“Οι μεθοδεύσεις, οι χειρισμοί και το κόστος του 1ου εξαμήνου του 2015 πρέπει να διερευνηθούν”
Έχει προκληθεί τεράστιο πολιτικό θέμα για τις αποκαλύψεις για το «Plan B» Βαρουφάκη, γεγονός που επιβεβαίωσε και ο αναπληρωτής Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Γιάννης Τσιρώνης, πως ο πρώην Υπουργός Οικονομικών παρουσίασε το σχέδιο αυτό στο Υπουργικό Συμβούλιο. Εντονότατη και άμεση ήταν η αντίδραση της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, καθώς εννιά βουλευτές της ΝΔ, με δική σας πρωτοβουλία, καταθέσατε σχετική ερώτηση προς τον ίδιο τον κ. Τσίπρα ζητώντας και την κατάθεση εγγράφων με θέμα: «Συζήτηση παράλληλου συστήματος πληρωμών στο Υπουργικό Συμβούλιο». Πως αποκωδικοποιείτε εσείς αυτές τις αποκαλύψεις και τι κίνδυνοι ελλόχευαν για την ελληνική οικονομία;
Η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ, κατά το 1ο εξάμηνο του 2015, με τους ανερμάτιστους χειρισμούς της, διέπραξε σειρά σφαλμάτων πρωτοφανούς έκτασης και βαρύτητας, τα οποία επέφεραν τεράστιο κόστος στην οικονομία.
Κόστος που υπερβαίνει τα 85 δισ. ευρώ, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας και της Τράπεζας της Ελλάδος.
Με χειρισμούς που οδήγησαν στους κεφαλαιακούς περιορισμούς που υφίστανται μέχρι σήμερα, στην αδυναμία ένταξης της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης που εκκρεμεί από το Μάρτιο του 2015, σε νέα ανακεφαλαιοποίηση των πιστωτικών ιδρυμάτων όπου χάθηκε η ιδιοκτησία αυτών, σε πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα, σε νέα Μνημόνια.
Οι μεθοδεύσεις, οι χειρισμοί και το κόστος αυτής της περιόδου πρέπει να διερευνηθούν. Ιδιαίτερα όταν νέα στοιχεία προκύπτουν από τους πρωταγωνιστές εκείνης της περιόδου.
Κρυφά σχέδια για διπλά νομίσματα, κουπόνια για δημοσίους υπαλλήλους, αναλυτική παρουσίαση του συστήματος διπλών πληρωμών στο Υπουργικό Συμβούλιο, γνώση του συγκεκριμένου σχεδίου από τον Πρωθυπουργό και κορυφαίους Υπουργούς από το 2014, είναι νέα στοιχεία, που μας αναγκάζουν να ζητούμε άμεσα εξηγήσεις.
Η αξιολόγηση έκλεισε με μεγάλη καθυστέρηση και όπως τονίζετε – εσείς ο ίδιος – με μεγάλο κόστος. Πρακτικά τι σημαίνει αυτή η καθυστέρηση για τους Έλληνες πολίτες;
Πράγματι, ευτυχώς, έστω και με πολύμηνη καθυστέρηση, η αξιολόγηση ολοκληρώθηκε.
Το αποτέλεσμά της όμως, εξαιτίας της καθυστέρησης αλλά και της ανικανότητας της Κυβέρνησης, είναι οδυνηρό για τη χώρα και επώδυνο για τους πολίτες.
Νέα μέτρα λιτότητας, ύψους 5,1 δισ. ευρώ, προστέθηκαν, και για μετά το 2018, περιορίζοντας σημαντικά το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών.
Μέτρα όπως είναι η μείωση του αφορολόγητου και των συντάξεων, που πλήττουν, κυρίως, τους οικονομικά ασθενέστερους.
Μέτρα που δεν προβλέπονταν στο 3ο Μνημόνιο και τα οποία ανεβάζουν το συνολικό λογαριασμό της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ στα 14,5 δισ. ευρώ.
Επίσης, η Κυβέρνηση συμφώνησε σε υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα μέχρι το 2060, χωρίς υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, κάτι που θα οδηγήσει σε μία διαρκή λιτότητα.
Η Κυβέρνηση, για ακόμη μία φορά, απέτυχε.
Οι δήθεν «κόκκινες γραμμές» της εξαφανίστηκαν, διότι πολύ απλά ποτέ δεν υπήρξαν. Απλά η Κυβέρνηση καθυστερούσε για να «γλυκάνει» στο εσωτερικό τις υποχωρήσεις της στο εξωτερικό.
Οι κυβερνητικοί πανηγυρισμοί για την ανάκαμψη της οικονομίας, λόγω της ολοκλήρωσης της αξιολόγησης, και για τις προοπτικές που δημιουργούνται, δεν έχουν κάποια βάση;
Καταρχήν να συμφωνήσουμε ότι η χώρα, όπως επιβεβαιώνουν όλοι οι δείκτες της οικονομίας, τα τελευταία 2,5 χρόνια, έχασε πολύτιμο χρόνο και πόρους.
Η οικονομία επέστρεψε στην ύφεση, η ανταγωνιστικότητά της επιδεινώθηκε, το οικονομικό κλίμα κατέρρευσε, οι οφειλές του Δημοσίου διογκώθηκαν, το κόστος δανεισμού εκτοξεύθηκε, το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών συρρικνώθηκε.
Δυστυχώς, αντί η χώρα να επιταχύνει στηριζόμενη στις ευνοϊκές συνθήκες και προοπτικές που είχαν δημιουργηθεί το 2014, οπισθοχώρησε. Και σήμερα προσπαθεί, με ασθενέστερη δυναμική και από χαμηλότερο σημείο αφετηρίας, να φτάσει εκεί που ήταν το 2014.
Η ολοκλήρωση της αξιολόγησης, εξαιτίας της ανακούφισης που προσφέρει, θα βοηθήσει σε αυτή την προσπάθεια.
Ακόμη όμως, δεν είμαστε εκεί.
Η Ελλάδα μπορεί να βγει στις αγορές, όπως υποστηρίζει η Κυβέρνηση;
Θα ήταν ευχής έργον η χώρα μας να μπορέσει να βγει το συντομότερο δυνατόν στις αγορές, με ρεαλιστικό κόστος. Όπως έγινε, με επιτυχία, δύο φορές, το 2014, σε πολύ δυσμενέστερες για την παγκόσμια οικονομία συνθήκες.
Σίγουρα, μια θετική αξιολόγηση για τη βιωσιμότητα του χρέους από τους θεσμούς και η ένταξη της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, θα διευκόλυναν σημαντικά αυτή την προσπάθεια.
Δυστυχώς όμως, η Κυβέρνηση, και σε αυτά τα πεδία, απέτυχε.
Σε κάθε περίπτωση, η Κυβέρνηση οφείλει να αντλήσει τους διαθέσιμους από το 3ο Μνημόνιο πόρους, οι οποίοι προσφέρονται με εξαιρετικά χαμηλό επιτόκιο, πολύ χαμηλότερο από αυτό των αγορών, προκειμένου να καλύψει το μεγαλύτερο μέρος των χρηματοδοτικών της αναγκών.
Ξεκινάει η τρίτη αξιολόγηση. Βλέπετε να υπάρξει έγκαιρη ολοκλήρωσή της ή όχι; Μήπως ελλοχεύει ο κίνδυνος ενδεχόμενων νέων οδυνηρών και απρόβλεπτων εξελίξεων με επιβολή νέων μέτρων και υπογραφή νέου μνημονίου για το κλείσιμό της;
Μέχρι σήμερα, η Κυβέρνηση έχει ολοκληρώσει δύο αξιολογήσεις σε δύο χρόνια.
Συνεπώς, εκ του αποτελέσματος, δεν είμαι αισιόδοξος ότι θα μπορέσει να υλοποιήσει τέσσερις αξιολογήσεις σε ένα χρόνο.
Όμως, η όποια καθυστέρηση θα έχει κόστος για την κοινωνία.
Θυμίζω ότι η καθυστέρηση ολοκλήρωσης της 1ης αξιολόγησης οδήγησε σε νέα μέτρα λιτότητας, στο αιώνιο υπερταμείο αποκρατικοποιήσεων και στον οριζόντιο και αυτόματο «κόφτη» δαπανών.
Η καθυστέρηση ολοκλήρωσης της 2ης αξιολόγησης οδήγησε σε ακόμη περισσότερα μέτρα λιτότητας, ακόμη και για μετά το τέλος του 3ου Μνημονίου, και σε υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα για μακρά περίοδο.
Εύχομαι να μην βρεθούμε μπροστά ξανά στο ίδιο έργο θεατές.