Άρθρο Χρ. Σταϊκούρα στην εφημερίδα “Documento” | 24.12.2016

“Ορισμένες αλήθειες για το δημόσιο χρέος και τη δυναμική του”

 

Συχνά, στο δημόσιο διάλογο, με ευθύνη της σημερινής Κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, ακούγονται απλουστεύσεις και διατυπώνονται ανακρίβειες για το κρίσιμο ζήτημα του δημοσίου χρέους.

Ορισμένες αλήθειες για την αριθμητική και τη δυναμική του:

1η: Στην παγκόσμια επιστημονική βιβλιογραφία και σε εμπειρικό επίπεδο δεν υπάρχει κάποιο κρίσιμο ύψος ή κάποια καθολικά αποδεκτή μέθοδος αξιολόγησης της βιωσιμότητας του χρέους. Έτσι εξετάζεται ένα ευρύτερο φάσμα δεικτών, θέτοντας ενδεικτικά όρια, βασισμένα στη διεθνή εμπειρία.

Σε κάθε περίπτωση, κρίσιμο στοιχείο είναι η ικανότητα άντλησης χρηματοδότησης από τις αγορές, με ρεαλιστικούς όρους.

2η: Η κύρια αιτία εκτόξευσης του χρέους τη δεκαετία του 1980 ήταν η άσκηση αλόγιστης επεκτατικής δημοσιονομικής πολιτικής.

Από το τέλος αυτής της περιόδου μέχρι και το 2007, παρά τις σποραδικές προσπάθειες τιθάσευσης των δημοσιονομικών ανισορροπιών και την ύπαρξη σημαντικά υψηλών ρυθμών οικονομικής μεγέθυνσης, εκείνο που κατορθώθηκε ήταν το δημόσιο χρέος να σταθεροποιηθεί γύρω στο 100%-110% του ΑΕΠ.

Όταν δε ξέσπασε η παγκόσμια οικονομική κρίση, με συνέπεια να διογκωθούν τα δημόσια χρέη όλων των χωρών, στην Ελλάδα, την άνοιξη του 2010, λόγω και λανθασμένων χειρισμών εκείνης της περιόδου, το πρόβλημα χρέους μετετράπη σε κρίση δανεισμού.

Στη συνέχεια όμως, το 78% της σωρευτικής διόγκωσης του λόγου χρέος/ΑΕΠ την περίοδο 2010-2015 οφείλεται στον παρονομαστή, στη μεγάλη συρρίκνωση της ελληνικής οικονομίας.

3η: Η αυξητική δυναμική του χρέους «φρέναρε» με τη διπλή αναδιάρθρωση του 2012.

Εκτός όμως από το ύψος, βελτιώθηκε αισθητά και το «προφίλ» του χρέους, με την υλοποίηση δέσμης μέτρων, όπως είναι η επέκταση της περιόδου χάριτος και των ωριμάνσεων, η μείωση των επιτοκίων, η κατάργηση χρεώσεων και η αναβολή πληρωμών τόκων.

Το αποτέλεσμα αυτών των παρεμβάσεων είναι οι τόκοι να διαμορφώνονται σήμερα στα 5,6 δισ. ευρώ, από 16,1 δισ. ευρώ το 2011. Ενώ, 20 από τις υπόλοιπες 27 ευρωπαϊκές χώρες έχουν υψηλότερο κόστος δανεισμού.

Ενώ η χώρα βγήκε και στις αγορές, δοκιμαστικά, δύο φορές, το 2014.

4η: Σήμερα συζητάμε και πάλι για την ενίσχυση της βιωσιμότητας του χρέους. Γιατί;

Καταρχήν γιατί οι δανειστές δεν υλοποίησαν τις υποσχέσεις του 2012, για επιπλέον ρυθμίσεις στο χρέος.

Αλλά κυρίως γιατί η βιωσιμότητα του χρέους επιδεινώθηκε ραγδαία από τις αρχές του 2015. Με ένα σωρευτικό κόστος το οποίο, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Στήριξης και της Τράπεζας της Ελλάδος, υπερβαίνει τα 86 δισ. ευρώ.

5η: Τα βραχυπρόθεσμα μέτρα που αποφασίστηκαν στο τελευταίο Eurogroup, αν και κινούνται στη σωστή κατεύθυνση, έρχονται να καλύψουν ένα μικρό μέρος αυτής της επιβάρυνσης, και μάλιστα το 2060.

Ενώ παράλληλα, η Κυβέρνηση συμφώνησε σε υψηλούς δημοσιονομικούς στόχους, για αρκετά χρόνια μετά το 2018. Δεσμεύτηκε μάλιστα στην επίτευξη αυτών των στόχων, με την εφαρμογή νέων μέτρων και τη μονιμοποίηση του «κόφτη». Ενώ στην απόφαση δεν γίνεται οποιαδήποτε αναφορά στα αναγκαία μεσοπρόθεσμα μέτρα, τα οποία παραπέμπονται για μετά το 2018.

6η: Συνεπώς, τι πρέπει να γίνει από εδώ και μπρος;

Καταρχήν, θα πρέπει να υλοποιηθούν, το ταχύτερο δυνατόν, οι βραχυπρόθεσμες παρεμβάσεις για το χρέος.

Παράλληλα, θα πρέπει να διατυπωθούν, μετά την ολοκλήρωση της τρέχουσας αξιολόγησης και όχι το 2018, οι αναγκαίες μεσοπρόθεσμες παραμετρικές παρεμβάσεις στο χρέος, οι οποίες θα πρέπει να περικλείουν χαμηλότερα δημοσιονομικά πλεονάσματα.

Αυτές όμως οι παρεμβάσεις αν και αναγκαίες, δεν είναι αρκετές αν δεν συνοδευτούν από την επιστροφή της χώρας σε διατηρήσιμους ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης.

Η χώρα χρειάζεται, άμεσα, ενίσχυση της ρευστότητας στην οικονομία, υλοποίηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και αλλαγή της δημοσιονομικής πολιτικής στην κατεύθυνση σταδιακής μείωσης της φορολόγησης των πολιτών.

Κυρίως χρειάζεται τη διαμόρφωση και υλοποίηση ενός συγκροτημένου σχεδίου παραγωγικής ανασυγκρότησης, που θα έχει ως στόχο μια ανταγωνιστική και εξωστρεφή οικονομία, με την παραγωγή διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών και τη συνεχή βελτίωση της παραγωγικότητας όλων των συντελεστών παραγωγής, παραδοσιακών και νέων.

Αν υλοποιήσουμε αυτές τις προϋποθέσεις, θα καταφέρουμε να σπάσουμε το φαύλο κύκλο της ύφεσης και να οδηγηθούμε στον ενάρετο κύκλο της ανάπτυξης.

 

2016-12-24 Άρθρο DOCUMENTO

Άρθρο Χρ. Σταϊκούρα στην εφημερίδα “Ελεύθερος Τύπος της Κυριακής” | 24.12.2016

“Προτεραιότητες μιας νέας οικονομικής πολιτικής”

 

Η Ελλάδα, μετά τα δείγματα σταθεροποίησης το 2014, «λιμνάζει» βυθιζόμενη, σε ένα ευρύτερο περίγυρο μεγάλης αβεβαιότητας και υψηλών κινδύνων.

Τα τελευταία δύο χρόνια, δυνητικός πλούτος εξανεμίσθηκε, το επενδυτικό περιβάλλον υπονομεύθηκε, νέα δημοσιονομικά μέτρα επιβλήθηκαν, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές ιδιωτών και Δημοσίου διογκώθηκαν, το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών συρρικνώθηκε.

Και όμως, η Κυβέρνηση συνεχίζει να «βαδίζει» στον ίδιο δρόμο: να ξοδεύει πολύτιμο χρόνο, να εστιάζει – εμμονικά – στην υπερφορολόγηση της εμφανούς οικονομίας και να παλινδρομεί – αμήχανα – ως προς τις μεταρρυθμίσεις.

Δεν θέλει ούτε μπορεί να εκσυγχρονίσει το αξιακό σύστημα, να βελτιώσει την ανταγωνιστικότητα, να προωθήσει την εξωστρέφεια της οικονομίας.

Οικονομία η οποία βρίσκεται σε παρατεταμένη, χαμηλή και με ισχυρές αναταράξεις «πτήση», με ασθενέστερη δυναμική σε σχέση με το 2014.

Το ερώτημα συνεπώς που τίθεται είναι τι πρέπει να γίνει από εδώ και μπρος ώστε να σταθεροποιηθεί και πάλι η κατάσταση και να μπει η χώρα σε τροχιά διατηρήσιμης μεγέθυνσης και βιώσιμης ανάπτυξης;

Κατά την άποψή μου, πάνω απ’ όλα, απαιτείται μία στιβαρή, συνεκτική και αποφασιστική πολιτική ηγεσία.

Ηγεσία η οποία να διαθέτει σχέδιο και βούληση, να υπηρετεί και να μην χρησιμοποιεί τη χώρα και τους πολίτες προκειμένου να πετύχει τους πολιτικούς της στόχους, και να κινείται γρήγορα και αποτελεσματικά πάνω σε βασικούς άξονες, όπως είναι:

  • Η αναμόρφωση του ρόλου και η βελτίωση της λειτουργίας του Κράτους, με την καθολική καθιέρωση ψηφιακών διαδικασιών, την εξάλειψη της γραφειοκρατίας, την εναρμόνιση των δομών του Κράτους με τις σύγχρονες ανάγκες της οικονομίας και της κοινωνίας, την επέκταση της αξιολόγησης σε όλο το εύρος του δημοσίου τομέα.
  • Η διαμόρφωση ενός σταθερού, δίκαιου και αποτελεσματικού φορολογικού συστήματος, που θα εδράζεται σε χαμηλότερους φορολογικούς συντελεστές για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με την ενίσχυση και διασφάλιση της εφαρμογής των κανόνων χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης και πειθαρχίας σε όλο το εύρος της Γενικής Κυβέρνησης, με την εύρεση και αξιοποίηση δημοσιονομικών ισοδυνάμων, με την θέσπιση αυστηρών διαδικασιών για την τακτική αξιολόγηση της αποτελεσματικότητας των δημοσίων δαπανών, με τη συρρίκνωση της φοροδιαφυγής μέσα από τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης.
  • Η εμπροσθοβαρής υλοποίηση διαρθρωτικών αλλαγών για την ενδυνάμωση του ανταγωνισμού στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών, καθώς και η εντατικοποίηση του προγράμματος αποκρατικοποιήσεων και αξιοποίησης της ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου.
  • Η ενίσχυση της ρευστότητας της οικονομίας, με την εμπροσθοβαρή αξιοποίηση των διαθέσιμων Ευρωπαϊκών κονδυλίων, με την αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου, με την σταδιακή εξομάλυνση της πιστωτικής επέκτασης. Αυτό που χρειάζεται είναι η εμπέδωση κλίματος εμπιστοσύνης που θα επαναφέρει καταθέσεις στο τραπεζικό σύστημα, και η ορθολογική αντιμετώπιση του υψηλού συσσωρευμένου αποθέματος μη εξυπηρετούμενων δανείων, ώστε να γίνει καλύτερη διαχείριση του παθητικού και του ενεργητικού των πιστωτικών ιδρυμάτων.
  • Η υιοθέτηση μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής για την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της οικονομίας, με προσανατολισμό στην εξωστρέφεια, με την αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων κάθε κλάδου και της γεωστρατηγικής θέσης της χώρας, καθώς και με την ανάδειξη των νέων πηγών ανάπτυξης, όπως είναι η εκπαίδευση, η έρευνα και η καινοτομία.

Κατά την εκτίμησή μου, η υλοποίηση πολιτικών πάνω σε αυτούς τους άξονες, θα απελευθερώσει μη παραγωγικά δεσμευμένους ή αδρανείς πόρους της οικονομίας μας και θα ενισχύσει τις επενδύσεις.

Αυτά όμως προϋποθέτουν πολιτική αλλαγή, ώστε να σπάσει το καταστροφικό καθοδικό σπιράλ που οδηγεί όλο και βαθύτερα στο οικονομικό τέλμα και την κοινωνική μιζέρια.

 

2016-12-24 Άρθρο στον Ελεύθερο Τύπο

Άρθρο στην εφημερίδα “Ελεύθερος Τύπος της Κυριακής” | 18.12.2016

“Η Κυβέρνηση έχει δεσμευθεί για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα”

 

Η Κυβέρνηση, με την υπογραφή της στην τελευταία απόφαση του Eurogroup:

1ον. Αποδέχεται ότι υφίσταται δημοσιονομικό κενό το 2018, το οποίο συμφωνεί να καλύψει με πρόσθετα μέτρα λιτότητας.

2ον. Επιβεβαιώνει ότι οι δημοσιονομικοί στόχοι θα παραμείνουν υψηλοί, για αρκετά χρόνια μετά το 2018.

3ον. Δεσμεύεται στην επίτευξη αυτών των υψηλών στόχων με την υιοθέτηση διαρθρωτικών μέτρων και την επέκταση του «κόφτη», δηλαδή με την εφαρμογή μόνιμων μηχανισμών επιτροπείας της χώρας.

Και επειδή η Κυβέρνηση συνεχίζει να κρύβει την αλήθεια ως προς το ύψος και τη διάρκεια των πλεονασμάτων που – τουλάχιστον μέχρι σήμερα – έχει συμφωνηθεί για τη μεσο-μακροπρόθεσμη περίοδο, ιδού οι αποδείξεις των ψεμάτων της:

Η Κυβέρνηση πανηγυρίζει για τα βραχυπρόθεσμα μέτρα του χρέους, τα οποία θα το μειώσουν κατά περίπου 22 ποσοστιαίες του ΑΕΠ το 2060.

Η άσκηση όμως αυτή στηρίζεται σε ορισμένες παραδοχές.

Σύμφωνα με την Έκθεση του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΜΣ), η επίτευξη αυτού του στόχου στηρίζεται στις «βασικές παραδοχές του περασμένου Μαΐου».

Ποιες είναι όμως οι βασικές παραδοχές σύμφωνα με την Έκθεση του Μάϊου;

Σε ότι αφορά τα πρωτογενή πλεονάσματα, ύψος 3,5% του ΑΕΠ για μία δεκαετία, 3,2% του ΑΕΠ για τα επόμενα τουλάχιστον 5 χρόνια και 2,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2040 (συνημμένο Β).

Συνεπώς, τα Κυβερνητικά «ψέματα έχουν κοντά ποδάρια».

Και σήμερα που αποδεικνύεται, για ακόμη μία φορά, ότι η Κυβέρνηση δεν έχει «κόκκινες γραμμές» και η ολοκλήρωση της 2ης αξιολόγησης μετατίθεται, παλινδρομεί και «κατασκευάζει εχθρούς», εντός και εκτός χώρας, για να καλύψει τα αδιέξοδα της πολιτικής της.

Η αλήθεια, όμως, δεν κρύβεται:

O κ. Πρωθυπουργός και η Κυβέρνησή του, κάθε μέρα, όλο και περισσότερο, επιβεβαιώνουν ότι είναι ιδεολογικά και πολιτικά ανερμάτιστοι και ανειλικρινείς.

Η πολιτική αλλαγή έχει καταστεί επιβεβλημένη.

Οι Έλληνες μπορούμε να προχωρήσουμε μπροστά με σχέδιο, στηριγμένοι στην αλήθεια, τη συνεννόηση και τη συνοχή μας.

2016-12-18 Άρθρο ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Άρθρο Χρ. Σταϊκούρα στην ιστοσελίδα “Liberal.gr” | 28.11.2016

Αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών: «Μνημείο» κυβερνητικής ανικανότητας και αναποτελεσματικότητας

 

Η αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου προς ιδιώτες αποτελεί βασική πηγή ενίσχυσης της ρευστότητας στην οικονομία και ουσιαστικό μηχανισμό τόνωσης της οικονομικής δραστηριότητας.

Αυτό απεδείχθη την περίοδο 2013-2014 όταν και ετέθησαν οι βάσεις για τη μείωσή τους, με τη νομοθέτηση και υλοποίηση ενός συνεκτικού και αποτελεσματικού προγράμματος αποπληρωμής των οφειλών, το οποίο ακόμη και η σημερινή Κυβέρνηση επικαλείται στον εφετινό Προϋπολογισμό της.

Το αποτέλεσμα ήταν, στο τέλος του 2014, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές να έχουν μειωθεί, καθαρά, κατά 6 δισ. ευρώ και η οικονομία να παρουσιάζει μεγέθυνση, για πρώτη φορά από την έναρξη της κρίσης.

Δυστυχώς, η κατάσταση αυτή, από τις αρχές του 2015, ανετράπη.

Οι οφειλές «τράβηξαν», και πάλι, «την ανηφόρα», ενώ συνεχίζουν να δημιουργούνται και καινούργιες.

Οι δεσμεύσεις δε της Κυβέρνησης για την αποπληρωμή τους, αποδεικνύονται «αριστερές πομφόλυγες».

Συγκεκριμένα:

1η. Με βάση το 3ο Μνημόνιο (Αύγουστος 2015), η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ θα έπρεπε να προχωρήσει στην εκκαθάριση του συνόλου των ληξιπρόθεσμων οφειλών έως το τέλος του 2016.

Αυτό δεν έγινε εξαιτίας της δήθεν «γενναίας» διαπραγμάτευσης και της πολύμηνης καθυστέρησης ολοκλήρωσης της 1ης αξιολόγησης, με ευθύνη της σημερινής Κυβέρνησης.

Το αποτέλεσμα ήταν οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου να «εκτοξευθούν» στα 7,2 δισ. ευρώ τον Ιούνιο του 2016, αυξημένες κατά 89% από το Δεκέμβριο του 2014.

2η. Με βάση το Συμπληρωματικό Μνημόνιο (Ιούνιος 2016), η αποπληρωμή του συνόλου των ληξιπρόθεσμων οφειλών μετατέθηκε για τον Ιούνιο του 2017.

Πράγματι, από τον Ιούλιο του 2016, ξεκίνησε η σταδιακή αποπληρωμή τους.

Όμως, αυτή γίνεται με «ρυθμούς χελώνας», με λιγότερους σε σχέση με τον προγραμματισμό πόρους για την αποπληρωμή τους (-2,3 δισ. ευρώ) και με την Κυβέρνηση να δημιουργεί και νέες οφειλές.

Το αποτέλεσμα ήταν οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου να παραμένουν υψηλές και να έχουν διαμορφωθεί στα 6,2 δισ. ευρώ το Σεπτέμβριο του 2016.

Δηλαδή, μέσα στο τελευταίο τρίμηνο, οι οφειλές μειώθηκαν κατά 1 δισ. ευρώ, αν και διοχετεύθηκαν πόροι ύψους περίπου 1,8 δισ. ευρώ.

Γιατί υπήρξε αυτή η απόκλιση; Επειδή την ίδια περίοδο δημιουργήθηκαν νέες ληξιπρόθεσμες οφειλές ύψους περίπου 850 εκατ. ευρώ!

Πρόκειται για «μνημείο» Κυβερνητικής ανικανότητας, αναποτελεσματικότητας και αβελτηρίας.

3η. Σήμερα, φαίνεται ότι η αποπληρωμή των οφειλών, μέσω ασαφών «αριστερής κοπής» δεσμεύσεων, μετατίθεται για ακόμη αργότερα, πιθανόν και για μετά το 2017.

Προσδοκώντας τουλάχιστον το 2017 να φτάσουν στο επίπεδο του 2014.

Επιβεβαιώνεται έτσι, και στο πεδίο της αποπληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου, ότι η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ παρέλαβε την οικονομία στον «1ο όροφο», την έριξε στο «υπόγειο», και σήμερα πανηγυρίζει που προσπαθεί να την ανεβάσει στο «ισόγειο».

 

liberal.gr

Άρθρο Χρ. Σταϊκούρα στο capital.gr | 29.10.2016

Δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για βιώσιμη ανάπτυξη της οικονομίας

 

Η ελληνική οικονομία, μετά την μικρή ανάκαμψη του 2014, “κύλησε”, με αποκλειστική ευθύνη της σημερινής κυβέρνησης, και πάλι στην ύφεση το 2015, κατάσταση στην οποία παραμένει το 2016.

Έτσι, την ίδια περίοδο που η Ευρώπη επιταχύνει, η χώρα μας οπισθοχωρεί και “σέρνεται”, έχοντας χάσει ήδη δύο χρόνια.

Συνεπώς, σήμερα το ζητούμενο είναι να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις ώστε να σταθεροποιηθεί και πάλι η κατάσταση της οικονομίας και να μπει η χώρα σε τροχιά βιώσιμης ανάπτυξης.

Ανάπτυξης και όχι απλώς μεγέθυνσης, κάτι που σημαίνει βελτίωση τόσο της υλικής ευημερίας όσο και της κατανομής των παραγόμενων αγαθών.

Βασικές προϋποθέσεις είναι:

: Η διαμόρφωση μιας συνεκτικής και αποφασιστικής κυβέρνησης, η οποία να διαθέτει ένα συγκροτημένο σχέδιο επανεκκίνησης της οικονομίας.

: Η εμπροσθοβαρής προώθηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών, ακόμα και πέραν αυτών που έχουν συμφωνηθεί στο τρίτο Μνημόνιο.

Και, φυσικά, η υλοποίηση αποκρατικοποιήσεων και η αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας.

: Η ενίσχυση της ρευστότητας στην πραγματική οικονομία.

Με ποιους τρόπους μπορεί αυτό να γίνει;

1ος: Με την αξιοποίηση των διαθέσιμων ευρωπαϊκών κονδυλίων και των νέων χρηματοδοτικών εργαλείων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Στρατηγικών Επενδύσεων.

2ος: Με την αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου, οι οποίες σήμερα έχουν “εκτοξευθεί” κατά 63% από τις αρχές του 2015, ενώ γεννιούνται, παρά τη μερική αποπληρωμή τους, και νέες.

3ος: Με τη σταδιακή εξομάλυνση της πιστωτικής επέκτασης και την ένταξη στο πρόγραμμα “ποσοτικής χαλάρωσης”. Αυτό που χρειάζεται είναι η εμπέδωση κλίματος εμπιστοσύνης, που θα επαναφέρει καταθέσεις στο τραπεζικό σύστημα, και η ορθολογική αντιμετώπιση του υψηλού συσσωρευμένου αποθέματος μη εξυπηρετούμενων δανείων, ώστε να γίνει καλύτερη διαχείριση του παθητικού και του ενεργητικού των πιστωτικών ιδρυμάτων.

: Η αλλαγή του μείγματος δημοσιονομικής πολιτικής, με τη σταδιακή μείωση των φορολογικών συντελεστών.

Αυτό μπορεί να γίνει:

– Με την περαιτέρω ενίσχυση των κανόνων δημοσιονομικής πειθαρχίας.

– Με την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων, όπως έγινε το 2014, όταν και αρχίσαμε να μειώνουμε –σταδιακά– φορολογικούς συντελεστές.

– Με τη χρήση δημοσιονομικών ισοδυνάμων από την πλευρά των δαπανών.

– Με τη συρρίκνωση της “παραοικονομίας” και τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, υλοποιώντας –μεταξύ άλλων– ένα συνεκτικό πλέγμα διοικητικών μέτρων και οικονομικών κινήτρων για την προώθηση και επέκταση των ηλεκτρονικών συναλλαγών, όπως πρόσφατα –ως αξιωματική αντιπολίτευση– καταθέσαμε.

– Με τη μείωση των μεσο-μακροπρόθεσμων στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα στο 2% του ΑΕΠ, από το 3,5%.

: Η ενίσχυση της μακροχρόνιας βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους.

Βιωσιμότητα η οποία επιβαρύνθηκε από τους ανερμάτιστους χειρισμούς των 2 τελευταίων ετών.

Επί του παρόντος, η απόφαση του Eurogroup παραμένει ασαφής και είναι αβέβαιη, τελεί υπό πολλές προϋποθέσεις και είναι μελλοντική.

: Η υιοθέτηση ενός εθνικού στρατηγικού σχεδίου παραγωγικής ανασυγκρότησης της οικονομίας.

Σχέδιο που θα έπρεπε, με βάση και τις δεσμεύσεις του Μνημονίου, να ολοκληρωθεί –από την ελληνική κυβέρνηση– τον Μάρτιο του 2016. Και το οποίο σήμερα όχι μόνο δεν υφίσταται, αλλά ούτε καν συζήτηση γίνεται γι’ αυτό.

Σχέδιο που θα στοχεύει σε μια ανταγωνιστική και εξωστρεφή οικονομία, προσανατολισμένη στις επενδύσεις, τις εξαγωγές, την αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων κάθε κλάδου και την ανάδειξη της σημασίας της γεωστρατηγικής θέσης της χώρας.

Προς αυτή την κατεύθυνση απαιτείται η διαμόρφωση ενός σταθερού φορολογικού συστήματος, η εναρμόνιση των ρυθμών λειτουργίας της Δικαιοσύνης με τις ανάγκες της παραγωγικής, επιχειρηματικής και επενδυτικής δραστηριότητας, η βελτίωση της “ποιότητας” των δημόσιων οικονομικών, με την ανάδειξη παραγόντων όπως είναι η εκπαίδευση, η έρευνα και η καινοτομία, καθώς και η μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης.

Κατά την εκτίμησή μου, η υλοποίηση αυτών των προϋποθέσεων θα απελευθερώσει μη παραγωγικά δεσμευμένους ή αδρανείς πόρους της οικονομίας και θα βοηθήσει στην προσέλκυση νέων εγχώριων και ξένων επενδύσεων.

Δυστυχώς, όμως, η σημερινή κυβέρνηση αδυνατεί να δημιουργήσει αυτές τις προϋποθέσεις.

Η χώρα χρειάζεται μια άλλη κυβέρνηση. Κυβέρνηση της Ν.Δ., που θα είναι περισσότερο αποτελεσματική και πιο αξιόπιστη, θα στηρίζεται στις αρχές της κοινωνικής οικονομίας της αγοράς και θα έχει ως στόχο την προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης, της απασχόλησης και της κοινωνικής δικαιοσύνης και συνοχής.

Ώστε, με τη δημιουργική συμβολή όλων, να σπάσουμε τον καταστροφικό κύκλο της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής αδράνειας και μιζέριας και να διασφαλίσουμε για τη χώρα μας μια αξιοπρεπή πορεία στην ανταγωνιστική και αβέβαιη ευρωπαϊκή και παγκόσμια σκηνή.

* Άρθρο του, Χρήστου Σταϊκούρα, Συντονιστή Οικονομικών Υποθέσεων Ν.Δ. – Βουλευτή Φθιώτιδας, με αφορμή το Capital + Vision 2016

 

capital.gr

Άρθρο Χρ. Σταϊκούρα στην ιστοσελίδα “Liberal.gr” | 25.10.2016

“Κυβερνητική ανικανότητα και αναποτελεσματικότητα στην αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου”

 

Η αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου προς ιδιώτες αποτελεί βασική πηγή ενίσχυσης της ρευστότητας της οικονομίας και ουσιαστικό μηχανισμό τόνωσης της οικονομικής δραστηριότητας, συμβάλλοντας παράλληλα στην τόνωση της αξιοπιστίας των φορέων του Δημοσίου και στη βελτίωση της ποιότητας των δημόσιων οικονομικών.

Μία μικρή ιστορική αναδρομή στους «μνημονιακούς προϋπολογισμούς» επιβεβαιώνει αυτές τις διαπιστώσεις.

Συγκεκριμένα, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου (δηλαδή δαπάνες της Γενικής Κυβέρνησης και εκκρεμείς επιστροφές φόρων), την περίοδο 2010-2012, διαρκώς αυξάνονταν, για να διαμορφωθούν τελικά στα 9,6 δισ. ευρώ στο τέλος του 2012.

Στη συνέχεια, με το πρόγραμμα αποπληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών που έθεσε η τότε Κυβέρνηση με κορμό τη Νέα Δημοκρατία σε εφαρμογή, ξεκίνησε η αποκλιμάκωσή τους.

Έτσι, τα προσεχή δύο χρόνια, αποπληρώθηκαν οφειλές ύψους περίπου 6 δισ. ευρώ, με αποτέλεσμα αυτές να διαμορφωθούν στα 3,8 δισ. ευρώ στο τέλος του 2014, μειωμένες κατά 60% σε σχέση με το 2012.

Αυτή η «ένεση» ρευστότητας στην πραγματική οικονομία συνέβαλε ουσιαστικά στην ανακοπή της καθοδικής πορείας του ΑΕΠ και στην καταγραφή θετικού ρυθμού οικονομικής μεγέθυνσης το 2014, για πρώτη φορά μετά από 6 χρόνια ύφεσης.

Δυστυχώς όμως, από τον Ιανουάριο του 2015, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές άρχισαν, και πάλι, «να τραβάνε τον ανήφορο», ως αποτέλεσμα της «εσωτερικής στάσης πληρωμών» που κήρυξε η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, ξεπερνώντας τα 7 δισ. ευρώ τον Ιούνιο του 2016.

Και ενώ, από τότε, ξεκίνησε η μερική αποπληρωμή τους, αυτή γίνεται «με το ζόρι».

Ενδεικτικά, ενώ μεταφέρθηκαν στους φορείς πιστώσεις 2 δισ. ευρώ, έγιναν πληρωμές 1,44 δισ. ευρώ και οι ληξιπρόθεσμες οφειλές μειώθηκαν μόλις κατά 975 εκατ. ευρώ, για να διαμορφωθούν στα 6,3 δισ. ευρώ τον Αύγουστο του 2016, αυξημένες κατά 63% από τις αρχές του 2015!

Έτσι, στην καλύτερη περίπτωση, μέχρι το τέλος του 2016 θα έχει αποπληρωθεί περίπου το 50% των ληξιπρόθεσμων οφειλών, επαναφέροντας την κατάσταση εκεί που ήταν το 2014.

Με λίγα λόγια, η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και δεν μπορεί να διοχετεύσει τους διαθέσιμους πόρους στην αγορά και δημιουργεί νέες ληξιπρόθεσμες οφειλές, στερώντας πολύτιμη ρευστότητα από την πραγματική οικονομία.

Για ακόμη μία φορά, επιβεβαιώνεται η Κυβερνητική αδυναμία, ανικανότητα και αναποτελεσματικότητα.

liberal.gr

Άρθρο Χρ. Σταϊκούρα στην εφημερίδα “Κεφάλαιο” | 22.10.2016

“Δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για βιώσιμη ανάπτυξη της οικονομίας”

 

Η Ελληνική οικονομία, μετά την μικρή ανάκαμψη του 2014, «κύλισε», με αποκλειστική ευθύνη της σημερινής Κυβέρνησης, και πάλι στην ύφεση το 2015, κατάσταση στην οποία παραμένει το 2016.

Έτσι, την ίδια περίοδο που η Ευρώπη επιταχύνει, η χώρα μας οπισθοχωρεί και «σέρνεται», έχοντας χάσει ήδη 2 χρόνια.

Συνεπώς, σήμερα, το ζητούμενο είναι να δημιουργηθούν οι προϋποθέσεις ώστε να σταθεροποιηθεί και πάλι η κατάσταση της οικονομίας και να μπει η χώρα σε τροχιά βιώσιμης ανάπτυξης.

Ανάπτυξης και όχι απλώς μεγέθυνσης, κάτι που σημαίνει βελτίωση τόσο της υλικής ευημερίας όσο και της κατανομής των παραγόμενων αγαθών.

Βασικές προϋποθέσεις είναι:

1η: Η διαμόρφωση μιας συνεκτικής και αποφασιστικής Κυβέρνησης, η οποία να διαθέτει ένα συγκροτημένο σχέδιο επανεκκίνησης της οικονομίας.

2η: Η εμπροσθοβαρής προώθηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών, ακόμη και πέραν αυτών που έχουν συμφωνηθεί στο 3ο Μνημόνιο.

Και φυσικά, η υλοποίηση αποκρατικοποιήσεων και η αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας.

3η: Η ενίσχυση της ρευστότητας στην πραγματική οικονομία.

Με ποιους τρόπους μπορεί αυτό να γίνει;

1ος: Με την αξιοποίηση των διαθέσιμων Ευρωπαϊκών κονδυλίων και των νέων χρηματοδοτικών εργαλείων της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και του Ευρωπαϊκού Ταμείου Στρατηγικών Επενδύσεων.

2ος: Με την αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου, οι οποίες, σήμερα, έχουν «εκτοξευθεί» κατά 63% από τις αρχές του 2015, ενώ γεννιούνται, παρά τη μερική αποπληρωμή τους, και νέες.

3ος: Με τη σταδιακή εξομάλυνση της πιστωτικής επέκτασης και την ένταξη στο πρόγραμμα «ποσοτικής χαλάρωσης». Αυτό που χρειάζεται είναι η εμπέδωση κλίματος εμπιστοσύνης που θα επαναφέρει καταθέσεις στο τραπεζικό σύστημα, και η ορθολογική αντιμετώπιση του υψηλού συσσωρευμένου αποθέματος μη εξυπηρετούμενων δανείων, ώστε να γίνει καλύτερη διαχείριση του παθητικού και του ενεργητικού των πιστωτικών ιδρυμάτων.

4η: Η αλλαγή του μίγματος δημοσιονομικής πολιτικής, με τη σταδιακή μείωση των φορολογικών συντελεστών.

Αυτό μπορεί να γίνει:

  • Με την περαιτέρω ενίσχυση των κανόνων δημοσιονομικής πειθαρχίας.
  • Με την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων, όπως έγινε το 2014, όταν και αρχίσαμε να μειώνουμε – σταδιακά – φορολογικούς συντελεστές.
  • Με τη χρήση δημοσιονομικών ισοδυνάμων από την πλευρά των δαπανών.
  • Με τη συρρίκνωση της «παραοικονομίας» και τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, υλοποιώντας – μεταξύ άλλων – ένα συνεκτικό πλέγμα διοικητικών μέτρων και οικονομικών κινήτρων για την προώθηση και επέκταση των ηλεκτρονικών συναλλαγών, όπως πρόσφατα – ως Αξιωματική Αντιπολίτευση – καταθέσαμε.
  • Με τη μείωση των μεσο-μακροπρόθεσμων στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα στο 2% του ΑΕΠ, από το 3,5%.

5η: Η ενίσχυση της μακροχρόνιας βιωσιμότητας του δημοσίου χρέους.

Βιωσιμότητα η οποία επιβαρύνθηκε από τους ανερμάτιστους χειρισμούς των 2 τελευταίων ετών.

Επί του παρόντος, η απόφαση του Eurogroup παραμένει ασαφής και είναι αβέβαιη, τελεί υπό πολλές προϋποθέσεις και είναι μελλοντική.

6η: Η υιοθέτηση ενός εθνικού στρατηγικού σχεδίου παραγωγικής ανασυγκρότησης της οικονομίας.

Σχέδιο που θα έπρεπε, με βάση και τις δεσμεύσεις του Μνημονίου, να ολοκληρωθεί – από την Ελληνική Κυβέρνηση – το Μάρτιο του 2016. Και το οποίο σήμερα όχι μόνο δεν υφίσταται, αλλά ούτε καν συζήτηση γίνεται γι’ αυτό.

Σχέδιο που θα στοχεύει σε μια ανταγωνιστική και εξωστρεφή οικονομία, προσανατολισμένη στις επενδύσεις, τις εξαγωγές, την αξιοποίηση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων κάθε κλάδου και την ανάδειξη της σημασίας της γεωστρατηγικής θέσης της χώρας.

Προς αυτή την κατεύθυνση απαιτείται η διαμόρφωση ενός σταθερού φορολογικού συστήματος, η εναρμόνιση των ρυθμών λειτουργίας της δικαιοσύνης με τις ανάγκες της παραγωγικής, επιχειρηματικής και επενδυτικής δραστηριότητας, η βελτίωση της «ποιότητας» των δημόσιων οικονομικών, με την ανάδειξη παραγόντων όπως είναι η εκπαίδευση, η έρευνα και η καινοτομία, καθώς και η μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης.
Κατά την εκτίμησή μου, η υλοποίηση αυτών των προϋποθέσεων θα απελευθερώσει μη παραγωγικά δεσμευμένους ή αδρανείς πόρους της οικονομίας και θα βοηθήσει στην προσέλκυση νέων εγχώριων και ξένων επενδύσεων.

Δυστυχώς όμως, η σημερινή Κυβέρνηση αδυνατεί να δημιουργήσει αυτές τις προϋποθέσεις.

Η χώρα χρειάζεται μια άλλη Κυβέρνηση. Κυβέρνηση της ΝΔ, που θα είναι περισσότερο αποτελεσματική και πιο αξιόπιστη, θα στηρίζεται στις αρχές της κοινωνικής οικονομίας της αγοράς και θα έχει ως στόχο την προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης, της απασχόλησης και της κοινωνικής δικαιοσύνης και συνοχής.

Ώστε, με τη δημιουργική συμβολή όλων, να σπάσουμε τον καταστροφικό κύκλο της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής αδράνειας και μιζέριας και να διασφαλίσουμε για τη χώρα μας μια αξιοπρεπή πορεία στην ανταγωνιστική και αβέβαιη ευρωπαϊκή και παγκόσμια σκηνή.

2016-10-22 Άρθρο στην εφημερίδα_ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Άρθρο Χρήστου Σταϊκούρα στο “Newpost.gr” | 18.10.2016

«Ωρολογιακές βόμβες» στα θεμέλια της Ελληνικής οικονομίας”

 

Η Κυβέρνηση, κατά την προσφιλή τακτική της, «πανηγυρίζει» για την πορεία εκτέλεσης του Κρατικού Προϋπολογισμού για το 2016.

«Πανηγυρίζει» για τη σημαντική υπέρβαση του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα, παρά το γεγονός ότι αυτό οφείλεται, ουσιαστικά, στην εσωτερική στάση πληρωμών, αφού η υποεκτέλεση των δαπανών έχει παγιωθεί και υπερβαίνει τα 3 δισ. ευρώ.

«Πανηγυρίζει» για την υπέρβαση του στόχου για τα έσοδα, ιδιαίτερα του προηγούμενου μήνα, παρά το γεγονός ότι αυτό οφείλεται, ουσιαστικά, σε μη επαναλαμβανόμενα έσοδα (π.χ. σχεδόν διπλάσιο σε σχέση με τις προβλέψεις μέρισμα από την Τράπεζα της Ελλάδος), σε εφάπαξ εξόφληση του ΕΝΦΙΑ μέσω πιστωτικών καρτών και στους συμψηφισμούς δικαιούμενων επιστροφών φόρου εισοδήματος με τον οφειλόμενο ΕΝΦΙΑ.

Και τέλος, «πανηγυρίζει» για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων, παρά το γεγονός ότι με την ιδεοληπτική εμμονή της στην αύξηση των φόρων, δημιουργεί μια σειρά από «ωρολογιακές βόμβες» στα θεμέλια της Ελληνικής οικονομίας. Ειδικότερα:

  • Διογκώνονται οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των ιδιωτών.

Συγκεκριμένα, από την αρχή του έτους, οι ληξιπρόθεσμες φορολογικές οφειλές έχουν αυξηθεί περίπου κατά 9 δισ. ευρώ, και «αγγίζουν», πλέον, τα 92 δισ. ευρώ.

Μόνο τον Αύγουστο, μήνα που δεν υπήρχαν φορολογικές υποχρεώσεις για την καταβολή δόσεων φόρου εισοδήματος από φυσικά πρόσωπα και ΕΝΦΙΑ, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές αυξήθηκαν κατά 1,4 δισ. ευρώ, εκ των οποίων περίπου το 1 δισ. ευρώ αφορούσε καθαρά φορολογικές οφειλές.

  • Διογκώνεται η «μαύρη τρύπα» στα ασφαλιστικά ταμεία.

Συγκεκριμένα, στο τέλος Ιουνίου, το ληξιπρόθεσμο υπόλοιπο οφειλών (κύρια οφειλή και πρόσθετα τέλη) προς τα ασφαλιστικά ταμεία ανήλθε περίπου στα 17 δισ. ευρώ.

Ενδεικτικά, ο ΟΑΕΕ έχει ήδη βγει «εκτός πορείας» καθώς στο οκτάμηνο Ιανουαρίου-Αυγούστου, δηλαδή στα 2/3 της χρονιάς, χρησιμοποίησε τα 6/7 ή το 86% της ετήσιας επιχορήγησης του Κρατικού Προϋπολογισμού.

Το αποτέλεσμα είναι η Κυβέρνηση να «βάλει χέρι» – για ακόμη μία φορά – στα αποθεματικά Ταμείων και να «σπάσει τον κουμπαρά» του Λογαριασμού Εισφοράς Αλληλεγγύης Συνταξιούχων προκειμένου να αντλήσει 370 εκατ. ευρώ.

  • Διογκώνονται τα «κόκκινα» δάνεια» στο τραπεζικό σύστημα.

Συγκεκριμένα, το μερίδιο των συνολικών ανοιγμάτων που χαρακτηρίζονται ως μη εξυπηρετούμενα ανήλθε στο 45,2% τον Μάρτιο του 2016, από 39,9% το Δεκέμβριο του 2014. Ενώ, το 70% των δανείων που είχαν ρυθμιστεί κατά το παρελθόν, προκειμένου να ενισχυθεί η πιθανότητα αποπληρωμής τους, χαρακτηρίζονται και πάλι ως μη εξυπηρετούμενα.

  • Επιδεινώνεται η ρευστότητα και η βιωσιμότητα φορέων του δημοσίου.

Συγκεκριμένα, οι ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την ΔΕΗ έχουν αυξηθεί δραματικά, προσεγγίζοντας πλέον τα 3 δισ. ευρώ, με το σημαντικότερο μέρος τους να προέρχεται από τη χαμηλή τάση, που αφορά νοικοκυριά και μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Ενώ τα έσοδα στις αστικές συγκοινωνίες είναι σημαντικά συρρικνωμένα, πολύ χαμηλότερα από τις προβλέψεις αλλά και από την αντίστοιχη περυσινή περίοδο, όταν λόγω κεφαλαιακών περιορισμών δεν καταβάλλονταν εισιτήριο.

Συμπερασματικά, αυτά τα στοιχεία εκτιμώ ότι δεν είναι για «πανηγυρισμούς», αλλά μάλλον θα πρέπει να αποτελέσουν αντικείμενο σοβαρού προβληματισμού.

 

newpost.gr

Άρθρο Χρ. Σταϊκούρα στην εφημερίδα “Real News” | 16.10.2016

“Η αύξηση φόρων οδηγεί σε μειωμένα φορολογικά έσοδα”

 

Η δημοσιονομική στρατηγική της Κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ, η οποία καθοδηγείται από μια ιδεοληπτική εμμονή αύξησης των φόρων, δεν θα αποφέρει τα προσδοκόμενα από την ίδια αποτελέσματα.

Μία αναδρομή στους απολογισμούς των «μνημονιακών» Προϋπολογισμών το επιβεβαιώνει.

Συγκεκριμένα:

1ον. Τα φορολογικά έσοδα, από το 2010 μέχρι και το 2015, παρά την αύξηση της φορολογίας νοικοκυριών και επιχειρήσεων, συνεχώς μειώνονται.

2ον. Η μοναδική χρονιά κατά την οποία παρατηρήθηκε σταθεροποίηση των φορολογικών εσόδων ήταν το 2014. Θυμίζουμε ότι εκείνη τη χρονιά, η οικονομία σταθεροποιήθηκε επιτυγχάνοντας για πρώτη – και μοναδική μέχρι σήμερα φορά από την αρχή της κρίσης – θετικό ρυθμό οικονομικής μεγέθυνσης (+0,7%), ενώ η τότε Κυβέρνηση προχώρησε και στις πρώτες στοχευμένες μειώσεις φορολογικών συντελεστών (κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες τον ΦΠΑ στην εστίαση, κατά 30% τον Ειδικό Φόρο Κατανάλωσης στο πετρέλαιο θέρμανσης, κατά 30% την έκτακτη εισφορά αλληλεγγύης, κατά 5% τις ασφαλιστικές εισφορές κ.α.).

3ον. Τα φορολογικά έσοδα το 2015 ήταν τα χαμηλότερα της δεκαετίας, παρά την επιβολή νέων, πρόσθετων φόρων από την Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ.

Συμπερασματικά, η στρατηγική της δημοσιονομικής προσαρμογής κυρίως μέσω της αύξησης των φορολογικών συντελεστών, ειδικά σε ένα υφεσιακό μακροοικονομικό περιβάλλον, έχει αποδειχθεί οικονομικά αναποτελεσματική και κοινωνικά άδικη.

Ενώ, σύμφωνα με τη διεθνή βιβλιογραφία και πρακτική, έχει αποδειχθεί και μη διατηρήσιμη (βλέπετε μελέτες Τράπεζας της Ελλάδος, ΕΚΤ, ΟΟΣΑ κ.α.).

Για τους λόγους αυτούς, η Νέα Δημοκρατία υποστηρίζει τη σταδιακή μείωση φορολογικών συντελεστών, όπως παρουσιάστηκαν από τον Πρόεδρό της κ. Μητσοτάκη στην ΔΕΘ.

Και πως μπορεί αυτό να γίνει;

  • Με την περαιτέρω ενίσχυση των κανόνων δημοσιονομικής πειθαρχίας.
  • Με μία αξιόπιστη Κυβέρνηση και με την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων, όπως άλλωστε έγινε και το 2014.
  • Με τη χρήση δημοσιονομικών ισοδυνάμων από την πλευρά των δαπανών, κυρίως σε περιοχές που αυτές διογκώθηκαν επί της σημερινής διακυβέρνησης (π.χ. διόρθωση αποκλίσεων στην εκτέλεση Προϋπολογισμών φορέων της Γενικής Κυβέρνησης το 2015, νέες διοικητικές δομές, αύξηση του κόστους δανεισμού κ.α.).
  • Με τη συρρίκνωση της «παραοικονομίας» και τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, υλοποιώντας – μεταξύ άλλων – ένα συνεκτικό πλέγμα διοικητικών μέτρων και οικονομικών κινήτρων για την προώθηση και επέκταση των ηλεκτρονικών συναλλαγών, όπως πρόσφατα, ως Αξιωματική Αντιπολίτευση, δημόσια καταθέσαμε.
  • Με τη μείωση των μεσο-μακροπρόθεσμων στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα στο 2% από 3,5% του ΑΕΠ.

Και φυσικά με την επιστροφή της οικονομίας σε θετικούς και διατηρήσιμους ρυθμούς οικονομικής μεγέθυνσης.

Για να γίνουν όμως αυτά απαιτείται η Κυβέρνηση να είναι τεκμηριωμένη, να διαθέτει αξιοπιστία και να μην διακρίνεται από ιδεολογικές εμμονές.

Και η σημερινή Κυβέρνηση αυτά δεν τα διαθέτει.

2016-10-16 Άρθρο Real News

Άρθρο Χρ. Σταϊκούρα στην εφημερίδα “ΤΟ ΠΑΡΟΝ” | 9.10.2016

“Είναι εφικτή ανάπτυξη 2,7% το 2017;”

 

Η οικονομία, επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ, επέστρεψε στην ύφεση το 2015 και παραμένει σε ύφεση το 2016.

Μάλιστα, ενώ η Ευρώπη – αυτά τα χρόνια – επιτάχυνε, η Ελλάδα οπισθοχώρησε.

Ιδιωτική και δημόσια κατανάλωση υποχώρησαν και οι εξαγωγές συρρικνώθηκαν.

Και ενώ η χώρα «σέρνεται» στο τέλμα, η Κυβέρνηση προβλέπει ανάπτυξη 2,7% το 2017.

Κατά την εκτίμησή μου, αυτή η πρόβλεψη, αν και θεμιτή, δεν είναι ρεαλιστική.

Γιατί όμως;

1ον. Η Κυβέρνηση προβλέπει αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης κατά 1,8%.

Αυτό είναι μη ρεαλιστικό σε μία χρονιά κατά την οποία θα συρρικνωθεί ακόμη περισσότερο το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών.

Και αυτό γιατί επιβάλλονται νέοι άμεσοι και έμμεσοι φόροι και περικοπές στις συντάξεις και την κοινωνική προστασία, ύψους περίπου 2,6 δισ. ευρώ μόνο για το 2017.

Ενώ και η μείωση της ανεργίας, που ξεκίνησε το 2014 και θα μπορούσε, μέσω της αύξησης της απασχόλησης, να συμβάλει στην ενίσχυση της κατανάλωσης, επιβραδύνεται.

2ον. Η Κυβέρνηση προβλέπει αύξηση του ακαθάριστου σχηματισμού παγίου κεφαλαίου, δηλαδή αύξηση των επενδύσεων, κατά 9,1%.

Κι αυτό όμως είναι εξαιρετικά αισιόδοξο.

Αλήθεια, πως θα ενισχυθούν οι επενδύσεις όταν η Κυβέρνηση «στραγγαλίζει» τον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας με την υπερφορολόγηση, τη «στάση πληρωμών» και την στέρηση ρευστότητας, με αποτέλεσμα να έχουν «πολλαπλασιαστεί» τα λουκέτα στην αγορά;

Πώς θα ενισχυθούν οι επενδύσεις με μία Κυβέρνηση που επιδεικνύει αναβλητικότητα και αβελτηρία και διακατέχεται από ιδεολογικές εμμονές και αγκυλώσεις σε ότι αφορά την υλοποίηση διαρθρωτικών αλλαγών;

Πώς θα ενισχυθούν οι επενδύσεις όταν ο δείκτης οικονομικού κλίματος και οι επιχειρηματικές προσδοκίες έχουν «κατρακυλίσει»;

Πώς θα ενισχυθούν οι επενδύσεις όταν δεν υπάρχει εμπιστοσύνη και αξιοπιστία της Κυβέρνησης;

3ον. Η Κυβέρνηση υποστηρίζει ότι «θα αυξηθεί η πιστωτική επέκταση στην οικονομία».

Βασικός μηχανισμός επίτευξης αυτού του στόχου είναι το τραπεζικό σύστημα.

Πώς θα μπορέσει να διοχετεύσει πόρους στην οικονομία το τραπεζικό σύστημα όταν, επί ημερών της σημερινής Κυβέρνησης, υπήρξε η μεγαλύτερη από την αρχή της κρίσης εκροή καταθέσεων, ενώ και τα «κόκκινα δάνεια» συνεχίζουν να αυξάνονται με αποτέλεσμα να έχει διευρυνθεί και διογκωθεί η «πιστωτική ασφυξία»;

Συμπερασματικά, η πρόβλεψη της Κυβέρνησης αποτελεί, απλώς, «ευσεβή πόθο» της.

Άλλωστε, αν είναι ρεαλιστική η πρόβλεψη της σημερινής Κυβέρνησης για ανάπτυξη 2,7% το 2017 από ύφεση 0,3% το 2016, γιατί δεν ήταν ρεαλιστική παρόμοια πρόβλεψη της Κυβέρνησης ΝΔ για ανάπτυξη 2,9% το 2015 από ανάπτυξη 0,7% το 2014;

Είναι προφανές ότι σήμερα η απόσταση από τον στόχο είναι πολύ μεγαλύτερη, το μακροοοικονομικό περιβάλλον επιβαρυμένο και το διαθέσιμο εισόδημα των πολιτών πολύ λιγότερο.

Ακόμη όμως και αν αποδεχθούμε τις αισιόδοξες εκτιμήσεις της Κυβέρνησης, η απώλεια πλούτου σε σχέση με τις αρχικές προβλέψεις είναι 24 δισ. ευρώ μόνο για το 2017.

Αυτό είναι το οδυνηρό «αποτύπωμα» της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ.

Συμπερασματικά, και αφού ήδη χάθηκαν 2 χρόνια, θα μπορούσε η χώρα, υπό προϋποθέσεις, να επιστρέψει το 2017 εκεί που ήταν το 2014.

Δυστυχώς όμως, η σημερινή Κυβέρνηση απέδειξε ότι όχι μόνο δεν μπορεί να οδηγήσει τη χώρα μπροστά, αλλά αδυνατεί να δημιουργήσει αυτές τις προϋποθέσεις.

Είναι σαφές ότι η χώρα χρειάζεται μια άλλη Κυβέρνηση, περισσότερο αποτελεσματική, πιο  αξιόπιστη και αφοσιωμένη στο στόχο.

Κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας η οποία θα υλοποιήσει εμπροσθοβαρώς διαρθρωτικές αλλαγές και αποκρατικοποιήσεις.

Θα προωθήσει την αλλαγή του μίγματος δημοσιονομικής πολιτικής στην κατεύθυνση σταδιακής μείωσης της φορολόγησης νοικοκυριών και επιχειρήσεων.

Και θα ισορροπήσει σε καλό σημείο μεταξύ οικονομικής αποτελεσματικότητας και κοινωνικής δικαιοσύνης.

 

2016-10-09 Άρθρο _ΤΟ ΠΑΡΟΝ

TwitterInstagramYoutube