“Το πρόβλημα ελλείμματος μετατράπηκε σε κρίση δανεισμού” – Άρθρο στην Εφημερίδα Ημέρα

Εξετάζοντας την πορεία του διαφορικού (σε σχέση με το γερμανικού) επιτοκίου (ή spread) του ελληνικού δεκαετούς κρατικού ομολόγου, σε ένα πλαίσιο σύγκρισης με το αντίστοιχο της Ισπανίας, της Ιταλίας, της Πορτογαλίας και της Ιρλανδίας (οι χώρες που ατυχέστατα οι αγγλοσάξονες αποκαλούν PIIGS ή GIPSI), μπορούμε να ξεχωρίσουμε τέσσερις περιόδους.

 

Η πρώτη περίοδος είναι αυτή της σύγκλισης του διαφορικού επιτοκίου της Ελλάδας με το μέσο ευρωπαϊκό επίπεδο μέχρι την ένταξη της χώρας στην Οικονομική και Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ).

 

Η δεύτερη περίοδος χαρακτηρίζεται από μία σημαντική και μακροχρόνια σταθεροποίηση του διαφορικού επιτοκίου της Ελλάδας, όπως και των άλλων «συγγενών» ευρωπαϊκών χωρών, σε επίπεδα κατά πολύ χαμηλότερα των 100 μονάδων βάσης (μ.β.), και κυρίως κάτω από 50, ως τους πρώτους μήνες του 2008. Δημιουργήθηκε, έτσι, στην ελληνική οικονομία ένα περιβάλλον «φθηνής» χρηματοδότησης για το κράτος, τα πιστωτικά ιδρύματα, και συνεπώς για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.

 

Η τρίτη περίοδος, από τις αρχές του 2008, συνδέεται άμεσα με τα πρώτα σημάδια της χρηματοπιστωτικής κρίσης και την κορύφωσή της με την κατάρρευση της Lehman Brothers το φθινόπωρο του 2008. Έτσι, η στενότητα άντλησης ρευστότητας των διεθνών αγορών είχε ως αποτέλεσμα τη μεγάλη αύξηση των διαφορικών επιτοκίων των εν λόγω χωρών μετά το φθινόπωρο του 2008, με την Ελλάδα και την Ιρλανδία να παρουσιάζουν την υψηλότερη αύξηση του διαφορικού επιτοκίου στις αρχές του 2009. Συγκεκριμένα, το διαφορικό επιτόκιο της Ελλάδας αυξήθηκε από τις 74 μ.β. στις 25/9/2008 στις 299 μ.β. στις 17/2/2009, ενώ την ίδια ημέρα το διαφορικό επιτόκιο της Ιρλανδίας ήταν 246 μ.β., της Ισπανίας 108 μ.β., της Πορτογαλίας 161 μ.β. και της Ιταλίας 141 μ.β. Η εξέλιξη αυτή οφείλεται, κυρίως, στη μεγάλη πτώση του επιτοκίου του γερμανικού δεκαετούς ομολόγου. Ειδικότερα, το επιτόκιο του δεκαετούς ομολόγου της Γερμανίας στις 25/9/2008 ήταν 4,23, στις 15/10/2008 4,11 και στις 17/2/2009 στο 2,9. Σταδιακά, όμως, και αφού η ρευστότητα, μετά τις νομισματικές παρεμβάσεις και τα διεθνή πακέτα στήριξης, άρχισε να ενισχύεται σταδιακά στις διεθνείς αγορές, το διαφορικό επιτόκιο της Ελλάδας αποκλιμακώθηκε, όπως και τα αντίστοιχα των άλλων χωρών, τείνοντας προς τις 100 μ.β. το καλοκαίρι του 2009, αφήνοντας την Ιρλανδία σε υψηλότερα επίπεδα.

 

Η τέταρτη περίοδος ξεκινά το φθινόπωρο του 2009. Μετά τις εκλογές της 4ης Οκτωβρίου και, κυρίως, λόγω των πράξεων και παραλήψεων της Κυβέρνησης, το διαφορικό επιτόκιο ξεκίνησε μία ξέφρενη ανοδική πορεία, αφήνοντας εξωφρενικά πίσω τις υπόλοιπες χώρες και ξεπερνώντας πριν λίγες ημέρες τις 1000 μ.β. Συγκεκριμένα, το spread στις 5/10/2009 ήταν στις 130 μ.β., ενώ ενάμισι μήνα μετά, και αφού είχε γνωστοποιήσει στη Eurostat το «φούσκωμα» του δημοσιονομικού ελλείμματος στο 12,7%, το spread ανήλθε στις 153 μ.β. (17/11/2009). Η δημοσιοποίηση, όμως, του Προϋπολογισμού, αλλά και η αβουλία, η αναποφασιστικότητα και η αβελτηρία της Κυβέρνησης είχε ως αποτέλεσμα το spread να ανέβει στις 273 μ.β. στις 21/12/2009, ενώ η επικοινωνιακή λογική της Κυβέρνησης στη διαχείριση της κατάστασης της Ελληνικής Οικονομίας οδήγησε, εν συνεχεία, σε καθοριστική συρρίκνωση της αξιοπιστίας της στις αγορές, εκτοξεύοντας το spread στις 424 μ.β. στις 16/4/2010 και στις 1021 μ.β. στις 28/4/2010.

 

Έτσι, η Κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ., αφού επί 7 μήνες διαχειρίστηκε, με επικοινωνιακή λογική, το πρόβλημα ελλείμματος της Ελληνικής Οικονομίας, πρόβλημα το οποίο αντιμετώπισαν όλες οι χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίες είδαν τα ελλείμματά τους, κατά μέσο όρο, να εκτοξεύονται από το 0,8% του Α.Ε.Π. το 2007 στο 6,8% του Α.Ε.Π. το 2009, οδήγησε τη χώρα σε οξύτατη κρίση δανεισμού. Αυτούς τους μήνες, η Κυβέρνηση, μεταξύ άλλων:

  • παρουσίασε έλλειψη σοβαρού σχεδίου για την αντιμετώπιση της κρίσης,
  • καθυστέρησε να πάρει μέτρα, και όταν πήρε κάποια το μίγμα τους απεδείχθη κατάλληλη θεραπεία για το προηγούμενο στάδιο της ασθένειας,
  • προχώρησε στην κατάθεση Προγράμματος Σταθερότητας και Ανάπτυξης που ήταν κατώτερο των περιστάσεων,
  • αναφέρονταν απαξιωτικά για τη χώρα, το κύρος και την αξιοπιστία της, υπονομεύοντας τη δανειοληπτική της ικανότητα,
  • έστελνε λανθασμένα μηνύματα στις αγορές με τις παλινωδίες, τις αντιφατικές δηλώσεις, τις ανεύθυνες διαρροές,
  • δεν «έμαθε» να τις «διαβάζει». Μιλούσε για «Τιτανικό», για απώλεια εθνικής κυριαρχίας και για προσφυγή στο ΔΝΤ, και μετά έβγαινε στις αγορές για να δανειστεί με πολύ υψηλά επιτόκια. Το «γεμάτο όπλο στο τραπέζι» απεδείχθη αρχικά άσφαιρο και όταν γέμισε στράφηκε, δυστυχώς, προς τη χώρα μας.

Το αποτέλεσμα, συνεπώς, αυτών των πολιτικών επιλογών ήταν να κλείσουν οι αγορές για τη χώρα μας. Οπότε, η προσφυγή στο μηχανισμό στήριξης, και εντέλει στο ΔΝΤ, ήταν αναπόφευκτη και η χρηματοδότηση από αυτόν απαραίτητη.

Share

Εκτύπωση άρθρου Εκτύπωση άρθρου
TwitterInstagramYoutube