Θα ήθελα να ευχαριστήσω τους διοργανωτές για την πολύ τιμητική πρόσκληση που μου απεύθυναν να παραστώ και να προλογίσω τις εργασίες του Συνεδρίου που διοργανώνουν.
Είμαι βέβαιος, διατρέχοντας τους ομιλητές του Συνεδρίου και τη θεματολογία του, ότι κατά τη διάρκειά του θα κατατεθούν ρεαλιστικοί προβληματισμοί, θα αναπτυχθούν γόνιμες σκέψεις, θα ακουστούν υπεύθυνες θέσεις και θα εξαχθούν χρήσιμα συμπεράσματα που σχετίζονται με το παρόν και το μέλλον του κλάδου των τυχερών παιγνίων.
Ένας κλάδος με ιδιαίτερη δυναμική σε παγκόσμιο επίπεδο, κυρίως λόγω της ραγδαίας διείσδυσης και επέκτασης της χρήσης της ηλεκτρονικής.
Με την ανάπτυξη τόσο των ηλεκτρονικών τυχερών παιγνίων περιορισμένου κέρδους (Video Lotteries Terminals – VLTs), όσο και του κλάδου του στοιχηματισμού ή και παροχής τυχερών παιχνιδιών μέσω διαδικτύου.
Ένας κλάδος με ιδιαίτερη δυναμική και στην Ελλάδα.
Χώρα στην οποία η κατά κεφαλήν δαπάνη για τυχερά παιχνίδια, περίπου στα 300 ευρώ ανά ενήλικα, είναι από τις υψηλότερες στην Ευρώπη, υπολειπόμενη μόνο της αντίστοιχης στην Ιταλία και την Ιρλανδία, σε παρόμοιο επίπεδο με το αντίστοιχο της Ισπανίας και της Δανίας, και αρκετά υψηλότερο από αυτό της Μεγάλης Βρετανίας και της Γαλλίας.
Δαπάνη η οποία, κυρίως λόγω του στοιχηματισμού μέσω διαδικτύου, και η οποία είναι η 6η μεγαλύτερη στην Ευρώπη, παρουσιάζει ανθεκτικότητα, παρά την οικονομική κρίση.
Δαπάνη της οποίας ένα μεγάλο και διαρκώς αυξανόμενο ποσοστό προέρχεται από τη μη ρυθμιζόμενη μέχρι πρόσφατα αγορά τυχερών παιγνίων, τόσο μέσω διαδικτύου όσο και σε επίγειους χώρους στοιχηματισμού με την εγκατάσταση παράνομων μηχανημάτων (online και offline).
Συνολικού ύψους περίπου 4,5 δισ. ευρώ.
Όσα είναι περίπου τα έσοδα του ΟΠΑΠ και διπλάσια σε μέγεθος από το 2005.
Αυξανόμενα με μέσο ετήσιο ρυθμό περίπου 35% την τελευταία πενταετία.
Και με το κράτος να μην εισπράττει κάτι από αυτά.
Πρόκειται για μία πραγματικότητα που κανείς δεν μπορεί να αγνοεί.
Αλλά και κανείς δεν μπορεί να αφήσει να επεκτείνεται ανεξέλεγκτα, με προφανείς αρνητικές, κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις.
Η απουσία, επί χρόνια, νομοθετικού ρυθμιστικού πλαισίου στη χώρα μας, το οποίο θα καθιστούσε εφικτή τη νόμιμη οργάνωση, λειτουργία, διεξαγωγή και διαχείριση των τεχνικών παιχνιδιών, εδράζεται σε εύλογες ανησυχίες, τόσο της πολιτείας όσο και ενός μεγάλου τμήματος των πολιτών, τις οποίες προκαλούν ο εθιστικός χαρακτήρας αυτών των παιχνιδιών και οι εγγενείς κίνδυνοι που συνεπάγονται για τους πολίτες, ιδίως τους ανήλικους και τις θεωρούμενες ευαίσθητες κοινωνικές ομάδες.
Ωστόσο, οι ανησυχίες αυτές καθίστανται κίνδυνος, όταν η Πολιτεία δεν παρεμβαίνει και δεν καθορίζει τα όρια και τη λειτουργία αυτής της πραγματικά ευαίσθητης αγοράς.
Είναι γεγονός ότι, στη χώρα μας, η καθολική απαγόρευση οδήγησε σε ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που αναμένονταν.
Σήμερα, εκτιμάται ότι στη χώρα μας λειτουργούν περισσότεροι από 250 διαδικτυακοί τόποι στοιχηματισμού, έως και 20.000 ηλεκτρονικές μηχανές ψυχαγωγικών παιγνιδιών περιορισμένου κέρδους και έως και 150.000 ηλεκτρονικοί υπολογιστές που παρέχουν παράνομα τυχερά παιχνίδια (τύπου φρουτάκια).
Ας σημειωθεί ότι στο επίπεδο των τυχερών ψυχαγωγικών μόνο παιγνιδιών λειτουργούν πολλές χιλιάδες μηχανήματα, στα οποία περιλαμβάνονται στην πράξη και τα internet–cafe που επιτρέπουν τη συμμετοχή σε διαδικτυακά παιχνίδια.
Για το λόγο αυτό, ορθώς η προηγούμενη Κυβέρνηση προχώρησε, τον Αύγουστο, σε νομοθετική πρωτοβουλία (Νόμος 4002/2011) για τη Ρύθμιση της Αγοράς των Τυχερών Παιγνίων στην Ελλάδα.
Κάνοντας ένα βήμα για την νομιμοποίηση των παράνομων τυχερών παιγνίων.
Και θεσμοθετώντας την Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων (ΕΕΕΠ), η οποία αποκτά περισσότερες και ουσιαστικές αρμοδιότητες και στην οποία ενσωματώνονται, σταδιακά, οι αρμοδιότητες όλων των υφιστάμενων εποπτικών αρχών.
Επιτροπή όμως που θα μπορούσε να λειτουργεί καλύτερα και πιο αποτελεσματικά.
Υπάρχει το προηγούμενο της Δανίας, η οποία πρόσφατα νομοθέτησε με τις «ευλογίες» της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των εταίρων του κλάδου, όπου προβλέπεται συνεργασία της Δανέζικης Επιτροπής με ξένες επιτροπές παιγνίων για αμοιβαία αναγνώριση αδειών αλλά και για να δίνει τη δυνατότητα στην Δανέζικη Επιτροπή να έχει πρόσβαση σε στοιχεία και συναλλαγές των συστημάτων των ξένων επιτροπών παιγνίων.
Εμείς, εξαρχής, ως Αξιωματική Αντιπολίτευση, τοποθετηθήκαμε θετικά στο ορθολογικό άνοιγμα της αγοράς τυχερών παιγνίων, αρκεί αυτό να συνοδεύεται από αυστηρές ρυθμίσεις, από ένα αποτελεσματικό και κοινοτικά αποδεκτό πλαίσιο αδειοδότησης, φορολόγησης, εποπτείας, λογοδοσίας και ελέγχου των παρόχων, και από επαρκείς κανόνες προστασίας των καταναλωτών.
Έτσι ώστε να αποφεύγονται φαινόμενα εθισμού, παράνομης λειτουργίας, χρήσης και απώλειας μεγάλων χρηματικών ποσών από ανήλικους ή από ευάλωτους συμπολίτες μας.
Αλλά ταυτόχρονα να ρυθμίζεται η αγορά τυχερών παιγνίων έτσι ώστε να υπάρχει η δυνατότητα και για επιχειρηματική δραστηριότητα, και βεβαίως να δημιουργούνται και έσοδα για το Ελληνικό Δημόσιο.
Άλλωστε, όπως έχει αποδειχθεί μέχρι σήμερα, παγκοσμίως, η καθολική απαγόρευση του στοιχηματισμού, κυρίως μέσω του διαδικτύου, δεν είναι αποτελεσματική.
Είναι δε και ανέφικτη.
Για παράδειγμα, στη Γερμανία, από την υλοποίηση της Γερμανικής Κρατικής Συνθήκης που απαγόρευε το διαδικτυακό στοιχηματισμό από την 1η Ιανουαρίου 2009, η Γερμανική Κρατική Λοταρία, η Westlotto, εκτιμά ότι το 50% των πελατών της έχει πλέον πρόσβαση σε διαδικτυακό στοιχηματισμό μέσω υπεράκτιων παρόχων.
Και αυτό παρά το γεγονός ότι η Γερμανική Κυβέρνηση προσπαθεί να υλοποιήσει μπλοκάρισμα λογαριασμών διευθύνσεων IP και κινείται νομικά κατά πολυάριθμων ιδιωτικών παρόχων υπηρεσιών στοιχηματισμού.
Ενώ επίσης η καθολική απαγόρευση απλά εντείνει το πρόβλημα της μαύρης αγοράς.
Σε ένα απαγορευτικό καθεστώς, οι ενεργοί διαδικτυακοί τζογαδόροι δε θα σταματήσουν να ασκούν το δικαίωμα της καταναλωτικής επιλογής και θα αναζητούν ευκαιρίες στοιχηματισμού.
Αυτό αναπόφευκτα θα οδηγήσει σε παρόχους που δεν σέβονται το Νόμο, ούτε έχουν υποχρέωση προστασίας των πελατών τους ή αποτροπής της εγκληματικότητας.
Συνεπώς, οι καταναλωτές είναι λιγότερο ασφαλείς σε ένα περιοριστικό καθεστώς.
Τέλος, η ορθολογική ρύθμιση και απελευθέρωση της αγοράς τυχερών παιγνίων μπορεί να αποφέρει και σημαντικά έσοδα στο Κράτος.
Χαρακτηριστικότερη είναι η περίπτωση της Ιταλίας.
Η εισαγωγή των μηχανημάτων τυχερών παιγνίων το 2003, και οι νομοθετικές πρωτοβουλίες του 2006 και, κυρίως του 2008, οδήγησαν σε εντυπωσιακή αύξηση των εσόδων.
Έσοδα τα οποία, σύμφωνα με τις προβλέψεις, αναμένεται να ανέλθουν περίπου στο 1,6 δισ. ευρώ το 2012, από 400 εκατ. ευρώ το 2008.
Από την άλλη πλευρά, όπως είχαμε επισημάνει και κατά τη διάρκεια της συζήτησης του σχετικού Νομοσχεδίου στη Βουλή, το νομοθετικό πόνημα είχε ζητήματα συμβατότητας, μέσω περιορισμών που έθετε, με την Ευρωπαϊκή Νομοθεσία.
Το αποτέλεσμα σήμερα είναι, σύμφωνα με τη διαθέσιμη πληροφόρηση, η Ευρωπαϊκή Ένωση για τα Τυχερά Παιχνίδια και το Στοίχημα και η Ένωση Διαδικτυακού Στοιχήματος να υποβάλουν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή προσφυγή σχετικά με τον Ελληνικό Νόμο.
Η προσφυγή θέτει σειρά ζητημάτων τα οποία κρίνεται ότι δεν είναι σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Νομοθεσία και αποτελούν εμπόδιο για την είσοδο νέων παικτών στην Ελληνική αγορά τυχερών παιχνιδιών, ζητώντας παράλληλα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ως θεματοφύλακα των Ευρωπαϊκών Συνθηκών, να ασχοληθεί επειγόντως με αυτό το θέμα.
Τέλος, Κυρίες και Κύριοι, εκτός της δημιουργίας του ρυθμιστικού πλαισίου της αγοράς τυχερών παιγνίων, ο συγκεκριμένος κλάδος αναμένεται να διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στο πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων και αξιοποίησης των δημόσιων περιουσιακών στοιχείων.
Πρόγραμμα το οποίο σήμερα αναθεωρείται επί το δυσμενέστερο.
Αναμένοντας έσοδα ύψους 9,3 δισ. ευρώ το 2012, χαμηλότερα κατά 1,7 δισ. ευρώ από τον πρόσφατα αναθεωρημένο στόχο για έσοδα 11 δισ. ευρώ, και πολύ μακριά από τον αρχικό στόχο για έσοδα 15 δισ. ευρώ.
Να υπενθυμίσουμε μάλιστα, ότι, για το 2011, ο στόχος ήταν για έσοδα 5 δισ. ευρώ.
Μεταγενέστερα αυτός μεταβλήθηκε και διαμορφώθηκε στα 4 δισ. ευρώ.
Και τελικά δεν προβλέπεται να προκύψουν ούτε τα μισά.
Σε κάθε περίπτωση, σημαντική ώθηση στο πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων δύναται να δώσει ο ΟΠΑΠ.
Οργανισμός ο οποίος, μέσα και από τις σχετικές νομοθετικές πρωτοβουλίες της προηγούμενης Κυβέρνησης, θα πρέπει, λογικά, να αποτελέσει «περιζήτητη νύφη».
Οργανισμός που, το 2011, στο πλαίσιο του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων θα καταβάλλει 935 εκατ. ευρώ στο Ελληνικό Δημόσιο για να αποκτήσει τις δύο άδειες που έχει βγάλει προς πώληση η Κυβέρνηση (κατ’ ουσίαν την άδεια για 35.000 «φρουτάκια» και την δεκαετή επέκταση της άδειας των υπόλοιπων παιχνιδιών του).
Ενώ, για το 2012, σύμφωνα με τον Προϋπολογισμό, προβλέπεται πώληση μετοχών του.
Οργανισμός ο οποίος κατέχει το 70% της νόμιμης αγοράς στη χώρα μας.
Με ειδικά φορολογικά προνόμια και υψηλά περιθώρια κέρδους (EBIT margin > 45% σε σχέση με 25% στη Μεγάλη Βρετανία).
Με χαμηλό payout ratio (στο 68% περίπου, έναντι 82% – 83% για τους λοιπούς επίγειους παρόχους).
Εμείς, ως Αξιωματική Αντιπολίτευση, έγκαιρα και διορατικά, υποστηρίξαμε ότι η ορθολογική διαχείριση και δυναμική και στοχευμένη αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας καθώς επίσης και η υλοποίηση ενός ολοκληρωμένου προγράμματος αποκρατικοποιήσεων (μέσω πώλησης, συμβάσεων παραχώρησης, εισόδου στρατηγικού επενδυτή, μετοχοποίησης και δημιουργίας εταιρειών συμμετοχών) μπορούν να εξασφαλίσουν σημαντικά, σταθερά και σε μακροχρόνια βάση έσοδα για το Δημόσιο, να μειώσουν το χρέος, και να δημιουργήσουν πρόσθετα αναπτυξιακά οφέλη.
Δυστυχώς, η προηγούμενη Κυβέρνηση δεν διέθετε ολοκληρωμένο σχέδιο αξιοποίησης της περιουσίας.
Ενδεικτικά μόνο να αναφέρω ότι προσδοκούσε έσοδα 2,5 δισ. ευρώ από αποκρατικοποιήσεις το 2010, και τελικά δεν πραγματοποίησε καμία.
Πούλησε, τον Ιούνιο, το 10% του ΟΤΕ για 391 εκατ. ευρώ, με την αποτίμησή του, 1,5 χρόνο πριν, να διαμορφώνεται στα 580 εκατ. ευρώ.
Ενώ, η αποτίμηση των εισηγμένων εταιρειών του Δημοσίου διαμορφώνεται σε κάτι περισσότερο από 3 δισ. ευρώ, όταν, τον Οκτώβριο του 2009, ήταν στα 7,8 δισ. ευρώ.
Και μεταξύ αυτών των εταιρειών βρίσκεται και ο ΟΠΑΠ.
Ο οποίος δεν θα πρέπει να αποκρατικοποιηθεί με όφελος που ισοδυναμεί μόνο με τα κέρδη 2-3 ετών της εταιρείας.
Γιατί τότε θα μιλάμε για πραγματικό «χάρισμα».
Κυρίες και Κύριοι,
Με αυτές τις σκέψεις, χαιρετίζω τις εργασίες στο Συνέδριό σας.
Εύχομαι τα συμπεράσματά του να φανούν χρήσιμα τόσο στην παρούσα μεταβατική Κυβέρνηση όσο και σ’ αυτή που θα προκύψει σε λίγους μήνες.