Πως κρίνετε τη στάση των Ευρωπαίων εταίρων απέναντι στο Ελληνικό οικονομικό πρόβλημα;
Αρχικά η στάση ήταν αμήχανη.
Και αυτό γιατί η κρίση δημοσίου χρέους, με «αδύναμο κρίκο» την Ελλάδα, ανέδειξε τις αδυναμίες του Ευρωπαϊκού οικοδομήματος.
Την αποτυχία των μηχανισμών της ευρωζώνης να ελέγξει τις δημοσιονομικές αποκλίσεις στα κράτη-μέλη της.
Την έλλειψη μηχανισμού αλληλεγγύης και «δίχτυ ασφαλείας» των κρατών-μελών που βρίσκονται σε δύσκολη θέση.
Την απουσία εποπτικού πλαισίου διαπραγμάτευσης σύνθετων εξω-χρηματιστηριακών προϊόντων, ειδικά όταν αυτά μετατρέπονται από προϊόντα ασφάλισης σε εργαλεία κερδοσκοπίας.
Η αναγνώριση αυτών των αδυναμιών και ο κίνδυνος επέκτασης του προβλήματος και σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, οδήγησε τους εταίρους μας στην πολιτική στήριξη της χώρας μας, βέβαια υπό αυστηρούς όρους, όπως φάνηκε μεταγενέστερα και από τα επώδυνα «πακέτα» μέτρων.
Σήμερα όμως αυτή η στήριξη δεν αρκεί, ενώ η σκέψη για δημιουργία Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου που θα λειτουργεί ως «δανειστής ύστατης καταφυγής» κινείται σε εμβρυϊκό στάδιο και είναι μακροπρόθεσμη.
Αυτό που χρειάζεται άμεσα η χώρα μας είναι η χειροπιαστή Ευρωπαϊκή στήριξη ώστε να θωρακιστεί ο Ελληνικός δανεισμός από τις δυσκολίες της αγοράς και τους κερδοσκόπους.
Θεωρείτε ότι υπάρχει πιθανότητα προσφυγής στο ΔΝΤ;
Η προσφυγή στο ΔΝΤ είναι προβληματική επιλογή, είναι λύση απελπισίας.
Τέτοια επιλογή θα συνοδεύεται από αυστηρότερους και λιγότερο προσαρμοσμένους στις συνθήκες της χώρας μας όρους δανεισμού, ενώ θα οδηγήσει στην απώλεια των όποιων βαθμών ελευθερίας και περιθωρίων διαπραγμάτευσης διαθέτει η Ελλάδα στα Ευρωπαϊκά όργανα.
Τέτοια λύση όμως θα αποτελέσει και την πρώτη ρωγμή στην ευρωζώνη.
Σε κάθε περίπτωση, η λύση θα πρέπει να είναι Ευρωπαϊκή.
Πιστεύετε ότι η Κυβέρνηση θα πετύχει τους στόχους που έθεσε στο Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης;
Σε ποιό Πρόγραμμα αναφέρεστε;
Η Κυβέρνηση, με τις μετέπειτα επιλογές της ουσιαστικά το ακύρωσε.
Και αυτό διότι υποεκτίμησε τους κινδύνους που απορρέουν από το ήδη αυξημένο κόστος δανεισμού της χώρας λόγω της αναποφασιστικότητάς της και τη βαθύτερη ύφεση λόγω της απουσίας αναπτυξιακού σχεδιασμού.
Κίνδυνοι που ανάγκασαν την Κυβέρνηση να λάβει επιπρόσθετα μέτρα (πριν καν υλοποιηθούν αυτά που περιλαμβάνονται στο Πρόγραμμα) της τάξεως του 2,5% του ΑΕΠ, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος για μείωση του ελλείμματος κατά 4% του ΑΕΠ το 2010.
Μέτρα όμως που οδηγούν σε βαθύτερη ύφεση η οποία θα ακυρώνει συνεχώς την αποτελεσματικότητα των μέτρων και θα κάνει ορατό τον κίνδυνο της λήψης νέων (βλέπετε και πρόσφατες αναφορές του Νομπελίστα Οικονομολόγου κ. Στίγκλιτς και του Οικονομολόγου του ΟΗΕ κ. Φλάσμπεκ για τη χώρα μας).
Ήδη, το 1/3 των περικοπών δεν αποδίδει στη μείωση του ελλείμματος λόγω της ύφεσης και του αυξημένου κόστους δανεισμού της χώρας.
Τι ευθύνες συνεπώς καταλογίζετε στη σημερινή Κυβέρνηση αυτούς τους 5 πρώτους μήνες διακυβέρνησης;
Κωδικοποιημένα κε. Κοτταρίδη:
1ον. «Φούσκωσε» το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας για το 2009 ακυρώνοντας αποφάσεις της προηγούμενης Κυβέρνησης και προχωρώντας στη χρήση «δημιουργικής λογιστικής».
2ον. Εγκατέλειψε προεκλογικές υποσχέσεις, μετεκλογικές εξαγγελίες, προγραμματικές θέσεις και πρόσφατες ανακοινώσεις.
3ον. Καθυστέρησε στη επάνδρωση του κρατικού μηχανισμού, λόγω της «εικονικής», όπως αποδεικνύεται, αξιολόγησης των στελεχών.
4ον. Προχώρησε στην υποβολή και ψήφιση Προϋπολογισμού που ήταν κατώτερος των προσδοκιών και των περιστάσεων.
5ον. Κατέθεσε Πρόγραμμα Σταθερότητας και Ανάπτυξης το όποιο ενσωμάτωνε, όπως αποδεικνύεται εκ των υστέρων, μη ρεαλιστικούς στόχους.
6ον. Στέλνει, επί μακρόν, λανθασμένα μηνύματα στις αγορές, οι οποίες άρχισαν να μας τιμωρούν όταν διαπίστωσαν ότι η Κυβέρνηση επιδίδεται σε δηλώσεις, διακηρύξεις και διαβούλευση, χωρίς να λαμβάνει μέτρα για την αντιμετώπιση της κρίσης.
7ον. Άργησε να πάρει μέτρα. Αν τα μέτρα είχαν ληφθεί νωρίτερα, θα ήταν πολύ ηπιότερα και ισοδυνάμου οικονομικού αποτελέσματος, ενώ δεν θα τα επέβαλλαν κοινοτικοί «επόπτες».
8ον. Τα μέτρα που έλαβε είναι σκληρά και άδικα. Ενδεικτικά, με τις δύο διαδοχικές αυξήσεις του φόρου στην αμόλυβδη βενζίνη τον τελευταίο μήνα, η Ελλάδα κατέστη η 3η ακριβότερη χώρα στην Ευρώπη, ενώ μέχρι τον Φεβρουάριο ήταν στην 20η θέση.
9ον. Το μίγμα των μέτρων είναι οικονομικά αναποτελεσματικό. Ο συνδυασμός της αύξησης της έμμεσης φορολογίας με την περιοριστική εισοδηματική πολιτική «ροκανίζει» τα εισοδήματα, «στεγνώνει» την αγορά, «παγώνει» την Οικονομία. Ενδεικτικά, ο πληθωρισμός εκτινάχθηκε στο 2,9% τον Φεβρουάριο, ο υψηλότερος δείκτης τιμών καταναλωτή στην Ευρώπη.
10ον. Το μίγμα των μέτρων είναι ελλειπές αφού απουσιάζουν οι πρωτοβουλίες τόνωσης της αγοράς. Τα μέτρα της Κυβέρνησης αφαιρούν 16 δισ. ευρώ από την τελική ζήτηση της οικονομίας (περίπου 6,5% του ΑΕΠ) και είναι αδύνατο να αντισταθμιστεί η αρνητική τους επίπτωση στην ανάπτυξη μ’ ένα «ψαλιδισμένο» Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων.
Η Ν.Δ. δεν φέρει ευθύνη για την τρέχουσα κατάσταση της Οικονομίας ή ήταν όλα «καλώς καμωμένα» όπως ουσιαστικά υποστηρίζει ο κ. Αλογοσκούφης;
Κε. Κοτταρίδη, σαφέστατα και οι Κυβερνήσεις της Ν.Δ. φέρουν ευθύνη για την τρέχουσα δημοσιονομική κατάσταση της χώρας.
Ευθύνη καθώς δεν τόλμησαν ή αδράνησαν να προωθήσουν τις αναγκαίες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις, ειδικά τους καλούς καιρούς.
Ευθύνη καθώς δεν μπόρεσαν να αντιμετωπίσουν τη φοροδιαφυγή και να περιορίσουν τις κρατικές σπατάλες.
Η κριτική όμως που αποδίδει όλα τα προβλήματα της οικονομίας στις πολιτικές της τελευταίας 5ετίας είναι άδικη και υπερβολική.
Πρώτον, διότι οι δημοσιονομικές επιλογές, κυρίως, της δεκαετίας του 1980 επιβαρύνουν, ακόμη και σήμερα, την Ελληνική οικονομία. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι, σ’ αυτή τη δεκαετία, το έλλειμμα ήταν, κατά μέσο όρο, 12,9% του ΑΕΠ, οδηγώντας το δημόσιο χρέος σε έκρηξη, από το 22% το 1980 στο 71% το 1990. Η δε αδυναμία εξυπηρέτησης εγγυήσεων του Δημοσίου που δόθηκαν τότε για δάνεια από ΔΕΚΟ και ΟΤΑ (εγγυήσεις της τάξεως του 32% του ΑΕΠ το 1989) διόγκωσε ακόμη περισσότερο το χρέος της επόμενης δεκαετίας.
Και δεύτερον, διότι οι Κυβερνήσεις της Ν.Δ. προχώρησαν σε σημαντικές οικονομικές μεταρρυθμίσεις (ασφαλιστική μεταρρύθμιση, νέο θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας των ΔΕΚΟ, ΣΔΙΤ, στρατηγικές οικονομικές συμμαχίες, Γενικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού, ενεργειακές συμφωνίες, φορολογική μεταρρύθμιση, ψηφιακή στρατηγική, Επενδυτικός Νόμος κ.α.), παρά την αρνητική στάση της τότε Αξιωματικής Αντιπολίτευσης.
Έχει δίκιο συνεπώς η Ν.Δ., και ο κ. Αλογοσκούφης, να ζητούν αντικειμενική αξιολόγηση αυτού του έργου.
Συνεπώς τέρμα η συναίνεση;
Σ’ αυτή την κρίσιμη για τη χώρα συγκυρία, η Ν.Δ. ασκεί, και θα ασκεί, συνετή, συνεπή, υπεύθυνη και δυναμική Αντιπολίτευση.
Έχει αποδείξει ότι συναινεί και στηρίζει την Κυβέρνηση σε επιλογές που διευκολύνουν τη χώρα για την έξοδο από την κρίση (π.χ. αύξηση φορολογίας στα ποτά και στα τσιγάρα, φορολόγηση ειδών πολυτελείας, μείωση κρατικής σπατάλης, υπερψήφιση των περισσοτέρων ρυθμίσεων του τελευταίου «πακέτου» μέτρων κ.α.).
Στηρίζει τις διεθνείς πρωτοβουλίες του κ. Πρωθυπουργού, αναλαμβάνοντας αντίστοιχες με τον Αρχηγό της κ. Σαμαρά.
Καυτηριάζει όμως και εναντιώνεται σε λανθασμένες και άδικες πρωτοβουλίες που «στραγγαλίζουν» την οικονομία (π.χ. αύξηση ΦΠΑ, περικοπή 14ου μισθού, φορολόγηση καυσίμων).
Καταθέτει και τις δικές της προτάσεις. Προτάσεις για αλλαγή του μίγματος της οικονομικής πολιτικής και για τον εμπλουτισμό της με 23 μέτρα τόνωσης της αγοράς, μέτρα ρεαλιστικά και άμεσα υλοποιήσιμα, μέτρα μηδενικού ή χαμηλού δημοσιονομικού κόστους.
Και θα εξακολουθούμε να πιέζουμε την Κυβέρνηση για την υιοθέτηση αυτών των προτάσεων.