Ο Βουλευτής Φθιώτιδας της Νέας Δημοκρατίας, κ. Χρήστος Σταϊκούρας, έκανε την ακόλουθη δήλωση σχετικά με τη δημοσιοποίηση των στοιχείων της Γενικής Κυβέρνησης για την περίοδο Ιανουαρίου–Μαρτίου 2015:
«Tα αποτελέσματα εκτέλεσης του Προϋπολογισμού σε επίπεδο Γενικής Κυβέρνησης για το πρώτο τρίμηνο του 2015, που δημοσιοποίησε το Υπουργείο Οικονομικών, δείχνουν:
1ον. Το πρωτογενές πλεόνασμα διαμορφώθηκε πολύ χαμηλότερα από πέρυσι, μειωμένο κατά περισσότερο από 50%.
Η υστέρηση μάλιστα στα φορολογικά έσοδα είναι και μεγάλη (υπερβαίνει τα 750 εκατ. ευρώ) και σταθερή, ακόμη και το μήνα Απρίλιο και τις πρώτες ημέρες του Μαΐου, παρά τις υψηλές Κυβερνητικές προσδοκίες από το νέο πλαίσιο φορολογικών ρυθμίσεων.
2ον. Οι Οργανισμοί Κοινωνικής Ασφάλισης εμφανίζουν πρωτογενές έλλειμμα.
Πρωτογενές έλλειμμα το οποίο, μήνα με το μήνα, διευρύνεται.
Έτσι, αυτό διαμορφώθηκε στα 349 εκατ. ευρώ το 1ο τρίμηνο του 2015, από 188 εκατ. ευρώ το 1ο δίμηνο του 2015 και 83 εκατ. ευρώ τον Ιανουάριο του 2015.
Και ενώ οι Οργανισμοί Κοινωνικής Ασφάλισης εμφάνιζαν, πέρυσι, πρωτογενές πλεόνασμα, ύψους περίπου 800 εκατ. ευρώ το 1ο τρίμηνο του 2014.
3ον. Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές αυξήθηκαν, μέσα στο 2015, κατά περίπου 720 εκατ. ευρώ.
Η αύξηση αυτή είναι και συνεχής και διευρυνόμενη.
Επιβεβαιώνεται έτσι ότι η Κυβέρνηση έχει κηρύξει εσωτερική στάση πληρωμών, δημιουργώντας συνθήκες «ασφυξίας» στην οικονομία.
Υπενθυμίζεται ότι οι ληξιπρόθεσμες οφειλές μειώθηκαν περίπου κατά 70% την προηγούμενη διετία, από τα 9 δισ. ευρώ στο τέλος του 2012 στα 3 δισ. ευρώ στο τέλος του 2014.
4ον. Οι εγγυήσεις μέσω του μηχανισμού Έκτακτης Ενίσχυσης Ρευστότητας (ELA) αυξάνονται, μήνα με το μήνα, εντυπωσιακά, λόγω, μεταξύ άλλων, της διαρροής καταθέσεων και του «σκουπίσματος» των ταμειακών διαθεσίμων των φορέων της Γενικής Κυβέρνησης.
Έτσι, ο ELA διαμορφώθηκε στα 69 δισ. ευρώ στο τέλος Μαρτίου του 2015, από 22 δισ. ευρώ στο τέλος Φεβρουαρίου, 6 δισ. ευρώ στο τέλος Ιανουαρίου και 0 δισ. ευρώ στο τέλος του 2014.
Συνεπώς, το κόστος δανεισμού των τραπεζών έχει διογκωθεί, με δυσμενείς επιπτώσεις για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.
Τα στοιχεία αυτά, σε συνδυασμό με την οικονομική επιβράδυνση, την υποχώρηση του δείκτη οικονομικού κλίματος κ.α., δείχνουν νέα καθήλωση της οικονομίας.
Το περιβάλλον ασάφειας, αβεβαιότητας και οι καθυστερήσεις παράγουν πλέον μετρήσιμες αρνητικές συνέπειες για τη χώρα και υψηλό κόστος για την οικονομία.
Απαιτείται, συνεπώς, η Κυβέρνηση, έστω και αργά, με σύνεση, ρεαλισμό και αποφασιστικότητα, να προχωρήσει σε μία όσο το δυνατόν πιο επωφελή για τη χώρα συμφωνία, εντός του αναμφίβολα ασφυκτικού πλαισίου στο οποίο αυτή κινείται.
Έχει καταστεί πλέον σαφές ότι η ελληνική οικονομία δεν μπορεί να περιμένει μέχρι την εξομάλυνση των αντιφάσεων μεταξύ προεκλογικών λόγων και μετεκλογικών έργων και τη διευθέτηση των εσωτερικών αντιθέσεων στα κόμματα της συγκυβέρνησης».