“Ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου: Η «Λερναία Ύδρα» της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ”
Η αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου προς τους ιδιώτες, πέραν της συμβολής της στην εξυγίανση των προϋπολογισμών των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης και στην ενίσχυση της αξιοπιστίας του Δημοσίου, συνιστά βασική πηγή τόνωσης της ρευστότητας της οικονομίας.
Στο τέλος του 2012, η τότε Κυβέρνηση δημιούργησε το θεσμικό και λειτουργικό πλαίσιο για την σταδιακή εξόφλησή τους. Το αποτέλεσμα ήταν οι ληξιπρόθεσμες οφειλές, από περίπου 9,6 δισ. ευρώ στο τέλος του 2012, να μειωθούν, μέσα σε 2 χρόνια, περίπου κατά 6 δισ. ευρώ, βοηθώντας ουσιαστικά στην καταγραφή θετικού ρυθμού οικονομικής μεγέθυνσης το 2014.
Δυστυχώς όμως, από τον Ιανουάριο του 2015, η κατάσταση άλλαξε. Οι ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις του Δημοσίου άρχισαν, και πάλι, να «τραβούν την ανηφόρα», ως αποτέλεσμα της «εσωτερικής στάσης πληρωμών» που κήρυξε η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ. Το αποτέλεσμα είναι αυτές να έχουν ξεπεράσει τα 6 δισ. ευρώ τον Αύγουστο του 2017, αυξημένες κατά 2,2 δισ. ευρώ ή 57% από το τέλος του 2014.
Και αυτό παρ’ ότι έχουν εκταμιευθεί μέχρι σήμερα, από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM), για την μερική αποπληρωμή τους, πόροι ύψους 4,3 δισ. ευρώ.
Συνεπώς, παρά τις εκταμιεύσεις του δανείου, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου, αντί να μειώνονται, αυξάνονται.
Και αυτό οφείλεται στην ανικανότητα της Κυβέρνησης τόσο να αντλήσει όσο και να διοχετεύσει τους διαθέσιμους πόρους στην πραγματική οικονομία, αλλά και στην «εσωτερική στάση πληρωμών» που έχει επιβάλλει, δημιουργώντας συνεχώς νέες ληξιπρόθεσμες οφειλές.
Και σε αυτές πρέπει να προστεθούν και όσες οφειλές δεν καταγράφονται στο Δελτίο Γενικής Κυβέρνησης του Υπουργείου Οικονομικών, όπως είναι εκκρεμείς επιστροφές φόρων και αιτήσεις συνταξιοδότησης, οι οποίες, σύμφωνα με την Έκθεση Συμμόρφωσης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ανέρχονταν στα 2,2 δισ. ευρώ έως τον Απρίλιο του 2017.
Επιπρόσθετα, λόγω της συνεχών Κυβερνητικών καθυστερήσεων, η διαδικασία αποπληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών έχει πλέον διαφοροποιηθεί επί το δυσμενέστερο για τη χώρα μας.
Ειδικότερα:
1ον. Οι δόσεις που εκταμιεύονται είναι χαμηλότερες τόσο των προβλέψεων της συμφωνίας όσο και των αναγκών της οικονομίας. Ενδεικτικά, αν οι αξιολογήσεις και οι εκταμιεύσεις εξελίσσονταν ομαλά, θα έπρεπε να είχαμε λάβει επιπλέον 5,3 δισ. ευρώ για αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών.
2ον. Το Δημόσιο έχει πλέον την υποχρέωση, όπως καταγράφεται – για πρώτη φορά – μετά την τελευταία αξιολόγηση, να συμβάλει με ίδιους πόρους στην αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών, με αναλογία 1/2 έναντι των δόσεων του δανείου.
Μάλιστα, λόγω της Κυβερνητικής ανικανότητας και σε αυτό το πεδίο, η εκταμίευση της 2ης υποδόσης της 2ης αξιολόγησης που ακόμη εκκρεμεί, αν και είναι διαθέσιμη από 1η Σεπτεμβρίου, έχει μετατεθεί για το τέλος Οκτωβρίου.
3ον. Η πλήρης εκκαθάριση των ληξιπρόθεσμων οφειλών έχει παρεπεμφθεί στις «αριστερές καλένδες».
Αρχικά, με βάση το 3ο Μνημόνιο (Αύγουστος 2015), η αποπληρωμή τους θα γινόταν έως το τέλος του 2016.
Στη συνέχεια, με βάση το Συμπληρωματικό Μνημόνιο (Ιούνιος 2016), αυτή μετατέθηκε για τον Ιούνιο του 2017.
Σήμερα, με βάση το Προσχέδιο του Προϋπολογισμού, η αποπληρωμή τους «βαφτίστηκε» απλή μείωση και παραπέμπεται για τα μέσα του 2018.
Συμπερασματικά, για ακόμη μία φορά, επιβεβαιώνονται η Κυβερνητική αδυναμία, ανικανότητα και αναποτελεσματικότητα.
Είναι σαφές ότι η σημερινή Κυβέρνηση δεν θέλει, δεν ξέρει και δεν μπορεί να «ρίξει» ρευστότητα στην αγορά.
Στον αντίποδα της οικονομικά ανορθολογικής Κυβερνητικής πρακτικής, βασικός άξονας της οικονομικής πρότασης της Νέας Δημοκρατίας, όπως παρουσιάστηκε από τον Πρόεδρό της Κυριάκο Μητσοτάκη στη ΔΕΘ, είναι η ενίσχυση της ρευστότητας στην οικονομία, με την αξιοποίηση των διαθέσιμων ευρωπαϊκών κονδυλίων, την αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου και τη σταδιακή εξομάλυνση της πιστωτικής επέκτασης.
Ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου_ Η _Λερναία Ύδρα_ της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ … _ Capital