Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Είναι γνωστό, τόσο από την επιστήμη όσο και από την εφαρμοσμένη πολιτική, ότι η Διά Βίου Μάθηση αποτελεί βασικό μηχανισμό παραγωγής, συσσώρευσης και διάχυσης του ανθρώπινου κεφαλαίου και του κοινωνικού κεφαλαίου.
Επακόλουθο αυτού, είναι ότι αποτελεί συντελεστή διαχρονικής προώθησης της αειφόρου ανάπτυξης, της απασχόλησης και της κοινωνικής συνοχής.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, ως ιδιαίτερη οικονομική και πολιτική οντότητα, έχοντας ασπασθεί τα πορίσματα της επιστήμης, έδινε και δίνει έμφαση στη Διά Βίου Μάθηση τοποθετώντας την υψηλά στην κλίμακα των προτεραιοτήτων της, ενώ στο πεδίο της εφαρμοσμένης πολιτικής τη χρηματοδοτούσε και τη χρηματοδοτεί, προς το παρόν, γενναία.
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Είναι αλήθεια ότι, παρά τα πολύ σημαντικά βήματα που έγιναν επί των κυβερνήσεων της ΝΔ (κάλυψη σε σημαντικό βαθμό του θεσμικού, δομικού, λειτουργικού και χρηματοδοτικού ελλείμματος), η χώρα μας, και στον τομέα της Διά Βίου Μάθησης, δυστυχώς υπολείπεται.
Αν και πάψαμε να είμαστε ουραγοί μεταξύ των εταίρων μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εξακολουθούμε, ως χώρα, να έχουμε ακόμη χαμηλές επιδόσεις και να είμαστε σε απόσταση από το στόχο που έχει τεθεί στη Λισσαβόνα.
Βέβαια, στην πραγματικότητα, οι επιδόσεις μας δεν είναι και τόσο χαμηλές όσο εμείς οι ίδιοι, με ευθύνη μας, τις μετράμε (συγκεκριμένα το ερωτηματολόγιο μέσω του οποίου γινόταν η εκτίμηση της επίδοσης μέχρι το 2007 απεικόνιζε την Ελλάδα της δεκαετίας του 1950, καθώς δεν είχε επικαιροποιηθεί).
Όμως πλέον, στη δύσκολη συγκυρία που διανύουμε, καλό θα ήταν να αφήσουμε κατά μέρος τις παραλείψεις μας ως χώρα και να οικοδομήσουμε θεσμικά, δομικά και λειτουργικά πάνω σε αυτά που ήδη έχουμε φτιάξει και να προχωρήσουμε παρακάτω.
Είναι γνωστό ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θέσει στις χώρες-μέλη ως ποσοτικό στόχο μέχρι το 2020, ο δείκτης συμμετοχής των πολιτών ηλικίας 25-65 ετών στη Διά Βίου Μάθηση να είναι στο 15%.
Μέχρι το 2008, η με ευθύνη μας υποεκτίμηση, που προανέφερα, δείχνει επίδοση περί το 3% ενώ η πραγματική επίδοση της χώρας ήταν μεγαλύτερη, σύμφωνα με μετρήσεις των φορέων παροχής των σχετικών υπηρεσιών, και κινείτο στο επίπεδο του 6%.
Είναι προφανές ότι έχουμε ακόμη πολύ δρόμο να διανύσουμε.
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Σε αυτή την κατεύθυνση της εντατικοποίησης της προσπάθειας, δυστυχώς, το προτεινόμενο νομοσχέδιο δεν διακρίνεται για την ολιστική προσέγγιση του ζητήματος. Κι αυτό διότι, παρά τις προς τη σωστή κατεύθυνση συμπληρώσεις και προεκτάσεις που επιφέρει στο υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο, δεν θίγει επ’ ουδενί το ζήτημα της χρηματοδότησης και τις παραμέτρους του.
Παραμέτρους όπως:
- το ύψος της χρηματοδότησης,
- τις πηγές των πόρων,
- τον επιμερισμό του κόστους
(κεντρική κυβέρνηση, αυτοδιοίκηση, κοινωνικοί εταίροι),
- τη διαδικασία ροής των πόρων, και
- την αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των δαπανώμενων πόρων.
Το ζήτημα της χρηματοδότησης, το οποίο όπως και σε κάθε σύστημα παροχής υπηρεσιών είναι καίριας σημασίας για:
1ον. Την προσέγγιση του ποσοτικού στόχου.
2ον. Την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών.
3ον. Την αποδοτικότητα των πραγματοποιούμενων επενδύσεων.
4ον. Το μέγεθος της συμβολής στην προώθηση της αειφόρου ανάπτυξης, της απασχόλησης και της κοινωνικής συνοχής.
Επιπρόσθετα, το νομοσχέδιο χαρακτηρίζεται από πολυπλοκότητα και ασάφειες, για να λειτουργήσει απαιτούνται περίπου 45 Υπουργικές Αποφάσεις και Προεδρικά Διατάγματα αφού τα περισσότερα θέματα θα διευθετηθούν και θα διευκρινιστούν αργότερα, με αποτέλεσμα πιθανές καθυστερήσεις στην υλοποίησή του.
Παράλληλα, κρίνεται απαραίτητο να υπάρχει αξιολόγηση στη λογική κόστους-οφέλους και κόστους-αποτελεσματικότητας, για να μπορέσει να υπηρετηθεί ο εθνικός στόχος στο στρατηγικής σημασίας πεδίο της Διά Βίου Μάθησης και να προσεγγιστεί ο στόχος που έχει θέσει η Ευρωπαϊκή Ένωση.
Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,
Τώρα, ήρθε η ώρα για χάραξη και υλοποίηση ουσιαστικής και μακροπρόθεσμα βιώσιμης εθνικής στρατηγικής. Ήρθε η ώρα, το πολιτικό σύστημα και η δημόσια διοίκηση να πάψουμε να κρυβόμαστε και να ποντάρουμε σχεδόν αποκλειστικά στους κοινοτικούς πόρους τους οποίους και κατασπαταλούμε.
Δυστυχώς, το εν λόγω νομοσχέδιο είναι ελλειμματικό ως προς αυτές τις προϋποθέσεις.