Ομιλία στις Επιτροπές της Βουλής κατά τη συζήτηση του Σχεδίου Νόμου «Επείγοντα μέτρα εφαρμογής του Ν. 4334/2015 (Α’ 80)»

Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,

Τα πιστωτικά ιδρύματα της χώρας, τα τελευταία χρόνια, κυρίως λόγω των δημοσιονομικών προβλημάτων της χώρας αλλά και δικών τους εξαιρετικά κακών πολιτικών στο σκέλος των χορηγήσεων, βρέθηκαν αντιμέτωπα με μεγάλες προκλήσεις.

Προκλήσεις που είχαν δυσμενείς επιπτώσεις στη ρευστότητα και στη φερεγγυότητα των Ελληνικών πιστωτικών ιδρυμάτων.

Καθιστώντας αναγκαία τη διαμόρφωση πλαισίου στήριξής τους, για να διαφυλαχθούν οι καταθέσεις των πολιτών.

Προς την κατεύθυνση αυτή, από το 2008, από την τότε Κυβέρνηση της ΝΔ, ξεκίνησε, με μεθοδικό, διορατικό και συστηματικό τρόπο, η διαμόρφωση αυτού του πλαισίου, με σκοπό τόσο τη διασφάλιση της αναγκαίας χρηματοδότησης του τραπεζικού συστήματος, όσο και τη θεσμική θωράκιση της σταθερότητάς του.

Στην πρώτη κατεύθυνση, δηλαδή αυτής για τη διασφάλιση της χρηματοδότησης αναλήφθησαν, μεταξύ άλλων, οι ακόλουθες πρωτοβουλίες:

1η. Θεσπίστηκε, το 2008, ένα «πακέτο» κεφαλαιακής ενίσχυσης και χορήγησης εγγυήσεων του Ελληνικού Δημοσίου προς τα πιστωτικά ιδρύματα, ύψους, αρχικά, 28 δισ. ευρώ.

Αυτό το «πακέτο», παρά την αρχική κριτική του συνόλου της τότε Αντιπολίτευσης, αποτέλεσε σημαντικό εργαλείο στήριξης του τραπεζικού συστήματος.

Με αποτέλεσμα, μεταγενέστερα, το όριο των εγγυήσεων να πολλαπλασιαστεί, φτάνοντας τα 85 δισ. ευρώ, και να συνεχίζει, ακόμη και σήμερα, να αξιοποιείται.

Υπενθυμίζεται δε ότι τα συνολικά έσοδα στον Κρατικό Προϋπολογισμό από την αξιοποίηση αυτού του «πακέτου», από μερίσματα και προμήθειες, διαμορφώθηκαν περίπου στα 4 δισ. ευρώ για την περίοδο 2009-2014.

2η. Καλύφθηκαν, από το 2011, οι βραχυχρόνιες ανάγκες ρευστότητας μέσω της παροχής έκτακτης ενίσχυσης της ρευστότητας του τραπεζικού συστήματος.

Το αποτέλεσμα είναι σήμερα, η χρηματοδότηση του τραπεζικού συστήματος μέσω του ELA να διαμορφώνεται στα 87 δισ. ευρώ.

Από μηδέν στο τέλος του 2014.

Και η συνολική χρηματοδότηση μέσω του Ευρωσυστήματος να διαμορφώνεται περίπου στα 127 δισ. ευρώ.

Υπερβαίνοντας, για πρώτη φορά, το ύψος των καταθέσεων νοικοκυριών και επιχειρήσεων.

Εξαιτίας της ανασφάλειας που δημιουργήθηκε, από πράξεις και παραλείψεις της Κυβέρνησης, κατά το 1ο εξάμηνο του 2015.

3η. Εξασφαλίστηκαν, το 2012, επαρκείς πόροι για την ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος.

Και η εμπιστοσύνη στο τραπεζικό σύστημα ενισχύθηκε, επ’ ωφελεία των καταθετών.

Το 2014, οι τράπεζες κατάφεραν να ανακτήσουν πρόσβαση στις αγορές, μέσω αυξήσεων μετοχικού κεφαλαίου και εκδόσεων τίτλων.

Η φερεγγυότητά τους επιβεβαιώθηκε και από τα αποτελέσματα της άσκησης Συνολικής Αξιολόγησης, που διενεργήθηκε από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.

Δυστυχώς όμως σήμερα, το Ελληνικό τραπεζικό σύστημα βρίσκεται αντιμέτωπο με την ανάγκη μιας νέας ανακεφαλαιοποίησης, με κόστος και ζημία για το Δημόσιο ως μέτοχο της προηγούμενης ανακεφαλαιοποίησης, εξαιτίας της αδράνειας της Ελληνικής Κυβέρνησης, η οποία οδήγησε στην επιδείνωση του οικονομικού κλίματος, στην επιστροφή στην ύφεση, στο κλείσιμο των τραπεζών, στους κεφαλαιακούς περιορισμούς.

Το αποτέλεσμα;

Γίνεται, σήμερα, συζήτηση για ανάγκη κεφαλαιακής ενίσχυσης ύψους 25 δισ. ευρώ, όσα περίπου και τα ίδια κεφάλαια των τραπεζών.

Υπενθυμίζεται πως όταν τα Κόμματα που στηρίζουν σήμερα την Κυβέρνηση ήταν στην Αντιπολίτευση υποστήριζαν ότι, μέσω της ανακεφαλαιοποίησης, χαρίζονταν χρήματα στους τραπεζίτες…

Σήμερα, αντιλαμβάνονται ότι η ανακεφαλαιοποίηση είναι αναγκαία για να διασφαλιστεί η συστημική ευστάθεια των τραπεζών και να διαφυλαχθούν οι καταθέσεις νοικοκυριών και επιχειρήσεων.

Κυρίες και Κύριοι Συνάδελφοι,

Αναλήφθησαν όμως πρωτοβουλίες και για τη θεσμική θωράκιση του τραπεζικού συστήματος.

Ενδεικτικά:

1η. Το 2008, ενισχύθηκε το καθεστώς εγγύησης καταθέσεων, με το ανώτατο όριο να αυξάνεται στις 100.000 ευρώ από τις 20.000 ευρώ.

2η. Το 2010, συστάθηκε το Συμβούλιο Συστημικής Ευστάθειας και ιδρύθηκε το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, τα οποία λειτουργούν και με την παρούσα Κυβέρνηση.

3η. Από το 2011, διαμορφώνεται ένα θεσμικό πλαίσιο για την εξυγίανση των πιστωτικών ιδρυμάτων.

Με τη σημερινή νομοθετική πρωτοβουλία, αυτό θωρακίζεται με την ενσωμάτωση στην εσωτερική έννομη τάξη του Ευρωπαϊκού νομικού πλαισίου για την ανάκαμψη και εξυγίανση των πιστωτικών ιδρυμάτων.

Πλαίσιο που περιλαμβάνει ένα εύρος μέσων και κανόνων για την πρόληψη και έγκαιρη επέμβαση στα πιστωτικά ιδρύματα, καθώς και εργαλεία εξυγίανσης, όπως είναι, μεταξύ άλλων, η πώληση δραστηριοτήτων, η δημιουργία μεταβατικού ιδρύματος, ο διαχωρισμός περιουσιακών στοιχείων και η αναδιάρθρωση του παθητικού.

Πλαίσιο που συμπληρώνει τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό, καθώς θα διασφαλίζει ότι αν, παρά την αυστηρότερη εποπτεία, μια τράπεζα αντιμετωπίσει σοβαρές δυσχέρειες, η εξυγίανσή της θα αντιμετωπιστεί με αποτελεσματικό τρόπο και με το χαμηλότερο δυνατό κόστος για τους φορολογουμένους πολίτες.

Πλαίσιο που θα πρέπει, όπως έχω υποστηρίξει και κατά το παρελθόν, να συμπληρωθεί από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων.

Το Άρθρο 2 του Σχεδίου Νόμου είναι μέρος αυτού του πλαισίου και αποτελεί συνέχεια και συμπλήρωμα σχετικών νομοθετικών πρωτοβουλιών της προηγούμενης Κυβέρνησης.

Πρωτοβουλίες που η σημερινή Κυβέρνηση, από τα έδρανα της Αντιπολίτευσης είχε απορρίψει.

Λέγοντας, μεταξύ άλλων, πέρυσι τον Απρίλιο, ότι «φτιάχτηκαν από τραπεζίτες για τραπεζίτες», «για να εξυπηρετήσουν μεγάλες τράπεζες» και να «για να γίνουν μπίζνες».

Σήμερα, όλα αυτά, ευτυχώς, «πάνε περίπατο».

Και τα Κόμματα της Κυβερνητικής πλειοψηφίας αποδέχονται, διά της ψήφισης του Νομοσχεδίου, το εσφαλμένο της κριτικής τους κατά το παρελθόν.

Η ΝΔ, όμως, «δεν παίζει» με τη σταθερότητα της χώρας και τις καταθέσεις των πολιτών.

Ούτε δείχνει υπευθυνότητα «α λα κάρτ».

Γι’ αυτό, ως Αξιωματική Αντιπολίτευση, στηρίζουμε τη συγκεκριμένη πρωτοβουλία.

Share

Εκτύπωση άρθρου Εκτύπωση άρθρου
TwitterInstagramYoutube