Κυρίες και Κύριοι,
Θέλω να ευχαριστήσω τους διοργανωτές του σημερινού Συνεδρίου για την τιμητική πρόσκληση να παραστώ στην έναρξή του και να καταθέσω σκέψεις και απόψεις για την αναπτυξιακή προοπτική της Ελληνικής οικονομίας.
Υπάρχει όμως αναπτυξιακή προοπτική;
Που ήμασταν; Που βρισκόμαστε; Τι πρέπει να κάνουμε;
Κυρίες και Κύριοι,
Όπως γνωρίζετε, οι Ευρωπαϊκές οικονομίες, από το 2008, «χτυπήθηκαν» έντονα από την παγκόσμια κρίση.
Η Ελλάδα επλήγη άμεσα και περισσότερο.
Αφού εμφάνιζε και τις μεγαλύτερες, διαχρονικά, ενδογενείς αδυναμίες.
Με αποτέλεσμα, η οικονομία της να λειτουργεί, περισσότερο ή λιγότερο ανά περίοδο, σε συνθήκες ασταθούς ισορροπίας.
Και με ένα αναπτυξιακό υπόδειγμα που χαρακτηρίζονταν από εμφανείς αλλά και υποβόσκουσες, μακροχρόνιες παθογένειες στο αξιακό, στο θεσμικό, στο πολιτικό, στο κοινωνικό και στο οικονομικό πεδίο.
Η μεταγενέστερη εξέλιξη των γεγονότων στη χώρα είναι γνωστή.
Η κρίση δανεισμού, η προσφυγή της χώρας στο Μηχανισμό Στήριξης ως αποτέλεσμα και μιας σειράς λανθασμένων πολιτικών επιλογών της τότε περιόδου, η εφαρμογή ενός Προγράμματος Οικονομικής Πολιτικής, του ίδιου Προγράμματος από το 2010 μέχρι και σήμερα.
Πρόγραμμα ασφυκτικό και ανελαστικό.
Πρόγραμμα το οποίο απαιτεί βίαιη και εμπροσθοβαρή δημοσιονομική προσαρμογή και πλήθος δύσκολων, αλλά σε πολλές περιπτώσεις αναγκαίων διαρθρωτικών παρεμβάσεων.
Πρόγραμμα το οποίο, παρά τα λάθη στο περιεχόμενό του στο μίγμα της δημοσιονομικής πολιτικής και την αβελτηρία στην εφαρμογή του στο σκέλος των διαρθρωτικών αλλαγών, κατέγραψε, στο τέλος του 2014, θετικά και μετρήσιμα αποτελέσματα.
- Σταθεροποιήθηκαν τα δημόσια οικονομικά.
- Αντιμετωπίστηκαν χρόνιες εσωτερικές και εξωτερικές ανισορροπίες.
- Ενισχύθηκε η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
- Δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις για τη λήξη της παρατεταμένης ύφεσης.
Πράγματι, η χώρα, το 2014, μετά από 6 συναπτά έτη βαθιάς και παρατεταμένης ύφεσης, επέστρεψε σε θετικό ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης, υψηλότερο και από τις εκτιμήσεις, στο +0,8%.
Και η προοπτική ήταν η οικονομία της να μεγεθυνθεί σε ποσοστό άνω του 2,5% το 2015.
Σε αυτό συνέκλιναν όλες οι προβλέψεις των εταίρων, των διεθνών οίκων, της Τράπεζας της Ελλάδος, της Ελληνικής Κυβέρνησης.
Είναι όμως εφικτή η επίτευξη αυτού του στόχου σήμερα;
Δυστυχώς όχι.
Η παρατεταμένη αβεβαιότητα, η αστάθεια και η «δημιουργική ασάφεια» έχουν οδηγήσει την οικονομία σε μια νέα φάση επιδείνωσης.
- Η οικονομική δραστηριότητα έχει παγώσει.
- Ιδιώτες εγκαταλείπουν επενδυτικές πρωτοβουλίες.
- Το Κράτος έχει κηρύξει, και πάλι, μερική εσωτερική στάση πληρωμών.
- Δεν υπάρχει προσφορά πιστώσεων από το τραπεζικό σύστημα αφού παρατηρείται, και πάλι, σημαντική εκροή καταθέσεων, ενώ τα «κόκκινα δάνεια», και πάλι, διογκώνονται.
- Παράλληλα, το κόστος δανεισμού των πιστωτικών ιδρυμάτων έχει επιβαρυνθεί, οι τράπεζες πρέπει να ενισχύουν με «ενέσεις ρευστότητας» το Δημόσιο, ενώ το Κράτος έχει «σκουπίσει» όλα τα διαθέσιμα στις εμπορικές τράπεζες φορέων της Γενικής Κυβέρνησης.
- Η απόσταση από την επιστροφή στις αγορές μεγαλώνει και η πιστοληπτική ικανότητα της χώρας υποβαθμίζεται και πάλι.
- Ενώ η χώρα δεν μπορεί, με τα σημερινά δεδομένα, να συμμετάσχει στο πρόγραμμα «ποσοτικής χαλάρωσης» της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Συμπερασματικά, η ανάκαμψη της οικονομίας κινδυνεύει.
Σ’ αυτό συγκλίνουν οι πάντες, εντός και εκτός χώρας.
Ενδεικτικά, ο Οίκος Fitch, που πρόσφατα υποβάθμισε την Ελλάδα, προχώρησε σε μείωση των εκτιμήσεων για το 2015: 2,5% έλεγε το Δεκέμβριο, 1,5% τον Ιανουάριο και 0,5% λέει τώρα. Με ρίσκο να μειωθεί και άλλο.
Συνεπώς, στην παρούσα φάση, δυστυχώς, οι αναπτυξιακές προοπτικές της οικονομίας δεν είναι ευοίωνες.
Και αυτό γιατί η Κυβέρνηση έχει αναλώσει πολύτιμο χρόνο και διαπραγματευτικό κεφάλαιο σε ασκήσεις επικοινωνιακής, και μόνο, πολιτικής και σε παίγνια με σύμβολα, συμβολισμούς και λέξεις.
Προκειμένου να δικαιολογήσει τις παλινωδίες, τις ασυνέπειες, την αβελτηρία, την απουσία σχεδίου.
Καλούμε συνεπώς την Κυβέρνηση να επιδείξει υπευθυνότητα και ρεαλισμό.
Και να προχωρήσει, άμεσα, όπως και η ίδια έχει δεσμευθεί, στην υλοποίηση των Ευρωπαϊκών αποφάσεων της 20ης Φεβρουαρίου.
Ώστε να σταθεροποιηθεί, το συντομότερο δυνατόν, η κατάσταση.
Και αυτή η σταθεροποίηση να μετατραπεί, μέσα από μια ολοκληρωμένη στρατηγική που είχε ήδη ξεκινήσει, σε δυναμική και βιώσιμη ανάπτυξη, με κοινωνική συνοχή, εντός της Ευρωζώνης.
Βασικοί άξονες αυτής της στρατηγικής πρέπει να είναι:
1ος. Η πραγματοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, κυρίως με την ενδυνάμωση του ανταγωνισμού στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών και με την άρση των εμποδίων στη λειτουργία της οικονομίας.
Μεταρρυθμίσεις, που θα βοηθήσουν τη διατήρηση ή/και δημιουργία νέων εξωστρεφών και ανταγωνιστικών εγχώριων επιχειρήσεων και την προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων.
2ος. Η βελτίωση της «ποιότητας» των δημόσιων οικονομικών.
Και αυτό θα επιτευχθεί με την αύξηση της αποτελεσματικότητας των πόρων και με την ενίσχυση, σταδιακά, των δαπανών που έχουν υψηλό πολλαπλασιαστή και απόδοση, προάγουν την οικονομική ανάπτυξη και δημιουργούν υψηλή κοινωνική ανταποδοτικότητα.
Αυτός ο προσανατολισμός των δημόσιων δαπανών συνάδει και με τη θεωρία της ενδογενούς ανάπτυξης, σύμφωνα με την οποία παράγοντες όπως η εκπαίδευση, η έρευνα και η καινοτομία δημιουργούν τις προϋποθέσεις για μια ισχυρή αναπτυξιακή δυναμική.
3ος. Η ταχύτερη και εμπροσθοβαρής υλοποίηση επενδυτικών σχεδίων από πόρους του ΕΣΠΑ και της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων.
Καθώς και η ορθολογική αξιοποίηση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων.
4ος. Η εξομάλυνση της πιστωτικής επέκτασης.
Είναι γεγονός ότι η εύρυθμη λειτουργία του τραπεζικού τομέα, ιδιαίτερα σε τραπεζοκεντρικές χώρες όπως είναι η Ελλάδα, αποτελεί προϋπόθεση για τη βιώσιμη ανάπτυξη και την αποτελεσματική κατανομή των οικονομικών πόρων.
Το Ελληνικό τραπεζικό σύστημα, τα τελευταία χρόνια, βρέθηκε αντιμέτωπο με πολλές, μεγάλες και διευρυνόμενες προκλήσεις.
Αυτές είχαν ορατές και δυσμενείς επιπτώσεις στη ρευστότητα, στην αποδοτικότητα, στην αποτελεσματικότητα και στην ποιότητα του χαρτοφυλακίου των Ελληνικών πιστωτικών ιδρυμάτων.
Για το λόγο αυτό, στόχος της προηγούμενης Κυβέρνησης ήταν να τεθούν οι βάσεις για τη δημιουργία ενός ισχυρού, αποτελεσματικού, βιώσιμου και σταθερού τραπεζικού συστήματος, ώστε να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη καταθετών και επενδυτών και να αποφευχθεί ευρεία συστημική αποσταθεροποίηση.
Σ’ αυτό το πλαίσιο:
- εξασφαλίστηκαν επαρκείς πόροι για την ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος,
- καλύφθηκαν οι βραχυχρόνιες ανάγκες ρευστότητας μέσω της παροχής έκτακτης χρηματοδότησης,
- διαμορφώθηκε ένα πλαίσιο εξυγίανσης πιστωτικών ιδρυμάτων ικανό να στηρίξει την ανασύνταξη του τραπεζικού τομέα και
- μπήκαν οι βάσεις για την αντιμετώπιση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Οι στόχοι που είχαν τεθεί επιτεύχθησαν.
Το τραπεζικό σύστημα ανακεφαλαιοποιήθηκε και αναδιατάχθηκε επιτυχώς και η εμπιστοσύνη σε αυτό ενισχύθηκε.
Δυστυχώς όμως, σήμερα, το Ελληνικό τραπεζικό σύστημα βρίσκεται αντιμέτωπο, και πάλι, με νέες προκλήσεις.
Και αυτό είναι φυσικό, γιατί επηρεάζεται και επηρεάζει την πραγματική οικονομία.
5ος. Η εντατικότερη υλοποίηση του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων και αξιοποίησης της περιουσίας του Δημοσίου.
Η αξιοποίηση αυτή είναι επωφελής για τη χώρα, καθώς βραχυπρόθεσμα αυξάνονται τα έσοδα του Δημοσίου, ενώ μεσο-μακροπρόθεσμα δημιουργείται πλούτος στην Ελληνική οικονομία, μέσω της αύξησης των επενδύσεων και της δημιουργίας νέων θέσεων απασχόλησης.
6ος. Η δημιουργία ενός δίκαιου, αποτελεσματικού και σύγχρονου κράτους.
Αφού επιτεύχθησαν οι αναγκαίοι στόχοι για τη μείωση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων και της μισθολογικής τους δαπάνης, οφείλουμε να περάσουμε στην εκπλήρωση των κρίσιμων ποιοτικών μεταρρυθμίσεων, με προτεραιότητα στην πάταξη της γραφειοκρατίας και στην αξιολόγηση.
7ος. Η μεγιστοποίηση των διαθέσιμων χρηματοδοτικών πόρων και η άντληση κεφαλαίων από εναλλακτικές, πλην τραπεζικού δανεισμού, πηγές χρηματοδότησης.
Σε αυτή την κατεύθυνση, η προηγούμενη Κυβέρνηση, στην προσπάθεια της να ενισχύσει τον ρόλο που διαδραματίζει η Ελληνική Κεφαλαιαγορά, προχώρησε στις αναγκαίες παρεμβάσεις για τη διαμόρφωση του κατάλληλου θεσμικού πλαισίου για την προσέλκυση επενδύσεων, μέσω των νέων επενδυτικών εργαλείων και της ενσωμάτωσης, στο Εθνικό Δίκαιο, των Οδηγιών για τις συλλογικές επενδύσεις.
8ος. Η σταδιακή μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης.
Αυτό θα επιτευχθεί με τη διασφάλιση περιβάλλοντος δημοσιονομικής σταθερότητας και με την ένταξη του «αφανούς» τμήματος της οικονομίας στο «εμφανές» πεδίο της, επιτυγχάνοντας τη φορολόγησή του.
9ος. Η περαιτέρω ενίσχυση της μακροχρόνιας βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους.
Η αλήθεια είναι ότι το δημόσιο χρέος, εδώ και δεκαετίες, είχε πολύ ισχυρή αυξητική δυναμική.
Αλήθεια, επίσης, είναι ότι ο ρυθμός αύξησής του αρχίζει να περιορίζεται, η μέση υπολειπόμενη φυσική διάρκειά του έχει χρονικά επεκταθεί και οι δαπάνες εξυπηρέτησής του έχουν αισθητά μειωθεί.
Είναι όμως επίσης αλήθεια ότι η επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων της χώρας υποχρεώνει τους εταίρους και δανειστές μας να αναλάβουν, σύντομα, συγκεκριμένες πρωτοβουλίες για την περαιτέρω ενίσχυση της βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους.
Ρεαλιστικές λύσεις, εφικτές τεχνικές, ισοδύναμοι τρόποι υπάρχουν.
Και σε αυτό συμφωνεί πλέον και η σημερινή Κυβέρνηση.
Κυρίες και Κύριοι,
Κατά την εκτίμησή μου, αυτός είναι ο ορθός δρόμος που πρέπει να ακολουθήσουμε.
Για το λόγο αυτό είναι εθνική ανάγκη να διαφυλαχθούν όλα όσα έχουν επιτευχθεί, με τόσο μεγάλο κόπο και κόστος.
Εμείς, ως Αξιωματική Αντιπολίτευση, στην περίπτωση αναζήτησης καλών λύσεων για τη χώρα και τους πολίτες, θα είμαστε δημιουργικά σαφείς.
Θα στηρίζουμε κάθε προσπάθεια που στοχεύει στη ρεαλιστική, σταθερή, ομαλή και ανοδική πορεία της χώρας, εντός της Ευρωζώνης.
Άλλωστε, όπως σταθερά υποστηρίζω, η προσπάθεια με στόχο τη συγκρότηση μιας ισχυρής Ελλάδας, η οποία θα λειτουργεί με αξιοπρέπεια στην Ευρωπαϊκή και την παγκόσμια σκηνή, πρέπει να είναι συνεχής και συλλογική.