Αθήνα, 05.10.2017
Ομιλία στο Συνέδριο “Thessaloniki Summit 2017” του Συνδέσμου Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος στη θεματική ενότητα “Institutions, Public Debt and Growth”
Θέλω να ευχαριστήσω το Σύνδεσμο Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδας για την πρόσκληση να παραστώ και να καταθέσω σκέψεις και θέσεις για το κρίσιμο ζήτημα του δημοσίου χρέους.
Κυρίες και Κύριοι,
Το πρόβλημα της βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους παραμένει κρίσιμης σημασίας για την πορεία της χώρας, παρά την επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων από το 2013 και τη βελτίωση του “προφίλ” του από το 2012.
Αποδεικνύεται έτσι ότι η δημοσιονομική ισορροπία και οι παρεμβάσεις ελάφρυνσης του δημόσιου χρέους συνιστούν μεν αναγκαίες συνθήκες για την ενίσχυση της βιωσιμότητάς του, δεν αποτελούν όμως, από μόνα τους, και ικανές συνθήκες.
Και αυτό γιατί, συγχρόνως, απαιτείται η επίτευξη και διατήρηση υψηλών ρυθμών οικονομικής μεγέθυνσης.
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, στα τρέχοντα επίπεδα χρέους, μία αύξηση του ρυθμού μεταβολής του ονομαστικού Α.Ε.Π. κατά 1 ποσοστιαία μονάδα οδηγεί σε μείωση του λόγου χρέους/Α.Ε.Π. κατά 1,8 ποσοστιαίες μονάδες.
Αντίθετα, μια αύξηση του πρωτογενούς πλεονάσματος κατά 1 ποσοστιαία μονάδα του Α.Ε.Π. οδηγεί σε μείωση μόνο κατά 1 ποσοστιαία μονάδα, και αυτό στην καλύτερη περίπτωση, όταν ο δημοσιονομικός πολλαπλασιαστής ισούται με μηδέν, το οποίο είναι γνωστό ότι δεν ισχύει.
Τι έγινε συνεπώς τα τελευταία 2,5 χρόνια και επιβαρύνθηκε σημαντικά η βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους;
Ουσιαστικά «χάθηκε» η αναπτυξιακή δυναμική που είχε διαμορφωθεί από το 2014.
Σύμφωνα με τις συγκρίσιμες μελέτες βιωσιμότητας του Δ.Ν.Τ., ο εκτιμώμενος μακροπρόθεσμος ρυθμός μεγέθυνσης συρρικνώθηκε σημαντικά, από το 1,9% στο 1%.
Ποιό είναι συνεπώς το ζητούμενο σήμερα;
Η φυγή προς τα εμπρός, στους άξονες του ολοκληρωμένου και ρεαλιστικού σχεδίου που κατέθεσε ο Πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκος Μητσοτάκης από εδώ, στη ΔΕΘ.
Με στόχο την επίτευξη διατηρήσιμης οικονομικής ανάπτυξης, ώστε να βελτιωθεί η βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους, να δημιουργηθεί πολύτιμος δημοσιονομικός χώρος και να επιτυγχάνονται – χωρίς πρόσθετα μέτρα λιτότητας – πιο ρεαλιστικοί δημοσιονομικοί στόχοι.
Και αναφερόμαστε στην οικονομική ανάπτυξη, η οποία πέραν της μεγεθυντικής διαδικασίας, έχει και ποιοτικές διαστάσεις με στόχο τη βελτίωση των θεσμών, τη συμμετοχή στην παραγωγή και τη δικαιότερη διανομή του εισοδήματος.
Βασικοί άξονες του σχεδίου είναι:
1ος. Η αλλαγή του μίγματος δημοσιονομικής πολιτικής, με την ταυτόχρονη υλοποίηση διαρθρωτικών αλλαγών.
Είναι επιστημονικά τεκμηριωμένο και ιστορικά επιβεβαιωμένο ότι το μέγεθος της προσαρμογής και το μείγμα της δημοσιονομικής πολιτικής αποτελούν καθοριστικούς παράγοντες για τη βιωσιμότητά τους.
Και αυτό γιατί συγκριτικά στοιχεία μεταξύ χωρών δείχνουν ότι πολύ υψηλά πλεονάσματα είναι ανέφικτα για μακρές χρονικές περιόδους, ειδικά σε χώρες που βίωσαν βαθιά και παρατεταμένη ύφεση και έχουν υψηλό ποσοστό μακροχρόνιας ανεργίας.
Ενώ η δημοσιονομική προσαρμογή που στηρίζεται, κυρίως, στην αύξηση της φορολογίας νοικοκυριών και επιχειρήσεων, δεν οδηγεί σε διατηρήσιμα αποτελέσματα, επιβαρύνοντας υπέρμετρα την πραγματική οικονομία.
Απόδειξη;
Η Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την απώλεια εσόδων από την είσπραξη του ΦΠΑ, η οποία διογκώθηκε και ξεπέρασε τα 5 δισ. ευρώ το 2015.
Και ενώ προβλέπονταν πρόσθετα έσοδα ύψους 1 δισ. ευρώ, τελικά εισπράχθηκαν μόλις 200 εκατ. ευρώ.
Αντιθέτως, το 2014, όταν η τότε Κυβέρνηση μείωσε φορολογικούς συντελεστές, τα έσοδα αυξήθηκαν και η φορολογική συμμόρφωση βελτιώθηκε.
Δυστυχώς όμως, τα 2,5 τελευταία χρόνια, δεν ακολουθείται αυτή η οικονομική πολιτική.
Επιλογή της σημερινής Κυβέρνησης είναι η δημοσιονομική προσαρμογή να γίνεται από το σκέλος των εσόδων, με την περαιτέρω αύξηση της φορολογικής επιβάρυνσης των πολιτών.
Επιλογή οικονομικά αναποτελεσματική και κοινωνικά άδικη, την οποία κακώς αποδέχθηκαν οι εταίροι και δανειστές.
Βασικός πυλώνας του σχεδίου της Νέας Δημοκρατίας είναι η αλλαγή της δημοσιονομικής πολιτικής.
Με την απλοποίηση και σταθεροποίηση της φορολογικής νομοθεσίας και με τη στοχευμένη και σταδιακή μείωση των φορολογικών συντελεστών νοικοκυριών και επιχειρήσεων.
Αρχικά με τη χρήση ισοδυνάμων και στη συνέχεια με μια «ρήτρα μεταρρυθμίσεων».
Θα δεσμευθεί στην υλοποίηση ενός συνεκτικού προγράμματος μεταρρυθμίσεων – εντός και εκτός του Προγράμματος – για μετά το 2018.
Σχέδιο που θα ενισχύει την ανταγωνιστικότητα και παραγωγικότητα της ελληνικής οικονομίας, με έμφαση στην ενίσχυση της επιχειρηματικότητας, την πιο αποτελεσματική λειτουργία του Κράτους, την υλοποίηση αναπτυξιακών πολιτικών στον πρωτογενή τομέα, τον τουρισμό, τον ορυκτό πλούτο και τις υποδομές και, κυρίως, με την επένδυση στις νέες, ενδογενείς πηγές ανάπτυξης, όπως είναι η παιδεία, η έρευνα και η καινοτομία.
Η επιτυχής υλοποίηση αυτού του προγράμματος θα οδηγήσει στην επίτευξη υψηλότερων ρυθμών ανάπτυξης από τις σημερινές εκτιμήσεις των θεσμών.
Κάτι που θεωρείται εφικτό αφού, σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, τα συμπληρωματικά οφέλη από τη ταυτόχρονη υλοποίηση δημοσιονομικής προσαρμογής και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων μπορούν να οδηγήσουν σε επιπρόσθετη αύξηση του ΑΕΠ μεταξύ 0,5% και 4%, ανάλογα με το μίγμα της δημοσιονομικής πολιτικής.
Αυτό, με τη σειρά του, θα οδηγήσει στη σταδιακή μείωση του πρωτογενούς πλεονάσματος.
Ο δημοσιονομικός χώρος που θα δημιουργηθεί, θα χρησιμοποιηθεί, σταδιακά και σε βάθος τετραετίας, για την περαιτέρω μείωση φόρων και ασφαλιστικών εισφορών.
Υπενθυμίζεται ότι το 2014, με αξιοπιστία και αποτελεσματικότητα, η τότε Κυβέρνηση επέτυχε τη μείωση φορολογικών συντελεστών, κάτι που δεν προβλέπονταν στο 2ο Μνημόνιο.
2ος. Η ενίσχυση της ρευστότητας στην οικονομία.
Με την αξιοποίηση των διαθέσιμων Ευρωπαϊκών κονδυλίων, την αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου και τη σταδιακή εξομάλυνση της πιστωτικής επέκτασης.
Αυτό που χρειάζεται είναι η εμπέδωση κλίματος εμπιστοσύνης που θα επαναφέρει καταθέσεις στο τραπεζικό σύστημα και θα οδηγήσει στην κατάργηση των ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων, καθώς και η ορθολογική αντιμετώπιση του υψηλού συσσωρευμένου αποθέματος μη εξυπηρετούμενων δανείων, ώστε να γίνει καλύτερη διαχείριση του παθητικού και του ενεργητικού των πιστωτικών ιδρυμάτων.
3ος. Η αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της οικονομίας.
Η χώρα χρειάζεται διεύρυνση της παραγωγής ανταγωνιστικών και διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών, καθώς και συνεχή βελτίωση της παραγωγικότητας όλων των συντελεστών παραγωγής, παραδοσιακών και νέων.
4ος. Η υλοποίηση, από τους δανειστές, το συντομότερο δυνατόν, ουσιαστικών παρεμβάσεων για την ενίσχυση της βιωσιμότητας του χρέους.
Ρεαλιστικές τεχνικές και ισοδύναμες λύσεις υπάρχουν.
Κυρίες και Κύριοι,
Ο συνδυασμός αυτών των πολιτικών μπορεί να οδηγήσει σε διατηρήσιμη ανάπτυξη, στη δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης και στην ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής.
Η υλοποίησή τους όμως απαιτεί μία άλλη μεταρρυθμιστική, σοβαρή, συνεκτική και αξιόπιστη Κυβέρνηση.
2017-10-05 ΔT – Ομιλία – Συνέδριο ΣΒΒΕ – Thessaloniki Summit 2017