Συνέντευξη στο ΑΠΕ – “Η Κυβέρνηση αντί να πανηγυρίζει ας κοιταχθεί στον καθρέφτη” | 9.12.2018

Κύριε Σταϊκούρα, προ ημερών, από το βήμα του επιχειρηματικού και επενδυτικού Συνεδρίου που διοργάνωσε στο Βερολίνο το Ελληνογερμανικό Βιομηχανικό και Εμπορικό Επιμελητήριο, καλέσατε επενδυτές να επενδύσουν στην Ελλάδα όπου όπως είπατε «υπάρχουν ευκαιρίες». Διακρίνατε να υπάρχει επενδυτικό ενδιαφέρον για τη χώρα μας;

Κυρία Αδηλίνη, πράγματι κάλεσα τους επενδυτές να τοποθετήσουν κεφάλαια στη χώρα μας. Γιατί η Νέα Δημοκρατία δεν είναι ΣΥΡΙΖΑ, να αποθαρρύνει και να απειλεί τους επενδυτές. Αντιθέτως, εμείς πιστεύουμε ότι η χώρα μας είναι ελκυστικός επενδυτικός προορισμός και διαθέτει συγκριτικά ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα.

Δυστυχώς όμως, η σημερινή Κυβέρνηση, με πράξεις και παραλείψεις της, έχει υπονομεύσει αυτή την επενδυτική θελκτικότητα της χώρας, με αποτέλεσμα το ενδιαφέρον των επενδυτών να είναι περιορισμένο. Κάτι που αποτυπώνεται και στη συνεχή συρρίκνωση του ακαθάριστου σχηματισμού παγίου κεφαλαίου.

Συνεπώς, και για τον λόγο αυτό, απαιτείται πολιτική αλλαγή, ώστε μέσα από την υλοποίηση ενός ολοκληρωμένου αναπτυξιακού σχεδίου, να έρθουν ξένες άμεσες επενδύσεις στη χώρα, και να δημιουργηθούν καλές θέσεις απασχόλησης.

Πάντως επειδή, μεταξύ άλλων, αναφερθήκατε και στην πολιτική και οικονομική αστάθεια σε χώρες της Ευρωζώνης θα ήθελα να σας ρωτήσω: Μήπως τελικά και η Ευρώπη πρέπει να επαναπροσδιοριστεί καθώς μετά και τα τελευταία γεγονότα στην Ιταλία και στη Γαλλία με τα «κίτρινα γιλέκα» η κατάσταση είναι έκρυθμη;

Στο Βερολίνο, αναφέρθηκα, μεταξύ άλλων, στις σημαντικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, εξαιτίας του εύθραυστου, σύνθετου και αβέβαιου διεθνούς περιβάλλοντος. Προκλήσεις που σχετίζονται με αλλαγές στο πλαίσιο της οικονομικής διακυβέρνησης, με ανιχνεύσεις νέων αρχιτεκτονικών στα ευρωπαϊκά υποσυστήματα, με κλιμάκωση των εμπορικών εντάσεων μεταξύ μεγάλων οικονομιών, με τάσεις περιχαράκωσης αρκετών εκ των εταίρων, με ενίσχυση της εσωτερικής και εξωτερικής ανασφάλειας, με την υψηλή ανεργία των νέων ανθρώπων, με τις αρνητικές δημογραφικές εξελίξεις, με τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, με τις επιπτώσεις των ραγδαίων τεχνολογικών εξελίξεων. Ο φόβος μπροστά σε αυτές τις προκλήσεις έχει δημιουργήσει ένα πολιτικό και κοινωνικό θερμοκήπιο, όπου φύονται λαϊκισμός και εθνικισμός.

Η απάντηση πρέπει να είναι η εμβάθυνση και ενδυνάμωση της Ευρώπης, με ενισχυμένη τη δημιουργική αλληλεγγύη, και με τη εφαρμογή πολιτικών που θα επιτυγχάνουν την αρμονική ισορροπία μεταξύ οικονομικής αποτελεσματικότητας και κοινωνικής δικαιοσύνης.

Η χώρα μας άλλωστε βίωσε, την τελευταία τετραετία, με εξαιρετικά επώδυνο τρόπο τις καταστροφικές συνέπειες του λαϊκισμού.

Παρά ταύτα, κ. Σταϊκούρα, εσείς ως Νέα Δημοκρατία ασκείτε σκληρή κριτική στην Κυβέρνηση κυρίως στα θέματα της οικονομίας αλλά, προ ημερών,  ο Πιέρ Μοσκοβισί δήλωσε ότι η Ελλάδα έχει εκπληρώσει τους στόχους της και ο Βάλντις Ντομπρόβσκις δήλωσε ότι ο προϋπολογισμός είναι συμβατός με το Σύμφωνο Σταθερότητας. Τελικά μήπως η κριτική σας είναι «υπερβολική»;

Καθόλου. Οι εταίροι, για τους δικούς τους λόγους, επικεντρώνονται στην επίτευξη μόνο των υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων, αγνοώντας τον τρόπο με τον οποίο αυτά επιτυγχάνονται.

Για την ελληνική κοινωνία όμως, ο τρόπος επίτευξης των δημοσιονομικών στόχων και τα αποτελέσματα αυτών στην καθημερινότητά τους, έχουν μεγάλη σημασία.

Και δυστυχώς, τα αχρείαστα υπερπλεονάσματα δεν οφείλονται στην ανάπτυξη, όπου η χώρα – επί τετραετίας – αποτυγχάνει στους στόχους της, αλλά προκύπτουν από την υπερφορολόγηση νοικοκυριών και επιχειρήσεων, τις κατασχέσεις και την εσωτερική στάση πληρωμών, σε κοινωνικά ευαίσθητους και αναπτυξιακά κρίσιμους τομείς, όπως είναι το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων. Με αποτέλεσμα, κάθε μήνα, να διογκώνονται οι οφειλές των πολιτών σε εφορία και ασφαλιστικά ταμεία και να υπονομεύεται η αναπτυξιακή προοπτική της οικονομίας.

Ας κατανοήσουν συνεπώς κάποιοι ότι δεν μπορούν να αντιρροπήσουν την πραγματικότητα με εφαρμογή της ρήσης «όταν αυτή δεν σέβεται τις επιθυμίες μας, τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα».

Θέλω να πω, μήπως τελικά αυτό που φοβάται η Νέα Δημοκρατία είναι ότι η Κυβέρνηση, στην πορεία προ τις εκλογές, πέραν του ζητήματος των συντάξεων, να κάνει και άλλες παροχές, «δυσκολεύοντας» τη Νέα Δημοκρατία στην πορεία προς στις κάλπες;

Η ακατάσχετη παροχολογία δεν «δυσκολεύει» τη Νέα Δημοκρατία, το μέλλον της χώρας υπονομεύεται.

Μέλλον το οποίο ναρκοθετείται από τη σημερινή Κυβέρνηση, αφού, ενδεικτικά, το ιδιωτικό χρέος διογκώνεται, οι οφειλές του Δημοσίου δεν έχουν εκκαθαριστεί, το Χρηματιστήριο έχει καταρρεύσει, οι προκλήσεις για το τραπεζικό σύστημα – μεταξύ των οποίων η αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων δανείων – είναι μπροστά μας, η ρευστότητα σημαντικών δημοσίων φορέων επιδεινώνεται και το κράτος διογκώνεται.

Δεν τα φοβόμαστε όμως όλα αυτά, γιατί έχουμε μάθει να κυβερνούμε στα δύσκολα.

Είναι όμως προεκλογικές παροχές οι φορολογικές ελαφρύνσεις και η μη περικοπή των συντάξεων;

Αναρωτιόμαστε γιατί αυτές, όπως είχαμε προτείνει, δεν έγιναν νωρίτερα, όταν τα δημοσιονομικά περιθώρια ήταν μεγαλύτερα, και γίνονται σήμερα, με αποτέλεσμα το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή να υποστηρίζει ότι η εκτέλεση του Προϋπολογισμού θέλει ιδιαίτερη προσοχή γιατί το δημοσιονομικό αποτέλεσμα είναι οριακό.

Επί της ουσίας όμως, η αλήθεια είναι ότι η Κυβέρνηση προωθεί, αποσπασματικά, με μεγάλη καθυστέρηση και σε βάθος χρόνου, μειώσεις κάποιων φορολογικών συντελεστών, τους οποίους όμως η ίδια αύξησε.

Δεν μπορεί συνεπώς να «βαπτίζεται» επιτυχία η μείωση των ασφαλιστικών εισφορών σε ελεύθερους επαγγελματίες, τις οποίες η Κυβέρνηση πρώτα αύξησε το 2016.

Ούτε η σταδιακή μείωση της φορολόγησης των επιχειρήσεων, αφού πρώτα την αύξησε, ώστε αυτή να διαμορφωθεί το 2021 στο επίπεδο που ήταν το 2014!

Ούτε η μη περαιτέρω περικοπή των συντάξεων, που μόνη της ψήφισε να μειωθούν ακόμη περισσότερο το 2017.

Έτσι, αφού η Κυβέρνηση προχώρησε σε 29 αυξήσεις φόρων, ανεβάζοντας το συνολικό λογαριασμό των μέτρων λιτότητας στα 9,5 δισ. ευρώ, επιστρέφει το 1/10 αυτών στην κοινωνία. Και αυτό το 1 θα έχει περιορισμένη επίδραση στην ανάπτυξη, εξαιτίας του μικρού ύψους και της σύνθεσής του, όπως επισημαίνει και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.

Συνεπώς η Κυβέρνηση, αντί να πανηγυρίζει, ας κοιταχθεί στον καθρέφτη.

Η Κυβέρνηση δίνει μεγάλη έμφαση στον  πρώτο, όπως τον χαρακτηρίζει, μετα-μνημονιακό προϋπολογισμό που κατατέθηκε στις αρχές του μήνα. Θα ήθελα, λοιπόν, να σας ρωτήσω, εάν ήσασταν εσείς Κυβέρνηση τι διαφορά θα είχε ο συγκεκριμένος προϋπολογισμός;

Για να είμαστε ακριβείς, πρόκειται για τον πρώτο μετα-προγραμματικό και όχι μετα-μνημονιακό προϋπολογισμό.

Και αυτό γιατί η χώρα παραμένει «κλειδωμένη» στην αυστηρή μνημονιακή γραμμή, με τις βαριές πολιτικές λιτότητας να συνεχίζονται, τους δημοσιονομικούς στόχους να διατηρούνται – για πολλά χρόνια – υψηλοί, τη δημόσια περιουσία να είναι δεσμευμένη για έναν αιώνα, και τη χώρα να βρίσκεται σε καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας, πρωτόγνωρο για τα ευρωπαϊκά δεδομένα.

Πρόκειται συνεπώς για έναν νεομνημονιακό και αντιαναπτυξιακό Προϋπολογισμό, καταρτισμένο σε περιβάλλον αφαίμαξης της οικονομίας, καμουφλαρισμένο με «παχύ στρώμα» αριστερής χρυσόσκονης εν όψει των επικείμενων εκλογών.

Εμείς, με τα σημερινά δεδομένα της οικονομίας, θα προχωρούσαμε σε μεγαλύτερες και περισσότερες μειώσεις φόρων, στην πλήρη εκτέλεση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, στην εκκαθάριση των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου, στην υλοποίηση διαθρωτικών μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.

Όπως είπατε, η Νέα Δημοκρατία δίνει μεγάλη έμφαση στην ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Ποιο είναι το σχέδιο που θα εφαρμόσετε ώστε να πετύχετε το στόχο σας;

Πράγματι, δίνουμε μεγάλη έμφαση στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, της παραγωγικότητας, της ποιότητας και της εξωστρέφειας της ελληνική οικονομίας.

Για την επίτευξη αυτών των στόχων απαιτείται η υλοποίηση ενός εμπροσθοβαρούς, συνεκτικού προγράμματος μεταρρυθμίσεων. Με την απλοποίηση του αδειοδοτικού και γραφειοκρατικού περιβάλλοντος, τη βελτίωση του χωροταξικού και πολεοδομικού πλαισίου, την υλοποίηση αποκρατικοποιήσεων, την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας, την προώθηση συμβάσεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, τη διαμόρφωση ενός βιώσιμου ασφαλιστικού συστήματος, τη μεταβίβαση του – σημαντικά μειωμένου – φόρου ακίνητης περιουσίας στην τοπική αυτοδιοίκηση, το ξεμπλοκάρισμα εμβληματικών επενδύσεων όπως είναι αυτή του Ελληνικού, τη δημιουργία ενός παραγωγικού κράτους, την επένδυση στην εκπαίδευση, την έρευνα και την καινοτομία.

Σ’ αυτή την κατεύθυνση θα μπορούσε να συμβάλλει μία ευρεία και τολμηρή πρόταση για την αλλαγή του καταστατικού χάρτη της χώρας, όπως αυτή που έχει προτείνει η Νέα Δημοκρατία, η οποία θα αγγίζει κρίσιμα πεδία, όπως είναι η δημόσια διοίκηση, η εκπαίδευση, η ανάπτυξη, η δικαιοσύνη, η καλή νομοθέτηση και η δημοσιονομική σταθερότητα. Πεδία που απουσιάζουν από την ιδεοληπτική κυβερνητική πρόταση.

Πάρα ταύτα, τείνει να διαμορφωθεί η άποψη ότι η Νέα Δημοκρατία είναι υπέρ του ιδιωτικού τομέα και ο ΣΥΡΙΖΑ υπέρ του Δημοσίου. Θέλω, λοιπόν, να σας ρωτήσω: Γιατί a priori θεωρείτε ότι ο δημόσιος τομέας «ασθενεί»;

Η Νέα Δημοκρατία δεν είναι υπέρ του ενός και εναντίον του άλλου.

Θεωρεί ότι οι πολλές και καλές θέσεις απασχόλησης, όπως γίνεται σε όλες τις ανεπτυγμένες χώρες, δημιουργούνται στον ιδιωτικό τομέα. Για αυτό και προτείνει συγκεκριμένες πολιτικές προσέλκυσης ιδιωτικών επενδύσεων.

Πιστεύει όμως και στη σημασία του κράτους, που θα μεριμνά για τη βέλτιστη λειτουργία του μηχανισμού της αγοράς, την εξασφάλιση της μέγιστης οικονομικής αποτελεσματικότητας και την κοινωνικά δικαιότερη κατανομή του πλούτου.

Πιστεύει συνεπώς σε ένα καλύτερο και όχι σε ένα μεγαλύτερο κράτος, με τη βελτίωση της ποιότητας και της αποτελεσματικότητας της δημόσιας διοίκησης.

Και προφανώς απαιτούνται προσλήψεις στο Δημόσιο, όταν όμως αποχωρούν, συνταξιοδοτούμενοι, εργαζόμενοι από αυτό, χωρίς απολύσεις.

Λελογισμένες, στοχευμένες προσλήψεις, εκεί που υπάρχουν πραγματικά ανάγκες, οι οποίες θα πραγματοποιούνται με αντικειμενικές και αδιάβλητες διαδικασίες.

Τέλος θα ήθελα την άποψή σας: Εσείς ως Νέα Δημοκρατία βάλετε εναντίον της Κυβέρνησης, ωστόσο, προ ημερών, ο Πρέσβης των ΗΠΑ, Τζέφρι Πάιατ, επεφύλαξε επαίνους για την Κυβέρνηση δηλώνοντας μάλιστα ότι «είναι εντυπωσιασμένος από τη σοβαρότητά της». Μήπως, εν τέλει, η εικόνα που υπάρχει εκτός των ελληνικών τειχών είναι άλλη και σαφώς καλύτερη;

Οι εταίροι μπορούν να διατυπώνουν τις απόψεις τους για την σημερινή πρόθυμη Κυβέρνηση.

Οι πολίτες όμως, οι οποίοι βιώνουν με οδυνηρό τρόπο στην καθημερινότητά τους τις ανερμάτιστες πολιτικές της, έχουν τη δική τους άποψη. Και θα την εκφράσουν δυνατά στις επικείμενες εκλογές, όποτε και αν αυτές γίνουν.

Σε ότι αφορά τις στρατηγικές σχέσεις της χώρας μας με τους εταίρους, αυτές θα πρέπει περαιτέρω να ενισχυθούν. Αυτό σταθερά το υποστηρίζαμε και κινούμασταν προς αυτή την κατεύθυνση. Άλλοι έχουν προχωρήσει σε οβιδιακές μεταμορφώσεις.

Share

Εκτύπωση άρθρου Εκτύπωση άρθρου
TwitterInstagramYoutube