“Ενισχύεται ο κίνδυνος για ένα τέταρτο Μνημόνιο”
Η Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι «έρχεται η ανάπτυξη». Έρχεται;
Καταρχάς, η οικονομία, με αποκλειστική ευθύνη της σημερινής Κυβέρνησης, επέστρεψε στην ύφεση το 2015 και παραμένει σε αυτή την κατάσταση το 2016.
Σε ότι αφορά το 2017, η πρόβλεψη για υψηλό ρυθμό ανάπτυξης, αν και θεμιτή, δεν είναι ρεαλιστική.
Και τούτο γιατί η Κυβέρνηση προβλέπει αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης όταν, λόγω των επιπλέον φόρων την επόμενη χρονιά, θα υπάρξει συρρίκνωση του διαθέσιμου εισοδήματος των πολιτών.
Προβλέπει σημαντική αύξηση των επενδύσεων, όταν η ίδια «στραγγαλίζει» τον ιδιωτικό τομέα με την υπερφορολόγηση και την «εσωτερική στάση πληρωμών», με αποτέλεσμα την αύξηση των «λουκέτων» στην αγορά και τη «μετανάστευση» επιχειρήσεων.
Ενώ επιπροσθέτως, διακατέχεται από αγκυλώσεις σε ότι αφορά την υλοποίηση διαρθρωτικών αλλαγών.
Συνεπώς, θεωρώ ότι η πρόβλεψη της Κυβέρνησης θα αποδειχθεί «ευσεβής πόθος» της.
Ο Πρωθυπουργός ζήτησε από τους εταίρους «να κάνουν το χρέος τους, βάσει των συμφωνιών, λαμβάνοντας μέτρα για την απομείωση του χρέους». Συμφωνείτε;
Συμφωνώ ότι θα πρέπει να τηρηθεί η συμφωνία ώστε να βελτιωθεί η βιωσιμότητα του χρέους.
Βιωσιμότητα που επιβαρύνθηκε σημαντικά από τις πράξεις και παραλείψεις της Κυβέρνησης του κ. Τσίπρα. Βεβαίως δεν λησμονούνται και οι ευθύνες των εταίρων για την μη υλοποίηση των δεσμεύσεών τους, από το Νοέμβριο του 2012.
Όμως θυμίζω ότι η συμφωνία που έχει προσυπογράψει ο κ. Τσίπρας εμπεριέχει ότι δεν συζητείται η μείωση της ονομαστικής αξίας του χρέους, δηλαδή το «κούρεμα», και ότι η υλοποίηση των ουσιαστικών παρεμβάσεων για τη μεσομακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του χρέους θα αποφασισθεί το 2018, υπό τις προϋποθέσεις ότι η χώρα θα έχει πλήρως υλοποιήσει μέχρι τότε το 3ο Μνημόνιο, ότι θα συνεχίσει να επιτυγχάνει για πολλά ακόμη μεταγενέστερα χρόνια υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα και ότι η έκθεση βιωσιμότητας του χρέους που θα συνταχθεί τότε από τους θεσμούς θα καθιστά αναγκαία την εφαρμογή των παρεμβάσεων.
Συνεπώς, η κριτική που είχαμε ασκήσει πριν κάποιους μήνες στην απόφαση του Eurogroup, όταν κάποιοι άλλοι πανηγύριζαν, είχε ισχυρή βάση.
Σε κάθε περίπτωση, αυτό που οφείλουμε σήμερα να επιδιώξουμε, σε συνεργασία με τους εταίρους, είναι τον καθορισμό όσο γίνεται πιο επιθετικών παραμετρικών λύσεων για την ενίσχυση της βιωσιμότητας του χρέους και τον επανακαθορισμό των μεσομακροπρόθεσμων πρωτογενών πλεονασμάτων.
Και εμείς, ως χώρα, να σχεδιάσουμε και να υλοποιήσουμε πολιτικές που θα βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητα, θα βγάλουν την οικονομία βιώσιμα από το τέλμα και θα αυξήσουν την απασχόληση.
Όλα αυτά όμως απαιτούν στρατηγικό σχέδιο, πολιτική βούληση, αξιοπιστία και αποφασιστικότητα.
Και αυτά, η σημερινή Κυβέρνηση, δεν τα διαθέτει.
Η δεύτερη αξιολόγηση θα ολοκληρωθεί μέχρι το 2017;
Εύχομαι να ολοκληρωθεί, κατά τον βέλτιστο όμως για τα ελληνικά συμφέροντα τρόπο.
Δυστυχώς όμως, το όλο σκηνικό δεν με κάνει αισιόδοξο.
Η χώρα έχασε πολύτιμο χρόνο, η πρώτη αξιολόγηση μόλις έκλεισε με καθυστέρηση περίπου ενός έτους, ενώ προστέθηκαν νέα μέτρα λιτότητας και ταπεινωτικές δεσμεύσεις, όπως το υπερταμείο αποκρατικοποιήσεων και ο «κόφτης» δαπανών.
Αυτό είναι το οδυνηρό αποτύπωμα της διαπραγμάτευσης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ.
Η Κυβέρνηση πιάνει όμως τους δημοσιονομικούς στόχους, άρα δεν θα εφαρμοστεί ο «κόφτης».
Κα. Κοραή, «κόφτης» εφαρμόζεται.
Όταν η Κυβέρνηση «κρατάει» χαμηλά τις δαπάνες ώστε να δείξει ότι επιτυγχάνει τους στόχους, ουσιαστικά εφαρμόζει έναν οριζόντιο και αυτόματο «κόφτη», με τεράστιο κόστος για την πραγματική οικονομία.
Ενώ δημιουργεί και μια σειρά από «ωρολογιακές βόμβες» στα θεμέλια της Ελληνικής οικονομίας: οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των ιδιωτών διογκώνονται, η «μαύρη τρύπα» στα ασφαλιστικά ταμεία βαθαίνει (ο ΟΑΕΕ έχει ήδη χρησιμοποιήσει το σύνολο της ετήσιας κρατικής χρηματοδότησής του), τα «κόκκινα» δάνεια» αυξάνονται, η ρευστότητα φορέων του δημοσίου, όπως είναι η ΔΕΗ και οι αστικές συγκοινωνίες, επιδεινώνονται.
Θα συνιστούσα στην Κυβέρνηση να παραμερίσει τα τερτίπια και αντί να «πανηγυρίζει», να προβληματίζεται σοβαρά.
Η Κυβέρνηση όμως ξεκίνησε να αποπληρώνει ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου. Γιατί της ασκείτε κριτική;
Της ασκούμε κριτική γιατί διόγκωσε τις ληξιπρόθεσμες οφειλές κατά 63% από τις αρχές του 2015. Παράλληλα επιδεικνύει αναποτελεσματικότητα στις αποπληρωμές, στερώντας πολύτιμη ρευστότητα στην αγορά.
Και θα σας κάνω μία πρόβλεψη: Μέχρι το τέλος του 2016, στην καλύτερη περίπτωση και υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα δημιουργηθούν νέες όπως μέχρι σήμερα γίνεται, θα έχει αποπληρωθεί μόλις το 50% των ληξιπρόθεσμων οφειλών.
Χωρίς ποσοτική χαλάρωση η χώρα μπορεί να βγει στις αγορές;
Η χώρα, το 2014, βγήκε στις αγορές, χωρίς κάποιο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Σήμερα δυστυχώς, με ευθύνη της Κυβέρνησης, το κόστος δανεισμού είναι εξαιρετικά υψηλό, στα επίπεδα του Πακιστάν.
Σίγουρα, η συμμετοχή στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, που θα έπρεπε να είχε γίνει εδώ και μήνες, θα βοηθήσει την προσπάθεια εξόδου στις αγορές.
Όμως, από μόνη της, δεν είναι πανάκεια.
Απαιτείται κυρίως Κυβερνητική αξιοπιστία και σοβαρότητα.
Και αυτά, σήμερα, είναι «είδος εν ανεπαρκεία».
Τέταρτο μνημόνιο θα υπάρξει;
Όσο η Κυβέρνηση αδυνατεί να εμπνεύσει εμπιστοσύνη, αργεί να διαμορφώσει τις προϋποθέσεις για έξοδο στις αγορές με λογικό κόστος και οι μεσο-μακροπρόθεσμοι δημοσιονομικοί στόχοι παραμένουν υψηλοί, τόσο ενισχύεται ο κίνδυνος ενός νέου Μνημονίου.
Πως σχολιάζετε τις αναφορές του Αντιπροέδρου του Κόμματος κ. Γεωργιάδη στους αριστερούς που σε άλλες χώρες θα ήταν στις φυλακές;
Στο κόμμα που ίδρυσε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής και το οποίο εδραίωσε τη δημοκρατία σε όλο το εύρος της, αυτά τα θέματα δεν υφίστανται.
Το θέμα θεωρείται λήξαν.
Άλλωστε, μεταγενέστερα, ο κ. Γεωργιάδης διευκρίνισε τη δήλωσή του.
Ο Κώστας Καραμανλής επισήμανε την ανάγκη «…ομοψυχίας σ΄ένα δύσκολο και διαρκώς μεταβαλλόμενο κόσμο». Υπάρχουν σημεία συνεννόησης με την Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ;
Η επισήμανση του κ. Καραμανλή είναι ορθή και εθνικά ωφέλιμη.
Εμείς, ως Νέα Δημοκρατία, από την ίδρυσή μας πιστεύουμε και υπηρετούμε την πολιτική και κοινωνική συνεννόηση.
Αυτή όμως χτίζεται διαχρονικά, με όρους ειλικρίνειας και εθνικής ευθύνης από όλες τις πλευρές. Δεν οικοδομείται ευκαιριακά, με «λεόντιες» συμπεριφορές κάποιων.
Η εθνική συνεννόηση απαιτεί, από όλους, αυτογνωσία, αυτοκριτική, ειλικρίνεια προθέσεων και σαφήνεια θέσεων.
Και αυτά λείπουν από τον κ. Τσίπρα.