Εξεταστική Επιτροπή

Ο Χρ. Σταϊκούρας στην Ολομέλεια επί της Πρότασης της ΝΔ για τη Σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής | 26.7.2016

Αθήνα, 26.07.2016

 

Δελτίο Τύπου

 

Σημεία ομιλίας στην Ολομέλεια επί της Πρότασης της Νέας Δημοκρατίας περί Σύστασης Εξεταστικής Επιτροπής «Για τη διερεύνηση των αιτιών επιβολής τραπεζικής αργίας και κεφαλαιακών περιορισμών, υπογραφής του 3ου Μνημονίου και ανάγκης νέας ανακεφαλαιοποίησης των πιστωτικών ιδρυμάτων»

 

 

Ο κ. Σταϊκούρας, Εισηγητής της Νέας Δημοκρατίας επί της Πρότασης για Σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής, κατά τη διάρκεια της τοποθέτησής του, ξεκαθάρισε ότι «η Νέα Δημοκρατία δεν έχει πρόθεση να “κυνηγήσει μάγισσες”, ούτε να ενοχοποιήσει αβασάνιστα πολιτικούς της αντιπάλους, θέλει όμως να είναι συνεπής προς το χρέος που απορρέει εκ του θεσμικού της ρόλου και να θέσει προς διερεύνηση μη ερμηνεύσιμους με τη λογική χειρισμούς, οι οποίοι είχαν τεράστιο κόστος για τη χώρα και τους πολίτες. Ανερμάτιστους κυβερνητικούς χειρισμούς που οδήγησαν στο κλείσιμο των τραπεζών, σε κεφαλαιακούς περιορισμούς, σε νέα ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, σε πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα, στο 3ο Μνημόνιο. Και οι οποίοι εγείρουν μια σειρά από ερωτηματικά, τα οποία απαιτούν απαντήσεις».

Στη συνέχεια, ανέπτυξε το κόστος της δήθεν «ηρωικής διαπραγμάτευσης» του 1ου εξαμήνου του 2015, που ανέρχεται από τα 86 μέχρι τα 100 δισ. ευρώ. Και αυτό γιατί «χάθηκε δυνητικός πλούτος της χώρας, “σκουπίστηκαν” τα ταμειακά διαθέσιμα του Δημοσίου, διογκώθηκαν οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου, προστέθηκαν νέα δημοσιονομικά μέτρα, επιβαρύνθηκε η βιωσιμότητα του χρέους, επιβλήθηκαν κεφαλαιακοί περιορισμοί και χρειάστηκε μια νέα ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Ανακεφαλαιοποίηση η οποία επέφερε μεγάλο κόστος στους φορολογούμενους και τεράστια ζημία στους μετόχους των πιστωτικών ιδρυμάτων, μικρούς και μεγάλους, ιδιώτες και Δημόσιο».

Ακολούθως, εκτός αυτού του υπαρκτού κόστους που θα πρέπει να διερευνηθεί, ο κ. Σταϊκούρας έθεσε πλήθος ερωτηματικών για πράξεις και παραλείψεις της Κυβέρνησης που ζητούν απαντήσεις.

Ενδεικτικά:

«1ον. Γιατί η Κυβέρνηση δεν ολοκλήρωσε έγκαιρα την αξιολόγηση, τον Φεβρουάριο του 2015; Ειδικά όταν τότε, στις εισηγήσεις στο Eurogroup, η Κυβέρνηση εκφραζόταν θετικά για τα πρωτογενή πλεονάσματα που πετύχαινε η προηγούμενη Κυβέρνηση και δεσμευόταν – σε αντίθεση με τις προεκλογικές της υποσχέσεις – για την εφαρμογή του 70% του Μνημονίου;

2ον. Γιατί η Κυβέρνηση δεν ολοκλήρωσε έγκαιρα την αξιολόγηση ενώ γνώριζε τις δυσμενείς για τη χώρα συνέπειες; Ο κ. Γκάλμπρεϊθ, στενός συνεργάτης του κ. Βαρουφάκη, γράφει στο βιβλίο του ότι μόλις στις 8 Φεβρουαρίου, ο τότε Υπουργός Οικονομικών αναρωτήθηκε αν οι πολίτες “θα εξακολουθήσουν να είναι μαζί μας όταν κλείσουν οι τράπεζες”. Αλήθεια, με την έναρξη της θητείας της νέας Κυβέρνησης ο κ. Βαρουφάκης γνώριζε ότι θα κλείσουν οι τράπεζες; Μήπως σχεδίαζε να κλείσουν τις τράπεζες; Τι έπραξε ο Πρωθυπουργός βλέποντας τον Υπουργό του να οδηγεί τη χώρα στο χείλος της αβύσσου;

3ον. Ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος δήλωσε, σε συνέντευξή του στις 12 Ιανουαρίου 2016, ότι είχε πληροφόρηση για σχέδια εισβολής στο Νομισματοκοπείο και δημιουργίας ενός άτυπου διπλού νομίσματος. Σύμφωνα με μαρτυρίες, τέτοια σχέδια αναπτύχθηκαν από μέλη της Κυβέρνησης κατά τη διάρκεια Υπουργικών Συμβουλίων. Ποια ήταν αυτά τα σχέδια;

4ον. Στο Υπουργείο Οικονομικών φαίνεται, και επιβεβαιώνεται από μαρτυρίες και γεγονότα, ότι λειτουργούσε μια διαπραγματευτική ομάδα, με δύο εντελώς αντίθετες στρατηγικές. Ποια ήταν η στάση του Πρωθυπουργού γι’ αυτή τη “δυαρχία”;

5ον. Ο κ. Γκάλμπρεϊθ, στο ίδιο βιβλίο του, αναφέρεται στην πληρωμή του Μαΐου που έγινε προς το ΔΝΤ, χάρη στην οποία αποφεύχθηκε τότε η στάση πληρωμών. Χαρακτηριστικά γράφει: “Ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος είχε έρθει σε επαφή με τον Έλληνα εκτελεστικό διευθυντή στο ΔΝΤ και κανόνισε να γίνει η πληρωμή με 700 εκατ. δολάρια σε ειδικά τραβηκτικά δικαιώματα που βρίσκονταν στον ελληνικό λογαριασμό στο ΔΝΤ. Ο Υπουργός Οικονομικών δεν ήταν ενήμερος και, ενώ είχαμε προετοιμαστεί για στάση πληρωμών, καταληφθήκαμε εξαπίνης”. Άρα μήπως ο τότε Υπουργός Οικονομικών και οι συνεργάτες του επιδίωκαν τη χρεοκοπία της χώρας;

6ον. Ο κ. Γκάλμπρεϊθ, στο ίδιο βιβλίο, υποστηρίζει ότι ο κ. Βαρουφάκης, στα τέλη Μαρτίου, του ζήτησε να αρχίσει την προετοιμασία ενός “Σχεδίου Β” ή “Σχεδίου Χ”, που θα ήταν μια συνοπτική περιγραφή του τι θα κάναμε εάν ναυαγούσαν οι διαπραγματεύσεις και η Ελλάδα εξαναγκαζόταν να βγει από το ευρώ. Ποιο ήταν το “Σχέδιο Β” που παρέδωσε ο κ. Γκάλμπρεϊθ στον τότε Υπουργό Οικονομικών;

7ον. Αν πράγματι ήταν “Σχέδιο Β”, γιατί ο κ. Γκάλμπρεϊθ, θυμίζω στενός συνεργάτης του τότε Υπουργού Οικονομικών, τον Ιούλιο του 2015, υποστηρίζει ότι “τα διαθέσιμα εργαλεία φαίνονται επαρκή προκειμένου η έξοδος να γίνει πολύ γρήγορα και απολύτως ομαλά, με το σύστημα πληρωμών έτοιμο να λειτουργήσει σχεδόν αμέσως”;

Σύμφωνα μάλιστα με την κατάληξη της σχετικής έκθεσης: “Δεν υπάρχει τελικά λόγος να μην καταφέρει η Ελλάδα με εθνικό νόμισμα, ελεύθερη από τους δογματισμούς της ευρωζώνης και έχοντας προσαρμόσει την πολιτική της σε εθνικές ανάγκες και συνθήκες, να ανακάμψει οικονομικά και τελικά να γνωρίσει μεγαλύτερη ευημερία από σήμερα”. Μήπως τελικά για κάποιους στην Κυβέρνηση το “Σχέδιο Β” ήταν “Σχέδιο Α”;

8ον. Γιατί η Κυβέρνηση προχώρησε στο δημοψήφισμα ενώ γνώριζε τις αρνητικές επιπτώσεις τόσο της διεξαγωγής του όσο και πιθανού αποτελέσματός του;

Πως αυτό επιβεβαιώνεται; Ενδεικτικά:

  • Ο κ. Τσίπρας, αναφερόμενος, στις 30 Νοεμβρίου του 2011, στο δημοψήφισμα που σχεδίαζε, τότε, ο κ. Παπανδρέου, υποστήριζε: “Αν επιχειρήσει ο Πρωθυπουργός να θέσει τέτοια ζητήματα, η πτώχευση θα επισυμβεί, όπως και η κατάρρευση του τραπεζικού συστήματος και της οικονομίας, πολύ πριν φτάσουμε στην κάλπη”.
  • Ο Πρωθυπουργός γνώριζε από τον Μάιο το περιεχόμενο του “Σχεδίου Β”. Το οποίο περιείχε, σε περίπτωση υλοποίησής του, κήρυξη της χώρας σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, εθνικοποίηση τραπεζών, ανακεφαλαιοποίησή τους με νέα δραχμή, την έκδοση υποσχετικών για πληρωμή μισθών και συντάξεων καθώς και την επιστράτευση Δημοσίων Υπαλλήλων. Αφού τα γνώριζε αυτά ο Πρωθυπουργός, γιατί προχώρησε, 1,5 μήνα αργότερα, σε δημοψήφισμα;
  • Η απόφαση που πήρε ο Πρωθυπουργός και ενέκρινε το Υπουργικό Συμβούλιο στα τέλη Ιουνίου, τοποθετούσε τη διενέργεια δημοψηφίσματος πέντε ημέρες μετά την εκπνοή του προγράμματος δανειακής στήριξης της χώρας. Δηλαδή ο Πρωθυπουργός ήξερε ότι η απόφασή τους έβγαζε τη χώρα εκτός προγράμματος. Ήξερε, κατά συνέπεια, ότι από τη στιγμή εκείνη, η ΕΚΤ ήταν αναγκασμένη να διακόψει τη χορήγηση έκτακτης χρηματοδότησης. Και αυτό θα είχε ως αποτέλεσμα να κλείσουν οι τράπεζες και να επιβληθούν κεφαλαιακοί περιορισμοί. Μάλιστα, σε συνέντευξή του στο ΣΚΑΪ, στις 19 Ιανουαρίου 2016, ο κ. Βαρουφάκης, στο ερώτημα αν την ώρα που αποφάσισαν το δημοψήφισμα ήξεραν ότι θα κλείσουν οι τράπεζες, απάντησε με τη λέξη: “προφανώς”».

Καταλήγοντας, ο κ. Σταϊκούρας ανέφερε: «Συμπερασματικά, το κόστος του 1ου εξαμήνου του 2015 είναι τεράστιο και τα ερωτήματα πολλά. Χρειάζονται απαντήσεις, ώστε να μάθουμε την αλήθεια, να αναζητήσουμε ευθύνες και να μην επαναλάβουμε στο μέλλον τα ίδια σφάλματα.

Εκτιμώ ότι σ’ αυτή την κατεύθυνση θα συμβάλλετε και εσείς, Συνάδελφοι της Κυβερνητικής πλειοψηφίας. Αν θέλετε να είστε συνεπείς με την περυσινή υπερψήφιση της πρότασης για σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής για τα προηγούμενα Μνημόνια. Και της οποίας οι εργασίες, όλως περιέργως, σταμάτησαν με την ψήφιση του 3ου Μνημονίου, πέρυσι το καλοκαίρι. Και βεβαίως, χωρίς να ολοκληρωθούν.

Τώρα, θα πρυτανεύσει η συνέπεια ή θα κάνετε μία ακόμη κυβίστηση;

Οπότε και θα επιβεβαιώσετε ότι όλα τα θέματα τα αντιμετωπίζετε με αποκλειστικό κριτήριο το συμφέρον του Κόμματός σας. Αναμένουμε, χωρίς βέβαια να τρέφουμε αυταπάτες. Αυτές τις τρέφει, εδώ και χρόνια, κατ’ εξακολούθηση και συρροή, ο κ. Τσίπρας».

 

2016-07-26 ΔT – Σημεία Ομιλίας Ολομέλεια Πρόταση Εξεταστικής Επιτροπής ΝΔ

Αίτημα Βουλευτών της ΝΔ για την κλήση του πρώην Υπουργού Οικονομικών, κ. Βαρουφάκη, στην Εξεταστική Επιτροπή για τα Μνημόνια

Οι Βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας κ.κ. Χαράλαμπος Αθανασίου, Σάββας Αναστασιάδης, Μάκης Βορίδης και Χρήστος Σταϊκούρας, απέστειλαν προς τον Πρόεδρο της Εξεταστικής Επιτροπής για τα Μνημόνια επιστολή με την οποία ζητούν την άμεση κλήση σε εξέταση του πρώην Υπουργού Οικονομικών κ. Ιωάννη Βαρουφάκη.

Επισυνάπτεται η σχετική επιστολή εδώ.

Ομιλία στην 2η Συνεδρίαση της Εξεταστικής Επιτροπής για τα “Για τη διερεύνηση και διελεύκανση των συνθηκών και των ευθυνών που οδήγησαν στην υπαγωγή της Ελλάδας στο καθεστώς των Μνημονίων και της επιτήρησης και για κάθε άλλο ζήτημα που σχετίζεται με την εφαρμογή και υλοποίηση των Μνημονίων” –

small_staikouras1-thumb-largeΚύριε Πρόεδρε,

Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,

Είναι γεγονός ότι η ένταξη της χώρας, τον Μάιο του 2010, στο Mηχανισμό Στήριξης αποτέλεσε κομβικό σημείο για την μετέπειτα πορεία της.

Η υπαγωγή της στο καθεστώς των Μνημονίων είχε και έχει σημαντικές επιπτώσεις στην οικονομική, κοινωνική και πολιτική ζωή.

Ευλόγως λοιπόν, οι λόγοι και οι διαδικασίες της ένταξης στο Μηχανισμό Στήριξης, έχουν προκαλέσει και συνεχίζουν να προκαλούν το έντονο ενδιαφέρον των πολιτών και των πολιτικών δυνάμεων της χώρας.

Η τεκμηριωμένη, αντικειμενική και έγκυρη Εθνική Αυτοαξιολόγηση της κρίσιμης εκείνης περιόδου παραμένει ανοικτό θέμα.

Υποθέτω πως όλοι συμφωνούμε ότι αυτή η σοβαρή και ευαίσθητη διαδικασία, για να προσεγγίσει με επιτυχία το στόχο, θα έπρεπε να πραγματοποιηθεί σε περιβάλλον πολιτικής ομαλότητας, κοινωνικής ηρεμίας και οικονομικής ασφάλειας και σταθερότητας.

Μόνο τότε το πόρισμα που θα προέκυπτε θα γίνονταν ευρύτατα αποδεκτό, θα καθίστατο εθνική ιστορική αλήθεια και θα βοηθούσε στην καλύτερη πορεία της χώρας.

Κατά την εκτίμησή μας, οι προϋποθέσεις που προανέφερα ως αναγκαίες, στην παρούσα φάση, δεν πληρούνται επαρκώς.

Όμως, παρά τις χαμηλές προσδοκίες, η ΝΔ, με καθοριστικό κριτήριο των πολιτικών επιλογών της το μακροχρόνιο συμφέρον της χώρας, θα εργαστεί, στο πλαίσιο της Εξεταστικής Επιτροπής, για την αναζήτηση της αλήθειας.

Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,

Όλες οι μελέτες που έχουν εκπονηθεί συμπίπτουν στη διαπίστωση ότι, την δεκαετία του 1980 ακολουθήθηκε επεκτατική δημοσιονομική πολιτική σε συνθήκες σχεδόν μηδενικής μεγέθυνσης της οικονομίας, με συνέπεια τις έντονες δημοσιονομικές ανισορροπίες, δηλαδή υψηλά ετήσια δημόσια ελλείμματα και εκρηκτικοί ρυθμοί συσσώρευσης του δημοσίου χρέους.

Τα αποτελέσματα εκείνης της περιόδου, από κοινού με τις αξίες και τις αντιλήψεις που έκτοτε κυριάρχησαν, αποτέλεσαν στη συνέχεια, και αποτελούν μέχρι σήμερα, βαρίδι στα πόδια της Ελληνικής οικονομίας.

Ενώ το 1980, η Ελλάδα πληρούσε τα κριτήρια της συνθήκης του Μάαστριχτ και ήταν η λιγότερο χρεωμένη χώρα της σημερινής Ευρωζώνης, στο τέλος της δεκαετίας, μετά από δύο υποτιμήσεις της δραχμής, και αφού η χώρα απορρόφησε τα Κοινοτικά Μεσογειακά Προγράμματα, βρέθηκε με υπερτριπλάσιο χρέος.

Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι, σ’ αυτή τη δεκαετία, το έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης ήταν, κατά μέσο όρο ετησίως, πάνω από 10% του ΑΕΠ, κάτι που ποτέ προηγουμένως, για τόσο μεγάλο διάστημα, δεν είχε συμβεί στην Ελλάδα και που δεν επαναλήφθηκε έκτοτε.

Από το 1990 και μέχρι το φθινόπωρο του 2008 έγιναν, κατά περιόδους, προσπάθειες αντιμετώπισης των ανισορροπιών και των στρεβλώσεων της Ελληνικής οικονομίας, με μικρότερη ή μεγαλύτερη επιτυχία.

Όμως η κονιορτοποίηση του αξιακού συστήματος που είχε συντελεσθεί και οι κομματικές, συνδικαλιστικές και κοινωνικές σκοπιμότητες και αντιδράσεις, σε κάθε προσπάθεια νοικοκυρέματος, δεν επέτρεψαν τη ριζική αντιμετώπιση των προβλημάτων.

Στο μέσον αυτής της περιόδου η χώρα εντάχθηκε στην Ευρωζώνη.

Δεν θα σταθώ στις συνθήκες, στους όρους, στην προετοιμασία της οικονομίας και της κοινωνίας για το σημαντικό αυτό βήμα.

Θα σημειώσω μόνο ότι, στις αρχές του 2002, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο άρχισε να προειδοποιεί ότι η τότε Κυβέρνηση έκρυβε επιβαρύνσεις στον Κρατικό Προϋπολογισμό ενώ την ίδια χρονιά, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέφραζε αμφιβολίες για την ποιότητα των δημοσιονομικών στοιχείων της χώρας μας.

Το 2004, η Eurostat προχώρησε σε εκτεταμένες αναταξινομήσεις και αναθεωρήσεις των δημοσιονομικών στοιχείων, για την περίοδο 1997-2003.

Στα παραπάνω θα προσθέσω μόνο τις εκτεταμένες πρακτικές «δημιουργικής λογιστικής», που ακολουθήθηκαν την περίοδο 2000-2001.

Πρακτικές, όπως είναι οι τιτλοποιήσεις απαιτήσεων και οι συναλλαγές μέσω πράξεων μετατροπής συναλλαγματικού χρέους και ανταλλαγής επιτοκίων.

Παρ’ όλα αυτά η χώρα, σε ένα Ευρωπαϊκό και διεθνές περιβάλλον σχετικής χαλάρωσης, πορευόταν, μέχρι το φθινόπωρο του 2008, ικανοποιητικά, με τα δημοσιονομικά προβλήματα υπό έλεγχο, καλό ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης και χαμηλή ανεργία.

Όμως, η πρωτοφανής χρηματοοικονομική κρίση που ξέσπασε στις ΗΠΑ το 2007 πέρασε στην Ευρώπη το 2008.

Αποσταθεροποίησε όλες τις οικονομίες, και φυσικά και την Ελληνική, η οποία είχε υποβόσκουσες χρόνιες παθογένειες στο αξιακό, στο θεσμικό, στο πολιτικό, στο κοινωνικό και στο οικονομικό πεδίο.

Η κρίση απεδείχθη, παγκοσμίως, ισχυρότερη και βαθύτερη απ’ ότι είχε αρχικά εκτιμηθεί.

Στις αρχές του 2009, η τότε ηγεσία της Κυβέρνησης της ΝΔ, ανέλαβε πρωτοβουλίες για να πετύχει συνεννόηση και συστράτευση όλων των πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων της χώρας για την αντιμετώπιση της κρίσης.

Οι άλλες πολιτικές δυνάμεις του τόπου, με πρωταγωνιστή την ηγεσία της τότε Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, αρνήθηκαν την ύπαρξη της παγκόσμιας κρίσης, τορπίλισαν τη συνεννόηση και πολέμησαν λυσσαλέα, εντός και εκτός Βουλής, τις δέσμες ήπιων μέτρων που ελήφθησαν για τη δημοσιονομική σταθεροποίηση.

Αποκορύφωμα της στάσης τους το γεγονός ότι έσυραν τη χώρα σε εκλογές, τις δεύτερες εντός του πρώτου, διεθνώς κρίσιμου, εννεαμήνου του 2009.

Εκλογές στις οποίες μάλιστα, η τότε επερχόμενη πολιτική δύναμη υποσχόταν ότι θα μοιράσει τα «λεφτά» που «υπάρχουν».

Στη συνέχεια, η τότε νέα Κυβέρνηση, το τελευταίο τρίμηνο του 2009 και μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου του 2010 που κλείνει δημοσιονομικά το 2009, με τις πράξεις και παραλείψεις της διόγκωσε το πρόβλημα της χώρας.

Συγκεκριμένα, μεταξύ άλλων:

  • Ματαίωσε «ώριμες» δημόσιες εισπράξεις του 2009, μετέφερε εισπράξεις του 2009 στο 2010 και μετέθεσε πληρωμές του 2010 στο 2009.
  • Προχώρησε στην καταβολή επιδόματος αλληλεγγύης, σε αύξηση των δαπανών για εξοπλιστικά προγράμματα, για οδοιπορικά, λειτουργικές δαπάνες και προμήθειες του Δημοσίου.
  • Κατήργησε τις ρυθμίσεις για τους ημιυπαίθριους, την επιβολή φόρου στα λαχεία, στο «Ξυστό» και στα σκάφη αναψυχής, ρυθμίσεις, βέβαια, που επανέφερε αργότερα.
  • Άφησε στην τύχη τους τα δημόσια έσοδα.

Ενώ αργότερα, η ΕΛΣΤΑΤ προχώρησε στη συμπερίληψη στον τομέα της Γενικής Κυβέρνησης ορισμένων ελλειμματικών δημόσιων επιχειρήσεων, που προηγουμένως εθεωρείτο, βάσει των ορισμών του Ευρωπαϊκού Συστήματος Λογαριασμών, ότι δεν ανήκαν στη «Γενική Κυβέρνηση».

Το αποτέλεσμα είναι, πράγματι, το 2009 να καταγραφεί σημαντική διεύρυνση του δημοσιονομικού ελλείμματος.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις πλέον πρόσφατες αναθεωρήσεις της Eurostat, το έλλειμμα στη χώρα μας διαμορφώθηκε στο 15,3% του ΑΕΠ το 2009, από 6,7% το 2007.

Όμως, όταν το τσουνάμι της οικονομικής κρίσης χτύπησε την Ευρώπη, το έλλειμμά της «σκαρφάλωσε» στο 6,7% του ΑΕΠ το 2009, από μόλις 0,8% το 2007.

Σημειώνω δε ότι κατά τη διάρκεια των καταιγιστικών εξελίξεων του 2009 οι εκτιμήσεις για την πορεία των  δημοσιονομικών μεγεθών αναθεωρήθηκαν αρκετές φορές, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Ευρώπη.

Έτσι, το έλλειμμα της χώρας, από 2% του ΑΕΠ που προβλεπόταν στον Προϋπολογισμό του 2009, διαμορφώθηκε τελικά, μετά από 7 αναθεωρήσεις, 6 εκ των οποίων επί διακυβέρνησης ΠΑΣΟΚ, στο 15,8% για να «καθίσει» στο 15,3% με την πρόσφατη αναθεώρηση.

Ενώ, και σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, το έλλειμμα, από 0,8% του ΑΕΠ που προβλεπόταν αρχικά, μετά επίσης από 7 αναθεωρήσεις, «εκτινάχθηκε» στο 6,4% και στο 6,7% με την πρόσφατη αναθεώρηση.

Το ίδιο συνέβη και για το δημόσιο χρέος.

Μάλιστα, κατά μέσο όρο, στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η αύξηση του δημοσίου χρέους, ως ποσοστό του ΑΕΠ, κατά την περίοδο 2007-2009, ήταν μεγαλύτερη απ’ ότι στην Ελλάδα (26% του ΑΕΠ σε σχέση με 23% του ΑΕΠ).

Συνεπώς, η χώρα, λόγω της συστημικής κρίσης, αντιμετώπιζε ένα πρόβλημα ελλείμματος και χρέους, μεγαλύτερο από τις άλλες χώρες της Ευρώπης, λόγω και των αυξημένων υποχρεώσεων εξυπηρέτησης του διαχρονικά υψηλού δημοσίου χρέους.

Όμως, η τότε νέα Κυβέρνηση, που παρέλαβε το κόστος δανεισμού χαμηλά και τα spreads περίπου στις 131 μονάδες βάσης, τα εκτίναξε σε πρωτοφανή ύψη.

Και αυτό γιατί:

  • Επέδειξε αβουλία, αναβλητικότητα και αναποφασιστικότητα.
  • Παρουσίασε έλλειψη σχεδίου για την αντιμετώπιση της κρίσης.
  • Καθυστέρησε να πάρει μέτρα, και όταν πήρε κάποια, το μίγμα αποδεικνύονταν κατάλληλο για το προηγούμενο στάδιο της ασθένειας.
  • Αναφέρονταν απαξιωτικά για τη χώρα, το κύρος και την αξιοπιστία της, υπονομεύοντας τη δανειοληπτική της ικανότητα.
  • Έστελνε λανθασμένα μηνύματα στις αγορές με τις παλινωδίες, τις αντιφατικές δηλώσεις, τις ανεύθυνες διαρροές.
  • Προχώρησε στην κατάθεση Προγράμματος Σταθερότητας και Ανάπτυξης που ήταν κατώτερο των περιστάσεων.

Το αποτέλεσμα αυτών των χειρισμών ήταν η χώρα, την κρίσιμη περίοδο, να τεθεί εκτός αγορών.

Δηλαδή, το διαχρονικό πρόβλημα του υψηλού χρέους να μετατραπεί σε κρίση δανεισμού.

Ο επίλογος γράφτηκε με την αναπόφευκτη προσφυγή στο Μηχανισμό Στήριξης και την εφαρμογή ενός ασφυκτικού και ανελαστικού Προγράμματος Οικονομικής Πολιτικής, από τον Μάιο του 2010 μέχρι και σήμερα.

Πρόγραμμα Οικονομικής Πολιτικής που στηρίχθηκε σε δύο δανειακές συμβάσεις – «Μνημόνια» και σε τρεις τροποποιήσεις της δεύτερης σύμβασης.

Πρόγραμμα το οποίο απαιτούσε, εξ αρχής, «βίαιη» και εμπροσθοβαρή δημοσιονομική προσαρμογή και πλήθος δύσκολων, αλλά σε αρκετές  περιπτώσεις αναγκαίων, διαρθρωτικών παρεμβάσεων.

Το εγχείρημα της δημοσιονομικής προσαρμογής μπορεί να διαχωριστεί σε δύο φάσεις, όπου η κάθε μία ανταποκρίνεται και σε διαφορετική προσέγγιση.

Συγκεκριμένα, η πρώτη δανειακή σύμβαση, το πρώτο «Μνημόνιο», δομούσε τη δημοσιονομική προσαρμογή, κυρίως, στο σκέλος των φορολογικών εσόδων και όχι στο σκέλος των δαπανών, παραγκωνίζοντας τη σημασία των δομικών διαρθρωτικών αλλαγών στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, ενώ απουσίαζαν ή δεν εφαρμόζονταν πρωτοβουλίες για την τόνωση της αγοράς και της πραγματικής οικονομίας.

Τα αποτελέσματα αυτής της προσέγγισης προσαρμογής είναι γνωστά.

Μεγαλύτερη από την αναμενόμενη ύφεση, απόκλιση από τους στόχους, σημαντικές αστοχίες στην αποτελεσματικότητα των μέτρων και πλήγμα στην αξιοπιστία του εγχειρήματος.

Αξίζει να συγκρίνουμε τις αρχικές μακροοικονομικές προβλέψεις του Προγράμματος, το Μάιο του 2010, με την πραγματικότητα.

Ενδεικτικά, ενώ η αρχική πρόβλεψη για την οικονομική δραστηριότητα εκτιμούσε ανάπτυξη 1,1% το 2012, το αποτέλεσμα τελικά ήταν ύφεση 6,6%.

Ενώ η αρχική πρόβλεψη για την ανεργία ήταν για 14,8% το 2012, το αποτέλεσμα ήταν αυτή να διαμορφωθεί στο 24,5%.

Αντίστοιχες είναι και οι αποκλίσεις από τους δημοσιονομικούς στόχους.

Αυτή, η πρώτη προσέγγιση, τροποποιήθηκε με το δεύτερο «Μνημόνιο», το οποίο, μετά την τελευταία αναθεώρηση της σημερινής Κυβέρνησης, έχει επεκταθεί μέχρι το τέλος Ιουνίου του 2015.

Έτσι, το δημοσιονομικό εγχείρημα βασίστηκε κατά τα 2/3 στο σκέλος των δαπανών, συμβάλλοντας, όπως προκύπτει και από τη διεθνή βιβλιογραφία, στην ενίσχυση της αποτελεσματικότητας και διατηρησιμότητάς του.

Παράλληλα, η προσαρμογή εμπλουτίστηκε από τις διαρθρωτικές αλλαγές στον ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, από τις πρώτες αποκρατικοποιήσεις, από τις στοχευμένες κινήσεις για την τόνωση της δραστηριότητας της πραγματικής οικονομίας (όπως είναι, μεταξύ άλλων, η πληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα κ.α.).

Το αποτέλεσμα είναι, στο τέλος του 2014, να καταγραφούν θετικά και μετρήσιμα αποτελέσματα.

Ενδεικτικά:

  • Σταθεροποιήθηκαν τα δημόσια οικονομικά.
  • Αντιμετωπίστηκαν χρόνιες εσωτερικές και εξωτερικές ανισορροπίες.
  • Ενισχύθηκε η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
  • Δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις για τη λήξη της παρατεταμένης ύφεσης.

Πράγματι, το 2014, μετά από 6 έτη βαθιάς και παρατεταμένης ύφεσης, η χώρα επέστρεψε σε θετικό ρυθμό μεγέθυνσης.

Η πρόοδος που επετεύχθη, σύμφωνα μάλιστα με την Έκθεση της παρούσας Διοίκησης του Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων του Υπουργείου Οικονομικών, του προηγούμενου μήνα, σε αντίθεση με ότι υποστηρίζει η Κυβερνητική πρόταση της Εξεταστικής Επιτροπής, «αντικατοπτρίζεται εύγλωττα στα θεμελιώδη μακροοικονομικά μεγέθη και είναι αποτέλεσμα των σημαντικών διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που έλαβαν χώρα».

Και συνεχίζει η Έκθεση, «η χώρα επέτυχε, το 2013 και το 2014, τη στροφή προς ένα αναπτυξιακό υπόδειγμα με εξωστρεφή προσανατολισμό».

Είναι όμως αλήθεια ότι η κατάσταση της οικονομίας εξακολουθούσε να είναι εύθραυστη.

Το αποτέλεσμα είναι σήμερα, μετά από 4 μήνες διακυβέρνησης της χώρας από τη νέα Κυβέρνηση, μετά και την επέκταση του «Μνημονίου» που αυτή ζήτησε και επέτυχε, εξαιτίας της αβελτηρίας, της πολυγλωσσίας, της «δημιουργικής ασάφειας» και των παλινωδιών της, η κατάσταση στην οικονομία να έχει επιδεινωθεί.

Συγκεκριμένα:

  • Η οικονομία παρουσιάζει σημάδια επιβράδυνσης, μετά την ανάκαμψή της το 2014.
  • Το επιχειρηματικό κλίμα επιδεινώνεται.
  • Οι αποδόσεις των Ελληνικών ομολόγων έχουν «σκαρφαλώσει» σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα.
  • Το κόστος δανεισμού του Δημοσίου, τους τελευταίους μήνες, μέσω των εκδόσεων εντόκων γραμματίων 3μηνης και 6μηνης διάρκειας, αυξάνεται.
  • Οι οίκοι πιστοληπτικής αξιολόγησης υποβαθμίζουν, και πάλι, τη χώρα.
  • Ο δείκτης του Χρηματιστηρίου καταγράφει σημαντικές απώλειες.
  • Η δημόσια οικονομία παρουσιάζει τριγμούς αποσταθεροποίησης.
  • Τα προβλήματα ρευστότητας οξύνονται δραματικά. Επιβεβαιώνεται έτσι ότι η Κυβέρνηση έχει προχωρήσει σε εσωτερική στάση πληρωμών, η οποία έχει οδηγήσει σε «ασφυξία» την οικονομία.
  • Οι καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων μειώνονται σταθερά, και τα «κόκκινα δάνεια», διαρκώς, αυξάνονται.
  • Οι εγγυήσεις μέσω του μηχανισμού Έκτακτης Ενίσχυσης Ρευστότητας (ELA) αυξάνονται, μήνα με το μήνα, εντυπωσιακά.

Συμπερασματικά, η ισορροπία που επετεύχθη τα δύο προηγούμενα χρόνια στη δημόσια οικονομία, με μεγάλες θυσίες νοικοκυριών και επιχειρήσεων, έχει διαταραχθεί.

Ενώ και οι αναπτυξιακές προοπτικές της Ελληνικής οικονομίας δεν είναι ευοίωνες.

Κύριε Πρόεδρε,

Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,

Στο πλαίσιο της απόφασης της Βουλής των Ελλήνων για διερεύνηση της περιόδου Οκτώβριος 2009 – Ιανουάριος 2015 εμείς θα συμβάλλουμε ώστε να «χυθεί» φως στα γεγονότα αυτής της περιόδου.

Θα αναζητήσουμε την αλήθεια, προφανώς χωρίς φόβο και με κανένα πάθος εναντίον κανενός.

Προς το σκοπό αυτό προτείνουμε την ακόλουθη λίστα προς εξέταση προσώπων, με βάση τη θεσμική τους ιδιότητα αλλά, όπως αναφέρει και η απόφαση της Βουλής, και με βάση το «ποιοί αποφάσισαν την είσοδο της χώρας στο καθεστώς της μνημονιακής επιτροπείας και υλοποίησαν συγκεκριμένες πολιτικές».

Προφανώς, και το τονίζω, αυτή η λίστα θα επικαιροποιείται και θα εμπλουτίζεται με πρόσωπα εκτός της περιόδου Οκτώβριος 2009 – Ιανουάριος 2015, ανάλογα με τα στοιχεία που θα προκύπτουν από την ακρόαση των προσώπων και την πορεία της Εξεταστικής.

Τα επιπλέον πρόσωπα που θα καλούνται, θα παρεμβαίνουν στη διαδικασία και στη λίστα που θα έχουμε ήδη αποφασίσει.

  • Υπουργοί Οικονομικών

Γεώργιος Παπακωνσταντίνου

Ευάγγελος Βενιζέλος

Φίλιππος Σαχινίδης

Γεώργιος Ζανιάς

Ιωάννης Στουρνάρας

Γκίκας Χαρδούβελης

Γιάνης Βαρουφάκης

Ο τελευταίος, αν και είναι Υπουργός Οικονομικών μετά τον Ιανουάριο του 2015, προτείνεται να κληθεί για 3 λόγους, οι οποίοι και σχετίζονται με το αντικείμενο της εξεταστικής:

1ος λόγος: Διετέλεσε σύμβουλος του πρώην Πρωθυπουργού κ. Παπανδρέου.

2ος λόγος: Υπέγραψε την 3η τροποποίηση της Κύριας Σύμβασης Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης.

Υπενθυμίζουμε ότι η 1η ήταν το Δεκέμβριο του 2012, προκειμένου να περιληφθεί και η θετική Ευρωπαϊκή απόφαση για την ενίσχυση της βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους.

Η 2η ήταν το Δεκέμβριο του 2014, όταν και η προηγούμενη Κυβέρνηση ζήτησε την επέκταση της Σύμβασης για τους 2 πρώτους μήνες του 2015.

Και η 3η ήταν τον εφετινό Φεβρουάριο.

Μάλιστα, το περιεχόμενο των επικαιροποιήσεων των Συμβάσεων είναι το ίδιο.

Διέπονται δε όλες από το αγγλικό δίκαιο.

Εναποθέτουν, σε περίπτωση διαφοράς, την αποκλειστική δικαιοδοσία στα δικαστήρια του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου.

Συνδέονται δε όλες οι επικαιροποιήσεις με την Κύρια Σύμβαση Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης, της 15ης Μαρτίου 2012.

Δηλαδή, με την περίοδο στην οποία αναφέρεται η απόφαση της Βουλής.

3ος λόγος: Η ψηφισθείσα πρόταση για τη σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής αναφέρει ότι «το Πρόγραμμα Οικονομικής Πολιτικής έχει απολύτως αποτύχει».

Την ίδια στιγμή όμως, ο νυν Υπουργός Οικονομικών υποστηρίζει, εγγράφως, στο Eurogroup, ότι τα δημοσιονομικά επιτεύγματα της προηγούμενης Κυβέρνησης αποτελούν «σημείο αφετηρίας» και «σημείο εκκίνησης» για μια επωφελή για τη χώρα συμφωνία.

Πώς συνεπώς το Πρόγραμμα έχει απολύτως αποτύχει;

Παράλληλα, ο Υπουργός Οικονομικών υποστηρίζει την υλοποίηση διαρθρωτικών αλλαγών που είχαν συμφωνηθεί, από την προηγούμενη Κυβέρνηση, με τους εταίρους και δανειστές της χώρας και δεσμεύεται να συνεχίσει τις προσπάθειες που ξεκίνησε και υλοποίησε η προηγούμενη Κυβέρνηση σε αρκετούς τομείς.

Αποδέχεται μάλιστα το 70% των δράσεων που περιλαμβάνουν οι συμφωνίες της προηγούμενης Κυβέρνησης με τους εταίρους και ενσωματώνει και το ρόλο του ΟΟΣΑ, που ήδη υφίσταται.

Πώς συνεπώς το Πρόγραμμα έχει απολύτως αποτύχει;

Τέλος, ο Υπουργός Οικονομικών αποδέχεται τα ευνοϊκά χαρακτηριστικά που έχει το δημόσιο χρέος, λόγω της επέκτασης της λήξεως ομολόγων και της επίτευξης χαμηλότερων επιτοκίων, απόρροια της διαπραγμάτευσης των προηγούμενων Κυβερνήσεων.

Στα κείμενα μάλιστα του Eurogroup, ο Υπουργός Οικονομικών υποστηρίζει ότι η δομή του χρέους είναι τόσο σημαντική όσο και ο δείκτης χρέος / ΑΕΠ, προκειμένου να αξιολογηθεί η βιωσιμότητά του.

Μάλιστα αναφέρεται ότι η επέκταση της λήξης των ομολόγων και τα χαμηλότερα επιτόκια, που επέτυχε η προηγούμενη Κυβέρνηση, έχουν ήδη οδηγήσει το δείκτη χρέος / ΑΕΠ, σε χαμηλότερο επίπεδο, σε όρους καθαρής παρούσας αξίας.

Πως συνεπώς το Πρόγραμμα έχει απολύτως αποτύχει;

  • Διοικητές Τράπεζας της Ελλάδος

Γεώργιος Προβόπουλος

Ιωάννης Στουρνάρας (με την καινούργια ιδιότητα μετά τον Ιούνιο του 2014)

  • Γενικοί Γραμματείς Υπουργείου Οικονομικών

Ηλίας Πλασκοβίτης

Γιώργος Μέργος

Χριστίνα Παπακωνσταντίνου

Τάσος Αναστασάτος

  • Γενικοί Διευθυντές Θησαυροφυλακίου και Προϋπολογισμού ΓΛΚ

Χρήστος Ντζιούνης

Παναγιώτης Καρακούσης

Σταυρούλα Μηλιάκου

  • Επικεφαλής Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας / ΕΛΣΤΑΤ

Εμμανουήλ Κοντοπυράκης

Ανδρέας Γεωργίου

  • Πρόεδροι Συμβουλίου Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων

Γεώργιος Ζανιάς (με την παλαιότερη ιδιότητά του [Οκτώβριος 2009 – Μάιος 2012])

Παναγιώτης Τσακλόγλου

Χριστόδουλος Στεφανάδης

Τάσος Αναστασάτος

Γεώργιος Χουλιαράκης (ο τελευταίος λόγω και της Έκθεσης του Απριλίου του 2015 για την περίοδο 2013-2014)

  • Γενικοί Διευθυντές ΟΔΔΗΧ

Σπυρίδων Παπανικολάου

Πέτρος Χριστοδούλου

Στυλιανός Παπαδόπουλος

  • Πρόεδροι και Διευθύνοντες Σύμβουλοι Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ)

Παναγιώτης Θωμόπουλος, Πρώην Πρόεδρος

Αναστασία Σακελλαρίου, Πρώην Διευθύνουσα Σύμβουλος

  • Εκπρόσωποι της Ελλάδας στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο

Παναγιώτης Ρουμελιώτης

Θάνος Κατσάμπας

  • ΚΕΠΕ / ΙΟΒΕ / Επιμελητήρια

Παναγιώτης Κορλίρας, Πρώην Πρόεδρος και Επιστημονικός Διευθυντής του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) (Ιανουάριος 2010 – Απρίλιος 2013)

Νικόλαος Φίλιππας, Πρώην Πρόεδρος και Επιστημονικός Διευθυντής του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ) (Απρίλιος 2013 – Απρίλιος 2015)

Τάκης Αθανασόπουλος, Πρόεδρος Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ)

Νικόλαος Βέττας, Γενικός Διευθυντής Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ)

Κωνσταντίνος Μίχαλος, Πρόεδρος Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών (ΕΒΕΑ) και Πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων (ΚΕΕ)

Βασίλειος Κορκίδης, Πρόεδρος Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας

Κωνσταντίνος Κόλλιας, Πρόεδρος Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος

  • Λοιπά πρόσωπα

Κωνσταντίνος Μποτόπουλος, Πρόεδρος Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς 

  • Από το εξωτερικό

Dominique StraussKahn, Πρώην Εκτελεστικός Διευθυντής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ).

Christine Lagarde, Εκτελεστική Διευθύντρια του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ).

JeanClaude Trichet, Πρώην Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ).

Mario Draghi, Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ).

Joaquin Almunia, Πρώην Επίτροπος Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Olli Rehn, Πρώην Επίτροπος Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Pierre Moscovici, Επίτροπος Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων, Φορολογίας και Τελωνείων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

JeanClaude Juncker, Πρώην Πρόεδρος του Eurogroup, πρώην Πρωθυπουργός και Υπουργός Οικονομικών του Λουξεμβούργου, Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Επικεφαλείς Τρόικα (principals).

Ομιλία στην Ολομέλεια κατά τη συζήτηση της Πρότασης ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ περί Σύστασης Εξεταστικής Επιτροπής για την «Υπαγωγή της Ελλάδας στο Καθεστώς των Μνημονίων»

Site_20778299_20150209_xalkio_068.limghandlerΚυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,

Συζητούμε, σήμερα, την πρόταση των Βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ και των Ανεξαρτήτων Ελλήνων για τη σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής αναφορικά με την υπαγωγή, εφαρμογή και υλοποίηση των Μνημονίων.

Είναι γεγονός ότι η ένταξη της χώρας στον τριμερή Μηχανισμό Στήριξης, τον Μάιο του 2010, αποτέλεσε κομβικό σημείο για την πορεία της.

Η ένταξη είχε και έχει σημαντικές επιπτώσεις στην οικονομική, κοινωνική και πολιτική ζωή.

Ευλόγως λοιπόν, οι λόγοι και οι διαδικασίες της ένταξης στο Μηχανισμό Στήριξης, έχουν προκαλέσει και συνεχίζουν να προκαλούν το έντονο ενδιαφέρον των πολιτών και των πολιτικών κομμάτων της χώρας.

Κατά την περίοδο της ένταξης, αλλά και αμέσως μετά από αυτή, το 2010, βιώσαμε συνθήκες «επικοινωνιακής καταιγίδας».

Στόχος να γραφεί η ιστορία με τους όρους και σύμφωνα με το πολιτικό συμφέρον των τότε κρατούντων.

Από τότε, εντός και εκτός Κοινοβουλίου, αρκετές φορές είχα επισημάνει στους συναδέλφους:

  • Ότι «η εξέλιξη των γεγονότων δεν ήταν όπως την παρουσίαζαν».
  • Ότι «οι ρίζες των παθογενειών της ελληνικής οικονομίας, των δημόσιων οικονομικών και η φρενήρης δυναμική συσσώρευσης του δημοσίου χρέους εντοπίζονται στη δεκαετία του 1980».
  • Ότι «η ΝΔ αισθάνεται υπερήφανη για τις θητείες της στη διακυβέρνηση της χώρας».
  • Και ότι «την ιστορική εξέλιξη της χώρας θα τη γράψουμε, σε κατάλληλο χρόνο, όλοι μαζί».

Είναι γεγονός ότι, βαθμιαία, οι συντριπτικά περισσότεροι πολίτες κατανόησαν τις εξελίξεις.

Αποκατέστησαν την αλήθεια στην πολιτική τους συνείδηση.

Και σε διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις μηδένισαν την πλεονάζουσα ερμηνευτική αυθαιρεσία και σκοπιμότητα.

Όμως, η τεκμηριωμένη, αντικειμενική και έγκυρη Εθνική Αυτοαξιολόγηση της κρίσιμης περιόδου, δηλαδή της ένταξης στο Μηχανισμό Στήριξης, εξακολουθεί να αποτελεί ανοικτό θέμα.

Αυτή η εθνική δράση θα πρέπει να έχει ως στόχο την πολιτική διερεύνηση των πολυσύνθετων πτυχών των εξελίξεων κατά την κρίσιμη περίοδο, η οποία, βεβαίως, θα εδράζεται σε σοβαρή, καλά ζυγισμένη και ακριβή επιστημονική τεκμηρίωση: οικονομική, λογιστική, στατιστική και νομική.

Αυτή την ανοικτή εκκρεμότητα θα πρέπει να την αντιμετωπίσουμε.

Υποθέτω πως όλοι συμφωνούμε ότι αυτή η σοβαρή διαδικασία, για να προσεγγίσει με επιτυχία το στόχο, πρέπει να πραγματοποιηθεί σε περιβάλλον πολιτικής ομαλότητας, κοινωνικής ηρεμίας και οικονομικής ασφάλειας και σταθερότητας.

Μόνο τότε το πόρισμα, που θα προκύψει

  • θα γίνει ευρύτατα αποδεκτό,
  • θα καταστεί εθνική ιστορική αλήθεια, και
  • θα βοηθήσει στην καλύτερη πορεία της χώρας.

Κατά την εκτίμηση της ΝΔ, οι προϋποθέσεις που προανέφερα ως αναγκαίες, στην παρούσα φάση, δεν πληρούνται επαρκώς και, μάλλον, δύσκολα μπορεί να διαμορφωθούν.

Έτσι, στην αφετηρία της προτεινόμενης διαδικασίας, εφ’ όσον αποφασισθεί η δρομολόγησή της, η ΝΔ εκτιμά ότι, αντικειμενικά, ο στόχος δεν μπορεί να επιτευχθεί.

Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,

Η ΝΔ θεωρεί ότι η πρόταση επί της οποίας συζητούμε χωλαίνει, τουλάχιστον, στα εξής σημεία:

1ον. Η πρόταση είναι προσχηματική.

Είναι γεγονός ότι τους τελευταίους μήνες η «ομίχλη» της ανασφάλειας έχει καλύψει το πεδίο της οικονομίας.

  • Η χώρα κινδυνεύει να βουτήξει, και πάλι, στην ύφεση.
  • Η δημόσια οικονομία παρουσιάζει τριγμούς αποσταθεροποίησης.
  • Το Κράτος έχει κηρύξει μερική εσωτερική στάση πληρωμών, ενώ «σκουπίζει» και όλα τα ταμειακά διαθέσιμα των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης.
  • Επενδύσεις ακυρώνονται ή «μπαίνουν στο ψυγείο».
  • Οι καταθέσεις εξαερώνονται και τα «κόκκινα δάνεια» διογκώνονται.
  • Το κόστος δανεισμού έχει εκτιναχθεί.

Με αυτά τα δεδομένα, προφανώς δεν ικανοποιείται η συνθήκη που προσδιόρισα ως απαραίτητη για την ομαλή διεξαγωγή της αναγκαίας εθνικής αυτοαξιολόγησης.

Η ΝΔ θεωρεί ότι πραγματικός στόχος της πρότασης είναι ο αποπροσανατολισμός των πολιτών από την τρέχουσα δύσκολη γι’ αυτούς πραγματικότητα.

Δύσκολη πραγματικότητα στην οποία έχουν συμβάλλει η αβελτηρία, οι παλινωδίες, οι αυτοσχεδιασμοί, οι ακροβασίες και οι αντιφάσεις της Κυβέρνησης.

Πραγματικότητα η οποία διέψευσε ταχύτατα τις ψευδαισθήσεις.

2ον. Η πρόταση της Κυβέρνησης «εσωτερικού» είναι αντιφατική με όσα υποστηρίζει η Κυβέρνηση «εξωτερικού».

Ενδεικτικά, η Πρόταση των Βουλευτών αναφέρει ότι «το Πρόγραμμα Οικονομικής Πολιτικής έχει αποτύχει πλήρως».

Την ίδια στιγμή όμως, ο Υπουργός Οικονομικών υποστηρίζει, εγγράφως, στο Eurogroup, ότι τα δημοσιονομικά επιτεύγματα της προηγούμενης Κυβέρνησης αποτελούν «σημείο αφετηρίας» (“point of departure”) και «σημείο εκκίνησης» (“starting point”) για μια επωφελή για τη χώρα συμφωνία.

Πώς συνεπώς το Πρόγραμμα έχει αποτύχει πλήρως;

Παράλληλα, ο Υπουργός Οικονομικών υποστηρίζει την υλοποίηση διαρθρωτικών αλλαγών που είχαν συμφωνηθεί, από την προηγούμενη Κυβέρνηση, με τους εταίρους και δανειστές της χώρας και δεσμεύεται να συνεχίσει τις προσπάθειες που ξεκίνησε και υλοποίησε η προηγούμενη Κυβέρνηση σε αρκετούς τομείς.

Πώς συνεπώς το Πρόγραμμα έχει αποτύχει πλήρως;

Επίσης, η Πρόταση των Βουλευτών περιλαμβάνει και την εξέταση οργάνων «που προορίσθηκαν νομοθετικά να εξυπηρετήσουν την υλοποίηση των Μνημονίων και των Μνημονιακών στόχων, όπως είναι η Γενική Γραμματεία Εσόδων».

Την ίδια στιγμή όμως, ο Υπουργός Οικονομικών δεσμεύεται, όπως φαίνεται και στο τελευταίο e-mail προς τους εταίρους, για την περαιτέρω ενίσχυση της αυτονομίας της Γενικής Γραμματείας, όπως αυτή έχει προκύψει από το Νόμο 4093/2012.

Σε αυτή την περίπτωση ο Μνημονιακός Νόμος της προηγούμενης Κυβέρνησης, σύμφωνα με την παρούσα Κυβέρνηση, είναι καλός, και χρειάζεται ενίσχυση.

Αλλά η Εξεταστική Επιτροπή θα πρέπει να τον εξετάσει, ως κακό.

Συνεπώς, υποθέτω ότι θα εξετάσει και τα επί του θέματος πεπραγμένα της παρούσας Κυβέρνησης, η οποία τον επικαλείται

3ον. Η κατάθεση της πρότασης είναι άκαιρη.

Αλήθεια, έχουν κατανοήσει οι συγκυβερνώντες ότι εάν η πρόταση που «αναφέρεται στους πολιτικούς πρωταγωνιστές από τον Οκτώβριο του 2009» τεθεί σε εφαρμογή, θα πρέπει, με τόσα ανοικτά μέτωπα την τρέχουσα περίοδο, στην Εξεταστική Επιτροπή να καλούνται νυν Υπουργοί που διετέλεσαν τότε συνεργάτες πρώην Πρωθυπουργών;

Νυν συνεργάτες Υπουργών που συμμετείχαν τότε και συμμετέχουν και σήμερα στη διαπραγμάτευση;

Νυν Διοικητές Τραπεζών που τότε ήταν Υπουργοί;

Ξένοι οίκοι που είναι, σήμερα, επισήμως, συνεργάτες Υπουργών και ήταν τότε εκφραστές της κυβερνητικής πολιτικής για την αναδιάρθρωση του χρέους;

Και φυσικά πρόσωπα από το εξωτερικό τα οποία κατείχαν ή κατέχουν κορυφαίες θέσεις στους θεσμούς;

Με αυτά τα δεδομένα προφανώς, και πάλι, δεν ικανοποιείται η συνθήκη που προσδιόρισα ως απαραίτητη για την ομαλή διεξαγωγή της αναγκαίας εθνικής αυτοαξιολόγησης.

Η ΝΔ θεωρεί ότι η κατάθεση της πρότασης είναι άκαιρη και ότι θα ήταν προτιμότερο να δρομολογηθεί λίγο αργότερα, εφ’ όσον η κατάσταση σταθεροποιηθεί και το «σκάφος» θα πλέει, ευχόμαστε, σε πιο ήρεμα, άρα πιο ασφαλή, ύδατα.

4ον. Η πρόταση είναι ελλιπής.

Αφού το αντικείμενό της είναι η εφαρμογή και υλοποίηση του Μνημονίου, γιατί η πρόταση δεν συμπεριλαμβάνει και την περίοδο μετά τον Ιανουάριο του 2015;

Περίοδο κατά την οποία, η παρούσα Κυβέρνηση, ζήτησε και υπέγραψε την 4μηνη παράταση του Μνημονίου;

Συγκεκριμένα, η Σύμβαση που υπέγραψε είναι η 3η Τροποποίηση της Κύριας Σύμβασης Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης.

Η 1η ήταν το Δεκέμβριο του 2012, προκειμένου να περιληφθεί και η θετική Ευρωπαϊκή απόφαση για την ενίσχυση της βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους.

Η 2η ήταν το Δεκέμβριο του 2014, όταν και η προηγούμενη Κυβέρνηση ζήτησε την επέκταση της Σύμβασης για τους 2 πρώτους μήνες του 2015.

Και η 3η ήταν τον εφετινό Φεβρουάριο.

Μάλιστα, το περιεχόμενο των επικαιροποιήσεων των Συμβάσεων είναι το ίδιο.

Διέπονται δε όλες από το αγγλικό δίκαιο.

Εναποθέτουν, σε περίπτωση διαφοράς, την αποκλειστική δικαιοδοσία στα δικαστήρια του Μεγάλου Δουκάτου του Λουξεμβούργου.

Αναφέρουν ότι η Ελλάδα παραιτείται από οποιαδήποτε ασυλία της οποίας είναι ή ενδέχεται να καταστεί δικαιούχος, όσον αφορά στην ίδια ή τα περιουσιακά της στοιχεία.

Συνδέονται δε όλες οι επικαιροποιήσεις με την Κύρια Σύμβαση Χρηματοδοτικής Διευκόλυνσης, της 15ης Μαρτίου 2012.

Δηλαδή, με την περίοδο στην οποία αναφέρεται η πρόταση για τη σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής.

Μάλιστα το γεγονός ότι το υπάρχον Μνημόνιο συνεχίζεται, επιβεβαιώνεται και από την ανακοίνωση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.

Καθώς και από τις ανακοινώσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ).

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την επιστολή του ΔΝΤ, και αφού είχε υπογραφεί η Συμφωνία με τους εταίρους, η αξιολόγηση θα γίνει στο πλαίσιο της 6ης επικαιροποίησης του τρέχοντος Μνημονίου (concluding the 6th review of the Program).

Το ίδιο ισχύει και για την ΕΚΤ, η οποία επίσης αναφέρει ότι η αξιολόγηση θα γίνει στη βάση του τρέχοντος Μνημονίου (“the basis for concluding the review will be the existing commitments in the current Memorandum of Understanding [MOU] and the Memorandum of Economic and Financial Policies [MEFP]”).

Η παρούσα, όμως, επικαιροποίηση της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ περιλαμβάνει, σύμφωνα με τη συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου, και έναν πρόσθετο, δυσμενή όρο: την επιστροφή προς το Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας ομολόγων ύψους 10,9 δισ. ευρώ από το Ελληνικό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.

Και αυτό, θα πρέπει, να συνεκτιμηθεί και να αξιολογηθεί.

5ον. Η πρόταση είναι ασαφής.

Δεν καθιστά απολύτως σαφές το αντικείμενο της εξέτασης.

Θα αφορά την αξιολόγηση των πολιτικών που έχουν ασκηθεί;

Των αποτελεσμάτων που προέκυψαν;

Των πολιτικών και των αποτελεσμάτων;

Ή θα εστιάσει μόνο στην τεκμηρίωση πράξεων ή παραλείψεων με ενδείξεις διάπραξης αδικήματος;

Είναι σαφές ότι τις πολιτικές και τα αποτελέσματά τους τα κρίνουν οι πολίτες, μέσα από την εκλογική διαδικασία.

Και όχι οι Εξεταστικές Επιτροπές.

Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,

Συμπερασματικά, η Νέα Δημοκρατία θεωρεί ότι η πρόταση των Βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ και των Ανεξαρτήτων Ελλήνων είναι προσχηματική, αντιφατική, άκαιρη, ελλιπής και ασαφής.

Γι’ αυτούς τους λόγους δεν τη στηρίζει.

Η Βουλή θα πάρει την απόφασή της.

Η πολιτική αριθμητική, η επικοινωνιακή στρατηγική της Κυβέρνησης και η δύσκολη συγκυρία για τη χώρα «λένε» ότι η πρόταση θα εγκριθεί.

Σ’ αυτή την εκδοχή, παρά τις χαμηλές προσδοκίες για την καλή προσέγγιση του στόχου, η ΝΔ, με καθοριστικό κριτήριο των πολιτικών επιλογών της το μακροχρόνιο συμφέρον της χώρας, θα στηρίξει την αναζήτηση της αλήθειας.

Άλλωστε, η ΝΔ, στην πάνω από σαράντα χρόνια συμμετοχή της στη δημόσια ζωή, δεν έπαιξε ποτέ και δεν παίζει με το παρόν και το μέλλον της πατρίδας.

Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας.

TwitterInstagramYoutube