Χρήστος Σταϊκούρας

Δελτίο Τύπου από την αναφορά για τη διατήρηση της εξόδου του αυτοκινητοδρόμου ΠΑΘΕ προς τους παραθαλάσσιους οικισμούς του Δήμου Πελασγίας

Ο Βουλευτής Φθιώτιδας της ΝΔ, κ. Χρήστος Σταϊκούρας, κατέθεσε αναφορά προς το Υπουργείο Υποδομών, Μεταφορών και Δικτύων έπειτα από αίτημα του Δήμου Πελασγίας και των κατοίκων της ευρύτερης περιοχής, σχετικά με τη διατήρηση της εξόδου του αυτοκινητοδρόμου ΠΑΘΕ προς τους παραθαλάσσιους οικισμούς του Δήμου Πελασγίας, πλησίον του Σταθμού Διοδίων Πελασγίας.

Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει και στη σχετική αναφορά του ο κ. Σταϊκούρας, αμέσως μετά το Σταθμό Διοδίων Πελασγίας, και σε απόσταση περίπου εκατόν πενήντα μέτρων, δεξιά στο ρεύμα από Αθήνα προς Θεσσαλονίκη, υπάρχει στον Αυτοκινητόδρομο ΠΑΘΕ έξοδος προς τους παραθαλάσσιους οικισμούς του Δήμου Πελασγίας (Παραλία Πελασγίας – Λιασίκι), από την αρχική κατασκευή του δρόμου, η οποία χρονολογείται εδώ και πενήντα χρόνια.

Όμως, στις 2.11.2009, ξαφνικά και χωρίς καμία προειδοποίηση, η Εταιρεία “Αυτοκινητόδρομος Αιγίου Α.Ε.” αποπειράθηκε να κλείσει την έξοδο αυτή, το οποίο επετράπη  κυρίως λόγω της δυναμικής αντίδρασης των κατοίκων των οικισμών του Δήμου. Στην αναφορά προς το Υπουργείο, ο κ. Σταϊκούρας μεταφέρει το αίτημα των κατοίκων ώστε μην κλείσει η έξοδος προς τους παραθαλάσσιους οικισμούς, καθώς δεν υπάρχει άλλη έξοδος που να διευκολύνει την επικοινωνία των κατοίκων των οικισμών αυτών, δεν έχουν κατασκευαστεί παράπλευροι δρόμοι, αλλά και επειδή το κλείσιμο της εξόδου θα οδηγούσε σε μείωση της τουριστικής κίνησης της περιοχής. Τέλος, επισημαίνει ότι η Εταιρεία “Αυτοκινητόδρομος Αιγίου Α.Ε.”, δε ζημιώνεται από το αίτημα των κατοίκων και της Δημοτικής Αρχής, καθώς η έξοδος είναι μετά τον Σταθμό Διοδίων και οι διερχόμενοι, πρώτα πληρώνουν τα τέλη και μετά εξέρχονται από τον ΠΑΘΕ.

Δελτίο Τύπου από την Εισήγησή του στη Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής επί του Σχεδίου Νόμου “Οικονομική ενίσχυση κοινωνικής αλληλεγγύης, εισφορά κοινωνικής ευθύνης των μεγάλων επιχειρήσεων και της μεγάλης ακίνητης περιουσίας και λοιπές διατάξεις”

Ο Βουλευτής Φθιώτιδας της ΝΔ κ. Χρήστος Σταϊκούρας, στην εισήγησή του την Τετάρτη 25 Νοεμβρίου 2009 στη Διαρκή Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής επί του σχεδίου νόμου «Οικονομική ενίσχυση κοινωνικής αλληλεγγύης, εισφορά κοινωνικής ευθύνης των μεγάλων επιχειρήσεων και της μεγάλης ακίνητης περιουσίας και άλλες διατάξεις των Υπουργείων Οικονομικών, Εργασίας και Ασφάλισης και Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης» ανέφερε, μεταξύ άλλων, τα εξής:

«Χαιρετίζουμε την εκκίνηση του νομοθετικού έργου της Κυβέρνησης μετά από 50 ημέρες θητείας. Χαιρετίζουμε τη νομοθετική πρωτοβουλία για την ενίσχυση των οικονομικά ασθενέστερων στρωμάτων.

Πρέπει όμως να επισημάνουμε ότι το Νομοσχέδιο άρει κάποιες από τις προεκλογικές δεσμεύσεις της Κυβέρνησης. Εμπεριέχει διατάξεις που είχαν αποκλεισθεί από τον προγραμματικό λόγο της Κυβέρνησης. Η παρούσα νομοθετική πρωτοβουλία δεν είναι δημοσιονομικά ουδέτερη. Είναι ποσοτικά ουδέτερη. Το αποτέλεσμα δεν είναι αριθμητικά ισοδύναμο. Είναι αριθμητικά ίσο. Η δαπάνη ύψους 1.068 εκ. ευρώ για την οικονομική ενίσχυση κοινωνικής αλληλεγγύης είναι ίση με την αύξηση εσόδων ύψους 1.085 εκ. ευρώ από την επιβολή έκτακτης εισφοράς στις επιχειρήσεις και στην ακίνητη περιουσία των φυσικών προσώπων. Όμως, η δαπάνη επιμερίζεται ισόποσα, στα έτη 2009 και 2010, ενώ τα έσοδα καταγράφονται, στο σύνολό τους, το 2010. Έτσι, σαφέστατα, επιβαρύνεται το δημόσιο έλλειμμα του 2009.

Δυστυχώς, συνολικά, ο πολιτικός λόγος της Κυβέρνησης είναι εγκλωβισμένος σε αντιφάσεις. Χαρακτηρίζεται από αναξιοπιστία, ασάφειες και ατολμία. Εξαντλείται σε θεωρούμενες καινοτόμες συμμετοχικές διαδικασίες. Το αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής στον οικονομικό τομέα είναι επιζήμιο για τη χώρα, την πιστοληπτική της ικανότητα και το κόστος δανεισμού. Απαιτείται, συνεπώς, άμεσα η εφαρμογή ενός συγκροτημένου, μεσοπρόθεσμου σχεδίου, που θα περιλαμβάνει τολμηρές, αλλά αναγκαίες, μεταρρυθμίσεις. Και όπως ανέφερε χθες ο κ. Διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος στην Επιτροπή μας, αυτή τη στιγμή, δεν γνωρίζουμε μεσοπρόθεσμους στόχους.»

Απογευματινή: Το παγκόσμιο οικονομικό πρόβλημα απαιτεί παγκόσμια λύση

Η παρατεταμένη και διαρκώς μεταλλασσόμενη τρέχουσα οικονομική κρίση έχει οδηγήσει πολλούς επιστήμονες και μη στον παραλληλισμό της έντασης και έκτασής της με την Μεγάλη Ύφεση του 1929. Με εφαλτήριο αυτή τη συσχέτιση, πολλοί προσδοκούσαν η πρόσφατη συνάντηση των 20 πιο ανεπτυγμένων χωρών (Σύνοδος των G20) να αποτελέσει ένα νέο Bretton Woods, μία Συνθήκη που να θέτει τις βάσεις μιας νέας παγκόσμιας αρχιτεκτονικής για την έξοδο από την κρίση.
 
Τα αποτελέσματα της συνάντησης δεν ανταποκρίθηκαν στις προσδοκίες τους. Ωστόσο, δεν θα πρέπει να αγνοηθεί η ιδιαίτερη σημασία τους, καθώς το τελικό κείμενο της Συνόδου κατέδειξε τη βούληση των ηγετών να επιτύχουν μεγαλύτερη συνεργασία και καλύτερο συντονισμό των εθνικών δράσεων για την αντιμετώπιση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, πέρα από προσεγγίσεις προστατευτισμού και απομονωτικού μονομερισμού. Αποδεχόμενοι την κρισιμότητα των περιστάσεων, οι ηγέτες των χωρών κατέληξαν σε έναν συμβιβασμό αναφορικά με τη δημιουργία των προϋποθέσεων για την ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας, την αναδιάρθρωση του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος, την ενίσχυση του παγκόσμιου εμπορίου και τη θεμελίωση των όρων για τη βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη.
 
Οι βασικοί άξονες της απόφασης της Συνόδου, που αναπτύσσονται σε σχετικό κείμενο 29 σημείων, είναι:
  • Η ενίσχυση του ρυθμιστικού και εποπτικού πλαισίου που διέπει τη λειτουργία των διεθνών χρηματοπιστωτικών αγορών, η οριοθέτηση αρχών, κανόνων και περιορισμών στη λειτουργία των κερδοσκοπικών και επενδυτικών κεφαλαίων και των εταιρειών αξιολόγησης πιστοληπτικής αξιολόγησης, η αντιμετώπιση των προβλημάτων στη λειτουργία των «φορολογικών παραδείσων» και ο περιορισμός των στρεβλώσεων στις απολαβές των στελεχών που δραστηριοποιούνται στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Η προώθηση των σχετικών πρωτοβουλιών σε εθνικό επίπεδο θα πραγματοποιηθεί σε ένα πλαίσιο διεθνούς συνεργασίας και συντονισμού για την παρακολούθηση του χρηματοπιστωτικού συστήματος και των κινδύνων που το διέπουν και θα ενισχυθεί με τη θεσμοθέτηση ενός διεθνούς Συμβουλίου για τη Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα (Financial Stability Board).
  • Η αναβάθμιση του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου με την παροχή πολλαπλάσιων κεφαλαιακών πόρων, τη διαφανέστερη λειτουργία του και την αναδιάρθρωση της σύνθεσής του, ενδυναμώνοντας την παρεμβατική δυνατότητά του ως δανειστής ύστατης καταφυγής (lender of last resort).
  • Η κεφαλαιακή στήριξη των φτωχότερων κρατών, τα οποία και πλήγονται περισσότερο από την τρέχουσα κρίση.
  • Η τόνωση της διεθνούς εμπορικής δραστηριότητας μέσω της διάθεσης σημαντικών πόρων στους διεθνείς οργανισμούς για τη στήριξης των συναλλαγών.
  • Η στήριξη της οικονομίας μέσα από δημοσιονομικές παρεμβάσεις και εθνικά αναπτυξιακά και σταθεροποιητικά προγράμματα (ύψους 5 δις δολαρίων ως το 2010).
Η Σύνοδος του Λονδίνου δεν σήμανε το τέλος της παγκόσμιας πιστωτικής κρίσης ή της οικονομικής ύφεσης που προκάλεσε. Κατέληξε όμως σε συγκεκριμένα μέτρα. Έδειξε ότι τα παγκόσμια προβλήματα απαιτούν παγκόσμιες λύσεις. Έθεσε, με τρόπο ρεαλιστικό, σε κλίμα σύμπνοιας και συνεργασίας, μακριά από ανέξοδες και αδιέξοδες αντιπαραθέσεις:
  • τους άξονες στους οποίους θα εδράζονται οι πρωτοβουλίες ανάκαμψης της παγκόσμιας οικονομίας,
  • τις κατευθυντήριες γραμμές για την ενίσχυση της σταθερότητας και ευρωστίας του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος, και
  • τις αρχές για την αποφυγή του εμπορικού, νομισματικού και χρηματοπιστωτικού προστατευτισμού.
Η επιτυχία του εγχειρήματος θα καθοριστεί από τη συνέχιση και ενδυνάμωση των συντονισμένων πρωτοβουλιών που θα αναληφθούν σε διεθνές επίπεδο και θα κριθεί από τις εθνικές δράσεις και πολιτικές στο πλαίσιο των αρχών και κανόνων που έθεσε η Σύνοδος. Η Ελληνική κυβέρνηση έγκαιρα και αποφασιστικά, σε συντονισμό και πλήρη ευθυγράμμιση με τις ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες, ανέπτυξε στοχευμένες δράσεις και προχώρησε στην κατάρτιση Εθνικού Σχεδίου Αντιμετώπισης της Κρίσης με βασικούς άξονες δράσης τη διατήρηση των θετικών ρυθμών οικονομικής μεγέθυνσης και τη θωράκιση της απασχόλησης, τη συνέχιση της δημοσιονομικής προσαρμογής, και την ενίσχυση των περισσότερο ευάλωτων στην κρίση κοινωνικών ομάδων. Πρόκειται για ένα συγκροτημένο, συνεκτικό και ολοκληρωμένο εθνικό σχέδιο, με στέρεους και σταθερούς άξονες δράσης, αλλά και με συνεχείς διορθώσεις, συμπληρώσεις και προσαρμογές επί αυτού ώστε να ανταποκρίνεται, με επάρκεια, στα νέα δεδομένα.
 
Σε κάθε περίπτωση απαιτείται αποφασιστικότητα, τόλμη και διορατικότητα στη λήψη των αποφάσεων, ακολουθώντας τις αρχές της διεθνούς κοινότητας και αξιοποιώντας τα πρώτα αισιόδοξα μηνύματα που εκπορεύονται από τη προσπάθεια σταθεροποίησης της παγκόσμιας οικονομίας.

Δημόσιος Τομέας: Η κρίση, το κράτος και η κοινωνική διάσταση των επιχειρήσεων

Η αντιμετώπιση της τρέχουσας χρηματοπιστωτικής κρίσης, αλλά και των επιπτώσεων αυτής στην πραγματική οικονομία, δημιουργεί ένα πεδίο ανάπτυξης μιας ιδιαίτερα ενδιαφέρουσας συζήτησης αναφορικά με την ανταπόκριση του κράτους και της αγοράς, των βασικών δομικών συστατικών του συστήματος οικονομικής οργάνωσης, στις ανάγκες και απαιτήσεις της κοινωνίας. Της κοινωνίας που αποτελεί τον τελικό αποδέκτη του υψηλού κόστους που συνοδεύει μια συστημική διαταραχή της οικονομίας, καθώς, σύμφωνα με σχετικές μελέτες, οι επιπτώσεις μιας κρίσης μειώνουν κατά 1% το ΑΕΠ κατά το έτος εκδήλωσής της και κατά 3% την επόμενη χρονιά, ενώ οι συνολικές απώλειες της οικονομίας κατά τη διάρκεια μιας τραπεζικής κρίσης κυμαίνονται από 15% έως 20% του ΑΕΠ (Eichengreen et al., 1996; Demirgoc-Kunt et al., 2000; Hoggarth et al., 2001). Στο πλαίσιο του υψηλού τιμήματος που επωμίζεται το κοινωνικό σύνολο εντάσσεται και το δημοσιονομικό κόστος μιας συστημικής τραπεζικής κρίσης, το οποίο, σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (2008), εκτιμάται στο 15% του ΑΕΠ.

Συνεπώς, πρώτιστο μέλημα κυβερνήσεων, εποπτικών και ρυθμιστικών αρχών είναι η διασφάλιση της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος και της ευρωστίας της πραγματικής οικονομίας. Το κράτος θα πρέπει να παρεμβαίνει και να μεριμνά για τη βέλτιστη λειτουργία του μηχανισμού της αγοράς και την εξασφάλιση της μέγιστης οικονομικής αποτελεσματικότητας, την κοινωνικά δικαιότερη κατανομή του εισοδήματος και του παραγόμενου πλούτου και τη σταθεροποίηση της οικονομίας.
 
Προς την κατεύθυνση αυτή, και μακριά από προσεγγίσεις άκρατου κρατικού παρεμβατισμού, κινούνται και οι πρωτοβουλίες που έχουν προωθηθεί από την ελληνική κυβέρνηση για τη διατήρηση των θετικών ρυθμών οικονομικής μεγέθυνσης και τη θωράκιση της απασχόλησης, την ενίσχυση της κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών, την εγγύηση των καταθέσεων, την προστασία των δανειοληπτών και την ενίσχυση της ρευστότητας στην οικονομία. Σε αυτό το πλαίσιο είναι σημαντικό η ρευστότητα να διοχετευτεί στις επιχειρήσεις.
 
Καθοριστικός όμως είναι και ο κοινωνικός ρόλος των επιχειρήσεων, καθώς αφενός η παρούσα κρίση αποτελεί ιδανική ευκαιρία για την ανάπτυξη της τρίτης διάστασης της οικονομίας, του τομέα της «κοινωνικής οικονομίας», και αφετέρου η άμεση αντιμετώπιση της κρίσης επιβάλλει την ανάδειξη υψηλού βαθμού κοινωνικής ευθύνης των επιχειρήσεων, κυρίως των πιστωτικών ιδρυμάτων.
 
Στον τομέα της κοινωνικής οικονομίας, στον οποίο εδράζουν πολιτικές με στόχο την αειφόρο ανάπτυξη, την απασχόληση και την κοινωνική συνοχή, δραστηριοποιούνται μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί, κοινωνικές επιχειρήσεις, συνεταιρισμοί, εθελοντικές οργανώσεις και διάφοροι άλλοι τύποι ενώσεων. Η νέα αυτή μορφή κοινωνικά προσανατολισμένης επιχειρηματικότητας στηρίζεται στην αυτοοργάνωση των πολιτών και στην εθελοντική προσφορά υπηρεσιών στη βάση της αλληλεγγύης και της συνεργασίας. Σύμφωνα με διεθνείς μελέτες αλλά και την παγκόσμια πρακτική, ο τομέας της κοινωνικής οικονομίας συμβάλλει στην κάλυψη των «κενών χώρων» που αφήνουν μεγάλα τμήματα της ζήτησης αγαθών και υπηρεσιών, συνήθως κοινωνικού χαρακτήρα, των οποίων η παραγωγή και η διάθεση από τους μηχανισμούς της ελεύθερης αγοράς κρίνεται ασύμφορη, η δε παροχή τους από το κράτος πολλές φορές ανέφικτη.
 
Στην Ελλάδα, η έννοια και οι δραστηριότητες του τομέα της κοινωνικής οικονομίας δεν είναι ιδιαίτερα ανεπτυγμένες, καθώς οι όποιες απόπειρες σύστασης κοινωνικών επιχειρήσεων χαρακτηρίζονται από αποσπασματικότητα, συνήθως έχουν άτυπο ή/και παράτυπο χαρακτήρα, και εκλαμβάνονται από την κοινωνία ως «φιλανθρωπικές δράσεις» και «ευεργεσίες». Τα βασικότερα προβλήματα είναι η έλλειψη θεσμικής, χρηματοδοτικής και διοικητικής υποστήριξης, η ανεπάρκεια εξειδικευμένου και έμπειρου ανθρώπινου δυναμικού, η περιορισμένη και ανεπαρκής γνώση, η απουσία ενημέρωσης και η έλλειψη «τεχνογνωσίας» στην οργάνωση και λειτουργία μιας κοινωνικής επιχείρησης, η απουσία ισχυρής παράδοσης στον τομέα της κοινωνικής επιχειρηματικότητας, και η ανεπάρκεια της δικτύωσης και της ανάπτυξης συνεργασιών μεταξύ φορέων της κοινωνικής οικονομίας και του ιδιωτικού τομέα.
 
Οι τρέχουσες δυσμενείς οικονομικές συνθήκες αποτελούν ιδιαίτερη ευκαιρία για την ανάπτυξη συνεκτικής προσέγγισης και ολοκληρωμένης παρέμβασης από την Πολιτεία, με τη συμμετοχή της κοινωνίας, ενθαρρύνοντας την καλλιέργεια και την ενίσχυση του τομέα της κοινωνικής οικονομίας και επιχειρηματικότητας στην Ελλάδα ως μέσο για την ενδυνάμωση του παραγωγικού ιστού, την ενίσχυση της απασχόλησης, και την τόνωση της κοινωνικής συνοχής. Για την επίτευξη του στόχου αυτού, πέρα από τις υφιστάμενες δομές εταιρικής κοινωνικής ευθύνης, απαιτείται συνδυασμός πολιτικών και δράσεων, οι οποίες να επιχειρούν τη δημιουργία του κατάλληλου ευνοϊκού πλαισίου ανάπτυξης πρωτοβουλιών κοινωνικής επιχειρηματικότητας. Εκτός όμως από τις πρωτοβουλίες της Πολιτείας, απαιτείται και η αλλαγή της νοοτροπίας του επιχειρηματικού κόσμου, με τη συνειδητοποίηση από μέρους του της ανάγκης ενδυνάμωσης της κοινωνικής επιχειρηματικότητας και της υιοθέτησης και εφαρμογής ενός προτύπου αξιών επιχειρηματικής ηθικής.
 
Πιο εξειδικευμένα, στο πλαίσιο των προσπαθειών για την αντιμετώπιση της τρέχουσας οικονομικής και κοινωνικής συγκυρίας τα πιστωτικά ιδρύματα καλούνται άμεσα και έμμεσα να αναλάβουν την κοινωνική ευθύνη που τους αναλογεί. Άμεσα, ενισχύοντας και στηρίζοντας τα χαμηλά κοινωνικά στρώματα που πλήττονται περισσότερο από την κρίση. Ενδεχομένως, θα μπορούσαν τα τραπεζικά ιδρύματα να συνεισφέρουν μερίδιο των κερδών τους που θα προκύψει από τη χρήση του πακέτου ενίσχυσης της ρευστότητας της οικονομίας στο Εθνικό Ταμείο Κοινωνικής Συνοχής. Τέτοιες συμπεριφορές και δράσεις ενσωματώνουν και ενσαρκώνουν στοιχεία υπεύθυνης επιχειρηματικότητας και καταλήγουν υπέρ των μακροπρόθεσμων επιχειρηματικών τους συμφερόντων. Έμμεσα, διευκολύνοντας την πιστωτική επέκταση σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις μέσω της μείωσης των επιτοκίων χορηγήσεων, ενισχύοντας την αναπτυξιακή και παραγωγική διαδικασία και στηρίζοντας την ανάκαμψη της οικονομίας. Μία μείωση των επιτοκίων που θα είναι σε αντιστοιχία με το επίπεδο του επιτοκίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και τις δημοσιονομικές κεφαλαιακές ενισχύσεις.
 
Η Κυβέρνηση, έγκαιρα και αποφασιστικά, σε συντονισμό και πλήρη ευθυγράμμιση με τις ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες, ανέπτυξε στοχευμένες δράσεις και προχώρησε στην κατάρτιση εθνικού σχεδίου αντιμετώπισης της κρίσης που καλύπτει με υπευθυνότητα, τις προκλήσεις που δημιουργεί η τρέχουσα δυσμενής συγκυρία. Πρόκειται για ένα συγκροτημένο, συνεκτικό και ολοκληρωμένο εθνικό σχέδιο, με στέρεους και σταθερούς άξονες δράσης, αλλά και με συνεχείς διορθώσεις, συμπληρώσεις και προσαρμογές επί αυτού ώστε να ανταποκρίνεται με επάρκεια στα νέα δεδομένα. Αυτοί οι άξονες δράσης είναι η διατήρηση των θετικών ρυθμών οικονομικής μεγέθυνσης και η θωράκιση της απασχόλησης, η συνέχιση της δημοσιονομικής προσαρμογής, και η ενίσχυση των περισσότερο ευάλωτων στην κρίση κοινωνικών ομάδων και τομέων. Απομένει και η εκδήλωση υπεύθυνης στάσης από τα πιστωτικά ιδρύματα, η κοινωνική ευθύνη των οποίων έγκειται στην αποτελεσματικότητα της αξιοποίησης και διοχέτευσης των πόρων του σχεδίου ρευστότητας στην οικονομία και στην αμεσότητα που οι πόροι αυτοί θα καρπωθούν και θα επιστραφούν στην κοινωνία.
 
Πηγές:
Demirguc-Kunt, A., E. Detragiache and P. Gupta (2000) “Inside the crisis: An empirical analysis of banking systems in distress”, Working Paper No 00/156, IMF.
Eichengreen, Β., A. Rose and C. Wyplosz (1996) “Contagious currency crises: First tests”, Scandinavian Journal of Economics, 98 (4), 463-484.
Hoggarth, G., R. Reis and V. Saporta (2001) “Costs of banking system instability: Some empirical evidence”, Working Paper No 114, Bank of England.
Κορλίρας, Π. (2003), Η αναζήτηση της οικονομικής τάξης, Εκδόσεις Λιβάνη, Αθήνα

Δυτική: Ανώτατη εκπαίδευση – Ανάγκη ενθάρρυνσης της επιχειρηματικότητας

Θεωρητικές προσεγγίσεις και εμπειρικές μελέτες κατατείνουν στη διαπίστωση ότι η εκπαίδευση αποτελεί το βασικό μηχανισμό παραγωγής, συσσώρευσης και διάχυσης του ανθρώπινου κεφαλαίου, το οποίο αποτελεί τον πολυτιμότερο πόρο της νέας οικονομίας και κοινωνίας της γνώσης. Οι επενδύσεις στο ανθρώπινο κεφάλαιο, τόσο οι ιδιωτικές όσο και οι κοινωνικές, υπό την προϋπόθεση της χρηστής και αποτελεσματικής διαχείρισης των πόρων, έχουν καλές αποδοτικότητες. Ως εκ τούτου, ορθώς η Κυβέρνηση έχει αποδώσει ιδιαίτερη σημασία στην ποσότητα και στην ποιότητα του ανθρώπινου κεφαλαίου, θέτοντας ως υψηλή της προτεραιότητα την ανασυγκρότηση του συστήματος της τυπικής εκπαίδευσης και τη δημιουργία ενός αξιόπιστου συστήματος δια βίου μάθησης.
Σε αυτή την κατεύθυνση, καίριας σημασίας είναι η παρέμβαση στο χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης, η κατάσταση του οποίου είναι γεγονός πως παρουσιάζει αρκετές στρεβλώσεις. Η ανώτατη εκπαίδευση σε θεσμικό, δομικό και λειτουργικό επίπεδο παρουσιάζει ελλείμματα και αναχρονιστικές αγκυλώσεις, με συνέπεια να μην μπορεί να συμβάλλει, όσο δυνητικά θα μπορούσε, στην επιτυχή προσαρμογή της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας στο ανταγωνιστικό και συνεχώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον. Παράλληλα, βέβαια, η ανώτατη εκπαίδευση έχει ιδιαίτερη σημασία για την προώθηση της επιχειρηματικής νοοτροπίας, των αντίστοιχων δεξιοτήτων στη νέα γενιά, και της ποιοτικής επιχειρηματικής δραστηριότητας, όπως επισημαίνεται άλλωστε και σε όλα τα κείμενα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Σε όλες τις συναφείς μελέτες καταδεικνύεται ότι η συμμετοχή στην επιχειρηματικότητα αυξάνεται καθώς βελτιώνεται το εκπαιδευτικό επίπεδο.
Συνεπώς, προτεραιότητα της εκπαιδευτικής διαδικασίας σε πανεπιστημιακό επίπεδο πρέπει να είναι, α) η ανάπτυξη των γνώσεων και των δεξιοτήτων των νέων ανθρώπων που ενθαρρύνουν και προωθούν την επιχειρηματικότητα και αυξάνουν την προσαρμοστικότητά τους στις εξελίξεις της αγοράς εργασίας, β) η ανίχνευση και κινητοποίηση ταλέντων, γ) η ανάδειξη και αξιοποίηση των δυνατοτήτων για έκφραση και δημιουργία, δ) η ανάπτυξη της ικανότητας διάγνωσης και αναγνώρισης των νέων ευκαιριών και της δυνατότητας επιλογής αξιοποίησής τους με την ανάληψη επιχειρηματικού κινδύνου, ε) η υπέρβαση των αναστολών μπροστά στο ενδεχόμενο της αποτυχίας, και ζ) η ενθάρρυνση και προώθηση της δημιουργικότητας των νέων ανθρώπων, έτσι ώστε να μη λειτουργούν ως παθητικοί αποδέκτες γνώσεων, στοιχείο που ουσιαστικά αποθαρρύνει τη χρησιμοποίηση αυτής της γνώσης δημιουργικά.
Ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθεί, ότι, όπως και η τελευταία μελέτη του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών για την «Επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα 2007-2008» αναδεικνύει, ο εντοπισμός μιας επιχειρηματικής ευκαιρίας βασίζεται και στη συσσωρευμένη γνώση και εμπειρία του ατόμου, κάτι που σημαίνει ότι το μορφωτικό επίπεδό του δεν καθορίζει πάντα απόλυτα το αν κάποιος είναι σε θέση να εντοπίσει στην αγορά τις καλές επιχειρηματικές ευκαιρίες.
Στο ίδιο πλαίσιο, η σημασία των γνώσεων που υποδηλώνει η ανώτατη εκπαίδευση δεν εξαντλείται στην περίπτωση που αυτές μπορούν να χρησιμοποιηθούν άμεσα σε ένα επιχειρηματικό εγχείρημα. Στην πραγματικότητα, η σημασία τους, είναι πολύ ευρύτερη, στον βαθμό που αυξάνουν την «απορροφητική ικανότητα» του επιχειρηματία, την ικανότητά του δηλαδή να απορροφά ρητή και άρρητη γνώση, έστω και αν δεν την έχει παραγάγει ο ίδιος, και να είναι σε θέση να τη συνδυάσει με άλλα δεδομένα και να την εφαρμόσει με νέους τρόπους.
 
Μέχρι σήμερα έχουν αναληφθεί αρκετές πρωτοβουλίες και έχουν γίνει σημαντικές παρεμβάσεις στην εκπαίδευση που αφορούν την επιχειρηματικότητα και αποσκοπούν στην ανάπτυξη του επιχειρηματικού πνεύματος, την ενθάρρυνση της επιχειρηματικής δράσης, και την πληροφόρηση των νέων για τις δυνατότητες ανάληψης επιχειρηματικών σχεδίων. Πρέπει όμως η διάσταση της επιχειρηματικότητας στην εκπαίδευση να εμπλουτισθεί, να τονωθεί, να διευρυνθεί σε νέα πεδία. Απαιτείται να αρθεί η αποσπασματικότητα και να ενοποιηθούν οι δράσεις σε ένα ενιαίο πλαίσιο.
 
Στην κατεύθυνση αυτή:
1ον: Ορισμένα τμήματα και σχολές, κυρίως τα οικονομικά και πολυτεχνικά τμήματα, παρέχουν γνώσεις σε επιμέρους πτυχές της επιχειρηματικότητας και σε συνάφεια με το αντικείμενο σπουδών τους, λόγου χάριν πάνω στον τρόπο εκπόνησης ενός επιχειρηματικού σχεδίου. Απαιτείται βέβαια η περαιτέρω ενθάρρυνση της εισαγωγής μαθημάτων επιλογής στο πλαίσιο των τελευταίων ετών φοίτησης, καθώς και εργαστηριακών μαθημάτων και ασκήσεων με ειδικό περιεχόμενο για την ανάπτυξη της αυτενέργειας, της ερευνητικής ικανότητας και της μύησης των φοιτητών στη διαδικασία της παραγωγής και στην κουλτούρα του “επιχειρείν”.
2ον: Εκτός από τη διδασκαλία της επιχειρηματικότητας ως γνωστικού αντικειμένου, σε διεθνές επίπεδο υπάρχουν πολύτιμοι προβληματισμοί, όπως η πρόσφατη έκθεση Developing Entrepreneurial Graduates (2008) στη Μεγάλη Βρετανία, η οποία τονίζει την ιδιαίτερη σημασία του βιωματικού στοιχείου – σε αντίθεση με την παθητική μάθηση – για την εξοικείωση των μαθητών με την επιχειρηματική προοπτική. Στην κατεύθυνση αυτή, ήδη λειτουργεί ο θεσμός της πρακτικής άσκησης σε πολλά τμήματα και σχολές της χώρας. Όμως, απαιτείται η επέκταση και θεσμική κάλυψη της πρακτικής άσκησης στο πλαίσιο των προγραμμάτων σπουδών και η ανάπτυξη ενός πλαισίου κινήτρων τόσο για την αύξηση των συμμετεχόντων σπουδαστών και φοιτητών όσο και για την προσέλκυση περισσότερων επιχειρήσεων υποδοχής της πρακτικής άσκησης. 
3ον: Λειτουργούν Γραφεία Διασύνδεσης στα Α.Ε.Ι. και Τ.Ε.Ι. της χώρας, με στόχο την παροχή πληροφοριών και ενημέρωσης στους φοιτητές και σπουδαστές για τις δυνατότητες απασχόλησης, και τις πιθανές εναλλακτικές πορείες που μπορούν να ακολουθήσουν μετά το πέρας των σπουδών τους. Απαιτείται τα υφιστάμενα και νέα Γραφεία Διασύνδεσης να ενισχυθούν, και να διευρύνουν τις παρεχόμενες υπηρεσίες τους, με στόχο την τόνωση και διεύρυνση των σχέσεων των Ιδρυμάτων με την τοπική οικονομία και τη σύνδεση μεταξύ των δομών της ανώτατης εκπαίδευσης και της παραγωγής. Επιπλέον, απαιτείται η δικτύωση των Γραφείων Διασύνδεσης με δομές προώθησης της απασχόλησης και διαμεσολάβησης (π.χ. ΚΠΑ, Δήμοι κλπ).
4ον: Απαιτείται να ενσωματωθούν και άλλες δραστηριότητες με στόχο την ενίσχυση της κουλτούρας επιχειρηματικότητας, όπως είναι η δημιουργία «εικονικών» επιχειρήσεων, καθώς ήδη ψηφιακά προγράμματα λειτουργίας εικονικών επιχειρήσεων χρησιμοποιούνται στο πρόγραμμα Επιχειρείν του ΕΜΠ, η παροχή κινήτρων στους συμμετέχοντες, η ενθάρρυνση συστηματικών επισκέψεων μαθητών, σπουδαστών και φοιτητών σε επιχειρήσεις εσωτερικού και εξωτερικού, και η πραγματοποίηση εκθέσεων και διαγωνισμών για την επιλογή καινοτόμων ιδεών και επιχειρηματικών σχεδίων.
5ον: Ιδρύθηκαν και λειτουργούν θυρίδες επιχειρηματικότητας της Γενικής Γραμματείας Νέας Γενιάς, που στόχο έχουν την πληροφόρηση και την εξατομικευμένη συμβουλευτική υποστήριξη των νέων καθώς και τη στήριξή τους για την ανάπτυξη επιχειρηματικών σχεδίων. Απαιτείται η ενίσχυσή τους, ώστε να αναδειχθούν και να προωθηθούν ζητήματα νεανικής επιχειρηματικότητας καθώς και ένταξης των νέων στην αγορά εργασίας.
 
Ο τρόπος με τον οποίο οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται την έννοια της επιχειρηματικότητας σε μια οικονομία έχει γενικότερες επιπτώσεις τόσο στην πλευρά της προσφοράς όσο και στην πλευρά της ζήτησής της. Στην πλευρά της προσφοράς, η διάθεση για αξιοποίηση των ευκαιριών εξαρτάται από την ύπαρξη αντίστοιχου αριθμού δυνητικών επιχειρηματιών, το προφίλ τους και την εμπιστοσύνη που έχουν στις ικανότητές τους, καθώς και από την πιθανή εκπαίδευσή τους στην έννοια, τις διαδικασίες και τις ανάγκες της επιχειρηματικότητας. Στην πλευρά της ζήτησης, σημαντική προϋπόθεση είναι βεβαίως να υπάρχουν επιχειρηματικές ευκαιρίες. Η ποσότητα, αλλά και η ποιότητα αυτών των ευκαιριών όμως, εξαρτώνται και από το ευρύτερο οικονομικό περιβάλλον και επομένως ως μεγέθη μπορούν να βελτιωθούν σε ένα μακροοικονομικό περιβάλλον οικονομικής μεγέθυνσης, πολιτικής σταθερότητας και ευνοϊκού κλίματος.
 
Είναι γεγονός ότι η Ελλάδα, παρά τη σχετική πρόοδο τα τελευταία χρόνια, υστερεί σημαντικά στην αναγνώριση, στην καλλιέργεια και στην αξιοποίηση του συντελεστή επιχειρηματικότητα, αλλά και στην ενθάρρυνση και ενίσχυση της ίδρυσης, αποτελεσματικής λειτουργίας και ανάπτυξης των επιχειρήσεων. Με βάση την πρόσφατη έρευνα που παρουσίασε το Ίδρυμα Οικονομικών & Βιομηχανικών Ερευνών για την «Επιχειρηματικότητα στην Ελλάδα 2007-2008», προκύπτει ότι στην Ελλάδα το 2007 ένα 5,71% του πληθυσμού ηλικίας 18-64 ετών, δηλαδή περίπου 388.000 άτομα, βρίσκονταν στα αρχικά στάδια έναρξης επιχειρηματικής δραστηριότητας, συμπεριλαμβανομένης της αυτοαπασχόλησης. Στο σχετικό πίνακα η Ελλάδα κατατάσσεται υψηλά στην παγκόσμια κατάταξη, αποδεικνύοντας ότι οι όροι «κοιτίδα επιχειρηματικού δαιμονίου» και «επιχειρηματικό ταλέντο» είναι συνυφασμένοι με τη χώρα μας. Οφείλουμε, συνεπώς, να αναδείξουμε και να αξιοποιήσουμε αυτό το ταλέντο. Για την επιτυχία του στόχου αυτού απαιτείται η ενεργή ποιοτική και αποτελεσματική συμμετοχή της Πολιτείας, αλλά και του συνόλου της εκπαιδευτικής κοινότητας.

Σέντρα: Αξιολόγηση των ευρωπαϊκών εκτιμήσεων για την πορεία της Ελληνικής οικονομίας

Η ιδιαιτέρως έντονη, πολυδιάστατη και διαρκώς μεταλλασσόμενη κρίση πλήττει τις εθνικές οικονομίες, μεταξύ των οποίων και την ελληνική.
Σε αυτό το κλίμα αβεβαιότητας και κλυδωνισμών, πολλές ευρωπαϊκές χώρες (17 στο σύνολο, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα) προχώρησαν σε επικαιροποίηση των Προγραμμάτων Σταθερότητας και Ανάπτυξης.
Στηριζόμενη σε αυτά τα Προγράμματα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προέβη σε αναθεωρημένες εκτιμήσεις για την πορεία των ευρωπαϊκών οικονομιών, εντάσσοντας κάποιες από αυτές στη διαδικασία του υπερβολικού ελλείμματος (ΔΥΕ) (μεταξύ των οποίων και την Ελλάδα). Σύμφωνα με αυτές τις προβλέψεις (Πίνακας 1):
  • Η Ελλάδα, μεταξύ των χωρών που συμπεριλήφθηκαν στη ΔΥΕ, εμφανίζει τον υψηλότερο ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης για το 2008.
  • Η Ελλάδα είναι από τα λίγα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης που εκτιμάται πως θα σημειώσουν θετικό ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης και το 2009 (μόνο 5 από τις 27 χώρες θα έχουν θετικό πρόσημο).
  • Η Ελλάδα, μεταξύ των χωρών που συμπεριλήφθηκαν στη ΔΥΕ, εμφανίζει χαμηλότερο και κοντά στο όριο του 3% δημοσιονομικό έλλειμμα το 2009 και το 2010 (το 3,7% για το 2009 είναι και χαμηλότερο από το 4,0% που είναι ο μέσος ευρωπαϊκός όρος).
Η εικόνα που διαμορφώνεται από τις προαναφερθέντες εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σε καμία περίπτωση δεν συνάδει με τις προσεγγίσεις που παρουσιάζονται για την Ελληνική οικονομία και την εμφανίζουν ως τον αδύναμο κρίκο της Ευρωζώνης.
Αντιθέτως, η Ελληνική οικονομία βρίσκεται σε καλύτερη κατάσταση, όχι μόνο από περισσότερο ανταγωνιστικές οικονομίες, όπως αυτές της Ισπανίας, της Γαλλίας και της Ιρλανδίας, που επίσης εισήλθαν σε ΔΥΕ, αλλά και από τις άλλες 11 που προχώρησαν σε επικαιροποίηση των Προγραμμάτων Σταθερότητας και Ανάπτυξης(οι επιτυχείς μέχρι σήμερα εκδόσεις τίτλων για τη χρηματοδότηση του δημοσίου χρέους, παρά το υψηλό κόστος δανεισμού, το επιβεβαιώνει).
Βέβαια, αυτό δεν σημαίνει ότι η ελληνική οικονομία δεν εμφανίζει διαχρονικές αγκυλώσεις και διαρθρωτικές αδυναμίες. Αδυναμίες που γίνονται ιδιαίτερα εμφανείς σε περιόδους οικονομικής κρίσης (όπως είναι το ύψος του δημοσίου χρέους, το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας κ.α.).
Επιβάλλεται συνεπώς η συνέχιση και εντατικοποίηση της προσπάθειας.
Με υπευθυνότητα, σύνεση, ρεαλισμό και διορατικότητα, μακριά από εύκολες και ανέξοδες δόσεις υποσχεσιολογίας, παροχολογίας και κινδυνολογίας, εντός και εκτός χώρας.
Η Ελληνική κυβέρνηση, έγκαιρα, σε συντονισμό και πλήρη ευθυγράμμιση με τις ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες, ανέπτυξε στοχευμένες δράσεις και προχώρησε στην κατάρτιση Εθνικού Σχεδίου Αντιμετώπισης της Κρίσης, με βασικούς άξονες δράσης τη διατήρηση των θετικών ρυθμών οικονομικής μεγέθυνσης και τη στήριξη της απασχόλησης, τη συνέχιση της δημοσιονομικής προσαρμογής με στόχο τη μακροχρόνια, σύμφωνα και με το Επικαιροποιημένο Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης, βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών και την ενίσχυση των περισσότερο ευάλωτων στην κρίση κοινωνικών ομάδων.

Πρόκειται για ένα συνεκτικό και ολοκληρωμένο Εθνικό Σχέδιο, με σταθερούς άξονες δράσης, αλλά και με συνεχείς διορθώσεις και προσαρμογές ώστε να ανταποκρίνεται με επάρκεια στα νέα δεδομένα.

Πίνακας 1: Εκτιμήσεις Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ιανουάριος 2009

 

 
Πραγματικό
ΑΕΠ (%)
Δημοσιονομικό Έλλειμμα (%)
 
2008
2009
2010
2008
2009
2010
Ιρλανδία (ΔΥΕ)
-2,0
-5,0
0,0
-6,3
-11,0
-13,0
Ελλάδα (ΔΥΕ)
2,9
0,2
0,7
-3,4
-3,7
-4,2
Ισπανία (ΔΥΕ)
1,2
-2,0
-0,2
-3,4
-6,2
-5,7
Γαλλία (ΔΥΕ)
0,7
-1,8
0,4
-3,2
-5,4
-5,0
Λετονία (ΔΥΕ)
-2,3
-6,9
-2,4
-3,5
-6,3
-7,4
Δανία
-0,6
-1,0
0,6
3,1
-0,3
-1,5
Γερμανία
1,3
-2,3
0,7
-0,1
-2,9
-4,2
Ολλανδία
1,9
-2,0
0,2
1,1
-1,4
-2,7
Σουηδία
0,5
-1,4
1,2
2,3
-1,3
-1,4
Φινλανδία
1,5
-1,2
1,2
4,5
2,0
0,5
Μεγ. Βρετανία
-0,6
-2,3
0,9
-5,7
-9,5
-9,2
Πηγή: Ευρωπαϊκή Επιτροπή (2009)

Άρθρο – Παρέμβαση για τον παροπλισμό πλοίων

Τους τελευταίους μήνες η παγκόσμια οικονομία κλονίζεται από μία ιδιαιτέρως δυσμενή κρίση, οι αρνητικές επιπτώσεις της οποίας καθίστανται σταδιακά ορατές σε σημαντικούς κλάδους της ελληνικής οικονομίας, όπως αυτός της ναυτιλίας.
Η πτώση της ναυλαγοράς είναι πολύ πιο απότομη απ’ ότι σε οποιαδήποτε άλλη κρίση. Η συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας της ναυτιλίας αναμένεται να έχει ως αποτέλεσμα τη σταδιακή αύξηση των περιπτώσεων προσωρινού παροπλισμού πλοίων, δημιουργώντας την ανάγκη επαναδραστηριοποίησης των καθορισμένων από την ελληνική νομοθεσία αγκυροβολίων. Σύμφωνα, με τη σχετική νομοθεσία του 1983, το λιμάνι της Στυλίδας αποτελεί ένα από τα 9 αγκυροβόλια της χώρας μας που δύναται να χρησιμοποιηθεί για τον παροπλισμό πλοίων, με τη συνολική χωρητικότητά του να περιορίζεται στα 8 πλοία.
Το ενδεχόμενο μελλοντικής επαναδραστηριοποίησης του αγκυροβολίου της Στυλίδας αποτέλεσε το εφαλτήριο για την ανάπτυξη μιας ενδιαφέρουσας συζήτησης μεταξύ πολιτών, τοπικών φορέων και περιβαλλοντικών οργανώσεων, η οποία σε αρκετές περιπτώσεις άγγιξε τα όρια της υπερβολής (π.χ. αναφορές για νεκροταφείο πλοίων, τεράστιο αριθμό παροπλισμένων πλοίων κ.α.). Ωστόσο, η προσέγγιση ενός τόσο ευαίσθητου ζητήματος, με ιδιαίτερες κοινωνικές και περιβαλλοντικές προεκτάσεις, θα πρέπει να είναι προσεκτική, σφαιρική και υπεύθυνη αφενός απέναντι στις απαιτήσεις και τους προβληματισμούς της τοπικής κοινωνίας, και αφετέρου απέναντι στην ευρύτερη και συλλογική προσπάθεια ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας από την τρέχουσα δυσμενή συγκυρία.
Στο πλαίσιο αυτής της προσέγγισης εντάσσεται και η προοπτική ισόρροπης κατανομής, εάν και εφόσον προκύψεισχετικό ζήτημα, των περιπτώσεων προσωρινού παροπλισμού πλοίων. Βέβαια, η υλοποίηση της προοπτικής αυτής εγείρει βασικές ανησυχίες, αναλογιζόμενοι περιπτώσεις περασμένων δεκαετιών, όσον αφορά κυρίως τη μόλυνση των υδάτων, την παγίωση και διόγκωση της δυνητικής μελλοντικής κατάστασης και το ενδεχόμενο ατυχήματος.
Συνεπώς, η καταρχήν θέση μου είναι αρνητική στη χρήση μόνο του λιμανιού της Στυλίδας για τον παροπλισμό των πλοίων.
Σε περίπτωση όμως που υλοποιηθεί η επαναδραστηριοποίηση του αγκυροβολίου Στυλίδας για τον παροπλισμό πλοίων, μαζί με τα άλλα αγκυροβόλια της χώρας, είναι υποχρέωση όλων μας να επιδιώξουμε:
– Την αυστηρή τήρηση του σχετικού κανονισμού για τη χωρητικότητα του αγκυροβολίου που προβλέπει να είναι έως οκτώ (8) πλοία, διασφαλίζοντας το λιμάνι της Στυλίδας από παρελθόντα φαινόμενα υπερβολικού αριθμού παροπλισμένων πλοίων.
– Τη διατήρηση ισόρροπης, αναλογικά με τις δυνατότητες των αγκυροβολίων, κατανομής των παροπλισμένων πλοίων στα αγκυροβόλια της χώρας.
– Την αποτροπή παροπλισμού δεξαμενόπλοιων στο λιμάνι της Στυλίδας τα οποία εγκυμονούν σημαντικούς κινδύνους για το ιδιαίτερο οικοσύστημα του Μαλιακού.
– Την αποφυγή παγίωσης της κατάστασης και παραμονής των παροπλισμένων πλοίων στο λιμάνι της Στυλίδας πέραν της περιόδου αντιμετώπισης των συνεπειών της τρέχουσας οικονομικής κρίσης στην ελληνική ναυτιλία.
– Τη διενέργεια και εντατικοποίηση, όπως προβλέπεται ρητά, και δύναται να πραγματοποιηθεί με βάση τις υπάρχουσες υποδομές, συγκεκριμένων ελέγχων από τις λιμενικές αρχές για την αποτροπή κινδύνων ρύπανσης του περιβάλλοντος και των παρακείμενων μυδοκαλλιεργειών και ιχθυοκαλλιεργειών.
– Την προώθηση προγραμμάτων εικαστικής και περιβαλλοντικής αναβάθμισης της παραλίας και της ευρύτερης περιοχής της Στυλίδας.
 
Οι περιστάσεις απαιτούν και επιβάλλουν την υπεύθυνη προσέγγιση και αυτού του ζητήματος, μακριά από υπερβολές και καιροσκοπισμούς, και τη στήριξη των προσπαθειών διεξόδου της ελληνικής οικονομίας από την τρέχουσα δυσμενή συγκυρία, στο πλαίσιο των απαράβατων αρχών της προστασίας του περιβάλλοντος, της τόνωσης της απασχόλησης, της ενίσχυσης της ανάπτυξης και της διασφάλισης της κοινωνικής ευημερίας.
 

Άρθρο – Παρέμβαση Χρ. Σταϊκούρα για τον καπνό | 17.11.2008

Ο καθοριστικός ρόλος του αγροτικού τομέα στην πρόοδο και αειφόρο ανάπτυξη της Ελληνικής περιφέρειας είναι καθολικά αναγνωρισμένος. Ωστόσο, αδυναμίες και παθογένειες του αγροτικού τομέα, σε συνδυασμό με χρόνιες υστερήσεις της ασκούμενης αγροτικής πολιτικής, υπό καθεστώς διεθνοποιημένων και έντονα ανταγωνιστικών αγορών, έχουν επηρεάσει δυσμενώς το αγροτικό εισόδημα, θέτοντας ζητήματα βιωσιμότητας του Έλληνα αγρότη.

Ιδιαίτερα σε περιόδους παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, όπως αυτή που βιώνουμε σήμερα, η διόγκωση του κόστους παραγωγής λόγω της ενίσχυσης των τιμών των πρώτων υλών (πετρέλαιο, λιπάσματα κ.α.) υπερβαίνει τις όποιες αυξήσεις στο εισόδημα των αγροτικών νοικοκυριών.
Η Κυβέρνηση, με τη στρατηγική και το μίγμα των πολιτικών της, στοχεύει στη στήριξη και την ενίσχυση του αγροτικού τομέα και στη θωράκιση των αγροτικών νοικοκυριών από τις επιπτώσεις της δυσμενούς οικονομικής και κοινωνικής συγκυρίας που διανύουμε.
Στην κατεύθυνση αυτή, έμπρακτα, η Κυβέρνηση την προηγούμενη εβδομάδα ανακοίνωσε δέσμη μέτρων και πρωτοβουλιών, όπως είναι:
  • η έγκαιρη καταβολή επιδοτήσεων και αποζημιώσεων (ύψους 170 εκατ. ευρώ),
  • η βέλτιστη λειτουργία των τοπικών κέντρων αγροτικής ανάπτυξης,
  • η ένταξη στο Δ’ Κ.Π.Σ. αγροτικών έργων υποδομής και προγραμμάτων,
  • η ενίσχυση των ποιοτικών και πιστοποιημένων προϊόντων με ονομασία προέλευσης,
  • η καταβολή της εξισωτικής αποζημίωσης στους δικαιούχους αγρότες,
  • η άτοκη χρηματοδότηση των Ενώσεων Αγροτικών Συνεταιρισμών που συγκεντρώνουν δημητριακά, έτσι ώστε να δοθεί η προκαταβολή στους παραγωγούς και να διατεθεί το προϊόν αργότερα με πιο ικανοποιητικούς όρους (ύψους 150 εκατ. ευρώ).
Παράλληλα, στην ίδια κατεύθυνση, η Αγροτική Τράπεζα προχώρησε:
  • στη μείωση κατά 0,5% του κυμαινόμενου επιτοκίου του προγράμματος στεγαστικών δανείων αγροτών,
  • στο πάγωμα της καταβολής των δόσεων για ένα χρόνο των επενδυτικών-μεσοπρόθεσμων δανείων των κατά κύριο επάγγελμα αγροτών, με παράλληλη παράταση της διάρκειας αποπληρωμής του δανείου έως 2 χρόνια,
  • στην αύξηση έως 20% του ορίου των ενήμερων κεφαλαίων κίνησης των αγροτών, προσφέροντας την απαραίτητη ρευστότητα για την κάλυψη των αναγκών τους,
  • στην αυτόματη, για μια τριετία, ανανέωση του Ενιαίου Μεσοπρόθεσμου Δάνειου Αγροτών, χωρίς υποχρέωση καταβολής κεφαλαίου και μόνο με εξόφληση των τόκων, μετά από αίτηση του αγρότη.
Βέβαια, τα αγροτικά προβλήματα είναι πολλά, μεγάλα και ανοικτά, και μεγεθύνονται από τις ιδιαιτέρως αρνητικές επιπτώσεις της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης.
Ένα από αυτά, ιδιαίτερα σημαντικό για τους παραγωγούς του Νομού Φθιώτιδας, αφορά το προϊόν του καπνού, και πιο συγκεκριμένα τη μεταφορά στο 2ο πυλώνα της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής του 50% των άμεσων ενισχύσεων των καπνοπαραγωγών από το 2010 και μετά.
Η Ελληνική Κυβέρνηση, δια του Αρμοδίου Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, σε συνεργασία και συντονισμό και με άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, επιδιώκει την παραμονή σε ισχύ μέχρι το 2013 των σημερικών σχημάτων στήριξης με την ολοκλήρωση των συνομιλιών για την Κατάσταση της Υγείας (HealthCheck) της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής.
Σε αυτή την προσπάθεια είμαστε όλοι αρωγοί και συμπαραστάτες.
Η μη τροποποίηση των σημερινών νομοθετικών μέτρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης σημαίνει ότι η Ελληνική πολιτεία θα πρέπει να αναλάβει άμεσα εκείνες τις δράσεις που θα εξασφαλίζουν τη βέλτιστη αξιοποίηση των κοινοτικών πόρων προς όφελος όλων των καπνοπαραγωγών.
Σε κάθε περίπτωση ο στόχος είναι κοινός, και σε ότι με αφορά, ξεκάθαρος: στήριξη όλων των καπνοπαραγωγών.

Πρoστατευμένο: Άρθρο Χρ. Σταϊκούρα στην Ισοτιμία: Οικονομική αποτελεσματικότητα και κοινωνική δικαιοσύνη | 1.11.2008

Αυτό το περιεχόμενο είναι προστατευμένο με συνθηματικό. Για να το δείτε εισάγετε το συνθηματικό σας παρακάτω:

TwitterInstagramYoutube