Η Ελλάδα διεκδικεί, κερδίζει και ισχυροποιείται στην Ευρώπη
Χρήστος Σταϊκούρας
Υπουργός Οικονομικών
Ένα χρόνο μετά το κρούσμα «μηδέν» στην Ελλάδα, η πανδημία του κορονοϊού συνεχίζει να ρίχνει τη σκιά της στην κοινωνία και την οικονομία, όπως συμβαίνει διεθνώς. Μολονότι ο δρόμος της εξόδου από την πρωτοφανή υγειονομική κρίση έχει, πλέον, ανοίξει, χάρη στα εμβόλια, είναι σαφές ότι για την επιστροφή στην κανονικότητα θα απαιτηθεί χρόνος.
Γι’ αυτό άλλωστε και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτείνει τη συνέχιση της δημοσιονομικής ευελιξίας και το 2022, σε συνδυασμό με την αποφυγή της πρόωρης απόσυρσης των μέτρων ενίσχυσης νοικοκυριών και επιχειρήσεων, με την αξιολόγηση της κατάστασης σε κάθε κράτος-μέλος από το 2023 και μετά.
Δίχως αμφιβολία, η πανδημική κρίση προκάλεσε τεκτονικές αναταράξεις σε όλα τα πεδία. Στο ευρωπαϊκό επίπεδο, αποτέλεσε ένα μεγάλο τεστ, αναδεικνύοντας και υπογραμμίζοντας την ανάγκη για ενότητα, αλληλεγγύη και συντονισμένη δράση. Ανάγκη την οποία η Ευρώπη κατάφερε να καλύψει με αμεσότητα, χάρη σε μια σειρά αποφάσεων που ελήφθησαν και τέθηκαν σε εφαρμογή από την περασμένη άνοιξη. Αποφάσεις στις οποίες η Ελλάδα συνέβαλε σημαντικά και δημιουργικά – όπως αναγνώρισε πρόσφατα ο Πρόεδρος του Eurogroup – ενισχύοντας περαιτέρω την αξιοπιστία της και αποκομίζοντας τουλάχιστον τα ίδια, ή και μεγαλύτερα, οφέλη από τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη-μέλη.
Ειδικότερα, στον ταραχώδη ένα χρόνο της υγειονομικής κρίσης διεκδικήσαμε και πετύχαμε ως χώρα, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, τα εξής:
1ον. Δημοσιονομική ευελιξία. Η Ελλάδα, από την αρχή της υγειονομικής κρίσης, και παρά το γεγονός ότι βρίσκεται σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας, πέτυχε να έχει τους ίδιους βαθμούς ελευθερίας με όλα τα άλλα ευρωπαϊκά κράτη-μέλη. Επωφελήθηκε, όπως όλες οι χώρες της Ένωσης, από τη γενική ρήτρα διαφυγής, που ενεργοποίησε τον Μάρτιο του 2020, στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής στρατηγικής για ταχεία, αποφασιστική και συντονισμένη αντίδραση στην πανδημία του κορονοϊού. Ρήτρα που μας επέτρεψε να λάβουμε μέτρα στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων, παρεκκλίνοντας από τους δημοσιονομικούς κανόνες, στόχους και απαιτήσεις. Μέτρα που φθάνουν ήδη τα 27 δισ. ευρώ, ξεπερνώντας, ως ποσοστό του ΑΕΠ, τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, και υπερβαίνοντας κατά πολύ οποιοδήποτε πακέτο στήριξης δόθηκε στη μεταπολεμική ιστορία της χώρας.
2ον. Συμμετοχή σε όλα τα ευρωπαϊκά προγράμματα και εργαλεία χρηματοδότησης που δημιούργησαν η ΕΚΤ, το Eurogroup και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Μεταξύ άλλων, η Ελλάδα συμμετέχει στην κατανομή των κονδυλίων του προγράμματος SURE για τη στήριξη της απασχόλησης. Η χώρα μας έχει ήδη λάβει 2,7 δισ. ευρώ από το εν λόγω Πρόγραμμα, ενώ έχει υποβάλει αίτημα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τη διάθεση πρόσθετων – αδιάθετων σε ευρωπαϊκό επίπεδο – πόρων του Προγράμματος.
Παράλληλα, η Ελλάδα επωφελείται από τα «όπλα» νομισματικής στήριξης που έχει ρίξει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στη μάχη κατά του κορονοϊού, με κυριότερο το ειδικό πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας (ΡΕΡΡ), το οποίο έχει μεγάλη συμβολή στην αποκλιμάκωση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων, διευκολύνοντας, μαζί με την ενίσχυση της αξιοπιστίας της χώρας, την πρόσβασή της σε φθηνό δανεισμό.
3ον. Υψηλούς πόρους από το Ταμείο Ανάκαμψης. Η Ελλάδα συγκαταλέγεται στους μεγάλους ωφελημένους του Ταμείου Ανάκαμψης, καθώς εξασφάλισε από τα υψηλότερα κονδύλια σε σχέση με το ΑΕΠ της. Συγκεκριμένα, η χώρα μας θα λάβει συνολικά 32 δισ. ευρώ, μέσω επιχορηγήσεων και δανείων από το σημαντικό αυτό εργαλείο, που θα αποτελέσει τη μεγαλύτερη αναπτυξιακή ευκαιρία στην Ευρώπη.
4ον. Θετικές αξιολογήσεις και εκταμιεύσεις πόρων. Στον έναν χρόνο της υγειονομικής κρίσης, παρά τις αντίξοες συνθήκες και τις πρωτόγνωρες δυσκολίες, η χώρα μας, ολοκλήρωσε επιτυχώς 4 αξιολογήσεις από του θεσμούς. Μάλιστα, οι δύο εξ αυτών συνοδεύτηκαν και από εκταμιεύσεις πόρων, συνολικού ύψους περίπου 1,5 δισ. ευρώ. Ενώ, σε όλες τις εκθέσεις της Κομισιόν αναγνωρίζεται η άμεση και ορθή παρέμβαση της Ελληνικής Κυβέρνησης, καθώς και η αποτελεσματικότητα των μέτρων στήριξης νοικοκυριών και επιχειρήσεων.
Συνεχίζουμε δυναμικά, με σχέδιο, αποφασιστικότητα και σύνεση, να χαράσσουμε πολιτικές και να διατυπώνουμε συνεκτικές προτάσεις για την επίτευξη ευρωπαϊκής αλληλεγγύης, ευημερίας και ισότητας. Σε αυτό το πλαίσιο, θέτουμε τις κάτωθι προτεραιότητες:
- Τη συνέχιση της δημοσιονομικής ευελιξίας και το 2022, αφού σύμφωνα με όλα τα στοιχεία, η ανάκαμψη της ευρωπαϊκής οικονομίας στα προ πανδημίας επίπεδα δεν αναμένεται νωρίτερα από το τέλος του επόμενου έτους.
- Τη διατήρηση των μέτρων στήριξης μέχρι την πλήρη εδραίωση βιώσιμης ανάκαμψης, η οποία θα οδηγήσει σε δημοσιονομική ισορροπία. Πρέπει να διασφαλιστεί ότι η δημοσιονομική ισορροπία θα επιτευχθεί μέσω της ανάπτυξης, και όχι με μέτρα λιτότητας.
- Την ταχεία εκταμίευση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης. Ήμασταν μία από τις πρώτες ευρωπαϊκές χώρες που υπέβαλαν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ένα αναλυτικό και ώριμο, πρώτο, Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Σχέδιο που θα παρουσιαστεί στην προσεχή σύνοδο των Υπουργών Οικονομικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
- Τη διασφάλιση ότι οι ενδεχόμενες επικείμενες αλλαγές στο Σύμφωνο Σταθερότητας θα επιτυγχάνουν τη μακροπρόθεσμη διατηρησιμότητα των δημόσιων οικονομικών, θα προσφέρουν τη μέγιστη δυνατή ευελιξία στην αντιμετώπιση κρίσεων, θα προστατεύουν και θα ενθαρρύνουν τις δημόσιες επενδύσεις, και, τέλος θα χαρακτηρίζονται από διαφάνεια στον σχεδιασμό και την εφαρμογή τους.
Τα παραπάνω αποδεικνύουν ότι η Ελλάδα διεκδίκησε σθεναρά, και έλαβε στα ευρωπαϊκά fora, ισότιμη πρόσβαση σε όλα τα ευρωπαϊκά προγράμματα, εργαλεία και κονδύλια. Επιπλέον, συνεισφέρει εποικοδομητικά στον ευρωπαϊκό διάλογο για τα μέσα αντιμετώπισης της υγειονομικής κρίσης και των επιπτώσεών της, ισχυροποιώντας τη φωνή της και αποδεικνύοντας ότι, παρά τη δίνη της κρίσης, προτείνει, οραματίζεται και υλοποιεί.
Η Κυβέρνηση εξασφαλίζει πόρους και δημοσιονομικό χώρο, για να στηρίξει την κοινωνία και την οικονομία στον βέλτιστο δυνατό βαθμό, για όσο χρειαστεί.
Δίχως να καταλήξουμε σε δημοσιονομικό εκτροχιασμό, αλλά με σωφροσύνη και κοινωνική δικαιοσύνη, ώστε να οδηγήσουμε τη χώρα με ασφάλεια, όσο πιο γρήγορα γίνεται, στο ξέφωτο της ανάκαμψης και της βιώσιμης και χωρίς αποκλεισμούς ανάπτυξης.