Άρθρο στο “Capital.gr” – “Έξω από το πρόγραμμα, έξω από τις αγορές” | 22.8.2018

Η χώρα ολοκλήρωσε το 3ο, αχρείαστο πρόγραμμα προσαρμογής, που θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί εάν δεν υπήρχαν οι «αυταπάτες», η «δημιουργική ασάφεια», ο τυχοδιωκτισμός και οι ιδεοληψίες της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ, κυρίως του 1ου εξαμήνου του 2015, τα οποία και κόστισαν στην χώρα, σύμφωνα με εκτιμήσεις Ευρωπαίων αξιωματούχων, έως 200 δισ. ευρώ και επιβάρυναν τους πολίτες με επιπλέον μέτρα λιτότητας ύψους 14,5 δισ. ευρώ.

Η ολοκλήρωση του προγράμματος όμως δεν έχει δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για την «καθαρή έξοδο» από τις μνημονιακές πολιτικές, ούτε έχει διασφαλίσει τη χρηματοδότηση της χώρας από τις διεθνείς αγορές με ασφάλεια, σταθερότητα και χαμηλό κόστος δανεισμού. Πιο αναλυτικά:

1ον. Η χώρα δεν εξήλθε από το πρόγραμμα στην ίδια κατάσταση με τα άλλα κράτη-μέλη. Και αυτό γιατί η Κυβέρνηση:

  • Έχει ήδη προ-νομοθετήσει πρόσθετα μέτρα λιτότητας,  ύψους 5,1 δισ. ευρώ, για τα επόμενα έτη, όπως είναι η περαιτέρω περικοπή των συντάξεων, η μεγάλη μείωση του αφορολόγητου ορίου (2η επί αριστερής Κυβέρνησης) και η νέα αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών.
  • Έχει δεσμευτεί στην επίτευξη υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων για πολλά χρόνια μετά το 2018, ύψους 3,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2022 και 2,2% μέχρι το 2060.
  • Έχει δεσμεύσει τη δημόσια περιουσία της χώρας για έναν αιώνα, με τη σύσταση του υπερταμείου, ενός φορέα χωρίς ουσιαστικό εθνικό έλεγχο και δημοκρατική λογοδοσία.
  • Έχει συμφωνήσει οι όποιες, περιορισμένες σε σχέση με προγενέστερες δεσμεύσεις των εταίρων, ρυθμίσεις για το χρέος να υλοποιηθούν υπό προϋποθέσεις.
  • Έχει αποδεχθεί την ένταξη της χώρας σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας, που ενεργοποιείται για πρώτη φορά σε ευρωπαϊκό κράτος-μέλος, και το οποίο εμπεριέχει βαριές δεσμεύσεις, αυστηρούς όρους και τακτικούς ελέγχους, με τη συμμετοχή όλων των θεσμών.

2ον. Η χρηματοδότηση της χώρας με χαμηλό κόστος δανεισμού δεν είναι εξασφαλισμένη, αφού δεν έχουν ακόμη δημιουργηθεί οι αναγκαίες προς τούτο συνθήκες, όπως επιβεβαιώνει ο ιδιαίτερα υψηλός συντελεστής ευαισθησίας των ελληνικών ομολόγων σε εξωτερικές αναταράξεις.

Εάν υπήρχε κυβερνητική σοβαρότητα και υπευθυνότητα, εάν είχε υλοποιηθεί ένα συνεκτικό πλαίσιο μεταρρυθμίσεων και ιδιωτικοποιήσεων, εάν είχαν αναληφθεί έγκαιρα πιο γενναίες αποφάσεις για τη ρύθμιση του χρέους, εάν είχαν αρθεί οι κεφαλαιακοί περιορισμοί, εάν η χώρα είχε ενταχθεί στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, με δεδομένη την υψηλή διεθνώς διαθέσιμη ρευστότητα, τα επιτόκια δανεισμού θα ήταν ήδη χαμηλότερα και λιγότερο ευμετάβλητα.

Η Κυβέρνηση μάλιστα δεν διεκδίκησε ούτε τους αναξιοποίητους πόρους από τη δανειακή σύμβαση, ύψους 24 δισ. ευρώ, χαμηλού κόστους δανεισμού, οι οποίοι θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν, εναλλακτικά ή συμπληρωματικά, για το «χτίσιμο» του ταμειακού αποθέματος.

3ον. Η κατάσταση, σε θεμελιώδη μεγέθη της οικονομίας, ενώ έχει βελτιωθεί την τελευταία διετία, δυστυχώς, εξαιτίας χειρισμών και σφαλμάτων κυρίως του 2015, μετά βίας προσεγγίζει το επίπεδο του 2014.

Η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας έχει υποχωρήσει, η ποιότητα των θεσμών διακυβέρνησης έχει υποβαθμιστεί, το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών έχει συρρικνωθεί, κεφαλαιακοί περιορισμοί συνεχίζουν να υφίστανται, καταθέσεις δεν έχουν επιστρέψει με ουσιαστικό τρόπο στο τραπεζικό σύστημα, το ιδιωτικό χρέος των πολιτών προς εφορίες και ασφαλιστικά ταμεία έχει διογκωθεί, και η χώρα αδυνατεί να επιτύχει υψηλούς και διατηρήσιμους ρυθμούς ανάπτυξης.

Συγκεκριμένα, η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ επανέφερε την οικονομία στην ύφεση το 2015 και το 2016, απέτυχε στους αναπτυξιακούς στόχους για το 2017, αναθεώρησε «προς τα κάτω» την εκτίμηση για την ανάπτυξη του 2018 και προβλέπει συρρικνωμένους ρυθμούς μεγέθυνσης μέχρι το 2022.

Με λίγα λόγια, η χώρα δεν έχει ακόμη επιστρέψει στην κανονικότητα.

Συνεπώς, λαμβάνοντας υπόψη αυτά τα δεδομένα, οφείλουμε με αποφασιστικότητα, αυτοπεποίθηση και σχέδιο, να εργαστούμε για την πραγματικά «καθαρή έξοδο» από τα μνημόνια και την ασφαλή χρηματοδότηση της χώρας με χαμηλό κόστος δανεισμού.

Σχέδιο ενίσχυσης της παραγωγικότητας όλων των συντελεστών παραγωγής, το οποίο θα οδηγεί σε αύξηση της ποσότητας και σε βελτίωση της σύνθεσης του πλούτου της χώρας, χωρίς πρόσθετη εσωτερική υποτίμηση.

Η Νέα Δημοκρατία έχει καταθέσει, και διαρκώς εμπλουτίζει, ένα τέτοιο συνεκτικό σχέδιο που εδράζεται στις αρχές της κοινωνικής οικονομίας της αγοράς, με στόχο τη μέγιστη οικονομική αποτελεσματικότητα και την κοινωνικά δικαιότερη κατανομή των εισοδημάτων και του παραγόμενου πλούτου, με βασικούς άξονες τη μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης νοικοκυριών και επιχειρήσεων, την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων και την ενίσχυση της ρευστότητας στην πραγματική οικονομία.

Όλα αυτά όμως προϋποθέτουν μία μεταρρυθμιστική, υπεύθυνη και αξιόπιστη Κυβέρνηση. Και αυτά, με τη σημερινή διακυβέρνηση, αποτελούν ζητούμενα.

Η κοινωνία όμως αρκετά ταλανίστηκε με τις ψευδαισθήσεις, τις αυταπάτες, τον λαϊκισμό και τον παρασιτισμό. Η χώρα διαθέτει αρκετά δυνατά στοιχεία για να καταστεί ισχυρό οικονομικό και γεωπολιτικό κέντρο.

Ζητείται όραμα, στρατηγικό σχέδιο και προ παντός πίστη στις δυνατότητες, την ιστορία και την προοπτική της πατρίδας και των πολιτών της. Ο βαθμός επιτυχίας αυτού του μείζονος εθνικού στόχου εξαρτάται από όλους μας. Πιστεύω ότι τελικά θα τα καταφέρουμε.

capital.gr

Share

Εκτύπωση άρθρου Εκτύπωση άρθρου
TwitterInstagramYoutube