Συνέντευξη Υπουργού Οικονομικών στην εφημερίδα Παραπολιτικά | 19.2.2022

Πότε εκτιμάτε ότι θα αρχίσει να αποκλιμακώνεται η ακρίβεια τόσο στο ρεύμα και στο φυσικό αέριο, όσο και σε μια σειρά από προϊόντα; Ποια άλλα «όπλα» έχει μέχρι τότε το κράτος για ενίσχυση των νοικοκυριών και επιχειρήσεων;

Η ενεργειακή κρίση, που αποτελεί την κύρια αιτία των πληθωριστικών πιέσεων, έχει ξεπεράσει σε διάρκεια και ένταση τις αρχικές – παγκόσμιες – εκτιμήσεις, οδηγώντας σε μαζικές αναθεωρήσεις τους. Πρόσφατα, μάλιστα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναθεώρησε επί τα χείρω την πρόβλεψή της για τον πληθωρισμό στην ευρωζώνη φέτος, στο 3,5% από 2,2%.

Η αποκλιμάκωση του προβλήματος εξαρτάται, πρωτίστως, από τις γεωπολιτικές εξελίξεις και την προσφορά φυσικού αερίου. Παράλληλα, όμως, πληθωριστικές πιέσεις προκαλούν και άλλοι παράγοντες, όπως είναι οι αποκλίσεις ανάμεσα στην προσφορά και τη ζήτηση αγαθών, αλλά και η ασκούμενη νομισματική και δημοσιονομική πολιτική. Εκτιμάται αποκλιμάκωση, από το 2ο τρίμηνο του έτους.

Όσον αφορά στα «όπλα» που έχουμε ως Κυβέρνηση στη φαρέτρα μας, αυτά, καταρχάς, είναι οι πολιτικές μόνιμης τόνωσης των εισοδημάτων νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Προς την κατεύθυνση αυτή έχουμε προχωρήσει σε σημαντικές μειώσεις φόρων και ασφαλιστικών εισφορών, δρομολογούμε δεύτερη, μεγαλύτερη αύξηση του κατώτατου μισθού, στηρίζουμε τη δημιουργία θέσεων απασχόλησης και διατηρούμε στοχευμένα μέτρα στήριξης από τις επιπτώσεις της πανδημίας.

Παράλληλα, έχουμε λάβει μέτρα, συνολικού ύψους 2,1 δισ. ευρώ μόνο το τελευταίο εξάμηνο, για τη στήριξη της κοινωνίας έναντι της ενεργειακής κρίσης. Φυσικά, θα ήταν αδύνατο να απορροφήσει το Κράτος το σύνολο των ανατιμήσεων, αλλά η στήριξη που παρέχεται είναι γενναία, εφάμιλλη ή και μεγαλύτερη αυτής αντίστοιχων ευρωπαϊκών χωρών, και θα συνεχιστεί όσο οι συνθήκες το απαιτούν.

 

Γιατί αποκλείετε σταθερά τη μείωση, έστω προσωρινά, του ΦΠΑ σε τρόφιμα ή στο ρεύμα ή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης;

Αξιολογούμε, ψύχραιμα και συνολικά, όλα τα δεδομένα και έχουμε εξετάσει κάθε πιθανό μέτρο.

Ωστόσο, κάποια μέτρα, όπως αυτά που αναφέρετε, είναι υψηλού δημοσιονομικού κόστους, ενώ δεν διασφαλίζεται ότι το όφελος θα το καρπωθούν, ολόκληρο, οι καταναλωτές.

Επιπλέον, η στήριξη προς τους πολίτες πρέπει να αφορά τους πιο ευάλωτους, κάτι που δεν επιτυγχάνεται με τέτοιες οριζόντιες μειώσεις φόρων.

Διαθέτουμε, όμως, εναλλακτικές ως προς τις πιθανές παρεμβάσεις ανακούφισης συμπατριωτών μας. Στο πλαίσιο αυτό, ανάλογα τόσο με την πορεία εκτέλεσης του Προϋπολογισμού όσο και με ένταση της κρίσεως, θα εξετάσουμε στοχευμένα, μη μόνιμα μέτρα στήριξης ευάλωτων νοικοκυριών.

 

Θα ξεπεράσει το 9% η ανάπτυξη το 2021; Θα δώσει αυτό ένα περιθώριο για περισσότερα μέτρα στήριξης τη φετινή χρονιά;

Τα μέχρι σήμερα διαθέσιμα στοιχεία οδηγούν στην εκτίμηση ότι η χώρα πέτυχε ισχυρή ανάκαμψη, σημαντικά υψηλότερη των προηγούμενων προβλέψεων. Αναμένουμε τα σχετικά στοιχεία που θα ανακοινώσει η ΕΛΣΤΑΤ, στις 4 Μαρτίου.

Σε ό,τι αφορά στα μέτρα στήριξης, έχουμε ήδη λάβει υπόψη τους πρόδρομους δείκτες της οικονομίας, στους οποίους καταγράφεται η θετική πορεία της, και με βάση αυτούς προχωρήσαμε στη, μόνιμη, περαιτέρω μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά επιπλέον 13% από εφέτος και στην πρόσθετη ενίσχυση του αγροτικού τομέα. Μέτρα με πρόσθετο συνολικό δημοσιονομικό κόστος 350 εκατ. ευρώ.

Συνεπώς, είναι φανερό ότι κάθε φορά που δημιουργείται επαρκής και ασφαλής δημοσιονομικός χώρος, αξιοποιείται, με σύνεση, προς όφελος της κοινωνίας, κυρίως των χαμηλότερων και μεσαίων εισοδηματικών στρωμάτων.

 

Πότε θα κλείσει η τελευταία αξιολόγηση στο πλαίσιο της Ενισχυμένης Εποπτείας από τους θεσμούς και θα τελειώσει αυτό το καθεστώς εποπτείας για τη χώρα μας; Ποιες ενστάσεις προβάλλουν οι θεσμοί;

Η Κυβέρνηση εργάζεται, συστηματικά και με σχέδιο, για την έξοδο της χώρας από το πλαίσιο Ενισχυμένης Εποπτείας, το καλοκαίρι του 2022.

Προς αυτή την κατεύθυνση, συνεργαζόμαστε με τους θεσμούς προκειμένου να ολοκληρώσουμε τις περισσότερες από τις δεσμεύσεις που ανέλαβε η προηγούμενη Κυβέρνηση, το 2018. Συνεργασία που γίνεται με παραγωγικό τρόπο, όπως αποδεικνύεται και από τις εννέα, μέχρι σήμερα, διαδοχικές θετικές Εκθέσεις Αξιολόγησης κατά την περίοδο διακυβέρνησης της χώρας από τη Νέα Δημοκρατία.

 

Ποιες είναι οι βασικές προϋποθέσεις για να επιστρέψει η Ελλάδα στην επενδυτική βαθμίδα; Πότε εκτιμάτε ότι μπορεί να γίνει αυτό;

Οι βασικές προϋποθέσεις είναι η επίτευξη υψηλής και διατηρήσιμης οικονομικής μεγέθυνσης, η έξοδος της χώρας από το καθεστώς της Ενισχυμένης Εποπτείας, η επίτευξη μονοψήφιου ποσοστού μη εξυπηρετούμενων δανείων στα χαρτοφυλάκια των τραπεζών, και η δημοσιονομική σταθερότητα. Εκτιμούμε ότι η επίτευξη αυτών των στόχων θα οδηγήσει στην απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας, μέσα στο 2023.

Όπως αποτυπώνεται στα διαθέσιμα στοιχεία, κινούμαστε προς αυτή την κατεύθυνση, γι’ αυτό και η χώρα, μέσα στην υγειονομική κρίση, αναβαθμίζεται. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η χώρα πέτυχε ισχυρή ανάκαμψη «τύπου V» το 2021, που ακολουθείται από ισχυρή ανάπτυξη τα επόμενα έτη, με τις επενδύσεις και τις εξαγωγές να πρωταγωνιστούν – πανευρωπαϊκά – την προσεχή διετία. Επιπρόσθετα, από το 2021, συστημικές τράπεζες πέτυχαν μονοψήφιο ποσοστό «κόκκινων» δανείων. Ενώ μέσα κυρίως της ανάπτυξης, επιτυγχάνεται σημαντική δημοσιονομική βελτίωση το 2022, που ακολουθείται από ρεαλιστικά πρωτογενή πλεονάσματα, από το 2023.

 

Προαναγγείλατε την πρόωρη πλήρη εξόφληση των δανείων της χώρας από το ΔΝΤ στα τέλη Μαρτίου. Ποια είναι τα οφέλη της κίνησης αυτής;

Η σημερινή Κυβέρνηση έχει προχωρήσει, ήδη, σε 2 πρόωρες αποπληρωμές δανείων από το ΔΝΤ και έχει δρομολογήσει, σε συνεργασία με τους θεσμούς, την τρίτη, αποπληρώνοντας το 100% του χρέους της χώρας.

Με την τρίτη αυτή πρόωρη αποπληρωμή, ύψους 1,9 δισ. ευρώ, η Ελλάδα ενισχύει περαιτέρω την αξιοπιστία της, εκτιμάται ότι εξοικονομεί 56 εκατ. ευρώ σε τόκους – ανεβάζοντας στα 230 εκατ. ευρώ το συνολικό όφελος των τριών προεξοφλήσεων –, βελτιώνει βασικούς δείκτες βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους, μειώνει τον επιτοκιακό και συναλλαγματικό κίνδυνο, περιορίζει τον κίνδυνο αναχρηματοδότησης.

 

Ο ΣΥΡΙΖΑ κάνει λόγο για «έγκλημα» με τη ΛΑΡΚΟ και ο Αλέξης Τσίπρας λέει ότι τα αιτήματα των εργαζομένων είναι δίκαια. Μπορεί να μείνει ανοιχτή και σε πλήρη λειτουργία, με όλους τους εργαζόμενους που διαθέτει, η εταιρία;

Η Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας παρέλαβε και κλήθηκε να διαχειριστεί μια οικονομικά μη βιώσιμη κατάσταση, αποτέλεσμα συσσώρευσης αρνητικών αποτελεσμάτων, κακής οικονομικής διαχείρισης πολλών ετών και απραξίας της προηγούμενης Κυβέρνησης.

Συγκεκριμένα, τα ταμειακά διαθέσιμα της ΛΑΡΚΟ – το 2019 – ήταν μηδενικά, η αρνητική καθαρή θέση ξεπέρασε τα 400 εκατ. ευρώ στο τέλος του 2019, σωρεύθηκαν χρέη ύψους 260 εκατ. ευρώ την περίοδο 2015-2019, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές άγγιξαν τα 500 εκατ. ευρώ, και οι παράνομες – σύμφωνα με τις τελεσίδικες ευρωπαϊκές αποφάσεις – κρατικές ενισχύσεις ανήλθαν στα 136 εκατ. ευρώ. Μάλιστα, σύμφωνα με πρόσφατο έγγραφο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σε περίπου 35 ημέρες πρέπει να πληρώσουμε τα πρώτα 5 εκατ. ευρώ. Τέλος, διαχρονικά, η ΛΑΡΚΟ επιδείκνυε σοβαρό έλλειμμα στην τήρηση των περιβαλλοντικών όρων του εργοστασίου, ενώ η εταιρεία διαθέτει απαρχαιωμένο εξοπλισμό, που την καθιστά – χωρίς νέες επενδύσεις – μη ανταγωνιστική, ανεξαρτήτως των διεθνών τιμών του νικελίου.

Με την έναρξη του σχεδίου εξυγίανσης της Κυβέρνησης, τον Μάρτιο του 2020, έγιναν άμεσες ενέργειες εξορθολογισμού του κόστους, με τη συμβολή των εργαζομένων και την κρατική χρηματοδότηση, για πρώτη φορά τα τελευταία έτη, ύψους 52 εκατ. ευρώ.

Σήμερα λοιπόν, χάρη σε αυτές τις ενέργειες, η ΛΑΡΚΟ παραμένει ανοικτή και βρίσκεται σε αναζήτηση επενδυτή, προκειμένου να διαμορφωθούν οι συνθήκες συνέχισης της δραστηριότητάς της, αναζητώντας τις βέλτιστες – εφικτές – λύσεις για το σύνολο των εργαζομένων της.

Η ομολογουμένως δύσκολη κατάσταση της εταιρείας απαιτεί σοβαρότητα και ειλικρίνεια.

Έχουμε όλοι χρέος και ευθύνη απέναντι στους εργαζόμενους και το σύνολο των Ελλήνων φορολογουμένων.

 

2022-02-19 Συνέντευξη Παραπολιτικά

 

parapolitika.gr

Share

Εκτύπωση άρθρου Εκτύπωση άρθρου
TwitterInstagramYoutube