1. Η πρόταση Σάλλα για εξαγορά της Αγροτικής Τράπεζας και του Ταχυδρομικού Ταμιευτήριου από την Τράπεζα Πειραιώς είναι δυνατόν να επιφέρει καθοριστικές αλλαγές ως προς την βιωσιμότητα του εγχώριου τραπεζικού συστήματος;
κ. Λέτσιο, γενικά και ιδιαίτερα σε συνθήκες οικονομικής κρίσης, η βιωσιμότητα του τραπεζικού συστήματος επηρεάζεται πρωτίστως από τους παράγοντες της ρευστότητας και της κεφαλαιακής επάρκειας.
Μια τραπεζοκεντρική οικονομία όπως η Ελληνική έχει ανάγκη από μεγάλα, ισχυρά και βιώσιμα πιστωτικά ιδρύματα.
Οι εξαγορές και συγχωνεύσεις στο τραπεζικό σύστημα δύνανται να συμβάλλουν προς αυτή την κατεύθυνση. Σε μία τέτοια προοπτική η ΝΔ έχει τοποθετηθεί θετικά. Έχει τοποθετηθεί επίσης θετικά, στη δημιουργία ενός ισχυρού κρατικού πυλώνα στο πιστωτικό μας σύστημα.
Θεωρούμε πως, με τα ανωτέρω, περιορίζεται ο κίνδυνος μείωσης της φερεγγυότητας και «αφελληνισμού» κάποιου πιστωτικού ιδρύματος, ενώ, συνάμα, ενισχύεται η σταθερότητα του συστήματος.
Όμως, η πρόταση της Τράπεζας Πειραιώς έχει την ιδιαιτερότητα πως απευθύνεται στην Κυβέρνηση και αφορά δύο υπό κρατικό έλεγχο τραπεζικά ιδρύματα.
Σημειώνω ότι στην πρόσφατη παρουσίαση του Προγράμματος Αποκρατικοποιήσεων από την Κυβέρνηση δεν γίνεται καμία αναφορά σε αποκρατικοποίηση τραπεζικών ιδρυμάτων.
Συνεπώς, η Κυβέρνηση, τουλάχιστον σε όσα θέματα που χειρίζεται αυτοδύναμα, οφείλει να μην παλινωδεί διαρκώς.
Οφείλει να ξεκαθαρίσει τις προθέσεις της.
Σε κάθε περίπτωση, εάν αποφασίσει να προχωρήσει οφείλει με ευλάβεια να διασφαλίσει το δημόσιο συμφέρον.
Ιδιαίτερα θα πρέπει να αξιολογηθεί η περίπτωση της ΑΤΕ που για δεκαετίες αποτελεί παραδοσιακή πηγή ρευστότητας για τον Έλληνα αγρότη και μοχλό στήριξης των επιχειρηματικών του σχεδίων.
2. Η θέσπιση από την κυβέρνηση του ταμείου ενίσχυσης και στήριξης των τραπεζών είναι μια κίνηση, που μακροπρόθεσμα μπορεί να έχει πρακτικά οφέλη;
Το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας συστάθηκε στο πλαίσιο του Μηχανισμού Στήριξης. Σκοπός αυτού είναι η διατήρηση της σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος, ειδικότερα της φερεγγυότητάς του, και όχι η στήριξη των αναγκών ρευστότητας των πιστωτικών ιδρυμάτων. Βέβαια, πρόκειται για Ταμείο που τα κεφάλαιά του προέρχονται από το εξωτερικό, η δε προσφυγή σε αυτό συνοδεύεται από τη συμμετοχή στο ΔΣ μέλους του Ταμείου με αυξημένα δικαιώματατα αρνησικυρίας, με ότι κινδύνους αυτό συνεπάγεται.
Το εν λόγω Ταμείο συνοδεύει το οικονομικό «πακέτο» στήριξης της ρευστότητας του Ελληνικού τραπεζικού συστήματος.
Θα θυμάστε, πως η Κυβέρνηση της ΝΔ, το 2008, ήταν από τις πρώτες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις που κινήθηκε προς την κατεύθυνση ενίσχυσης της σταθερότητας με το πακέτο ρευστότητας.
Το πακέτο αυτό αντιμετώπισε, τότε, τη σφοδρότατη κριτική της Αντιπολίτευσης. Το ΠΑΣΟΚ έφτασε σε ακραίους χαρακτηρισμούς περί «χαρίσματος 28 δισ. ευρώ στους τραπεζίτες». Όλα αυτά βέβαια διαψεύσθηκαν από τις μεταγενέστερες εξελίξεις.
Μάλιστα πριν από λίγο καιρό, η Κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ., κάνοντας στροφή 180 μοιρών σε σχέση με τις προεκλογικές της θέσεις, εφάρμοσε την πολιτική της ΝΔ, επεκτείνοντάς την κατά επιπλέον 15 δισ. ευρώ.
3. Επικρίνει η αξιωματική αντιπολίτευση την οικονομική πολιτική της κυβέρνησης. Πιστεύετε ότι υπάρχει εκείνη η αξιόπιστη πρόταση, που θα επέτρεπε στην Ελλάδα να αποφύγει το Μνημόνιο και τα όσα αυτό περιλαμβάνει;
Είναι γεγονός οτι με ευθύνη και πρωτοβουλία της Κυβέρνησης του ΠΑ.ΣΟ.Κ. προσέφυγε η χώρα στο Μηχανισμό Στήριξης.
Προσφυγή, η οποία θα μπορούσε και θα έπρεπε να είχε αποφευχθεί.
Όμως, κάτω από τα σημερινά δεδομένα, θα πρέπει να εφαρμόσουμε ταχύτατα, συνεκτικά και αξιόπιστα εκείνες τις πολιτικές που θα μας επιτρέψουν να βγούμε το ταχύτερο δυνατό από το Μηχανισμό Στήριξης.
Γνωρίζετε, ότι πρόσφατα η ΝΔ ανέλαβε μια κορυφαία, πρωτόγνωρη για Αξιωματική Αντιπολίτευση, πολιτική πρωτοβουλία.
Να περιγράψει το δικό της Σχέδιο για την έξοδο της Ελλάδας από την κρίση.
Να παρουσιάσει τον δικό της εναλλακτικό δρόμο που οδηγεί σε «ενάρετο κύκλο» ανάπτυξης, σε αντίθεση με το «φαύλο κύκλο» της ύφεσης που είμαστε σήμερα.
Ένα δρόμο που βέβαια δεν είναι χωρίς θυσίες.
Δρόμο όμως με λιγότερες θυσίες και καλύτερες προοπτικές.
Η φιλοσοφία του Σχεδίου εδράζεται στη διάκριση του ελλείμματος σε «διαρθρωτικό», το οποίο αφορά διαρθρωτικές αγκυλώσεις της Οικονομίας, και σε «κυκλικό» που οφείλεται στον οικονομικό κύκλο.
Αν συνεχίσουμε επί μακρόν το δρόμο του «Μνημονίου» λαμβάνοντας μόνο περιοριστικά μέτρα, μειώνουμε το διαρθρωτικό, όμως αυξάνουμε το κυκλικό έλλειμμα με την ύφεση που προκαλούμε.
Για να μειωθεί συνεπώς το συνολικό έλλειμμα πρέπει να συνδυάσουμε περιοριστικά μέτρα (όχι πρόσθετα, όπως προβλέπει το Μνημόνιο, ούτε τέτοιας έντασης και σύνθεσης), με μέτρα καταπολέμησης της ύφεσης.
Γι’ αυτό εμείς προτείνουμε διαφορετικό μείγμα Οικονομικής Πολιτικής με:
1ον. Αντισταθμιστικά μέτρα συγκράτησης της ύφεσης, ύψους 7,2% του ΑΕΠ, μηδενικού ή ελάχιστου δημοσιονομικού κόστους. Δηλαδή μέτρα Ανάκαμψης που «εξουδετερώνουν» ή αντισταθμίζουν το υφεσιακό αποτέλεσμα της δημοσιονομικής προσαρμογής.
2ον. Πρωτοβουλίες αξιοποίησης – και όχι εκποίησης – της ανενεργής ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου, ώστε να μειωθεί απευθείας, το χρέος. Με μακροχρόνιες μισθώσεις, leasing ή ΣΔΙΤ, ενός μέρους των ακινήτων και με την εμπορική αξιοποίηση ενός άλλου μέρους, με ανάπτυξη τουριστικής κατοικίας για αγοραστές υψηλής εισοδηματικής στάθμης, με αξιοποίηση λιμανιών, αεροδρομίων, μαρίνων κλπ.
3ον. Αναπτυξιακά μέτρα άμεσα, που απελευθερώνουν τη δυναμική της Οικονομίας και βελτιώνουν το οικονομικό κλίμα. Όπως για παράδειγμα η εξόφληση των οφειλών του Δημοσίου προς τις επιχειρήσεις, η επένδυση στις «ενδογενείς» πηγές ανάπτυξης.
4ον. Και Αναπτυξιακά μέτρα ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας, μετά την αποδέσμευση από το Μνημόνιο, με μείωση των φόρων και κλαδικές αναπτυξιακές πολιτικές, όπου η Ελλάδα έχει στρατηγικά πλεονεκτήματα.
Πρόκειται, συνεπώς, για ένα ολοκληρωμένο, συνεκτικό και διαφορετικό μίγμα μέτρων για την έξοδο της χώρας από την κρίση.
Πρόκειται για ένα κοστολογημένο, ρεαλιστικό και άμεσα υλοποιήσιμο Σχέδιο.
Ένα Σχέδιο προοπτικής και ελπίδας.
4. Αμφισβητείτε, λοιπόν, την επιτυχία της κυβερνητικής οικονομικής πολιτικής. Την ίδια στιγμή, όμως, η Κυβέρνηση ανακοινώνει πως το δημοσιονομικό έλλειμμα μειώθηκε κατά 45% το 1ο εξάμηνο, ξεπερνώντας το στόχο του Προγράμματος.
Κε Λέτσιο, ανέφερα, στις πρόσφατες δηλώσεις μου για το θέμα, ότι η όποια λογιστική βελτίωση των μεγεθών του Προϋπολογισμού στηρίζεται σε «πήλινα πόδια».
Επαναλαμβάνω.
Η υστέρηση εσόδων έναντι των στόχων, παρά τις απανωτές αυξήσεις της φορολογίας, είναι σημαντική.
Τα καθαρά έσοδα το 1ο εξάμηνο του 2010 αυξήθηκαν κατά 7,2% σε σχέση με το αντίστοιχο εξάμηνο του 2009, έναντι, στόχου για αύξηση κατά 13,7%.
Οι δαπάνες πράγματι εμφανίζονται αισθητά μειωμένες.
Αυτή, όμως, η μείωση είναι «κατασκευασμένη», αφού:
- Η μείωση των πρωτογενών δαπανών οφείλεται κυρίως στον περιορισμό των δαπανών για μισθούς και συντάξεις, για ασφάλιση και περίθαλψη, και όχι στον περιορισμό της σπατάλης.
- Πολλά Ασφαλιστικά Ταμεία έχουν χρησιμοποιήσει μεγάλο μέρος των επιχορηγήσεών τους. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι αυτό του ΟΑΕΕ. Ήδη, το Ταμείο, στο 1ο εξάμηνο, απορρόφησε μεγαλύτερο ποσό από αυτό που η Κυβέρνηση είχε προϋπολογίσει για όλο το έτος.
- Οι δαπάνες του ΠΔΕ εμφανίζονται μειωμένες κατά, περίπου, 2,5 δισ. ευρώ.
5. Ωστόσο, πολλοί είναι οι ειδικοί από το εξωτερικό και τις διεθνείς αγορές που αναγνωρίζουν πως γίνεται μία προσπάθεια προς τη σωστή κατεύθυνση. Άλλωστε, πρόσφατα είχαμε δυο επιτυχημένες εκδόσεις κρατικών τίτλων, έτσι δεν είναι;
Όντως, τις προηγούμενες εβδομάδες πραγματοποιήθηκαν 2 εκδόσεις εντόκων γραμματίων μετά την προσφυγή στο Μηχανισμό Στήριξης.
Ωστόσο, δε θα συμφωνούσα στο χαρακτηρισμό τους ως «επιτυχημένες» μόνο και μόνο επειδή καταφέραμε να δανειστούμε.
Δυστυχώς, φαίνεται πως η Κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ. λησμονεί ή μάλλον αποσιωπά πως:
1ον. Τα επιτόκια των εντόκων γραμματίων 26 και 13 εβδομάδων διαμορφώθηκαν στο 4,65% και 4,05% αντίστοιχα, όταν στις τελευταίες δημοπρασίες τέτοιας διάρκειας, πριν την προσφυγή στο Μηχανισμό Στήριξης, τα επιτόκια ήταν 4,55% και 3,65% αντίστοιχα.
2ον. Ο συντελεστής κάλυψης για τα έντοκα γραμμάτια 26 και 13 εβδομάδων διαμορφώθηκε στο 3,64 και 3,85 αντίστοιχα, σε σχέση με υπερκάλυψη, πριν την προσφυγή στο Μηχανισμό Στήριξης, 7,67 και 4,61 αντίστοιχα.
Από τα προαναφερθέντα, συνεπώς, συνάγεται ότι, παρά την προσφυγή στο Μηχανισμό Στήριξης, το κόστος δανεισμού παραμένει εξαιρετικά υψηλό.
Παραμένει υψηλότερο απ’ ότι πριν την προσφυγή σε αυτόν.
Υψηλό κόστος δανεισμού που δεν καταδεικνύει την αναγνώριση, αλλά την δυσπιστία των αγορών στο μείγμα οικονομικής πολιτικής που υλοποιεί η Κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ.
Καλό θα ήταν, λοιπόν, η Κυβέρνηση να σταματήσει τους επικοινωνιακούς τακτικισμούς και τις αστήρικτες θριαμβολογίες.
Χρήσιμο για τον τόπο θα ήταν να μελετήσει και να εφαρμόσει μέτρα πολιτικής από το Στρατηγικό Σχέδιο της Ν.Δ. και του Προέδρου της κ. Αντώνη Σαμαρά.
Ένα σχέδιο που μπορεί να εξασφαλίσει την έξοδο της χώρας στις αγορές νωρίτερα, και με χαμηλότερο κόστος.