Χρηματοπιστωτική Αγορά

Ομιλία στο Συνέδριο “Banking and Insurance Forum: The Day After”

xristos-staikouras-banking-and-insurance-forumΚυρίες και Κύριοι,

Θέλω να ευχαριστήσω τους διοργανωτές του Συνεδρίου για την πρόσκληση που μου απηύθυναν να παραστώ και να καταθέσω σκέψεις για την τρέχουσα οικονομική κατάσταση της χώρας, ιδιαίτερα του τραπεζικού συστήματος.

Κυρίες και Κύριοι,

Γνωρίζετε ότι οι Ευρωπαϊκές οικονομίες, από το 2008, «χτυπήθηκαν» έντονα από την παγκόσμια κρίση.

Κρίση δημοσιονομική και χρηματοπιστωτική.

Κρίση μεταδοτική, από τον χρηματοπιστωτικό προς το δημοσιονομικό τομέα, ή αντίστροφα.

Κρίση η οποία ανέδειξε τις ατέλειες και τις υστερήσεις του Ευρωπαϊκού οικοδομήματος.

Αφού το βρήκε «ανοχύρωτο». Χωρίς μηχανισμούς αντίστασης και αντίδρασης, ελέγχου και εποπτείας.

Με το εγχείρημα της οικονομικής και νομισματικής ενοποίησης, δομικά και θεσμικά, ημιτελές.

Και με την Ελλάδα, να πλήττεται άμεσα και περισσότερο.

Αφού είχε τις μεγαλύτερες, διαχρονικά, ενδογενείς αδυναμίες.

Με αποτέλεσμα, η οικονομία της να λειτουργεί, περισσότερο ή λιγότερο ανά περίοδο, σε συνθήκες ασταθούς ισορροπίας.

Και με ένα αναπτυξιακό υπόδειγμα που χαρακτηρίζονταν από εμφανείς αλλά και υποβόσκουσες, μακροχρόνιες παθογένειες στο αξιακό, στο θεσμικό, στο πολιτικό, στο κοινωνικό και στο οικονομικό πεδίο.

Η μεταγενέστερη εξέλιξη των γεγονότων στη χώρα μας είναι γνωστή.

Η κρίση δανεισμού, η προσφυγή της χώρας στο Μηχανισμό Στήριξης ως αποτέλεσμα και μιας σειράς λανθασμένων πολιτικών επιλογών της τότε περιόδου, η εφαρμογή ενός Προγράμματος Οικονομικής Πολιτικής, του ίδιου Προγράμματος από το 2010 μέχρι και σήμερα.

Πρόγραμμα ασφυκτικό και ανελαστικό.

Πρόγραμμα το οποίο απαιτεί βίαιη και εμπροσθοβαρή δημοσιονομική προσαρμογή και πλήθος δύσκολων, αλλά σε πολλές περιπτώσεις αναγκαίων διαρθρωτικών παρεμβάσεων.

Πρόγραμμα το οποίο, παρά τα οποία λάθη στο περιεχόμενό του στο μίγμα της δημοσιονομικής πολιτικής και την αβελτηρία στην εφαρμογή του στο σκέλος των διαρθρωτικών αλλαγών, κατέγραψε, στο τέλος του 2014, θετικά και μετρήσιμα αποτελέσματα.

Αποτελέσματα τα οποία αναγνωρίζονται τόσο διεθνώς όσο και εντός της χώρας.

Και τα οποία είναι προϊόν συλλογικής και σκληρής δουλειάς.

Και, κυρίως, των μεγάλων θυσιών των Ελλήνων πολιτών.

  • Επιτεύχθηκαν δημοσιονομικοί στόχοι.
  • Παράχθηκαν πρωτογενή πλεονάσματα.
  • Αντιμετωπίστηκαν χρόνιες εσωτερικές και εξωτερικές ανισορροπίες.
  • Ενισχύθηκε η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
  • Η οικονομία άρχισε και πάλι να μεγεθύνεται.
  • Η ανεργία, αν και οριακά, είχε αρχίσει να υποχωρεί.
  • Ενώ ολοκληρώθηκε επιτυχώς και η ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος.

Κυρίες και Κύριοι,

Θέλω να σταθώ ιδιαίτερα στο τελευταίο.

Και αυτό όχι μόνο γιατί αποτελεί το θέμα του Συνεδρίου.

Αλλά και γιατί η εύρυθμη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος, ιδιαίτερα σε τραπεζοκεντρικές χώρες όπως είναι η Ελλάδα, αποτελεί προϋπόθεση για τη βιώσιμη ανάπτυξη και την αποτελεσματική κατανομή των οικονομικών πόρων.

Τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας, τα τελευταία χρόνια, βρέθηκαν αντιμέτωπα με πολλές, μεγάλες και διευρυνόμενες προκλήσεις.

Προκλήσεις που απέρρεαν:

  • Από την επιβράδυνση του ρυθμού οικονομικής μεγέθυνσης.
  • Από τις συνεχείς υποβαθμίσεις της πιστοληπτικής αξιολόγησης των τραπεζών, αποτέλεσμα των αντίστοιχων υποβαθμίσεων της χώρας.
  • Από τον αποκλεισμό των πιστωτικών ιδρυμάτων από τις διεθνείς αγορές άντλησης κεφαλαίων.
  • Από τη συρρίκνωση του ρυθμού πιστωτικής επέκτασης, με τον περιορισμό τόσο της ζήτησης όσο και της προσφοράς τραπεζικών πιστώσεων.
  • Από τις επιπτώσεις της αναδιάρθρωσης του Ελληνικού δημοσίου χρέους, που άσκησε πιέσεις στα μεγέθη των Ελληνικών τραπεζών.
  • Από την έντονη και συνεχή εκροή των καταθέσεων.
  • Από την αναγκαιότητα να προσφέρουν, συστηματικά, «ενέσεις» ρευστότητας στο Ελληνικό Δημόσιο καλύπτοντας εκδόσεις βραχυπρόθεσμου χρέους.
  • Από τη χειροτέρευση της ποιότητας του δανειακού χαρτοφυλακίου των πιστωτικών ιδρυμάτων εξαιτίας της βίαιας και μεγάλης επιδείνωσης της χρηματοοικονομικής κατάστασης επιχειρήσεων και νοικοκυριών, αλλά και σφαλμάτων στο σκέλος των χορηγήσεων των ιδίων των πιστωτικών ιδρυμάτων.

Όλες αυτές οι προκλήσεις είχαν ορατές και δυσμενείς επιπτώσεις στη ρευστότητα, στην αποδοτικότητα, στην αποτελεσματικότητα και στην ποιότητα του χαρτοφυλακίου των Ελληνικών πιστωτικών ιδρυμάτων.

Για το λόγο αυτό, στόχος της προηγούμενης Κυβέρνησης ήταν να τεθούν οι  βάσεις για τη δημιουργία ενός ισχυρού, αποτελεσματικού, βιώσιμου και σταθερού τραπεζικού συστήματος, ώστε να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη καταθετών και επενδυτών και να αποφευχθεί ευρεία συστημική αποσταθεροποίηση.

Σ’ αυτό το πλαίσιο:

  • εξασφαλίστηκαν επαρκείς πόροι για την ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος,
  • καλύφθηκαν οι βραχυχρόνιες ανάγκες ρευστότητας μέσω της παροχής έκτακτης χρηματοδότησης,
  • διαμορφώθηκε ένα πλαίσιο εξυγίανσης πιστωτικών ιδρυμάτων ικανό να στηρίξει την ανασύνταξη του τραπεζικού τομέα και
  • μπήκαν οι βάσεις για την αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Οι στόχοι που είχαν τεθεί επιτεύχθησαν.

Το τραπεζικό σύστημα ανακεφαλαιοποιήθηκε και αναδιατάχθηκε επιτυχώς και η εμπιστοσύνη σε αυτό ενισχύθηκε.

Απόδειξη αυτών, ενδεικτικά, μέχρι το τέλος του 2014, αποτελεί:

1ον. Η σταθεροποίηση των καταθέσεων, μετά το καλοκαίρι του 2012. Σ’ αυτό βοήθησε η διατήρηση του κλίματος εμπιστοσύνης και η άνοδος των συναλλαγών στο πλαίσιο της σταδιακής ανάκαμψης της οικονομίας.

2ον. Το γεγονός ότι οι 4 συστημικές τράπεζες, εντός του 1ου εξαμήνου του 2014, είχαν άνετη πρόσβαση στη διατραπεζική χρηματοδότηση και προέβησαν στην έκδοση τραπεζικών ομολόγων – χωρίς εξασφαλίσεις – στις διεθνείς αγορές, αντλώντας σημαντική ρευστότητα και μηδενίζοντας, παράλληλα, την προσφυγή τους στον Έκτακτο Μηχανισμό Ρευστότητας.

3ον. Η κάλυψη, σχεδόν εξ’ ολοκλήρου, από ξένα επενδυτικά κεφάλαια και θεσμικούς επενδυτές, των αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου των ιδρυμάτων.

4ον. Η ταχεία προώθηση της εφαρμογής των σχεδίων αναδιάρθρωσης των τραπεζών που έχουν εγκριθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Αυτή η βελτίωση επιβεβαιώθηκε και από τα αποτελέσματα της άσκησης Συνολικής Αξιολόγησης που διενεργήθηκε από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή.

Δυστυχώς όμως, σήμερα, το Ελληνικό τραπεζικό σύστημα βρίσκεται αντιμέτωπο, και πάλι, με νέες προκλήσεις.

Και αυτό είναι φυσικό, γιατί επηρεάζεται και επηρεάζει την πραγματική οικονομία.

Πραγματική οικονομία η οποία, κυρίως λόγω της παρατεταμένης αβεβαιότητας και των συνεχιζόμενων Κυβερνητικών παλινωδιών, έχει μπει, το τελευταίο τρίμηνο, σε νέα φάση επιδείνωσης:

  • Η οικονομική δραστηριότητα έχει παγώσει και ιδιώτες εγκαταλείπουν επενδυτικές πρωτοβουλίες.
  • Η ανάκαμψη της οικονομίας, που ετετεύχθη το 2014, για 1η φορά μετά από 6 χρόνια, κινδυνεύει.
  • Το κόστος δανεισμού των πιστωτικών ιδρυμάτων έχει επιβαρυνθεί.
  • Η απόσταση από την επιστροφή στις αγορές μεγαλώνει, όπως αποδεκνύεται από την πορεία των αποδόσεων μεσο-μακροπρόθεσμεων Ελληνικών ομολόγων και από το επιτόκιο των τελευταίων εκδόσεων εντόκων γραμματίων.
  • Το κόστος του προγράμματος χρηματοδότησης μεγαλώνει, οι πηγές άντλησης πόρων «στερεύουν» και το Κράτος έχει κηρύξει μερική εσωτερική στάση πληρωμών.

Ενώ η χώρα δεν μπορεί, με τα σημερινά δεδομένα, να συμμετάσχει στο πρόγραμμα «ποσοτικής χαλάρωσης» της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Όλα αυτά συνθέτουν πάλι ένα βαρύ περιβάλλον, με κόστος για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις και με αντίκτυπο, άμεσο και έμμεσο, στο τραπεζικό σύστημα.

Αντίκτυπο που σχετίζεται και με την απροθυμία εκ μέρους των ξένων επενδυτών να ανανεώσουν διατραπεζικά δάνεια και repos με Ελληνικές τράπεζες, αλλά και με την περαιτέρω σημαντική εκροή καταθέσεων λόγω της μείωσης της εμπιστοσύνης των καταθετών.

Καταθέσεις που έχουν διαμορφωθεί στο χαμηλότερο ύψος της τελευταίας δεκαετίας, σύμφωνα με τα στοιχεία του Φεβρουαρίου που δημοσιοποιήθηκαν χθες.

Ταυτόχρονα, η απόφαση της ΕΚΤ, λόγω μη διαφαινόμενης προοπτικής για ολοκλήρωση της αξιολόγησης του Προγράμματος Οικονομικής Πολιτικής, να άρει την εξαίρεση χρεογράφων που έχει εκδώσει ή εγγυηθεί το Ελληνικό Δημόσιο από τις προϋποθέσεις ελάχιστης πιστωτικής διαβάθμισης για την αποδοχή τους ως εξασφαλίσεων κατά τις πράξεις νομισματικής πολιτικής του Ευρωσυστήματος, επιδείνωσε περαιτέρω τις συνθήκες ρευστότητας των τραπεζών.

Πλέον, οι τράπεζες εξαρτώνται σε σημαντικό βαθμό από το Έκτακτο Μηχανισμό ρευστότητας, με αρκετά υψηλότερο κόστος.

Ενώ η πρακτική της Κυβέρνησης να χρησιμοποιεί τα διαθέσιμα στις εμπορικές τράπεζες φορέων της Γενικής Κυβέρνησης προκειμένου να καλύψει τις πιεστικές ταμειακές ανάγκες της χώρας, χειροτερεύει την κατάσταση.

Το αποτέλεσμα είναι, αυτές οι πιέσεις στο παθητικό των τραπεζών, να έχουν άμεση επίπτωση στο ενεργητικό τους.

Καθώς η έλλειψη και το υψηλό κόστος άντλησης ρευστότητας επηρεάζει τη διαθεσιμότητα κεφαλαίων προς τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, ενώ το υψηλό κόστος χρηματοδότησης μετακυλίεται, στο σύνολό του ή εν μέρει, στους δανειολήπτες.

Κυρίες και Κύριοι,

Πέραν του προβλήματος της ρευστότητας, η άλλη μεγάλη πρόκληση που αντιμετωπίζει το τραπεζικό σύστημα έχει να κάνει με το δυσθεώρητο ύψος των μη-εξυπηρετούμενων δανείων.

Το γεγονός αυτό παραμένει σαφώς ένα από τα βασικότερα αίτια για την αδυναμία ουσιαστικής πιστωτικής επέκτασης.

Έχει σημασία να τονίσουμε 4 παραμέτρους όσον αφορά στο πρόβλημα αυτό:

1ον. Η επίλυση του προβλήματος σχετίζεται άμεσα με την ικανότητα των ίδιων των τραπεζών να διαχειρισθούν αποτελεσματικά τα δάνεια σε καθυστέρηση.

Σ’ αυτό το πεδίο θεσπίστηκε και τέθηκε σε ισχύ ο Κώδικας Δεοντολογίας για τη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων ιδιωτικών οφειλών, με τον οποίο εγκαθιδρύθηκε μηχανισμός επίλυσης του μη εξυπηρετούμενου ιδιωτικού χρέους με βάση τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές.

2ον. Η επίλυση του προβλήματος σχετίζεται όμως και με τη βελτίωση του μακροοικονομικού περιβάλλοντος.

Με την παγίωση θετικών, σημαντικών και διατηρήσιμων ρυθμών οικονομικής μεγέθυνσης, η οποία θα δημιουργήσει μια αυτοτροφοδοτούμενη διαδικασία μείωσης των προβληματικών δανείων καθώς θα βελτιώνονται οι δυνατότητες αποπληρωμής από νοικοκυριά και επιχειρήσεις.

Δυστυχώς, η αναμενόμενη επιβράδυνση των ρυθμών οικονομικής ανάπτυξης, θα έχει ως αποτέλεσμα, πιθανότατα, τη δημιουργία πρόσθετων «κόκκινων» δανείων.

Ήδη, τους 2 πρώτους μήνες του έτους, παρατηρήθηκε επιτάχυνση της εμφάνισης νέων καθυστερήσεων, έναντι αποκλιμάκωσης τα τελευταία τρίμηνα του 2014.

3ον. Κομβικής σημασίας είναι και η σταθερότητα ως προς την άσκηση πολιτικής προκειμένου να αποφεύγονται φαινόμενα ηθικού κινδύνου (moral hazard).

Δηλαδή δεν θα πρέπει να δημιουργούνται κίνητρα για αθέτηση οφειλών στους δανειολήπτες που έχουν δυνατότητα να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους.

Μέρος όμως της προαναφερθείσας εμφάνισης νέων καθυστερήσεων εκτιμάται ότι προέρχεται από την εμφάνιση των λεγόμενων «στρατηγικών κακοπληρωτών», λόγω προσδοκιών που είχαν δημιουργηθεί για διαγραφή χρεών.

4ον. Τέλος, οι ρυθμίσεις επιχειρηματικών δανείων θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη και τη βιωσιμότητα των επιχειρησιακών σχεδίων.

Κι αυτό, ώστε να μη δεσμεύονται πόροι σε επιχειρήσεις που δεν έχουν καμία προοπτική επιβίωσης, καθώς έτσι περιορίζεται η χρηματοδότηση προς υγιείς επιχειρήσεις που μπορούν να συνδράμουν στην οικονομική ανάπτυξη και την αύξηση της απασχόλησης.

Στο πλαίσιο αυτό εντάχθηκε ο Ν. 4307/2014, με τον οποίο παρασχέθηκαν κίνητρα για τη ρύθμιση χρεών μικρών επιχειρήσεων και επαγγελματιών και προβλέφθηκαν έκτακτες διαδικασίες ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων.

Κυρίες και Κύριοι,

Αυτές οι προκλήσεις επιτάσσουν την ανάγκη συνετής και διορατικής διαχείρισης της κατάστασης από την Πολιτεία, η οποία οφείλει να λαμβάνει πρωτοβουλίες για την ενίσχυση της ροής των πιστώσεων στην αγορά και την αναθέρμανση της οικονομίας.

Δυστυχώς, στην παρούσα φάση, οι προοπτικές αυτές δεν είναι θετικές.

Και αυτό γιατί η Κυβέρνηση έχει αναλώσει πολύτιμο χρόνο και διαπραγματευτικό κεφάλαιο σε ασκήσεις επικοινωνιακής, και μόνο, πολιτικής και σε παίγνια με σύμβολα, συμβολισμούς και λέξεις.

Προκειμένου να δικαιολογήσει, στο εσωτερικό του κυβερνητικού συνασπισμού, τις παλινωδίες, τις ασυνέπειες, την αβελτηρία, την απουσία σχεδίου.

Καλούμε συνεπώς την Κυβέρνηση να επιδείξει υπευθυνότητα, σύνεση και ρεαλισμό.

Και να περάσει, επιτέλους, από τη «δημιουργική ασάφεια» στη σαφήνεια της πραγματικότητας.

Γιατί αυτό που προέχει είναι να προχωρήσει, άμεσα, στην υλοποίηση των Ευρωπαϊκών αποφάσεων της 20ης Φεβρουαρίου.

Έστω και αν σήμερα διαπιστώνει ότι έκανε λάθος που συμφώνησε στην επιστροφή του συνόλου των ομολόγων στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και στη χορήγηση της δόσης, ακόμη και του τμήματος της επιστροφής κερδών από τη διακράτηση Ελληνικών ομολόγων, στο τέλος της αξιολόγησης του τρέχοντος Προγράμματος.

Όσο δε οι υφιστάμενες στη συμφωνία ασάφειες, καταστούν εν πορεία σαφείς και ποσοτικά συγκεκριμένες, τότε πλέον θα πέσουν και τα τελευταία «φύλλα συκής» και θα αποκαλυφθεί όλη η αλήθεια.

Εμείς πάντως, ως Αξιωματική Αντιπολίτευση, στην περίπτωση αναζήτησης καλών λύσεων για τη χώρα και τους πολίτες, θα είμαστε δημιουργικά σαφείς.

Η άρνηση σε όλα και η «δημιουργική ασάφεια», αποτέλεσε πρακτική άλλων.

Καθιστώ συνεπώς σαφές, για ακόμη μία φορά, ότι στηρίζουμε κάθε προσπάθεια που στοχεύει στη ρεαλιστική, σταθερή, ομαλή και ανοδική πορεία της χώρας, εντός της ευρωζώνης.

Άλλωστε η προσπάθεια με στόχο τη συγκρότηση μιας ισχυρής Ελλάδας, η οποία θα λειτουργεί με αξιοπρέπεια στην Ευρωπαϊκή και την παγκόσμια σκηνή, πρέπει να είναι συνεχής και συλλογική.

Χαιρετισμός Αναπλ. Υπουργού Οικονομικών Χρ. Σταϊκούρα στην εκδήλωση του ΚΕΠΕ για την παρουσίαση του Δείκτη «Φόβου» για την Ελλάδα

Κυρίες και Κύριοι,

Θα ήθελα να συγχαρώ το ΚΕΠΕ για τη μεθοδική, αξιόπιστη και επιστημονική έρευνα, την οποία, διαχρονικά, διεξάγει.

Η συμβολή του στο πεδίο της έρευνας είναι αδιαμφισβήτητη.

Πολλές φορές μάλιστα οι μελέτες του έχουν αποτελέσει πολύτιμα εργαλεία και στο πεδίο άσκησης οικονομικής πολιτικής.

Και αυτό επιδιώκει να πράξει και με την παρούσα μελέτη.

Μελέτη στην οποία, αξιοποιώντας εργαλεία της οικονομικής επιστήμης, κυρίως της χρηματοοικονομικής, και ιδιαίτερα του behavioural finance, διαμορφώνεται ένας δείκτης εκτίμησης της μεταβλητότητας και της αβεβαιότητας των επενδυτών.

Δείκτης, στόχος του οποίου είναι να αποτελέσει σημαντική πηγή πληροφόρησης για τη βραχυπρόθεσμη μεταβλητότητα της ελληνικής χρηματιστηριακής αγοράς, καθώς και την αβεβαιότητα ή την εμπιστοσύνη στην ελληνική οικονομία.

Δείκτης που μπορεί να αποτελέσει βαρόμετρο της ψυχολογίας των επενδυτών, ενώ, παράλληλα, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε υποδείγματα διαχείρισης κινδύνου και αποτίμησης αξιογράφων.

Κυρίες και Κύριοι,

Σήμερα, ο δείκτης αυτός επιβεβαιώνει την πρόοδο που έχει συντελεστεί τα τελευταία χρόνια στην ελληνική οικονομία.

Κυρίως όμως, όπως επισημαίνει και η έρευνα του ΚΕΠΕ, μετά τις εκλογές του Ιουνίου του 2012.

Ως αποτέλεσμα των πρωτοβουλιών που ανελήφθησαν και υλοποιήθηκαν από την Ελληνική Κυβέρνηση, μετά τις εκλογές του 2012, για την αντιμετώπιση των συνθηκών έντονης αβεβαιότητας, αλλά και ασφυξίας, που είχαν τότε συσσωρευθεί.

Η βελτίωση της εμπιστοσύνης στην Ελληνική οικονομία, που καταδεικνύεται και αναδεικνύεται και από τη σημαντική μείωση του δείκτη «φόβου» για την Ελλάδα, έρχεται να συμπληρώσει την εικόνα της ενίσχυσης του κεφαλαίου αξιοπιστίας της χώρας.

Εικόνα που αποτυπώνεται και σε μία σειρά από άλλους δείκτες, εκτός φυσικά αυτής της εξάλειψης των «δίδυμων» ελλειμμάτων της χώρας.

  • Τα spreads έχουν σημαντικά συρρικνωθεί, και διαμορφώνονται σε προ Μνημονίου επίπεδα.

Συγκεκριμένα, το spread των 10ετών Ομολόγων του Ελληνικού Δημοσίου διαμορφώθηκε χτες στις 580 μονάδες βάσης, όταν στις αρχές Μαΐου του 2010 (6/5/2010) είχε ανέλθει στις 850 μονάδες βάσης και στα μέσα Ιουνίου του 2012 (14/6/2012) είχε φτάσει κοντά στις 2.700 μονάδες βάσης.

  • Το επιτόκιο των εντόκων γραμματίων έχει σημαντικά μειωθεί, και διαμορφώνεται σε προ Μνημονίου επίπεδα.

Συγκεκριμένα, το επιτόκιο των εξάμηνων εντόκων γραμματίων του Ελληνικού Δημοσίου διαμορφώθηκε, κατά την τελευταία έκδοσή τους, στο 4,10%.

Είναι στο χαμηλότερο επίπεδο από τον Απρίλιο του 2010, όταν το αντίστοιχο επιτόκιο ανήλθε στο 4,55%, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι το συγκεκριμένο επιτόκιο στα μέσα του Ιουνίου του 2012 είχε ανέλθει στο 4,73%.

  • Το χρηματιστήριο σταδιακά ανακάμπτει και προσεγγίζει τα προ Μνημονίου επίπεδα.

Συγκεκριμένα, κατά την τρέχουσα περίοδο ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου Αθηνών έχει σταθεροποιηθεί κοντά στις 1.200 μονάδες, όταν στις αρχές Μαΐου του 2010 ήταν κοντά στις 1.600 μονάδες και στα μέσα Ιουνίου του 2012 στις 550 μονάδες.

  • Το οικονομικό κλίμα έχει βελτιωθεί σημαντικά και διαμορφώνεται σε προ Μνημονίου επίπεδα. Ο σχετικός δείκτης που ανακοινώνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, έχει φτάσει σε ένα από τα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 40 μηνών.

Συγκεκριμένα, το μήνα Νοέμβριο του 2013 ανήλθε στις 91,2 μονάδες, ενώ το Μάιο του 2010 ήταν στις 69,8 μονάδες και τον Ιούνιο του 2012 ήταν στις 77,3 μονάδες.

Κυρίες και Κύριοι,

Σήμερα, υπάρχουν πλέον ισχυρές ενδείξεις ότι οι τεράστιες θυσίες των πολιτών αρχίζουν να πιάνουν τόπο.

Βέβαια, αυτές οι θετικές ενδείξεις δεν αποτελούν αφορμή για πανηγυρισμούς.

Αντιθέτως, αποτελούν εφαλτήριο για να συνεχιστεί η προσπάθεια εξόδου της χώρας από την κρίση, το ταχύτερο δυνατόν, με όσο γίνεται μικρότερο κοινωνικό κόστος.

Πιστεύω ότι η ορθή εθνική επιλογή είναι να προχωρήσουμε αταλάντευτα μπροστά, ώστε να βγούμε από την κρίση μια ώρα αρχύτερα, χωρίς να αναλώσουμε εθνική ενέργεια σε ομφαλοσκόπηση και πισωγυρίσματα.

Άλλωστε η πολιτική, κυρίως σε δύσκολες περιόδους, δεν ασκείται με ευσεβείς πόθους.

Δεν ασκείται όμως και με μυωπικές οπτικές, ιδεολοψίες, δογματισμούς, πρακτικές επιβολής.

Η ιστορική, κοινωνική, πολιτική και οικονομική κρισιμότητα των στιγμών επιβάλλει συγκλίσεις και δημιουργικές συνθέσεις.

Από όλους.

Ώστε να επιστρέψει η οικονομία και η κοινωνία στον ενάρετο κύκλο της ευημερίας για όλους τους πολίτες, εντός της Ευρωζώνης.

Σας ευχαριστώ.

Ομιλία Αναπλ. Υπουργού Οικονομικών Χρ. Σταϊκούρα στο συνέδριο του Economist “Credit Risk Management for Banking and Business – Finding Liquidity” – 09.11.2012

Κυρίες και Κύριοι της Οργανωτικής Επιτροπής,

Σας ευχαριστώ για την πρόσκληση που μου απευθύνατε να συμμετάσχω στο συνέδριο του Economist.

Κυρίες και Κύριοι,

Είναι αλήθεια ότι τα τελευταία χρόνια η κατάσταση στην Ελλάδα, αλλά και σε άλλες χώρες της Ευρωζώνης, είναι ιδιαίτερα προβληματική.

Το παγκόσμιο περιβάλλον είναι περίπλοκο και ρευστό.

Η δυναμική των εξελίξεων εμπεριέχει υψηλό βαθμό αβεβαιότητας.

Το θεσμικό έλλειμμα της Ευρωζώνης για την αντιμετώπιση κρίσεων αυτού του εύρους και βάθους επιτείνει την αβεβαιότητα.

Είναι αλήθεια ότι η χώρα μας, λόγω ενδογενών χρόνιων παθογενειών, έχει μεγάλα και σύνθετα προβλήματα.

Την Ελληνική οικονομία ταλανίζουν τέσσερα κυρίως προβλήματα.

1ο Πρόβλημα: Η αδυναμία βιώσιμης διαχείρισης των δημόσιων οικονομικών, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό κατά περιόδους.

Οι ρίζες των παθογενειών, όπως είναι ευρύτερα αποδεκτό, εντοπίζονται στη δεκαετία του ’80.

Από τότε η Ελλάδα, για δεκαετίες, διέγραψε μια πορεία στρεβλής λειτουργίας του δημοσίου τομέα.

Μία πορεία με έντονες δημοσιονομικές ανισορροπίες.

Αποτέλεσμα αυτής, της εκτός οικονομικής λογικής πορείας, ήταν η εκρηκτική διόγκωση του δημοσίου χρέους.

Οι Κυβερνήσεις που ακολούθησαν, δεν κατάφεραν να αντιμετωπίσουν ριζικά το πρόβλημα και να αξιοποιήσουν το ευνοϊκό, για τη δημοσιονομική εξυγίανση, περιβάλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

2ο Πρόβλημα: Η εκτεταμένη φοροδιαφυγή και η περιορισμένη φορολογική βάση.

Πρόκειται για μια πραγματικότητα που διαρκώς υπονομεύει κάθε προσπάθεια δημοσιονομικής προσαρμογής, δημιουργεί συνθήκες μη υγιούς ανταγωνισμού στην οικονομία, υποσκάπτει το ρόλο του κοινωνικού κράτους, «ροκανίζει» την κοινωνική συνοχή.

Είναι ένα φαινόμενο βέβαια που καμία χώρα δεν έχει κατορθώσει να αντιμετωπίσει με απόλυτη επιτυχία.

Στην Ελλάδα, όμως, παρουσιάζεται σε μεγάλη έκταση.

Χαρακτηρίζεται στην αντιμετώπισή του από πολιτική αβουλία και κοινωνική ανθεκτικότητα.

3ο Πρόβλημα: Η αδυναμία εξορθολογισμού των δημοσίων δαπανών.

Παρόλο που ο δημόσιος τομέας αδυνατούσε να συγκεντρώσει έσοδα, διεύρυνε συνεχώς τις ανελαστικές, αλλά και τις ελαστικές, δαπάνες του.

Ακολουθήθηκε, σε μια επικρατούσα Ευρωπαϊκή πρακτική, μια παρατεταμένη επεκτατική δημοσιονομική πολιτική, η οποία, στην πλειοψηφία των περιπτώσεων, δεν χαρακτηρίστηκε από αναπτυξιακή προσέγγιση.

Αντιθέτως, στόχευε, είτε έμμεσα είτε άμεσα, στην τόνωση της ζήτησης και όχι της προσφοράς.

4ο Πρόβλημα: Το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας της οικονομίας.

Το πρόβλημα αυτό αποτυπώνεται στο διαχρονικά παρατεταμένο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.

Το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας οφείλεται, μεταξύ άλλων, στην έντονη κρατική παρέμβαση, στη γραφειοκρατία, στη στρεβλή ρύθμιση ευρείας κλίμακας αγορών, υπηρεσιών και αγαθών, στη διαφθορά, στην απουσία συνθηκών ενίσχυσης της επιχειρηματικότητας και της εξωστρέφειας, και φυσικά στην έλλειψη συγκλίνουσας στρατηγικής προς αυτό το στόχο όλων των υποσυστημάτων, όπως είναι, για παράδειγμα, η εκπαίδευση.

Κυρίες και Κύριοι,

Συνεπώς, είναι γεγονός, ότι η Ελληνική οικονομία λειτουργούσε, επί μακρόν, περισσότερο ή λιγότερο ανά περίοδο, σε συνθήκες ασταθούς ισορροπίας.

Το ξέσπασμα της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης και η διάχυσή της στην Ευρώπη «πυροδότησε» και στη χώρα μας τα υπαρκτά και ήδη υψηλά «δίδυμα» ελλείμματα και χρέη.

Στη συνέχεια, όπως γνωρίζουμε, ακολούθησε η κρίση δανεισμού και η προσφυγή της Ελλάδας στο Μηχανισμό Στήριξης.

Από τη στιγμή εκείνη η άσκηση οικονομικής και δημοσιονομικής πολιτικής πραγματοποιείται σε ένα ασφυκτικό περιβάλλον.

Και αυτό για τέσσερις λόγους:

1ος. Η προσφυγή στο Μηχανισμό Στήριξης εδώ και 2,5 χρόνια περιορίζει εκ των πραγμάτων τους βαθμούς ελευθερίας.

2ος. Οι συνεχείς και μεγάλες αποκλίσεις από τις εκτιμήσεις των Προγραμμάτων οδηγούν στην αλλαγή των μακροοικονομικών και δημοσιονομικών σεναρίων.

3ος. Το έλλειμμα αξιοπιστίας της χώρας λόγω τεράστιων αποκλίσεων μεταξύ προθέσεων, σχεδιασμού και υλοποίησης, κυρίως δε αποτελέσματος, δεν άφησε περιθώρια για «άμεση» αλλαγή του Προγράμματος.

4ος. Η κατάσταση των ταμειακών διαθεσίμων τους Κράτους είναι οριακή. Το γεγονός αυτό δημιουργεί συνθήκες «ασφυξίας» στην οικονομία.

Αυτές οι εγχώριες πιεστικές συνθήκες ενδυναμώνονται από την ξεκάθαρη τάση περιοριστικής – συσταλτικής δημοσιονομικής πολιτικής σε πολλά κράτη-μέλη της Ευρωζώνης, τα οποία και δεν αντιμετωπίζουν δημοσιονομικά προβλήματα στον ίδιο βαθμό με τα δικά μας.

Να επισημανθεί βεβαίως ότι η τάση αυτή συνοδεύεται από τη σταδιακή ενίσχυση της συνειδητοποίησης των συστημικών αδυναμιών της Ευρωζώνης, της αλληλεξάρτησης των προβλημάτων και της ανάγκης διαμόρφωσης ολοκληρωμένων, συνολικών και συνεκτικών Ευρωπαϊκών απαντήσεων.

Στη διαμόρφωση των απαντήσεων είναι αυτονόητο ότι λαμβάνουμε και εμείς μέρος ως εταίροι.

Κυρίες και Κύριοι,

Υπό αυτές τις συνθήκες η Κυβέρνηση Εθνικής Ευθύνης αναπτύσσει τη Στρατηγική της για την αντιμετώπιση των διαχρονικών προβλημάτων της Ελληνικής οικονομίας και τον απεγκλωβισμό από τα αδιέξοδα.

Μία Στρατηγική με άξονα τη σύζευξη της δημοσιονομικής προσαρμογής και της επανεκκίνησης της πραγματικής οικονομίας, ώστε να επιτευχθεί αφενός η αμφίπλευρη και βιώσιμη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος και αφετέρου το τέλος του καθοδικού κύκλου της οικονομίας.

Μία Στρατηγική που εδράζεται σε δύο πυλώνες.

Ο πρώτος πυλώνας είναι η εδραίωση της δημοσιονομικής εξυγίανσης, προσαρμογής και πειθαρχίας.

Με μέτρα και δράσεις που επικεντρώνονται, από τη μία πλευρά στον περιορισμό του εύρους και της παρεμβατικότητας του δημοσίου τομέα και, από την άλλη πλευρά, στη βελτίωση της αποτελεσματικής λειτουργίας του, ώστε να αυξηθεί η αποδοτικότητα των σχετικών δαπανών, αλλά και τα δημόσια έσοδα.

Η ευρύτερη επιδίωξη είναι να επιτύχουμε τη συρρίκνωση του ενός συστατικού του ελλείμματος των δημοσίων οικονομικών, του διαρθρωτικού ελλείμματος.

Σ’ αυτό το πλαίσιο εντάσσονται τόσο ο Προϋπολογισμός για το 2013 που συζητείται αυτές τις ημέρες στο Κοινοβούλιο, όσο και το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής για την περίοδο 2013 – 2016 που πρόσφατα ψηφίστηκε.

Αμφότερα συνιστούν τα δύο πρώτα σημαντικά βήματα για να εισέλθει η χώρα σε μία μακρά περίοδο πρωτογενών πλεονασμάτων, ώστε να μπορεί να πορεύεται με βαθμιαία μειούμενες δανειακές ανάγκες.

Άμεσος στόχος, επισημαίνω εθνικός στόχος, είναι η επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος από του χρόνου και η μετάθεση της επίτευξης υψηλού πρωτογενούς πλεονάσματος, ύψους 4,5% του ΑΕΠ, από το 2016.

Βέβαια, η επίτευξη αυτού του στόχου απαιτεί τη λήψη μέτρων δημοσιονομικής πολιτικής.

Πολλά από τα οποία αποτελούν συμβατικές υποχρεώσεις που έχουμε ήδη αναλάβει.

Μέτρα που περιλαμβάνουν:

  • τη μείωση της συνταξιοδοτικής δαπάνης,
  • την αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης,
  • τον εξορθολογισμό της μισθολογικής και συνταξιοδοτικής δαπάνης με τη μείωση των αποδοχών του πολιτικού προσωπικού και την επέκταση του ενιαίου μισθολογίου,
  • τον εξορθολογισμό των αμυντικών δαπανών, χωρίς να πλήττονται οι αμυντικές δυνατότητες της χώρας,
  • τον εξορθολογισμό της φαρμακευτικής δαπάνης και των υπηρεσιών υγείας,
  • την αναδιάρθρωση και τη μείωση του μεγέθους των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης,
  • την καλύτερη στόχευση των κοινωνικών δαπανών, διατηρώντας, όμως, το ουσιαστικό επίπεδο κοινωνικής προστασίας.

Για το 2013, ειδικότερα, προβλέπεται να ληφθούν μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής συνολικής εκτιμώμενης καθαρής επίδρασης περίπου 9,4 δισ. ευρώ, δημιουργώντας και ένα δημοσιονομικό απόθεμα ασφαλείας.

Χωρίς καμία αμφιβολία, πρόκειται για μέτρα σκληρά, επώδυνα και δυσβάστακτα.

Μέτρα όμως αναγκαία.

Μέτρα αναπόφευκτα, εάν αναλογιστούμε ότι οι δαπάνες για συντάξεις, μισθούς και κοινωνικά επιδόματα ξεπερνούν πλέον το 75% των πρωτογενών δαπανών της Γενικής Κυβέρνησης.

Έτσι επιτυγχάνεται η συνέχιση του Προγράμματος Οικονομικής Πολιτικής και, κατ’ επέκταση, ο απεγκλωβισμός της οικονομίας και της χώρας από τη χρηματοδοτική «ασφυξία».

Θα τονωθούν τα ταμειακά διαθέσιμα του κράτους, θα προωθηθεί η αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου και θα ολοκληρωθεί η ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος.

Καθίσταται σαφές ότι η διασφάλιση της σταθερότητας του εγχώριου τραπεζικού συστήματος, και κατ’ επέκταση της πραγματικής οικονομίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την επιτυχή συνέχιση του Προγράμματος Οικονομικής Πολιτικής.

Κυρίες και Κύριοι,

Είναι γεγονός ότι η εύρυθμη λειτουργία του τραπεζικού τομέα, ιδιαίτερα σε τραπεζοκεντρικές χώρες όπως είναι η Ελλάδα, αποτελεί προϋπόθεση για τη βιώσιμη ανάπτυξη και την αποτελεσματική κατανομή των οικονομικών πόρων.

Σήμερα, όμως, το Ελληνικό τραπεζικό σύστημα βρίσκεται αντιμέτωπο με πολλές, μεγάλες και διευρυνόμενες προκλήσεις.

Προκλήσεις που απορρέουν:

  • Από την επιβράδυνση του ρυθμού οικονομικής μεγέθυνσης.
  • Από τον αποκλεισμό των πιστωτικών ιδρυμάτων από τις διεθνείς αγορές άντλησης κεφαλαίων.
  • Από τη συρρίκνωση του ρυθμού πιστωτικής επέκτασης, με τον περιορισμό τόσο της ζήτησης όσο και της προσφοράς τραπεζικών πιστώσεων.
  • Από τη χειροτέρευση της ποιότητας του δανειακού χαρτοφυλακίου των πιστωτικών ιδρυμάτων εξαιτίας της βίαιης, απότομης και μεγάλης επιδείνωσης της χρηματοοικονομικής κατάστασης επιχειρήσεων και νοικοκυριών.
  • Από το χαμηλό ποσοστό κάλυψης των δανείων σε καθυστέρηση από τις συσσωρευμένες προβλέψεις.
  • Από τις επιπτώσεις της αναδιάρθρωσης του Ελληνικού χρέους που άσκησε και συνεχίζει να ασκεί πιέσεις στα μεγέθη των Ελληνικών τραπεζών.
  • Από την έντονη και συνεχή για μεγάλο χρονικό διάστημα εκροή των καταθέσεων, λόγω της οικονομικής αβεβαιότητας. Τάση, βέβαια, που αναστράφηκε μερικώς μετά τη δημιουργία της Κυβέρνησης Εθνικής Ευθύνης.

Όλες αυτές οι προκλήσεις έχουν ορατές και δυσμενείς επιπτώσεις στη ρευστότητα, στην αποδοτικότητα, στην αποτελεσματικότητα και στην ποιότητα του χαρτοφυλακίου των Ελληνικών πιστωτικών ιδρυμάτων.

Αυτή η εικόνα επιτάσσει την ανάγκη συνετής και διορατικής διαχείρισης της κατάστασης, τόσο από τα πιστωτικά ιδρύματα όσο και από την Πολιτεία, με στόχο τη διατήρηση της σταθερότητας του Ελληνικού τραπεζικού συστήματος.

Πιστωτικά ιδρύματα τα οποία οφείλουν να διαχειρισθούν αποτελεσματικά τη φύση και το ύψος των κινδύνων που αναλαμβάνουν, να ενισχύσουν, ποιοτικά και ποσοτικά, την κεφαλαιακή τους επάρκεια, να συγκρατήσουν τα λειτουργικά τους έξοδα και να συνεχίσουν τη στήριξη, όσο είναι δυνατόν, των διεθνών δραστηριοτήτων τους.

Και Πολιτεία η οποία οφείλει να λαμβάνει πρωτοβουλίες για τη διατήρηση της σταθερότητας του Ελληνικού τραπεζικού συστήματος και για την αυστηρότερη μακρο- και μικρο-προληπτική εποπτεία των πιστωτικών ιδρυμάτων.

Σε αυτό το πλαίσιο διασφαλίστηκαν, μέσω του Προγράμματος Στήριξης της Ελληνικής Οικονομίας, επαρκείς, με τα τότε δεδομένα, πόροι για την ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος, καλύφθηκαν οι βραχυχρόνιες ανάγκες ρευστότητας μέσω της παροχής έκτακτης χρηματοδότησης και διαμορφώθηκε, σε συνεργασία με την Πολιτεία, ένα πλαίσιο εξυγίανσης πιστωτικών ιδρυμάτων ικανό να στηρίξει την ανασύνταξη του τραπεζικού τομέα.

Προς την κατεύθυνση αυτή, βασική προτεραιότητα της Κυβέρνησης αποτελεί η ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζικών ιδρυμάτων.

Στόχοι:

  • Η βιωσιμότητα των πιστωτικών ιδρυμάτων.
  • Η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των καταθετών.
  • Η διατήρηση της σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος.
  • Η διαμόρφωση των συνθηκών για την αποτελεσματική εφαρμογή του δεύτερου πυλώνα της Κυβερνητικής πολιτικής.

Κυρίες και Κύριοι,

Ο δεύτερος πυλώνας της Στρατηγικής αφορά την προώθηση και υλοποίηση ενός μεγάλου εύρους πολιτικών και μέτρων για την ανάσχεση των έντονων υφεσιακών πιέσεων και την τόνωση της ρευστότητας στην πραγματική οικονομία.

Βασική επιδίωξη, είναι η αντιμετώπιση της δεύτερης συνιστώσας του δημοσιονομικού ελλείμματος, του κυκλικού ελλείμματος.

Για την επίτευξη αυτής της επιδίωξης οι βασικές προτεραιότητες είναι δύο:

1η. Ο εμπλουτισμός της οικονομικής πολιτικής με μέτρα που στοχεύουν στην άμεση επανεκκίνηση της οικονομίας, όπως είναι, μεταξύ άλλων:

  • Η επιτάχυνση της απορρόφησης των προγραμμάτων του ΕΣΠΑ.
  • Η αξιοποίηση όλων των χρηματοδοτικών εργαλείων της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων.
  • Το καθολικό «ξεπάγωμα» των μεγάλων δημόσιων έργων και, ειδικότερα, των οδικών έργων.
  • Η ανάπτυξη μιας Εθνικής Στρατηγικής για τις εξαγωγές.

2η. Η επιτάχυνση της υλοποίησης μιας σειράς διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, που τα τελευταία χρόνια είτε δεν βρίσκονταν σε άμεση προτεραιότητα είτε προωθήθηκαν με ατέλειες.

Διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, ορισμένες από τις οποίες συμπεριλήφθηκαν και στο Πολυνομοσχέδιο που ψηφίστηκε την Τετάρτη.

Διαρθρωτικές αλλαγές που έπρεπε από καιρό να είχαν εφαρμοστεί.

Ειδικότερα, σύμφωνα με την πρόσφατη νομοθετική πρωτοβουλία, μεταξύ άλλων:

  • Εισάγονται πιο αυστηροί και αυτόματοι μηχανισμοί ελέγχου των δαπανών των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης.
  • Διαμορφώνονται οι συνθήκες για την αποφυγή δημιουργίας νέων ληξιπρόθεσμων οφειλών.
  • Καταργείται ο Κώδικας Βιβλίων και Στοιχείων, αίτημα και ζητούμενο ετών, και δημιουργείται απλός, αξιόπιστος, συνεκτικός Κώδικας Φορολογικής Απεικόνισης Συναλλαγών.
  • Συστήνεται θέση μόνιμου Γενικού Γραμματέα Δημοσίων Εσόδων.
  • Αίρονται υφιστάμενες στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό, που θα οδηγήσουν στην αποκλιμάκωση αμοιβών και τιμών σε παρεχόμενες υπηρεσίες.
  • Απλοποιείται η διαδικασία της σύστασης των εταιρειών, μέσω των Υπηρεσιών Μιας Στάσης.
  • Εισάγεται στη μεγαλύτερη δυνατή έκτασή του ο θεσμός της υποχρεωτικής μετάταξης ή μεταφοράς προσωπικού.
  • Επιταχύνονται οι αποκρατικοποιήσεις, με ενίσχυση της διαφάνειας και της λογοδοσίας.

Κυρίες και Κύριοι,

Αυτές οι δημοσιονομικές, διαρθρωτικές και θεσμικές πρωτοβουλίες αποτελούν τα πρώτα βήματα που κάνει η χώρα ώστε να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις για να επιτευχθεί και να διασφαλιστεί η σταθερότητα στα δημόσια οικονομικά και στο χρηματοπιστωτικό σύστημα.

Σταθερότητα, που αποτελεί αναγκαία συνθήκη για να ξεκινήσει και να συνεχιστεί η μεγάλη προσπάθεια για την επανεκκίνηση της πραγματικής οικονομίας και τη δρομολόγησή της σε τροχιά ανάπτυξης και ευημερίας για όλους τους πολίτες.

Κυρίες και Κύριοι,

Η Ελλάδα περνά από τη σφαίρα των λόγων και των προθέσεων στο πεδίο των δύσκολων, αλλά αναγκαίων, αποφάσεων και πράξεων.

Ήδη διαφαίνονται ορισμένες αχνές, πλην όμως θετικές, ενδείξεις για την αποτελεσματικότητα των ενεργειών και της πολιτικής που εφαρμόζεται τους τελευταίους μήνες.

Εμείς θα συνεχίσουμε ακόμα πιο εντατικά, ώστε να βγούμε το ταχύτερο δυνατό από την κρίση.

Και θα το πετύχουμε με ενότητα, σχέδιο, αισιοδοξία και σκληρή δουλειά.

Οι εταίροι μας, από την πλευρά τους, έχουν το λόγο.

Μακριά από μαξιμαλιστικές, μη ρεαλιστικές απαιτήσεις.

Σας ευχαριστώ.

Ομιλία στην Ολομέλεια κατά τη Συζήτηση του Σχεδίου Νόμου “Κύρωση Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου – Ρύθμιση θεμάτων χρηματοπιστωτικού χαρακτήρα” (30.11.2011)

Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,

Κυρώνουμε σήμερα την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου με αντικείμενο τη ρύθμιση της παροχής εγγυήσεων του Ελληνικού Δημοσίου προς την Τράπεζα της Ελλάδος για κάλυψη πιστώσεων σε τράπεζες που αντιμετωπίζουν προβλήματα ρευστότητας.

Με τη χορήγηση επιπλέον εγγυήσεων ύψους 60 δισ. ευρώ.

Έναντι 30 δισ. ευρώ που όριζε, αρχικά, η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, και 15 δισ. ευρώ που ήταν η αρχική πρόβλεψη.

Η Κύρωση, που τροποποιεί την τελευταία απόφαση του Υπουργείου Οικονομικών, κρίνεται αναγκαία λαμβάνοντας υπόψη τόσο τις διεθνείς χρηματοοικονομικές συνθήκες όσο και τις συνθήκες λειτουργίας του Ελληνικού τραπεζικού συστήματος.

Τραπεζικό σύστημα το οποίο, εξαιτίας, κυρίως, της ανεπάρκειας της προηγούμενης Κυβέρνησης και της βαθιάς και παρατεταμένης ύφεσης της Οικονομίας, βρίσκεται αντιμέτωπο με πολλές, μεγάλες και διευρυνόμενες προκλήσεις.

Προκλήσεις που απορρέουν:

1ον. Από την επιβράδυνση του ρυθμού οικονομικής μεγέθυνσης, με την ύφεση να εκτιμάται ότι θα υπερβαίνει σωρευτικά το 15% την περίοδο 2009-2012, ενώ δεν αναμένεται ανάκαμψη πριν από το 2013.

Οικονομία που εκτιμάται ότι θα βρίσκεται τουλάχιστον για 5 συνεχόμενα χρόνια σε ύφεση.

2ον. Από τις συνεχείς υποβαθμίσεις της πιστοληπτικής αξιολόγησης των τραπεζών, αποτέλεσμα των αντίστοιχων υποβαθμίσεων της χώρας.

3ον. Από τον αποκλεισμό των πιστωτικών ιδρυμάτων από τις διεθνείς αγορές άντλησης κεφαλαίων.

4ον. Από τη συρρίκνωση του ρυθμού πιστωτικής επέκτασης, με τον περιορισμό τόσο της ζήτησης όσο και της προσφοράς τραπεζικών πιστώσεων, καθώς μια σειρά από στοιχεία δείχνουν ότι πλέον δημιουργούνται συνθήκες «πιστωτικής ασφυξίας», όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στην Ευρωζώνη.

5ον. Από τη χειροτέρευση της ποιότητας του δανειακού χαρτοφυλακίου των πιστωτικών ιδρυμάτων εξαιτίας της βίαιης, απότομης και μεγάλης επιδείνωσης της χρηματοοικονομικής κατάστασης επιχειρήσεων και νοικοκυριών, αλλά και σφαλμάτων στο σκέλος των χορηγήσεων των ίδιων των πιστωτικών ιδρυμάτων.

6ον. Από την έντονη και συνεχή εκροή των καταθέσεων, λόγω της αυξημένης αβεβαιότητας, των παλινωδιών της προηγούμενης Κυβέρνησης και της ανάγκης κάλυψης, από μέρους νοικοκυριών και επιχειρήσεων, καταναλωτικών ή λειτουργικών αναγκών.

Είναι χαρακτηριστικό ότι από την αρχή του έτους, οι καταθέσεις έχουν υποχωρήσει κατά 33 δισ. ευρώ (ή περίπου 15%).

Ενώ η υποχώρηση από τις αρχές του 2010, όταν ξέσπασε η κρίση χρέους στη χώρα μας, διαμορφώθηκε στα 62 δισ. ευρώ (ή περίπου 25%).

Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,

Όλες αυτές οι προκλήσεις έχουν ορατές και δυσμενείς επιπτώσεις στη ρευστότητα, στην αποδοτικότητα, στην αποτελεσματικότητα και στην ποιότητα χαρτοφυλακίου των Ελληνικών πιστωτικών ιδρυμάτων.

Όπως προκύπτει και από σχετικές δημοσιευμένες εκτιμήσεις, οι ελληνικές τράπεζες, το Σεπτέμβριο, άντλησαν από τον Μηχανισμό Παροχής Έκτακτης Ρευστότητας (ELA) 26,7 δισ. ευρώ.

Ανεβάζοντας σήμερα, σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, τη συνολική χρηματοδότηση από το Ευρωσύστημα (δηλαδή ELA και ANFA) στα 41 δισ. ευρώ.

Ενώ, ένα μήνα πριν, τον Αύγουστο, ο ίδιος μηχανισμός (ELA) είχε ενισχύσει τις ελληνικές τράπεζες με 6,6 δισ. ευρώ.

Ενώ η χρηματοδότηση της ΕΚΤ προς τα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα υποχώρησε στα 77,8 δισ. ευρώ στα τέλη Σεπτεμβρίου, από 93,1 δισ. ευρώ τον Αύγουστο.

Η απεξάρτηση αυτή οφείλεται, κατά κύριο λόγο, στο γεγονός ότι αρκετοί τίτλοι που προσφέρουν οι ελληνικές τράπεζες ως εγγύηση για την ρευστότητα, δεν γίνονται αποδεκτοί από την ΕΚΤ.

Και όλα αυτά εν αναμονή και της αποτίμησης των ζημιών που θα υποστούν οι τράπεζες από τη συμμετοχή τους στην αναδιάρθρωση του Ελληνικού χρέους, αλλά και του διαγνωστικού ελέγχου που πραγματοποιείται στα δανειακά χαρτοφυλάκιά τους από την εταιρεία BlackRock.

Έλεγχος, τη χρονική στιγμή που νοικοκυριά και επιχειρήσεις, εξαιτίας της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής, «πνίγονται» από έλλειψη ρευστότητας και αδυνατούν να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους.

Αυτή η εικόνα, επιτάσσει την ανάγκη συνετής και διορατικής διαχείρισης της κατάστασης, τόσο από τα πιστωτικά ιδρύματα, όσο και από την Πολιτεία με στόχο τη διατήρηση της ευρωστίας του ελληνικού τραπεζικού συστήματος.

Πιστωτικά ιδρύματα τα οποία οφείλουν να διαχειρισθούν αποτελεσματικά τη φύση και το ύψος των κινδύνων που αναλαμβάνουν, να ενισχύσουν, ποιοτικά και ποσοτικά, την κεφαλαιακή τους επάρκεια και να συγκρατήσουν τα λειτουργικά τους έξοδα, χωρίς εκτεταμένη απομόχλευση.

Και Πολιτεία η οποία, όπως σταθερά και διαχρονικά υποστηρίζει η Νέα Δημοκρατία, οφείλει να ενισχύσει τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος, τόσο σε όρους κεφαλαιακής επάρκειας όσο και σε όρους ρευστότητας, ώστε αυτό να διαδραματίζει επιτυχώς τον οικονομικό και κοινωνικό του ρόλο.

Κάτι τέτοιο ξεκίνησε το 2008, παρά τη σφοδρή αντίδραση της τότε Αξιωματικής Αντιπολίτευσης.

Με τη χρήση 23 δισ. ευρώ για την ενίσχυση της ρευστότητας των τραπεζών και 5 δισ. ευρώ για την κεφαλαιακή τους ενίσχυση.

Και συνεχίστηκε, από την Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, με τη χορήγηση επιπλέον υποστήριξης προς το τραπεζικό σύστημα, με αποτέλεσμα αυτή σήμερα να ανέρχεται συνολικά στα 155 δισ. ευρώ, εκ των οποίων έχουν ενεργοποιηθεί κάτι περισσότερο από 106 δισ. ευρώ.

Βέβαια, το ζητούμενο σήμερα είναι να αποφευχθεί η πιστωτική ασφυξία και να διασφαλισθεί η ροή πιστώσεων στην πραγματική οικονομία, στα νοικοκυριά και στις επιχειρήσεις.

Να τονωθεί η παραγωγική και επιχειρηματική δραστηριότητα, συμβάλλοντας στην ανάταξη της Ελληνικής Οικονομίας.

Και παράλληλα να αποφευχθεί ο αφελληνισμός του ελληνικού τραπεζικού συστήματος.

Καθώς και η επιστροφή του σε λογικές και πρακτικές που ακολουθούνταν μέχρι πριν από δύο δεκαετίες.

Όταν και ξεκίνησαν οι συστηματικές προσπάθειες για τον εκσυγχρονισμό του τραπεζικού συστήματος, κυρίως μέσω της θεσμικής απελευθέρωσής του και της μεταβολής στο ιδιοκτησιακό καθεστώς των τραπεζών.

Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,

Αναφορικά με την επικαιρότητα των ημερών, είναι θετικό το γεγονός ότι το Eurogroup, κατά τη χθεσινή του συνεδρίαση, αποφάσισε την εκταμίευση της 6ης Δόσης του υπάρχοντος προγράμματος στήριξης της Ελλάδας.

Υπήρξε άρση της εμπλοκής, υπέρβαση των υπαρκτών, αλλά και των τεχνητών, αδιεξόδων που δημιουργήθηκαν μετά την πρωτοβουλία του κ. Παπανδρέου για τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος.

Έτσι, από τότε μέχρι σήμερα, δόθηκε λύση στο πρόβλημα της ακυβερνησίας της χώρας, ολοκληρώνονται οι διαδικασίες για την εκταμίευση της 6ης δόσης, ξεκίνησαν οι απαραίτητες ενέργειες για την εφαρμογή της Συμφωνίας της 26ης Οκτωβρίου και δημιουργείται κλίμα ομαλότητας στο εσωτερικό ώστε η χώρα να οδηγηθεί, κατά τα συμφωνηθέντα, στη λαϊκή ετυμηγορία.

Στην κατεύθυνση αυτή το Eurogroup αποφάσισε να προωθηθεί, με τον ταχύτερο δυνατό ρυθμό, η διαπραγμάτευση για το νέο Πρόγραμμα και το PSI, με στόχο οι σχετικές διαδικασίες να έχουν ολοκληρωθεί τον Ιανουάριο, σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα, όπως προβλέπει τόσο η Ευρωπαϊκή Απόφαση της 26ης Οκτωβρίου όσο και η απόφαση που ελήφθη μετά τη συνάντηση των εκπροσώπων των 2 μεγαλύτερων πολιτικών κομμάτων στις 6 Νοεμβρίου.

Ευρωπαϊκή Απόφαση η οποία κατέστη αναπόφευκτη αφού, όπως καταδεικνύει και η Έκθεση των εταίρων, το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο.

Έκθεση που αποτυπώνει την ολιγωρία, την αναβλητικότητα, την ασυνέπεια, την ανεπάρκεια της προηγούμενης Κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ.

Έκθεση που αποδεικνύει ότι τα απανωτά, μέχρι σήμερα, «σχέδια σωτηρίας» της χώρας απέτυχαν.

Τώρα είναι σε όλους σαφές ότι η ύφεση είναι βαθιά και χρονικά μακρά.

Αποκρατικοποιήσεις δεν έγιναν.

Οι διαρθρωτικές αλλαγές στο κράτος και στη λειτουργία των αγορών δεν υλοποιούνται.

Και έτσι, παρά τη συνεχή αφαίμαξη νοικοκυριών και επιχειρήσεων, οι δημοσιονομικοί στόχοι δεν επιτυγχάνονται.

Να προσθέσω απλώς ότι η πρόσφατη Ενδιάμεση Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής της Τράπεζας της Ελλάδος αξιολογεί την πρόσφατη ευρωπαϊκή απόφαση χρησιμοποιώντας την ίδια ακριβώς λέξη: τη χαρακτηρίζει «αναπόφευκτη».

Με αυτά τα δεδομένα, η Νέα Δημοκρατία, το τελευταίο χρονικό διάστημα, επανέλαβε την προσήλωσή της στην επίτευξη των αναγκαίων και συμφωνημένων στόχων της δημοσιονομικής προσαρμογής και στην πραγματοποίηση των απαραίτητων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.

Και επανέλαβε τη θέση του για την αναγκαιότητα τροποποίησης συγκεκριμένων πολιτικών που έχουν αποδειχθεί λανθασμένες και βεβαίως τη συμπλήρωσή τους με πολιτικές που θα πυροδοτήσουν την επανεκκίνηση της οικονομίας και την αναπτυξιακή διαδικασία.

Σε καμιά περίπτωση, ως Νέα Δημοκρατία,  «δεν θα παίξουμε» με την προοπτική, την πορεία, τη δημιουργική συμμετοχή της πατρίδας μας στη νέα ευρωπαϊκή και παγκόσμια αρχιτεκτονική που εκτιμώ ότι έχει ήδη ξεκινήσει.

Είναι μία κρίσιμη περίοδος κατά την οποία, οι ηγεσίες των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των θεσμικών οργάνων της, αλλά και οι Ευρωπαίοι πολίτες θα πρέπει να υπηρετήσουμε τα πολύ μεγάλα που μας ενώνουν.

Να οργανώσουμε φυγή προς τα εμπρός για «περισσότερη Ευρώπη», με αλληλεγγύη και συνοχή.

Και να μην συνθλιβούμε κάτω από το βάρος της οικονομικής και θεσμικής κρίσης, τους εθνικούς εγωϊσμούς και νοοτροπίες του «αποφασίζομεν και διατάσσομεν».

Εισήγηση στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων σχετικά με το Σχέδιο Νόμου “Κύρωση Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου – Ρύθμιση θεμάτων χρηματοπιστωτικού χαρακτήρα” (21.11.2011)

Κυρίες και κύριοι Συνάδελφοι,

Κυρώνουμε σήμερα την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου με αντικείμενο τη ρύθμιση της παροχής εγγυήσεων του Ελληνικού Δημοσίου προς την Τράπεζα της Ελλάδος για κάλυψη πιστώσεων σε τράπεζες που αντιμετωπίζουν προβλήματα ρευστότητας.

Η Κύρωση που τροποποιεί την τελευταία απόφαση του Υπουργείου Οικονομικών κρίνεται αναγκαία λαμβάνοντας υπόψη τόσο τις διεθνείς χρηματοοικονομικές συνθήκες όσο και τις συνθήκες λειτουργίας του Ελληνικού τραπεζικού συστήματος.

Τραπεζικό σύστημα το οποίο, εξαιτίας, κυρίως, της ανεπάρκειας της προηγούμενης Κυβέρνησης και της βαθιάς και παρατεταμένης ύφεσης της Οικονομίας, βρίσκεται αντιμέτωπο με πολλές, μεγάλες και διευρυνόμενες προκλήσεις.

Προκλήσεις που απορρέουν:

1ον. Από την επιβράδυνση του ρυθμού οικονομικής μεγέθυνσης, με την ύφεση να εκτιμάται ότι θα προσεγγίσει σωρευτικά το 15% την περίοδο 2009-2012, ενώ δεν αναμένεται ανάκαμψη της Οικονομίας πριν από το 2013. Η ύφεση πλέον εκτιμάται άνω του 5,5% για το 2011, υψηλότερη από το 2010. Και στο 2,8% για το 2012, αντί ανάπτυξης 0,8% που προέβλεπε το Μεσοπρόθεσμο Σχέδιο.

2ον. Από τις συνεχείς υποβαθμίσεις της πιστοληπτικής αξιολόγησης των τραπεζών, αποτέλεσμα των αντίστοιχων υποβαθμίσεων της χώρας.

3ον. Από τον αποκλεισμό των πιστωτικών ιδρυμάτων από τις διεθνείς αγορές άντλησης κεφαλαίων.

4ον. Από τη συρρίκνωση του ρυθμού πιστωτικής επέκτασης, με τον περιορισμό τόσο της ζήτησης όσο και της προσφοράς τραπεζικών πιστώσεων.

5ον. Από τη χειροτέρευση της ποιότητας του δανειακού χαρτοφυλακίου των πιστωτικών ιδρυμάτων εξαιτίας της βίαιης, απότομης και μεγάλης επιδείνωσης της χρηματοοικονομικής κατάστασης επιχειρήσεων και νοικοκυριών, αλλά και σφαλμάτων στο σκέλος των χορηγήσεων των ίδιων των πιστωτικών ιδρυμάτων.

6ον. Από την έντονη και συνεχή εκροή των καταθέσεων, λόγω της αυξημένης αβεβαιότητας, των παλινωδιών της προηγούμενης Κυβέρνησης και της ανάγκης κάλυψης, από μέρους νοικοκυριών και επιχειρήσεων, καταναλωτικών ή λειτουργικών αναγκών.

Είναι χαρακτηριστικό ότι από την αρχή του έτους, οι καταθέσεις έχουν υποχωρήσει κατά 12,6%, ή 26,4 δισ. ευρώ.

Ενώ η υποχώρηση από τις αρχές του 2010, όταν ξέσπασε η κρίση χρέους στη χώρα μας, είναι της τάξης του 21,3%, ή 50 δισ. ευρώ.

Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,

Όλες αυτές οι προκλήσεις έχουν ορατές και δυσμενείς επιπτώσεις στη ρευστότητα, στην αποδοτικότητα, στην αποτελεσματικότητα και στην ποιότητα χαρτοφυλακίου των Ελληνικών πιστωτικών ιδρυμάτων.

Όπως προκύπτει και από τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, οι ελληνικές τράπεζες, το Σεπτέμβριο, άντλησαν από τον Μηχανισμό Παροχής Έκτακτης Ρευστότητας (ELA) 26,7 δισ. ευρώ.

Ένα μήνα πριν, τον Αύγουστο, ο ίδιος μηχανισμός είχε ενισχύσει τις ελληνικές τράπεζες με 6,6 δισ. ευρώ.

Ενώ η χρηματοδότηση της ΕΚΤ προς τα ελληνικά πιστωτικά ιδρύματα υποχώρησε στα 77,8 δισ. ευρώ στα τέλη Σεπτεμβρίου, από 93,1 δισ. ευρώ τον Αύγουστο.

Η απεξάρτηση αυτή οφείλεται, κατά κύριο λόγο, στο γεγονός ότι αρκετοί τίτλοι που προσφέρουν οι ελληνικές τράπεζες ως εγγύηση για την ρευστότητα, δεν γίνονται αποδεκτοί από την ΕΚΤ.

Και όλα αυτά εν αναμονή και της αποτίμησης των ζημιών που θα υποστούν οι τράπεζες από τη συμμετοχή τους στην αναδιάρθρωση του Ελληνικού χρέους, αλλά και του διαγνωστικού ελέγχου που πραγματοποιείται στα δανειακά χαρτοφυλάκιά τους από την εταιρεία BlackRock.

Έλεγχος, τη χρονική στιγμή που νοικοκυριά και επιχειρήσεις, εξαιτίας της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής, «πνίγονται» από έλλειψη ρευστότητας και αδυνατούν να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους.

Αυτή η εικόνα, επιτάσσει την ανάγκη συνετής και διορατικής διαχείρισης της κατάστασης, τόσο από τα πιστωτικά ιδρύματα, όσο και από την Πολιτεία με στόχο τη διατήρηση της ευρωστίας του ελληνικού τραπεζικού συστήματος.

Πιστωτικά ιδρύματα τα οποία οφείλουν να διαχειρισθούν αποτελεσματικά τη φύση και το ύψος των κινδύνων που αναλαμβάνουν, να ενισχύσουν, ποιοτικά και ποσοτικά, την κεφαλαιακή τους επάρκεια και να συγκρατήσουν τα λειτουργικά τους έξοδα, χωρίς εκτεταμένη απομόχλευση.

Και Πολιτεία η οποία, όπως σταθερά και διαχρονικά υποστηρίζει η Νέα Δημοκρατία, οφείλει να ενισχύσει τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος, τόσο σε όρους κεφαλαιακής επάρκειας όσο και σε όρους ρευστότητας, ώστε αυτό να διαδραματίζει επιτυχώς τον οικονομικό και κοινωνικό του ρόλο.

Κάτι τέτοιο ξεκίνησε το 2008, παρά τη σφοδρή αντίδραση της τότε Αξιωματικής Αντιπολίτευσης.

Με τη χρήση 23 δισ. ευρώ για την ενίσχυση της ρευστότητας των τραπεζών και 5 δισ. ευρώ για την κεφαλαιακή τους ενίσχυση.

Και συνεχίστηκε, από την Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ με τη χορήγηση επιπλέον εγγυήσεων ύψους 100 δισ. ευρώ.

Βέβαια, το ζητούμενο σήμερα είναι να αποφευχθεί η πιστωτική ασφυξία και να διασφαλισθεί η ροή πιστώσεων στην πραγματική οικονομία, στα νοικοκυριά και στις επιχειρήσεις.

Να τονωθεί η παραγωγική και επιχειρηματική δραστηριότητα, συμβάλλοντας στην ανάταξη της Ελληνικής Οικονομίας.

Και παράλληλα να αποφευχθεί ο αφελληνισμός του ελληνικού τραπεζικού συστήματος.

Καθώς και η επιστροφή του σε λογικές και πρακτικές που ακολουθούνταν μέχρι πριν από δύο δεκαετίες.

Όταν και ξεκίνησαν οι συστηματικές προσπάθειες για τον εκσυγχρονισμό του τραπεζικού συστήματος, κυρίως μέσω της θεσμικής απελευθέρωσής του και της μεταβολής στο ιδιοκτησιακό καθεστώς των τραπεζών.

Ομιλία στην Ολομέλεια κατά τη Συζήτηση του Σχεδίου Νόμου “Ενισχυμένα μέτρα εποπτείας και εξυγίανσης των πιστωτικών ιδρυμάτων, ρύθμιση θεμάτων χρηματοπιστωτικού χαρακτήρα” (3η Συνεδρίαση – Τροπολογίες)

Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,

Πιστεύω, αγαπητοί Συνάδελφοι της Πλειοψηφίας, να συνειδητοποιήσατε χθες βράδυ, μετά και τη νέα καταιγίδα μέτρων, το πρώτο «τσουνάμι» νέων μέτρων, ότι, τελικά, πάτος στο βαρέλι δεν είχε μπει…

Και σίγουρα, παρά τις επιθυμίες της Κυβέρνησης, ακόμη δεν έχει μπει…

Θέλετε και την απόδειξη;

Σύμφωνα με την προχθεσινή Έκθεση του ΔΝΤ, το χρέος θα διαμορφωθεί στο 189% του ΑΕΠ το 2012.

Λαμβάνοντας υπόψη και τις πρόσφατες Ευρωπαϊκές αποφάσεις…

Από 127% που ήταν το 2009.

Δηλαδή 62 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ υψηλότερο μέσα σε 3 χρόνια!!!

Που να μην ήταν και η Τρόικα κε. Υπουργέ…

Το αποτέλεσμα;

Κάθε δόση του δανείου να συνοδεύεται από νέα, επώδυνα, μέτρα.

Από νέες δεσμεύσεις, περισσότερους φόρους, μεγάλες περικοπές μισθών και συντάξεων, μαζικές απολύσεις.

Μέτρα προκειμένου να καλυφθούν οι αστοχίες της οικονομικής πολιτικής.

Τόσο στην έμπνευση όσο και στην εκτέλεσή της.

Μέτρα που αποτελούν την πιο έμπρακτη ομολογία αποτυχίας και του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος.

Να θυμίσω ότι το Μνημόνιο προέβλεπε 9 δισ. ευρώ για εφέτος.

Ο περυσινός Προϋπολογισμός 14.

Το Μεσοπρόθεσμο 21.

Και σήμερα ο λογαριασμός υπερβαίνει τα 25…

Και όλα αυτά προκειμένου να μειωθεί το έλλειμμα, εάν μειωθεί, κατά 7 δισ. ευρώ.

Πρόκειται για μνημείο οικονομικής αναποτελεσματικότητας.

Για τον ορισμό της «γυμναστικής στη ματαιότητα».

Δηλαδή, τα 3/4 περίπου από τις θυσίες των πολιτών, κυρίως λόγω της ύφεσης, πάνε χαμένες.

Και οι πολίτες αντί να δουν κάποιο φως, βυθίζονται σε πιο πυκνό σκοτάδι.

Όπως αυτό στο οποίο θα βρεθούν εάν δεν μπορέσουν να πληρώσουν το νέο «χαράτσι» που η Κυβέρνηση επιβάλλει στα ακίνητα.

Νέος φόρος, ο 6ος στα ακίνητα, ο οποίος:

1ον. Αναδεικνύει την αναξιοπιστία της Κυβέρνησης, αφού για τον Υπουργό Οικονομικών, πριν από 2 μήνες, «το ακίνητο είναι ήδη πολύ επιβαρυμένο» και «οι λογαριασμοί της ΔΕΗ δεν είναι ο μοχλός για να εισπράττεις τέλη ή φόρους».

2ον. Θα «αφυδατώσει» πλήρως την ήδη στεγνή αγορά και θα βαθύνει και άλλο την ύφεση.

3ον. Θα αποδειχθεί οικονομικά αναποτελεσματικός, αφού, σύμφωνα και με την Τράπεζα της Ελλάδος, η «περαιτέρω αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης των ήδη φορολογουμένων θα οδηγήσει σε μείωση αντί για αύξηση των εσόδων».

Εάν μάλιστα η Κυβέρνηση προτίθεται να τον μονιμοποιήσει, θα πρέπει να συνεκτιμήσει και τη συνολική επιβάρυνση του ακινήτου.

4ον. Καταδεικνύει την αδυναμία της Κυβέρνησης να αντλήσει ισοδύναμα ποσά, τόσο από το σκέλος των δαπανών, όπου αυτές είναι σημαντικά αυξημένες σε σχέση με τον Προϋπολογισμό, όσο και από το σκέλος των εσόδων, όπου αδυνατεί να εισπράξει το ΕΤΑΚ του 2009 και το φόρο ακίνητης περιουσίας του 2010 και 2011.

5ον. Αποτελεί ομολογία αποτυχίας της Κυβέρνησης να αντιμετωπίσει στοιχειωδώς την καλπάζουσα φοροδιαφυγή.

6ον. Επιβεβαιώνει τον πανικό και την ανακολουθία της Κυβέρνησης αφού περιλαμβάνει πολύ υψηλότερους από τις αρχικές ανακοινώσεις συντελεστές: εξαπλάσιους για τους αδύνατους και διπλάσιους για τα ακριβότερα ακίνητα.

Παραβιάζοντας έτσι τις αρχές της ισότητας ενώπιον των δημόσιων βαρών και της αναλογικότητας.

Ενώ ακόμη και ο μειωτικός συντελεστής παλαιότητας εφαρμόζεται αντίστροφα, ως «αυξητικός συντελεστής νεότητας», ώστε να επιβαρύνονται όσοι κατέχουν νεώτερα ακίνητα και όχι να ελαφρύνονται εκείνοι που διαθέτουν τα παλαιότερα.

Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,

Με άλλη Τροπολογία παύονται, με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών, τα Μέλη του Συλλογικού Οργάνου Διοίκησης της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, πλην του Προέδρου και του Εκπροσώπου των Εργαζομένων.

Και για άγνωστο χρόνο αντικατάστασής τους.

Παρά το γεγονός ότι η ΕΛΣΤΑΤ, σύμφωνα με το Νόμο, απολαύει λειτουργικής ανεξαρτησίας, διοικητικής και οικονομικής αυτοτέλειας και δεν υπόκειται σε έλεγχο από κυβερνητικά όργανα.

Παρά το γεγονός ότι τα Μέλη παύονται με απόφαση του Οργάνου που τους διόρισε. Δηλαδή, για τα 4 από τα 7 Μέλη, από τη Διάσκεψη των Προέδρων της Βουλής.

Παρά το γεγονός ότι με τη ατυχή θεσμική μεταβολή που επήλθε πέρυσι το Δεκέμβριο, ενισχύθηκαν ακόμη περισσότερο οι εξουσίες του Προέδρου της Αρχής. Με αποτέλεσμα να μην έχει συνεδριάσει το Συλλογικό Όργανο τον τελευταίο χρόνο, παρά τις αντίθετες προβλέψεις του Νόμου.

Γιατί το κάνει όμως αυτό η Κυβέρνηση και δεν εφαρμόζει το Νόμο;

Προφανώς για να επιβάλλει τη «σιωπή των αμνών».

Όπως έκανε και με το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής.

Και αυτό γιατί, κυρίως, πολλά από τα Μέλη του Οργάνου Διοίκησης διαφώνησαν με την ένταξη στοιχείων των ΔΕΚΟ στο έλλειμμα του 2009.

Και μάλιστα χωρίς να έχουν προηγηθεί σχετικές, απαραίτητες, στατιστικές μελέτες.

Όμως, Κύριοι της Κυβέρνησης, η πραγματικότητα δεν αποκρύπτεται.

Και αποκαλύπτεται και από στελέχη με πολιτική αναφορά στην παράταξή σας.

Πρόσφατα, ο πρώην Υπουργό Οικονομικών κ. Χριστοδουλάκης επισήμανε ότι «η Ελλάδα [η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ] δεν έπρεπε να έχει αποδεχθεί πρωτοβουλίες που οδήγησαν σε απρόσμενη διόγκωση του ελληνικού χρέους…κανένα από αυτά δεν ήταν κρυφό, άγνωστο ή μη εξυπηρετούμενο χρέος…άλλες χώρες δεν περιλαμβάνουν τις εγγυήσεις των ΔΕΚΟ στο κρατικό χρέος» («Σώζεται ο Τιτανικός;», 2011).

Ο κ. Στουρνάρας, Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ, ανέφερε, εδώ στη Βουλή, στην Ειδική Μόνιμη Επιτροπή Έρευνας και Τεχνολογίας, ότι «η κάθε χώρα χρησιμοποιεί το σύστημα εθνικών λογαριασμών και τις γκρίζες ζώνες προς όφελός της». «Νομίζω, συνέχιζε, ότι δεν ήταν πολύ σοφό αυτό που έγινε, όπως έγινε…έχω πολλά και σοβαρά ερωτηματικά για την επαναταξινόμηση» (14.12.2010).

Ενώ, ακόμη και η Επιτροπή που συνέστησε ο πρώην Υπουργός Οικονομικών κ. Παπακωνσταντίνου για την αξιολόγηση της ποιότητας των δημοσιονομικών στοιχείων του 2009, αναφέρει στην Έκθεσή της, πριν την τελευταία αναθεώρηση των στοιχείων, ότι «το υπόλοιπο του χρέους δεν περιλαμβάνει, σύμφωνα με την ισχύουσα ευρωπαϊκή πρακτική, το δανεισμό διαφόρων φορέων εκτός Γενικής Κυβέρνησης» (Έκθεση Επιτροπής, σελ. 24).

Συνεπώς, Κύριοι της Κυβέρνησης, θα πρέπει να συνειδητοποιήσετε ότι η προσπάθεια να επιβάλλετε επί μακρόν τη σιωπή είναι ατελέσφορη.

Και δεν βοηθά τη χώρα…

Επίσης, Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,

Εμείς, ως Αξιωματική Αντιπολίτευση, έχουμε διαφωνήσει με την πρόβλεψη, που περικλείεται στις αποφάσεις της 21ης Ιουλίου, για την παροχή εγγυήσεων.

Εγγυήσεις οι οποίες, σύμφωνα με την Τροπολογία, θα παρέχονται από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους.

Τα μεταγενέστερα της Ευρωπαϊκής απόφασης γεγονότα και η ατυχής διμερής συμφωνία Ελλάδας και Φινλανδίας επιβεβαιώνουν τις ενστάσεις που έχουμε διατυπώσει.

Ο Υπουργός Οικονομικών άνοιξε ο ίδιος το «κουτί της Πανδώρας».

Δημιουργήθηκε έτσι προηγούμενο και για μια σειρά από χώρες που θέλουν ίση μεταχείριση, αλλά όχι εγγυήσεις.

Και έτσι αναγκάστηκε να ζητήσει από τα Κοινοτικά Όργανα να «κλείσουν» το «κουτί» που ο ίδιος άνοιξε.

Δημιουργώντας ουσιαστικό πρόβλημα στην πορεία υλοποίησης των Ευρωπαϊκών αποφάσεων.

Τέλος, Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,

Στην ίδια Τροπολογία μεταβάλλεται και διευρύνεται το πλαίσιο ενεργοποίησης και λειτουργίας του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.

Ώστε να υπάρχει ένα ακόμη «δανειστής ύστατης καταφυγής» που θα ενισχύει τη σταθερότητα του χρηματοπιστωτικού συστήματος, προϋπόθεση για τη βιώσιμη ανάπτυξη και την αποτελεσματική κατανομή των οικονομικών πόρων.

Σήμερα όμως, το Ελληνικό τραπεζικό σύστημα, εξαιτίας, κυρίως, της κυβερνητικής ανεπάρκειας, βρίσκεται αντιμέτωπο με πολλές, μεγάλες και διευρυνόμενες προκλήσεις.

Προκλήσεις που απορρέουν:

  • Από την επιβράδυνση του ρυθμού οικονομικής μεγέθυνσης.
  • Από τις συνεχείς υποβαθμίσεις της πιστοληπτικής αξιολόγησης των τραπεζών.
  • Από τον αποκλεισμό των πιστωτικών ιδρυμάτων από τις διεθνείς αγορές άντλησης κεφαλαίων.
  • Από τη συρρίκνωση του ρυθμού πιστωτικής επέκτασης.
  • Από τη χειροτέρευση της ποιότητας του δανειακού χαρτοφυλακίου των πιστωτικών ιδρυμάτων εξαιτίας της βίαιας και μεγάλης επιδείνωσης της χρηματοοικονομικής κατάστασης επιχειρήσεων και νοικοκυριών.
  • Από την έντονη και συνεχή εκροή των καταθέσεων, λόγω της οικονομικής αβεβαιότητας και των Κυβερνητικών παλινωδιών.

Όλες αυτές οι προκλήσεις έχουν ορατές και δυσμενείς επιπτώσεις στη ρευστότητα, στην αποδοτικότητα, στην αποτελεσματικότητα και στην ποιότητα του χαρτοφυλακίου των Ελληνικών πιστωτικών ιδρυμάτων.

Και αυτές, εν αναμονή της αποτίμησης των ζημιών που θα υποστούν οι τράπεζες από τη συμμετοχή τους στην αναδιάρθρωση του Ελληνικού χρέους, αλλά και του διαγνωστικού ελέγχου που πραγματοποιείται στα δανειακά χαρτοφυλάκιά τους από την εταιρεία BlackRock.

Έλεγχος, τη χρονική στιγμή που νοικοκυριά και επιχειρήσεις, εξαιτίας της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής, «πνίγονται» από ρευστότητα και αδυνατούν να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους.

Αυτή η εικόνα, επιτάσσει την ανάγκη συνετής και διορατικής διαχείρισης της κατάστασης, τόσο από τα πιστωτικά ιδρύματα, όσο και από την Πολιτεία.

Πιστωτικά ιδρύματα τα οποία οφείλουν να διαχειρισθούν αποτελεσματικά τη φύση και το ύψος των κινδύνων που αναλαμβάνουν, να ενισχύσουν, ποιοτικά και ποσοτικά, την κεφαλαιακή τους επάρκεια, και να συγκρατήσουν τα λειτουργικά τους έξοδα.

Και Πολιτεία η οποία οφείλει να λαμβάνει πρωτοβουλίες για την ενίσχυση της ρευστότητας της Οικονομίας και για την επαρκέστερη μακρο- και μικρο-προληπτική εποπτεία και εξυγίανση των πιστωτικών ιδρυμάτων.

Ομιλία στην Ολομέλεια κατά τη Συζήτηση του Σχεδίου Νόμου “Ενισχυμένα μέτρα εποπτείας και εξυγίανσης των πιστωτικών ιδρυμάτων, ρύθμιση θεμάτων χρηματοπιστωτικού χαρακτήρα” (1η Συνεδρίαση – Επί της Αρχής)

Κυρίες και κύριοι Συνάδελφοι,

Σήμερα, η χώρα βρίσκεται στα πρόθυρα οικονομικής και συνακόλουθα κοινωνικής κατάρρευσης.

Η εξέλιξη αυτή οφείλεται στις επί μακρόν προϋπάρχουσες εγγενείς και ευρωπαϊκές αδυναμίες, αλλά κυρίως στις εσφαλμένες επιλογές της Κυβέρνησης και στη λανθασμένη «θεραπευτική αγωγή» για την αντιμετώπιση των προβλημάτων.

Η Κυβέρνηση όμως συνεχώς αποδεικνύει ότι έχει έλλειμμα πολιτικού θάρρους, ενώ διαθέτει πλεόνασμα αμετροέπειας, αλαζονείας και πολιτικού θράσους.

Αντί να αναλάβει τις ευθύνες της, τις επιρρίπτει στα πολιτικά κόμματα, στους δημοσιογράφους, ακαδημαϊκούς, επιχειρηματίες και εν γένει στους πολίτες, οι οποίοι διατυπώνουν διαφορετική άποψη από την Κυβέρνηση.

Η κατ’ εξοχήν, διαχρονικά, θορυβοποιός πολιτική παράταξη της χώρας θέλει να επιβάλλει τη σιωπή.

Επιβολή σιωπής η οποία θυμίζει άλλες εποχές και άλλα καθεστώτα.

Συγκεκριμένα παραδείγματα;

Οι πρακτικές της σε σχέση με την Ελληνική Στατιστική Αρχή και το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής.

Η Κυβέρνηση θεωρεί ως «έγκλημα» το γεγονός ότι μέλη τους καταγγείλουν εσκεμμένη διόγκωση του ελλείμματος του έτους 2009 και αναδεικνύουν το σημερινό δημοσιονομικό εκτροχιασμό της χώρας.

Και τα καρατομεί.

Όμως η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, θα πρέπει να κατανοήσει ότι η «σιωπή των αμνών» δεν βοηθά τη χώρα.

Και η προσπάθεια να την επιβάλλει επί μακρόν είναι ατελέσφορη.

Τα θέματα είναι εξαιρετικά σοβαρά αφού καθορίζουν την διαδρομή της χώρας και πρέπει ολόπλευρα να διερευνηθούν.

Η αλήθεια εν τέλει θα αποκαλυφθεί.

Εμείς, από τα τέλη του 2009 επισημαίναμε ότι ηγετικοί κύκλοι της Κυβέρνησης, υλοποιοώντας τον κρυφό σχεδιασμό τους.

Μεταξύ άλλων:

1ον. Ματαίωσαν «ώριμες» δημόσιες εισπράξεις του 2009, μετέφεραν εισπράξεις του 2009 στο 2010 και μετέθεσαν πληρωμές του 2010 στο 2009.

2ον. Έχασαν κάθε έλεγχο στα έσοδα. Είναι χαρακτηριστικό πως ενώ η υστέρηση εσόδων στο 9μηνο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου του 2009 ήταν 1,1 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2008, κατά το τελευταίο τρίμηνο του 2009 αυτή ξεπέρασε τα επιπλέον 2 δισ. ευρώ.

3ον. Άργησαν να πάρουν μέτρα. Τον περασμένο Οκτώβριο, το Μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ, κ. Σμάγκι, υπογράμμισε ότι «εάν η Ελληνική Κυβέρνηση είχε αποφασίσει να προχωρήσει σε διορθωτικές δράσεις από το φθινόπωρο του 2009, θα μπορούσε να αποφύγει την κρίση χρέους και το δραστικό πρόγραμμα προσαρμογής» (14.10.2010).

4ον. Ενσωμάτωσαν στα ελλείμματα και στα χρέη εγγυήσεις των ΔΕΚΟ. Σύμφωνα όμως και με τον πρώην Υπουργό Οικονομικών του ΠΑΣΟΚ κ. Χριστοδουλάκη «η Ελλάδα [η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ] δεν έπρεπε να έχει αποδεχθεί πρωτοβουλίες που οδήγησαν σε απρόσμενη διόγκωση του ελληνικού χρέους…κανένα από αυτά δεν ήταν κρυφό, άγνωστο ή μη εξυπηρετούμενο χρέος…άλλες χώρες δεν περιλαμβάνουν τις εγγυήσεις των ΔΕΚΟ στο κρατικό χρέος.» («Σώζεται ο Τιτανικός;», 2011).

[Συνημμένο 1]

Και σήμερα υπάρχουν αντίστοιχες, σχετικές, καταγγελίες από Μέλη της ΕΛΣΤΑΤ τα οποία και καρατομούνται…

Η Κυβέρνηση όμως, Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,

φέρει μεγάλη ευθύνη και για τη σημερινή κατάσταση της Οικονομίας.

Τα αρνητικά αποτελέσματα των χειρισμών της είναι μετρήσιμα.

  • Η ύφεση είναι μεγάλη, πολύ βαθύτερη από τις αρχικές και πρόσφατες εκτιμήσεις, και παρατεταμένη.
  • Το «εσωτερικό χρέος» δημιουργεί ασφυξία στην αγορά.
  • Η ανεργία αυξάνεται δραματικά.
  • Η ανταγωνιστικότητα της Οικονομίας επιδεινώνεται.
  • Το κόστος δανεισμού έχει εκτοξευθεί στα ύψη.
  • Οι δημοσιονομικοί στόχοι δεν επιτυγχάνονται.

Τα έσοδα καταρρέουν, οι πρωτογενείς δαπάνες αυξάνονται, το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων βουλιάζει, το έλλειμμα παραμένει σημαντικά υψηλότερο από πέρυσι.

Ενδεικτικά, το έλλειμμα της Κεντρικής Κυβέρνησης είναι αυξημένο κατά 22,2% το πρώτο οκτάμηνο του 2011 σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο, έναντι ετήσιας πρόβλεψης για μείωση κατά 3,9%!!!

Πρόκειται συνεπώς για πραγματικό δημοσιονομικό εκτροχιασμό.

Χρειάστηκαν μάλιστα απανωτές συνεδριάσεις των κυβερνητικών οργάνων για να επιβεβαιωθεί η αποτυχία και τα αδιέξοδα της ακολουθούμενης οικονομικής πολιτικής.

Τόσο στην έμπνευση όσο και στην εκτέλεσή της.

Τόσο στη επίτευξη της αναγκαίας δημοσιονομικής προσαρμογής όσο και στην υλοποίηση των διαρθρωτικών αλλαγών.

Και έτσι η Κυβέρνηση αναγκάζεται σήμερα να αναλάβει νέες δεσμεύσεις, να προσθέσει νέους κεφαλικούς φόρους, να επιβάλλει ειδικό τέλος στα ακίνητα.

Ο νέος όμως, 6ος φόρος στα ακίνητα:

1ον. Αναδεικνύει την αναξιοπιστία της Κυβέρνησης, αφού για τον ίδιο Υπουργό Οικονομικών, πριν από 2 μήνες, «το ακίνητο είναι ήδη πολύ επιβαρυμένο» και «οι λογαριασμοί της ΔΕΗ δεν είναι ο μοχλός για να εισπράττεις τέλη ή φόρους».

2ον. Θα «αφυδατώσει» πλήρως την ήδη στεγνή αγορά και θα βαθύνει και άλλο την ύφεση.

3ον. Θα αποδειχθεί οικονομικά αναποτελεσματικός, αφού, σύμφωνα και με την Τράπεζα της Ελλάδος, η «περαιτέρω αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης των ήδη φορολογουμένων θα οδηγήσει σε μείωση αντί για αύξηση των εσόδων».

4ον. Καταδεικνύει την αδυναμία της Κυβέρνησης να αντλήσει ισοδύναμα ποσά, τόσο από το σκέλος των δαπανών, όπου αυτές είναι σημαντικά αυξημένες σε σχέση με τον Προϋπολογισμό, όσο και από το σκέλος των εσόδων, όπου αδυνατεί να εισπράξει το ΕΤΑΚ του 2009 και το φόρο ακίνητης περιουσίας του 2010 και 2011.

5ον. Επιβεβαιώνει τον πανικό της Κυβέρνησης αφού περιλαμβάνει πολύ υψηλότερους από τις αρχικές ανακοινώσεις συντελεστές, ενώ ακόμη και ο μειωτικός συντελεστής παλαιότητας εφαρμόζεται αντίστροφα, ως «αυξητικός συντελεστής νεότητας», ώστε να επιβαρύνονται όσοι κατέχουν νεώτερα ακίνητα και όχι να ελαφρύνονται εκείνοι που διαθέτουν τα παλαιότερα.

Και γιατί, Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι, λαμβάνεται αυτό το μέτρο;

Για να επιτευχθούν, όπως ισχυρίζεται η Κυβέρνηση οι δημοσιονομικοί στόχοι του 2011 και για να μπορέσουμε να έχουμε ένα μικρό πρωτογενές πλεόνασμα το 2012.

Η Κυβέρνηση όμως:

1ον. Αποκρύπτει ότι, σήμερα, το πρωτογενές έλλειμμα είναι αυξημένο έναντι της αντίστοιχης περυσινής περιόδου και σημαντικά υψηλότερο από το προϋπολογισθέν για όλο το 2011.

2ον. Αγνοεί ότι η οποία μείωσή του θα οφείλεται σε μέτρα «μιας χρήσης» (one-off), όπως είναι το τέλος των ακινήτων και οι έκτακτες εισφορές, επιλογές που δεν εξασφαλίζουν βιώσιμη δημοσιονομική προσαρμογή.

3ον. Λησμονεί τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις της Κυβέρνησης, ύψους 6,5 δισ. ευρώ, που έχουν συσσωρευθεί την τελευταία διετία, δηλαδή επί διακυβέρνησης ΠΑΣΟΚ, η εξόφληση των οποίων θα επιδράσει ανοδικά στις πρωτογενείς δαπάνες. Κρύβει συνεπώς έλλειμμα «κάτω από το χαλί»…

4ον. Αγνοεί, ότι σε μία χώρα όπως είναι η Ελλάδα, χώρα με υψηλούς τόκους, τεράστιο χρέος και βαθιά ύφεση, δεν αρκούν τα μικρά πρωτογενή πλεονάσματα για να αντιμετωπίσουμε το ύψος και τη δυναμική του δημοσίου χρέους, αλλά οι τουλάχιστον ισοσκελισμένοι προϋπολογισμοί.

Το ζητούμενο συνεπώς σήμερα για τη χώρα μας είναι εγχώριες πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις, με συνέπεια, συντεταγμένα και αποφασιστικά, να εντείνουμε τις προσπάθειες για δημοσιονομική εξυγίανση, πειθαρχία και ανάταξη της Οικονομίας, σταθεροί στους στόχους αλλά προσανατολισμένοι στην άμεση επανεκκίνησή της.

Και οι εταίροι μας να εφαρμόσουν πρακτικές κοινοτικής αλληλεγγύης.

Μόνο έτσι το παίγνιο θα καταστεί θετικού αθροίσματος.

Προς αυτή την κατεύθυνση κινείται η Σύμβαση – Πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF), την οποία κυρώνουμε σήμερα.

Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,

Είναι γεγονός ότι όλο αυτό το χρονικό διάστημα, από το πρώτο Πλαίσιο μέχρι και την τελευταία τροποποίησή του, η Ευρώπη αντιμετώπισε την κρίση χρέους στους κόλπους της διστακτικά, συμβιβαστικά, με ημίμετρα, επιδεικνύοντας αργά αντανακλαστικά.

Σήμερα, συνειδητοποιεί ότι αυτή η κρίση είναι «συστημική» και απειλεί την ίδια τη βιωσιμότητα του κοινού νομίσματος.

Αναγκάστηκε συνεπώς, αν και καθυστερημένα, έστω και συμβιβαστικά, να προβεί στις διορθωτικές αποφάσεις της 21ης Ιουλίου.

Να βελτιώσει τους όρους δανεισμού, να διευρύνει την ευελιξία του EFSF.

Αποφάσεις σημαντικές και για την Ελλάδα και για την Ευρώπη.

Και τις οποίες υποστηρίζουμε.

Παρά το γεγονός ότι θεωρούμε αναγκαία και τη χρηματική ενίσχυση του Ταμείου, ώστε αυτό να καταστεί αξιόπιστο από τις αγορές.

Διότι, με την αναγκαία ευελιξία που του προσέδωσαν οι πρόσφατες Ευρωπαϊκές αποφάσεις, το Ταμείο πλησιάζει στα χρηματοδοτικά του όρια.

Όρια που «τεστάρονται» στην περίπτωση αρκετών, μεγαλύτερων, Ευρωπαϊκών χωρών.

Διαφωνούμε όμως και με την ενσωμάτωση στο κείμενο της 21ης Ιουλίου της πρόβλεψης για παροχή εγγυήσεων.

Εγγυήσεις οι οποίες, σύμφωνα με Τροπολογία που έχει κατατεθεί στο υπό Συζήτηση Σχέδιο Νόμου, θα παρέχονται από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και τον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους.

Τα μεταγενέστερα της Ευρωπαϊκής απόφασης γεγονότα και η ατυχής διμερής συμφωνία Ελλάδας και Φινλανδίας επιβεβαιώνουν τις ενστάσεις που έχουμε διατυπώσει.

Ο Υπουργός Οικονομικών άνοιξε ο ίδιος το «κουτί της Πανδώρας».

Δημιουργήθηκε έτσι προηγούμενο και για μια σειρά από χώρες που θέλουν ίση μεταχείριση αλλά όχι εγγυήσεις.

Και έτσι αναγκάστηκε να ζητήσει από τα Κοινοτικά Όργανα να το «κλείσουν».

Δημιουργώντας ουσιαστικό πρόβλημα στην πορεία υλοποίησης των Ευρωπαϊκών αποφάσεων.

Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,

Στο υπό συζήτηση Σχέδιο Νόμου επιχειρείται επίσης η ενδυνάμωση του πλαισίου εποπτείας, ελέγχου και εξυγίανσης των πιστωτικών ιδρυμάτων.

Είναι γεγονός ότι η εύρυθμη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος αποτελεί προϋπόθεση για τη βιώσιμη ανάπτυξη και την αποτελεσματική κατανομή των οικονομικών πόρων.

Σήμερα όμως, το Ελληνικό τραπεζικό σύστημα, εξαιτίας, κυρίως, της κυβερνητικής ανεπάρκειας, βρίσκεται αντιμέτωπο με πολλές, μεγάλες και διευρυνόμενες προκλήσεις.

Προκλήσεις που απορρέουν:

  • Από την επιβράδυνση του ρυθμού οικονομικής μεγέθυνσης.
  • Από τις συνεχείς υποβαθμίσεις της πιστοληπτικής αξιολόγησης των τραπεζών, αποτέλεσμα των αντίστοιχων υποβαθμίσεων της χώρας.
  • Από τον αποκλεισμό των πιστωτικών ιδρυμάτων από τις διεθνείς αγορές άντλησης κεφαλαίων.
  • Από τη συρρίκνωση του ρυθμού πιστωτικής επέκτασης, με τον περιορισμό τόσο της ζήτησης όσο και της προσφοράς τραπεζικών πιστώσεων.
  • Από τη χειροτέρευση της ποιότητας του δανειακού χαρτοφυλακίου των πιστωτικών ιδρυμάτων εξαιτίας της βίαιας και μεγάλης επιδείνωσης της χρηματοοικονομικής κατάστασης επιχειρήσεων και νοικοκυριών.
  • Από την έντονη και συνεχή εκροή των καταθέσεων, λόγω της οικονομικής αβεβαιότητας και των Κυβερνητικών παλινωδιών.

Όλες αυτές οι προκλήσεις έχουν ορατές και δυσμενείς επιπτώσεις στη ρευστότητα, στην αποδοτικότητα, στην αποτελεσματικότητα και στην ποιότητα του χαρτοφυλακίου των Ελληνικών πιστωτικών ιδρυμάτων.

Και αυτές, εν αναμονή της αποτίμησης των ζημιών που θα υποστούν οι τράπεζες από τη συμμετοχή τους στην αναδιάρθρωση του Ελληνικού χρέους, αλλά και του διαγνωστικού ελέγχου που πραγματοποιείται στα δανειακά χαρτοφυλάκιά τους από την εταιρεία BlackRock.

Έλεγχος, τη χρονική στιγμή που νοικοκυριά και επιχειρήσεις, εξαιτίας της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής, «πνίγονται» από ρευστότητα και αδυνατούν να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους.

Αυτή η εικόνα, επιτάσσει την ανάγκη συνετής και διορατικής διαχείρισης της κατάστασης, τόσο από τα πιστωτικά ιδρύματα, όσο και από την Πολιτεία.

Πιστωτικά ιδρύματα τα οποία οφείλουν να διαχειρισθούν αποτελεσματικά τη φύση και το ύψος των κινδύνων που αναλαμβάνουν, να ενισχύσουν, ποιοτικά και ποσοτικά, την κεφαλαιακή τους επάρκεια, και να συγκρατήσουν τα λειτουργικά τους έξοδα ώστε να αποφύγουν την προσφυγή τους στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.

Και Πολιτεία η οποία οφείλει να λαμβάνει πρωτοβουλίες για την ενίσχυση της ρευστότητας της Οικονομίας και για την επαρκέστερη μακρο- και μικρο-προληπτική εποπτεία και εξυγίανση των πιστωτικών ιδρυμάτων.

Άλλωστε, η πρόσφατη παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση, ανέδειξε τα κενά εποπτείας του τραπεζικού συστήματος, τόσο σε εγχώριο όσο και σε διασυνοριακό επίπεδο.

Είναι αναγκαία συνεπώς η ενίσχυση της προληπτικής εποπτείας και των μέτρων εξυγίανσης των πιστωτικών ιδρυμάτων με την απονομή επιπρόσθετων αρμοδιότητων στις εποπτικές αρχές και τη διασφάλιση ότι οι αρχές αυτές, σε όλα τα κράτη-μέλη, θα έχουν διαθέσιμα μια σειρά από ομογενοποιημένα εποπτικά εργαλεία για τον έλεγχο της φερεγγυότητας των χρηματοοικονομικών οργανισμών, τη διατήρηση της σταθερότητας του οικονομικού συστήματος και την προστασία των καταναλωτών.

Αυτό φαίνεται να επιδιώκει να επιτύχει η Κυβέρνηση με το υπό συζήτηση Σχέδιο Νόμου, δίνοντας, στην Τράπεζα της Ελλάδος, ευρύτατη διακριτική ευχέρεια καθοριστικής και ουσιώδους παρέμβασης στη λειτουργία των πιστωτικών ιδρυμάτων.

Όμως σε ορισμένες περιπτώσεις προβλέπονται υπερβολικές ρυθμίσεις, υπάρχουν ασάφειες, ενώ ορισμένες διατάξεις έρχονται σε αντίθεση με το Ευρωπαϊκό Εταιρικό Δίκαιο, όπως είναι αυτή για την κατάργηση των δικαιωμάτων προτίμησης των παλαιών μετόχων.

Η πρωτοβουλία όμως αυτή θέλει ιδιαίτερη προσοχή και για 2 πρόσθετους λόγους, που τεκμηριώνονται από τη διεθνή σχετική βιβλιογραφία και πρακτική:

Ο πρώτος είναι ότι η ανάθεση και της μικροπροληπτικής εποπτείας και των εξουσιών εξυγίανσης, σε τέτοια έκταση, στην Κεντρική Τράπεζα οδηγεί σε υπερβολική συγκέντρωση εξουσιών, γεγονός που καθιστά πιο δύσκολο τον έλεγχό της.

Η οργάνωση και λειτουργία αποτελεσματικών μηχανισμών λογοδοσίας μπορεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα αυτό.

Και ο δεύτερος λόγος είναι ότι τέτοιες υπερεξουσίες στην Κεντρική Τράπεζα ενέχουν τον κίνδυνο σε περίπτωση αποτυχίας στην άσκησή τους να υπονομευθεί το κύρος και η αξιοπιστία της Κεντρικής Τράπεζας, στοιχεία που είναι θεμελιωδώς απαραίτητα για την αποτελεσματικότητα της εποπτείας.

Συμπερασματικά, η Νέα Δημοκρατία διαχρονικά έχει αποδείξει ότι δεν είναι ΠΑΣΟΚ.

Ένα ΠΑΣΟΚ που αντιδρούσε καταστροφικά όταν ήταν στην Αντιπολίτευση.

Ένα ΠΑΣΟΚ που θυσίαζε τα πάντα για να καταλαμβάνει και να κατέχει, την εξουσία προκειμένου να μας πάει, πότε από «τον τρίτο» και πότε από «τον τέταρτο δρόμο», προς το «σοσιαλισμό».

Εμείς με ευθύνη, παρά τις επιφυλάξεις που διατηρούμε για Ρυθμίσεις του Νομοσχεδίου και τις αντιρρήσεις που έχουμε σε Τροπολογίες, ψηφίζουμε θετικά επί της Αρχής το Νομοσχέδιο κυρίως λόγω της Κύρωσης της Σύμβασης-Πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.

Δήλωση σχετκά με την πρόταση για την επιβολή φόρου χρηματοπιστωτικών συναλλαγών

Ο Αναπληρωτής Υπεύθυνος του Τομέα Πολιτικής Ευθύνης Οικονομίας της Νέας Δημοκρατίας, Βουλευτής Φθιώτιδας, κ. Χρήστος Σταϊκούρας, έκανε την ακόλουθη δήλωση σχετικά με την πρόταση για την επιβολή φόρου χρηματοπιστωτικών συναλλαγών:

«Η Νέα Δημοκρατία υποστηρίζει τη θέσπιση φόρου στις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές.

Αρκεί αυτός να υιοθετηθεί και να εφαρμοστεί σε παγκόσμιο επίπεδο.

Όπως αποφασίστηκε και στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Μαρτίου (Κείμενο Συμπερασμάτων, Σημείο 15: “introduction of a global financial transaction tax”).

Γιατί σε διαφορετική περίπτωση οι συναλλαγές θα μεταφερθούν προς τις χώρες που δεν θα τον επιβάλουν.

Και θα επιβαρυνθεί η οικονομική δραστηριότητα και η ανάπτυξη των χωρών που θα τον εφαρμόσουν».

Ερώτηση σχετικά με τη δυνητική συμμετοχή του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας στο μετοχικό κεφάλαιο Ελληνικών Τραπεζών

Σύμφωνα με το Νόμο 3864/21.07.2010 ιδρύεται νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου με την επωνυμία «Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας».

Το κεφάλαιο του Ταμείου, προερχόμενο από κεφάλαια που έχουν ήδη αντληθεί και θα αντληθούν στο πλαίσιο του μηχανισμού στήριξης της Ελλάδας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, καλύπτεται σταδιακά από το Ελληνικό Δημόσιο και ενσωματώνεται σε τίτλους.

Πιστωτικό Ίδρυμα, μπορεί να υποβάλει αίτημα στο Ταμείο για κεφαλαιακή ενίσχυση, κατόπιν υπόδειξης της Τράπεζας της Ελλάδος ή με δική του πρωτοβουλία υπό ορισμένες προϋποθέσεις.

Η κεφαλαιακή ενίσχυση παρέχεται μέσω της συμμετοχής του Ταμείου σε αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου του πιστωτικού ιδρύματος, η οποία πραγματοποιείται με την έκδοση προνομιούχων μετοχών ή με την έκδοση κοινών μετοχών υπό ορισμένες προϋποθέσεις.

Οι προνομιούχες μετοχές παρέχουν στο Ταμείο το δικαίωμα συμμετοχής στο Διοικητικό Συμβούλιο του πιστωτικού ιδρύματος με ένα πρόσθετο μέλος, ως εκπρόσωπο του Ταμείου, ο οποίος μεταξύ άλλων διατηρεί δικαίωμα αρνησικυρίας για οποιαδήποτε σημαντική απόφαση  δύναται να θέσει σε κίνδυνο τα συμφέροντα των καταθετών ή να επηρεάσει σοβαρά τη ρευστότητα ή τη φερεγγυότητα ή την εν γένει συνετή και εύρυθμη λειτουργία του πιστωτικού ιδρύματος (όπως επιχειρηματική στρατηγική, διαχείριση στοιχείων ενεργητικού − παθητικού κ.λπ.).

Σύμφωνα με το Άρθρο 16 του σχετικού Νόμου, η απόκτηση συμμετοχής του Ταμείου δεν συνεπάγεται, δεδομένου και του αμιγώς ιδιωτικού χαρακτήρα του Ταμείου, την κατά το ελληνικό δίκαιο υπαγωγή αυτού του πιστωτικού ιδρύματος στον ευρύτερο δημόσιο τομέα.

Κατόπιν τούτων, και με δεδομένες τις προκλήσεις που απορρέουν εν αναμονή της αποτίμησης των ζημιών που θα υποστούν οι τράπεζες από τη συμμετοχή τους στην αναδιάρθρωση του χρέους καθώς και του ελέγχου στην ποιότητα των χαρτοφυλακίων τους από την εταιρεία BlackRock,

ΕΡΩΤΑΤΑΙ

ο κ. Υπουργός:

1. Η συμμετοχή του Ταμείου – ίσως και σημαντική – στο μετοχικό κεφάλαιο μιας τράπεζας τι μεταβολές μπορεί να επιφέρει στο ιδιοκτησιακό καθεστώς του πιστωτικού ιδρύματος;

2. Υπάρχει το ενδεχόμενο αφελληνισμού του τραπεζικού συστήματος με τη συμμετοχή του Ταμείου στο μετοχικό κεφάλαιο μιας τράπεζας, ιδίως υπό το πρίσμα της τρέχουσας οικονομικής συγκυρίας;

TwitterInstagramYoutube