Μήνας: Νοέμβριος 2010

Δήλωση για την Ανακοίνωση του ΑΕΠ

Ο Αναπληρωτής Υπεύθυνος του Τομέα Πολιτικής Ευθύνης Οικονομίας της Νέας Δημοκρατίας, βουλευτής Φθιώτιδας, κ. Χρήστος Σταϊκούρας, έκανε την ακόλουθη δήλωση, σχετικά με την ανακοίνωση του ΑΕΠ:

«H Ελληνική Οικονομία, δυστυχώς, συνεχίζει την αδιέξοδη πορεία της.

Βυθίζεται όλο και πιο βαθιά στην ύφεση.

Το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ), κατά το 3ο τρίμηνο του έτους, παρουσίασε μείωση κατά 4,5% σε σχέση με το 3ο τρίμηνο του 2009 και μείωση κατά 1,1% σε σχέση με το 2ο τρίμηνο του τρέχοντος έτους.

Πρόκειται για πρωτοφανή, σε ένταση και έκταση, συρρίκνωση της Ελληνικής οικονομίας, τη μεγαλύτερη από το 1975.

Για τη μεγαλύτερη ύφεση στην Ευρώπη, όταν ο μέσος Ευρωπαϊκός όρος του ΑΕΠ διαμορφώνεται στο 2,1%, κατά το 3ο τρίμηνο του έτους.

Για τη μοναδική Ευρωπαϊκή χώρα, μαζί με τη Ρουμανία, με αρνητικό πρόσημο στο ρυθμό ανάπτυξης.

Αυτή η πτώση του ΑΕΠ σε συνδυασμό με τη διαρκώς αυξανόμενη ανεργία (12,2% τον Αύγουστο του 2010 από 9% τον Αύγουστο του 2009) έχει οδηγήσει την Οικονομία σε παράλυση και την κοινωνία σε απελπισία.

Τώρα, δεν θα υπενθυμίσουμε τις έγκαιρες και συνεχείς επισημάνσεις της Νέας Δημοκρατίας για το λάθος μείγμα της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής.

Θα υπογραμμίσουμε όμως, εναρμονισμένοι με το μήνυμα των πολιτών κατά τις εκλογές, την επιτακτική ανάγκη η Κυβέρνηση να αλλάξει, τουλάχιστον από εδώ και μπρος, αυτό το μείγμα.

Οι καιροί δεν προσφέρονται για κομματικές εμπάθειες και αυτάρεσκες και αλαζονικές συμπεριφορές».

Δήλωση για το Ακολουθούμενο Μείγμα Οικονομικής Πολιτικής

Ο Αναπληρωτής Υπεύθυνος του Τομέα Πολιτικής Ευθύνης Οικονομίας της Νέας Δημοκρατίας, βουλευτής Φθιώτιδας, κ. Χρήστος Σταϊκούρας σχετικά με το ακολουθούμενο μείγμα οικονομικής πολιτικής, έκανε την ακόλουθη δήλωση:

 

«Η Νέα Δημοκρατία υποστήριξε, από την πρώτη στιγμή, πως το μείγμα οικονομικής πολιτικής για τη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος θα πρέπει να εδράζεται στη διάκριση στα βασικά συστατικά του:

Στο «διαρθρωτικό» έλλειμμα, το οποίο είναι αποτέλεσμα των χρόνιων αδυναμιών και αγκυλώσεων της οικονομίας, και στο «κυκλικό» έλλειμμα, το οποίο είναι συνέπεια των επιπτώσεων  του οικονομικού κύκλου.

Αυτή τη διάκριση αποτυπώνουν και πρόσφατες μελέτες, όπως είναι αυτές του ΚΕΠΕ (Οικονομικές Εξελίξεις, Μάιος 2010) και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (Μηνιαίο Δελτίο, Ιούλιος 2010).

Ενδεικτικά, ο διαχωρισμός αυτός παρουσιάζεται και στο ακόλουθο διάγραμμα της ΕΚΤ, το οποίο και ενσωμάτωσε πρόσφατα σε Ομιλία του ο πρώην Αντιπρόεδρος της ΕΚΤ και Σύμβουλος του κ. Πρωθυπουργού κ. Παπαδήμος.

Διάγραμμα στο οποίο και καταγράφεται η μεγάλη διόγκωση των ελλειμμάτων σε όλη την Ευρωζώνη, κατά την περίοδο 2007-2009.

Αυτός ο διαχωρισμός του ελλείμματος είναι σημαντικός, διότι απαιτεί διαφορετικό τρόπο αντιμετώπισης των συστατικών του.

Απαιτεί ένα μείγμα οικονομικής πολιτικής που, από τη μία πλευρά, θα περιλαμβάνει τις αναγκαίες, συσταλτικές, πολιτικές δημοσιονομικής προσαρμογής, προκειμένου να συρρικνωθεί το «διαρθρωτικό» έλλειμμα και, από την άλλη, θα περικλείει αντισταθμιστικά μέτρα, μηδενικού ή ελαχίστου δημοσιονομικού κόστους, τόνωσης της αγοράς ώστε να αντιμετωπισθεί το «κυκλικό» έλλειμμα.

Ένα άλλο, ρεαλιστικό, μείγμα για την έξοδο της χώρας από το «Μνημόνιο» και την κρίση, το οποίο έγκαιρα και αναλυτικά έχει παρουσιάσει στους πολίτες η Νέα Δημοκρατία.

Μείγμα, το οποίο η Κυβέρνηση αφού αρχικά το αγνόησε, στη συνέχεια το διαστρέβλωσε, και σήμερα δείχνει να μην το κατανοεί.

Μείγμα, όμως, που δίνει ελπίδα στους πολίτες και προοπτική στην οικονομία.»

Δήλωση για την Πορεία Εκτέλεσης του Προϋπολογισμού το Πρώτο Δεκάμηνο

Ο Αναπληρωτής Υπεύθυνος του Τομέα Πολιτικής Ευθύνης Οικονομίας της Νέας Δημοκρατίας, βουλευτής Φθιώτιδας, κ. Χρήστος Σταϊκούρας, έκανε την ακόλουθη δήλωση, σχετικά με την πορεία εκτέλεσης του Προϋπολογισμού το πρώτο δεκάμηνο του 2010:

 

«Τα προσωρινά στοιχεία εκτέλεσης του Προϋπολογισμού, κατά το πρώτο δεκάμηνο του έτους, λίγες μόλις ημέρες πριν το δεύτερο γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών, επιβεβαιώνουν την αναγκαιότητα αλλαγής του ασκούμενου μείγματος οικονομικής πολιτικής.

Έτσι, παρά τις αναθεωρήσεις των στόχων του «Μνημονίου» και τις συνεχείς λογιστικές ακροβασίες για την κάλυψη των δημοσιονομικών αστοχιών, η απόκλιση από τους στόχους που έχουν τεθεί για την ενίσχυση των εσόδων και τη μείωση του ελλείμματος συνεχίζεται και διευρύνεται.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, για το πρώτο δεκάμηνο του 2010:

 

1ον. Η υστέρηση εσόδων έναντι των στόχων συνεχίζεται.

Τα καθαρά έσοδα του Τακτικού Προϋπολογισμού αυξήθηκαν μόλις κατά 3,7%, το πρώτο  δεκάμηνο του έτους σε σχέση με πέρυσι, έναντι αναθεωρημένου στόχου για ετήσια αύξηση κατά 8,7% (ο στόχος του «Μνημονίου» ήταν για αύξηση 13,7%).

Η υστέρηση αυτή προσεγγίζει τα 2 δισ. ευρώ, ακόμη και μετά την αναθεώρηση των στόχων.

Μάλιστα, η επίτευξη ακόμη και του αναθεωρημένου στόχου, μετά και τη δημοσιοποίηση των στοιχείων του Οκτωβρίου, καθίσταται μη ρεαλιστική, αφού το μηναίο, κατά μέσο όρο, ύψος των εσόδων θα πρέπει να διαμορφωθεί στα 5,8 δισ. ευρώ για τους τελευταίους δύο μήνες του έτους, όταν το μέσο μηνιαίο ύψος εσόδων των πρώτων δέκα μηνών ανήλθε στα 4,1 δισ. ευρώ.

 

2ον. Οι επιστροφές φόρων προς τις επιχειρήσεις, κυρίως τις εξαγωγικές, εμφανίζονται μειωμένες κατά 8,8% το πρώτο δεκάμηνο του έτους σε σχέση με πέρυσι (έναντι ετήσιου στόχου για αύξηση κατά 3%).

Μάλιστα, το μήνα Οκτώβριο οι επιστροφές φόρων είναι μειωμένες κατά 28,7% σε σύγκριση με τον ίδιο μήνα του 2009.

Η τακτική αυτή της Κυβέρνησης, σε συνδυασμό με το διευρυνόμενο φαινόμενο καθυστερήσεων στις πληρωμές του Δημοσίου προς διάφορους προμηθευτές, επιβαρύνει ακόμα περισσότερο την ήδη συρρικνωμένη ρευστότητα του ιδιωτικού τομέα, διογκώνοντας τα «λουκέτα» στην αγορά.

 

3ον. Οι δαπάνες, αν και εμφανίζονται μειωμένες σε σχέση με πέρυσι κατά 7% λόγω, κυρίως, της οριζόντιας περιοριστικής εισοδηματικής πολιτικής και της συρρίκνωσης των προγραμμάτων κοινωνικής προστασίας, υπολείπονται του ετήσιου στόχου για μείωση κατά 7,8%, καταδεικνύοντας, έτσι, την αδυναμία της Κυβέρνησης να περιορίσει τη σπατάλη του Δημόσιου Τομέα.

Μάλιστα, ακόμη και αυτή η μείωση, στηρίζεται στη μικρότερη, έναντι των προϋπολογισθέντων, αύξηση των τόκων (αύξηση κατά 5,5%, έναντι ετήσιου προγραμματισμού για αύξηση 7,2%).

 

4ον. Η συρρίκνωση των δαπανών για δημόσιες επενδύσεις συνεχίζεται.

Οι δαπάνες του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) είναι μειωμένες κατά 24,6% το πρώτο δεκάμηνο του έτους σε σχέση με πέρυσι, δηλαδή συρρικνωμένες κατά, περίπου, 2 δισ. ευρώ.

Καθίσταται προφανές, λοιπόν, πως η αναπτυξιακή δυναμική του ΠΔΕ θυσιάζεται από την Κυβέρνηση με στόχο το αντιστάθμισμα της υστέρησης των εσόδων και την κάλυψη των αστοχιών στην εκτέλεση του Προϋπολογισμού, βυθίζοντας ακόμα περισσότερο την αγορά στην ύφεση και συρρικνώνοντας τις προοπτικές ανάταξης της Ελληνικής οικονομίας.

Και σε αυτή την περίπτωση, η επίτευξη του αναθεωρημένου στόχου για μείωση των δαπανών κατά 6,1%, καθίσταται μη ρεαλιστική, αφού το μηνιαίο, κατά μέσο όρο, ύψος των δαπανών του ΠΔΕ θα πρέπει να διαμορφωθεί περίπου στο 1,5 δισ. ευρώ για τους τελευταίους δύο μήνες του έτους, όταν το μέσο μηνιαίο ύψος δαπανών των πρώτων δέκα μηνών ανήλθε στα 600 εκατ. ευρώ.

 

5ον. Ωστόσο, το εύρος της αναποτελεσματικότητας του ακολουθούμενου μείγματος οικονομικής πολιτικής είναι τόσο μεγάλο, που δεν μπορεί να αντισταθμιστεί και να καλυφθεί με λογιστικές ακροβασίες και με πολιτικές πρακτικές επιζήμιες για την Οικονομία.

Αναποτελεσματικότητα που αποτυπώνεται, με τον πλέον εμφανή τρόπο, στη διευρυνόμενη απόκλιση – για τρίτο συνεχή μήνα – από το στόχο για το δημοσιονομικό έλλειμμα.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία του δεκαμήνου του έτους, επιτυγχάνεται λογιστική μείωση του ελλείμματος κατά 29,9% έναντι ετήσιου στόχου για μείωση κατά 36,9% (το εξάμηνο η μείωση ήταν 45,4%, το επτάμηνο 39,7%, το οκτάμηνο 32,3%, το εννεάμηνο 30,9%).

Αναποτελεσματικότητα που οδήγησε, πριν από ένα μήνα, την Κυβέρνηση, στη λήψη νέων μέτρων και σε περαιτέρω περικοπές σε σχέση με αυτές που προβλέπονται στο “Μνημόνιο”, ύψους περίπου 3,4 δισ. ευρώ για το τρέχον έτος.

Αναποτελεσματικότητα που επιβεβαιώνεται από την επικείμενη λήψη και άλλων νέων, πρόσθετων έναντι του «Μνημονίου», μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής, καθώς σύμφωνα και με πρόσφατη δήλωση του Επικεφαλής του Eurogroup κ. Γιούνκερ αυτά είναι αναγκαία, ώστε να διασφαλιστεί η επίτευξη των στόχων για το 2011.

 

Η Νέα Δημοκρατία, από την πρώτη στιγμή, κατέδειξε – και συνεχίζει να υπογραμμίζει – την αναποτελεσματικότητα του ακολουθούμενου μείγματος οικονομικής πολιτικής.

Κατέθεσε, μάλιστα, ένα εναλλακτικό, ολοκληρωμένο και κοστολογημένο, μείγμα οικονομικής πολιτικής που θα βγάλει ταχύτερα τη χώρα από την κρίση.

Μία πρόταση αλλαγής της οικονομικής πολιτικής, που βασίζεται στο συγκερασμό της αναγκαίας δημοσιονομικής προσαρμογής και της αναπτυξιακής πολιτικής, ώστε να απεγκλωβιστεί η οικονομία και η κοινωνία από τον ανατροφοδοτούμενο φαύλο κύκλο της ύφεσης, στον οποίο μας βυθίζει η οικονομική πολιτική της Κυβέρνησης.

Αυτό το μήνυμα αλλαγής του μείγματος της οικονομικής πολιτικής έστειλαν οι πολίτες προς την Κυβέρνηση με την ψήφο τους στον πρώτο γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών.

Και αυτό το μήνυμα θα είναι πιο ισχυρό και κρυστάλλινο στο δεύτερο γύρο των εκλογών».

Άρθρο στο Eklogika.gr – “Τα μηνύματα των αυτοδιοικητικών εκλογών”

Η Νέα Δημοκρατία σταθερά θεωρεί ότι οι περιφερειακές και δημοτικές εκλογές έχουν δύο διαστάσεις: την αυτοδιοικητική και την πολιτική.

 

Η αυτοδιοικητική διάσταση σχετίζεται με το θεσμό και με τα πρόσωπα. Θεσμό καινούργιο, όπως είναι ο «Καλλικράτης», που περιλαμβάνει όμως μεγάλους ρόλους με μικρές εξουσίες, δίνει αρμοδιότητες χωρίς εξουσίες και αποδίδει κάποιες εξουσίες χωρίς πόρους. Και πρόσωπα των οποίων οι θέσεις και οι ιδέες θα ανταποκρίνονται στις αγωνίες των τοπικών κοινωνιών.Θα εκφράζουν ανησυχίες και θα αναδεικνύουν τις ελπίδες της κοινωνίας για την πορεία της χώρας και της οικονομίας.

 

Η πολιτική διάσταση σχετίζεται με την εφαρμοζόμενη οικονομική πολιτική. Είναι προφανές ότι στην παρούσα οικονομική και κοινωνική συγκυρία, η πολιτική διάσταση υπερισχύει της αυτοδιοικητικής. Και αυτή την πραγματικότητα ανέδειξε, σταθερά και αταλάντευτα, από την πρώτη στιγμή, η Νέα Δημοκρατία. Αντίθετα η Κυβέρνηση, αρχικά μίλησε για δημοψήφισμα ως προς το θεσμό, στη συνέχεια έδωσε στις αυτοδιοικητικές εκλογές χαρακτήρα ψήφου εμπιστοσύνης, και σήμερα, ενόψει του δευτέρου γύρου των εκλογών, επιστρέφει στον αυτοδιοικητικό χαρακτήρα των εκλογών.

 

Οι παλινωδίες αυτές αποτελούν δείγμα πανικού, έλλειψης πολιτικής αυτοπεποίθησης και φόβου για το αποτέλεσμα των εκλογών. Εκλογές που στον πρώτο γύρο περιείχαν σημαντικά πολιτικά μηνύματα, τα οποία θα πρέπει να λαμβάνονται, να αναλύονται, να μελετώνται και να αξιολογούνται από τους αποδέκτες τους με τη δέουσα σοβαρότητα και υπευθυνότητα.

 

Το πρώτο μήνυμα, προς το πολιτικό σύστημα, σχετίζεται με τη μεγάλη αποχή των πολιτών από την εκλογική διαδικασία, η οποία στον πρώτο γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών κυμάνθηκε στο 40%. Το μήνυμα αυτό, μάλιστα, γίνεται ακόμη πιο ευκρινές αν προσθέσουμε τον αριθμό των λευκών και άκυρων ψηφοδελτίων που υπερέβησαν αθροιστικά το 9%. Πρόκειται, κατά βάση, για συνειδητή επιλογή αφού επαναλαμβάνεται στις τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις, έκφραση απογοήτευσης και δυσαρέσκειας, διαμαρτυρίας και αποδοκιμασίας. Έκφραση, όμως, και απροθυμίας μιας σημαντικής μερίδας του εκλογικού σώματος να υποκύψει στο εκβιαστικό και θολό εκλογικό δίλημμα του κ. Πρωθυπουργού.

 

Το δεύτερο μήνυμα, προς την Κυβέρνηση, σχετίζεται με τη σημαντική υποχώρηση της απήχησης του ΠΑ.ΣΟ.Κ. στο εκλογικό σώμα, τόσο σε ποσοστά όσο και σε ψήφους. Μήνυμα που γίνεται πιο ισχυρό λόγω του δημοψηφισματικού χαρακτήρα που προσέδωσε η Κυβέρνηση στην εκλογική διαδικασία. Η επιλογή της, όμως, αυτή δεν δικαιώθηκε. Οι ψηφοφόροι που ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμά της ήταν κατά 1.100.000 λιγότεροι από τους αντίστοιχους των εθνικών εκλογών του 2009. Παράλληλα, οι υποψήφιοι που στήριξε το ΠΑ.ΣΟ.Κ., σε περιφερειακό επίπεδο, επικράτησαν από τον πρώτο γύρω σε 2 περιφέρειες και προηγούνται σε 5 (σε 2 περιπτώσεις οριακά), ενώ πριν από ένα χρόνο το ΠΑ.ΣΟ.Κ. προηγούνταν και στις 13 περιφέρειες της χώρας. Επίσης, το ποσοστό που αντιστοιχεί στους υποψηφίους που στηρίχθηκαν σε περιφερειακό επίπεδο από το ΠΑΣΟΚ (34,6%) υπολείπεται περίπου κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες του αντιστοίχου των εθνικών εκλογών του 2009. Ουσιαστικά, λοιπόν, οι πολίτες έστειλαν στην Κυβέρνηση μήνυμα καταδίκης του πολιτικού εκβιασμού, μήνυμα αποδοκιμασίας και απόρριψης της οικονομικής πολιτικής της. Ζήτησαν αλλαγή του μίγματος οικονομικής πολιτικής, που να συνδυάζει μέτρα για την εξυγίανση των δημοσιονομικών της χώρας με μέτρα για την ανάπτυξη, τα οποία δεν έχουν ληφθεί και πρέπει να ληφθούν άμεσα.

 

Το τρίτο μήνυμα, προς τη Νέα Δημοκρατία, σχετίζεται με τη μείωση της διαφοράς από το ΠΑ.ΣΟ.Κ. και με τις θετικές επιδόσεις της σε περιφερειακό και δημοτικό επίπεδο. Συγκεκριμένα, η διαφορά μεταξύ ΠΑ.ΣΟ.Κ. και Νέας Δημοκρατίας, από τις 10,5 ποσοστιαίες μονάδες που ήταν τον Οκτώβριο του 2009, διαμορφώνεται, 12 μήνες αργότερα, περίπου στις 2 ποσοστιαίες μονάδες. Η Νέα Δημοκρατία προηγείται στον πρώτο γύρο των αυτοδιοικητικών εκλογών στις 6 από τις 13 περιφέρειες της χώρας, όταν πριν από ένα χρόνο υπολείπονταν σε όλες τις περιφέρειες, και μάλιστα στις 8 από αυτές με διψήφια ποσοστά. Προηγείται σε 33 Νομούς της χώρας, έναντι μόλις 6 στις εθνικές εκλογές του 2009. Αυτά τα στοιχεία συγκροτούν μία εικόνα ικανοποίησης για τη Νέα Δημοκρατία. Δημιουργούν κλίμα πολιτικής ανάκαμψης και διαμορφώνουν προοπτική δημιουργίας μιας πλατιάς κοινωνικής συμμαχίας με στόχο μια νέα πορεία για τον τόπο. Όμως, οφείλει συνεχώς να βελτιώνεται. Απαιτείται να καταβάλλει ακόμα μεγαλύτερη προσπάθεια προκειμένου να ισχυροποιήσει τους δεσμούς της με ευρύτερα κοινωνικά στρώματα, να ανταποκριθεί στις προσδοκίες των πολιτών και στις προκλήσεις των καιρών.

 

Τα πολιτικά μηνύματα, συνεπώς, της κάλπης των αυτοδιοικητικών εκλογών είναι σημαντικά, ευκρινή, ηχηρά και σε πολλές διαφορετικές κατευθύνσεις. Είναι ιδιαίτερα δυνατά και αυστηρά προς την Κυβέρνηση. Και θα επαναληφθούν με πιο εμφατικό τρόπο στον επόμενο γύρο των εκλογών, την επόμενη Κυριακή. Ώστε να μην υπάρξει καμία δυνατότητα αμφισβήτησής τους από την Κυβέρνηση. Κυβέρνηση η οποία, όπως φάνηκε από τις δηλώσεις του κ. Πρωθυπουργού, δεν τα έλαβε.

Δήλωση για τη σημερινή δημοπρασία Εντόκων Γραμματίων

Ο Αναπληρωτής Υπεύθυνος του Τομέα Πολιτικής Ευθύνης Οικονομίας της Νέας Δημοκρατίας, Βουλευτής Φθιώτιδας, κ. Χρήστος Σταϊκούρας, για τη σημερινή δημοπρασία Εντόκων Γραμματίων, έκανε την ακόλουθη δήλωση:

 

«Η απόδοση της σημερινής δημοπρασίας αποτυπώνει το τεράστιο κόστος που είχαν για την χώρα και την Οικονομία της τα θολά και εκβιαστικά εκλογικά διλήμματα του κ. Πρωθυπουργού και οι άστοχες αναφορές του κ. Πάγκαλου περί ’’αναδιάρθρωσης του χρέους’’.

Ειδικότερα, η σημερινή απόδοση των Εντόκων Γραμματίων 26 Εβδομάδων ανήλθε στο 4,82%, η οποία είναι υψηλότερη της αντίστοιχης έκδοσης του Οκτωβρίου (4,54%) και της τελευταίας πριν την προσφυγή στο Μηχανισμό Στήριξης (4,55%), και σημαντικά υψηλότερη αυτής στις αρχές του έτους (1,38%), και της αντίστοιχης του Οκτωβρίου του 2009 (0,59%).

Υψηλό κόστος δανεισμού, απόρροια πράξεων και παραλείψεων της Κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, που κάνει ακόμη πιο επώδυνες τις προσπάθειες της Ελληνικής κοινωνίας για έξοδο από την κρίση».

Δήλωση σχετικά με τις χθεσινές δηλώσεις του επικεφαλής του Eurogroup κ. Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ

Ο Αναπληρωτής Υπεύθυνος του Τομέα Πολιτικής Ευθύνης Οικονομίας της Νέας Δημοκρατίας, Βουλευτής Φθιώτιδας, κ. Χρήστος Σταϊκούρας, μετά τις χθεσινές δηλώσεις του επικεφαλής του Eurogroup κ. Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, έκανε την ακόλουθη δήλωση:

 

«Η Νέα Δημοκρατία υποστήριξε, όλο το τελευταίο διάστημα, ότι η ανακοίνωση των νέων, επώδυνων, μέτρων για τη χώρα μετατίθεται για μετά τη διεξαγωγή των αυτοδιοικητικών εκλογών, για καθαρά μικροκομματικές σκοπιμότητες.

Και πριν ακόμη περάσουν 24 ώρες από την ολοκλήρωση του πρώτου γύρου των εκλογών, αυτή η εκτίμηση επαληθεύεται.

Συγκεκριμένα, ο επικεφαλής του Eurogroup κ. Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ δήλωσε ότι είναι αναγκαία πρόσθετα µέτρα λιτότητας για τη χώρα, ώστε να διασφαλιστεί η επίτευξη των στόχων για το 2011, κυρίως λόγω της μεγάλης ύφεσης εφέτος, της αναθεώρησης του ελλείμματος και της υστέρησης των εσόδων.

Ο κ. Γιούνκερ επιβεβαίωσε αυτό που επιμελώς αποκρύπτονταν όλες αυτές τις ημέρες.

Επιβεβαίωσε αυτό που, με εκβιαστικά και θολά διλήμματα, διλήμματα επιζήμια για τη σταθερότητα της χώρας, προσπάθησε να καλύψει η κυβέρνηση.

Οι πολίτες, συνεπώς, έχουν και άλλους, πρόσθετους, λόγους να επιβεβαιώσουν και να ενισχύσουν το μήνυμά τους για αλλαγή του μείγματος της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής της Κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ.

Μήνυμα που φαίνεται ότι δεν αντελήφθη ο κ. Πρωθυπουργός την πρώτη Κυριακή».

Δήλωση για τις Επικοινωνιακές Αστοχίες της Κυβέρνησης

Ο Αναπληρωτής Υπεύθυνος του Τομέα Πολιτικής Ευθύνης Οικονομίας της Νέας Δημοκρατίας, Βουλευτής Φθιώτιδας, κ. Χρήστος Σταϊκούρας έκανε την ακόλουθη δήλωση:

«Η ηγετική ομάδα της κυβέρνησης, συνεχίζοντας την προσφιλή τακτική της, με τις τοποθετήσεις των τελευταίων ημερών, αποδεικνύει ότι θυσιάζει τις επώδυνες προσπάθειες της Ελληνικής κοινωνίας για έξοδο από την κρίση, στην κομματική σκοπιμότητα.

Ο κ. Παπανδρέου, θέτοντας -ενόψει των αυτοδιοικητικών εκλογών- εντός και εκτός της χώρας, θολά και εκβιαστικά διλήμματα, και στη συνέχεια ο κ. Πάγκαλος, δηλώνοντας ως πιθανή την οικειοθελή αναδιάρθρωση του χρέους, έστειλαν αρνητικά μηνύματα στις αγορές, ενίσχυσαν τον κίνδυνο χώρας και εκτόξευσαν το κόστος δανεισμού.

Έτσι, τα spreads υπερέβησαν τις 900 μονάδες βάσης, από τις 650 που είχαν πριν από τις σχετικές τοποθετήσεις.

Για άλλη μία φορά, αποδεικνύεται ότι το «να γεμίζεις πιστόλια» με άσφαιρα πυρά δεν είναι αποτελεσματική πολιτική.

Αυτοί οι πολιτικοί χειρισμοί, πέραν της έλλειψης πολιτικής αυτοπεποίθησης και του φόβου που περικλείουν για το εκλογικό αποτέλεσμα των αυτοδιοικητικών εκλογών, αποδεικνύονται και αποσταθεροποιητικοί για την οικονομία και την κοινωνία.

Όμως, οι πολίτες δεν εκφοβίζονται και δεν εκβιάζονται.

Στις εκλογές θα στείλουν ηχηρό και ξεκάθαρο μήνυμα.

Μήνυμα αλλαγής του μείγματος της ακολουθούμενης οικονομικής πολιτικής.

Μήνυμα Ελπίδας και Προοπτικής».

Δήλωση σχετικά με το χθεσινό Δελτίο Τύπου του Πανελλήνιου Συλλόγου Υπαλλήλων της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας

Ο Αναπληρωτής Υπεύθυνος του Τομέα Πολιτικής Ευθύνης Οικονομίας της Νέας Δημοκρατίας, Βουλευτής Φθιώτιδας, κ. Χρήστος Σταϊκούρας έκανε την ακόλουθη δήλωση, σχετικά με το χθεσινό Δελτίο Τύπου του Πανελλήνιου Συλλόγου Υπαλλήλων της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας:

 

«Το χθεσινό Δελτίο Τύπου του Πανελλήνιου Συλλόγου Υπαλλήλων της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας δημιουργεί προβληματισμούς και εγείρει ερωτήματα. Προβληματισμούς και ερωτήματα σχετικά με πιθανές δυσλειτουργίες της ΕΛ.ΣΤΑΤ., όπως είναι:

  • Η μη έκδοση, ακόμα, από την Αρχή, του Κανονισμού Λειτουργίας και Διαχείρισης, αλλά και του Κανονισμού Στατιστικών Υποχρεώσεων, ενώ παράλληλα διαρκώς εκδίδονται νέα στατιστικά στοιχεία.
  • Οι ενδείξεις για ενδεχόμενη μεταβολή του νομοθετικού πλαισίου της λειτουργίας της ΕΛ.ΣΤΑΤ. προς ένα απολύτως συγκεντρωτικό πρότυπο.
  • Η μη μέριμνα της ΕΛ.ΣΤΑΤ. να προβεί στις απαραίτητες διευκρινίσεις και ανακοινώσεις, ούτως ώστε να μην δίνεται πρόσφορο έδαφος σε πρόωρες αλλά και ενδεχομένως επιζήμιες φημολογίες, εικασίες και ατεκμηρίωτες εκτιμήσεις.
  • Η απουσία παρουσίασης και ελέγχου των στατιστικών στοιχείων από όλα τα μέλη του συλλογικού οργάνου της Αρχής πριν την επίσημη παροχή των στοιχείων αυτών από την ΕΛ.ΣΤΑΤ.

Απαιτούνται, συνεπώς, απαντήσεις και διευκρινίσεις από τους αρμόδιους φορείς στις ανησυχίες και στους προβληματισμούς του Συλλόγου για τη λειτουργία της ΕΛ.ΣΤΑΤ.

Απαιτούνται, λοιπόν, απαντήσεις άμεσα και όχι μετά την 15η Νοεμβρίου».

Κοινή Ερώτηση για τη διαδικασία ίδρυσης ΤΕΜΠΜΕ αγροτών

Η πρόσφατη έγγραφη διαβεβαίωση του Επιτρόπου Αγροτικής Ανάπτυξης κ. Ciolos για τη μη υποβολή ελληνικού αιτήματος συγχρηματοδότησης του ΤΕΜΠΜΕ αγροτών προς την Ε.Ε., αποδεικνύει για ακόμα μία φορά, την ασυνέπεια εξαγγελιών και πράξεων της σημερινής Κυβέρνησης προς τους έλληνες αγρότες.

Από τον Ιούλιο του 2010 το ΥΠΑΑ&Τ στα πλαίσια της “Νέας Στρατηγικής Αγροτικής Ανάπτυξης: έργα και δράσεις 2010-2011”, ανακοίνωσε τη δημιουργία ΤΕΜΠΜΕ αγροτών. Πάρα τις διαβεβαιώσεις για την έγκριση του από τον περασμένο Ιούλιο και ενεργοποίησή του κατά το Σεπτέμβριο μήνα του 2010, αποκαλύπτεται ότι ουδεμία πρωτοβουλία αναλήφθηκε προς την κατεύθυνση αυτή.

Βάσει του άρθρου 19 του Κανονισμού 1698/2005 της Ε.Ε. για την Αγροτική Ανάπτυξη, τα κράτη μέλη έχουν αρμοδιότητα να προτείνουν το περιεχόμενο των μέτρων αγροτικής ανάπτυξης που αφορούν την στήριξη των προγραμμάτων από το “FEDER“. Παρόλο που στο πλαίσιο των μέτρων υπήρχε η δυνατότητα να συμπεριληφθεί η ίδρυση του ΤΕΜΠΜΕ αγροτών, δυστυχώς, καμία αίτηση τροποποίησης δεν υποβλήθηκε για την μεταρρύθμιση του προγράμματος, από τις ελληνικές αρχές στην Γενική Διεύθυνση Γεωργίας.

Επειδή οι επιπτώσεις  της οικονομικής κρίσης στην πραγματική οικονομία και στον πρωτογενή τομέα στραγγαλίζουν τους ήδη εξασθενημένους οικονομικά αγρότες,

Επειδή η απόκτηση κεφαλαίων για επενδύσεις από τους έλληνες αγρότες είναι  ιδιαίτερα δύσκολη διαδικασία στην παρούσα συγκυρία,

Επειδή η εξεύρεση επενδυτικών κεφαλαίων για μικρές ή πολύ μικρές αγροτικές επιχειρήσεις μπορεί να συμβάλλει καθοριστικά στην ανάκαμψη της οικονομίας μας  

Επειδή  το ΤΕΜΠΜΕ από την αρχή της λειτουργίας του στηρίζει το δανεισμό  κεφαλαίων κίνησης και επενδύσεων των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων,

Επειδή η ίδρυση ΤΕΜΠΜΕ αγροτών αποτέλεσε εξαγγελία και υπόσχεση της Κυβέρνησης, ενώ η λειτουργία του εν λόγο ταμείου αναμένεται να ανακουφίσει σημαντικά τις αγροτικές επιχειρήσεις,

Επειδή είναι δεδομένη η διάθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να συμβάλλει στη χρηματοδότηση του ΤΕΜΠΜΕ αγροτών,

 

Ερωτάται ο κ. Υπουργός:

  1. Σε ποιο στάδιο βρίσκεται η διαδικασία ίδρυσης του ΤΕΜΠΜΕ αγροτών;
  2. Για ποιο λόγο η πολιτική ηγεσία του υπουργείου ψευδώς διαβεβαιώνει την από τον Ιούλιο έγκριση του εγχειρήματος;
  3. Τι προτίθεται να κάνει, προκειμένου να ξεπεραστούν τα προβλήματα και να επισπευστεί η διαδικασία;

Ομιλία στο Σεμινάριο της ΔΑΠ-ΝΔΦΚ Πανεπιστημίου Πειραιά με θέμα “Ανάταξη και Ανάπτυξη Ελληνικής Οικονομίας”

Φίλες και φίλοι,

Θα ήθελα να ευχαριστήσω τη ΔΑΠ – ΝΔΦΚ του Πανεπιστημίου Πειραιά για την πρόσκληση που μου απηύθυνε να παραστώ στο σημερινό Σεμινάριο και να καταθέσω ορισμένες σκέψεις για την πορεία της Ελληνικής Οικονομίας και τις προτάσεις της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης ώστε η χώρα, όχι μόνο να απεμπλακεί από τους όρους του «Μνημονίου», αλλά να βγει, όσο γίνεται ταχύτερα, και από την οικονομική κρίση.

Να επανέλθει σε τροχιά ανάπτυξης, αναθεωρώντας όμως το στρεβλό αναπτυξιακό της υπόδειγμα.

Ένα στρεβλό μοντέλο που δεν αξιοποιούσε επαρκώς και αποτελεσματικά τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της εγχώριας οικονομίας.

Που κατανάλωνε περισσότερα απ’ όσα παρήγαγε.

Που κάλυπτε την απουσία ανταγωνιστικότητας της εγχώριας οικονομίας μέσω της αναδιανομής δανεικών, διογκώνοντας και συντηρώντας διαχρονικά σε υψηλά επίπεδα το δημόσιο χρέος.

Φίλες και φίλοι,

Είναι αδιαμφισβήτητο γεγονός πως τα δημοσιονομικά προβλήματα της Ελλάδας είναι χρόνια και έχουν τις ρίζες τους στις προηγούμενες δεκαετίες, όπως, άλλωστε, πρόσφατα δήλωσε και ο Πρόεδρος του Eurogroup.

Τη δεκαετία του 1980, αναπτύχθηκαν έντονες δημοσιονομικές ανισορροπίες και ακολουθήθηκε μια επεκτατική πολιτική με αποτέλεσμα την εκρηκτική διόγκωση του δημοσίου χρέους.

Αυτές οι δημοσιονομικές επιλογές εκείνης της περιόδου επιβάρυναν και επιβαρύνουν, ακόμη και σήμερα, την Ελληνική οικονομία.

Η άνοδος του χρέους της Γενικής Κυβέρνησης, κατά τη διάρκεια αυτής της δεκαετίας, οφειλόταν, κυρίως, στα υψηλά πρωτογενή δημοσιονομικά ελλείμματα.

Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι, σε αυτή τη δεκαετία, το έλλειμμα της Γενικής Κυβέρνησης ήταν, κατά μέσο όρο, 12,9% του Α.Ε.Π., κάτι που ποτέ προηγουμένως δεν είχε συμβεί στην Ελλάδα, για τόσο μεγάλο διάστημα και που, φυσικά, δεν έχει επαναληφθεί έκτοτε.

Αυτά τα τεράστια δημοσιονομικά ελλείμματα οδήγησαν στην έκρηξη του δημοσίου χρέους, από το 23% το 1980 στο 71% το 1990.

Έτσι, ενώ στις αρχές της δεκαετίας, η Ελλάδα ήταν η λιγότερο χρεωμένη χώρα της σημερινής Ευρωζώνης, στο τέλος της, μετά από δύο υποτιμήσεις της δραχμής, μετά από μια διετία ασφυκτικής λιτότητας, και αφού η χώρα απορρόφησε τα Κοινοτικά Μεσογειακά Προγράμματα, βρέθηκε με τριπλάσιο χρέος.

Αυτό, είχε ως αποτέλεσμα οι δαπάνες για τόκους του δημοσίου χρέους να αποκτήσουν τη δική τους δυναμική και να αυξηθούν, από το 2% του Α.Ε.Π. το 1980, στο 10% του ΑΕΠ το 1990 (δεδομένου, μάλιστα, ότι το 1990 ένα μεγάλο μέρος του δημοσίου χρέους ήταν αφανές και μη εξυπηρετούμενο, τα επίσημα στοιχεία υποεκτιμούν το κόστος εξυπηρέτησής του).

Από το 1990, ξεκίνησε μια συστηματική προσπάθεια αντιμετώπισης των ανισορροπιών και στρεβλώσεων της Ελληνικής οικονομίας.

Η Ελλάδα υιοθέτησε ένα πρόγραμμα αντιμετώπισης των δημοσιονομικών ελλειμμάτων με στόχο την ονομαστική σύγκλιση, εγκατέλειψε την πολιτική της συστηματικής διολίσθησης του νομίσματος και έκανε κάποια βήματα απελευθέρωσης της οικονομίας.

Όμως, κατά τη δεκαετία του 1980 είχε σημειωθεί και μια εκρηκτική αύξηση στα χρέη των δημοσίων επιχειρήσεων και οργανισμών και των αγροτικών συνεταιρισμών.

Τα χρέη αυτά εντάχθηκαν στο επίσημο δημόσιο χρέος μεταγενέστερα, στις αρχές της δεκαετίας του 1990.

Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι οι εγγυήσεις του Δημοσίου για δάνεια από ιδιωτικές και δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης ανήλθαν το 1989 στο 32% του Α.Ε.Π.

Τα επόμενα 3 χρόνια, περίπου, οι μισές – από αδυναμία εξυπηρέτησής τους – κατέπεσαν εκτοξεύοντας το χρέος στο 110% του Α.Ε.Π.

Μετά την περίοδο 1990-1993, το ποσοστό του δημοσίου χρέους ως προς το Α.Ε.Π. σταθεροποιήθηκε.

Αφενός, ο κύριος όγκος των «αφανών» χρεών της δεκαετίας του 1980 ενσωματώθηκε στο επίσημο χρέος μέχρι το 1993 και αφετέρου είχαν δημιουργηθεί τα πρώτα πρωτογενή πλεονάσματα (από πρωτογενές έλλειμμα της τάξεως του 5,6% του Α.Ε.Π. το 1989). 

Αυτά, όμως, τα πρωτογενή πλεονάσματα, που είχαν δημιουργηθεί στη δεκαετία της ονομαστικής σύγκλισης, άρχισαν σταδιακά να περιορίζονται, και το 2003 η Ελλάδα είχε και πάλι πρωτογενές έλλειμμα, με αποτέλεσμα τη διεύρυνση των δανειακών αναγκών της Γενικής Κυβέρνησης.

Στη συνέχεια, οι κυβερνήσεις της Νέας Δημοκρατίας, παρόλο που καθυστέρησαν σε ορισμένες περιπτώσεις να προβούν στις απαραίτητες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις (αυτοκριτική) κατάφεραν να μειώσουν το χρέος ως ποσοστό του Α.Ε.Π., μέχρι το ξέσπασμα της διεθνούς κρίσης.

Με το ξέσπασμα της κρίσης τα ελλείμματα πράγματι διευρύνθηκαν, όπως έγινε και στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές οικονομίες.

Συγκεκριμένα, το δημοσιονομικό έλλειμμα και το δημόσιο χρέος των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατά μέσο όρο και πριν την τελευταία αναθεώρηση, αυξήθηκε, κατά 6% του ΑΕΠ και κατά 15% του ΑΕΠ αντιστοίχως την περίοδο 2007 – 2009.

Ωστόσο, φίλες και φίλοι

Η νέα Κυβέρνηση του ΠΑ.ΣΟ.Κ., αφού επί μήνες διαχειρίστηκε, με επικοινωνιακή λογική, το πρόβλημα ελλείμματος και χρέους της Ελληνικής Οικονομίας, πρόβλημα κοινό σε πολλές άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, οδήγησε τη χώρα σε οξύτατη κρίση δανεισμού.

Κρίση δανεισμού, που ήταν αποτέλεσμα συγκεκριμένων κυβερνητικών επιλογών που αποτυπώθηκαν στην πορεία των spreads, τα οποία από τις 130 μ.β. τον Οκτώβριο ξεπέρασαν τις 1000 μ.β. στις αρχές Μαΐου.

Συγκεκριμένων πολιτικών αποφάσεων, καθώς η Κυβέρνηση:

  • «Φούσκωσε», με χρήση «δημιουργικής λογιστικής», το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας για το 2009.
  • Προχώρησε στην υποβολή και ψήφιση Προϋπολογισμού που ήταν κατώτερος των περιστάσεων.
  • Κατέθεσε Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης, το οποίο ενσωμάτωνε, όπως αποδεικνύεται εκ των υστέρων με τα «πακέτα» μέτρων, μη υλοποιήσιμους στόχους.
  • Έστελνε λανθασμένα και αντιφατικά μηνύματα στις αγορές. Αυτές άρχισαν να μας «τιμωρούν» όταν διαπίστωσαν ότι η Κυβέρνηση αναλώνεται σε διακηρύξεις και επιδίδεται σε φλυαρία χωρίς να προωθεί μέτρα για την αντιμετώπιση της κρίσης.
  • Αναφέρονταν απαξιωτικά για τη χώρα, το κύρος και την αξιοπιστία της, με δυσμενείς επιπτώσεις για την δανειοληπτική της ικανότητα.
  • Υπέπεσε σε σωρεία παλινωδιών, δείγμα ελλείμματος πολιτικής αξιοπιστίας.
  • Άργησε να πάρει μέτρα. Αν τα μέτρα είχαν ληφθεί νωρίτερα, θα ήταν πολύ ηπιότερα και ισοδυνάμου οικονομικού αποτελέσματος. Είναι κάτι που υπογράμμισε ο Διοικητής της ΕΚΤ, κ. Τρισέ, τονίζοντας πως η Κυβέρνηση «άργησε πάρα πολύ να αναγνωρίσει την έκταση του προβλήματος και να λάβει τα αναγκαία μέτρα» (15.05.2010).
  • Καθυστέρησε, και κατέθεσε χωρίς ουσιαστική διαβούλευση, κρίσιμα νομοσχέδια, όπως είναι το φορολογικό.
  • Τα μέτρα που έλαβε είναι σκληρά και άδικα. Ενδεικτικά, με τις διαδοχικές αυξήσεις του Ε.Φ.Κ. στην αμόλυβδη βενζίνη η Ελλάδα κατέστη η ακριβότερη χώρα στην Ευρώπη από 20η τον προηγούμενο Οκτώβριο.
  • Το μίγμα των μέτρων είναι οικονομικά αναποτελεσματικό. Ο συνδυασμός της αύξησης της φορολογίας με την περιοριστική εισοδηματική πολιτική «ροκανίζει» τα εισοδήματα, οδηγεί σε βαθιά και παρατεταμένη ύφεση, «στεγνώνει» την αγορά, παραλύει την ψυχολογία της κοινωνίας και ενισχύει τις πληθωριστικές πιέσεις.
  • Το μίγμα των μέτρων ήταν και ελλιπές. Απουσίαζαν και απουσιάζουν οι «αναπτυξιακές ανάσες», τα μέτρα τόνωσης της αγοράς.
  • Θριαμβολογούσε, αδικαιολόγητα, όταν οι Ευρωπαϊκές αποφάσεις θα έπρεπε να αποτιμώνται με νηφαλιότητα, περισυλλογή και περίσκεψη.

Έτσι, λοιπόν, η ηγεσία της Κυβέρνησης έχασε τον έλεγχο των εξελίξεων και πυροδότησε μία κρίση δανεισμού που οδήγησε τη χώρα στο «Μηχανισμό Στήριξης».

Φίλες και Φίλοι,

Σε μία κατάσταση όπως η τρέχουσα για την οικονομία, το κράτος, λαμβάνοντας υπόψη και τις χρόνιες εγχώριες δημοσιονομικές ανισορροπίες και διαρθρωτικές αδυναμίες, τη διεθνή χρηματοπιστωτική κρίση και την κρίση δανεισμού της χώρας, οφείλει να παρεμβαίνει και να δημιουργεί τόσο βραχυπρόθεσμα, όσο και μεσοπρόθεσμα, συνθήκες και προϋποθέσεις για οικονομική ανάπτυξη.

Βραχυπρόθεσμα, μέσα από ένα πλέγμα συσταλτικών δημοσιονομικών παρεμβάσεων, διαρθρωτικών αλλαγών και χρηματοπιστωτικών πρωτοβουλιών, προκειμένου να επιτευχθεί η αναγκαία βιώσιμη δημοσιονομική προσαρμογή και η ανάταξη της Οικονομίας.

Η Νέα Δημοκρατία, ως Αξιωματική Αντιπολίτευση, έχει στηρίξει τέτοιες διαρθρωτικές και χρηματοπιστωτικές πρωτοβουλίες.

Στήριξε χρηματοπιστωτικά μέτρα για τη διαφύλαξη της σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος (όπως είναι η δημιουργία του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και η ενίσχυση της ρευστότητας των τραπεζών).

Στήριξε διαρθρωτικά μέτρα για τη βιώσιμη διόρθωση των δημοσίων οικονομικών (όπως είναι η δημιουργία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής και η δημιουργία νέου συστήματος δημοσιονομικής διαχείρισης).

Στήριξε διαρθρωτικά μέτρα για την απελευθέρωση δυνάμεων και πόρων στην Οικονομία (όπως είναι η απελευθέρωση του κλάδου των μεταφορών και η αναδιάρθρωση του ΟΣΕ).

Όμως, διαφώνησε και διαφωνεί με το μείγμα της ακολουθούμενης δημοσιονομικής πολιτικής.

Δεν διαφωνεί απλώς, αλλά έχει καταθέσει και συγκεκριμένη εναλλακτική πρόταση, την οποία και διαρκώς εξειδικεύει (Φεβρουάριο, Ιούλιο και Σεπτέμβριο).

Πρόταση που είναι ρεαλιστική και κοστολογημένη.

Πρόταση συμβατή με την ελληνική πραγματικότητα, που εδράζεται στην οικονομική επιστήμη και την ιστορική εμπειρία (βλέπετε σχετικές μελέτες ΚΕΠΕ και Ευρωπαϊκής Επιτροπής).

Πρόταση που βασίζεται στο διαχωρισμό του ελλείμματος σε «διαρθρωτικό» και «κυκλικό».

Διαρθρωτικό έλλειμμα που αντιμετωπίζεται με περιοριστική δημοσιονομική πολιτική, όχι, όμως, αυτής της έντασης και έκτασης.

Και κυκλικό έλλειμμα που αντιμετωπίζεται με αντισταθμιστικά μέτρα τόνωσης της αγοράς.

Αντισταθμιστικά μέτρα που έχουν μηδενικό ή ελάχιστο δημοσιονομικό κόστος αλλά δημιουργούν ανάκαμψη της οικονομίας, δίνουν ώθηση στην οικονομική δραστηριότητα και επιτρέπουν να αυξηθούν τα έσοδα του κράτους.

Αντισταθμιστικά μέτρα, όπως η εμπροσθοβαρής αξιοποίηση κοινοτικών κονδυλίων, η επιτάχυνση έργων παραχώρησης και ΣΔΙΤ, η αναβάθμιση του θερμοδυναμικού αποθέματος κατοικιών, η ενοποίηση των εισπρακτικών μηχανισμών του Κράτους, ο συμψηφισμός οφειλών, η επιδότηση στεγαστικού δανείου κ.ά.

Μέτρα, κάποια εκ των οποίων, έστω και με καθυστέρηση ή ημιτελώς η Κυβέρνηση αρχίζει να υλοποιεί.

Το κράτος, όμως, παράλληλα και ταυτόχρονα, οφείλει να διαμορφώνει και τις προοπτικές ανάπτυξης για την χώρα.

Να θέσει τις θεσμικές προϋποθέσεις για την προώθηση μίας ανταγωνιστικής και βιώσιμης οικονομικής διαδικασίας που θα βασίζεται, κυρίως, στις νέες, ενδογενείς, πηγές αειφόρου ανάπτυξης.

Πηγές, όπως είναι:

1. Η Επένδυση στη Γνώση

Ο όρος οικονομία της γνώσης υποδηλώνει μια οικονομία στην οποία η παραγωγή, η συσσώρευση, η διάχυση και η αξιοποίηση της γνώσης διαδραματίζουν βασικό ρόλο στην παραγωγή και τη διανομή του πλούτου.

Βασικός μηχανισμός παραγωγής, συσσώρευσης και διάχυσης του γνωσιακού κεφαλαίου είναι το σύστημα εκπαίδευσης και κατάρτισης.

Μια χώρα για να έχει προοπτική στο νέο παγκόσμιο περιβάλλον, οφείλει να θέτει ως προτεραιότητα και πρώτη επιλογή την επένδυση στη γνώση με την ανάπτυξη ενός ολοκληρωμένου και ποιοτικού συστήματος εκπαίδευσης – κατάρτισης και δια βίου εκπαίδευσης.

Οι όποιες μεταρρυθμίσεις θα πρέπει να επιδιώκουν την αναβάθμιση της παρεχόμενης εκπαίδευσης, τη διεύρυνση των δυνατοτήτων για την επαγγελματική αποκατάσταση των νέων και την υιοθέτηση κινήτρων για τη βελτίωση των εκπαιδευτικών υπηρεσιών.

2. Η Επένδυση στην Έρευνα και Καινοτομία

Τα παραδοσιακά επιχειρηματικά μοντέλα έχουν, πλέον ξεπεραστεί.

Έχει αλλάξει ο τρόπος με τον οποίο οι επιχειρήσεις σε όλο τον κόσμο δημιουργούν νέα προϊόντα και νέες υπηρεσίες, καθιστώντας την καινοτομία βασικό πυλώνα της παραγωγικής και οικονομικής δραστηριότητας.

Η επένδυση στην καινοτομία είναι επένδυση στην πρόοδο, στην ανάπτυξη, στην ανταγωνιστικότητα, η οποία εγγυάται οφέλη για τις επιχειρήσεις, ποιότητα για τους πολίτες, ανάπτυξη για την οικονομία.

Η αξιοποίηση της καινοτομίας στην οικονομία  αποτελεί τρόπο να δημιουργηθεί πλούτος περισσότερος από όσο αναλογικά θα δημιουργούνταν με βάση το συνολικά επενδεδυμένο κεφάλαιο και τη διαθέσιμη εργατική δύναμη.

Προς την κατεύθυνση αυτή δύο είναι οι βασικοί άξονες:

Ο πρώτος άξονας είναι η δημιουργία του κατάλληλου πλαισίου και των απαραίτητων  προϋποθέσεων που ευνοούν και ενισχύουν την ανάπτυξη της καινοτομίας, με αξιολόγηση των κέντρων έρευνας και τεχνολογίας, με τη δημιουργία ζωνών καινοτομίας, με ερευνητικά κέντρα, με τεχνολογικά πάρκα, κ.α.

Και ο δεύτερος άξονας είναι η ενσωμάτωση της έρευνας, της τεχνολογίας και της καινοτομίας στην παραγωγική διαδικασία και η διάχυση των αποτελεσμάτων στην ελληνική οικονομία και κοινωνία, με στήριξη της ανάπτυξης των επιχειρήσεων με υψηλής έντασης γνώση, με την προώθηση στρατηγικών συνεργασιών, κ.ά.

3. Η Επένδυση στην Επιχειρηματικότητα

Θα πρέπει να καταστεί –επιτέλους– σαφές ότι η επιχειρηματικότητα (δηλαδή η ανθρώπινη ικανότητα συνδυασμού των άλλων συντελεστών παραγωγής για την παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών) είναι σημαντική πηγή ανάπτυξης.

Συμβάλλει στη δημιουργία θέσεων εργασίας, στην ενθάρρυνση της οικονομικής δραστηριότητας, στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, στην ανάπτυξη και στην ενίσχυση της οικονομικής και κοινωνικής συνοχής.

Βασικοί άξονες δράσης θα πρέπει να είναι:

α) Η απο-ενοχοποίηση της επιχειρηματικότητας, ώστε να μετατραπεί η νομοθεσία και η λειτουργία του κράτους σε φιλικότητα προς την επιχείρηση, αντιμετωπίζοντας αποτελεσματικά το παραεμπόριο, διασφαλίζοντας την ανταγωνιστική λειτουργία της αγοράς προς όφελος των πολιτών, και απεγκλωβίζοντας την αγορά από το ενδεχόμενο μονιμοποίησης των «έκτακτων εισφορών».

β) Η σταδιακή μείωση των φόρων, με προτεραιότητα στους έμμεσους φόρους, όπως ο ΦΠΑ και ο φόρος στα καύσιμα.

Αλλά και με μείωση των φόρων στο εισόδημα και στα κέρδη, αφού κανείς δεν επενδύει σε μια υπερφορολογημένη χώρα.

γ) Η σταδιακή μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, αφού η Ελλάδα έχει το υψηλότερο ποσοστό μη-μισθολογικού εργοδοτικού κόστους.

Και αυτό δεν επιβαρύνει μόνο τους εργοδότες, αλλά και τους εργαζόμενους, αφού αποθαρρύνει τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας και ενθαρρύνει τη «μαύρη» εργασία.

4. Η Επένδυση σε ένα Ανταγωνιστικό Κράτος

Ένα αποτελεσματικό, σύγχρονο και δίκαιο κράτος, στο πλαίσιο της οικονομίας της αγοράς, μπορεί να αποτελέσει προωθητικό παράγοντα της οικονομικής ανάπτυξης και μιας ουσιαστικής και βιώσιμης κοινωνικής πολιτικής.

Κράτος που θα μεριμνά για τη βέλτιστη λειτουργία του μηχανισμού της αγοράς και την εξασφάλιση της μέγιστης οικονομικής αποτελεσματικότητας, την κοινωνικά δικαιότερη κατανομή του εισοδήματος και του παραγόμενου πλούτου και τη σταθεροποίηση της οικονομίας.

Βέβαια, το μείγμα αγοράς και κράτους μπορεί να ποικίλλει ανάλογα με τις περιστάσεις, τις ανάγκες και τις προτιμήσεις της κοινωνίας, αλλά ορίζεται στον ενδιάμεσο χώρο ανάμεσα στις απόψεις περί ελάχιστου και μέγιστου κράτους.

Η λειτουργία και η δομή του κράτους θα πρέπει να αντανακλά συνεπώς τα αιτήματα της σύγχρονης και ελεύθερης κοινωνίας για οικονομική αποτελεσματικότητα και κοινωνική δικαιοσύνη, ο συνδυασμός των οποίων καταλήγει σε μία μικτή οικονομία που καλύπτεται από τη φιλοσοφία του κοινωνικού φιλελευθερισμού.

Συνεπώς, το ελληνικό κράτος οφείλει να ξεφύγει από τις αγκυλώσεις του παρελθόντος και να αποτελέσει δομικό συστατικό της αλλαγής του οικονομικού υποδείγματος της χώρας.

Βασικοί άξονες προς την κατεύθυνση αυτή θα πρέπει να είναι:

α) Η καταπολέμηση της διαφθοράς, καθώς σύμφωνα με μελέτη του Ιδρύματος Brookings η απώλεια δημοσίων εσόδων λόγω της διαφθοράς ανέρχεται τουλάχιστον στο 8% του ΑΕΠ, ενώ μία μέσου επιπέδου βελτίωση όσον αφορά την αντιμετώπισή της θα μείωνε το δημοσιονομικό έλλειμμα κατά 4% του ΑΕΠ.

β) Η εξάλειψη της γραφειοκρατίας με συγκεκριμένες δομικές πρωτοβουλίες όπως είναι:

  • η παροχή της δυνατότητας σε κάθε Έλληνα πολίτη να προμηθεύεται ότι δημόσιο έγγραφο τον αφορά, καταθέτοντας μόνο τον αριθμό της ταυτότητάς του, το ΑΦΜ του και το ΑΜΚΑ,
  • η ενοποίηση των μηχανισμών χρέωσης του πολίτη από το Δημόσιο και ο έντιμος συμψηφισμός εξόφλησης των υπολοίπων από και προς το Δημόσιο,
  • το ξεμπλοκάρισμα των επενδύσεων,
  • η κατάργηση των συν-αρμοδιοτήτων, και
  • η ενοποίηση των κατακερματισμένων αρμοδιοτήτων.

γ) Η έμφαση στην εξωστρέφεια, με την αξιοποίηση των ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων της χώρας και τη δημιουργία μίας νέας Γραμματείας Εξωστρέφειας.

δ) Η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, με στροφή στην ποιότητα, με ταχύτερη απονομή Δικαιοσύνης και με την απλοποίηση της νομοθεσίας.

ε) Ο συντονισμός της παραγωγικής προσπάθειας στους τομείς που έχουμε συγκριτικά πλεονεκτήματα, ώστε:

  • να αξιοποιήσουμε τα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα με την ανάταξη της πρωτογενούς παραγωγής και τη μεταποίηση των προϊόντων της,
  • να χαράξουμε ξεκάθαρη ενεργειακή στρατηγική, και
  • να αξιοποιήσουμε τους δύο πιο ανταγωνιστικούς μας τομείς, τη Ναυτιλία και τον Τουρισμό.

 

Φίλες και Φίλοι Φοιτητές,

Τέτοιες, και αντίστοιχες, πρωτοβουλίες απαιτούνται για την ανάταξη και την ανάπτυξη της Οικονομίας.

Πρωτοβουλίες όμως που απουσιάζουν από το Κυβερνητικό «οπλοστάσιο».

Πλούσιο αναπτυξιακό «οπλοστάσιο» που όμως δεν αξιοποιείται από την Κυβέρνηση (ή δεν έχει αξιοποιηθεί μέχρι σήμερα αφού έχει αλλάξει η πολιτική ηγεσία), καθώς:

Το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων εγκαταλείπεται ώστε να αντισταθμιστεί η σημαντική υστέρηση των δημοσίων εσόδων.

Η αγορά έχει «παγώσει», καθώς το δημόσιο έχει κηρύξει, ουσιαστικά, «στάση πληρωμών».

Το ΕΣΠΑ έχει βαλτώσει με αποτέλεσμα η χώρα από την 5η θέση σε απορροφήσεις κοινοτικών πόρων που ήταν τον περασμένο Σεπτέμβριο να βρίσκεται σήμερα στην 23η θέση.

Το ΤΕΜΠΜΕ αγγίζει τα όρια της αδράνειας, αφού το τρίμηνο Ιούνιος – Αύγουστος δανειοδοτήθηκαν 100 φορές λιγότερες μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2009.

Οι πρωτοβουλίες για ΣΔΙΤ και οι συμβάσεις παραχώρησης παραμένουν λεκτικό σχήμα.

Το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων και η αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας παραμένουν ακόμα στις προθέσεις της Κυβέρνησης.

Ο Αναπτυξιακός Νόμος είναι εδώ και ένα χρόνο στα σκαριά, και απ’ ότι φαίνεται θα υπάρξουν και αλλαγές στο υπάρχον Κυβερνητικό Σχέδιο.

Και σ’ αυτή την ουσιαστική απουσία αναπτυξιακού προσανατολισμού οφείλουμε να συνυπολογίσουμε και την αναποτελεσματικότητα του ακολουθούμενου μείγματος δημοσιονομικής πολιτικής.

Αναποτελεσματικότητα, όπως αυτή καταδεικνύεται από την υστέρηση στα έσοδα, την βαθύτερη ύφεση, την εκτόξευση του πληθωρισμού, τη διόγκωση της ανεργίας.

Ανεργία που εκτιμάται, σύμφωνα με το Προσχέδιο του Προϋπολογισμού, ότι θα ανέλθει στο 14,5%.

Αυτή η αναποτελεσματικότητα καθιστά επιτακτική την αλλαγή του μείγματος οικονομικής πολιτικής, και όχι τη δημιουργία συνθηκών πολιτικής αναστάτωσης.

Καθιστά αναγκαία την προώθηση πολιτικών που επιτυγχάνουν το συγκερασμό της δημοσιονομικής προσαρμογής και της ανάταξης, αρχικά, και της ανάπτυξης, μεταγενέστερα, της Οικονομίας.

Πολιτικών που θα βγάλουν τη χώρα από το «Μνημόνιο» και την κρίση το ταχύτερο δυνατό.

Και που θα δημιουργήσουν ελπίδα στους πολίτες, και δη στους νέους πολίτες, και προοπτικές ανάπτυξης στην οικονομία.

Σας ευχαριστώ.

TwitterInstagramYoutube