περιουσία. Η Γενική Γραμματεία Δημόσιας Περιουσίας (ΓΓΔΠ) οφείλει να αναλάβει ένα εξαιρετικά σημαντικό ρόλο, αυτόν της χάραξης της στρατηγικής της χώρας αναφορικά με την αγορά ακίνητης περιουσίας. Η δημιουργία ενός θεσμικού αντίβαρου έναντι του Υπερταμείου, ειδικά όταν σε αυτό αποδεικνύεται καθημερινά ότι έχει μεταβιβαστεί πλήθος κρατικών περιουσιακών στοιχείων, ώστε να διασφαλιστεί ο θεσμικός ρόλος του Δημοσίου, αποτελεί μια αναγκαιότητα. Οι δράσεις τις οποίες μπορεί, ενδεικτικά, να αναλάβει η ΓΓΔΠ είναι:

  • Συντονισμός για τη διαχείριση των χιλιάδων ακινήτων που θα προέλθουν από κατασχέσεις και από αποποιήσεις κληρονομιών αλλά και από τα αδήλωτα ακίνητα ιδιωτών στο κτηματολόγιο, και κατάστρωση μιας νέας εθνικής στεγαστικής πολιτικής.
  • Εμπέδωση της συνεργασίας μεταξύ του Δημοσίου και του Υπερταμείου, προκειμένου να επιτευχθεί η ταχύτερη προώθηση της υλοποίησης επενδύσεων που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο της αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας.
  • Πρωτοβουλίες για στρατηγική συνεργασία όλων των φορέων της πολιτείας που ενεργοποιούνται στην αγορά ακίνητης περιουσίας (κεντρικής κυβέρνησης, οργανισµών τοπικής αυτοδιοίκησης, οργανισµών κοινωνικής ασφάλισης, άλλων ΝΠ∆∆, κληροδοτηµάτων, δηµόσιων επιχειρήσεων κ.α.).
  • Πρωτοβουλίες για μείωση των φορέων αξιοποίησης της δημόσιας ακίνητης περιουσίας, επιχειρησιακή ενοποίηση του μητρώου ακινήτων – που δημιουργήθηκε το 2013 – και αύξηση της ταχύτητας ωρίμανσης ακινήτων και επενδυτικών σχεδίων.
  • Διερεύνηση του επενδυτικού κλίματος και των προϋποθέσεων για ΣΔΙΤ, αναφορικά με την αστική ανάπλαση χωρικών ενοτήτων ή λοιπών – μεγάλης κλίμακας – αστικών παρεμβάσεων.
  • Συντονισμός για τη δημιουργία χαρτοφυλακίων στεγαστικών ακινήτων (ή αλλαγή χρήσης λοιπών ακινήτων) ιδιοκτησίας δημοσίου προς πώληση, σύμφωνα με το θεσμικό πλαίσιο χορήγησης άδειας διαμονής σε αλλοδαπούς (πρόγραμμα Golden Visa).
  • Συντονισμός για τη δημιουργία χαρτοφυλακίων επαγγελματικών ακινήτων δημοσίων ακινήτων και αξιοποίησή τους μέσω του συνδυασμού των θεσμικών πλαισίων περί ΑΕΕΑΠ, Αμοιβαίων Κεφαλαίων Ακίνητης Περιουσίας και ΣΔΙΤ.
  • Συντονισμός για τη δημιουργία χαρτοφυλακίων ενιαίων αγροτικών εκτάσεων για μακροχρόνια μίσθωση (συνεργασία Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, OTA και Εκκλησίας), για την προσέλκυση στρατηγικών επενδυτών στον πρωτογενή τομέα.
  • Πρωτοβουλίες για την ενιαία λειτουργική διαχείριση όλων των κτιριακών εγκαταστάσεων του δημοσίου τομέα (facilities management).
  • Πρωτοβουλίες ώστε το μητρώο αξιών μεταβιβάσεων ακινήτων της Γενικής Γραμματείας Πληροφοριακών Συστημάτων να αξιοποιηθεί στατιστικά και μαζί με τους δείκτες της Τράπεζας της Ελλάδος να ποσοτικοποιηθεί περαιτέρω η αγορά ακίνητης περιουσίας, με την ανάπτυξη δεικτών ζητούμενων τιμών. Τα θεσμικά κεφάλαια άλλωστε τα οποία είναι απαραίτητα για την ωρίμανση της αγοράς απαιτούν πλήρη διαφάνεια.
  • Πρωτοβουλίες για συνεργασία με Πανεπιστήμια και ερευνητικούς φορείς για την εκπαίδευση των συμμετεχόντων στην αγορά, την ενίσχυση της εφαρμοσμένης έρευνας και τη διάχυση των αποτελεσμάτων της.
  • Πρωτοβουλίες για δημιουργία μόνιμης επιτροπής φορέων της αγοράς ακινήτων, με στόχο τη συνεχή διαβούλευση και με επιδιωκόμενο αποτέλεσμα τη θεσμική θωράκιση και τον εκσυγχρονισμό της αγοράς.

Η καθοριστική συμβολή της αγοράς ακινήτων στη βιώσιμη ανάπτυξη της χώρας, στη δημιουργία ποιοτικών θέσεων απασχόλησης και στην ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής επιβάλουν αναγνώριση των προβλημάτων, συντονισμό, ρεαλιστικές πολιτικές και τολμηρές δράσεις και εμπέδωση κουλτούρας συνεργασίας μεταξύ του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα με γνώμονα την κοινωνική ανταποδοτικότητα.

* Ο κ. Χρήστος Σταϊκούρας είναι βουλευτής Φθιώτιδας Ν.Δ., πρώην αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, επίκουρος καθηγητής ΟΠΑ.

** Ο κ. Παναγιώτης Μπαλωμένος είναι τοπογράφος μηχανικός ΕΜΠ, MSc και PhD στην ακίνητη περιουσία.

ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Ομιλία στο 6ο RE+D Business Forum – “The shape of things to come”

Κυρίες και Κύριοι,

Θα ήθελα να ευχαριστήσω τους διοργανωτές του 6oυ Real Estate and Development (RE+D) Business Forum για την πρόσκληση που μου απηύθυναν να παραστώ και να καταθέσω ορισμένες σκέψεις σχετικά με την προοπτική αξιοποίησης της Ακίνητης Περιουσίας του Δημοσίου.

Είναι ξεκάθαρο πως για να εδραιωθεί η βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους και να επιτευχθεί η αποκλιμάκωσή του, αυτό που απαιτείται, εκτός από την υπό συζήτηση αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, την επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων και την ανάκαμψη της Οικονομίας, είναι η αξιοποίηση της Ακίνητης Περιουσίας του Δημοσίου.

Αν και καθυστερημένα, και υπό δυσμενέστερες οικονομικές συνθήκες και χρηματοοικονομικές αποτιμήσεις, οι εταίροι μας αναγνώρισαν την αναγκαιότητα ένταξης της αξιοποίησης της Περιουσίας του Δημοσίου στην εξίσωση επίλυσης της κρίσης χρέους στη χώρα μας.

Προσδοκούν μάλιστα να αντληθούν, σε συνδυασμό με ένα εκτεταμένο πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων, 50 δισ. ευρώ έως το 2015.

Αν και πλέον ο στόχος αυτός μετατίθεται, τουλάχιστον, για το 2017 με 2020 σύμφωνα με τις τελευταίες επικαιροποιήσεις του Προγράμματος Οικονομικής Πολιτικής.

Ομολογείται πλέον ότι μια ορθολογική διαχείριση και μια δυναμική, στοχευμένη και άμεση αξιοποίηση και ανάπτυξη της ακίνητης περιουσίας μπορεί να εξασφαλίσει σημαντικά, σταθερά και σε μακροχρόνια βάση έσοδα για το Δημόσιο, να μειώσει το ύψος του χρέους, και να δημιουργήσει πρόσθετα αναπτυξιακά οφέλη για τις τοπικές κοινωνίες και οικονομίες.

Βέβαια κάτι τέτοιο δεν υλοποιείται.

Και αυτό γιατί η προηγούμενη Κυβέρνηση επέδειξε πρωτοφανή αδράνεια και καθυστέρηση.

Δεν διέθετε πολιτική βούληση και ολοκληρωμένο σχέδιο ώστε να προχωρήσει, μεθοδικά, αποτελεσματικά και με διαφάνεια, στην αξιοποίηση της περιουσίας.

Το αποτέλεσμα είναι σήμερα, η 5η Επικαιροποίηση του «Μνημονίου» να εκτιμά ότι τα έσοδα θα ανέλθουν στο 1,7 δισ. ευρώ μέχρι το τέλος του έτους, έναντι αρχικής πρόβλεψης, ενσωματωμένης πριν από 6 μόλις μήνες στο Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο, για 5 δισ. ευρώ.

Κυρίες και Κύριοι,

Σήμερα, όμως, η αξιοποίηση της Περιουσίας του Δημοσίου γίνεται πιο δύσκολη, καθώς οι αγορές είναι διστακτικές.

Και η διστακτικότητα αυτή είναι αποτέλεσμα της υποχώρησης της εγχώριας οικονομικής δραστηριότητας, της πιστωτικής συρρίκνωσης, του περιορισμού των διεθνών επενδυτικών πόρων, της καθυστέρησης στην εκτίμηση περιουσιακών στοιχείων, του μη σταθερού φορολογικού και επενδυτικού περιβάλλοντος στη χώρα μας.

Είναι, όμως, εφικτό να ανατραπεί αυτή η εικόνα.

Να διαμορφωθεί και να προωθηθεί ένα συνεκτικό και ολοκληρωμένο σχέδιο αξιοποίησης της περιουσίας που θα κερδίσει την εμπιστοσύνη και το ενδιαφέρον των επενδυτών.

Την τελευταία περίοδο έχουν γίνει κάποια πρώτα βήματα.

Κυρίως, σε θεσμικό επίπεδο.

  • Με την ίδρυση του Ταμείου Αξιοποίησης της Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου.
  • Τη μεταφορά περίπου 35 ακινήτων στο Ταμείο,
  • Τη μεταφορά σχεδόν όλων των εναπομείναντων περιουσιακών στοιχείων του 2012 προς ιδιωτικοποίηση στο Ταμείο και τη διασφάλιση τεχνικής, νομικής και χρηματοοικονομικής αρωγής από ειδικούς συμβούλους.
  • Τη νομοθετική πρωτοβουλία για την ενίσχυση της τουριστικής κατοικίας.
  • Την προώθηση της διαδικασίας αξιοποίησης του πρώην αεροδρομίου του Ελληνικού.

Διαδικασία, η οποία θέλω να επισημάνω πως είναι μείζονος σημασίας και πρέπει να κινείται σε τρεις άξονες: διαφάνεια, σεβασμό στο περιβάλλον και μεγιστοποίηση του οικονομικού οφέλους για το Δημόσιο.

Επί της ουσίας όμως, τα βήματα αυτά είναι σπασμωδικά, αργά και δειλά.

Δεν είναι αρκετά από μόνα τους να αντιμετωπίσουν την κατάσταση, αντιθέτως δημιουργούν κενά και ανησυχίες, όπως για παράδειγμα για το ρόλο και την αξιοποίηση της ΚΕΔ.

Ενώ δεν έχει λειτουργήσει ακόμη ουσιαστικά η Γενική Γραμματεία Ακίνητης Περιουσίας, στην οποία και υπάγονται όλα τα ακίνητα του Δημοσίου που δεν έχουν εκχωρηθεί προς πώληση στο Ταμείο Αποκρατικοποιήσεων.

Γραμματεία με αποστολή την εποπτεία, το συντονισμό, τον έλεγχο εφαρμογής της κυβερνητικής πολιτικής και του παραγόμενου έργου από τις συναρμόδιες Υπηρεσίες και τα Νομικά Πρόσωπα, τον έλεγχο της νομιμότητας και τη διασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος, την αποτελεσματικότερη διοίκηση, διαχείριση, προστασία καθώς και την επωφελέστερη αξιοποίηση της Δημόσιας και Κοινωφελούς Περιουσίας  και των Εθνικών Κληροδοτημάτων.

Κυρίες και Κύριοι,

Η Νέα Δημοκρατία, έγκαιρα και με συνέπεια, έχει καταθέσει ένα συνεκτικό και ολοκληρωμένο σχέδιο αξιοποίησης της περιουσίας του Δημοσίου, με έμφαση στη διαφάνεια, στον έλεγχο και στην αποδοτικότητα.

Έχει προτείνει συγκεκριμένες πολιτικές αξιοποίησης που θα μετατρέψουν ένα μέρος του δυνητικού, ανενεργού, πλούτου σε «ενεργητικό».

Με μεθόδους που θα διασφαλίζουν τον έλεγχο και την τήρηση των κανόνων, ώστε να αποφύγουμε στρεβλές μορφές οικιστικής ανάπτυξης, όπως συνέβη σε άλλες χώρες.

Με σύγχρονα εργαλεία διαχείρισης χαρτοφυλακίων ακινήτων που αξιοποιούν την εμπειρία του ιδιωτικού τομέα, όπως είναι οι συμβάσεις παραχώρησης, οι τιτλοποιήσεις ιδιοχρησιμοποιούμενων ακινήτων, οι μακροχρόνιες μισθώσεις, οι ΣΔΙΤ, οι τεχνικές πώλησης και επαναμίσθωσης (κυρίως λειτουργική).

Με την εμπορική αξιοποίηση ενός άλλου μέρους της περιουσίας που μπορεί να αποφέρει άμεσα τη ρευστότητα που χρειαζόμαστε για να μειώσουμε το χρέος.

Με αξιοποίηση λιμανιών, αεροδρομίων και μαρίνων, συντελώντας, πέρα από τη συγκέντρωση δημοσίων εσόδων, και στην τόνωση της περιφερειακής ανάπτυξης.

Με την άρση των πολλαπλών περιορισμών και γραφειοκρατικών ή οργανωτικών δυσλειτουργιών που σήμερα υπάρχουν, χρησιμοποιώντας διαδικασίες αντίστοιχες με εκείνες που ακολουθήθηκαν για τις απαλλοτριώσεις εν όψει των Ολυμπιακών Αγώνων.

Κυρίες και Κύριοι,

Δεν παραγνωρίζουμε τα προβλήματα που υπάρχουν στην αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, όπως η ανυπαρξία πλήρους και ακριβούς κτηματολογίου, οι πολλαπλές δεσμεύσεις και οι περιορισμοί, ο κατακερματισμός, οι συνεχείς καταπατήσεις και οι δικαστικές διενέξεις.

Προβλήματα που δεν είναι σημερινά, αλλά διαχρονικά.

Δεν παραβλέπουμε τις επενδυτικές δυσκολίες της αγοράς.

Ωστόσο, πιστεύουμε πως η συγκρότηση μιας ολοκληρωμένης και κεντρικά σχεδιαζόμενης πολιτικής θα μπορέσει να ενεργοποιήσει τις παραγωγικές δυνάμεις της ελληνικής Οικονομίας και την ελεύθερη αγορά, προς την κατεύθυνση της αξιοποίησης της περιουσίας.

Και προς την κατεύθυνση αυτή αξίζει να προσπαθήσουμε και να μην αδρανούμε.

Δήλωση μετά τη συνεδρίαση της Διυπουργικής Επιτροπής Αποκρατικοποιήσεων

Ο Αναπληρωτής Υπεύθυνος του Τομέα Πολιτικής Ευθύνης Οικονομίας της Νέας Δημοκρατίας, βουλευτής Φθιώτιδας, κ. Χρήστος Σταϊκούρας, έκανε την ακόλουθη δήλωση μετά τη συνεδρίαση της Διυπουργικής Επιτροπής Αποκρατικοποιήσεων:

 

«Η ένταξη της αξιοποίησης της ακίνητης περιουσίας στην Ημερήσια Διάταξη της σημερινής Διυπουργικής Επιτροπής Αποκρατικοποιήσεων καταδεικνύει την καθυστέρηση και την πρωτοφανή αδυναμία της Κυβέρνησης του ΠΑ.ΣΟ.Κ. να προωθήσει ουσιαστικές και στοχευμένες πολιτικές για την αντιμετώπιση του δημοσίου χρέους.

 

Το γεγονός τουλάχιστον ότι αυτό το θέμα συζητήθηκε σήμερα είναι θετικό και υποδηλώνει ότι η Κυβέρνηση αρχίζει να αντιλαμβάνεται την ορθότητα του μείγματος οικονομικής πολιτικής, που πρόσφατα πρότεινε η Νέα Δημοκρατία και ο Πρόεδρος της κ. Αντώνης Σαμαράς. Μείγματος οικονομικής πολιτικής, που περιλαμβάνει πρωτοβουλίες, μεταξύ άλλων, αξιοποίησης – και όχι εκποίησης – της ανενεργής ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου. Με μακροχρόνιες μισθώσεις, leasing ή ΣΔΙΤ, ενός μέρους των ακινήτων και με την εμπορική αξιοποίηση ενός άλλου μέρους, με ανάπτυξη τουριστικής κατοικίας για αγοραστές υψηλής εισοδηματικής στάθμης, με αξιοποίηση λιμανιών, αεροδρομίων, μαρίνων κλπ.

 

Είναι ενθαρρυντικό, λοιπόν, που η Κυβέρνηση, έστω και καθυστερημένα και υπό την πίεση του Σχεδίου της Νέας Δημοκρατίας, βασικός πυλώνας του οποίου είναι η αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου, αρχίζει να τη συζητά. Αρκεί αυτή η συζήτηση να μην εξαντλείται σε γενικόλογες και αόριστες αναφορές και συστάσεις επιτροπών, αλλά να πάρει ουσιαστικό περιεχόμενο, ώστε να έχουμε άμεσα, ορατά αποτελέσματα».

Δήλωση για την Ανακοίνωση Προγράμματος Αποκρατικοποιήσεων και Αξιοποίησης Ακίνητης Περιουσίας Δημοσίου

Ο Αναπληρωτής Υπεύθυνος του Τομέα Πολιτικής Ευθύνης Οικονομίας της Νέας Δημοκρατίας, βουλευτής Φθιώτιδας, κ. Χρήστος Σταϊκούρας, έκανε την ακόλουθη δήλωση, σχετικά με την Ανακοίνωση Προγράμματος Αποκρατικοποιήσεων και Αξιοποίησης Ακίνητης Περιουσίας Δημοσίου:

«Η Κυβέρνηση, μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα παλινωδιών, αναβολών,  καθυστερήσεων και ενδοκυβερνητικών συγκρούσεων, χωρίς σαφή προσανατολισμό και στόχευση, ανακοίνωσε τον “προγραμματισμό” της για τις Αποκρατικοποιήσεις, τη διαχείριση και αξιοποίηση της Ακίνητης Περιουσίας του Δημοσίου.

“Προγραμματισμός” που καταδεικνύει:

1ον. Την έλλειψη πολιτικής βούλησης και την απουσία σχεδιασμού της Κυβέρνησης για την προώθηση ενός ολοκληρωμένου Προγράμματος Αποκρατικοποιήσεων και μιας συστηματικής και ορθολογικής αξιοποίησης της Ακίνητης Περιουσίας του Δημοσίου.

Οι εξαγγελίες είναι αόριστες και χωρίς συγκεκριμένο και σαφές χρονοδιάγραμμα.

2ον. Τις αντιφάσεις μεταξύ προεκλογικών εξαγγελιών του ΠΑ.ΣΟ.Κ., μετεκλογικών προγραμματικών δεσμεύσεων και σημερινών ανακοινώσεων της Κυβέρνησης. Τα περισσότερα από αυτά πού εξαγγέλλει σήμερα η κυβέρνηση τα είχε δρομολογήσει η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, αλλά το ΠΑΣΟΚ διαφωνούσε τότε και αντιδρούσε σε όλα. 

3ον. Την ορθή πολιτική επιλογή της Κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας να ξεκινήσει τις διαδικασίες και να διαμορφώσει ένα νέο “πακέτο” Αποκρατικοποιήσεων.

Και αυτό διότι οι σημερινές εξαγγελίες αποτελούν αντιγραφή τμήματος των πρωτοβουλιών, ώριμων επιλογών, αλλά και του Προγράμματος, της Νέας Δημοκρατίας.

4ον. Την ορθή πολιτική επιλογή της σημερινής Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, της Νέας Δημοκρατίας, να καταθέσει, έγκαιρα και ολοκληρωμένα, δέσμη 23 μέτρων για την τόνωση της Αγοράς, μηδενικού ή ελαχίστου δημοσιονομικού κόστους.

Μέτρα, όπως αυτά που περιλαμβάνονται, αν και γενικόλογα, στις σημερινές ανακοινώσεις, και αφορούν την αναβάθμιση και αξιοποίηση των περιφερειακών αεροδρομίων, τη συγκέντρωση φορέων λιμανιών και την αξιοποίηση της Ακίνητης Περιουσίας του Δημοσίου.

5ον. Την αδράνεια της Κυβέρνησης σε σειρά διαρθρωτικών αλλαγών, όπως είναι η αναδιοργάνωση του ΟΣΕ, αφού, εν τέλει, οι βασικοί άξονες της Κυβερνητικής πρωτοβουλίας εδράζονται στη φιλοσοφία του σχεδίου που η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας είχε καταρτίσει και παρουσιάσει.

6ον. Την περιορισμένη χρηματοοικονομική αποτίμηση του “πακέτου” των Αποκρατικοποιήσεων, αφού οι προτεινόμενες δράσεις δεν αναμένεται να αποφέρουν το προσδοκώμενο όφελος για την περίοδο 2011-2013.

Τα παραπάνω επιβεβαιώνουν τις ανησυχίες της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Αλλά και τις εντάσεις που αποτυπώνονται στο Stand-by-Arrangement του ΔΝΤ (5 Μαΐου).  Ότι, δηλαδή, “τα σχέδια αποκρατικοποιήσεων είναι απογοητευτικά και τα σχέδια για τη αναδιάρθρωση των δημοσίων επιχειρήσεων είναι αδύναμα”».

TwitterInstagramYoutube